Γράφει ο Κυριάκος Τόμπρας
ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΗ Η ΙΔΕΑ ΥΙΟΘΕΤΗΣΗΣ ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΟΥ-ΠΑΡΑΛΛΗΛΟΥ ΝΟΜΙΣΜΑΤΟΣ, ΕΝΤΕΛΩΣ ΛΑΘΟΣ ΟΜΩΣ Η ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ
Τα παράλληλα νομίσματα είναι εξαιρετικές νομισματικές λύσεις και, σήμερα, κυκλοφορούν τουλάχιστον 40 εντός ΕΕ & ΕΖΕΣ !!!
ΚΑΝΕΝΑ ENΑΛΛΑΚΤΙΚΟ - ΠΑΡΑΛΛΗΛΟ ΝΟΜΙΣΜΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΕΚΠΕΦΡΑΣΜΕΝΟ ΣΤΟ ΕΠΙΣΗΜΟ, ΚΥΡΙΩΣ ΝΟΜΙΣΜΑ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ ΤΟΥ !!!
ΕΤΣΙ, ΤΟ ΘΕΜΕΛΙΩΔΕΣ ΛΑΘΟΣ ΤΟΥ Γ. ΒΑΡΟΥΦΑΚΗ ΗΤΑΝ ΟΤΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕ ΝΑ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΗΣΕΙ ΧΡΕΟΓΡΑΦΑ ΕΚΠΕΦΡΑΣΜΕΝΑ ΣΕ ΕΥΡΩ (IOU = ΥΠΟΣΧΕΤΙΚΕΣ) ΩΣ ΠΑΡΑΛΛΗΛΑ ΝΟΜΙΣΜΑΤΑ ΚΑΙ, ΜΑΛΙΣΤΑ, ΕΚΤΟΣ ΤΟΥ ΤΡΑΠΕΖΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ, ΤΗ ΣΤΙΓΜΗ ΠΟΥ ΑΥΤΑ ΔΕΝ ΜΠΟΡΟΥΝ ΑΠΟ ΤΗ ΦΥΣΗ ΤΟΥΣ ΝΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΟΥΝ ΝΟΜΙΣΜΑ, ΟΥΤΕ ΚΥΡΙΟ, ΟΥΤΕ ΠΑΡΑΛΛΗΛΟ, ΕΠΕΙΔΗ ΟΧΙ ΜΟΝΟ ΔΕΝ ΣΥΝΙΣΤΟΥΝ, ΑΛΛΑ ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ ΝΑ ΣΥΝΙΣΤΟΥΝ ΧΡΗΜΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ.
ΠΑΡΑΛΛΗΛΑ, ΕΠΕΙΔΗ ΤΑ IOU ΕΙΝΑΙ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΑ ΕΚ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΕΚΠΕΦΡΑΣΜΕΝΑ ΣΕ ΕΥΡΩ, ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΣΧΥΟΥΣΑ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ, ΤΗΝ ΕΚΤ & ΤΗΝ ΤτΕ ΝΑ ΚΥΚΛΟΦΟΡΟΥΝ ΩΣ ΥΠΟΚΑΤΑΣΤΑΤΑ ΤΟΥ ΧΡΗΜΑΤΟΣ, ΕΝΤΟΣ Ή ΕΚΤΟΣ ΤΟΥ ΕΠΙΣΗΜΟΥ ΤΡΑΠΕΖΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ.
Η ΙΔΙΑ ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΙΣΧΥΕΙ ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΙΣ ΤΡΑΠΕΖΙΚΕΣ ΕΠΙΤΑΓΕΣ ΑΠΟ ΤΟ ΝΟΜΟ ΠΕΡΙ ΕΠΙΤΑΓΩΝ.
ΣΤΗΝ ΕΕ, ΑΚΟΜΗ ΚΑΙ ΟΙ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΕΣ ΠΛΑΤΦΟΡΜΕΣ ΑΝΤΑΛΛΑΚΤΙΚΟΥ ΕΜΠΟΡΙΟΥ (πχ BARTERCARD), ΧΡΕΙΑΖΟΝΤΑΙ ΤΗΝ ΕΓΚΡΙΣΗ ΤΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΓΙΑ ΝΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΥΝ ΝΟΜΙΜΑ.
ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΗ Η ΙΔΕΑ ΤΟΥ ΠΑΡΑΛΛΗΛΟΥ ΝΟΜΙΣΜΑΤΟΣ, ΛΑΘΟΣ ΟΜΩΣ Η ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΠΟΥ ΕΠΕΛΕΞΕ Ο Γ. ΒΑΡΟΥΦΑΚΗΣ !!!
Η έκδοση και χρήση ενός εναλλακτικού νομίσματος, παράλληλα με το επίσημο νόμισμα, είναι μια λύση που τη συναντούμε σε διάφορες περιοχές στις Ηνωμένες Πολιτείες, την Αυστραλία, τη Μ. Βρετανία, την Ελβετία, τη Γερμανία, την Ιταλία, αλλά και σε άλλα μέρη του κόσμου.
Ειδικά στη Γερμανία, πέραν του ευρώ, σήμερα κυκλοφορούν περισσότερα από (20) είκοσι επιπλέον παράλληλα, τοπικά νομίσματα.
Ειδικά στη Γερμανία, πέραν του ευρώ, σήμερα κυκλοφορούν περισσότερα από (20) είκοσι επιπλέον παράλληλα, τοπικά νομίσματα.
Τα Γενικά Χαρακτηριστικά του Εναλλακτικού - Παράλληλου Νομίσματος
Το παράλληγλο νόμισμα εκδίδεται μόνο σε χαρτί (όχι κέρματα), πρέπει υποχρεωτικά να διαφέρει κατά πολύ από το επίσημο τραπεζογραμμάτιο της κυρίως νομισματικής κυκλοφορίας και να έχει υποδιαιρέσεις, ενώ απαγορεύεται ρητά να είναι εκπεφρασμένο στο επίσημο νόμισμα της νομισματικής κυκλοφορίας (πχ ευρώ).
Το παράλληγλο νόμισμα εκδίδεται μόνο σε χαρτί (όχι κέρματα), πρέπει υποχρεωτικά να διαφέρει κατά πολύ από το επίσημο τραπεζογραμμάτιο της κυρίως νομισματικής κυκλοφορίας και να έχει υποδιαιρέσεις, ενώ απαγορεύεται ρητά να είναι εκπεφρασμένο στο επίσημο νόμισμα της νομισματικής κυκλοφορίας (πχ ευρώ).
Κυκλοφορεί συνήθως τοπικά (τοπικό νόμισμα), πράγμα που σημαίνει ότι ο επισκέπτης στην πόλη ή περιοχή πρέπει να αγοράσει τοπικό νόμισμα πληρώνοντας με επίσημο νόμισμα.
Η αποδοχή του δεν είναι υποχρεωτική.
Όσοι το δέχονται το χρησιμοποιούν, γιατί έτσι κι αλλιώς δεν αποταμιεύεται με τόκο, ούτε μπορεί κανείς να το δανείσει με επιτόκιο.
Όσες επιχειρήσεις ή επαγγελματίες θέλουν να συμμετέχουν στο δίκτυο του τοπικού νομίσματος, αφ’ ενός αναλαμβάνουν την υποχρέωση να το στηρίξουν με τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες που παράγουν και αφ’ ετέρου συμμετέχουν στη λήψη αποφάσεων και στη διαχείριση του νομίσματος. Υπάρχουν μάλιστα και ορισμένες περιπτώσεις, όπου τοπικές τράπεζες δέχονται συναλλαγές σε τοπικό νόμισμα και το αντιμετωπίζουν όπως περίπου το ξένο συνάλλαγμα.
Την έκδοση και διαχείριση του νομίσματος και της κυκλοφορίας του έχει η Επιτροπή, η οποία εκλέγεται από όσους συμμετέχουν στην έκδοση του νομίσματος.
Το παράλληλο νόμισμα τίθεται σε κυκλοφορία με τη συμμετοχή κάθε νέου μέλους στο δίκτυο, δηλαδή κάθε νέο μέλος λαμβάνει μικρό ποσό νέων νομισμάτων για να αρχίσει τις συναλλαγές του.
Για να γίνει πιο ελκυστικό το τοπικό νόμισμα για επιχειρήσεις και επαγγελματίες, πέρα από τη διαφήμιση που λαμβάνουν μέσω του καταλόγου προϊόντων και υπηρεσιών που μπορούν να αποπληρωθούν με τοπικό νόμισμα και όχι με επίσημο, τους επιτρέπεται, εφόσον το επιθυμούν, να καθορίζουν την πληρωμή σε τοπικό νόμισμα μόνο μέχρι ένα ποσοστό της τιμής του προϊόντος/υπηρεσίας και το υπόλοιπο τίμημα να πληρώνεται κανονικά σε επίσημο νόμισμα. Το ποσοστό αυτό ανακοινώνεται επίσης στον κατάλογο προϊόντων και υπηρεσιών.
Οι νέες τεχνολογίες επιτρέπουν αφ’ ενός να ανακοινώνονται οι κατάλογοι προϊόντων και υπηρεσιών και, επιπλέον, να ανανεώνονται σε κάποιες περιπτώσεις πολύ γρήγορα, από τους ίδιους τους ενδιαφερόμενους και, αφ’ ετέρου, να τυπώνονται χαρτονομίσματα, τα οποία να είναι γενικά ασφαλή από παραχάραξη, που έτσι κι αλλιώς δεν έχει ιδιαίτερο κίνητρο, γιατί το νόμισμα αυτό χρησιμοποιείται ουσιαστικά μόνο για συναλλαγές σε τοπικά προϊόντα και υπηρεσίες.
Για την ενίσχυση του τοπικού νομίσματος διοργανώνονται και υπαίθριες ή ημιϋπαίθριες αγορές, προκειμένου να γίνονται οι συναλλαγές στο τοπικό νόμισμα αλλά και να μπορούν και όσοι ιδιώτες δεν ενδιαφέρονται να συμμετέχουν ως μέλη, και απλώς έχουν στην τσέπη τους κάποια νομίσματα, να αγοράσουν προϊόντα.
Όπως προαναφέραμε, στη Γερμανία, πέραν του ευρώ κυκλοφορούν περισσότερα από (20) είκοσι επιπλέον νομίσματα και μέρα με τη μέρα όλο και κάποιο καινούργιο προστίθεται σ” αυτά.
Είναι τα λεγόμενα Regionalgelder (τοπικά νομίσματα) και πρόκειται για τοπικής κυκλοφορίας και ισχύος νομίσματα που κυκλοφορούν ως συμπληρωματικά του ευρώ.
Η ισοτιμία τους με το ευρώ είναι 1:1 και όσα νομίσματα βρίσκονται σε κυκλοφορία είναι καλυμμένα με ευρώ που βρίσκονται σε ένα άτοκο λογαριασμό.
Κυκλοφορούν μόνο σε χαρτί, με μικρές ονομαστικές αξίες, συνήθως 1, 2, 5, 10 και 20.
Τα ονόματά τους ποικίλουν και υποδηλώνουν τις περισσότερες φορές την περιοχή απ” όπου προέρχονται και έχουν ισχύ.
Έτσι συναντάμε το Berliner στο Βερολίνο,
το Justus στην πόλη Γκίσεν του κρατιδίου της Έσσης αλλά και στην
περιοχή Ρουρ της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας, το Roland στην Βρέμη, το
Rheingold στο Ντίσελντορφ, το VolmeTALER στο Χάγκεν, το Chiemgauer στην περιοχή Χιμγκάου της Βαυαρίας, το Havelblüte στο Πότσνταμ,
πρωτεύουσα του κρατιδίου του Βανδεμβούργου, και πολλά άλλα.
Όλα διαθέτουν τα χαρακτηριστικά ασφαλείας που συναντά
κανείς σήμερα στα μοντέρνα χαρτονομίσματα, όπως υδατογραφίες, ταινία ασφαλείας
κ.ά., ορισμένα μάλιστα, όπως το Berliner τυπώνονται από την Bundesdruckerei, το
Ομοσπονδιακό Τυπογραφείο που έχει εν τω μεταξύ ιδιωτικοποιηθεί και τυπώνει
επίσης ευρώ για την Γερμανική Κεντρική Τράπεζα.
Βέβαια στη Γερμανία η Κεντρική Ευρωπαϊκή Τράπεζα και η
Γερμανική Κεντρική Τράπεζα έχουν από τη μία πλευρά το μονοπώλιο έκδοσης
νομίσματος (κέρματα + τραπεζογραμμάτια), από την άλλη όμως η νομικά κατοχυρωμένη ελευθερία συμβάσεων επιτρέπει στους
συμβαλλόμενους να καθορίζουν ελεύθερα τα χαρακτηριστικά της σύμβασής τους.
Έτσι μπορεί, π.χ. με τη δημιουργία ενός αντίστοιχου
σωματείου (δικτύου), να παρακαμφθεί το μονοπώλιο και η έκδοση τοπικών
νομισμάτων να γίνει με βάση το ιδιωτικό δίκαιο.
Με τα τοπικά νομίσματα, που είναι στην ουσία κουπόνια
αξίας, μπορεί κάποιος να πληρώσει, πέραν του ευρώ, για εμπορεύματα και
υπηρεσίες που προσφέρονται από επιχειρήσεις που έχουν ενταχθεί στο δίκτυο και
έχουν αποδεχτεί τους σκοπούς του.
Είναι προφανές ότι όσο περισσότεροι καταναλωτές και
επιχειρήσεις είναι στο δίκτυο, τόσο μεγαλύτερη θα είναι και η κυκλοφορία και
συνεπώς η επιτυχία κάποιου τοπικού νομίσματος.
Το μεγαλύτερο εναλλακτικό
νόμισμα στον κόσμο είναι το λεγόμενο WIR (Wirtschaftsring) στην Ελβετία, που δημιουργήθηκε το 1934, υπόκειται
από το 1936 στον νόμο περί τραπεζών και λειτουργεί από το 1992 ως WIR Bank, το οποίο έχει εν τω μεταξύ
περισσότερα από 60.000 μέλη (20% όλων το μικρών και μικρομεσαίων επιχειρήσεων).
Οι συναλλαγές γίνονται εκεί χωρίς μετρητό χρήμα, με
επιταγές.
Οι εκδότες
φυσικά των τοπικών νομισμάτων, που είναι
νομικά κατοχυρωμένα δίκτυα, δεν σκοπεύουν να αντικαταστήσουν το ευρώ ως
επίσημο νόμισμα, αλλά προσπαθούν με τα νομίσματα αυτά να στηρίξουν τις τοπικές
οικονομίες απέναντι στον σκληρό ανταγωνισμό που επιβάλλει η παγκοσμιοποίηση.
Τα τοπικά νομίσματα λειτουργούν ως εναλλακτικά νομίσματα
συμπληρωματικά του ευρώ.
Με την κυκλοφορία αυτών των εναλλακτικών νομισμάτων
στηρίζονται οι τοπικές οικονομικές δομές, γιατί η αγοραστική δύναμη δεν
μετακινείται από τον τόπο κυκλοφορίας και αποδοχής τους.
Επιπλέον, η
κυκλοφορία τους συμβάλλει στην διασφάλιση της τοπικής απασχόλησης και των θέσεων
εργασίας, με την ενίσχυση των τοπικών
οικονομιών και τη στήριξη των τοπικών επιχειρήσεων.
Η δημιουργία τοπικού νομίσματος δεν αποσκοπεί στην
συσσώρευση κέρδους, αφού ένα μέρος της τάξης του 3% από τα πλεονάσματα που
δημιουργούνται διατίθενται για κοινωφελείς, ανταποδοτικές δαπάνες στην τοπική
κοινωνία, όπως π.χ. για την ενίσχυση μιας παιδικής χαράς, ενός αθλητικού
συλλόγου, την χρηματοδότηση ενός προγράμματος απεξάρτησης αλκοολικών κ.ά., ενώ
το άλλο μέρος της τάξης του 2% λειτουργεί ως κίνητρο και καταβάλλεται ως
μπόνους την αλλαγή των ευρώ σε τοπικά νομίσματα.
Το πλεόνασμα της τάξης του 5% προέρχεται από την
ανταλλαγή του τοπικού νομίσματος σε ευρώ.
Δηλαδή ένα τοπικό νόμισμα ονομαστικής αξίας 1 έχει μεν
την ίδια αξία με 1 ευρώ, όταν το ξοδεύει κάποιος σε ένα μαγαζί που συμμετέχει
στο πρόγραμμα ως μέλος του δικτύου, αλλά ανταλλάσσεται από τους εκδότες με 95
λεπτά, όταν θελήσει κάποιος να το αλλάξει.
Επίσης τα περισσότερα τοπικά νομίσματα ισχύουν συνήθως για
6 μήνες και, μετά την ημερομηνία λήξης τους, μπορούν να ανταλλαχθούν με
καινούργια αφού καταβληθούν τέλη της τάξης του 2% της ονομαστικής αξίας τους,
τα λεγόμενα τέλη διασφάλισης της νομισμαστικής κυκλοφορίας (Umlaufsicherungsgebühr).
Σκοπός των τελών αυτών είναι να ενισχυθεί αφενός η
κατανάλωση στις επιχειρήσεις που είναι μέλη στο δίκτυο, αφού τα τοπικά
νομίσματα έχουν τριπλάσια ταχύτητα κυκλοφορίας από το ευρώ, αφετέρου δε, επειδή κυκλοφορούν μόνο σε χαρτί,
να μειώνονται ενδεχόμενα απώλειες από ρέστα που επιστρέφονται σε κέρματα του
κυρίως νομισματοποιημένου χρήματος.
Tα ιθάκια (ή
καλύτερα Ώρες Iθάκης, όπως
είναι το ακριβές όνομα) αναφέρονται ως η πρώτη σύγχρονη προσπάθεια χρήσης ενός
εναλλακτικού νομίσματος και εμφανίστηκαν το 1991.
Mόνο που δεν
κυκλοφορούν στην Ελληνική Ιθάκη, αλλά στην ομώνυμη αμερικανική πόλη όπου βρίσκεται
και το γνωστό πανεπιστήμιο Kορνέλ, στην
πολιτεία της Nέας Yόρκης.
H ιδέα στην οποία
στηρίζονται είναι απλή.
Eνα Ιθάκιο αξίζει
όσο και 1 ώρα εργασίας, σύμφωνα με τον εμπνευστή του νομίσματος, Πολ Γκλάβερ,
δηλαδή 10 δολάρια.
Kατά τα άλλα,
λειτουργεί όπως και κάθε άλλο νόμισμα, υπό την προϋπόθεση ότι ο συναλασσόμενος
το αποδέχεται.
Tα Ιθάκια, για
παράδειγμα, είναι αποδεκτά σε εκατοντάδες καταστήματα στην περιοχή της Iθάκης (ΗΠΑ).
Tα Βερολίνια, το τοπικό
νόμισμα που κυκλοφορεί στο Bερολίνο, γίνονται
ήδη αποδεκτά σε περισσότερα από 190 καταστήματα στη γερμανική πρωτεύουσα.
Υπάρχουν δεκάδες
άλλες περιπτώσεις αντίστοιχων εναλλακτικών νομισμάτων που κυκλοφορούν σε
διαφορετικές γωνιές του πλανήτη.
O λόγος διάδοσης των νομισμάτων αυτών το τελευταίο διάστημα
έχει να κάνει με την προσπάθεια των πολιτών να στηρίξουν την τοπική οικονομία
απέναντι στον σκληρό ανταγωνισμό που επιβάλλει η παγκοσμιοποίηση.
Για να
χρησιμοποιήσει κάποιος ένα Βερολίνιο
θα πρέπει να το δώσει σε κάποιον που το αποδέχεται.
Tα μεγάλα
πολυκαταστήματα και το τραπεζικό σύστημα διστάζουν να κάνουν τέτοιου είδους
συναλλαγές.
Και συνήθως το τοπικό
νόμισμα ανακυκλώνεται από το ένα μαγαζί της γειτονιάς στο άλλο.
Στις
περισσότερες δε περιπτώσεις, τα νομίσματα αυτά, όταν τελικά, ανταλλάσσονται με
κανονικά, δεν αποφέρουν στον ιδιοκτήτη τους την πλήρη ονομαστική τους αξία.
Eνα Βερολίνιο, για παράδειγμα, αξίζει, μεν
όσο 1 ευρώ αλλά ανταλλάσσεται με 95 λεπτά.
Oι εκδότες
παρομοιάζουν τις χρεώσεις του 5% με εκείνες των τραπεζών στις συναλλαγές με πιστωτικές
κάρτες.
Eπιπλέον υπάρχει
ένα παραθυράκι, δεδομένου ότι τα Βερολίνια κυκλοφορούν μόνο σε χαρτονομίσματα
του ενός, των πέντε και των δέκα.
Aρα είναι πιθανό, σε μία συναλλαγή να χρειαστούν ρέστα σε
ευρώ.
«Πρέπει να αγοράζουμε όσο περισσότερα πράγματα από αυτά
που χρειαζόμαστε, σε καθημερινή βάση, από τα καταστήματα της γειτονιάς μας», υποστηρίζει η
Σουζάν Tόμας, επικεφαλής
του εθελοντικού προγράμματος κυκλοφορίας των Βερολινίων.
«Aν υπάρχουν μικρομάγαζα στον δρόμο που μένω, η ποιότητα
ζωής μου βελτιώνεται», εξηγεί η ίδια, «καθώς
δεν χρειάζεται να πηγαίνω με το αυτοκίνητο σε κάποιο υπερκατάστημα».
Tα Βερολίνια
κυκλοφορούν, κυρίως, στη γειτονιά Kρόιτσμπεργκ του Bερολίνου, που είναι γνωστή για τη νυχτερινή της ζωή.
Oι εκδότες του Βερολίνιου υποστηρίζουν ότι δεν
επιθυμούν να αντικαταστήσουν το ευρώ.
Aπλά θέλουν να
βοηθήσουν την τοπική οικονομία και προτείνουν στους πολίτες να έχουν και τα δύο
νομίσματα στο πορτοφόλι τους.
Άλλωστε, αν και
ήδη κυκλοφορούν δεκάδες εναλλακτικά νομίσματα, δεν αποτελούν παρά μια σταγόνα
στον ωκεανό των ευρώ που εκδίδει η κεντρική τράπεζα.
H τελευταία,
μάλιστα, πρόσφατα εξέδωσε ανακοίνωση
όπου παραδέχεται ότι τα νομίσματα αυτά δεν είναι παράνομα, υπό την προϋπόθεση
ότι δεν προσπαθούν να υποκαταστήσουν το επίσημο νόμισμα.
O αναλυτής της
τράπεζας, καθηγητής Γκέρχαρντ Pόεσλ,
παραδέχεται, πάντως, σε ειδική ανάλυση, ότι «τα
νομίσματα αυτά προσφέρουν στους χρήστες τους τη δυνατότητα να υποστηρίξουν την
τοπική οικονομία».
Τοπικά Νομίσματα στη Γερμανία με ποσοστά
επί των συναλλαγών.
Σύμφωνα με τα
στοιχεία της Κεντρικής Τράπεζας της Γερμανίας (στοιχεία του 2010) κυκλοφορούν
περίπου 67 τοπικά νομίσματα (Regionalgelder) στη Γερμανία, τα οποία ισχύουν και κυκλοφορούν
μόνον τοπικά παράλληλα και συμπληρωματικά με το ευρώ, τα οποία έχουν κοινά
χαρακτηριστικά, όπως την Ισοτιμία τους με το ευρώ (1:1) και το ότι αυτά που
κυκλοφορούν είναι καλυμμένα ως προς την αξία διαπραγμάτευσης.
Το Chiemgauer
Το τοπικό
νόμισμα Chiemgauer, ξεκίνησε την κυκλοφορία του, το 2002 στην
περιοχή του Χιμγκάου της Βαυαρίας και θεωρείται το μεγαλύτερο σε κυκλοφορία
τοπικό νόμισμα.
Στο Χίμγκαου κατοικούν περισσότεροι από 500.000 κάτοικοι και η κυκλοφορία του τοπικού Chiemgauer (CH) ανέρχεται σε πάνω από 550.000 CH, με ποσοστό επί των συναλλαγών της τάξεως του 8%. |
Το τοπικό
νόμισμα Chiemgauer, συνδυάζει το κουπόνι, δηλαδή το τοπικό χρήμα, το
πλαστικό χρήμα (συναλλαγές CASH CARD) και το σύστημα λογαριασμών σε τοπικό χρήμα.
Το ηλεκτρονικό
Chiemgauer, τις πρώτες 30 μέρες δεν υφίσταται καμία υποτίμηση.
Μετά, η
υποτίμησή του ανέρχεται στο 0,022% την ημέρα.
Για την
ανταλλαγή του Chiemgauer σε Ευρώ παρακρατείται ένα 5% (Φόρος Συναλλαγών)
και το ποσό αυτό κατανέμεται ως εξής :
·
3% για
κοινωφελείς δράσεις και τοπικά προγράμματα και
·
το υπόλοιπο 2%
καλύπτει τα έξοδα της πρωτοβουλίας του Ομίλου έκδοσης.
Σήμερα, 689
σημεία αποδέχονται και συναλλάσσονται με το Chiemgauer, ενώ ο
ο τζίρος των συμβεβλημένων επιχειρήσεων το 2011 ανήλθε περίπου στα 6,2 εκατ., έναντι 5 εκατ. το 2010 και 4 εκατ. το 2009.
ο τζίρος των συμβεβλημένων επιχειρήσεων το 2011 ανήλθε περίπου στα 6,2 εκατ., έναντι 5 εκατ. το 2010 και 4 εκατ. το 2009.
Το Berliner Regional
Το τοπικό
νόμισμα Berliner Regional, εκδόθηκε στο Βερολίνο το 2005 με ισοτιμία 1:1
απέναντι στο Ευρώ.
Για την αλλαγή
από Berliner Regional σε ευρώ παρακρατείται ένα 5% εκ των οποίων το 3%
διατίθεται σε τοπικά και κοινωφελή
προγράμματα και το υπόλοιπο 2% καλύπτει τα έξοδα της πρωτοβουλίας του Ομίλου Έκδοσης.
Το τοπικό
νόμισμα Berliner Regional, κατά την έναρξη της έκδοσής του είχε ισχύ 6
μήνες.
Με τη λήξη του
6μήνου γινόταν ανταλλαγή του «ληγμένου» κουπονιού με καινούριο, με την καταβολή
ποσοστού 2% της ονομαστικής του αξίας ως τέλη ασφάλισης της νομισματικής
κυκλοφορίας, δηλαδή κάτι σαν τα γνωστά μας CDS.
Τον Μάρτιο του
2007 κυκλοφορούσαν περίπου 11.000 Berliner Regional, ενώ 189 εταιρείες και ιδιώτες είχαν αποδεχθεί
το τοπικό νόμισμα.
Το VolmeTALER
Έχει ονομαστική
αξία 1, 5, 10 και 20 και κυκλοφορεί στην πόλη Χάγκεν της Βόρειας Ρηνανίας –
Βεστφαλίας.
|
Στη Γερμανία, η κυκλοφορία των τοπικών νομισμάτων, είναι εγγυημένη από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και την Γερμανική Κεντρική Τράπεζα, οι οποίες έχουν το κατά νόμο μονοπώλιο έκδοσης του κυρίως χρήματος (κέρματα + τραπεζογραμμάτια).
Με τα τοπικά
νομίσματα, μπορεί κάποιος να πληρώσει, πέραν του ευρώ, για εμπορεύματα και
υπηρεσίες που προσφέρονται από επιχειρήσεις που έχουν ενταχθεί στο δίκτυο και
έχουν αποδεχτεί τους σκοπούς του.
Είναι προφανές
ότι όσο περισσότεροι καταναλωτές και επιχειρήσεις είναι στο δίκτυο, τόσο
μεγαλύτερη θα είναι και η κυκλοφορία και συνεπώς η επιτυχία κάποιου τοπικού
νομίσματος.
Το μεγαλύτερο εναλλακτικό νόμισμα στον κόσμο, είναι το λεγόμενο WIR (Wirtschaftsring) που κυκλοφορεί στην Ελβετία και πρωτοεμφανίσθηκε το 1934.
Το μεγαλύτερο εναλλακτικό νόμισμα στον κόσμο, είναι το λεγόμενο WIR (Wirtschaftsring) που κυκλοφορεί στην Ελβετία και πρωτοεμφανίσθηκε το 1934.
Από το 1936
υπόκειται στον νόμο περί τραπεζών και λειτουργεί από το 1992 ως WIR Bank, το οποίο έχει εν τω
μεταξύ περισσότερα από 60.000 μέλη (20% όλων το μικρών και μικρομεσαίων
επιχειρήσεων).
Οι συναλλαγές
γίνονται εκεί χωρίς μετρητό χρήμα, με επιταγές.
Τα τοπικά νομίσματα λειτουργούν ως
εναλλακτικά νομίσματα συμπληρωματικά του ευρώ.
Με την
κυκλοφορία αυτών των εναλλακτικών νομισμάτων, στηρίζονται οι τοπικές οικονομικές
δομές, γιατί η αγοραστική δύναμη δεν μετακινείται, διασφαλίζονται οι θέσεις
εργασίας με την ενίσχυση των τοπικών οικονομικών κύκλων.
Παλαιότερα από τα “regio” είναι τα βρετανικά LETS (Local Exchange Trading System: Τοπικό Σύστημα Συναλλαγών-Εμπορίου).
Τα LETS είναι οικονομικές
μονάδες που λειτουργούν με αμοιβαίες πιστώσεις των μελών, βάσει συμψηφισμών
αγαθών-υπηρεσιών.
Η αξία του
«χρήματος» μετράται σε μία άυλη μονάδα, το “acorn”, και αποκτά υλική μορφή
σε επιταγές.
Λειτουργούν
στις Αγγλοσαξωνικές χώρες αλλά και ευρύτερα.
Στις ΗΠΑ, δημιουργήθηκαν και διαδόθηκαν
με απίστευτη ταχύτητα τα χρονομεριστικά δολάρια (time-dollars).
Είναι τοπικά
νομίσματα, που επινοήθηκαν στη πόλη «Ιθάκη» της πολιτείας της Νέας Υόρκης, με
την υποστήριξη του τοπικού Εμπορικού Επιμελητηρίου και εκατοντάδων τοπικών
επιχειρήσεων.
ΠΡΟΣΦΑΤΑ ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΟ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΝΟΜΙΣΜΑ ΤΗΣ ΠΑΡΜΑ γ
Λύσεις στα προβλήματα της Πάρμα ψάχνει
ο Δήμαρχος
Με ένα τοπικό νόμισμα, που θα κυκλοφορεί παράλληλα με το
ευρώ, σκέφτεται να αντιμετωπίσει το τεράστιο χρέος του δήμου της Πάρμα στην
Ιταλία ο νέος δήμαρχος Φεντερίκο Πιτσαρόττι.
Ο δήμαρχος προσπαθεί να βρει λύσεις στα προβλήματα της
πόλης, αφού το χρέος του δήμου λέγεται ότι αγγίζει τα 600 εκατ. ευρώ και να
δώσει νέα ώθηση στην οικονομία.
Ενώ κάνει λόγο για ενδεχόμενο προσωρινό δάνειο που θα μπορούσε να ληφθεί από τις τοπικές τράπεζες, σύμφωνα με την εφημερίδα «Κορριέρε Ντέλλα Σέρα», μελετά την υιοθέτηση τοπικού νομίσματος.
Ενώ κάνει λόγο για ενδεχόμενο προσωρινό δάνειο που θα μπορούσε να ληφθεί από τις τοπικές τράπεζες, σύμφωνα με την εφημερίδα «Κορριέρε Ντέλλα Σέρα», μελετά την υιοθέτηση τοπικού νομίσματος.
Ο 42χρονος πρώην τραπεζικός υπάλληλος και νυν δήμαρχος
φέρεται να είναι σε επαφή με δυο γνωστούς οικονομολόγους του πανεπιστημίου
«Μποκόνι» του Μιλάνου, το ίδιο στο οποίο διδάσκει και ο Μάριο Μόντι.
PARMA, L'IDEA DI UNA
MONETA LOCALE DEL SINDACO DEL MOVIMENTO 5 STELLE FEDERICO PIZZAROTTI
Parma sprofonda sotto 600
milioni di debiti e le banche, prevedibilmente, non si fideranno più di tanto a
prestare soldi al nuovo sindaco grillino. Che sarà anche il sindaco. Ma è pur
sempre grillino. Non che sia necessariamente una colpa. Ma, se sei una banca e sul
sito del comico genovese leggi frasi del tipo: «La banca è l'attrice protagonista del film horror del
nuovo millennio. Ha preso il posto di Alien», «Cosa c'è di meno democratico e oscuro
di una banca?» o «Vanno
ri-nazionalizzate. Messe sotto il controllo dello Stato e dei cittadini»,
qualche domanda, prima di dare in mano qualche milione di euro a un membro
del’M5S, te la fai. E allora, Federico Pizzarotti, ha deciso di bypassare il
problema. Suggerendo di batter moneta localmente. Che uno pensa subito ai soldi
del Monopoli, alle fish del casinò, ai paperdollari. E invece, l’idea potrebbe
stare in piedi. Giovanni Passali, presidente
dell’associazione Copernico, spiega a ilSussidiario.net perché.
«Il Movimento Sereno, in Veneto, il progetto Shek, a Napoli, il Sardex, in
Sardegna, sono esperimenti che stanno dimostrando come la moneta complementare
all’euro sia una strada percorribile. Del resto, lo stesso euro, non può essere
inteso come una moneta classica, manca di una definizione precisa. Esiste,
quindi, un vuoto culturale nel quale si possono inserire questi strumenti
monetari, in grado di sopperire alla funzioni che non sono svolte dall’euro».
Vediamo, concretamente, come. «Tanto per cominciare, si presuppone l’esistenza,
nell’ambiente in questione, di attività produttive che interessino al mercato.
Il nuovo strumento monetario dovrebbe servire a esprimere il valore concreto di
tali attività». Le nuove emissioni spetterebbero all’amministrazione pubblica.
«La moneta dovrebbe essere battuta dal comune. Meglio ancora se da
un’associazione senza fini di lucro connessa al Comune».
Veniamo ai vantaggi: «Il
primo consisterebbe nel fornire liquidità che, in questo momento, non è
garantita dall’euro. Tant’è vero che, di norma, i sistemi monetari
complementari si diffondono in momenti di crisi. Contestualmente, la
circolazione di liquidità renderebbe disponibile la circolazione di merci». Il
nuovo conio sarebbe più conveniente dell’utilizzo dell’euro: «Come tutte le
monete ufficiali, la creazione di liquidità attraverso l’emissione di tutte le
monete ufficiali presuppone sempre la creazione di nuovo debito. La stessa
crescita tanto invocata non fa che rendere necessaria una nuova disponibilità
di liquidità. E’ inutile, infatti, produrre più merci se non c’è liquidità per
acquistarle. Ma l’incremento di tale liquidità aumenterebbe il debito». Al
contrario, la moneta complementare non sortirebbe questo effetto collaterale:
«Sarebbe, infatti, stampata e distribuita, ma non addebitata». C’è da
chiedersi, infine, come ciascun cittadino potrebbe ottenere la nuova valuta.
«Occorre una distribuzione ordinata. A ciascuno dovrebbe essere conferita,
almeno nella fase iniziale, la medesima quantità di nuova moneta».
Δίκτυα
Ανταλλαγών και Τοπικά Νομίσματα
Αφού οι άνθρωποι δεν
είναι αυτάρκεις και έχουν διάφορες ανάγκες, τις οποίες δεν μπορεί να καλύψει ο
καθένας μόνος του, θα πρέπει να βρεθεί τρόπος όλοι να καλύπτουν τις ανάγκες
τους χωρίς να αδικούν ο ένας τον άλλον.
Και αναρωτιέται κανείς :
Τί πιο απλό από την
ανταλλαγή προϊόντων ή/και υπηρεσιών;
Δηλαδή, ο Γιώργος
καλλιεργεί στον κήπο του ντομάτες και σίγουρα δεν τις χρειάζεται όλες, αλλά
χρειάζεται πορτοκάλια και δεν έχει.
Και η Μαρία έχει πολλά
πορτοκάλια και δεν τα χρειάζεται όλα και χρειάζεται ντομάτες. Είναι λογικό ο
Γιώργος και η Μαρία να ανταλλάξουν ποσότητες από τα προϊόντα που έχουν, με την
προϋπόθεση ότι γνωρίζονται μεταξύ τους και γνωρίζει ο καθένας τί μπορεί να
προσφέρει ο άλλος.
1)
Τι θα συνέβαινε,
όμως, εάν έμεναν σε διαφορετικές περιοχές, εάν δεν γνωρίζονταν, ή εάν δεν
γνωρίζονταν τόσο καλά για να ανοίξουν κουβέντα για το πού μπορεί κανείς να βρει
πορτοκάλια ή ντομάτες και να πληρώσει με κάποιο άλλο προϊόν;
2)
Τι θα συνέβαινε
εάν ο Γιώργος χρειάζεται ένα ζευγάρι παπούτσια και όχι πορτοκάλια; Και εάν η
Μαρία έχει πορτοκάλια να δώσει αλλά χρειάζεται ένα τετράδιο για το παιδί της
που πηγαίνει σχολείο;
3)
Τί θα συνέβαινε
εάν ο Γιώργος θέλει να δώσει τις ντομάτες τώρα, αλλά δεν χρειάζεται κάτι αυτήν
την εποχή (Αύγουστος), και θα ήθελε να μπορεί να αγοράσει μια γαλοπούλα στις
γιορτές, για το γιορτινό τραπέζι (Δεκέμβριος);
Εάν πάρει, παρά την
καλή του διάθεση, τα πορτοκάλια της Μαρίας, αφ’ ενός δεν θα του χρησιμεύσουν,
αφ’ ετέρου δεν θα έχει τίποτε να δώσει το Δεκέμβριο για να αγοράσει τη
γαλοπούλα.
Και φυσικά, δεν μπορεί
να κρατήσει τις ντομάτες μέχρι τότε, γιατί φυσικά θα έχουν σαπίσει για καλά.
Και θα υπήρχε ακόμη
μεγαλύτερο πρόβλημα, εάν σε όλη αυτήν την αναζήτηση, αναλογιζόταν κανείς ότι θα
πρέπει να σκεφτεί και τις ποσότητες που χρειάζονται για να αντιστοιχίσει το ένα
προϊόν με το άλλο και εάν τον συμφέρει, για παράδειγμα, το Γιώργο να δώσει
τριάντα κιλά ντομάτες (που μπορεί να είναι η μισή παραγωγή του) για να πάρει
ένα ζευγάρι παπούτσια.
Αλλά για την ώρα, ας πούμε
ότι όλοι οι εμπλεκόμενοι είναι πρόθυμοι να κάνουν συναλλαγές με σύνεση και
χωρίς να ζητούν παράλογα ανταλλάγματα.
Εάν αποφασίσει εν τέλει
ο Γιώργος, να κάνει την ανταλλαγή και να ανταλλάξει τις ντομάτες του με
πορτοκάλια, η μόνη λύση που έχει είναι να ανταλλάξει τα πορτοκάλια με κάτι άλλο
που θα έχει κάποιος τρίτος, ο οποίος θα χρειάζεται πορτοκάλια και θα μπορεί να
του δώσει τα παπούτσια που χρειάζεται άμεσα, ή να του υποσχεθεί ότι θα του
φέρει τη γαλοπούλα μετά από μήνες.
Εάν όμως και ο τρίτος
δεν μπορεί να προσφέρει αυτά, ή απλώς δεν θέλει ούτε αυτός πορτοκάλια, ο
Γιώργος θα ταλαιπωρηθεί πολύ για να αποκτήσει ό,τι χρειάζεται, και είναι πολύ
πιθανό ότι δεν θα το αποκτήσει και καθόλου.
Από την άλλη πλευρά και
η Μαρία θα βρεθεί με τα πορτοκάλια της είτε να σαπίζουν, είτε, εάν δεν
χρειάζεται ντομάτες, να πρέπει να προσπαθήσει πολύ να αποκτήσει το τετράδιο για
το παιδί της.
Η συμβατική λύση που
προτείνεται για να λυθούν όλα τα πιο πάνω προβλήματα είναι να υπάρχει ένα
νόμισμα, το οποίο το διαχειρίζεται μια ανώτατη αρχή, και με βάση το νόμισμα
αυτό θα γίνονται οι συναλλαγές, γρήγορα, απλά, χωρίς αμφίδρομη αντιστοίχιση
αναγκών και με σαφή εικόνα για την αξία κάθε προϊόντος και υπηρεσίες.
Στην πραγματικότητα όμως, οι λύσεις μπορεί να είναι
περισσότερες από μία :
1) Μπορούν να συνεννοηθούν άνθρωποι μεταξύ τους, ώστε η
ανταλλαγή των προϊόντων και των υπηρεσιών να γίνεται πολυμερώς, δηλαδή ο
Γιώργος να δίνει στη Μαρία ντομάτες που εκείνη θέλει και μετά ο Γιώργος να
μπορεί να αγοράσει τα παπούτσια που ήθελε από το κατάστημα υποδημάτων της
περιοχής του, η δε Μαρία να δώσει τα πορτοκάλια της στη γειτόνισσα, και η
γειτόνισσα να διορθώσει το ρούχο της κυρίας που έχει το κατάστημα υποδημάτων.
Ο κύκλος των συναλλαγών θα κλείσει με μηδενικές οφειλές για όλους, αλλά πώς
μπορεί να γίνει αυτό χωρίς να βρεθεί κάποιος να αγοράσει χωρίς να προσφέρει
ποτέ τίποτε σε κάποιον άλλον μέσα την ομάδα;
2) Μπορούν επίσης, να αποφασίσουν, να χρησιμοποιήσουν κάτι
άλλο, αντί για το επίσημο νόμισμα, ίσα-ίσα για να ξέρουν ότι κάθε ένας που
αποκτά κάτι πληρώνει άμεσα, και κάθε ένας που πουλάει κάτι, έχει άμεσα κάτι στα
χέρια του που να αποδεικνύει την προσφορά του σε άλλον άνθρωπο.
3) Μπορούν να κάνουν και τα δυο με ένα σύστημα, αρκεί να το
συμφωνήσουν, δηλαδή, ότι θα κάνουν πολυμερείς ανταλλαγές, αλλά θα έχουν και μια
μονάδα μέτρησης που θα καταγράφεται κάπου, για να ξέρει ο καθένας εάν έχει
απόθεμα να ξοδέψει ή εάν οφείλει και πόσο.
4) Μπορούν φυσικά να χρησιμοποιήσουν και το επίσημο
νόμισμα, ή να μην το χρησιμοποιήσουν, ή
να το χρησιμοποιήσουν κατά μέρος, δηλαδή να πληρώσει ο Γιώργος για τα παπούτσια
που θα πάρει, ένα ποσό σε ευρώ και να δώσει και ένα ποσό από τα ξυλάκια που
μάζεψε πουλώντας τις ντομάτες του.
Μα όταν υπάρχει
επίσημο νόμισμα, ποιος είναι ο λόγος δημιουργίας ενός συστήματος ανταλλαγών ;
·
Μπορεί ο καταναλωτής να
μην έχει τόσο επίσημο νόμισμα, όσο χρειάζεται για να αγοράσει ένα ζευγάρι
παπούτσια. Αν συμβαίνει αυτό, ή δεν θα
τα αγοράσει, ή θα πρέπει να βρει τρόπο να συμπληρώσει το ποσό που λείπει.
·
Μπορεί να έχει επίσημο
νόμισμα σε ποσότητα επαρκή για τα παπούτσια που θέλει, αλλά να προτιμά να το
αποταμιεύσει για να στείλει του χρόνου το παιδί του σε μια άλλη πόλη για
σπουδές. Εκεί μάλλον κανείς δεν θα γνωρίζει το Γιώργο για να ανταλλάξει μαζί
του οτιδήποτε, πόσο μάλλον να δεχθεί να παράσχει στο παιδί του Γιώργου ψωμί για
μερικούς μήνες και ο Γιώργος να αποπληρώσει αργότερα σε λάδι από τη χειμερινή
του σοδειά.
Στον πραγματική οικονομία και την καθημερινότητα του
καταναλωτή, οι ιδέες για τρόπους
συναλλαγών και ανταλλακτικού εμπορίου είναι πάρα πολλές.
Στις Αγγλοσαξονικές χώρες, όπως προανέφερα, χρησιμοποιούν
ακριβώς για να αντιμετωπίζουν όλα αυτά τα θέματα, τα Τοπικά Συστήματα Ανταλλακτικού Εμπορίου (Local Exchange Trading Systems – LETS), τα οποία είναι δίκτυα πολυμερών ανταλλαγών.
Κατά βάση έχουν τοπικό χαρακτήρα, λειτουργούν σε επίπεδο
γειτονιάς, συνοικίας, χωριού ή πόλης, σε κάποιες περιπτώσεις όμως πολλά δίκτυα
ανήκουν σε ένα άλλο μεγαλύτερο δίκτυο, το οποίο επιτρέπει σε μέλη από
διαφορετικά δίκτυα να συναλλάσσονται μεταξύ τους.
Η λογική ενός
Τοπικού Συστήματος Ανταλλακτικού Εμπορίου είναι απλή:
1) Για να συμμετέχει κανείς πρέπει να είναι μέλος, δηλαδή
χρειάζεται να εγγραφεί στον κατάλογο των συναλλασσομένων, να δηλώσει τί
προϊόντα και υπηρεσίες προσφέρει και τί χρειάζεται και να ανοίξει λογαριασμό
στο Σύστημα.
Τα μέλη έχουν πρόσβαση στον κατάλογο με τα προσφερόμενα
προϊόντα και υπηρεσίες και επιλέγουν από εκεί με ποιά μέλη θα συναλλαχθούν.
2) Οι συναλλαγές γίνονται με τον τρόπο που κάθε Σύστημα
αποφασίζει με συλλογικές διαδικασίες.
Συνήθως, η διαμόρφωση των τιμών είναι ελεύθερη μεταξύ των
μελών και χρησιμοποιείται μια συμβολική μονάδα (τις περισσότερες φορές την
ονομάζουν με κάποιο όνομα που να θυμίζει τον τόπο όπου λειτουργεί το Σύστημα, ή
το βασικό προϊόν της περιοχής) για τη μέτρηση της αξίας της συναλλαγής,
υπάρχουν όμως και Συστήματα όπου οι τιμές καθορίζονται συλλογικά ή ακόμη
χρησιμοποιούν ως μονάδα μέτρησης την εργατοώρα, ώστε κάθε προϊόν και υπηρεσία
να αξίζει όσο χρόνο χρειάστηκε για να παραχθεί.
Δεν υπάρχει τόκος επί της μονάδας μέτρησης αξίας, δηλαδή
εάν κάποιος οφείλει στο Σύστημα δεν πληρώνει τόκο, και εάν κάποιος έχει απόθεμα
μονάδων, αυτό δεν αυξάνει με το πέρασμα του χρόνου.
3) Μπορεί κανείς να αρχίσει να συναλλάσσεται χωρίς να έχει
κάποιο απόθεμα στο λογαριασμό του, σε ορισμένες όμως περιπτώσεις οι
διαχειριστές του Συστήματος παρέχουν σε κάθε νέος μέλος και κάποιες μονάδες,
ώστε να το ενθαρρύνουν στην διενέργεια των συναλλαγών.
Οι συναλλαγές καταγράφονται πλέον ηλεκτρονικά, σε
υπολογιστή και κεντρική πλατφόρμα συναλλαγών του Συστήματος, όπου μπορούν τα
μέλη με ένα τηλεφώνημα να αναφέρουν τη συναλλαγή.
Κάποια μάλιστα Συστήματα στην Αυστραλία και Μ. Βρετανία (BarterCard) έχουν λογισμικό που επιτρέπει στα μέλη να καταγράφουν
απευθείας τη συναλλαγή τους μέσω διαδικτύου χρησιμοποιώντας κωδικούς.
Παλαιότερα οι συναλλαγές καταγράφονταν χειρόγραφα ή/και
με τη χρήση «επιταγών» που ανακοινώνονταν στους Διαχειριστές, αλλά εν τέλει
αυτό το σύστημα αποδείχθηκε δύσχρηστο.
4) Τα προϊόντα που ανταλλάσσονται μέσω των Τοπικών
Συστημάτων Ανταλλακτικού Εμπορίου ποικίλλουν, ανάλογα με την περιοχή όπου
λειτουργεί το σύστημα και τα μέλη που συμμετέχουν.
Βιολογικά προϊόντα από τις αυλές των σπιτιών, μαθήματα
ξένων γλωσσών ή μουσικής, συνεργεία αυτοκινήτων ή επιδιορθώσεις ηλεκτρικών
συσκευών, μεταποιήσεις ρούχων, ιατρικές ή οδοντιατρικές υπηρεσίες, οικιακές
εργασίες, φροντίδα παιδιών αλλά και ερμηνεία αστρολογικού χάρτη ή μαθήματα
γιόγκα, είναι κάποιες από τις προσφορές που μπορεί να συναντήσει κανείς σε
καταλόγους προσφοράς των Συστημάτων αυτών.
5) Στις περισσότερες περιπτώσεις, τα άτομα που απασχολούνται
με τη διαχείριση του Συστήματος αμείβονται επίσης με μονάδες του Συστήματος.
Τα έξοδα διαχείρισης του Συστήματος που πληρώνονται σε
άτομα που δεν συμμετέχουν στο σύστημα, για παράδειγμα, σε προμηθευτές αναλωσίμων
ή ηλεκτρονικού υπολογιστή, εφ’ όσον αυτός δεν μπορεί να ενοικιαστεί από άτομο
του Συστήματος που δέχεται να πληρωθεί με «μονάδες», ή οι τηλεφωνικοί
λογαριασμοί, καλύπτονται από τις ετήσιες εισφορές των μελών ή/και από ποσοστιαίες
χρεώσεις επί της αξίας των συναλλαγών.
Στην Ελβετία υπάρχει το Wirtschaftsring (Επιχειρηματικός κύκλος) το οποίο είναι στην ουσία ένα πιστωτικό ίδρυμα μέσω του
οποίου οι επιχειρήσεις και οι ελεύθεροι επαγγελματίες της χώρας προβαίνουν σε
πολυμερές ανταλλακτικό εμπόριο.
Το Wirtschaftsring, όπως προανέφερα, χρησιμοποιεί ένα ιδεατό νόμισμα, το WIR, ίσης αξίας με το Ελβετικό φράγκο, και πλέον και τις
νέες τεχνολογίες (ηλεκτρονικούς υπολογιστές, διαδίκτυο, χρεωστικές κάρτες) για
την καταγραφή των συναλλαγών, αλλά και έχει πολύ αυστηρούς κανόνες για τα μέλη
του (για παράδειγμα, παρέχουν οικονομικές εγγυήσεις προκειμένου να γίνουν δεκτά
ως μέλη), ακριβώς επειδή οι συναλλαγές μπορεί να είναι μεγάλου ύψους και οι
συναλλασσόμενοι επιδιώκουν εμπορικούς σκοπούς, και δραστηριοποιούνται σε όλη
την επικράτεια και όχι μόνο στα πλαίσια μιας συνοικίας ή πόλης.
Η εν λόγω αυστηρότητα, βέβαια επέτρεψε, σύμφωνα με
κάποιες απόψεις, στο Wirtschaftsring να επιβιώσει από το 1934 μέχρι σήμερα.
Οι συναλλαγές σε WIR γίνονται χωρίς τόκο, εκτός από δάνεια που δίνει το Wirtschaftsring στα μέλη του, τα οποία έχουν πολύ μικρότερο επιτόκιο από
τα επιτόκια χορηγήσεων των υπολοίπων τραπεζών της χώρας.
Στη Βραζιλία, ανάμεσα στα άλλα,
υπάρχει και η Τράπεζα Πάλμας (Banco Palmas), και μάλιστα είναι
μια Τράπεζα που λειτουργεί στη συνοικία (φαβέλα) Παλμέιρας, στην πόλη
Φορταλέζα.
Η Τράπεζα Πάλμας παρέχει στους κατοίκους της συνοικίας
ένα ιδεατό νόμισμα (Πάλμα ή Παλμάρες), το οποίο τίθεται σε κυκλοφορία με τη
χορήγηση μικροδανείων σε αυτούς χωρίς τόκο.
Με τη χρήση των Πάλμας, οι κάτοικοι της συνοικίας μπορούν
να συναλλάσσονται μεταξύ τους ανεξάρτητα εάν έχουν ή όχι επίσημο νόμισμα στις
τσέπες τους ή τους λογαριασμούς τους και κυρίως μπορούν να παράγουν προϊόντα
και υπηρεσίες μέσω μικρών επιχειρήσεων που μπορούν να δημιουργήσουν με τα
χορηγούμενα δάνεια.
Οι συναλλαγές γίνονται κυρίως μέσω μιας ηλεκτρονικής
κάρτας, η οποία καταγράφει τις συναλλαγές όπως περίπου οι χρεωστικές κάρτες των
Τραπεζών.
Το εναλλακτικό νόμισμα χρησιμοποιείται από τους κατοίκους
της συνοικίας για τις συναλλαγές τους στην περιοχή τους αλλά και για τη
χρηματοδότηση δημόσιων και ιδιωτικών έργων στην περιοχή τους, όπως η υποστήριξη
της αστικής γεωργίας στην περιοχή και η εξασφάλιση τροφίμων στη συνοικία, η
δημιουργία καταστημάτων όπου οι κάτοικοι μπορούν να πωλούν για Πάλμας προϊόντα
που παράγουν οι ίδιοι στα σπίτια τους, η δημιουργία μικρών βιοτεχνικών μονάδων
για παραγωγή ενδυμάτων, καθαριστικών προϊόντων ή ειδών σπιτιού, η εκπαίδευση
των κατοίκων, κλπ.
Στο Ντακάρ της Σενεγάλης κυκλοφορεί το τοπικό νόμισμα
Μπον (Bon, Bon d’ Échange), σε πέντε τοπικά
συστήματα συναλλαγών αντίστοιχης δομής με τα ευρωπαϊκά Τοπικά Συστήματα
Ανταλλακτικού Εμπορίου, με τη διαφορά ότι η ιδεατή μονάδα μέτρησης αξίας έχει
λάβει τη μορφή χαρτονομίσματος.
Τα πέντε αυτά τοπικά συστήματα υπάγονται στο δίκτυο Ντουλ
(Doole, που σημαίνει
Ισχύς εν τη Ενώσει στην τοπική γλώσσα), που είναι δίκτυο συναλλαγών που
καλύπτει όλη την πόλή του Ντακάρ.
Το Μπον αντιστοιχεί σε μία ώρα εργασίας, δηλαδή είναι η αμοιβή
για μια ώρα εργασίας και εκδίδεται σε τρεις υποδιαιρέσεις.
Η ιδιαιτερότητα του Μπον είναι ότι έχει αρνητικό
επιτόκιο, δηλαδή με το πέρασμα του χρόνου η αξία του μειώνεται και για να
επανέλθει, πρέπει ο κάτοχος του χαρτονομίσματος να αγοράσει από το δίκτυο
ειδικά χαρτόσημα και να τα επικολλήσει στην πίσω πλευρά του χαρτονομίσματος.
Με αυτόν τον τρόπο ενισχύεται η κυκλοφορία του νομίσματος
μεταξύ των κατοίκων του Ντακάρ, αφού κάθε ένας που κερδίζει ένα ποσό σε Μπον θα
φροντίσει να τα ξοδέψει όσο το δυνατόν γρηγορότερα ώστε να αποφύγει να πληρώσει
τα χαρτόσημα, και καλύπτονται τα έξοδα
διαχείρισης του συστήματος.
Ένα Μπον αντιστοιχεί σε ποσό 1000 επίσημων νομισμάτων,
αλλά δεν επιτρέπεται από το δίκτυο η μετατροπή των Μπον σε επίσημο νόμισμα.
Τη διαχείριση του νομίσματος την έχει εκλεγόμενο
Διοικητικό Συμβούλιο, αλλά υπάρχουν και εξειδικευμένες επιτροπές, που
ασχολούνται με ειδικότερα θέματα που αφορούν στη χρήση και κυκλοφορία του
νομίσματος.
Η χρήση νέων τεχνολογιών επιτρέπει να έχουν τα χαρτονομίσματα
αριθμό σειράς, αλλά και να γίνεται η διαχείριση μέσω ηλεκτρονικών υπολογιστών.
Μέλος μπορεί να γίνει όποιος μπορεί να πληρώσει μισό Μπον
σε επίσημο νόμισμα και ως νέο μέλος λαμβάνει 5 (παλαιότερα 3) Μπον για να
αρχίσει τις συναλλαγές.
Στις αγορές, όμως, και στα καταστήματα μπορεί κανείς να
συναλλαχθεί με Μπον και χωρίς να είναι μέλος του δικτύου.
Τα προϊόντα που αγοράζει κανείς με το Μπον είναι κυρίως
βασικά είδη, δηλαδή τρόφιμα, κυρίως αγροτικά προϊόντα, και είδη ρουχισμού και
μπορεί να τα βρει είτε στις υπαίθριες αγορές που οργανώνονται τακτικά, είτε στο
κατάστημα του δικτύου Ντουλ.
Ένα αγαθό, που επίσης αγοράζει κανείς με Μπον, και το
οποίο ήταν αρχικά η βασική αφορμή για τη δημιουργία του δικτύου, είναι η
εκπαίδευση.
Με το Μπον χρηματοδοτείται η εκπαίδευση στο Λαϊκό
Πανεπιστήμιο του Ντακάρ, όπου έμφαση έχει δοθεί σε 5 τομείς :
ξένες γλώσσες, χρήση ηλεκτρονικών υπολογιστών, γνώσεις
εμπορικών συναλλαγών, γνώσεις για παραγωγή σε τοπικό επίπεδο διαφόρων προϊόντων και ιδίων δημητριακών.
Η χρηματοδότηση δεν περιορίζεται μόνο στο Λαϊκό
Πανεπιστήμιο, αλλά και σε άλλα δημόσια έργα που χρειάζονται οι κάτοικοι του
Ντακάρ.
Στην Αργεντινή υπήρχε το μεγαλύτερο δίκτυο (το 2003 είχε 6 εκατομμύρια
μέλη) ανταλλαγής προϊόντων και υπηρεσιών και μολονότι κατέρρευσε το 2003 αφού κυκλοφόρησαν πλαστά
χαρτονομίσματα και πολλοί αποσύρθηκαν από μέλη ή τουλάχιστον σταμάτησαν να
συμμετέχουν στις υπαίθριες αγορές που διοργάνωνε το δίκτυο, εξακολουθεί να
παραμένει αν όχι το μεγαλύτερο, ένα από τα μεγαλύτερα και ίσως μακροβιότερα
δίκτυα στον κόσμο (ξεκίνησε το 1995).
Ονομάζεται Γενικό Δίκτυο Ανταλλαγής (Red Global de Trueque) και ουσιαστικά
είναι δίκτυο που συνδέει άλλα μικρότερα δίκτυα ανταλλαγής που υπάρχουν
διάσπαρτα στο Μπουένος Άιρες αλλά και σε άλλες πόλεις και περιοχές της
Αργεντινής.
Μολονότι οι Λέσχες Ανταλλαγής (Clubes de Trueque)
έχουν όνομα που παραπέμπει στην ανταλλαγή, χρησιμοποιούνται χαρτονομίσματα ή
ιδεατά νομίσματα για τη διενέργεια συναλλαγών.
Το νόμισμα λέγεται «μονάδα» (crédito) ή «δέντρο» ή
«δεντράκι» (árbol, arbolito) και ονομάζεται έτσι από το δέντρο που υπάρχει πάνω στα
χαρτονομίσματα ως εικόνα.
Τα χαρτονομίσματα τα εκδίδει κάθε τοπικό δίκτυο (Λέσχη)
χωριστά, αλλά γενικά γίνονται δεκτά από το ένα δίκτυο στο άλλο, οπότε τα μέλη
μιας Λέσχης μπορούν να συναλλάσσονται στις αγορές και των άλλων Λεσχών, χωρίς
να υπάρχει κάποιο πρόβλημα μετατροπής, αφού κάθε «δεντράκι» έχει αξία ενός
δολλαρίου ΗΠΑ.
Δεν υπάρχει επιτόκιο, ούτε φορολογούνται οι συναλλαγές σε
«δεντράκια», για αυτό και δεν επιτρέπεται στις αγορές που οργανώνουν τα δίκτυα
να κυκλοφορήσει οποιοδήποτε άλλο νόμισμα, είτε το επίσημο, είτε δολλάριο ΗΠΑ, προκειμένου να μην
παρέμβουν οι φορολογικές αρχές.
Επιτρέπεται όμως να αγοράζει κανείς προϊόντα ή πρώτες
ύλες από άλλες αγορές σε άλλο νόμισμα και να τα πουλά αυτούσια ή μεταποιημένα
στις αγορές του δικτύου μόνο για «δεντράκια».
Για να γίνει κανείς μέλος σε μια Λέσχη πληρώνει ένα πολύ
μικρό τέλος συμμετοχής, όμως λόγω της μεγάλης συμμετοχής, τα έσοδα των Λεσχών
είναι επαρκή.
Με «δεντράκια» μπορεί κανείς να αγοράσει σχεδόν τα πάντα :
αγροτικά προϊόντα, όλων των ειδών τα τρόφιμα (και μάλιστα
σπιτικά), ρούχα, καθαριστικά, αναλώσιμα για το σχολείο, και διάφορες υπηρεσίες,
όπως καθαριότητα, φροντίδα παιδιών, ιατρικές ή νομικές υπηρεσίες, μαθήματα ξένων
γλωσσών, κλπ.
Οι τοπικές αρχές στήριξαν από την αρχή τα τοπικά δίκτυα
συναλλαγών και όταν μάλιστα από το 2000 και μετά η οικονομική κατάσταση στην
Αργεντινή και ιδίως στα μεγάλα αστικά κέντρα επιδεινώθηκε, το Υπουργείο
Οικονομίας της Αργεντινής συμφώνησε να στηρίξει το Γενικό Δίκτυο στα θέματα
διαδικτυακής τεχνολογίας.
Στο Νότιο Μπερκσάιρ (Southern Berkshire) της Μασσαχουσέττης των ΗΠΑ, κυκλοφορεί το τοπικό
νόμισμα Μπερκσέαρ (Berkshare), το οποίο
υιοθετήθηκε στην περιοχή προκειμένου να ενισχυθεί η τοπική οικονομία.
Τα Berkshares τίθενται σε κυκλοφορία από τους κατοίκους της περιοχής ή
όποιον είναι διατεθειμένος να αγοράσει 100 Berkshares για
90 δολλάρια ΗΠΑ.
Όταν όμως τα Berkshares
κυκλοφορούν στην αγορά η αξία τους είναι ίση με αυτή του δολλαρίου, επομένως,
όποιος αγοράζει Berkshares κερδίζει 10% της αξίας τους σε δολλάρια.
Τα Berkshares τα αγοράζει κανείς από όποιο τραπεζικό κατάστημα
βρίσκεται στην περιοχή του Μπερκσάιρ και κυκλοφορούν σε 3 χαρτονομίσματα
διαφορετικής αξίας.
Οι επιχειρήσεις της περιοχής δέχονται τα Berkshares γιατί
με αυτόν τον τρόπο κερδίζουν πελάτες.
Επιπλέον, επειδή για να τα επιστρέψουν/καταθέσουν στην
Τράπεζα, θα τους κοστίσει περίπου 10% της αξίας τους (δηλαδή, εάν πουλήσουν
στην Τράπεζα 100 Berkshares, θα πάρουν στα χέρια τους 90 δολλάρια ΗΠΑ) είναι
προτιμότερο να φροντίσουν να αγοράσουν κάτι με αυτά από τη διπλανή επιχείρηση ή
υπηρεσίες από κάποιον επιχειρηματία/επαγγελματία της περιοχής που δέχεται Berkshares.
Δεν είναι υποχρεωτικό για κανέναν και καμία επιχείρηση να
δέχεται Berkshares, ούτε να συμμετέχει στο δίκτυο Berkshares, που
έχει μορφή εταιρείας, αλλά εάν τα δέχεται, έχει πλεονέκτημα στις συναλλαγές και,
εάν συμμετέχει στο δίκτυο, έχει ουσιαστικά δωρεάν διαφήμιση και κατά κάποιον
τρόπο εξασφαλισμένη πελατεία.
Μια άλλη μορφή
δικτύων συναλλαγών είναι οι Χρονοτράπεζες
(Timebanks).
Η Χρονοτράπεζα είναι ένα δίκτυο για την ανταλλαγή κατά
βάση υπηρεσιών.
Αυτό συμβαίνει γιατί βασική αρχή της Χρονοτράπεζας είναι
η ισότητα του χρόνου όλων των ανθρώπων, επομένως είναι υποχρεωτικό να
χρησιμοποιείται ως μονάδα μέτρησης αξίας η ώρα εργασίας, δηλαδή κάθε υπηρεσία ή
κάθε προϊόν αξίζει όσες ώρες χρειάστηκε ο παραγωγός για να το παραγάγει.
Κατά συνέπεια, δεν είναι εύκολο να ενσωματωθούν στην
«τιμή» πρώτες ύλες που αγοράστηκαν σε επίσημο νόμισμα.
Σε κάθε περίπτωση, η χρήση της ώρας εργασίας ως μονάδας
μέτρησης αξίας επιτρέπει να αμείβονται το ίδιο εργασίες, οι οποίες στην
συμβατική αγορά αμείβονται με πολύ μεγάλες αποκλίσεις τιμής.
Δηλαδή, οι οικιακές εργασίες αμείβονται το ίδιο με τις
υπηρεσίες ενός γιατρού ή ενός προγραμματιστή ηλεκτρονικών υπολογιστών.
Φυσικά δεν υπάρχουν επιτόκια, αλλά στους ηλεκτρονικούς
λογαριασμούς κάθε μέλους χρεώνονται οι ώρες που εργάστηκε και οι ώρες που έλαβε
υπηρεσίες ή αγαθά.
Επίσης, δεν υπάρχει δυνατότητα σύνδεσης των «ωρών» με
οποιοδήποτε νόμισμα, επίσημο ή όχι.
Είναι ο μόνος τύπος δικτύου συναλλαγής που θεωρείται
επισήμως ότι εξαιρείται από φορολογικό έλεγχο, ούτε χρειάζεται κανείς να
δηλώνει εισοδήματα ή έξοδα από την Χρονοτράπεζα.
Αυτό ισχύει, όχι μόνο στις ΗΠΑ, από όπου ξεκίνησε, και
στη Μ.Βρετανία, αλλά ακόμη και στην Ελλάδα, όπου οι φορολογικές αρχές θεωρούν
ότι οι υπηρεσίες παρέχονται εθελοντικά και δεν έχουν μορφή χρηματιοικονομικής
συναλλαγής.
Στην Ιαπωνία
υπάρχει το δίκτυο Φουρεάι Κίππου (Fureai Kippu), μέσω του οποίου παρέχονται υπηρεσίες φροντίδας σε
ηλικιωμένους και σε άτομα με ειδικές ανάγκες.
Το δίκτυο είναι ουσιαστικά σύνδεσμος τοπικών δικτύων
(περίπου 400 τον αριθμό) που υπάρχουν σε όλη την Ιαπωνία και επιτρέπει σε άτομα
που δεν έχουν συγγενείς στο άμεσο περιβάλλον τους για να τα φροντίσουν, να
έχουν υψηλό επίπεδο διαβίωσης και να αποφύγουν τον εγκλεισμό σε γηροκομεία και
κλινικές ή άλλα ιδρύματα.
Την ίδια στιγμή, επιτρέπει σε ανθρώπους που είναι μακριά
από τους ηλικιωμένους συγγενείς τους να κερδίσουν μονάδες φροντίζοντας κάποιον
γείτονα και να μεταφέρουν τις μονάδες αυτές στους συγγενείς τους που κατοικούν
μακριά, ώστε να μπορούν να τους φροντίσουν άλλα άτομα εκεί που μένουν.
Έχει γίνει μάλιστα ειδική ρύθμιση, ώστε όσοι νέοι
συμμετέχουν στο Φουρεάι Κίππου, να μπορούν με τις μονάδες που κερδίζουν, να
πληρώνουν τα κατά τα άλλα πανάκριβα πανεπιστημιακά δίδακτρα για τις σπουδές
τους.
Όλα τα παραπάνω είναι μερικές μόνο προσπάθειες από όσες
λαμβάνουν χώρα αυτήν την εποχή στον κόσμο.
Οι προσπάθειες είναι τόσες όσες και οι τοπικές κοινωνίες,
δηλαδή κάθε χώρα, περιοχή, κάθε κοινότητα ή κάθε ομάδα ανθρώπων προσαρμόζει τις
λύσεις και τις πληροφορίες που υπάρχουν στις συγκεκριμένες ανάγκες και στο
γεγονός ότι δεν υπάρχουν έτοιμες λύσεις.
Προτεινόμενοι Ιστότοποι :
Η ιδέα του αντιπραγματισμού (Bartering) εφαρμόζεται
ήδη με μεγάλη επιτυχία στις ΗΠΑ, την Αυστραλία, τη Μ. Βρετανία αλλά και την
Κύπρο, όπου οι επιχειρήσεις - μέλη της Πλατφόρμας εκμεταλλεύονται τα
πλεονεκτήματα που τους προσφέρει το δίκτυο.
Τα πλεονεκτήματα περιλαμβάνουν :
- Πρόσκτηση
νέων
πελατών
- Αύξηση μεριδίου αγοράς
- Βελτίωση εισπράξεων
- Ενίσχυση ρευστότητας
- Εξάλειψη
επισφαλειών
- Άτοκο
δανεισμό και εξασφάλιση πιστωτικού ορίου
- Πώληση
αποθεμάτων
- Εκμετάλλευση
νεκρού χρόνου
- Ενίσχυση
ιδιωτικής κατανάλωσης
- Ενίσχυση
τοπικών οικονομιών
- Τόνωση
μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας
- Αντιμετώπιση του κύκλου της ύφεσης
Στόχος της Ηλεκτρονικής Πλατφόρμας Ανταλλακτικού Εμπορίου
(ΗΠΑΕ) είναι η παροχή βοήθειας σε επιχειρήσεις που προσδοκούν σε οικονομική
ευμάρεια, χρησιμοποιώντας ένα δίκτυο
αντιπραγματισμού που προσφέρει δυναμικές και αποδοτικές επιλογές στο τομέα της
επιχειρηματικής δραστηριότητας.
Παρόλο που η ιδέα του αντιπραγματισμού (bartering) είναι ηλικίας
χιλιάδων ετών, ο αντιπραγματισμός μέσω της Ηλεκτρονικής Πλατφόρμας αποτελεί τον
πιο καινοτόμο τρόπο συνδυασμού μοντέρνας τεχνολογίας, μιας κοινότητας
επιχειρήσεων και άμεσων και έμμεσων καναλιών μάρκετινγκ, με σκοπό την επέκταση
της πελατειακής βάσης, αύξηση των πωλήσεων, αύξηση του κέρδους και την ενίσχυση
της ρευστότητας.
Οι συμβεβλημένες
επιχειρήσεις βασίζονται πάνω στο μοντέλο κέρδους-αποταμίευσης-εξόδων, σε
ότι αφορά τις αγορές τους σε προϊόντα και υπηρεσίες.
Κερδίζουν, αποταμιεύουν και ξοδεύουν χρήματα.
Το μοντέλο είναι αποτελεσματικό όταν οι επιχειρήσεις
κερδίζουν αρκετά για να καλύψουν τα έξοδα τους και να δημιουργήσουν ένα μικρό κεφάλαιο
για την ανάπτυξη των εργασιών τους.
Τί συμβαίνει όμως όταν όταν οι επιχειρήσεις δεν κερδίζουν
αρκετά ;
Ή όταν οι επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν το αναπόφευκτο
αδιέξοδο να πρέπει να μεγαλώσει ή να επεκταθεί η δραστηριότητα σήμερα, για να κερδίσει περισσότερα στο μέλλον ;
Η Ηλεκτρονική Πλατφόρμα Ανταλλακτικού Εμπορίου (ΗΠΑΕ)
προσφέρει μια καινοτόμα και βιώσιμη λύση σε αυτές τις κοινές προκλήσεις που
αντιμετωπίζουν σήμερα οι επιχειρήσεις.
Ο τρόπος με τον οποίο οι επιχειρήσεις διεκπεραιώνουν τις
καθημερινές τους δραστηριότητες έχει πλέον αλλάξει ριζικά.
Το παγκόσμιο καινοτόμο δίκτυο της ΗΠΑΕ επιτρέπει σε χιλιάδες
επιχειρήσεις από όλο τον κόσμο, να ωφεληθούν από την οικονομία του
αντιπραγματισμού χωρίς τη χρήση μετρητών.
Η Bartercard π.χ., διεκπεραιώνει περίπου 2 δισεκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ
το χρόνο σε συναλλαγές χωρίς μετρητά και λειτουργεί σε 12 χώρες.
Νέες διεθνείς αγορές συνεχίζουν να προσχωρούν στα δίκτυα
των ΗΠΑΕ, που προσφέρουν την ευελιξία του αντιπραγματισμού, δημιουργώντας το
περιβάλλον στο οποίο οι επιχειρήσεις - μέλη τους μπορούν να συναλλάσσονται με
άλλη μέλη, σε διεθνές επίπεδο, χωρίς να χρειάζεται οι συναλλαγές
αντιπραγματισμού να είναι «ένας προς ένα».
|
ΟΙ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΜΑΣ
Θέσπιση Ηλεκτρονικής Πλατφόρμας Ανταλλακτικού Εμπορίου
Ειδική νομοθετική
ρύθμιση για τη δυνατότητα λειτουργίας και στην Ελλάδα, Διεθνούς Πλατφόρμας Συναλλαγών Ανταλλακτικού Εμπορίου
και Υπηρεσιών, κατά το επιτυχημένο πρότυπο της BarterCard Αυστραλίας, ΗΠΑ
και Μ. Βρετανίας.
Με τη νομοθετική αυτή
ρύθμιση δίδεται η δυνατότητα σε χιλιάδες ιδιώτες, ελεύθερους επαγγελματίες,
επιτηδευματίες, μικρές και μικρομεσαίες επιχειρήσεις να επιστρέψουν στην αγορά,
να επανεκκινήσουν την οικονομική τους δραστηριότητα, να πωλήσουν τα αδιάθετα προϊόντα τους, να
μειώσουν και να απαλείψουν τις εμπορικές οφειλές στους χρεώστες τους, να
αποκτήσουν πρόσβαση σε άτοκο, μη τραπεζικό δανεισμό, από 3.000 – 30.000 ευρώ,
ανεξάρτητα από τις πληροφορίες του συστήματος βαθμολόγησης
πιστοληπτικής συμπεριφοράς (scoring) της
ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ ΑΕ, της οποίας άλλωστε προτείνουμε την κατάργηση, να
αποκτήσουν ανακυκλούμενο όριο υπερανάληψης,
να αυξήσουν τη ρευστότητά τους χωρίς προσφυγή σε τραπεζικό δανεισμό και
να αναπτύξουν περεταίρω την επιχείρηση, το πελατολόγιo και τον κύκλο εργασιών τους, επιτυγχάνοντας την βελτίωση
των εισπράξεων και τη μείωση των επισφαλών απαιτήσεών τους.
Στόχος της στοχευμένης
αυτής δράσης είναι η υγιής αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης, η επιστροφή των
νοικοκυριών στην αγορά, η άμεση
επανεκκίνηση της λειτουργίας των πολύ μικρών και μικρών επιχειρήσεων και,
ειδικότερα, αυτών της παροχής υπηρεσιών, στις οποίες η συγκεκριμένη πλατφόρμα
λειτουργεί ως Τράπεζα Χρόνου, καθώς επίσης και των επιτηδευματιών και ελεύθερων
επαγγελματιών, η μείωση των επισφαλών απαιτήσεων στην αγορά, η επιστροφή της
ρευστότητας, η μείωση της ανεργίας και η επιβίωση της Μικρής και Μικρομεσαίας
Ελληνικής Επιχείρησης κατά τη διάρκεια του κύκλου της κρίσης και της ύφεσης,
ιδιαίτερα δε καθ’ όσο διάστημα η χρηματοδότηση της ανάπτυξης και της
επανεκκίνησης της οικονομίας από το Τραπεζικό Σύστημα θα παραμένει
περιορισμένη.
Το άμεσο οικονομικό
όφελος από τη συγκεκριμένη δράση, που θα προέλθει από το νέο κύκλο εργασιών και
την αύξηση της φορολογητέας ύλης, με τη δημιουργία υγιούς ιδιωτικής
κατανάλωσης, χωρίς χρήματα και χωρίς ανάγκη προσφυγής σε τραπεζικό δανεισμό
καταναλωτικής πίστης, υπολογίζεται να ανέλθει στο ποσό των 1,00-1,50 ΔΙΣ ευρώ
νέου ετήσιου τζίρου και τουλάχιστον 200 εκατομμυρίων ευρώ νέων, ετήσιων
φορολογικών εσόδων από ΦΠΑ και Φόρο Εισοδήματος, με την εισαγωγή στο σύστημα,
κατά τον πρώτο μόνο χρόνο λειτουργίας του, αριθμού 50.000–80.000 μικρών και
πολύ μικρών επιχειρήσεων, επιτηδευματιών και ελεύθερων επαγγελματιών
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ :
Με βάση όλα τα ανωτέρω και
σε συνδυασμό με την έκθεση
κρίνεται πλέον απαραίτητη στην Ελλάδα η εκπόνηση ειδικής
και εμπεριστατωμένης μελέτης για την ταυτόχρονη :
·
Θέσπιση Ηλεκτρονικής Πλατφόρμας Ανταλλακτικού Εμπορίου
·
Θέσπιση συστήματος ενός ή περισσοτέρων Εναλλακτικών Τοπικών
Νομισμάτων, κατά το Ιταλικό & Γερμανικό πρότυπο (Δημοτικά Τοπικά Νομίσματα)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου