ΓΙΑ ΚΑΤΑΧΡΗΣΤΙΚΕΣ ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ ΣΤΙΣ ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΕΣ ΔΙΑΦΗΜΙΣΕΙΣ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗΣ
Πρόστιμο ύψους 1,49 δισ. ευρώ στην Google για παραβίαση των αντιμονοπωλιακών κανόνων της ΕΕ επέβαλε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, για κατάχρηση της κυρίαρχης θέσης της στην αγορά επιβάλλοντας περιοριστικές ρήτρες σε συμβόλαια με ιστοτόπους τρίτων, οι οποίες δεν επέτρεπαν στους ανταγωνιστές της να τοποθετούν δικές τους διαφημίσεις αναζήτησης στους εν λόγω ιστοτόπους.
Η Επίτροπος Margrethe Vestager, αρμόδια για θέματα πολιτικής ανταγωνισμού, δήλωσε σχετικά: “Σήμερα η Επιτροπή επέβαλε στην Google πρόστιμο ύψους 1,49 δισ. ευρώ για παράνομη κατάχρηση της δεσπόζουσας θέσης της στην αγορά μεσιτείας διαδικτυακών διαφημίσεων αναζήτησης. Η Google εδραίωσε τη δεσπόζουσα θέση της στις διαδικτυακές διαφημίσεις αναζήτησης και θωρακίστηκε έναντι της πίεσης των ανταγωνιστών, επιβάλλοντας αντιανταγωνιστικούς συμβατικούς περιορισμούς στους ιστοτόπους τρίτων μερών. Αυτό είναι παράνομο βάσει των αντιμονοπωλιακών κανόνων της ΕΕ”.
Σύμφωνα με την Επίτροπο, “το παράπτωμα διήρκεσε πάνω από 10 έτη και είχε ως αποτέλεσμα να μην δοθεί σε άλλες εταιρείες η δυνατότητα να φανούν ανταγωνιστικές σε αξιοκρατική βάση και να καινοτομήσουν, ενώ παράλληλα στέρησε από τους καταναλωτές τα οφέλη του ανταγωνισμού”.
Σημειώνεται ότι η υπόθεση επικεντρώθηκε στην AdSense for Search της Google, η οποία λειτουργεί ως πλατφόρμα μεσιτείας διαδικτυακών διαφημίσεων αναζήτησης.
Όπως διαπίστωσε η Επιτροπή κατά τη διάρκεια της έρευνάς της και αφού εξέτασε εκατοντάδες συμφωνίες της Google με τρίτου, από το 2006 η εταιρεία συμπεριέλαβε ρήτρες αποκλειστικότητας στις συμβάσεις της. Αυτό σήμαινε ότι απαγορεύτηκε στους εκδότες να τοποθετούν στις σελίδες τους με αποτελέσματα αναζήτησης διαφημίσεις αναζήτησης από ανταγωνιστές της, όπως η Microsoft και η Yahoo. Η απόφαση αφορά εκδότες των οποίων οι συμφωνίες με την Google απαιτούν τέτοια αποκλειστικότητα για όλους τους ιστοτόπους τους.
Από τον Μάρτιο του 2009, η Google άρχισε σταδιακά να αντικαθιστά τις ρήτρες αποκλειστικότητας με τις λεγόμενες ρήτρες “προνομιούχας τοποθέτησης”. Βάσει των εν λόγω ρητρών, οι εκδότες υποχρεώνονταν να φυλάσσουν τον πλέον επικερδή χώρο στις σελίδες με αποτελέσματα αναζήτησης για τις διαφημίσεις της Google και απαιτούνταν ένας ελάχιστος αριθμός διαφημίσεων της Google.
Κατά συνέπεια, δεν επιτρεπόταν στους ανταγωνιστές της Google να τοποθετούν τις δικές τους διαφημίσεις αναζήτησης στα σημεία των σελίδων αναζήτησης των ιστοτόπων με τη μεγαλύτερη ορατότητα και τα περισσότερα κλικ.
Από τον Μάρτιο του 2009, η Google συμπεριέλαβε επίσης ρήτρες βάσει των οποίων οι εκδότες ήταν υποχρεωμένοι να ζητούν τη γραπτή έγκριση της Google για την πραγματοποίηση αλλαγών στον τρόπο με τον οποίο απεικονίζονται όλες οι διαφημίσεις των ανταγωνιστών. Αυτό σημαίνει ότι η Google μπορούσε να ελέγξει πόσο ελκυστικές ήταν οι ανταγωνιστικές διαφημίσεις αναζήτησης και, ως εκ τούτου, πόσα κλικ θα προσέλκυαν.
Συνεπώς, σύμφωνα με την Επιτροπή, η Google επέβαλε αρχικά υποχρέωση αποκλειστικής προμήθειας, η οποία εμπόδισε τους ανταγωνιστές να τοποθετούν διαφημίσεις αναζήτησης στους σημαντικότερους από εμπορική άποψη ιστοτόπους. Κατόπιν, εισήγαγε αυτό που ονόμαζε στρατηγική “χαλαρής αποκλειστικότητας”, με στόχο να διακρατήσει για τις δικές της διαφημίσεις αναζήτησης τις πιο πολύτιμες θέσεις και να ελέγχει τις επιδόσεις των ανταγωνιστικών διαφημίσεων.
Σύμφωνα, λοιπόν, με την Επιτροπή, οι πρακτικές της Google συνιστούν κατάχρηση της δεσπόζουσας θέσης της στην αγορά της μεσιτείας διαδικτυακών διαφημίσεων αναζήτησης. Διαπιστώνεται επίσης ότι έβλαψαν τον ανταγωνισμό και τους καταναλωτές, και ότι κατέπνιξαν την καινοτομία. Κι αυτό γιατί οι ανταγωνιστές της Google δεν ήταν σε θέση να αναπτυχθούν και να προσφέρουν εναλλακτικές υπηρεσίες μεσιτείας διαδικτυακών διαφημίσεων αναζήτησης, την ίδια στιγμή οι ιδιοκτήτες ιστοτόπων διέθεταν περιορισμένες επιλογές όσον αφορά την οικονομική εκμετάλλευση του χώρου στους ιστοτόπους τους και αναγκάστηκαν να βασίζονται σχεδόν αποκλειστικά στην Google.
Σημειώνεται ότι η Google μπορεί επίσης να αντιμετωπίσει αστικές αγωγές αποζημίωσης που μπορούν να ασκηθούν ενώπιον των δικαστηρίων των κρατών μελών από κάθε πρόσωπο ή επιχείρηση που επηρεάζεται από την αντιανταγωνιστική της συμπεριφορά.
Υπενθυμίζεται ότι δεν είναι η πρώτη φορά που η Επιτροπή έχει επιβάλει πρόστιμο στην Google για κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης. Τον Ιούνιο του 2017, επιβλήθη στην εταιρεία πρόστιμο ύψους 2,42 δισ. ευρώ για κατάχρηση της δεσπόζουσας θέσης της ως μηχανής αναζήτησης, επειδή παρείχε παράνομο πλεονέκτημα στην υπηρεσία σύγκρισης τιμών της ίδιας της Google.
Επιπλέον, τον Ιούλιο του 2018, η Επιτροπή επέβαλε στην Google πρόστιμο ύψους 4,34 δισ. ευρώ για παράνομες πρακτικές σε κινητές συσκευές Android για την ενίσχυση της κυριαρχίας της μηχανής αναζήτησης της Google.
Πρόστιμο ύψους 1,49 δισ. ευρώ στην Google για παραβίαση των αντιμονοπωλιακών κανόνων της ΕΕ επέβαλε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, για κατάχρηση της κυρίαρχης θέσης της στην αγορά επιβάλλοντας περιοριστικές ρήτρες σε συμβόλαια με ιστοτόπους τρίτων, οι οποίες δεν επέτρεπαν στους ανταγωνιστές της να τοποθετούν δικές τους διαφημίσεις αναζήτησης στους εν λόγω ιστοτόπους.
Η Επίτροπος Margrethe Vestager, αρμόδια για θέματα πολιτικής ανταγωνισμού, δήλωσε σχετικά: “Σήμερα η Επιτροπή επέβαλε στην Google πρόστιμο ύψους 1,49 δισ. ευρώ για παράνομη κατάχρηση της δεσπόζουσας θέσης της στην αγορά μεσιτείας διαδικτυακών διαφημίσεων αναζήτησης. Η Google εδραίωσε τη δεσπόζουσα θέση της στις διαδικτυακές διαφημίσεις αναζήτησης και θωρακίστηκε έναντι της πίεσης των ανταγωνιστών, επιβάλλοντας αντιανταγωνιστικούς συμβατικούς περιορισμούς στους ιστοτόπους τρίτων μερών. Αυτό είναι παράνομο βάσει των αντιμονοπωλιακών κανόνων της ΕΕ”.
Σύμφωνα με την Επίτροπο, “το παράπτωμα διήρκεσε πάνω από 10 έτη και είχε ως αποτέλεσμα να μην δοθεί σε άλλες εταιρείες η δυνατότητα να φανούν ανταγωνιστικές σε αξιοκρατική βάση και να καινοτομήσουν, ενώ παράλληλα στέρησε από τους καταναλωτές τα οφέλη του ανταγωνισμού”.
Σημειώνεται ότι η υπόθεση επικεντρώθηκε στην AdSense for Search της Google, η οποία λειτουργεί ως πλατφόρμα μεσιτείας διαδικτυακών διαφημίσεων αναζήτησης.
Όπως διαπίστωσε η Επιτροπή κατά τη διάρκεια της έρευνάς της και αφού εξέτασε εκατοντάδες συμφωνίες της Google με τρίτου, από το 2006 η εταιρεία συμπεριέλαβε ρήτρες αποκλειστικότητας στις συμβάσεις της. Αυτό σήμαινε ότι απαγορεύτηκε στους εκδότες να τοποθετούν στις σελίδες τους με αποτελέσματα αναζήτησης διαφημίσεις αναζήτησης από ανταγωνιστές της, όπως η Microsoft και η Yahoo. Η απόφαση αφορά εκδότες των οποίων οι συμφωνίες με την Google απαιτούν τέτοια αποκλειστικότητα για όλους τους ιστοτόπους τους.
Από τον Μάρτιο του 2009, η Google άρχισε σταδιακά να αντικαθιστά τις ρήτρες αποκλειστικότητας με τις λεγόμενες ρήτρες “προνομιούχας τοποθέτησης”. Βάσει των εν λόγω ρητρών, οι εκδότες υποχρεώνονταν να φυλάσσουν τον πλέον επικερδή χώρο στις σελίδες με αποτελέσματα αναζήτησης για τις διαφημίσεις της Google και απαιτούνταν ένας ελάχιστος αριθμός διαφημίσεων της Google.
Κατά συνέπεια, δεν επιτρεπόταν στους ανταγωνιστές της Google να τοποθετούν τις δικές τους διαφημίσεις αναζήτησης στα σημεία των σελίδων αναζήτησης των ιστοτόπων με τη μεγαλύτερη ορατότητα και τα περισσότερα κλικ.
Από τον Μάρτιο του 2009, η Google συμπεριέλαβε επίσης ρήτρες βάσει των οποίων οι εκδότες ήταν υποχρεωμένοι να ζητούν τη γραπτή έγκριση της Google για την πραγματοποίηση αλλαγών στον τρόπο με τον οποίο απεικονίζονται όλες οι διαφημίσεις των ανταγωνιστών. Αυτό σημαίνει ότι η Google μπορούσε να ελέγξει πόσο ελκυστικές ήταν οι ανταγωνιστικές διαφημίσεις αναζήτησης και, ως εκ τούτου, πόσα κλικ θα προσέλκυαν.
Συνεπώς, σύμφωνα με την Επιτροπή, η Google επέβαλε αρχικά υποχρέωση αποκλειστικής προμήθειας, η οποία εμπόδισε τους ανταγωνιστές να τοποθετούν διαφημίσεις αναζήτησης στους σημαντικότερους από εμπορική άποψη ιστοτόπους. Κατόπιν, εισήγαγε αυτό που ονόμαζε στρατηγική “χαλαρής αποκλειστικότητας”, με στόχο να διακρατήσει για τις δικές της διαφημίσεις αναζήτησης τις πιο πολύτιμες θέσεις και να ελέγχει τις επιδόσεις των ανταγωνιστικών διαφημίσεων.
Σύμφωνα, λοιπόν, με την Επιτροπή, οι πρακτικές της Google συνιστούν κατάχρηση της δεσπόζουσας θέσης της στην αγορά της μεσιτείας διαδικτυακών διαφημίσεων αναζήτησης. Διαπιστώνεται επίσης ότι έβλαψαν τον ανταγωνισμό και τους καταναλωτές, και ότι κατέπνιξαν την καινοτομία. Κι αυτό γιατί οι ανταγωνιστές της Google δεν ήταν σε θέση να αναπτυχθούν και να προσφέρουν εναλλακτικές υπηρεσίες μεσιτείας διαδικτυακών διαφημίσεων αναζήτησης, την ίδια στιγμή οι ιδιοκτήτες ιστοτόπων διέθεταν περιορισμένες επιλογές όσον αφορά την οικονομική εκμετάλλευση του χώρου στους ιστοτόπους τους και αναγκάστηκαν να βασίζονται σχεδόν αποκλειστικά στην Google.
Σημειώνεται ότι η Google μπορεί επίσης να αντιμετωπίσει αστικές αγωγές αποζημίωσης που μπορούν να ασκηθούν ενώπιον των δικαστηρίων των κρατών μελών από κάθε πρόσωπο ή επιχείρηση που επηρεάζεται από την αντιανταγωνιστική της συμπεριφορά.
Υπενθυμίζεται ότι δεν είναι η πρώτη φορά που η Επιτροπή έχει επιβάλει πρόστιμο στην Google για κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης. Τον Ιούνιο του 2017, επιβλήθη στην εταιρεία πρόστιμο ύψους 2,42 δισ. ευρώ για κατάχρηση της δεσπόζουσας θέσης της ως μηχανής αναζήτησης, επειδή παρείχε παράνομο πλεονέκτημα στην υπηρεσία σύγκρισης τιμών της ίδιας της Google.
Επιπλέον, τον Ιούλιο του 2018, η Επιτροπή επέβαλε στην Google πρόστιμο ύψους 4,34 δισ. ευρώ για παράνομες πρακτικές σε κινητές συσκευές Android για την ενίσχυση της κυριαρχίας της μηχανής αναζήτησης της Google.
Από το emea.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου