Γίνεται να απαλλαγώ από όλα τα χρέη μου;
Της Άννας Κορσάνου,
δικηγόρος
Πολλές φορές τα λάθη του παρελθόντος μπορεί να σε ακολουθούν για πολλά χρόνια αργότερα. Σε αρκετές περιπτώσεις κάτι ανάλογο έχει συμβεί σε περιπτώσεις δανειοληπτών, που σήμερα δεινοπαθούν να διευθετήσουν χρέη που δημιουργήθηκαν πριν από δέκα ή δεκαπέντε χρόνια.
Ασφαλώς δεν κάνουμε υπεργενίκευση, διότι άλλες φορές δεν είναι οι λανθασμένες προσωπικές επιλογές που μας φέρνουν σε δύσκολη θέση, αλλά απρόοπτα γεγονότα τύχης που δεν μπορούσε κανείς να προβλέψει, όπως ένα θέμα υγείας, μια αναπάντεχη απώλεια στενού προσώπου που μας στήριζε, η διάλυση της οικογένειας, ένα δύσκολο διαζύγιο.
Σε άλλες πάλι περιπτώσεις η δυσχερής οικονομική θέση στην οποία βρίσκεται κάποιος σήμερα μπορεί να είναι απόρροια και λανθασμένων επιλογών. Αυτό συμβαίνει σε περιπτώσεις εμπόρων, ελευθέρων επαγγελματιών που πήραν κάποιες λανθασμένες αποφάσεις ως προς την πορεία της επιχείρησής τους, δεν αντιλήφθηκαν την πραγματική αρνητική διάσταση ορισμένων καταστάσεων, που ήλπισαν ότι τα πράγματα θα αλλάξουν και θα γίνουν όπως πριν, που συντηρούσαν καταστάσεις προφανώς ζημιογόνες για την επιχείρησή τους.
Αλλά και άλλες περιπτώσεις ατυχών επιλογών. Πρόσφατα ήρθε στο γραφείο μια κοπέλα, με πολύ χαμηλό εισόδημα, που εργάζεται στην καθαριότητα μιας επιχείρησης και βρισκόταν σε απελπισία, καθώς δεν μπορούσε να αντιμετωπίσει ένα χρέος που είχε αναλάβει πριν δώδεκα χρόνια.
Όταν τη ρώτησα για ποιο λόγο ανέλαβε το δάνειο αυτό, μου είπε ότι είχε δεσμό τότε με έναν άντρα και πήρε το δάνειο για να δώσει τα χρήματα σε αυτόν. Μετά ο δεσμός διαλύθηκε, ακολούθησαν ασθένειες στην οικογένεια της και ατυχείς καταστάσεις και άφησε το χρέος απλήρωτο για μια δεκαετία.
Τώρα το δάνειο της μεταβιβάστηκε, της τηλεφωνεί εταιρεία διαχείρισης απαιτήσεων, την τρομάζουν προκειμένου να υπογράψει μια ρύθμιση, η ίδια δεν γνωρίζει πως να χειριστεί την κατάσταση και τι ισχύει στη νομοθεσία, έχει τρομοκρατηθεί φοβούμενη ότι θα χάσει το σπίτι της και δεν ξέρει τι να κάνει. Μου είπε λοιπόν πως μετάνιωσε που πήρε αυτό το δάνειο και ότι φταίει τελικά η λάθος της επιλογή να υπογράψει και να επιβαρυνθεί με ένα χρέος για να στηρίξει τον τότε δεσμό της.
Και τώρα τι γίνεται; Ότι έγινε, έγινε. Τώρα τι μπορεί να κάνει κανείς. Υπάρχουν λύσεις; Υπάρχουν επιλογές; Είναι ευχάριστες; είναι εύκολες; είναι γρήγορες; Η απάντηση δεν είναι ένα ναι, ή ένα όχι. Υπάρχουν επιλογές, που ανάλογα με τα δεδομένα του κάθε οφειλέτη είναι ευχάριστες, ή συμφέρουσες ή όχι. Ποιες είναι αυτές. Εως τώρα για την αντιμετώπιση του ιδιωτικού χρέους υπήρχε για πολλά έτη το εργαλείο του νόμου Κατσέλη, αλλά ίσχυε μόνο για τους ιδιώτες και όχι για τους εμπόρους. Οι αποφάσεις ιδίως τα πρώτα έτη από το 2010 έως το 2017 ήταν εξαιρετικά ευνοϊκές για τους οφειλέτες με πολύ υψηλές διαγραφές χρεών.
Τα επόμενα έτη πάρα πολλές αιτήσεις απορρίπτονταν λόγω δόλου. Πολλοί οφειλέτες μάταια και λανθασμένα ακολούθησαν την οδό της έφεσης κατά της απόφασης που επίσης οδήγησε στην απόρριψη. Και έτσι σήμερα έχουν κερδίσει μεν πολλά χρόνια προστασίας της κατοικίας τους χωρίς καταβολή δόσεων δανείου, αλλά από την άλλη έχουν επιβαρυνθεί με μεγαλύτερο ακόμα χρέος των εξασφαλισμένων δανείων λόγω της τοκογονίας.
Πλέον ο ως άνω νόμος δεν υπάρχει και ο μοναδικός τρόπος αντιμετώπισης του ιδιωτικού χρέους είναι ο πτωχευτικός νόμος, ή η διμερής διαπραγμάτευση με εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων, καθώς η συντριπτική πλειοψηφία των δανείων έχει μεταβιβαστεί. Που έχει μεταβιβαστεί; Σε ξένες εταιρείες με έδρα την Ιρλανδία, ή το Λουξεμβούργο. Ποιοι είναι οι μέτοχοι αυτών των εταιρειών; Κάνεις δεν απαντά ξεκάθαρα. Τα δάνεια που αφειδώς, αν όχι πιεστικά εκ μέρους τους έδιναν οι Τράπεζες τη δεκαετία του 2000, έγιναν μεγάλο βάρος για αυτές και κοίταξαν να τα ξεφορτωθούν για να βοηθήσουν την εικόνα των ισολογισμών τους και να μπορέσουν να λειτουργήσουν πάλι.
Τα δάνεια «ταξιδεύουν», μεταβιβάζονται και είναι ένα ζήτημα, καθώς τελικά δεν ξέρεις σε ποιον χρωστάς ακριβώς και αν αύριο θα χρωστάς σε κάποιον άλλον σε περίπτωση που μεταβιβαστεί πάλι το δάνειο σου και ποια πολιτική είσπραξής χρεών θα έχει ο νέος κτήτορας του δανείου. Το να πάρει κάποιος πολίτης ένα δάνειο σήμερα, διότι και τώρα δίνονται δάνεια, είναι μια κίνηση που πρέπει να εξετάσει πάρα πολύ σοβαρά, καθώς είναι μια υποχρέωση που θα τον δεσμεύει για πάρα πολλά χρόνια και μεταβιβάζεται ασφαλώς και στους κληρονόμους του.
Οι διαπραγματεύσεις με τις εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων στην πραγματικότητα δεν είναι διαπραγματεύσεις, είναι «ευγενικά τελεσίγραφα». Δηλαδή η κάθε εταιρεία προκειμένου να διαμορφώσει την πρόταση ρύθμισης του δανείου για κάθε δανειολήπτη «υπακούει» σε κάποιους κανόνες που διαμορφώνονται βάσιν των εύλογων δαπανών διαβίωσης, των ευάλωτων πολιτών, της αξίας της ακίνητης περιουσίας, των εξασφαλίσεων που έχει. Σε άλλες περιπτώσεις προχωρά σε διαγραφές, ανάλογα με την πολιτική που ακολουθεί η εταιρεία σε κάθε περίοδο, ενώ σε άλλες περιπτώσεις απλά επιμηκύνει το χρέος παρέχοντας μια βιώσιμη μηνιαία δόση, ενώ σε περίπτωση που είναι ηλικιακά μεγαλύτεροι οι οφειλέτες ζητούν νεότερους εγγυητές.
Οι εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων πως λειτουργούν; Ουσιαστικά είναι εταιρείες που λειτουργούν υπό τις εντολές των νέων «ιδιοκτητών» των δανείων κατόπιν των μεταβιβάσεων. Στελεχώθηκαν με υπαλλήλους των Τράπεζων που αρχικά είχαν τα δάνεια και αρμοδιότητα έχουν τη ρύθμιση των δανείων και την είσπραξη όσο το δυνατόν μεγαλύτερης άμεσης ρευστότητας.
Για αυτό και παρατηρούμε ότι για να υπογραφεί μια ρύθμιση δανείου πολλές φορές ζητούν ένα ποσό ως προκαταβολή. Επίσης οι εταιρίες αυτές είναι αρμόδιες για τη διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης, τη διαδικασία των πλειστηριασμών ακινήτων και κατόπιν τη διάθεση τους, πώλησή τους δηλαδή, καθώς αποκτούν θέση και στην αγορά ακινήτων.
Η τακτική που ακολουθούν δεν είναι πλέον οι απειλές, προσβολές, εκφοβισμοί που ακολουθούσαν παλαιότερα οι εισπρακτικές εταιρείες, αλλά η προσποιητή ασφαλώς ευγένεια, η ηρεμία, και η εκνευριστική πίεση προς τον οφειλέτη για την υπογραφή μιας ρύθμισης. Να σημειωθεί ότι οι υπάλληλοι των εταιρειών αυτών δεν «καλοπερνάνε» καθώς υφίστανται ασφυκτικές πιέσεις από τους ανωτέρους τους για επίτευξη στόχων, δηλαδή για υπογραφή ρυθμίσεων και έτσι ο ένας πιέζει τον άλλον.
Ο ένας τρελαίνει τον άλλον. Ο προϊστάμενος ενός τμήματος πιέζει τον πιο κάτω από αυτόν για επίτευξη στόχων, ο οποίος με τη σειρά του πιέζει τους δικούς του υφισταμένους στη δική του ομάδα, που πιέζουν τους πιο κάτω από αυτούς, που πιέζουν και αυτοί τηλεφωνικά τους οφειλέτες.
Ακολουθεί η παντελής έλλειψη ουσιαστικής ενημέρωσης του οφειλέτη για τις παραμέτρους της ρύθμισης, η απουσία δια ζώσης επικοινωνίας και συναλλαγής, η κυρίως τηλεφωνική και διαδικτυακή διαντίδραση και όποιος δανειολήπτης τα καταφέρει τα κατάφερε. Οφειλέτες μεγαλύτερης ηλικίας που δεν είναι εξοικειωμένοι με την τεχνολογία, που δυσκολεύονται να αντιληφθούν χρηματοοικονομικές έννοιες δεν μπορούν να διαχειριστούν καθόλου την κατάσταση, ιδίως αν δεν έχουν βοήθεια από το οικογενειακό τους περιβάλλον.
Η υπογραφή μιας ρύθμισης είναι μια πρόσκαιρη όπως αποδεικνύεται πολλές φορές λύση, καθώς μετά από κάποια χρόνια μπορεί να συμβεί κάποιο απρόβλεπτο γεγονός, να χαθεί η ρύθμιση και πάλι από την αρχή.
Από την άλλη πλευρά υπάρχει η διέξοδος της πτώχευσης, που τελικά είναι μια οριστική, αποφασιστική κίνηση ολοκληρωτικής διαγραφής όλων των χρεών φυσικών και νομικών προσώπων. Μετά από διάστημα από ένα έως τρία έτη επέρχεται απαλλαγή όλων των οφειλών προς εφορία, ασφαλιστικά ταμεία, Τράπεζες και ιδιώτες. Η διαδικασία γίνεται με έκδοση δικαστικής απόφασης και η απαλλαγή επέρχεται αυτοδικαίως μετά από ένα χρονικό διάστημα. Οι πιστωτές ασφαλώς έχουν δικαίωμα να αντιδράσουν με κατάθεση παρέμβασης έως την έκδοση της απόφασης πτώχευσης, ή προσφυγής κατά της απαλλαγής, ή αίτησης ανάκλησης μετά την απαλλαγή. Το αντίβαρο αυτής της απαλλαγής είναι η απώλεια της πτωχευτικής περιουσίας, δηλαδή της περιουσίας του οφειλέτη.
Οφειλέτες σε μικρότερη ηλικία επιλέγουν τη διαδικασία της πτώχευσης, καθώς έχουν μπροστά τους πολλά χρόνια παραγωγικής ζωής και θέλουν να αποδεσμευτούν από τα βαρίδια των χρεών και να δημιουργήσουν μια νέα οικονομική κατάσταση για αυτούς, όπως και οφειλέτες που βρήκαν τα χρέη ως κληρονομιά από τους γονείς τους, χωρίς να έχουν καταλάβει, ή να έχουν ευθύνη για τη δημιουργία τους.
Οφειλέτες μεγαλύτερης ηλικίας έχουν διαφορετικό τρόπο θεώρησης των καταστάσεων, δεν επιθυμούν σε καμία περίπτωση να απωλέσουν ακίνητη περιουσία και παλεύουν να διευθετήσουν τα χρέη τους με τις εκάστοτε ρυθμίσεις, ελπίζοντας ότι θα τα τακτοποιήσουν και ότι δεν θα τα μεταβιβάσουν στα παιδιά τους.
Της Άννας Κορσάνου,
δικηγόρος
Πολλές φορές τα λάθη του παρελθόντος μπορεί να σε ακολουθούν για πολλά χρόνια αργότερα. Σε αρκετές περιπτώσεις κάτι ανάλογο έχει συμβεί σε περιπτώσεις δανειοληπτών, που σήμερα δεινοπαθούν να διευθετήσουν χρέη που δημιουργήθηκαν πριν από δέκα ή δεκαπέντε χρόνια.
Ασφαλώς δεν κάνουμε υπεργενίκευση, διότι άλλες φορές δεν είναι οι λανθασμένες προσωπικές επιλογές που μας φέρνουν σε δύσκολη θέση, αλλά απρόοπτα γεγονότα τύχης που δεν μπορούσε κανείς να προβλέψει, όπως ένα θέμα υγείας, μια αναπάντεχη απώλεια στενού προσώπου που μας στήριζε, η διάλυση της οικογένειας, ένα δύσκολο διαζύγιο.
Σε άλλες πάλι περιπτώσεις η δυσχερής οικονομική θέση στην οποία βρίσκεται κάποιος σήμερα μπορεί να είναι απόρροια και λανθασμένων επιλογών. Αυτό συμβαίνει σε περιπτώσεις εμπόρων, ελευθέρων επαγγελματιών που πήραν κάποιες λανθασμένες αποφάσεις ως προς την πορεία της επιχείρησής τους, δεν αντιλήφθηκαν την πραγματική αρνητική διάσταση ορισμένων καταστάσεων, που ήλπισαν ότι τα πράγματα θα αλλάξουν και θα γίνουν όπως πριν, που συντηρούσαν καταστάσεις προφανώς ζημιογόνες για την επιχείρησή τους.
Αλλά και άλλες περιπτώσεις ατυχών επιλογών. Πρόσφατα ήρθε στο γραφείο μια κοπέλα, με πολύ χαμηλό εισόδημα, που εργάζεται στην καθαριότητα μιας επιχείρησης και βρισκόταν σε απελπισία, καθώς δεν μπορούσε να αντιμετωπίσει ένα χρέος που είχε αναλάβει πριν δώδεκα χρόνια.
Όταν τη ρώτησα για ποιο λόγο ανέλαβε το δάνειο αυτό, μου είπε ότι είχε δεσμό τότε με έναν άντρα και πήρε το δάνειο για να δώσει τα χρήματα σε αυτόν. Μετά ο δεσμός διαλύθηκε, ακολούθησαν ασθένειες στην οικογένεια της και ατυχείς καταστάσεις και άφησε το χρέος απλήρωτο για μια δεκαετία.
Τώρα το δάνειο της μεταβιβάστηκε, της τηλεφωνεί εταιρεία διαχείρισης απαιτήσεων, την τρομάζουν προκειμένου να υπογράψει μια ρύθμιση, η ίδια δεν γνωρίζει πως να χειριστεί την κατάσταση και τι ισχύει στη νομοθεσία, έχει τρομοκρατηθεί φοβούμενη ότι θα χάσει το σπίτι της και δεν ξέρει τι να κάνει. Μου είπε λοιπόν πως μετάνιωσε που πήρε αυτό το δάνειο και ότι φταίει τελικά η λάθος της επιλογή να υπογράψει και να επιβαρυνθεί με ένα χρέος για να στηρίξει τον τότε δεσμό της.
Και τώρα τι γίνεται; Ότι έγινε, έγινε. Τώρα τι μπορεί να κάνει κανείς. Υπάρχουν λύσεις; Υπάρχουν επιλογές; Είναι ευχάριστες; είναι εύκολες; είναι γρήγορες; Η απάντηση δεν είναι ένα ναι, ή ένα όχι. Υπάρχουν επιλογές, που ανάλογα με τα δεδομένα του κάθε οφειλέτη είναι ευχάριστες, ή συμφέρουσες ή όχι. Ποιες είναι αυτές. Εως τώρα για την αντιμετώπιση του ιδιωτικού χρέους υπήρχε για πολλά έτη το εργαλείο του νόμου Κατσέλη, αλλά ίσχυε μόνο για τους ιδιώτες και όχι για τους εμπόρους. Οι αποφάσεις ιδίως τα πρώτα έτη από το 2010 έως το 2017 ήταν εξαιρετικά ευνοϊκές για τους οφειλέτες με πολύ υψηλές διαγραφές χρεών.
Τα επόμενα έτη πάρα πολλές αιτήσεις απορρίπτονταν λόγω δόλου. Πολλοί οφειλέτες μάταια και λανθασμένα ακολούθησαν την οδό της έφεσης κατά της απόφασης που επίσης οδήγησε στην απόρριψη. Και έτσι σήμερα έχουν κερδίσει μεν πολλά χρόνια προστασίας της κατοικίας τους χωρίς καταβολή δόσεων δανείου, αλλά από την άλλη έχουν επιβαρυνθεί με μεγαλύτερο ακόμα χρέος των εξασφαλισμένων δανείων λόγω της τοκογονίας.
Πλέον ο ως άνω νόμος δεν υπάρχει και ο μοναδικός τρόπος αντιμετώπισης του ιδιωτικού χρέους είναι ο πτωχευτικός νόμος, ή η διμερής διαπραγμάτευση με εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων, καθώς η συντριπτική πλειοψηφία των δανείων έχει μεταβιβαστεί. Που έχει μεταβιβαστεί; Σε ξένες εταιρείες με έδρα την Ιρλανδία, ή το Λουξεμβούργο. Ποιοι είναι οι μέτοχοι αυτών των εταιρειών; Κάνεις δεν απαντά ξεκάθαρα. Τα δάνεια που αφειδώς, αν όχι πιεστικά εκ μέρους τους έδιναν οι Τράπεζες τη δεκαετία του 2000, έγιναν μεγάλο βάρος για αυτές και κοίταξαν να τα ξεφορτωθούν για να βοηθήσουν την εικόνα των ισολογισμών τους και να μπορέσουν να λειτουργήσουν πάλι.
Τα δάνεια «ταξιδεύουν», μεταβιβάζονται και είναι ένα ζήτημα, καθώς τελικά δεν ξέρεις σε ποιον χρωστάς ακριβώς και αν αύριο θα χρωστάς σε κάποιον άλλον σε περίπτωση που μεταβιβαστεί πάλι το δάνειο σου και ποια πολιτική είσπραξής χρεών θα έχει ο νέος κτήτορας του δανείου. Το να πάρει κάποιος πολίτης ένα δάνειο σήμερα, διότι και τώρα δίνονται δάνεια, είναι μια κίνηση που πρέπει να εξετάσει πάρα πολύ σοβαρά, καθώς είναι μια υποχρέωση που θα τον δεσμεύει για πάρα πολλά χρόνια και μεταβιβάζεται ασφαλώς και στους κληρονόμους του.
Οι διαπραγματεύσεις με τις εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων στην πραγματικότητα δεν είναι διαπραγματεύσεις, είναι «ευγενικά τελεσίγραφα». Δηλαδή η κάθε εταιρεία προκειμένου να διαμορφώσει την πρόταση ρύθμισης του δανείου για κάθε δανειολήπτη «υπακούει» σε κάποιους κανόνες που διαμορφώνονται βάσιν των εύλογων δαπανών διαβίωσης, των ευάλωτων πολιτών, της αξίας της ακίνητης περιουσίας, των εξασφαλίσεων που έχει. Σε άλλες περιπτώσεις προχωρά σε διαγραφές, ανάλογα με την πολιτική που ακολουθεί η εταιρεία σε κάθε περίοδο, ενώ σε άλλες περιπτώσεις απλά επιμηκύνει το χρέος παρέχοντας μια βιώσιμη μηνιαία δόση, ενώ σε περίπτωση που είναι ηλικιακά μεγαλύτεροι οι οφειλέτες ζητούν νεότερους εγγυητές.
Οι εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων πως λειτουργούν; Ουσιαστικά είναι εταιρείες που λειτουργούν υπό τις εντολές των νέων «ιδιοκτητών» των δανείων κατόπιν των μεταβιβάσεων. Στελεχώθηκαν με υπαλλήλους των Τράπεζων που αρχικά είχαν τα δάνεια και αρμοδιότητα έχουν τη ρύθμιση των δανείων και την είσπραξη όσο το δυνατόν μεγαλύτερης άμεσης ρευστότητας.
Για αυτό και παρατηρούμε ότι για να υπογραφεί μια ρύθμιση δανείου πολλές φορές ζητούν ένα ποσό ως προκαταβολή. Επίσης οι εταιρίες αυτές είναι αρμόδιες για τη διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης, τη διαδικασία των πλειστηριασμών ακινήτων και κατόπιν τη διάθεση τους, πώλησή τους δηλαδή, καθώς αποκτούν θέση και στην αγορά ακινήτων.
Η τακτική που ακολουθούν δεν είναι πλέον οι απειλές, προσβολές, εκφοβισμοί που ακολουθούσαν παλαιότερα οι εισπρακτικές εταιρείες, αλλά η προσποιητή ασφαλώς ευγένεια, η ηρεμία, και η εκνευριστική πίεση προς τον οφειλέτη για την υπογραφή μιας ρύθμισης. Να σημειωθεί ότι οι υπάλληλοι των εταιρειών αυτών δεν «καλοπερνάνε» καθώς υφίστανται ασφυκτικές πιέσεις από τους ανωτέρους τους για επίτευξη στόχων, δηλαδή για υπογραφή ρυθμίσεων και έτσι ο ένας πιέζει τον άλλον.
Ο ένας τρελαίνει τον άλλον. Ο προϊστάμενος ενός τμήματος πιέζει τον πιο κάτω από αυτόν για επίτευξη στόχων, ο οποίος με τη σειρά του πιέζει τους δικούς του υφισταμένους στη δική του ομάδα, που πιέζουν τους πιο κάτω από αυτούς, που πιέζουν και αυτοί τηλεφωνικά τους οφειλέτες.
Ακολουθεί η παντελής έλλειψη ουσιαστικής ενημέρωσης του οφειλέτη για τις παραμέτρους της ρύθμισης, η απουσία δια ζώσης επικοινωνίας και συναλλαγής, η κυρίως τηλεφωνική και διαδικτυακή διαντίδραση και όποιος δανειολήπτης τα καταφέρει τα κατάφερε. Οφειλέτες μεγαλύτερης ηλικίας που δεν είναι εξοικειωμένοι με την τεχνολογία, που δυσκολεύονται να αντιληφθούν χρηματοοικονομικές έννοιες δεν μπορούν να διαχειριστούν καθόλου την κατάσταση, ιδίως αν δεν έχουν βοήθεια από το οικογενειακό τους περιβάλλον.
Η υπογραφή μιας ρύθμισης είναι μια πρόσκαιρη όπως αποδεικνύεται πολλές φορές λύση, καθώς μετά από κάποια χρόνια μπορεί να συμβεί κάποιο απρόβλεπτο γεγονός, να χαθεί η ρύθμιση και πάλι από την αρχή.
Από την άλλη πλευρά υπάρχει η διέξοδος της πτώχευσης, που τελικά είναι μια οριστική, αποφασιστική κίνηση ολοκληρωτικής διαγραφής όλων των χρεών φυσικών και νομικών προσώπων. Μετά από διάστημα από ένα έως τρία έτη επέρχεται απαλλαγή όλων των οφειλών προς εφορία, ασφαλιστικά ταμεία, Τράπεζες και ιδιώτες. Η διαδικασία γίνεται με έκδοση δικαστικής απόφασης και η απαλλαγή επέρχεται αυτοδικαίως μετά από ένα χρονικό διάστημα. Οι πιστωτές ασφαλώς έχουν δικαίωμα να αντιδράσουν με κατάθεση παρέμβασης έως την έκδοση της απόφασης πτώχευσης, ή προσφυγής κατά της απαλλαγής, ή αίτησης ανάκλησης μετά την απαλλαγή. Το αντίβαρο αυτής της απαλλαγής είναι η απώλεια της πτωχευτικής περιουσίας, δηλαδή της περιουσίας του οφειλέτη.
Οφειλέτες σε μικρότερη ηλικία επιλέγουν τη διαδικασία της πτώχευσης, καθώς έχουν μπροστά τους πολλά χρόνια παραγωγικής ζωής και θέλουν να αποδεσμευτούν από τα βαρίδια των χρεών και να δημιουργήσουν μια νέα οικονομική κατάσταση για αυτούς, όπως και οφειλέτες που βρήκαν τα χρέη ως κληρονομιά από τους γονείς τους, χωρίς να έχουν καταλάβει, ή να έχουν ευθύνη για τη δημιουργία τους.
Οφειλέτες μεγαλύτερης ηλικίας έχουν διαφορετικό τρόπο θεώρησης των καταστάσεων, δεν επιθυμούν σε καμία περίπτωση να απωλέσουν ακίνητη περιουσία και παλεύουν να διευθετήσουν τα χρέη τους με τις εκάστοτε ρυθμίσεις, ελπίζοντας ότι θα τα τακτοποιήσουν και ότι δεν θα τα μεταβιβάσουν στα παιδιά τους.
ΠΗΓΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου