Μετά την κατάργηση του κανόνα του χρυσού, (α) οι τράπεζες δεν λειτουργούν με ένα μοντέλο πολλαπλασιαστή χρημάτων, χορηγώντας δάνεια σε κάποιο πολλαπλάσιο των καταθέσεων τους, (β) τα χρήματα δημιουργούνται με την πίστη, είτε πρόκειται για πίστη σε συνεχώς αυξανόμενες τιμές των παγίων, είτε για οποιαδήποτε άλλη επένδυση και (γ) τα χρήματα δεν έχουν κάποια έμφυτη αξία, αλλά είναι απλά ο δείκτης εμπιστοσύνης μεταξύ ενός δανειστή και ενός δανειολήπτη.
Ως εκ τούτου, όλοι αυτοί που ισχυρίζονται πως δεν υπάρχει «λεφτόδεντρο» είναι στην ουσία ανόητοι ή έχουν απλά πλήρη άγνοια – αφού τα χρήματα προέρχονται πράγματι από ένα τέτοιο δέντρο (μεταφορικά φυσικά), οπότε το πραγματικό ερώτημα είναι ποιος το κατέχει ή ποιός είναι υπεύθυνος για αυτό.
Οι περισσότεροι άνθρωποι δεν γνωρίζουν πώς δημιουργούνται τα χρήματα – ενώ ακόμη και αυτοί που έχουν ακούσει ότι, δημιουργούνται από τις εμπορικές τράπεζες μέσω της παροχής δανείων, δεν το πιστεύουν. Ακόμη δε και στη Μ. Βρετανία, η οποία είναι η πρώτη που ίδρυσε μία κεντρική τράπεζα, τεκμηριώθηκε από μία έρευνα ότι, το 85% των βουλευτών δεν το γνώριζε – ενώ το 70% πιστεύει πως μόνο η κυβέρνηση έχει την εξουσία να δημιουργήσει νέα χρήματα.
Το γεγονός αυτό είναι ασφαλώς ανησυχητικό, αφού όλα τα θέματα που απασχολούν μία κοινωνία, από το ασφαλιστικό σύστημα έως τη στέγαση έχουν σχέση με τη δημιουργία χρημάτων – οπότε αυτοί που κάνουν τις εκάστοτε επιλογές ψηφίζοντας τους νόμους, οι βουλευτές, είναι υποχρεωμένοι να γνωρίζουν.
Υπάρχουν βέβαια διάφοροι τρόποι, με τους οποίους περιορίζεται η ικανότητα των τραπεζών να δημιουργούν χρήματα από το πουθενά, όπως οι εγγυήσεις στην κεντρική τράπεζα (μόλις 1% στην ΕΚΤ), η κεφαλαιακή επάρκεια, οι μεταξύ τους συναλλαγές κλπ. – οπότε ασφαλώς δεν είναι απεριόριστη η δυνατότητα τους. Όλα αυτά επεξηγούνται με λεπτομέρειες τόσο από την Τράπεζα της Αγγλίας , η οποία παραδέχθηκε πρώτη τη δημιουργία χρημάτων από το πουθενά, όσο και από τη γερμανική κεντρική τράπεζα, οπότε δεν υπάρχει λόγος επανάληψης – ενώ έχουμε επίσης αναφερθεί στο θέμα, σε πολλές αναλύσεις μας.
Εν πρώτοις λοιπόν θέλουμε να σημειώσουμε ότι, το 97% των χρημάτων σήμερα, παρά τα θηριώδη QE των κεντρικών τραπεζών, δημιουργείται πλέον από τις εμπορικές τράπεζες, με την παροχή δανείων – ενώ το 27% του τραπεζικού δανεισμού οδηγείται σε άλλες χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις, το 50% σε στεγαστικά δάνεια (κυρίως για υφιστάμενα ακίνητα), το 8% σε πιστώσεις υψηλού κινδύνου όπως είναι οι υπεραναλήψεις των πιστωτικών καρτών και μόλις το 15% σε μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις της παραγωγικής οικονομίας.