Το δικαστήριο έκρινε ότι υπήρξε παραβίαση από την τράπεζα των γενικής φύσεως υποχρεώσεων πρόνοιας και προστασίας του πελάτη της, οι οποίες απορρέουν από την συναλλακτική σχέση.
Με απόφασή του (ΕιρΑθ 2405/2020) το Ειρηνοδικείο Αθηνών έκανε δεκτή την αγωγή χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης από την παράνομη προσβολή της προσωπικότητας δανειοληπτών, εξαιτίας της αδικοπρακτικής συμπεριφοράς της τράπεζας.
Συγκεκριμένα, το δικαστήριο έκρινε ότι υπήρξε παραβίαση από την τράπεζα των γενικής φύσεως υποχρεώσεων πρόνοιας και προστασίας του πελάτη της, οι οποίες απορρέουν από την συναλλακτική σχέση.
Σύμφωνα με την απόφαση, οι ενάγοντες-δανειολήπτες ζήτησαν τη διευκόλυνση της πιστωτικής τους ικανότητας εξαιτίας της δυσμενούς οικονομικής κρίσης, που έπληξε την αγορά κατά τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή, στηρίζοντας αυτούς (απαίτηση) στην συνεπή και πιστή εκ μέρους τους αποπληρωμή των συμβατικών τους υποχρεώσεων μέχρι τότε και γνωρίζοντας ότι σε αντίθετη περίπτωση θα διακινδύνευαν την απώλεια των ακινήτων, που είχαν προσημειωθεί από την εναγομένη- τράπεζα.
Όπως αναφέρεται στην απόφαση, «η ως άνω συμπεριφορά των εναγόντων δεν δύναται να χαρακτηρισθεί ως συμπεριφορά "μη συνεργάσιμου δανειολήπτη", σύμφωνα με το Κώδικα Δεοντολογίας της Τράπεζας της Ελλάδος, με σκοπό την εξεύρεση συναινετικής λύσης μεταξύ δανειολήπτη και πιστωτικού ιδρύματος, ο οποίος ορίζει ότι ο δανειολήπτης είναι συνεργάσιμος όταν παρέχει τα στοιχεία, που του ζητούνται, επικοινωνεί με τον δανειστή και ανταποκρίνεται με ειλικρίνεια στην κλήση αυτού, προβαίνει σε ειλικρινή γνωστοποίηση πληροφοριών σχετικά με την οικονομική του κατάσταση την παρούσα και την μελλοντική και συναινεί σε διερεύνηση εναλλακτικής πρότασης αναδιάρθρωσης με τον δανειστή.
Οι ενάγοντες καθ' όλο το χρονικό διάστημα προσπάθειας εξεύρεσης λύσης για αναδιάρθρωση των οφειλών τους ήταν συνεπείς και συνεργάσιμοι στα πλαίσια του ως άνω Κώδικα δεοντολογίας κάνοντας με σαφήνεια γνωστή την ειλικρινή τους πρόθεση για συνεργασία με την εναγομένη.
Αντιθέτως, η εναγομένη, που δεν είναι μια απλή επιχείρηση, αλλά επιτελεί σημαντική λειτουργία στον χρηματοπιστωτικό τομέα, λόγω της θέσης της είχε υποχρέωση να διαπραγματευθεί με τους ενάγοντες - σημαντικούς πελάτες της μέχρι τότε, να λάβει υπόψιν τις προτάσεις τους καθώς και την οικονομική τους δυνατότητα κατά την στιγμή της διαπραγμάτευσης και να παρέχει σ' αυτούς την προσφορότερη οικονομική λύση εξυπηρετώντας την ίδια αλλά και τους πελάτες της με ευελιξία, συνέπεια στο ρόλο της και ασφάλεια των αμοιβαίων συμφερόντων τους.
Η ως άνω υποχρέωση της εναγομένης τράπεζας στηρίζεται στην συναγόμενη από τα άρθρα 281 και 288 ΑΚ αρχή της καλής πίστης, που επιβάλλει στα εντεταλμένα όργανα αυτής την ενδεδειγμένη θετική ενέργεια προς αποτροπή ζημίας του πελάτη της (εναγόντων) ακόμη δε και στην ευθύνη της ως παρέχουσας υπηρεσίες κατά το άρθρο 8 Ν. 2251/1994.
Επιπλέον, λόγω και του χαρακτηρισμού των εναγόντων ως μη συνεργάσιμου δανειολήπτη, χωρίς να συντρέχουν εν προκειμένω οι όροι χαρακτηρισμού αυτού, οι ενάγοντες υπέστησαν προσβολή του δικαιώματος της προσωπικότητάς τους, που συνιστά και θεμελιώνει και το στοιχείο του παρανόμου της αδικοπρακτικής ευθύνης (914 ΑΚ), αφού οι τελευταίοι εμφανίζονταν ως αφερέγγυα πρόσωπα ενώ η μη δυνατότητα εξυπηρέτησης των δανείων τους, λόγω των προτεινόμενων όρων εκ μέρους της εναγομένης είχαν ως συνέπεια να καταστούν ληξιπρόθεσμες οι οφειλές αυτών με τις συνεπακόλουθες δυσμενείς επιπτώσεις.
Από τα παραπάνω συνεπώς προκύπτει ότι οι ενάγοντες έχουν κατά της εναγομένης αξίωση χρηματικής ικανοποίησης λόγω της ηθικής βλάβης που υπέστησαν, θεμελιούμενη στην ως άνω καταφαθείσα αδικοπρακτική ευθύνη της εναγομένης από τις υπαίτιες ενέργειες των προστηθέντων υπαλλήλων της, στην παράνομη προσβολή του δικαιώματος της προσωπικότητας των εναγόντων, αλλά και στην ευθύνη της τράπεζας από την ζημία, που προκάλεσε σ’ αυτούς ως παρέχουσας υπηρεσίες».
Στο πλαίσιο αυτό, το δικαστήριο έκρινε ότι η τράπεζα θα πρέπει να καταβάλλει δύο χιλιάδες (2.000) σε κάθε έναν από τους δύο ενάγοντες-δανειολήπτες.
ΠΗΓΗ-ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΣΤΟ
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου