ΕΝΑ ΔΙΑΡΚΕΣ ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΤΟΣΟ ΕΙΣ ΒΑΡΟΣ ΤΩΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ-ΣΥΝΤΑΞΙΟΥΧΩΝ ΤΗΣ ΕΘΝΙΚΗΣ, ΟΣΟ ΚΑΙ ΕΙΣ ΒΑΡΟΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΦΟΡΟΛΟΓΟΥΜΕΝΩΝ
Εξώδικο φωτιά των ΣΥΤΑΤΕ και ΣΕΠΕΤΕ !!!
Εξώδικη δήλωση προς τη διοίκηση της Εθνικής Τράπεζας, αναφορικά με το ζήτημα του ΛΕΠΕΤΕ, απέστειλε ο Σύλλογος Επιστημονικού Προσωπικού της ΕΤΕ.
Όπως διευκρινίζει σε ανακοίνωσή του ο Σύλλογος, παρά το γεγονός ότι τα μέλη του έχουν καταβάλλει αυξημένες εισφορές στο ΛΕΠΕΤΕ, η επικούρηση για αυτά θα είναι μειωμένη κατά 66%.
Παράλληλα καταγγέλει ότι κανείς μέχρι σήμερα δεν έχει ασχοληθεί σοβαρά με το συγκεκριμένο θέμα και το επιστημονικό προσωπικό της ΕΤΕ.
Στην ανακοίνωσή του ο Σύλλογος αναφέρει χαρακτηριστικά ότι «Ο Σύλλογος Επιστημονικού Προσωπικού παρακολουθεί από πολύ κοντά τις εξελίξεις στο θέμα του ΛΕΠΕΤΕ, ιδιαίτερα μετά την ψήφιση του νόμου Βρούτση 4680/2020 και παρεμβαίνει αναλόγως.
Επισημαίνεται ότι και οι εν ενεργεία συνάδελφοι, οι προσληφθέντες στην Τράπεζα μέχρι 31.12.2004, έχουμε καταβάλλει στο ΛΕΠΕΤΕ, όλα τα προηγούμενα χρόνια, πολύ αυξημένες εισφορές της τάξεως του 12,5% επί του συνόλου των μικτών αποδοχών μας. Αντίθετα η προσδοκώμενη επικούρηση, σύμφωνα με το νόμο Βρούτση 4680/2020, θα είναι πολύ μειωμένη για τους μελλοντικούς συνταξιούχους, σε ποσοστό έως 66%, σε σχέση με τα προβλεπόμενα στον Κανονισμό Επικούρησης.
Επειδή, μέχρι στιγμής, στο χώρο της Τράπεζάς μας, δεν έχει ασχοληθεί κανείς σοβαρά με τις καταβαλλόμενες εισφορές στο ΛΕΠΕΤΕ των εν ενεργεία συναδέλφων, τις γενικότερες δυσμενείς εξελίξεις στο θέμα της παροχής επικούρησης, αλλά και λόγω της αβεβαιότητας που επικρατεί στους συναδέλφους για το σοβαρό αυτό θέμα, σε συνεργασία με τον ΣΥΤΑΤΕ, στείλαμε στη Διοίκηση και στην Κυβέρνηση την παρακάτω εξώδικη δήλωση:
ΕΝΩΠΙΟΝ ΠΑΝΤΟΣ ΑΡΜΟΔΙΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΚΑΙ ΑΡΧΗΣ
ΕΞΩΔΙΚΗ ΔΗΛΩΣΗ, ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΙΑ ΚΑΙ ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ
Του Συλλόγου Εργαζομένων στην Εθνική Τράπεζα (ΣΥΤΑΤΕ) που εδρεύει στην Αθήνα, οδός Αιόλου αρ. 86, νομίμως εκπροσωπουμένου
Του Συλλόγου Επιστημονικού Προσωπικού Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος, (ΣΕΠΕΤΕ) που εδρεύει στην Αθήνα, οδός Σοφοκλέους αρ. 10, νομίμως εκπροσωπουμένου.
ΠΡΟΣ
τον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων,
τον Γενικό Γραμματέα της Κυβέρνησης και τον Διοικητή του e-ΕΦΚΑ
Τον Διοικητή Ενιαίου Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης & Εφάπαξ Παροχών (ΕΤΕΑΕΠ)
Kοινοποιούμενη
Της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος Α.Ε. που εδρεύει στην Αθήνα, οδός Αιόλου αρ. 86 και εκπροσωπείται νόμιμα.
Με τροπολογία που κατατέθηκε στο νομοσχέδιο «Ενσωμάτωση στην ελληνική νομοθεσία της Οδηγίας (ΕΕ) 2016/2341 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 14ης Δεκεμβρίου 2016 για τις δραστηριότητες και την εποπτεία των Ιδρυμάτων Επαγγελματικών Συνταξιοδοτικών Παροχών (Ι.Ε.Σ.Π)», τροποποιήθηκε το άρθρο 24 του Ν.4618/2019 αναφορικά με την υπαγωγή ασφαλισμένων και συνταξιούχων του Ειδικού Λογαριασμού Επικούρησης Προσωπικού Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος (ΛΕΠΕΤΕ) κλπ. και ενταχθήκαμε στο κλάδο Επικουρικής Ασφάλισης του e-ΕΦΚΑ. Μάλιστα επανακαθορίστηκε και ο τρόπος υπολογισμού της «καταβαλλόμενης επικουρικής σύνταξης».
Με τη ρύθμιση αυτή ένας αμιγώς υφιστάμενος λογαριασμός που αφορά σε εγγυημένη μετεργασιακή παροχή στο διηνεκές, και συναρτάται με τη δεσμία υποχρέωση της Εθνικής Τράπεζας να την καταβάλει, με πλάσμα δικαίου επιχειρείται να μετασχηματιστεί σε «επικουρική σύνταξη», οπότε την Εθνική Τράπεζα φέρεται κατά τις οικείες διατάξεις του νόμου να υποκαθιστά Ασφαλιστικός Φορέας Δημόσιας Κοινωνικής Ασφάλισης. Έτσι με τη ρύθμιση αυτή καταστρατηγήθηκαν έννομα δικαιώματά μας.
Στη συνέχεια, δημοσιεύθηκε το υπ’ αριθμ. πρωτ. Φ80020/οικ.15147/Δ16.438/15.04.2020 έγγραφο του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, με το οποίο γνωστοποιούνται στους αρμόδιους φορείς οι νέες διατάξεις του άρθρου 63 του Ν.4680/2020, με τις οποίες αντικαθίσταται το άρθρο 24 του Ν. 4618/2019. Λόγω αυτής της γνωστοποίησης και αυτού του περιεχομένου, το έγγραφο αυτό έχει ευθέως χαρακτήρα πληροφοριακού εγγράφου και δεν αφορά θέσπιση κανονιστικών ρυθμίσεων, παρά ταύτα η Διοίκηση έχει ήδη προβεί σε εφαρμογή των διατάξεων του προρρηθέντος νόμου. Τούτων όλων δοθέντων προβάλλουμε τα εξής:
Σύμφωνα με το άρθρο 1 παρ. 2α του Ν.2469/1997, κανονιστική πράξη είναι ανίσχυρη εάν σε αυτήν δεν περιλαμβάνονται, εφόσον υπάρχουν για να επιβαρύνουν το Ελληνικό Δημόσιο, οι κάθε είδους δαπάνες σε βάρος του Δημοσίου, η κατανομή τους σε οικονομικά έτη, ο τρόπος αντιμετώπισης τους για χρονικό διάστημα τουλάχιστον πέντε (5) ετών, ο ειδικός φορέας του Προϋπολογισμού και ο κωδικός αριθμός εξόδου -Κ.Α.Ε.- από την εγγεγραμμένη πίστωση. Απ’ ό,τι αντιλαμβανόμαστε ο κρατικός Προϋπολογισμός και σε κάθε περίπτωση ο e-ΕΦΚΑ αναλαμβάνουν δαπάνες ελαφρυνόμενης επί τούτω της Εθνικής Τράπεζας αναφορικώς με το ΛΕΠΕΤΕ χωρίς την τήρηση των ανωτέρω τυπικών προϋποθέσεων. Επιπλέον δε, οι ρηθείσες διατάξεις αυθαίρετα και καταχρηστικά χαρακτηρίζουν τους δικαιούχους του ΛΕΠΕΤΕ ως «ασφαλισμένους» στο ΛΕΠΕΤΕ το οποίο, ειρήσθω εν παρόδω, αποτελεί και επίδικο ζήτημα ενώπιον του Αρείου Πάγου!
Επιπλέον δε, οι διατάξεις του ρηθέντος νόμου ουδόλως ρυθμίζουν ζήτημα θεμελιώδες που είναι η «τύχη» των εισφορών μας (εργοδοτικών και ασφαλισμένων) καθόλη τη διάρκεια του εργασιακού μας βίου για την οποία τίθεται ρητή υποχρέωση από τον Κανονισμό του ΛΕΠΕΤΕ για επιστροφή τους εφόσον καταστεί αδύνατη η ικανοποίηση του δικαιώματος του δικαιούχων για τη λήψη της επικούρησης. Η δε χειρουργικά αριστοτεχνική ρήτρα στο νόμο περί απαλλαγής της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας «ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ» από τις υποχρεώσεις της «έναντι τρίτων» έχει τεράστιο ενδιαφέρον, και σίγουρα θα κεντρίσει το ενδιαφέρον της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας καθώς και των εποπτευουσών αρχών στην Ευρωπαϊκή Ενωση (προς τις οποίες επιφυλασσόμαστε να προσφύγουμε) που μετά βεβαιότητας δεν θα σταθούν αδιάφορες στην επιχειρούμενη κρατική ενίσχυση ιδιωτικής τραπεζικής επιχείρησης σε βάρος των αρχών του ανταγωνισμού, πολλώ δε μάλλον στην πραξικοπηματική κρατική παρέμβαση απαλλαγής ιδιώτη από τις υποχρεώσεις του έναντι τρίτων.
Σε κάθε περίπτωση, η όλη αυτή διαδικασία, όπως έχει θεσπισθεί, δημιουργεί ασάφεια ως προς τα παρόντα και μελλοντικά δικαιώματά μας. Θα πρέπει συνεπώς να γνωρίζουμε την τύχη των δικαιωμάτων μας και κατά το μέρος αυτό. Η έλλειψη μάλιστα κανονιστικής ρύθμισης παρεμποδίζει το δικαίωμά μας για λυσιτελή δικαστική προστασία, ζητάμε την άμεση έκδοση κανονιστικής πράξης που θα ρυθμίζει τον τρόπο εφαρμογής της διάταξης του άρθρου 63 του Ν.4680/2020 προκειμένου να αντιδράσουμε στο πλαίσιο της εσωτερικής και ευρωπαϊκής έννομης τάξης.
Ενταύθα επικαλούμαστε την πάγια Νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Επικαλούμαστε δε την απόφαση της 15ης Οκτωβρίου 1987 στην Υπόθεση 222/86 με αντικείμενο προδικαστικό αίτημα του TribunaldeGrandeInstance της Lille.
2) To Δικαστήριο εκείνο συγκείμενο από τους MackenzieStuart, Πρόεδρο, G.Bosco, O.Due, J.C.MoitinhodeAlmeida και G.C.RodriguezIglesias, Προέδρους Τμήματος, Τ.Koopmans, U.Everling, K.Bahlmann, Y.Galmot, Κ.Κακούρη, R.Joliet, T.F.o’ Higgins και F.Schockweiler, δικαστές, και γενικό Εισαγγελέα τον G.F.Mancini, μεταξύ των άλλων δέχθηκε ότι:
«14. …η ύπαρξη δυνατότητας ασκήσεως ενδίκων μέσων κατά οποιασδήποτε αποφάσεως εθνικής αρχής, με την οποία δεν αναγνωρίζονται τα ευεργετικά αποτελέσματα του δικαιώματος αυτού, αποτελεί ουσιώδη προϋπόθεση για τη διασφάλιση στους ιδιώτες της αποτελεσματικής προστασίας του δικαιώματός τους. Όπως το Δικαστήριο έχει δεχτεί με την απόφαση της 15ης Μαΐου 1986 (Johnston, 222/84, Συλλογή 1986, σ. 1651, ιδίως σ. 1663), η απαίτηση αυτή αποτελεί γενική αρχή του κοινοτικού δικαίου απορρέουσα από τις κοινές στα κράτη μέλη συνταγματικές παραδόσεις και έχει καθιερωθεί με τα άρθρα 6 και 13 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών.
15. …όταν πρόκειται ειδικότερα, όπως στην προκείμενη περίπτωση, για τη διασφάλιση της αποτελεσματικής προστασίας θεμελιώδους δικαιώματος παρεχόμενου από τη Συνθήκη στους εργαζομένους της Κοινότητας, πρέπει και οι τελευταίοι να μπορούν να υπερασπίζουν το δικαίωμα αυτό υπό τις καλύτερες δυνατές συνθήκες και να τους παρέχεται η ευχέρεια να αποφασίζουν, έχοντας πλήρη γνώση όλων των σχετικών στοιχείων, αν τους συμφέρει η άσκηση ένδικης προσφυγής.»
Τούτων δοθέντων είναι απαραίτητη η θέσπιση κανονιστικής πράξης ως οφειλόμενης νόμιμης ενέργειας, όλων των φορέων της Διοίκησης προς τα οποία απευθύνεται η παρούσα μας, προκειμένου να υπερασπισθούμε έννομα δικαιώματά μας, σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 20 του Συντάγματος, υπερασπιζόμενοι τον ΛΕΠΕΤΕ ως εγγυημένη μετεργασιακή παροχή στο διηνεκές, επιβαρύνουσα αποκλειστικώς την Εθνική Τράπεζα.
Επιπλέον δε, η Διοίκηση, ακόμη και στην απίθανη περίπτωση που θεωρηθεί ότι ορθώς από άποψη συνταγματικού και ενωσιακού δικαίου ανέλαβε καθ’ υποκατάσταση της Εθνικής Τράπεζας (δηλαδή μια ιδιωτικής επιχείρησης) την καταβολή των μετεργασιακών παροχών των εργαζομένων της, θα πρέπει υπό την ιδιότητά της αυτή (του διαδόχου) να ρυθμίσει επιμέρους ζητήματα όπως την τύχη των καταβαλλόμενων υπέρογκων εισφορών μας δεδομένου ότι ο Λογαριασμός του ΛΕΠΕΤΕ εξακολουθεί να υφίσταται καθώς και η συναφής από τον Κανονισμό του ΛΕΠΕΤΕ υποχρέωση της Εθνικής Τράπεζας Α.Ε. σε επιστροφή των εισφορών των μελών μας. Να σημειωθεί δε ότι έχει κριθεί αμετάκλητα ότι η Εθνική Τράπεζα νομιμοποιείται παθητικά για κάθε αξίωση των δικαιούχων του Λογαριασμού που πηγάζουν από αυτόν.
Επειδή όπως είναι σαφές, η υπαγωγή των δικαιούχων του ΛΕΠΕΤΕ, υπό αυτήν την ιδιότητά τους, στον ασφαλιστικό φορέα του ΕΤΕΑΕΠ είναι πασιφανώς παράνομη καθώς δεν τηρήθηκε οποιαδήποτε από τις προϋποθέσεις που απαιτούνται
Επειδή τα μέλη μας έχουν καταβάλει καθόλο τον εργασιακό τους βίο εισφορές στον Λογαριασμό Επικούρησης, με την προσδοκία λήψης της εγγυημένης μετεργασιακής παροχής τους.
Επειδή σύμφωνα με τον κανονισμό του ΛΕΠΕΤΕ δεδομένης της αδυναμίας λήψης της εγγυημένης παροχής, υφίσταται υποχρέωση της Εθνικής Τράπεζας σε επιστροφή των εισφορών μας
Επειδή το ΕΤΕΑΕΠ διατείνεται ότι υπεισήλθε στις υποχρεώσεις της Εθνικής Τράπεζας έναντι των μελών μας
Επειδή ουδεμία ρύθμιση από την πλευρά της Διοίκησης ή της Εθνικής Τράπεζας έχει γίνει σε σχέση με την επιστροφή των εισφορών μας.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Και με τη ρητή επιφύλαξη παντός νομίμου δικαιώματός μας
ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΟΜΑΣΤΕ για την αντισυνταγματική και αντίθετη με το ενωσιακό δίκαιο επιδιωκόμενη κατάργηση της υποχρέωσης της ΕΤΕ ΑΕ στην καταβολή των μετεργασιακών παροχών μας,
ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΟΜΑΣΤΕ για την έλλειψη κανονιστικών διατάξεων για την εφαρμογή των διατάξεων του Νόμου,
Και ΚΑΛΟΥΜΕ τη Διοίκηση και την Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος ΑΕ να μας απαντήσουν σε σχέση με την τύχη των εισφορών μας καθόλη τη διάρκεια του ασφαλιστικού μας βίου.
Αρμόδιος Δικαστικός επιμελητής παραγγέλλεται να επιδώσει την παρούσα προς α) τον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, β)τον Γενικό Γραμματέα της Κυβέρνησης, γ)τον Διοικητή του e-ΕΦΚΑ, δ)Τον Διοικητή Ενιαίου Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης & Εφάπαξ Παροχών (ΕΤΕΑΕΠ), ε) Την Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος Α.Ε. που εδρεύει στην Αθήνα, οδός Αιόλου αρ. 86 και εκπροσωπείται νόμιμα, προς γνώση της και για τις νόμιμες συνέπειες, αντιγράφοντας αυτήν στις εκθέσεις επιδόσεώς του».
Εξώδικο φωτιά των ΣΥΤΑΤΕ και ΣΕΠΕΤΕ !!!
Εξώδικη δήλωση προς τη διοίκηση της Εθνικής Τράπεζας, αναφορικά με το ζήτημα του ΛΕΠΕΤΕ, απέστειλε ο Σύλλογος Επιστημονικού Προσωπικού της ΕΤΕ.
Όπως διευκρινίζει σε ανακοίνωσή του ο Σύλλογος, παρά το γεγονός ότι τα μέλη του έχουν καταβάλλει αυξημένες εισφορές στο ΛΕΠΕΤΕ, η επικούρηση για αυτά θα είναι μειωμένη κατά 66%.
Παράλληλα καταγγέλει ότι κανείς μέχρι σήμερα δεν έχει ασχοληθεί σοβαρά με το συγκεκριμένο θέμα και το επιστημονικό προσωπικό της ΕΤΕ.
Στην ανακοίνωσή του ο Σύλλογος αναφέρει χαρακτηριστικά ότι «Ο Σύλλογος Επιστημονικού Προσωπικού παρακολουθεί από πολύ κοντά τις εξελίξεις στο θέμα του ΛΕΠΕΤΕ, ιδιαίτερα μετά την ψήφιση του νόμου Βρούτση 4680/2020 και παρεμβαίνει αναλόγως.
Επισημαίνεται ότι και οι εν ενεργεία συνάδελφοι, οι προσληφθέντες στην Τράπεζα μέχρι 31.12.2004, έχουμε καταβάλλει στο ΛΕΠΕΤΕ, όλα τα προηγούμενα χρόνια, πολύ αυξημένες εισφορές της τάξεως του 12,5% επί του συνόλου των μικτών αποδοχών μας. Αντίθετα η προσδοκώμενη επικούρηση, σύμφωνα με το νόμο Βρούτση 4680/2020, θα είναι πολύ μειωμένη για τους μελλοντικούς συνταξιούχους, σε ποσοστό έως 66%, σε σχέση με τα προβλεπόμενα στον Κανονισμό Επικούρησης.
Επειδή, μέχρι στιγμής, στο χώρο της Τράπεζάς μας, δεν έχει ασχοληθεί κανείς σοβαρά με τις καταβαλλόμενες εισφορές στο ΛΕΠΕΤΕ των εν ενεργεία συναδέλφων, τις γενικότερες δυσμενείς εξελίξεις στο θέμα της παροχής επικούρησης, αλλά και λόγω της αβεβαιότητας που επικρατεί στους συναδέλφους για το σοβαρό αυτό θέμα, σε συνεργασία με τον ΣΥΤΑΤΕ, στείλαμε στη Διοίκηση και στην Κυβέρνηση την παρακάτω εξώδικη δήλωση:
ΕΝΩΠΙΟΝ ΠΑΝΤΟΣ ΑΡΜΟΔΙΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΚΑΙ ΑΡΧΗΣ
ΕΞΩΔΙΚΗ ΔΗΛΩΣΗ, ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΙΑ ΚΑΙ ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ
Του Συλλόγου Εργαζομένων στην Εθνική Τράπεζα (ΣΥΤΑΤΕ) που εδρεύει στην Αθήνα, οδός Αιόλου αρ. 86, νομίμως εκπροσωπουμένου
Του Συλλόγου Επιστημονικού Προσωπικού Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος, (ΣΕΠΕΤΕ) που εδρεύει στην Αθήνα, οδός Σοφοκλέους αρ. 10, νομίμως εκπροσωπουμένου.
ΠΡΟΣ
τον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων,
τον Γενικό Γραμματέα της Κυβέρνησης και τον Διοικητή του e-ΕΦΚΑ
Τον Διοικητή Ενιαίου Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης & Εφάπαξ Παροχών (ΕΤΕΑΕΠ)
Kοινοποιούμενη
Της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος Α.Ε. που εδρεύει στην Αθήνα, οδός Αιόλου αρ. 86 και εκπροσωπείται νόμιμα.
Με τροπολογία που κατατέθηκε στο νομοσχέδιο «Ενσωμάτωση στην ελληνική νομοθεσία της Οδηγίας (ΕΕ) 2016/2341 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 14ης Δεκεμβρίου 2016 για τις δραστηριότητες και την εποπτεία των Ιδρυμάτων Επαγγελματικών Συνταξιοδοτικών Παροχών (Ι.Ε.Σ.Π)», τροποποιήθηκε το άρθρο 24 του Ν.4618/2019 αναφορικά με την υπαγωγή ασφαλισμένων και συνταξιούχων του Ειδικού Λογαριασμού Επικούρησης Προσωπικού Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος (ΛΕΠΕΤΕ) κλπ. και ενταχθήκαμε στο κλάδο Επικουρικής Ασφάλισης του e-ΕΦΚΑ. Μάλιστα επανακαθορίστηκε και ο τρόπος υπολογισμού της «καταβαλλόμενης επικουρικής σύνταξης».
Με τη ρύθμιση αυτή ένας αμιγώς υφιστάμενος λογαριασμός που αφορά σε εγγυημένη μετεργασιακή παροχή στο διηνεκές, και συναρτάται με τη δεσμία υποχρέωση της Εθνικής Τράπεζας να την καταβάλει, με πλάσμα δικαίου επιχειρείται να μετασχηματιστεί σε «επικουρική σύνταξη», οπότε την Εθνική Τράπεζα φέρεται κατά τις οικείες διατάξεις του νόμου να υποκαθιστά Ασφαλιστικός Φορέας Δημόσιας Κοινωνικής Ασφάλισης. Έτσι με τη ρύθμιση αυτή καταστρατηγήθηκαν έννομα δικαιώματά μας.
Στη συνέχεια, δημοσιεύθηκε το υπ’ αριθμ. πρωτ. Φ80020/οικ.15147/Δ16.438/15.04.2020 έγγραφο του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, με το οποίο γνωστοποιούνται στους αρμόδιους φορείς οι νέες διατάξεις του άρθρου 63 του Ν.4680/2020, με τις οποίες αντικαθίσταται το άρθρο 24 του Ν. 4618/2019. Λόγω αυτής της γνωστοποίησης και αυτού του περιεχομένου, το έγγραφο αυτό έχει ευθέως χαρακτήρα πληροφοριακού εγγράφου και δεν αφορά θέσπιση κανονιστικών ρυθμίσεων, παρά ταύτα η Διοίκηση έχει ήδη προβεί σε εφαρμογή των διατάξεων του προρρηθέντος νόμου. Τούτων όλων δοθέντων προβάλλουμε τα εξής:
Σύμφωνα με το άρθρο 1 παρ. 2α του Ν.2469/1997, κανονιστική πράξη είναι ανίσχυρη εάν σε αυτήν δεν περιλαμβάνονται, εφόσον υπάρχουν για να επιβαρύνουν το Ελληνικό Δημόσιο, οι κάθε είδους δαπάνες σε βάρος του Δημοσίου, η κατανομή τους σε οικονομικά έτη, ο τρόπος αντιμετώπισης τους για χρονικό διάστημα τουλάχιστον πέντε (5) ετών, ο ειδικός φορέας του Προϋπολογισμού και ο κωδικός αριθμός εξόδου -Κ.Α.Ε.- από την εγγεγραμμένη πίστωση. Απ’ ό,τι αντιλαμβανόμαστε ο κρατικός Προϋπολογισμός και σε κάθε περίπτωση ο e-ΕΦΚΑ αναλαμβάνουν δαπάνες ελαφρυνόμενης επί τούτω της Εθνικής Τράπεζας αναφορικώς με το ΛΕΠΕΤΕ χωρίς την τήρηση των ανωτέρω τυπικών προϋποθέσεων. Επιπλέον δε, οι ρηθείσες διατάξεις αυθαίρετα και καταχρηστικά χαρακτηρίζουν τους δικαιούχους του ΛΕΠΕΤΕ ως «ασφαλισμένους» στο ΛΕΠΕΤΕ το οποίο, ειρήσθω εν παρόδω, αποτελεί και επίδικο ζήτημα ενώπιον του Αρείου Πάγου!
Επιπλέον δε, οι διατάξεις του ρηθέντος νόμου ουδόλως ρυθμίζουν ζήτημα θεμελιώδες που είναι η «τύχη» των εισφορών μας (εργοδοτικών και ασφαλισμένων) καθόλη τη διάρκεια του εργασιακού μας βίου για την οποία τίθεται ρητή υποχρέωση από τον Κανονισμό του ΛΕΠΕΤΕ για επιστροφή τους εφόσον καταστεί αδύνατη η ικανοποίηση του δικαιώματος του δικαιούχων για τη λήψη της επικούρησης. Η δε χειρουργικά αριστοτεχνική ρήτρα στο νόμο περί απαλλαγής της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας «ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ» από τις υποχρεώσεις της «έναντι τρίτων» έχει τεράστιο ενδιαφέρον, και σίγουρα θα κεντρίσει το ενδιαφέρον της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας καθώς και των εποπτευουσών αρχών στην Ευρωπαϊκή Ενωση (προς τις οποίες επιφυλασσόμαστε να προσφύγουμε) που μετά βεβαιότητας δεν θα σταθούν αδιάφορες στην επιχειρούμενη κρατική ενίσχυση ιδιωτικής τραπεζικής επιχείρησης σε βάρος των αρχών του ανταγωνισμού, πολλώ δε μάλλον στην πραξικοπηματική κρατική παρέμβαση απαλλαγής ιδιώτη από τις υποχρεώσεις του έναντι τρίτων.
Σε κάθε περίπτωση, η όλη αυτή διαδικασία, όπως έχει θεσπισθεί, δημιουργεί ασάφεια ως προς τα παρόντα και μελλοντικά δικαιώματά μας. Θα πρέπει συνεπώς να γνωρίζουμε την τύχη των δικαιωμάτων μας και κατά το μέρος αυτό. Η έλλειψη μάλιστα κανονιστικής ρύθμισης παρεμποδίζει το δικαίωμά μας για λυσιτελή δικαστική προστασία, ζητάμε την άμεση έκδοση κανονιστικής πράξης που θα ρυθμίζει τον τρόπο εφαρμογής της διάταξης του άρθρου 63 του Ν.4680/2020 προκειμένου να αντιδράσουμε στο πλαίσιο της εσωτερικής και ευρωπαϊκής έννομης τάξης.
Ενταύθα επικαλούμαστε την πάγια Νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Επικαλούμαστε δε την απόφαση της 15ης Οκτωβρίου 1987 στην Υπόθεση 222/86 με αντικείμενο προδικαστικό αίτημα του TribunaldeGrandeInstance της Lille.
2) To Δικαστήριο εκείνο συγκείμενο από τους MackenzieStuart, Πρόεδρο, G.Bosco, O.Due, J.C.MoitinhodeAlmeida και G.C.RodriguezIglesias, Προέδρους Τμήματος, Τ.Koopmans, U.Everling, K.Bahlmann, Y.Galmot, Κ.Κακούρη, R.Joliet, T.F.o’ Higgins και F.Schockweiler, δικαστές, και γενικό Εισαγγελέα τον G.F.Mancini, μεταξύ των άλλων δέχθηκε ότι:
«14. …η ύπαρξη δυνατότητας ασκήσεως ενδίκων μέσων κατά οποιασδήποτε αποφάσεως εθνικής αρχής, με την οποία δεν αναγνωρίζονται τα ευεργετικά αποτελέσματα του δικαιώματος αυτού, αποτελεί ουσιώδη προϋπόθεση για τη διασφάλιση στους ιδιώτες της αποτελεσματικής προστασίας του δικαιώματός τους. Όπως το Δικαστήριο έχει δεχτεί με την απόφαση της 15ης Μαΐου 1986 (Johnston, 222/84, Συλλογή 1986, σ. 1651, ιδίως σ. 1663), η απαίτηση αυτή αποτελεί γενική αρχή του κοινοτικού δικαίου απορρέουσα από τις κοινές στα κράτη μέλη συνταγματικές παραδόσεις και έχει καθιερωθεί με τα άρθρα 6 και 13 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών.
15. …όταν πρόκειται ειδικότερα, όπως στην προκείμενη περίπτωση, για τη διασφάλιση της αποτελεσματικής προστασίας θεμελιώδους δικαιώματος παρεχόμενου από τη Συνθήκη στους εργαζομένους της Κοινότητας, πρέπει και οι τελευταίοι να μπορούν να υπερασπίζουν το δικαίωμα αυτό υπό τις καλύτερες δυνατές συνθήκες και να τους παρέχεται η ευχέρεια να αποφασίζουν, έχοντας πλήρη γνώση όλων των σχετικών στοιχείων, αν τους συμφέρει η άσκηση ένδικης προσφυγής.»
Τούτων δοθέντων είναι απαραίτητη η θέσπιση κανονιστικής πράξης ως οφειλόμενης νόμιμης ενέργειας, όλων των φορέων της Διοίκησης προς τα οποία απευθύνεται η παρούσα μας, προκειμένου να υπερασπισθούμε έννομα δικαιώματά μας, σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 20 του Συντάγματος, υπερασπιζόμενοι τον ΛΕΠΕΤΕ ως εγγυημένη μετεργασιακή παροχή στο διηνεκές, επιβαρύνουσα αποκλειστικώς την Εθνική Τράπεζα.
Επιπλέον δε, η Διοίκηση, ακόμη και στην απίθανη περίπτωση που θεωρηθεί ότι ορθώς από άποψη συνταγματικού και ενωσιακού δικαίου ανέλαβε καθ’ υποκατάσταση της Εθνικής Τράπεζας (δηλαδή μια ιδιωτικής επιχείρησης) την καταβολή των μετεργασιακών παροχών των εργαζομένων της, θα πρέπει υπό την ιδιότητά της αυτή (του διαδόχου) να ρυθμίσει επιμέρους ζητήματα όπως την τύχη των καταβαλλόμενων υπέρογκων εισφορών μας δεδομένου ότι ο Λογαριασμός του ΛΕΠΕΤΕ εξακολουθεί να υφίσταται καθώς και η συναφής από τον Κανονισμό του ΛΕΠΕΤΕ υποχρέωση της Εθνικής Τράπεζας Α.Ε. σε επιστροφή των εισφορών των μελών μας. Να σημειωθεί δε ότι έχει κριθεί αμετάκλητα ότι η Εθνική Τράπεζα νομιμοποιείται παθητικά για κάθε αξίωση των δικαιούχων του Λογαριασμού που πηγάζουν από αυτόν.
Επειδή όπως είναι σαφές, η υπαγωγή των δικαιούχων του ΛΕΠΕΤΕ, υπό αυτήν την ιδιότητά τους, στον ασφαλιστικό φορέα του ΕΤΕΑΕΠ είναι πασιφανώς παράνομη καθώς δεν τηρήθηκε οποιαδήποτε από τις προϋποθέσεις που απαιτούνται
Επειδή τα μέλη μας έχουν καταβάλει καθόλο τον εργασιακό τους βίο εισφορές στον Λογαριασμό Επικούρησης, με την προσδοκία λήψης της εγγυημένης μετεργασιακής παροχής τους.
Επειδή σύμφωνα με τον κανονισμό του ΛΕΠΕΤΕ δεδομένης της αδυναμίας λήψης της εγγυημένης παροχής, υφίσταται υποχρέωση της Εθνικής Τράπεζας σε επιστροφή των εισφορών μας
Επειδή το ΕΤΕΑΕΠ διατείνεται ότι υπεισήλθε στις υποχρεώσεις της Εθνικής Τράπεζας έναντι των μελών μας
Επειδή ουδεμία ρύθμιση από την πλευρά της Διοίκησης ή της Εθνικής Τράπεζας έχει γίνει σε σχέση με την επιστροφή των εισφορών μας.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Και με τη ρητή επιφύλαξη παντός νομίμου δικαιώματός μας
ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΟΜΑΣΤΕ για την αντισυνταγματική και αντίθετη με το ενωσιακό δίκαιο επιδιωκόμενη κατάργηση της υποχρέωσης της ΕΤΕ ΑΕ στην καταβολή των μετεργασιακών παροχών μας,
ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΟΜΑΣΤΕ για την έλλειψη κανονιστικών διατάξεων για την εφαρμογή των διατάξεων του Νόμου,
Και ΚΑΛΟΥΜΕ τη Διοίκηση και την Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος ΑΕ να μας απαντήσουν σε σχέση με την τύχη των εισφορών μας καθόλη τη διάρκεια του ασφαλιστικού μας βίου.
Αρμόδιος Δικαστικός επιμελητής παραγγέλλεται να επιδώσει την παρούσα προς α) τον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, β)τον Γενικό Γραμματέα της Κυβέρνησης, γ)τον Διοικητή του e-ΕΦΚΑ, δ)Τον Διοικητή Ενιαίου Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης & Εφάπαξ Παροχών (ΕΤΕΑΕΠ), ε) Την Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος Α.Ε. που εδρεύει στην Αθήνα, οδός Αιόλου αρ. 86 και εκπροσωπείται νόμιμα, προς γνώση της και για τις νόμιμες συνέπειες, αντιγράφοντας αυτήν στις εκθέσεις επιδόσεώς του».
πηγη
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου