Η ΓΕΡΜΑΝΙΑ ΕΧΕΙ ΕΞΟΙΚΟΝΟΜΗΣΕΙ ΣΥΝΟΛΙΚΑ 368 ΔΙΣ ΕΥΡΩ ΕΝΩ Η ΓΑΛΛΙΑ 350 ΔΙΣ
Την ίδια ώρα που στην Ελλάδα εφάρμοζαν εξοντωτική λιτότητα+υπερφορολόγηση, "φρόντιζαν" να είναι και η μοναδική χώρα εκτός QE+φθηνού δανεισμού εμποδίζοντας την ανάπτυξη...Τι δεν καταλαβαίνεις ;;;
Γαλλία και Γερμανία εξοικονόμησαν πέρυσι περισσότερα χρήματα από κάθε άλλη χώρα της Ευρωζώνης χάρη στα χαμηλότερα επιτόκια δανεισμού που εφαρμόζει η ΕΚΤ, σύμφωνα με μελέτη της γερμανικής κεντρικής τράπεζας.
Συνολικά, τα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης εξοικονόμησαν πέρυσι 231 δισ. ευρώ συγκριτικά με το ποσό που θα είχαν καταβάλει αν τα επιτόκια δανεισμού της ΕΚΤ βρίσκονταν το 2018 στο επίπεδο όπου βρίσκονταν το 2007.
Αντιθέτως, η Ιταλία εξοικονόμησε το 2018 αρκετά χαμηλότερο ποσό από τη Γερμανία και τη Γαλλία. Το Βερολίνο το 2018 εξοικονόμησε 55 δισ. ευρώ από την εξυπηρέτηση του χρέους χάρη στα πολύ χαμηλότερα επιτόκια δανεισμού που ίσχυσαν πέρυσι σε σύγκριση με το 2007. Το Παρίσι το 2018 εξοικονόμησε 54 δισ. ευρώ, σύμφωνα με τα στοιχεία της γερμανικής κεντρικής τράπεζας. Παρ’ όλο που η Ιταλία διαθέτει το υψηλότερο δημόσιο χρέος στην Ευρωζώνη σε απόλυτους αριθμούς, περίπου 2,3 τρισ. ευρώ, κατάφερε να εξοικονομήσει 45 δισ. ευρώ το έτος που μας πέρασε. Αυτό οφείλεται στο γεγονός πως καταγράφηκε το 2018 σημαντική αύξηση του κόστους δανεισμού της Ιταλίας μετά την ανάδειξη της κυβέρνησης συνασπισμού του Κινήματος 5 Αστέρων και της Λέγκας στα τέλη Mαΐου.
Η αντιπαράθεση της Ρώμης με τις Βρυξέλλες, από τα τέλη Σεπτεμβρίου μέχρι και τα μέσα Δεκεμβρίου, με αφορμή τον ιταλικό προϋπολογισμό του 2019, αύξησε ακόμη περισσότερο το κόστος δανεισμού της Ιταλίας. Η απόδοση των ιταλικών δεκαετών ομολόγων αυτό το διάστημα αυξήθηκε περίπου κατά 100 μονάδες βάσης.
Σύμφωνα με τη γερμανική εφημερίδα Handelsblatt, από το 2008 μέχρι και το 2018 η Γερμανία, μεγαλύτερη οικονομία της Ευρωζώνης, εξοικονόμησε συνολικά, χάρη στα χαμηλότερα επιτόκια δανεισμού, ποσό που ανέρχεται στα 368 δισ. ευρώ. Στο ίδιο διάστημα η Γαλλία εξοικονόμησε 350 δισ. ευρώ και η Ιταλία 262 δισ. ευρώ.
Ας θυμηθούμε και ένα σχετικό, προ μηνών, άρθρο Γερμανού οικονομολόγου:
Η Γερμανία κέρδισε από τον εκβιασμό της Ελλάδας
Από την αρχή της κρίσης «τα άσχημα νέα στην Ελλάδα ήταν καλά νέα για τη Γερμανία. Κάθε αρνητική αναφορά για τις οικονομικές εξελίξεις στην Αθήνα είχε ως αποτέλεσμα χαμηλότερα επιτόκια για τα γερμανικά κρατικά ομόλογα. Αντίθετα, τα επιτόκια των ομολόγων της Ελλάδας και άλλες χώρες που περνάνε κρίση αυξήθηκαν».
Αυτό γράφει ο Γερμανός οικονομολόγος Βλαντίμιρο Γκιάτσε και μέλος του Ινστιτούτου Οικονομικής Έρευνας Centro Europa Ricerche (CER) στη Ρώμη σε άρθρο του στην εφημερίδα Junge Welt.
«Το αποτέλεσμα ήταν τόσο ευνοϊκό για το γερμανικό δημόσιο ταμείο, ώστε ακόμη και στην ενδεχόμενη περίπτωση μιας ολοκληρωτικής πτώχευσης της Ελλάδας, το καθαρό αποτέλεσμα για τη Γερμανία θα ήταν θετικό» προσθέτει ο Γερμανός οικονομολόγος καταρρίπτοντας τον μύθο ότι οι Γερμανοί φορολογούμενοι δήθεν πληρώνουν την κρίση στον ευρωπαϊκό νότο.
«Οι επικριτές της νεοφιλελεύθερης τάξης πραγμάτων στην Ευρωπαϊκή Ένωση χαρακτηρίζονται συχνά ως "λαϊκιστές". Ας πάρουμε για παράδειγμα, την πολιτική των μηδενικών επιτοκίων και το πρόγραμμα αγοράς κρατικών ομολόγων “ποσοτική χαλάρωση” (QE) της ΕΚΤ. Πόσες φορές έχουμε ακούσει ότι αυτό είναι ένα δώρο για τους νότιους και μια κλοπή εις βάρος του Γερμανού φορολογούμενου; Πόσες φορές έχει διατυπωθεί αυτή η κατηγορία για τον πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) Μάριο Ντράγκι, για να τεκμηριωθεί η ανάγκη αύξησης του επιτοκίου και να δοθεί γρήγορα ένα τέλος στη ποσοτική χαλάρωση (QE).
Λοιπόν, η πραγματικότητα είναι διαφορετική. Το Ινστιτούτο Οικονομικής Έρευνας / Centro Europa Ricerche (CER) της Ρώμης διεξήγαμε μια απλή έρευνα τον Ιανουάριο. Αφορούσε στον υπολογισμό της διαφοράς μεταξύ των επιτοκίων που έχουν πραγματικά καταβάλει τα ευρωπαϊκά κράτη για το δημόσιο χρέος τους από το 2007 έως το 2017 και το συνολικό ποσόν το οποίο θα είχαν καταβάλει αν τα επιτόκια των κρατικών ομολόγων είχαν παραμείνει σταθερά στο επίπεδο του 2006 και τα επόμενα χρόνια (η Γαλλία 3,9%, η Γερμανία 4,1%, η Ιταλία 4,4%).
Το αποτέλεσμα: Η Γερμανία εξοικονόμησε τους περισσότερους τόκους (280 δισ. ευρώ). Ακολουθούν η Γαλλία (230 δισ. ευρώ) και η Ιταλία (140 δισ. ευρώ). Η συνολική εξοικονόμηση για τη ζώνη του ευρώ είναι πολύ μεγάλη: 950 δισ. ευρώ. Αλλά με περισσότερο από το 70% του ποσού αυτού (περίπου 690 δισ. ευρώ) έχει επωφεληθεί ο λεγόμενος πυρήνας της Ευρώπης, ενώ οι περιφερειακές χώρες, οι λεγόμενες χώρες PIIGS (Πορτογαλία, Ιρλανδία, Ιταλία, Ελλάδα και Ισπανία), έχουν επωφεληθεί λιγότερο από το 30% της εξοικονόμησης (περίπου 260 δις. ευρώ)»τονιζει ο Γκιέτσε.
Η επίσημη επιβεβαίωση αυτού του συμπεράσματος ήρθε στις 23 Απριλίου, όταν η «Handelsblatt» ανακοίνωσε το περιεχόμενο της γραπτής απάντησης της υφυπουργού οικονομικών Μπετίνα Χάγκεντομ (SPD) σε ερώτημα του Πράσινου πολιτικού, αρμόδιου για θέματα προϋπολογισμού, Σβεν-Κρίστιαν Κίντλερ. Η «Wirtschaftszeitung» δημοσίευσε επιπλέον νέα στοιχεία της Bundesbank. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς, η συνολική εξοικονόμηση της νομισματικής ένωσης ανήλθε αθροιστικά μεταξύ 2008 και 2017 σε περίπου 1,15 τρισ. ευρώ - ένα ποσό που είναι ακόμη υψηλότερο από αυτό το οποίο υπολογίστηκε από το Ινστιτούτο Οικονομικής Έρευνας / CER (πιθανόν λόγω των διαφορετικών περιόδων οι οποίες ελήφθησαν υπόψη). Δεν αλλάζει όμως στο βασικό γεγονός: η Γερμανία επωφελήθηκε περισσότερο από τη διευκόλυνση τόκου, με σωρευτική εξοικονόμηση ύψους 294,1 δισ. ευρώ.
Τα κακά νέα είναι καλά νέα
Πίσω από αυτόν τον αριθμό δεν βρίσκεται μόνο η εξαιρετικά χαλαρή νομισματική πολιτική της ΕΚΤ. Η ιστορία ξεκινά νωρίτερα: με την ελληνική κρίση. Στις 10 Αυγούστου 2015, το Ινστιτούτο Οικονομικών Ερευνών Λάιπνιτς της πόλης Χάλε (IWH) είχε επισημάνει σε πόρισμα (σχετικής) έρευνας ότι τα πιστωτικά προγράμματα από το 2010 είχαν ως αποτέλεσμα μια σημαντική μείωση επιτοκίων για το γερμανικό δημόσιο προϋπολογισμό. Μεταξύ άλλων, αυτό συνέβη επειδή οι επενδυτές κατέφυγαν σε ασφαλή ομόλογα, τα λεγόμενα ασφαλή καταφύγια (flight-to-quality).
Οι ερευνητές του IWH διαπίστωσαν ότι κάθε αρνητική αναφορά για τις οικονομικές εξελίξεις στην Αθήνα είχε ως αποτέλεσμα χαμηλότερα επιτόκια για τα γερμανικά κρατικά ομόλογα. Αντίθετα, τα επιτόκια των ομολόγων της Ελλάδας και άλλες χώρες που περνάνε κρίση αυξήθηκαν.
Το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης QE της ΕΚΤ ξεκίνησε το 2013 και σχεδιάστηκε για να σώσει το ευρώ. Από αυτή την άποψη, ο Μάρτσελ Φράτσερ, πρόεδρος του Γερμανικού Ινστιτούτου Οικονομικών Ερευνών (DIW) του Βερολίνου, έχει δίκιο «η Ομοσπονδία, τα κρατίδια, οι δήμοι και οι κοινότητες -και επομένως και ο φορολογούμενος- είναι οι μεγάλοι κερδισμένοι των χαμηλών επιτοκίων».
Η Γερμανία ευνοήθηκε περισσότερο, επειδή τα κρατικά ομόλογα από την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας ήταν εκείνα που αγοράστηκαν περισσότερο από την ΕΚΤ.
Δυστυχώς, η ακολουθηθείσα από τον πρώην υπουργό Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε (και επιβεβαιωθείσα τώρα κατά τα φαινόμενα από τον διάδοχό του Ολαφ Σολτς) ιδεολογία του «ισοσκελισμένου προϋπολογισμού» εμπόδισε μέχρι στιγμής να χρησιμοποιηθεί αυτό το σε μεγάλο βαθμό αποταμιευθέν ποσόν να διατεθεί για κοινωνικές δαπάνες και επενδύσεις στις υποδομές.
Αυτό είναι απολύτως συναφές με τη μακροπρόθεσμη στρατηγική της γερμανικής άρχουσας τάξης, η οποία επιμένει σε ένα εξαγωγικό μοντέλο που βασίζεται στον μισθολογικό αποπληθωρισμό. Είναι το κόστος αυτής της πολιτικής το οποίο πρέπει στην πραγματικότητα να επωμισθούν οι περισσότεροι Γερμανοί φορολογούμενοι.
Την ίδια ώρα που στην Ελλάδα εφάρμοζαν εξοντωτική λιτότητα+υπερφορολόγηση, "φρόντιζαν" να είναι και η μοναδική χώρα εκτός QE+φθηνού δανεισμού εμποδίζοντας την ανάπτυξη...Τι δεν καταλαβαίνεις ;;;
Συνολικά, τα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης εξοικονόμησαν πέρυσι 231 δισ. ευρώ συγκριτικά με το ποσό που θα είχαν καταβάλει αν τα επιτόκια δανεισμού της ΕΚΤ βρίσκονταν το 2018 στο επίπεδο όπου βρίσκονταν το 2007.
Αντιθέτως, η Ιταλία εξοικονόμησε το 2018 αρκετά χαμηλότερο ποσό από τη Γερμανία και τη Γαλλία. Το Βερολίνο το 2018 εξοικονόμησε 55 δισ. ευρώ από την εξυπηρέτηση του χρέους χάρη στα πολύ χαμηλότερα επιτόκια δανεισμού που ίσχυσαν πέρυσι σε σύγκριση με το 2007. Το Παρίσι το 2018 εξοικονόμησε 54 δισ. ευρώ, σύμφωνα με τα στοιχεία της γερμανικής κεντρικής τράπεζας. Παρ’ όλο που η Ιταλία διαθέτει το υψηλότερο δημόσιο χρέος στην Ευρωζώνη σε απόλυτους αριθμούς, περίπου 2,3 τρισ. ευρώ, κατάφερε να εξοικονομήσει 45 δισ. ευρώ το έτος που μας πέρασε. Αυτό οφείλεται στο γεγονός πως καταγράφηκε το 2018 σημαντική αύξηση του κόστους δανεισμού της Ιταλίας μετά την ανάδειξη της κυβέρνησης συνασπισμού του Κινήματος 5 Αστέρων και της Λέγκας στα τέλη Mαΐου.
Η αντιπαράθεση της Ρώμης με τις Βρυξέλλες, από τα τέλη Σεπτεμβρίου μέχρι και τα μέσα Δεκεμβρίου, με αφορμή τον ιταλικό προϋπολογισμό του 2019, αύξησε ακόμη περισσότερο το κόστος δανεισμού της Ιταλίας. Η απόδοση των ιταλικών δεκαετών ομολόγων αυτό το διάστημα αυξήθηκε περίπου κατά 100 μονάδες βάσης.
Σύμφωνα με τη γερμανική εφημερίδα Handelsblatt, από το 2008 μέχρι και το 2018 η Γερμανία, μεγαλύτερη οικονομία της Ευρωζώνης, εξοικονόμησε συνολικά, χάρη στα χαμηλότερα επιτόκια δανεισμού, ποσό που ανέρχεται στα 368 δισ. ευρώ. Στο ίδιο διάστημα η Γαλλία εξοικονόμησε 350 δισ. ευρώ και η Ιταλία 262 δισ. ευρώ.
Η Γερμανία κέρδισε από τον εκβιασμό της Ελλάδας
Από την αρχή της κρίσης «τα άσχημα νέα στην Ελλάδα ήταν καλά νέα για τη Γερμανία. Κάθε αρνητική αναφορά για τις οικονομικές εξελίξεις στην Αθήνα είχε ως αποτέλεσμα χαμηλότερα επιτόκια για τα γερμανικά κρατικά ομόλογα. Αντίθετα, τα επιτόκια των ομολόγων της Ελλάδας και άλλες χώρες που περνάνε κρίση αυξήθηκαν».
Αυτό γράφει ο Γερμανός οικονομολόγος Βλαντίμιρο Γκιάτσε και μέλος του Ινστιτούτου Οικονομικής Έρευνας Centro Europa Ricerche (CER) στη Ρώμη σε άρθρο του στην εφημερίδα Junge Welt.
«Το αποτέλεσμα ήταν τόσο ευνοϊκό για το γερμανικό δημόσιο ταμείο, ώστε ακόμη και στην ενδεχόμενη περίπτωση μιας ολοκληρωτικής πτώχευσης της Ελλάδας, το καθαρό αποτέλεσμα για τη Γερμανία θα ήταν θετικό» προσθέτει ο Γερμανός οικονομολόγος καταρρίπτοντας τον μύθο ότι οι Γερμανοί φορολογούμενοι δήθεν πληρώνουν την κρίση στον ευρωπαϊκό νότο.
«Οι επικριτές της νεοφιλελεύθερης τάξης πραγμάτων στην Ευρωπαϊκή Ένωση χαρακτηρίζονται συχνά ως "λαϊκιστές". Ας πάρουμε για παράδειγμα, την πολιτική των μηδενικών επιτοκίων και το πρόγραμμα αγοράς κρατικών ομολόγων “ποσοτική χαλάρωση” (QE) της ΕΚΤ. Πόσες φορές έχουμε ακούσει ότι αυτό είναι ένα δώρο για τους νότιους και μια κλοπή εις βάρος του Γερμανού φορολογούμενου; Πόσες φορές έχει διατυπωθεί αυτή η κατηγορία για τον πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) Μάριο Ντράγκι, για να τεκμηριωθεί η ανάγκη αύξησης του επιτοκίου και να δοθεί γρήγορα ένα τέλος στη ποσοτική χαλάρωση (QE).
Λοιπόν, η πραγματικότητα είναι διαφορετική. Το Ινστιτούτο Οικονομικής Έρευνας / Centro Europa Ricerche (CER) της Ρώμης διεξήγαμε μια απλή έρευνα τον Ιανουάριο. Αφορούσε στον υπολογισμό της διαφοράς μεταξύ των επιτοκίων που έχουν πραγματικά καταβάλει τα ευρωπαϊκά κράτη για το δημόσιο χρέος τους από το 2007 έως το 2017 και το συνολικό ποσόν το οποίο θα είχαν καταβάλει αν τα επιτόκια των κρατικών ομολόγων είχαν παραμείνει σταθερά στο επίπεδο του 2006 και τα επόμενα χρόνια (η Γαλλία 3,9%, η Γερμανία 4,1%, η Ιταλία 4,4%).
Το αποτέλεσμα: Η Γερμανία εξοικονόμησε τους περισσότερους τόκους (280 δισ. ευρώ). Ακολουθούν η Γαλλία (230 δισ. ευρώ) και η Ιταλία (140 δισ. ευρώ). Η συνολική εξοικονόμηση για τη ζώνη του ευρώ είναι πολύ μεγάλη: 950 δισ. ευρώ. Αλλά με περισσότερο από το 70% του ποσού αυτού (περίπου 690 δισ. ευρώ) έχει επωφεληθεί ο λεγόμενος πυρήνας της Ευρώπης, ενώ οι περιφερειακές χώρες, οι λεγόμενες χώρες PIIGS (Πορτογαλία, Ιρλανδία, Ιταλία, Ελλάδα και Ισπανία), έχουν επωφεληθεί λιγότερο από το 30% της εξοικονόμησης (περίπου 260 δις. ευρώ)»τονιζει ο Γκιέτσε.
Η επίσημη επιβεβαίωση αυτού του συμπεράσματος ήρθε στις 23 Απριλίου, όταν η «Handelsblatt» ανακοίνωσε το περιεχόμενο της γραπτής απάντησης της υφυπουργού οικονομικών Μπετίνα Χάγκεντομ (SPD) σε ερώτημα του Πράσινου πολιτικού, αρμόδιου για θέματα προϋπολογισμού, Σβεν-Κρίστιαν Κίντλερ. Η «Wirtschaftszeitung» δημοσίευσε επιπλέον νέα στοιχεία της Bundesbank. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς, η συνολική εξοικονόμηση της νομισματικής ένωσης ανήλθε αθροιστικά μεταξύ 2008 και 2017 σε περίπου 1,15 τρισ. ευρώ - ένα ποσό που είναι ακόμη υψηλότερο από αυτό το οποίο υπολογίστηκε από το Ινστιτούτο Οικονομικής Έρευνας / CER (πιθανόν λόγω των διαφορετικών περιόδων οι οποίες ελήφθησαν υπόψη). Δεν αλλάζει όμως στο βασικό γεγονός: η Γερμανία επωφελήθηκε περισσότερο από τη διευκόλυνση τόκου, με σωρευτική εξοικονόμηση ύψους 294,1 δισ. ευρώ.
Τα κακά νέα είναι καλά νέα
Πίσω από αυτόν τον αριθμό δεν βρίσκεται μόνο η εξαιρετικά χαλαρή νομισματική πολιτική της ΕΚΤ. Η ιστορία ξεκινά νωρίτερα: με την ελληνική κρίση. Στις 10 Αυγούστου 2015, το Ινστιτούτο Οικονομικών Ερευνών Λάιπνιτς της πόλης Χάλε (IWH) είχε επισημάνει σε πόρισμα (σχετικής) έρευνας ότι τα πιστωτικά προγράμματα από το 2010 είχαν ως αποτέλεσμα μια σημαντική μείωση επιτοκίων για το γερμανικό δημόσιο προϋπολογισμό. Μεταξύ άλλων, αυτό συνέβη επειδή οι επενδυτές κατέφυγαν σε ασφαλή ομόλογα, τα λεγόμενα ασφαλή καταφύγια (flight-to-quality).
Οι ερευνητές του IWH διαπίστωσαν ότι κάθε αρνητική αναφορά για τις οικονομικές εξελίξεις στην Αθήνα είχε ως αποτέλεσμα χαμηλότερα επιτόκια για τα γερμανικά κρατικά ομόλογα. Αντίθετα, τα επιτόκια των ομολόγων της Ελλάδας και άλλες χώρες που περνάνε κρίση αυξήθηκαν.
Το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης QE της ΕΚΤ ξεκίνησε το 2013 και σχεδιάστηκε για να σώσει το ευρώ. Από αυτή την άποψη, ο Μάρτσελ Φράτσερ, πρόεδρος του Γερμανικού Ινστιτούτου Οικονομικών Ερευνών (DIW) του Βερολίνου, έχει δίκιο «η Ομοσπονδία, τα κρατίδια, οι δήμοι και οι κοινότητες -και επομένως και ο φορολογούμενος- είναι οι μεγάλοι κερδισμένοι των χαμηλών επιτοκίων».
Η Γερμανία ευνοήθηκε περισσότερο, επειδή τα κρατικά ομόλογα από την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας ήταν εκείνα που αγοράστηκαν περισσότερο από την ΕΚΤ.
Δυστυχώς, η ακολουθηθείσα από τον πρώην υπουργό Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε (και επιβεβαιωθείσα τώρα κατά τα φαινόμενα από τον διάδοχό του Ολαφ Σολτς) ιδεολογία του «ισοσκελισμένου προϋπολογισμού» εμπόδισε μέχρι στιγμής να χρησιμοποιηθεί αυτό το σε μεγάλο βαθμό αποταμιευθέν ποσόν να διατεθεί για κοινωνικές δαπάνες και επενδύσεις στις υποδομές.
Αυτό είναι απολύτως συναφές με τη μακροπρόθεσμη στρατηγική της γερμανικής άρχουσας τάξης, η οποία επιμένει σε ένα εξαγωγικό μοντέλο που βασίζεται στον μισθολογικό αποπληθωρισμό. Είναι το κόστος αυτής της πολιτικής το οποίο πρέπει στην πραγματικότητα να επωμισθούν οι περισσότεροι Γερμανοί φορολογούμενοι.
ΠΗΓΕΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου