Οι τραπεζίτες κατέχουν ολόκληρη τη γη – την οποία όμως, εάν τους την αφαιρέσει κανείς, αφήνοντας τους τη δυνατότητα να δημιουργούν με τον ίδιο τρόπο χρήματα, μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα θα έχουν αρκετά κεφάλαια για να την αγοράσουν ξανά.
Ανάλυση
Οι περισσότεροι απλοί άνθρωποι, οι επιστήμονες, οι καλλιτέχνες, οι αθλητές, εμείς που γράφουμε, ιδίως δε οι πολιτικοί, διεκδικούν από το περιβάλλον τους δύο βασικά πράγματα: την αγάπη, καθώς επίσης την επιβεβαίωση πως είναι σημαντικοί, ότι αξίζουν.
Ακριβώς για το λόγο αυτό αγωνίζονται να επιτύχουν σε όλη τους τη ζωή ή/και τρέχουν στις τηλεοράσεις, όταν τους δίνεται η ευκαιρία – με στόχο να προβάλλουν τα επιτεύγματα τους ή τις έξυπνες σκέψεις τους, εισπράττοντας την εκτίμηση, καθώς επίσης την αποδοχή της κοινωνίας.
Σε πλήρη αντίθεση όμως με όλους τους άλλους ανθρώπους, η ελίτ του χρήματος επιδιώκει ένα και μοναδικό πράγμα: την αύξηση της δύναμης της, έτσι ώστε να επιβάλλει την κυριαρχία της στις «μάζες» – να κινεί τα νήματα δηλαδή, παραμένοντας στο παρασκήνιο, μακριά από τα βλέμματα του κόσμου.
Για την ίδια, τα χρήματα δεν είναι απλά ένα μέσο ανταλλαγής, ενώ δεν επιδιώκει με τη βοήθεια τους μόνο τη συσσώρευση πλούτου – αφού τα χρησιμοποιεί για την καταπίεση των υπολοίπων, με στόχο την πλήρη υποδούλωση τους. Ορισμένα τώρα από τα εργαλεία που χρησιμοποιεί έμμεσα η ελίτ, για την επίτευξη των στόχων της, είναι τα παρακάτω:
Τα συνταξιοδοτικά ταμεία
Τα ταμεία αυτά είναι οι κυριότεροι «συντελεστές» των χρηματαγορών, αφού διαθέτουν κεφάλαια υψηλότερα των 100-200 δις $ το κάθε ένα, τα οποία επενδύουν σε σταθερή βάση. Η συνολική τους δυναμικότητα, τα κεφάλαια καλύτερα που επενδύουν διεθνώς, υπολογίζονται στα 30 τρις $ – ένα ποσόν δηλαδή που ξεπερνάει το σύνολο αυτού που διαθέτουν όλοι οι υπόλοιποι επενδυτές μαζί, όπως οι ασφαλιστικές εταιρείες, οι συναλλαγματικές ρεζέρβες των κρατών και τα Hedge Funds.
Περαιτέρω, τα ταμεία είναι κυρίως κρατικές ή ημικρατικές οργανώσεις, οι οποίες διαχειρίζονται τα χρήματα των συντάξεων των εργαζομένων (ουσιαστικά δηλαδή οι εργαζόμενοι, οι οποίοι κατηγορούν συνεχώς το Κεφάλαιο, απειλούνται από τα ίδια τους τα χρήματα, τα οποία το «συνθέτουν»).
Η περιουσία των ταμείων μπορεί να είναι στην ιδιοκτησία του εργοδότη, ή να έχει δική της νομική υπόσταση. Στην περίπτωση που το συνταξιοδοτικό ταμείο έχει δική του νομική υπόσταση, μπορεί να «χρησιμοποιείται» από πολλούς εργοδότες μαζί.
Κατ’ αυτόν τον τρόπο, τα ταμεία ευρίσκονται δυστυχώς σε ανταγωνισμό μεταξύ τους, όπως ακριβώς συμβαίνει και με άλλες επενδυτικές εταιρείες. Έτσι, παρατηρείται συχνά το γεγονός να αποσύρει ένας εργοδότης την περιουσία των εργαζομένων του από ένα συνταξιοδοτικό ταμείο, τοποθετώντας την σε κάποιο άλλο, από το οποίο αναμένει υψηλότερες αποδόσεις. Κάποιες φορές βέβαια χάνονται χρήματα – όπως διαπιστώσαμε στην Ελλάδα, με τις γνωστές μας «επενδύσεις» των συνταξιοδοτικών ταμείων, σε δομημένα προϊόντα.
Ολοκληρώνοντας το θέμα των ταμείων, θεωρούμε ότι η μεγαλύτερη «πληγή» του χρηματοπιστωτικού συστήματος, είναι η αναζήτηση διαρκώς μεγαλύτερης, καθώς επίσης βραχυπρόθεσμης κερδοφορίας. Μέσα από αυτήν την αντίληψη, τα χρήματα δεν επενδύονται, όπως οφείλουν, στην πραγματική οικονομία – οπότε όχι μόνο δεν δημιουργείται «θεμελιώδης» ανάπτυξη, ταυτόχρονα με νέες θέσεις εργασίας, αλλά αποσταθεροποιείται εντελώς το σύστημα.
Τα κεφάλαια αντιστάθμισης κινδύνων
Τα «hedge funds» αποτελούν ένα ιδιαίτερο είδος επενδυτικών κεφαλαίων, τα οποία διακρίνονται από έντονα κερδοσκοπικές τοποθετήσεις – προσφέροντας μεγάλες ευκαιρίες, σε συνδυασμό με εξίσου μεγάλους κινδύνους. Το τυπικό χαρακτηριστικό ενός hedge fund είναι η χρήση παραγώγων προϊόντων, καθώς επίσης ανοιχτών πωλήσεων. Ακριβώς εδώ οφείλεται η «παραπλανητική» ονομασία τους, αφού η ύπαρξη των συγκεκριμένων χρηματοπιστωτικών προϊόντων, επιτρέπει την ασφάλιση (hedging) των επενδύσεων σε μετοχές ή σε άλλα αξιόγραφα.
Για παράδειγμα, εάν αγοράσει κάποιος μετοχές, ευελπιστώντας στην άνοδο της τιμής τους, έχει τη δυνατότητα να ασφαλισθεί απέναντι σε ενδεχόμενη πτώση τους – εάν ταυτόχρονα συνάψει ένα «πτωτικό» συμβόλαιο παραγώγων ή πουλήσει κάποιες άλλες, αφού προηγουμένως τις δανειστεί από τον ιδιοκτήτη τους.
Το πρώτο επενδυτικό κεφάλαιο αυτού του είδους ιδρύθηκε το 1949 από τον κ. W. Jones, ο οποίος πούλησε «ανοιχτά» μετοχές που δανείσθηκε από τους ιδιοκτήτες τους (επιβαρυνόμενος με τόκους), για να τις αγοράσει αργότερα σε χαμηλότερη τιμή (προφανώς, περίμενε πτώση της τιμής τους) και να τις επιστρέψει – κερδίζοντας τη διαφορά. Ο Jones, με τα χρήματα που εισέπραξε από τις μετοχές που πούλησε, αγόρασε άλλες, για τις οποίες ανέμενε άνοδο της τιμής τους.
Έτσι «εφευρέθηκε» η πρώτη στρατηγική των επενδυτικών κεφαλαίων (Long-Short), για την οποία δεν απαιτούνταν ουσιαστικά κεφάλαια, αλλά «εμπορική πίστη». Εάν δηλαδή ο ιδιοκτήτης των μετοχών τις δάνειζε στον αγοραστή, εμπιστευόμενος ότι θα του τις επέστρεφε αργότερα, οι κεφαλαιακές ανάγκες του αγοραστή θα ήταν μηδενικές.
Για την «εκπλήρωση» αυτής της στρατηγικής απαιτείται η εύρεση μετοχών, η τιμή των οποίων θα μειωθεί εντός ενός ορισμένου χρονικού διαστήματος, καθώς επίσης άλλων αξιών (εμπορευμάτων, μετοχών κλπ), η τιμή των οποίων θα αυξηθεί εντός του ιδίου χρονικού διαστήματος. Η διπλή αυτή δυνατότητα επίτευξης κέρδους, η οποία δεν απαιτεί ουσιαστικά κεφάλαια, εφόσον επιβεβαιωθούν οι προβλέψεις, είχε σαν αποτέλεσμα το να αναπτυχθεί ο συγκεκριμένος τομέας, ο οποίος τα τελευταία χρόνια άνθισε σε μεγάλο βαθμό.
Έτσι, στα τέλη του 2006, ο συνολικός αριθμός των hedge funds ανήλθε στα 9.000 – με ίδια κεφάλαια ύψους περί το 1,5 τρις $. Γνωρίζοντας βέβαια πως αυτά τα κεφάλαια είναι ουσιαστικά εγγυήσεις για τις αγοραπωλησίες εκ μέρους τους, καθώς επίσης ότι οι επενδύσεις των hedge funds είναι πολλαπλάσιες των χρημάτων που διαθέτουν, καταλήγουμε πραγματικά σε ένα τεράστιο ποσόν, το οποίο κινείται σχεδόν καθημερινά, με απίστευτες ταχύτητες, αλλάζοντας συνεχώς την εικόνα ολόκληρου του πλανήτη (στις διεθνείς αγορές συναλλάγματος, διακινούνται σε καθημερινή βάση πάνω από 3,5 τρις $ – κυρίως στις ισοτιμίες δολαρίου και ευρώ).
Τα Hedge funds έχουν συνήθως έδρα σε φορολογικούς παραδείσους (το 63% στις νήσους Cayman),πληρώνοντας (εάν) μηδαμινούς φόρους, ενώ οι διαχειριστές τους στεγάζονται κυρίως στη Νέα Υόρκη (το 36%) και στο Λονδίνο (το 21%). Η αμοιβή των διαχειριστών ακολουθεί τον κανόνα 2/20, ο οποίος σημαίνει ότι εισπράττουν 2% σταθερά επί των συνολικών κεφαλαίων που «εποπτεύουν», συν 20% μερίδιο επί των ετησίων κερδών.
Σήμερα τα κεφάλαια αυτά έχουν αναπτύξει τις στρατηγικές τους σε μεγάλο βαθμό, κυρίως με τη βοήθεια μαθηματικών προγραμμάτων και Η/Υ – θεωρείται δε ότι, το 95% των «συναλλαγών» διευθετείται αυτόματα, από τους Η/Υ. Επίσης, επενδύουν σε αξίες κάθε είδους, όπως στις αγορές συναλλάγματος, σε εμπορεύματα, σε επιτόκια, σε μετοχές, σε ομόλογα κλπ, τα οποία διαπραγματεύονται με απίστευτες μεθόδους.
Η μέθοδοι επίθεσης
Μέχρι μία συγκεκριμένη χρονική περίοδο, η οποία ουσιαστικά οριοθετείται από την επίθεση του επενδυτικού κεφαλαίου του Soros στη βρετανική στερλίνα (1992), τα hedge funds προσπαθούσαν να προβλέψουν την αγορά, επενδύοντας στις «τάσεις» της. Αφού λοιπόν προέβλεπαν κάποιες αδυναμίες της αγοράς (κρατών, επιχειρήσεων κλπ), ακολουθούσαν μία μέθοδο, η οποία ήταν απλή μεν στη σύλληψη, αλλά εξαιρετικά πολύπλοκη στην εκτέλεση της.
Για παράδειγμα, όταν η Μ. Βρετανία είχε ενταχθεί, το 1990, στον ευρωπαϊκό μηχανισμό συναλλαγματικών ισοτιμιών, σε έναν ενδιάμεσο σταθμό δηλαδή της πορείας προς το ενιαίο ευρωπαϊκό νόμισμα, ο οποίος απαιτούσε σταθερές ισοτιμίες, διαπιστώθηκε βαθιά ύφεση στην οικονομία της (οφειλόμενη πιθανότατα στα υψηλά επιτόκια της Γερμανίας).
Τότε ο G.Soros, προβλέποντας την έξοδο της από το μηχανισμό, σαν αποτέλεσμα αφενός μεν της ένταξης της με υψηλή ισοτιμία, αφετέρου της λαϊκής δυσαρέσκειας, εξασφάλισε μυστικά πιστωτικά όρια, τα οποία του επέτρεπαν να δανεισθεί 15 δις στερλίνες, μετατρέποντας τες σε δολάρια κατά βούληση.
Αφού λοιπόν έλαβε ανατιμητικές θέσεις στο δολάριο και υποτιμητικές στη στερλίνα, προέβαλλε επιδεικτικά, με συνεχείς συνεντεύξεις και με άλλους τρόπους, το ότι είχε «στοιχηματίσει» στην πτώση του βρετανικού νομίσματος – συμπαρασύροντας σε αντίστοιχες ενέργειες πολλούς άλλους επενδυτές.
Τελικά, παρά το ότι η βρετανική κεντρική τράπεζα διέθεσε άμεσα 50 δις $ για τη στήριξη της ισοτιμίας του νομίσματος της, αυξάνοντας ταυτόχρονα τα επιτόκια δανεισμού, αναγκάσθηκε να εγκαταλείψει το μηχανισμό και να αφήσει ελεύθερη τη διακύμανση της τιμής της στερλίνας – η οποία φυσικά υποτιμήθηκε, ενώ ο Soros κέρδισε περί το 1 δις $.
Αργότερα, επαναλήφθηκε το ίδιο στην Ταϊλάνδη, προκαλώντας την ασιατική κρίση και διευκολύνοντας την καταστροφική έλευση του ΔΝΤ στην ευρύτερη περιοχή – ενώ τόσο η «κρίση», όσο και το ΔΝΤ, επεκτάθηκαν στη Ρωσία και στη Ν. Αμερική.
Έκτοτε όμως, γεγονός που είναι πλέον ολοφάνερο σήμερα, έχουν πάψει να αρκούνται στις προβλέψεις, οι οποίες είναι συνδεδεμένες με μεγάλο ρίσκο. Κατά την άποψη πολλών ειδικών του χώρου, τα hedge funds, σε συνεργασία μεταξύ τους (καρτέλ), λειτουργούν άκρως επιθετικά, δημιουργώντας κρίσεις .
Επειδή δε η κερδοφορία τους προέρχεται κυρίως από τις συνεχείς διακυμάνσεις (volatility) της αγοράς, είτε ανοδικές, είτε καθοδικές, επιδιώκουν με κάθε τρόπο την αστάθεια του συστήματος – σε όλο και περισσότερους τομείς. Έτσι, δεν αρκούνται πλέον μόνο στα χρηματιστήρια μετοχών και εμπορευμάτων, αλλά επεκτείνονται ραγδαία σε πολλές άλλες «περιοχές», όπως στα ομόλογα των κρατών.
Στην προσπάθεια τους αυτή, φαίνεται ότι συμβάλλουν οι μεγάλες τράπεζες, αλλά και πολλοί άλλοι «οργανισμοί», είτε προκαταρκτικά με τη βοήθεια διαφόρων ΜΜΕ, οικονομολόγων διεθνούς κύρους κλπ, είτε εκ των υστέρων.
Ειδικά σήμερα, όπου η πραγματική οικονομία στις δυτικές χώρες υποχωρεί ασταμάτητα, ενώ διευρύνονται οι οικονομικές συρράξεις μεταξύ των κρατών, οι οποίες συμβάλλουν τα μέγιστα στην προωθούμενη διαρκή αστάθεια του συστήματος, τα hedge funds, «συνεπικουρούμενα» πάντοτε από τις υπερμεγέθεις τράπεζες και τα ταμεία, φαίνεται να διαδραματίζουν επιπροσθέτως έναν «εθνικό» ρόλο.
Μεταφορικά, θα τα παρομοίαζε κανείς με τα καταδιωκτικά αεροπλάνα του 2ου παγκοσμίου πολέμου, τα οποία συνοδεύουν τα βομβαρδιστικά (τράπεζες) στις επιθέσεις τους εναντίον του εχθρού, οι οποίες ξεκινούν από τα τεράστια αεροπλανοφόρα (συνταξιοδοτικά ταμεία) που είναι σταθμευμένα σε απόσταση ασφαλείας.
Ακολουθούνται δε από τις «δυνάμεις κατοχής» (Παγκόσμια Τράπεζα, ΔΝΤ), οι οποίες εγκαθίστανται στα εδάφη των ηττημένων, εξαθλιώνοντας τους Πολίτες τους – απορροφώντας τόσο τη δημόσια, όσο και την ιδιωτική τους περιουσία, με τελικό αποδέκτη τη διεθνή ελίτ.
Επίλογος
Στο σχετικά πρόσφατο παρελθόν, το 2010, η Ελλάδα δέχθηκε την επίθεση των παραπάνω κερδοσκόπων με μία άλλη μέθοδο – με τα CDS, με τα οποία ασφαλίζει κανείς το σπίτι του γείτονα, έχοντας ως εκ τούτου κάθε συμφέρον να το κάψει ο ίδιος.Συνεργός τους δε ήταν η ίδια η κυβέρνηση της, η οποία ανέλαβε το διεθνή διασυρμό της, με δηλώσεις που αφορούσαν τους φοροφυγάδες Έλληνες κλπ., σε συνεργασία με την ΕΛΣΤΑΤ – με αποτέλεσμα στη συνέχεια να χρεοκοπήσει, προικίζοντας τους κερδοσκόπους με τεράστια ποσά.
Σήμερα δέχονται επιθέσεις οι χώρες των BRICS, καθώς επίσης οι σύμμαχοι τους, όπως η Τουρκία και το Ιράν – αυτή τη φορά με τη βοήθεια των Η.Π.Α. που τις έχουν τοποθετήσει στο στόχαστρο, επιβάλλοντας δασμούς ή ότι άλλο. Τα ποσά που εισπράττουν εν προκειμένω οι κερδοσκόποι, στοιχηματίζοντας στην υποτίμηση των νομισμάτων τους, στην πτώση των χρηματιστηρίων τους, στην κατάρρευση των τραπεζών τους κοκ. είναι επίσης αστρονομικά – ενώ φυσικά έχουν εσωτερικοί πληροφόρηση, με αποτέλεσμα να τοποθετούνται πριν ακόμη γίνουν γνωστά τα μέτρα.
Το πλέον κωμικοτραγικό δε της όλης κατάστασης είναι το ότι, τα κράτη έχουν αφήσει στις αγορές την τήρηση των μέτρων που απαιτούν οι οικονομίες τους, για να εξυπηρετούν τα χρέη τους – με την έννοια πως το ύψος των επιτοκίων διαμορφώνεται ανάλογα με τη δημοσιονομική πειθαρχία τους, ενώ ανατρέπονται ακόμη και οι δημοκρατικά εκλεγμένες κυβερνήσεις εάν δεν σκύψουν το κεφάλι (Berlusconi στην Ιταλία κλπ.). Ολοκληρώνοντας, υπενθυμίζουμε τα εξής:
«Ο διοικητής της Τράπεζας της Αγγλίας, ένας από τους πλουσιότερους τότε ανθρώπους του κόσμου (1937), είχε πει πως το σύγχρονο τραπεζικό σύστημα δημιουργεί χρήματα από το πουθενά – ενώ η συγκεκριμένη διαδικασία είναι ίσως η πιο εντυπωσιακή εφεύρεση στην ιστορία της ανθρωπότητας.
Συνέχισε δε λέγοντας ότι, οι τραπεζίτες κατέχουν ολόκληρη τη γη – την οποία όμως, εάν τους την αφαιρέσει κανείς, αφήνοντας τους τη δυνατότητα να δημιουργούν με τον ίδιο τρόπο χρήματα, μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα θα έχουν αρκετά κεφάλαια για να την αγοράσουν ξανά.
Πράγματι τώρα, ακόμη και σήμερα, μία μικρή ομάδα ιδιωτών τραπεζιτών κυβερνάει μυστικά τον πλανήτη μας. Οι τραπεζίτες αυτοί δεν κατευθύνουν μόνο τη Fed ή την ΕΚΤ αλλά, επίσης, τις υπερεθνικές οργανώσεις – όπως τον ΟΗΕ, την Παγκόσμια Τράπεζα, το ΔΝΤ και την BIS, την κεντρική τράπεζα των κεντρικών τραπεζών.
Χειραγωγούν την τιμή του χρυσού και του ασημιού, τα διεθνή χρηματιστήρια, καθώς επίσης τις πανίσχυρες αγορές, έχοντας προκαλέσει σκόπιμα τη φούσκα των ακινήτων που την ακολούθησε η χρηματοπιστωτική κατάρρευση και η κρίση κρατικού χρέους στην Ευρωζώνη – οδηγώντας τον πλανήτη στο χάος. Ο αιώνιος στόχος της μικρής αυτής ελίτ του χρήματος, δεν είναι κάτι λιγότερο από την παγκόσμια κυριαρχία – την οποία ονομάζει ως μία «νέα τάξη πραγμάτων», θέλοντας να την επιβάλλει χωρίς κανέναν ηθικό ενδοιασμό, αδιαφορώντας εντελώς για το ύψος του τιμήματος.
Περαιτέρω, για περισσότερο από δύο αιώνες, η παγκόσμια οικονομία καταρρέει σε τακτά χρονικά διαστήματα – η συχνότητα των οποίων έχει αυξηθεί δραματικά τις τελευταίες δεκαετίες, με τη βοήθεια της νεοφιλελεύθερης πολιτικής που κυριάρχησε παντού.
Η αιτία είναι το ότι, μέσω των συγκεκριμένων κραχ μεταφέρονται ευκολότερα τα περιουσιακά στοιχεία από κάτω προς τα επάνω, στην παγκόσμια εισοδηματική πυραμίδα – ενώ οι μάζες πέφτουν στην ίδια «ταχυδακτυλουργική παγίδα» της ελίτ, ξανά και ξανά.
Η παγίδα αυτή λειτουργεί τόσο αποτελεσματικά, επειδή ελάχιστοι άνθρωποι κατανοούν τον τρόπο λειτουργίας του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Είναι άλλωστε με τέτοιο δύσκολο, ασαφή και αδιαφανή τρόπο κατασκευασμένο, ώστε να μην προσπαθεί κανείς να το καταλάβει – ενώ η ίδια η ανθρώπινη λογική αδυνατεί να το αφομοιώσει» (M. Morris).
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου