Γράφει ο Κυριάκος Τόμπρας
ΛΕΜΕ ΟΧΙ ΣΤΗ ΝΕΑ ΠΡΟΒΟΚΑΤΣΙΑ ΣΟΪΜΠΛΕ !!!
Δεν θα σου κάνουμε τη χάρη μισάνθρωπε σακάτη !!!
Θα μείνουμε μέσα και θα μας τρωτε στη μάπα εντός ΕΕ και Ευρώ, μέχρι να αναλάβετε τις ευθύνες σας και να μας λύσετε το πρόβλημα που εσείς οι ίδιοι δημιουργήσατε με τις λάθος οικονομικές και νομισματικές πολιτικές των μνημονίων !!!
Βρυξέλλες και Βερολίνο τρέμουν στην ιδέα ενός ελληνικού πιστωτικού γεγονότος εντός ευρώ που, με βάση τη διαμόρφωση της μέχρι σήμερα ισοτιμίας του με το δολάριο, θα το έστελνε με μεγάλη ευκολία στα επίπεδα του 0,85 - 0,90.
Αυτός είναι άλλωσε ο λόγος που έφτασαν στο σημείο ακόμη και να επιδοτούν την οικειοθελή μας αποχώρηση, ζητώντας τη συναίνεσή μας στην τροποποίηση της Συνθήκης της Λισαβώνας, αφού το κόστος της κατάρρευσης του ενιαίου νομίσματος θα είναι σε κάθε περίπτωση πολύ μεγαλύτερο ακόμη και από τη διαγραφή του συνόλου του ελληνικού χρέους.
Σκεφθείτε μόνο τι θα συμβεί στην οικονομία της Γερμανίας με το ευρώ στο 0,85-0,90, όταν αυτή :
- Είναι ενεγειακά εξαρτημένη (πετρέλαιο + φυσικό αέριο) κατά 90%, με συμβόλαια σε δολάριο από τη Ρωσία ενώ, αν μέχρι σήμερα, στις παρούσες συναλλαγματικές ισοτιμίες, δεν έχει ήδη εκδηλωθεί το πρόβλημα, αυτό οφείλεται αποκλειστικά στη συγκυρία των ιστορικά χαμηλών τιμών του αργού στις διεθνείς αγορές, που έχουν αντισταθμίσει τις όποιες συναλλαγματικές απώλειες του ευρώ έναντι του δολαρίου.
- Οι τράπεζές της είναι φορτωμένες με δεκάδες Τρις συναλλαγματικά παράγωγα και υπερμοχλευμένες θέσεις σε πλατφόρμες συναλλαγών Forex, που έχουν ανοιχτεί με την ισότιμία πάνω από το 1,30 και, μοιραία, στην υπό συζήτηση περίπτωση θα κλείσουν με την ίδια ισοτιμία κάτω του 1/1.
- Οι εξαγωγές της, που διαμορφώνουν το 50% του ΑΕΠ της και αποτελούν το μεγάλο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα της εθνικής της οικονομίας έναντι των λοιπών εθνικών οικονομιών της ΕΕ, αφορούν στη μεγάλη τους πλειοψηφία διεθνώς εμπορεύσιμα προϊόντα υψηλής τεχνολογίας και ποιότητας, που σήμερα απευθύνονται κατά κύριο λόγο στις ανερχόμενες αγορές της ΝΑ Ασίας, τα οποία, όσο και να φθηνήνουν λόγω μιας πιθανής κατάρρευσης του ευρώ στα επίπεδα του 0,85-0,90 του δολαρίου, δεν θα καταστούν ποτέ φθηνότερα από τα αντίστοιχα του τοπικού ή του αμερικανικού ανταγωνισμού, ουτωσώστε οι αμερικανοί και ασιάτες καταναλωτές να στραφούν στην απόκτησή τους και να αυξηθεί το μερίδιο της αγοράς τους, αντισταθμίζοντας έτσι, με τον μεγαλύτερο όγκο των νέων πωλήσεων, τις απώλειες του κύκλου εργασιών τους λόγω της κατάρρευσης της συναλλαγματικής ισοτιμίας του ευρώ.
Για παράδειγμα, όσο και να φθηνήνει μια Mercedes δεν θα γίνει ποτέ φθηνότερη από τα αμερικανικά ή τα ιαπωνικά αυτοκίνητα στην Άπω Ανατολή, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να προσελκύσει λόγω του φθηνότερου ευρώ περισσότερους πελάτες, δηλαδή μεγαλύτερο όγκο πωλήσεων.
Έτσι λοιπόν, η εξαγωγή ενός αυτοκινήτου αξίας 50.000 ευρώ, ενώ με το δολάριο στο 1,30 απέφερε στη γερμανική βιομηχανία έσοδα 65.000 δολαρίων, σήμερα αποφέρει 55.000 δολάρια και, με την ισοτιμία πχ στο 0,85 θα αποφέρει μόλις 42.500.
Για να αντισταθμιστεί δε η διαφορά των 42.500 δολαρίων με τα 65.000 της αρχικής συναλλαγματικής ισοτιμίας στη βάση του 1,30,, ήτοι τα 22.500 δολάρια που ποσοστιαία επί των 42.500 αντιστοιχούν στο 53% αυτού, θα πρέπει οι πωλήσεις του συγκεκριμένου αυτού προϊόντος να αυξηθούν κατά τουλάχιστον 50%, πράγμα αδύνατο να συμβεί αφού, ακόμη και αν, σε καθαρά θεωρητική βάση, υπήρχαν οι αντίστοιχες παραγγελίες, η βιομηχανία δεν θα είχε ποτέ διαθέσιμη την ανάλογη παραγωγική δυνατότητα (capacity) για να τις καλύψει.
Την ίδια όμως ώρα, στη συγκεκριμένη αυτή βιομηχανία θα έχει αυξηθεί το κόστος παραγωγής, λόγω της αύξησης της τιμής των καυσίμων και, παράλληλα, θα έχει αυξηθεί και το κόστος του χρήματος, προκειμένου το τραπεζικό σύστημα που τη χρηματοδοτεί να αποσβέσει έστω ένα μέρος της ζημίας του συναλλαγματικού κινδύνου που θα έχει υποστεί σε μια τέτοια εξέλιξη.
Είναι λοιπόν αυτονόητος ο λόγος που μας επιδοτούν για να φύγουμε.
Και είναι άλλο τόσο αυτονόητος ο λόγος που εμείς πρέπει να μείνουμε.
Το μεγαλύτερο διαπραγματευτικό μας όπλο είναι η ζημία που θα προκαλέσουν στους δικούς τους λαούς, επιχειρώντας για άλλη μια φορά να υποτάξουν τους Έλληνες.
Όπως δεν τους αφήσαμε να τα καταφέρουν τότε, δεν θα τος αφήσουμε ούτε και σήμερα.