Γράφει ο δικηγόρος Δημήτρης Λυρίτσης
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξέδωσε την 24η/2/2021 την ένατη έκθεση ενισχυμένης εποπτείας για την Ελλάδα με την οποία ζητά τη μερική άρση της απαγόρευσης πλειστηριασμών και για την 1η κατοικία, που είχε επιβληθεί από την 6η/11/2021 στο πλαίσιο της λήψης έκτακτων μέτρων για τον περιορισμό της διασποράς του covid-19 ως αποτέλεσμα της αναστολής λειτουργίας των δικαστηρίων.
Συγκριμένα, η Κομισιόν ζητά από την ελληνική κυβέρνηση να μην παρατείνει το γενικό πάγωμα πέρα από τις 15 Μαρτίου και να «υιοθετήσει εγκαίρως προσωρινές και πιο στοχευμένες λύσεις, προκειμένου να προστατευτούν τα ευάλωτα νοικοκυριά». Η πρόταση, όμως, αυτή της Κομισιόν για την έναρξη των πλειστηριασμών και εν γένει της εκτελεστικής διαδικασίας έρχεται σε πλήρη αντίφαση με τις υπόλοιπες διαπιστώσεις για την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας, το ρυθμό ανάπτυξης και τη διόγκωση του ιδιωτικού χρέους λόγω του covid-19.
Ας λάβουμε υπόψη ότι το ιδιωτικό χρέος προ πανδημίας ανέρχονταν στο ποσό των 234 δισ. ευρώ. Με τους πιο αισιόδοξους υπολογισμούς σε αυτό θα προστεθούν και άλλα 20 δισ. ευρώ «πανδημικού χρέους» έως το τέλος του 2021 και έτσι θα εκτοξευτεί στα 254 δισ. ευρώ όταν το συνολικό ΑΕΠ της χώρας το 2020 κινείται στη περιοχή των 168 δισ. ευρώ. Δηλαδή το ιδιωτικό χρέος στη χώρα θα ανέλθει στο 150% του ΑΕΠ και θα συνιστά μια βραδυφλεγή βόμβα στα θεμέλια της οικονομικής εξέλιξης με σοβαρές κοινωνικές και πολιτικές προεκτάσεις.
Ταυτόχρονα οι εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη μεγέθυνση της ελληνικής οικονομίας τα επόμενα έτη δεν είναι αισιόδοξες. Προβλέπει ανάπτυξη 3,5% για το 2021 και 5% για το 2022, που σημαίνει ότι τις οικονομικές απώλειες από τη πανδημία (ύφεση το 2020 πάνω από 10%) δεν θα τις ανακτήσουμε μέσα από ένα σπιράλ ανάπτυξης το επόμενο διάστημα αλλά θα είναι μια αργή και χρονοβόρα διαδικασία, με την ελπίδα μιας ομαλής οικονομικής επιστροφής στην προ-covid εποχή στο τέλος του 2023. Η προτεινόμενη στρατηγική αντιμετώπισης του αυξανόμενου ιδιωτικού χρέους γίνεται με όρους προ-covid εποχής, ιδεοληπτικούς και πεπερασμένους.
Βασική αρχή είναι η άσκηση έντονης πίεσης στους οφειλέτες στη λογική των πολλών και γρήγορων πλειστηριασμών με ταυτόχρονο περιορισμό των ουσιαστικών και δικονομικών εργαλείων άμυνας τους. Η βασική στρατηγική αποκρυσταλλώνεται στο ν.4738/2020 με τίτλο «Κώδικας Ρύθμισης οφειλών και παροχής δεύτερης ευκαιρίας». Στην πραγματικότητα πρόκειται για τον αναμορφωμένο Πτωχευτικό Κώδικα, με τον οποίο καταργείται πλήρως η προστασία της κύριας κατοικίας (υπό προϋποθέσεις και για περιορισμένο χρόνο υφίσταται προστασία στέγης για τα ευάλωτα νοικοκυριά), ρευστοποιείται το σύνολο της κινητής και ακίνητης περιουσίας και τέλος μετατρέπεται μέρος του ετήσιου εισοδήματος σε πτωχευτική περιουσία.
Περαιτέρω, έχει ήδη θεσπιστεί ο υποχρεωτικός τιμωρητικός επαναπροσδιορισμός των εκκρεμών αιτήσεων του ν. Κατσέλη, η επί τα χείρω αναμόρφωση του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας και του Δικαίου της αναγκαστικής εκτέλεσης, ο a priori χαρακτηρισμός των οφειλετών ως «στρατηγικών κακοπληρωτών» στο δημόσιο λόγο και στις πολιτικές επιλογές. Τίποτε από τα ανωτέρω, όμως, δεν απαντά στα επίδικα της εποχής που διαμορφώνει ο Covid-19 και η μετ΄ αυτού εξελισσόμενη οικονομική κρίση δεδομένου ότι πλάι στους πολλούς αδύναμους που δημιούργησε η δεκαετής οικονομική κρίση και δεν άντεξαν το βάρος της υπερχρέωσης, τώρα θα προστεθούν και αυτοί που γεννά ο covid-19, όσοι δηλαδή όρθιοι στη μεγάλη κρίση του 2008-2018, ήταν ενήμεροι και κράτησαν όρθιο το τραπεζικό σύστημα με τη συνεχή και εμπρόθεσμη καταβολή των δόσεων τους, κάποιοι εξ αυτών και εις βάρος των βασικών βιοτικών τους αναγκών. Ο δυσεπίλυτος γρίφος του ιδιωτικού χρέους θα είναι από τις βασικές προκλήσεις της μετά Covid εποχής και δεν μπορεί να λυθεί με τιμωρητικές συνταγές που δεν θα αποδώσουν κανένα πρακτικό αποτέλεσμα.
Σε μια πρώτη προσέγγιση της διαχείρισης του ιδιωτικού χρέους, άρχισαν ν΄ ακούγονται φωνές για διαγραφή των χρεών που προκάλεσε η πανδημία.
Την αρχή έκανε ο πρώην επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και νυν Πρωθυπουργός της Ιταλίας, Μάριο Ντράγκι. Μιλώντας για την ευρωπαϊκή οικονομία και θεωρώντας αναπόφευκτη την ύφεση, προκειμένου να αποτραπεί η εξέλιξη της σε συστημική κρίση, έστειλε μήνυμα για άμεσες και χωρίς καθυστέρηση, παρεμβατικές δράσεις, όπως η διαγραφή των δημιουργούμενων, λόγω πανδημίας, χρεών επιχειρήσεων, με στόχο να μην χαθούν πολύτιμες θέσεις εργασίας.
Στην Ελλάδα η λογική αυτή πρέπει να επικρατήσει τόσο για τα «πανδημικά» όσο και για τα παλαιά χρέη. Η οικοδόμηση ενός νέου και σταθερού μοντέλου οικονομικής ανάπτυξης δεν μπορεί να έρθει αν δεν λύσουμε τους λογαριασμούς του χθες. Η διαγραφή οφειλών, φορολογικών και τραπεζικών, είναι μονόδρομος. Είναι αδιανόητο, οποιοσδήποτε ορθολογικά σκεπτόμενος να προσδοκά στην αποπληρωμή αυτών των χρεών, παλαιών και νέων, ειδικά σε μία χώρα που νοικοκυριά και επιχειρήσεις αγωνίζονται να ορθοποδήσουν μετά την πολύχρονη οικονομική περιπέτεια των μνημονιακών ετών.
Αντίλογος περί κινδύνου απώλειας της κουλτούρας πληρωμών θα ήταν όλως ανεδαφικός. Και τούτο διότι η διαγραφή (μερική ή και ολική) χρεών είναι η προεξόφληση της τελικής διάσωσης ή καλύτερα είναι η συνταγή της λύσης. Σε διαφορετική περίπτωση, ελλοχεύει ο κίνδυνος μαζικών χρεοκοπιών και ως εκ τούτων ανεπανόρθωτων ζημιών με σοβαρότατες συνέπειες σε κοινωνικό επίπεδο.
ΠΗΓΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου