Του Γ. Χ. Παπαγεωργίου
Τα μηνύματα από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα την περασμένη εβδομάδα επιβεβαίωσαν ότι ισχύει ακόμα ο κανόνας «κακά νέα, ίσον καλά νέα».
Η ΕΚΤ διαφοροποίησε τον στόχο της για τον πληθωρισμό, κάτι που σημαίνει πρακτικά ότι θα διατηρήσει για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα τα μέτρα στήριξης της ευρωπαϊκής οικονομίας με χαλαρή νομισματική πολιτική, ήτοι χαμηλά επιτόκια και διοχέτευση χρήματος στην οικονομία μέσα από τις αγορές ομολόγων (ποσοτική χαλάρωση ή «τύπωμα χρήματος»).
Αυτά είναι καλά νέα, διότι η χαλαρή νομισματική πολιτική σημαίνει ότι χώρες όπως η Ελλάδα μπορούν να δανείζονται με πολύ χαμηλά, ακόμα και αρνητικά, επιτόκια, αφού τελικά η ΕΚΤ απορροφά την προσφορά ομολόγων. Το ίδιο ισχύει ευρύτερα για την αγορά, καθώς το φτηνό χρήμα κάνει τα πράγματα πιο εύκολα για τις επιχειρήσεις και τους ιδιώτες, ειδικά όσους είναι χρεωμένοι.
Η άσκηση χαλαρής νομισματικής πολιτικής διευκολύνεται από την απόφαση της ΕΚΤ την περασμένη εβδομάδα, η οποία έχει ιστορικό χαρακτήρα διότι άλλαξε τον στόχο που έχει για τον πληθωρισμό. Αντί για το «κάτω αλλά κοντά στο 2%» που ίσχυε μέχρι τώρα ο στόχος γίνεται «συμμετρικός», που σημαίνει στην πράξη ότι το 2% είναι πιο πολύ ένας μέσος όρος και επομένως ο πληθωρισμός μπορεί να ανέβει ψηλότερα για κάποιο χρονικό διάστημα χωρίς να είναι υποχρεωμένη η ΕΚΤ να «σφίξει» τη νομισματική πολιτική, ανεβάζοντας τα επιτόκια και μειώνοντας το «τύπωμα χρήματος».
Η απόφαση έχει και πολιτική σημασία, αφού δείχνει ότι δεν πέρασε η σκληρή άποψη των «γερακιών» της Ευρωζώνης, όπως κατεξοχήν ο Γερμανός κεντρικός τραπεζίτης Γενς Βάιντμαν, ο οποίος τάσσεται υπέρ μιας πιο σφικτής νομισματικής πολιτικής. Προς το παρόν, φαίνεται ότι επικράτησαν τα «περιστέρια».
Αυτά είναι τα καλά νέα.
Τα κακά νέα είναι ότι πίσω από αυτές τις αποφάσεις «κρύβεται» η ανησυχία ότι τα πράγματα στην οικονομία θα αργήσουν να βελτιωθούν και επομένως ήταν απαραίτητη αυτή η αναπροσαρμογή για να έχει τη δυνατότητα η ΕΚΤ να αντιμετωπίσει τις πιθανές δυσκολίες.
Αλλωστε η χαλαρή νομισματική πολιτική αποτελεί την απάντηση των κεντρικών τραπεζών στον κίνδυνο της ύφεσης και της κατάρρευσης της οικονομίας. Μια πρωτοφανής απόπειρα οικονομικής στήριξης, η οποία εξελίσσεται σχεδόν αδιάλειπτα διεθνώς από το 2008 που ξέσπασε η χρηματοπιστωτική κρίση.
Στην πραγματικότητα, το συνεχές «τύπωμα χρήματος» και τα αρνητικά επιτόκια δημιουργούν εξαιρετικές και ασυνήθιστες καταστάσεις οι οποίες, όπως φοβούνται ουκ ολίγοι διαπρεπείς οικονομολόγοι, θα έχουν σημαντικές παρενέργειες αργά ή γρήγορα.
Ομως ουδείς διανοείται να αποσύρει τα μέτρα στήριξης διότι είναι άγνωστο ποιες θα είναι οι αντιδράσεις των αγορών και της οικονομίας, ακόμα και υπό κανονικές συνθήκες.
Η αβεβαιότητα ενισχύεται υπό το καθεστώς της πανδημίας, καθώς οι μεταλλάξεις και το νέο κύμα που διαγράφεται στον ορίζοντα δείχνουν ότι έρχεται ένας δύσκολος χειμώνας με άγνωστες επιπτώσεις στην οικονομία, πολλώ δε μάλλον που οι κρατικοί προϋπολογισμοί είναι ήδη στα κόκκινα από τα μέτρα στήριξης.
Η πανδημία επιμένει και αντί για απόσυρση των μέτρων στήριξης, το πιθανότερο είναι ότι θα χρειαστεί ενίσχυσή τους, σε όλα τα επίπεδα, προκειμένου να αντιμετωπιστεί η πρωτοφανής αυτή κατάσταση που μαστίζει την ανθρωπότητα.
Οι αποφάσεις της ΕΚΤ είναι ένα πρώτο βήμα, αλλά χρειάζονται κι άλλα, τόσο από την ίδια όσο και από τις κυβερνήσεις της Ευρωζώνης, για ένα νέο μεγάλο πρόγραμμα επενδύσεων και στήριξης των οικονομιών, αλλά και για άφεση χρεών, κυρίως αυτών που δημιουργήθηκαν λόγω COVID.
Οι κεντρικές τράπεζες θα πρέπει να συνεχίσουν να διοχετεύουν χρήμα στις οικονομίες και οι κυβερνήσεις να στηρίζουν τους πολίτες και τις επιχειρήσεις χωρίς μνημόνια και τους άλλους περιορισμούς που συνεπάγεται η τήρηση του ESM.
πηγη
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου