Τι γράφουν το dikografies.blogspot.gr :
“Ακέφαλο” παραμένει το Συμβούλιο της Επικρατείας, καθώς μετά την παραίτηση του Προέδρου του Νικόλαου Σακελαρίου, πριν από τη λήξη της θητείας του, τον περασμένο Μάιο, ακόμη δεν έχει επιλεγεί ο διάδοχος του, παρά το γεγονός ότι, ξεκίνησε επίσημα από χτες το νέο δικαστικό έτος.
Την ίδια απορία προκαλεί επίσης και το ότι, δεν έχουν καλυφτεί τα κενά στις θέσεις των Αντιπροέδρων ΑΠ, με αποτέλεσμα σε δύο ποινικά τμήματα του ΑΠ, να τους αναπληρώνουν Αντιπρόεδροι από τα άλλα τμήματα, γεγονός, που προκαλεί σειρά ερωτηματικών, για το τι επιδιώκει η κυβέρνηση, που δεν συγκροτεί το υπουργικό συμβούλιο, για τα κενά στη Δικαιοσύνη;
Ο δικηγόρος Νίκος Λαγαρίας γράφει στις “Δικογραφίες” τον προβληματισμό του, για τις
“Καθυστερήσεις στην επιλογή νέου Προέδρου του ΣτΕ”:
“Ο Πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας παραιτήθηκε στα μέσα Μαΐου 2018 ενώ η θητεία του θα έληγε ομαλά στις 30 Ιουνίου 2018.
Μέχρι σήμερα δεν έχει επιλεγεί ο διάδοχός του, παρότι έχει ήδη ξεκινήσει το νέο δικαστικό έτος.
Στην παράγραφο 5 του άρθρου 90 του Συντάγματος προβλέπεται ότι «οι προαγωγές στις θέσεις του προέδρου και του αντιπροέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, του Αρείου Πάγου και του Ελεγκτικού Συνεδρίου ενεργούνται με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται ύστερα από πρόταση του Υπουργικού Συμβουλίου, με επιλογή μεταξύ των μελών του αντίστοιχου ανώτατου δικαστηρίου, όπως νόμος ορίζει…».
Ο δε νόμος ορίζει (εδάφιο δ΄ της παρ. 3 του άρ. 49 του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών) ότι για την πλήρωση των θέσεων οι οποίες πρόκειται να μείνουν κενές στις 30 Ιουνίου κάθε έτους, ο Υπουργός Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων κινεί τις διαδικασίες που ορίζονται στις διατάξεις των προηγούμενων περιπτώσεων της παραγράφου αυτής (προεπιλογή από το Υπουργικό Συμβούλιο μεταξύ εκείνων που έχουν τα τυπικά προσόντα, γνώμη της Διάσκεψης των Προέδρων της Βουλής κλπ.) το αργότερο ως το τέλος Απριλίου.
[ΣτΕ (Ολ.) 142/2012, https://www.constitutionalism.gr/2383-ste-ol-142-2012-epilogi-proedreiwn-anwtatwn-dikast/].
Σχετική με το θέμα η από 30.8.2018 ερώτηση κοινοβουλευτικού ελέγχου του Αντιπροέδρου της Βουλής και Βουλευτή Α΄ Αθηνών (ΝΔ) κ. Νικήτα Κακλαμάνη («Καθυστερήσεις στην επιλογή νέου Προέδρου του ΣτΕ»):
https://www.hellenicparliament.gr/UserFiles/c0d5184d-7550-4265-8e0b-078e1bc7375a/10818514.pdf
___________________
ΚΩΔΙΚΑΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ
Αρθρο:
49
Ημ/νία:
14.07.2014
Ημ/νία Ισχύος:
16.09.1988
Περιγραφή όρου θησαυρού:
ΜΕΤΑΘΕΣΕΙΣ-ΑΠΟΣΠΑΣΕΙΣ-ΜΕΤΑΤΑΞΕΙΣ-ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΕΙΣ ΔΙΚΑΣΤΩΝ
Τίτλος Αρθρου
Τοποθετήσεις - προαγωγές.
Σχόλια
Το πρώτο εδάφιο της παρ. 2 αντικαταστάθηκε με το άρθρο 7 παρ. 5 του Ν. 1868/1989, ΦΕΚ Α 230.Η παρ. 3 τροποποιήθηκε με το άρθρο 7 παρ. 6 του Ν. 1868/1989, ΦΕΚ Α 230.Η παρ.6 καταργήθηκε με την παρ.2 του άρθρου 23 του Ν.2172/1993 (ΦΕΚ Α 207) - Η παρ. 3 του παρόντος τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 του ν. 3841/2010 ΦΕΚ Α 55/6.4.2010. =========================================== - Η παρ. 5 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε και οι παρ. 6, 7, 8, 9 και 10 προστέθηκαν με το άρθρο 93 του ν. 4055/2012 (Α΄ 51/12.3.2012), ενώ σύμφωνα με το άρθρο 113 του ιδίου νόμου, η τροποποίηση και οι προσθήκες ισχύουν από 2.4.2012. ==================================================== - Το πρώτο εδάφιο της παρ. 2 του παρόντος τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με με το άρθρο 36 του ν. 4274/2014 (ΦΕΚ Α’ 147/14.7.2014).
Κείμενο Αρθρου
Κεφάλαιο Ε'.
Υπηρεσιακές μεταβολές.
1. Οι τοποθετήσεις των διοριζόμενων ή προαγόμενων δικαστικών λειτουργών, οι μεταθέσεις, μετατάξεις και αποσπάσεις τους ενεργούνται με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται, ύστερα από απόφαση του οικείου Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου. Εως την επίδοση του σχετικού με την υπηρεσιακή μεταβολή εγγράφου οι δικαστικοί λειτουργοί εγκύρως ασκούν τα καθήκοντα της θέσης και του βαθμού που κατέχουν.
2. «Οι προαγωγές των δικαστικών λειτουργών μέχρι το βαθμό του συμβούλου Επικρατείας, του αρεοπαγίτη και του αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, του συμβούλου και του αντεπιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου και του επιτρόπου της Επικρατείας των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, καθώς και ο διορισμός σε θέση αντεπιτρόπου της Επικρατείας των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, ενεργούνται με προεδρικό διάταγμα, ύστερα από απόφαση του οικείου Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου.» Η απόφαση του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου προκαλείται με ερώτημα του Υπουργού, μέσα σε δύο μήνες από την κένωση ή την κατανομή νέων θέσεων στα οικεία δικαστήρια ή εισαγγελίες και η προαγωγή του δικαστικού λειτουργού ανατρέχει στη λήξη της δίμηνης προθεσμίας από την κατανομή ή αφότου κενωθεί η θέση. Ειδικά για την πλήρωση των κενών που προβλέπεται ότι θα προκύψουν στις 30 Ιουνίου κάθε έτους το ερώτημα αποστέλλεται το αργότερο εντός του Μαίου.
«3. α) Οι προαγωγές στις θέσεις του Προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, του Προέδρου και του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, του Προέδρου και του Γενικού Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου ενεργούνται με προεδρικό διάταγμα μετά από πρόταση του Υπουργικού Συμβουλίου. Το Υπουργικό Συμβούλιο, ύστερα από γνώμη της Διάσκεψης των Προέδρων της Βουλής και εισήγηση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, επιλέγει τους προαγόμενους μεταξύ εκείνων που έχουν τα νόμιμα προσόντα. Η γνώμη της Διάσκεψης των Προέδρων ζητείται από τον παραπάνω Υπουργό και δεν τον δεσμεύει κατά τη διατύπωση της εισήγησης του προς το Υπουργικό Συμβούλιο. β) Πριν ζητηθεί η γνώμη της Διάσκεψης των Προέδρων της Βουλής, το Υπουργικό Συμβούλιο με εισήγηση του ως άνω Υπουργού προεπιλέγει έξι από τους δικαστικούς λειτουργούς που έχουν τα τυπικά προσόντα κατά περίπτωση. Όταν ενεργούνται προαγωγές δικαστικών λειτουργών ταυτόχρονα για τις θέσεις του Προέδρου και του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου ή του Προέδρου και του Γενικού Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου, μπορεί να προεπιλέγονται οι ίδιοι δικαστικοί λειτουργοί σε αριθμό όχι μεγαλύτερο των τριών. Στη συνέχεια, ο ίδιος Υπουργός απευθύνεται στη Διάσκεψη των Προέδρων της Βουλής, η οποία μετά από ακρόαση των υποψηφίων, με επιδίωξη ομοφωνίας ή πάντως με πλειοψηφία τουλάχιστον των τεσσάρων πέμπτων των μελών της, εκφράζει γνώμη προτείνοντας τρεις δικαστικούς λειτουργούς μεταξύ των έξι προεπιλεγέντων κατά περίπτωση. γ) Η διάταξη της περίπτωσης α' της παραγράφου αυτής εφαρμόζεται και για τις προαγωγές στις θέσεις των Αντιπροέδρων του Συμβουλίου της Επικρατείας, του Αρείου Πάγου και του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Πριν ζητηθεί η γνώμη της Διάσκεψης των Προέδρων της Βουλής, το Υπουργικό Συμβούλιο, ύστερα από εισήγηση του ως άνω Υπουργού, προεπιλεγεί, όταν η προς πλήρωση θέση είναι μία, έξι από τους δικαστικούς λειτουργούς που έχουν τα τυπικά προσόντα. Για καθεμία επιπλέον θέση, ο αριθμός των προεπιλεγόμενών αυξάνεται κατά δύο. Στη συνέχεια, ο Υπουργός απευθύνεται στη Διάσκεψη των Προέδρων της Βουλής, η οποία, μετά από ακρόαση των υποψηφίων, εκφράζει, με επιδίωξη ομοφωνίας ή πάντως με πλειοψηφία τουλάχιστον των τεσσάρων πέμπτων των μελών της, γνώμη προτείνοντας αριθμό δικαστικών λειτουργών ίσο προς το ήμισυ των προ-επιλεγέντων. δ) Για την πλήρωση των θέσεων, οι οποίες πρόκειται να μείνουν κενές στις 30 Ιουνίου κάθε έτους, ο ως άνω Υπουργός κινεί τις διαδικασίες που ορίζονται στις διατάξεις των προηγούμενων περιπτώσεων της παραγράφου αυτής το αργότερο ως το τέλος Απριλίου. Σε περίπτωση που για οποιονδήποτε λόγο κενωθεί κάποια από τις παραπάνω θέσεις κατά τη διάρκεια του δικαστικού έτους, η διαδικασία κινείται μέσα σε δύο μήνες από την κένωση της θέσης και η προαγωγή του δικαστικού λειτουργού ανατρέχει στη λήξη της δίμηνης αυτής προθεσμίας. ε) Η γνώμη της Διάσκεψης των Προέδρων της Βουλής παρέχεται μέσα σε δύο μήνες από τότε που ζητήθηκε και αφορά πάντοτε αριθμό δικαστικών λειτουργών που δεν μπορεί να είναι μικρότερος ή μεγαλύτερος του αριθμού που ορίζεται από τις διατάξεις των περιπτώσεων β ' και γ ' της παραγράφου αυτής. Η διαδικασία για την προαγωγή δικαστικού λειτουργού μπορεί να συνεχιστεί και χωρίς την παραπάνω γνώμη, αν για οποιονδήποτε λόγο παρέλθει άπρακτη η δίμηνη προθεσμία. Η γνώμη της Διάσκεψης των Προέδρων μπορεί να παραλειφθεί, αν δεν είναι δυνατή η σύγκληση της λόγω διάλυσης της Βουλής ή για οποιονδήποτε άλλο νόμιμο λόγο.»
4. Για την προαγωγή δικαστικού λειτουργού σε ανώτερο βαθμό απαιτούνται:
α) Η ύπαρξη κενής θέσης ανώτερου βαθμού, εφ' όσον οι θέσεις είναι οργανικά διακεκριμένες.
β) Η συμπλήρωση του νόμιμου χρόνου παραμονής στον κατεχόμενο βαθμό. Στο χρόνο αυτόν δεν υπολογίζεται ο χρόνος διαθεσιμότητας, προσωρινής παύσης, αδικαιολόγητης αποχής από τα καθήκοντα λόγω της οποίας επιβλήθηκε τελεσίδικα πειθαρχική ποινή και ο χρόνος αργίας.
γ) Η συνδρομή των ουσιαστικών προσόντων που απαιτούνται για τον ανώτερο βαθμό.
«5. Η προαγωγή στους βαθμούς του συμβούλου της Επικρατείας, του αρεοπαγίτη, του αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, του συμβούλου και αντεπιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου, του επιτρόπου και αντεπιτρόπου των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, του προέδρου και εισαγγελέα εφετών των πολιτικών και ποινικών δικαστηρίων και του προέδρου εφετών των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, γίνεται κατ' απόλυτη εκλογή και προϋποθέτει την ύπαρξη εξαιρετικών προσόντων στο πρόσωπο των ανωτέρω δικαστικών λειτουργών που έχουν τα τυπικά προσόντα. Ως ουσιαστικά προσόντα αξιολογούνται ιδίως, το ήθος, το σθένος, η κρίση και αντίληψη, η ποσοτική και ποιοτική απόδοση, η επιστημονική κατάρτιση και η κοινωνική παράσταση.
6. Κατ' απόλυτη εκλογή κρίνονται και οι λοιποί δικαστικοί λειτουργοί, εκτός από αυτούς που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο, οι οποίοι συγκεντρώνουν σε ιδιαίτερα ικανό βαθμό τα πιο πάνω ουσιαστικά προσόντα και μπορούν να ανταποκριθούν πλήρως στα καθήκοντα του ανώτερου βαθμού.
7. Για την εκτίμηση των ουσιαστικών προσόντων των κρινομένων λαμβάνονται υπόψη οι εκθέσεις επιθεώρησης, οι ατομικοί φάκελοι και κάθε άλλο πρόσφορο στοιχείο.
8. Οι αποφάσεις του οικείου ανωτάτου δικαστικού συμβουλίου και της οικείας ολομέλειας πρέπει, σε κάθε περίπτωση, να είναι πλήρως αιτιολογημένες. Τα μέλη τους μπορούν να στηρίζουν αιτιολογημένα την κρίση τους και στην προσωπική τους αντίληψη ως προς την ικανότητα των κρινομένων για την απονομή της δικαιοσύνης και τα εν γένει προσόντα τους.
9. Δεν προάγεται στον επόμενο βαθμό δικαστής, ο οποίος καθυστερεί αδικαιολόγητα τη δημοσίευση και θεώρηση των αποφάσεων που εκδίδει, καθώς και εισαγγελικός λειτουργός ο οποίος καθυστερεί αδικαιολόγητα την επεξεργασία των δικογραφιών που του ανατίθενται, εκτός αν το οικείο συμβούλιο αιτιολογήσει ειδικά τους λόγους της κατά παρέκκλιση προαγωγής. Αδικαιολόγητη είναι η καθυστέρηση όταν: α) οι αποφάσεις δεν δημοσιεύονται μέσα σε διάστημα έξι μηνών από τη συζήτηση ή μέσα στις ειδικότερες προθεσμίες που ορίζει ο Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας, ο Κώδικας Διοικητικής Δικονομίας ή οι οικείες ειδικές διατάξεις για το Συμβούλιο της Επικρατείας και το Ελεγκτικό Συνέδριο, β) προκειμένου για υποθέσεις ασφαλιστικών, όταν οι αποφάσεις δεν εκδίδονται μέσα σε ένα μήνα, γ) προκειμένου για θεωρήσεις όταν αυτές γίνονται πέρα από ένα μήνα, δ) προκειμένου για εισαγγελικούς λειτουργούς όταν η επεξεργασία και μη επιστροφή των δικογραφιών καθυστερεί πέρα από τέσσερις μήνες.
10. Μη προακτέος κρίνεται ο δικαστικός λειτουργός ο οποίος έχει τιμωρηθεί πειθαρχικά σε οποιαδήποτε ποινή για καθυστέρηση στην εν γένει εκτέλεση των καθηκόντων του, τουλάχιστον δύο φορές την τελευταία επταετία.»
Σχετική με το θέμα η από 30.8.2018 ερώτηση κοινοβουλευτικού ελέγχου του Αντιπροέδρου της Βουλής και Βουλευτή Α΄ Αθηνών (ΝΔ) κ. Νικήτα Κακλαμάνη («Καθυστερήσεις στην επιλογή νέου Προέδρου του ΣτΕ»):
https://www.hellenicparliament.gr/UserFiles/c0d5184d-7550-4265-8e0b-078e1bc7375a/10818514.pdf
___________________
ΚΩΔΙΚΑΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ
Αρθρο:
49
Ημ/νία:
14.07.2014
Ημ/νία Ισχύος:
16.09.1988
Περιγραφή όρου θησαυρού:
ΜΕΤΑΘΕΣΕΙΣ-ΑΠΟΣΠΑΣΕΙΣ-ΜΕΤΑΤΑΞΕΙΣ-ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΕΙΣ ΔΙΚΑΣΤΩΝ
Τίτλος Αρθρου
Τοποθετήσεις - προαγωγές.
Σχόλια
Το πρώτο εδάφιο της παρ. 2 αντικαταστάθηκε με το άρθρο 7 παρ. 5 του Ν. 1868/1989, ΦΕΚ Α 230.Η παρ. 3 τροποποιήθηκε με το άρθρο 7 παρ. 6 του Ν. 1868/1989, ΦΕΚ Α 230.Η παρ.6 καταργήθηκε με την παρ.2 του άρθρου 23 του Ν.2172/1993 (ΦΕΚ Α 207) - Η παρ. 3 του παρόντος τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 του ν. 3841/2010 ΦΕΚ Α 55/6.4.2010. =========================================== - Η παρ. 5 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε και οι παρ. 6, 7, 8, 9 και 10 προστέθηκαν με το άρθρο 93 του ν. 4055/2012 (Α΄ 51/12.3.2012), ενώ σύμφωνα με το άρθρο 113 του ιδίου νόμου, η τροποποίηση και οι προσθήκες ισχύουν από 2.4.2012. ==================================================== - Το πρώτο εδάφιο της παρ. 2 του παρόντος τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με με το άρθρο 36 του ν. 4274/2014 (ΦΕΚ Α’ 147/14.7.2014).
Κείμενο Αρθρου
Κεφάλαιο Ε'.
Υπηρεσιακές μεταβολές.
1. Οι τοποθετήσεις των διοριζόμενων ή προαγόμενων δικαστικών λειτουργών, οι μεταθέσεις, μετατάξεις και αποσπάσεις τους ενεργούνται με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται, ύστερα από απόφαση του οικείου Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου. Εως την επίδοση του σχετικού με την υπηρεσιακή μεταβολή εγγράφου οι δικαστικοί λειτουργοί εγκύρως ασκούν τα καθήκοντα της θέσης και του βαθμού που κατέχουν.
2. «Οι προαγωγές των δικαστικών λειτουργών μέχρι το βαθμό του συμβούλου Επικρατείας, του αρεοπαγίτη και του αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, του συμβούλου και του αντεπιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου και του επιτρόπου της Επικρατείας των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, καθώς και ο διορισμός σε θέση αντεπιτρόπου της Επικρατείας των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, ενεργούνται με προεδρικό διάταγμα, ύστερα από απόφαση του οικείου Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου.» Η απόφαση του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου προκαλείται με ερώτημα του Υπουργού, μέσα σε δύο μήνες από την κένωση ή την κατανομή νέων θέσεων στα οικεία δικαστήρια ή εισαγγελίες και η προαγωγή του δικαστικού λειτουργού ανατρέχει στη λήξη της δίμηνης προθεσμίας από την κατανομή ή αφότου κενωθεί η θέση. Ειδικά για την πλήρωση των κενών που προβλέπεται ότι θα προκύψουν στις 30 Ιουνίου κάθε έτους το ερώτημα αποστέλλεται το αργότερο εντός του Μαίου.
«3. α) Οι προαγωγές στις θέσεις του Προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, του Προέδρου και του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, του Προέδρου και του Γενικού Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου ενεργούνται με προεδρικό διάταγμα μετά από πρόταση του Υπουργικού Συμβουλίου. Το Υπουργικό Συμβούλιο, ύστερα από γνώμη της Διάσκεψης των Προέδρων της Βουλής και εισήγηση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, επιλέγει τους προαγόμενους μεταξύ εκείνων που έχουν τα νόμιμα προσόντα. Η γνώμη της Διάσκεψης των Προέδρων ζητείται από τον παραπάνω Υπουργό και δεν τον δεσμεύει κατά τη διατύπωση της εισήγησης του προς το Υπουργικό Συμβούλιο. β) Πριν ζητηθεί η γνώμη της Διάσκεψης των Προέδρων της Βουλής, το Υπουργικό Συμβούλιο με εισήγηση του ως άνω Υπουργού προεπιλέγει έξι από τους δικαστικούς λειτουργούς που έχουν τα τυπικά προσόντα κατά περίπτωση. Όταν ενεργούνται προαγωγές δικαστικών λειτουργών ταυτόχρονα για τις θέσεις του Προέδρου και του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου ή του Προέδρου και του Γενικού Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου, μπορεί να προεπιλέγονται οι ίδιοι δικαστικοί λειτουργοί σε αριθμό όχι μεγαλύτερο των τριών. Στη συνέχεια, ο ίδιος Υπουργός απευθύνεται στη Διάσκεψη των Προέδρων της Βουλής, η οποία μετά από ακρόαση των υποψηφίων, με επιδίωξη ομοφωνίας ή πάντως με πλειοψηφία τουλάχιστον των τεσσάρων πέμπτων των μελών της, εκφράζει γνώμη προτείνοντας τρεις δικαστικούς λειτουργούς μεταξύ των έξι προεπιλεγέντων κατά περίπτωση. γ) Η διάταξη της περίπτωσης α' της παραγράφου αυτής εφαρμόζεται και για τις προαγωγές στις θέσεις των Αντιπροέδρων του Συμβουλίου της Επικρατείας, του Αρείου Πάγου και του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Πριν ζητηθεί η γνώμη της Διάσκεψης των Προέδρων της Βουλής, το Υπουργικό Συμβούλιο, ύστερα από εισήγηση του ως άνω Υπουργού, προεπιλεγεί, όταν η προς πλήρωση θέση είναι μία, έξι από τους δικαστικούς λειτουργούς που έχουν τα τυπικά προσόντα. Για καθεμία επιπλέον θέση, ο αριθμός των προεπιλεγόμενών αυξάνεται κατά δύο. Στη συνέχεια, ο Υπουργός απευθύνεται στη Διάσκεψη των Προέδρων της Βουλής, η οποία, μετά από ακρόαση των υποψηφίων, εκφράζει, με επιδίωξη ομοφωνίας ή πάντως με πλειοψηφία τουλάχιστον των τεσσάρων πέμπτων των μελών της, γνώμη προτείνοντας αριθμό δικαστικών λειτουργών ίσο προς το ήμισυ των προ-επιλεγέντων. δ) Για την πλήρωση των θέσεων, οι οποίες πρόκειται να μείνουν κενές στις 30 Ιουνίου κάθε έτους, ο ως άνω Υπουργός κινεί τις διαδικασίες που ορίζονται στις διατάξεις των προηγούμενων περιπτώσεων της παραγράφου αυτής το αργότερο ως το τέλος Απριλίου. Σε περίπτωση που για οποιονδήποτε λόγο κενωθεί κάποια από τις παραπάνω θέσεις κατά τη διάρκεια του δικαστικού έτους, η διαδικασία κινείται μέσα σε δύο μήνες από την κένωση της θέσης και η προαγωγή του δικαστικού λειτουργού ανατρέχει στη λήξη της δίμηνης αυτής προθεσμίας. ε) Η γνώμη της Διάσκεψης των Προέδρων της Βουλής παρέχεται μέσα σε δύο μήνες από τότε που ζητήθηκε και αφορά πάντοτε αριθμό δικαστικών λειτουργών που δεν μπορεί να είναι μικρότερος ή μεγαλύτερος του αριθμού που ορίζεται από τις διατάξεις των περιπτώσεων β ' και γ ' της παραγράφου αυτής. Η διαδικασία για την προαγωγή δικαστικού λειτουργού μπορεί να συνεχιστεί και χωρίς την παραπάνω γνώμη, αν για οποιονδήποτε λόγο παρέλθει άπρακτη η δίμηνη προθεσμία. Η γνώμη της Διάσκεψης των Προέδρων μπορεί να παραλειφθεί, αν δεν είναι δυνατή η σύγκληση της λόγω διάλυσης της Βουλής ή για οποιονδήποτε άλλο νόμιμο λόγο.»
4. Για την προαγωγή δικαστικού λειτουργού σε ανώτερο βαθμό απαιτούνται:
α) Η ύπαρξη κενής θέσης ανώτερου βαθμού, εφ' όσον οι θέσεις είναι οργανικά διακεκριμένες.
β) Η συμπλήρωση του νόμιμου χρόνου παραμονής στον κατεχόμενο βαθμό. Στο χρόνο αυτόν δεν υπολογίζεται ο χρόνος διαθεσιμότητας, προσωρινής παύσης, αδικαιολόγητης αποχής από τα καθήκοντα λόγω της οποίας επιβλήθηκε τελεσίδικα πειθαρχική ποινή και ο χρόνος αργίας.
γ) Η συνδρομή των ουσιαστικών προσόντων που απαιτούνται για τον ανώτερο βαθμό.
«5. Η προαγωγή στους βαθμούς του συμβούλου της Επικρατείας, του αρεοπαγίτη, του αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, του συμβούλου και αντεπιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου, του επιτρόπου και αντεπιτρόπου των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, του προέδρου και εισαγγελέα εφετών των πολιτικών και ποινικών δικαστηρίων και του προέδρου εφετών των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, γίνεται κατ' απόλυτη εκλογή και προϋποθέτει την ύπαρξη εξαιρετικών προσόντων στο πρόσωπο των ανωτέρω δικαστικών λειτουργών που έχουν τα τυπικά προσόντα. Ως ουσιαστικά προσόντα αξιολογούνται ιδίως, το ήθος, το σθένος, η κρίση και αντίληψη, η ποσοτική και ποιοτική απόδοση, η επιστημονική κατάρτιση και η κοινωνική παράσταση.
6. Κατ' απόλυτη εκλογή κρίνονται και οι λοιποί δικαστικοί λειτουργοί, εκτός από αυτούς που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο, οι οποίοι συγκεντρώνουν σε ιδιαίτερα ικανό βαθμό τα πιο πάνω ουσιαστικά προσόντα και μπορούν να ανταποκριθούν πλήρως στα καθήκοντα του ανώτερου βαθμού.
7. Για την εκτίμηση των ουσιαστικών προσόντων των κρινομένων λαμβάνονται υπόψη οι εκθέσεις επιθεώρησης, οι ατομικοί φάκελοι και κάθε άλλο πρόσφορο στοιχείο.
8. Οι αποφάσεις του οικείου ανωτάτου δικαστικού συμβουλίου και της οικείας ολομέλειας πρέπει, σε κάθε περίπτωση, να είναι πλήρως αιτιολογημένες. Τα μέλη τους μπορούν να στηρίζουν αιτιολογημένα την κρίση τους και στην προσωπική τους αντίληψη ως προς την ικανότητα των κρινομένων για την απονομή της δικαιοσύνης και τα εν γένει προσόντα τους.
9. Δεν προάγεται στον επόμενο βαθμό δικαστής, ο οποίος καθυστερεί αδικαιολόγητα τη δημοσίευση και θεώρηση των αποφάσεων που εκδίδει, καθώς και εισαγγελικός λειτουργός ο οποίος καθυστερεί αδικαιολόγητα την επεξεργασία των δικογραφιών που του ανατίθενται, εκτός αν το οικείο συμβούλιο αιτιολογήσει ειδικά τους λόγους της κατά παρέκκλιση προαγωγής. Αδικαιολόγητη είναι η καθυστέρηση όταν: α) οι αποφάσεις δεν δημοσιεύονται μέσα σε διάστημα έξι μηνών από τη συζήτηση ή μέσα στις ειδικότερες προθεσμίες που ορίζει ο Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας, ο Κώδικας Διοικητικής Δικονομίας ή οι οικείες ειδικές διατάξεις για το Συμβούλιο της Επικρατείας και το Ελεγκτικό Συνέδριο, β) προκειμένου για υποθέσεις ασφαλιστικών, όταν οι αποφάσεις δεν εκδίδονται μέσα σε ένα μήνα, γ) προκειμένου για θεωρήσεις όταν αυτές γίνονται πέρα από ένα μήνα, δ) προκειμένου για εισαγγελικούς λειτουργούς όταν η επεξεργασία και μη επιστροφή των δικογραφιών καθυστερεί πέρα από τέσσερις μήνες.
10. Μη προακτέος κρίνεται ο δικαστικός λειτουργός ο οποίος έχει τιμωρηθεί πειθαρχικά σε οποιαδήποτε ποινή για καθυστέρηση στην εν γένει εκτέλεση των καθηκόντων του, τουλάχιστον δύο φορές την τελευταία επταετία.»
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου