ΑΝΤΙΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟΣ Ο ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΕΙΣΦΟΡΑΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΟ ΤΕΚΜΑΡΤΟ ΕΙΣΟΔΗΜΑ
Τη δυνατότητα να ζητήσουν την επιστροφή μέρους της εισφοράς αλληλεγγύης έχουν χιλιάδες φορολογούμενοι οι οποίοι πιάστηκαν τα δυο προηγούμενα χρόνια στην τσιμπίδα των τεκμηρίων διαβίωσης.
Το Συμβούλιο της Επικρατείας καταδίκασε το υπουργείο Οικονομικών για εφαρμογή αντισυνταγματικής διάταξης και συγκεκριμένα του υπολογισμού της εισφοράς αλληλεγγύης με βάση το τεκμαρτό εισόδημα ακόμη και στις περιπτώσεις που ο φορολογούμενος το καλύπτει επικαλούμενος ανάλωση κεφαλαίου που αποταμιεύθηκε ή συσσωρεύτηκε τα προηγούμενα έτη.
Πιο συγκεκριμένα, η διάταξη του 2011 με την οποία επιβλήθηκε η εισφορά αλληλεγγύης ορίζει ότι "2. Για την επιβολή της εισφοράς, λαμβάνεται υπόψη το ετήσιο συνολικό καθαρό ατομικό εισόδημα, πραγματικό ή τεκμαρτό, φορολογούμενο ή απαλλασσόμενο του φυσικού προσώπου ή σχολάζουσας κληρονομιάς. Tο τεκμαρτό εισόδημα λαμβάνεται υπόψη πριν από τις μειώσεις του άρθρου 19 του Κ.Φ.Ε.".
Για παράδειγμα, ένας φορολογούμενος είχε το 2014 ετήσιο πραγματικό εισόδημα 5.000 ευρώ και τεκμαρτό 20.000. Αν και ο ίδιος επικαλέστηκε ανάλωση κεφαλαίου προηγούμενων ετών ύψους 8.000 ευρώ, η εισφορά αλληλεγγύης για το έτος 2014 υπολογίστηκε για εισόδημα 20.000 ευρώ. Έτσι αντί να απαλλαγεί από την εισφορά η οποία έχει αφορολόγητο όριο 12.000 πλήρωσε τελικά το ποσό των 200 ευρώ.
Ωστόσο, με απόφαση του 2005, μετά από προσφυγές φορολογούμενων που δικαιώθηκαν, τα ποσά αυτά μπορούν να επιστραφούν αφού η εισφορά αλληλεγγύης θα πρέπει πλέον να υπολογίζεται με βάση το φορολογητέο εισόδημα, δηλαδή μετά από μειώσεις λόγω ανάλωσης κεφαλαίου.
Όσοι φορολογούμενοι έχουν χρεωθεί υψηλότερη εισφορά αλληλεγγύης έχουν τη δυνατότητα να ζητήσουν την επιστροφή της για τα οικονομικά έτη 2014 και 2015, καθώς η απόφαση του ΣτΕ αφορά αυτά τα έτη και τα επόμενα. Η αίτηση της επιστροφής κατατίθεται στην αρμόδια εφορία που υπάγεται ο φορολογούμενος και υπάρχουν δυο πιθανότητες. Η πρώτη, εφόσον η εφορία δεν εκδώσει νέο εκκαθαριστικό με τη μειωμένη εισφορά θα πρέπει εντός 30 ημερών ο φορολογούμενος να προσφύγει στην Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών (ΔΕΔ) της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων όπου θα δικαιωθεί και θα του επιστραφούν τα χρήματα. Στην περίπτωση που η εφορία εκδώσει νέο εκκαθαριστικό που δεν θα περιλαμβάνει τη μείωση της εισφοράς θα πρέπει πάλι εντός 30 ημερών από την έκδοση του νέου εκκαθαριστικού να προσφύγει στην ΔΕΔ.
Να σημειωθεί ότι δεν είναι η πρώτη φορά που το υπουργείο Οικονομικών καταδικάζεται από το ΣτΕ λόγω παράνομης υπερφορολόγησης. Έχουν προηγηθεί δεκάδες αποφάσεις με τις πιο πρόσφατες να αφορούν σε υπερβολικές αντικειμενικές αξίες σε τέσσερις δήμους της χώρας και στην αντισυνταγματικότητα της πρακτικής συνεχών παρατάσεων στην παραγραφή φορολογικών υποθέσεων.
Τη δυνατότητα να ζητήσουν την επιστροφή μέρους της εισφοράς αλληλεγγύης έχουν χιλιάδες φορολογούμενοι οι οποίοι πιάστηκαν τα δυο προηγούμενα χρόνια στην τσιμπίδα των τεκμηρίων διαβίωσης.
Πιο συγκεκριμένα, η διάταξη του 2011 με την οποία επιβλήθηκε η εισφορά αλληλεγγύης ορίζει ότι "2. Για την επιβολή της εισφοράς, λαμβάνεται υπόψη το ετήσιο συνολικό καθαρό ατομικό εισόδημα, πραγματικό ή τεκμαρτό, φορολογούμενο ή απαλλασσόμενο του φυσικού προσώπου ή σχολάζουσας κληρονομιάς. Tο τεκμαρτό εισόδημα λαμβάνεται υπόψη πριν από τις μειώσεις του άρθρου 19 του Κ.Φ.Ε.".
Για παράδειγμα, ένας φορολογούμενος είχε το 2014 ετήσιο πραγματικό εισόδημα 5.000 ευρώ και τεκμαρτό 20.000. Αν και ο ίδιος επικαλέστηκε ανάλωση κεφαλαίου προηγούμενων ετών ύψους 8.000 ευρώ, η εισφορά αλληλεγγύης για το έτος 2014 υπολογίστηκε για εισόδημα 20.000 ευρώ. Έτσι αντί να απαλλαγεί από την εισφορά η οποία έχει αφορολόγητο όριο 12.000 πλήρωσε τελικά το ποσό των 200 ευρώ.
Ωστόσο, με απόφαση του 2005, μετά από προσφυγές φορολογούμενων που δικαιώθηκαν, τα ποσά αυτά μπορούν να επιστραφούν αφού η εισφορά αλληλεγγύης θα πρέπει πλέον να υπολογίζεται με βάση το φορολογητέο εισόδημα, δηλαδή μετά από μειώσεις λόγω ανάλωσης κεφαλαίου.
Όσοι φορολογούμενοι έχουν χρεωθεί υψηλότερη εισφορά αλληλεγγύης έχουν τη δυνατότητα να ζητήσουν την επιστροφή της για τα οικονομικά έτη 2014 και 2015, καθώς η απόφαση του ΣτΕ αφορά αυτά τα έτη και τα επόμενα. Η αίτηση της επιστροφής κατατίθεται στην αρμόδια εφορία που υπάγεται ο φορολογούμενος και υπάρχουν δυο πιθανότητες. Η πρώτη, εφόσον η εφορία δεν εκδώσει νέο εκκαθαριστικό με τη μειωμένη εισφορά θα πρέπει εντός 30 ημερών ο φορολογούμενος να προσφύγει στην Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών (ΔΕΔ) της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων όπου θα δικαιωθεί και θα του επιστραφούν τα χρήματα. Στην περίπτωση που η εφορία εκδώσει νέο εκκαθαριστικό που δεν θα περιλαμβάνει τη μείωση της εισφοράς θα πρέπει πάλι εντός 30 ημερών από την έκδοση του νέου εκκαθαριστικού να προσφύγει στην ΔΕΔ.
Να σημειωθεί ότι δεν είναι η πρώτη φορά που το υπουργείο Οικονομικών καταδικάζεται από το ΣτΕ λόγω παράνομης υπερφορολόγησης. Έχουν προηγηθεί δεκάδες αποφάσεις με τις πιο πρόσφατες να αφορούν σε υπερβολικές αντικειμενικές αξίες σε τέσσερις δήμους της χώρας και στην αντισυνταγματικότητα της πρακτικής συνεχών παρατάσεων στην παραγραφή φορολογικών υποθέσεων.
πηγη: capital.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου