Του Κώστα Μελά*
Το τραπεζικό σύστημα της χώρας εξακολουθεί να μην μπορεί στοιχειωδώς να ανταποκριθεί στον ρόλο που του έχει ανατεθεί, δηλαδή στην χορήγηση ρευστότητας στις επιχειρήσεις.
Συγκεκριμένα, ο δωδεκάμηνος ρυθμός μεταβολής της επιχειρηματικής πίστης (εκτός επιχειρήσεων του χρηματοπιστωτικού τομέα) είχε θετικό πρόσημο κατά το 2019, σε αντίθεση με ό,τι συνήθως παρατηρούνταν κατά τα προηγούμενα έτη. Επισημαίνεται όμως ότι η εικόνα αυτή αφορά κυρίως τις μεγάλες επιχειρήσεις. Η διαθεσιμότητα τραπεζικής χρηματοδότησης βελτιώθηκε σε σύγκριση με το παρελθόν και για τις επιχειρήσεις μικρού και μεσαίου μεγέθους, αλλά οι εκταμιεύσεις νέων τραπεζικών δανείων γι’ αυτές τις επιχειρήσεις συνέχισαν να υπολείπονται των αποπληρωμών των υφιστάμενων χρεών τους προς το τραπεζικό σύστημα (αρνητική καθαρή ροή τραπεζικής χρηματοδότησης).
1. Η ακαθάριστη ροή χρηματοδοτήσεων δεν αυξήθηκε 2019 έναντι του 2018 ούτε για τις μεγάλες ούτε για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, αν και ήταν αυξημένη έναντι των δύο αμέσως προηγούμενων ετών. Τούτο σημαίνει ότι η βελτίωση των πιστωτικών συνθηκών το 2019 οφείλεται εν μέρει στο γεγονός ότι και οι αποπληρωμές χρεολυσίων εκ μέρους των επιχειρήσεων ήταν μικρότερες απ’ ό,τι το 2018. Η ίδια τάση εξακολουθεί και το πρώτο δίμηνο του 2020: ο ρυθμός χρηματοδότησης των επιχειρήσεων διαμορφώθηκε σε +1,2%. Η πιστωτική επέκταση αφορά κυρίως τις χορηγήσεις προς μεγάλες επιχειρήσεις, ενώ στις μικρές επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά ο ρυθμός χρηματοδότησης παρέμεινε αρνητικός. Ειδικότερα, ο ρυθμός χρηματοδότησης ελεύθερων επαγγελματιών και ατομικών επιχειρήσεων διαμορφώθηκε σε -2,4% και στα νοικοκυριά σε -3,4% για στεγαστικά δάνεια και -1,5% για καταναλωτικά δάνεια.
2. Εξακολουθεί να έχει δομικά προβλήματα, όπως τον υψηλό όγκο μη αποτελεσματικών δανείων (ΜΑΔ), ενώ και το ζήτημα με την αναβαλλόμενη φορολογική απαίτηση αποτελεί δυσανάλογα μεγάλο μέρος των συνολικών κεφαλαίων. Είναι αξιοσημείωτο ότι πάνω από το ήμισυ των κεφαλαίων των τραπεζών αντιστοιχεί σε αναβαλλόμενο φόρο, γεγονός που χρήζει αντιμετώπισης, ενδεχομένως και σε συνδυασμό με την αντιμετώπιση του προβλήματος των ΜΑΔ.
3. Η αναμενόμενη μεγάλη συρρίκνωση της οικονομικής δραστηριότητας της χώρας για το 2020 θα έχει σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις και σε ό,τι αφορά τις ελληνικές τράπεζες. Ηδη έχει παγώσει το σχέδιο «Ηρακλής» και οι προγραμματιζόμενες τιτλοποιήσεις των μη αποτελεσματικών δανείων έχουν μετατεθεί για το 2021. Αυξάνονται οι εκτιμήσεις για νέα γενιά μη αποτελεσματικών δανείων που, αν όντως συμβεί (οι πιθανότητες είναι αυξημένες), θα αποτελέσει ένα ακόμη πρόβλημα. Αν αυξηθούν σημαντικά και οδηγήσουν σε νέες ανησυχίες, όσον αφορά την κεφαλαιακή θέση των τραπεζών, τότε αυτός είναι ο μεγάλος κίνδυνος με τον οποίο μπορεί να βρεθεί αντιμέτωπη η κυβέρνηση. Σήμερα τα ΜΑΔ των τραπεζών ανέρχονται στα 68 δισ. ευρώ. Η ύφεση στην οικονομία θα τα πλήξει με δύο τρόπους : Θα επιδεινώσει τα υφιστάμενα και θα δημιουργήσει νέα ΜΑΔ, δηλαδή θα πλήξει και τα 85 δισ. υγιή δάνεια στο σύστημα. Το ερώτημα είναι σε ποιον βαθμό.
4. Υπάρχουν όμως και θετικά μέτρα για το τραπεζικό σύστημα που προέρχονται από τις αποφάσεις της ΕΚΤ και της Ε.Ε., που επιτρέπουν πιθανολογικά την κάλυψη ορισμένων από τα προηγούμενα προβλήματα.
5. Η ΕΚΤ έχει παράσχει μέτρα ανακούφισης στον χρηματοοικονομικό κλάδο της Γηραιάς Ηπείρου από το ξέσπασμα της κρίσης του κορωνοϊού και εξής, μειώνοντας τα υποχρεωτικά επίπεδα αποθεμάτων κεφαλαίων ώστε οι τράπεζες να μπορούν να ενισχύσουν με δανειακά κεφάλαια τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις. Τον Μάρτιο η ΕΚΤ απελευθέρωσε 120 δισ. ευρώ κεφαλαίων, επιτρέποντας στις τράπεζες να αντλήσουν από τα αποθέματα ασφαλείας τους και να χρησιμοποιήσουν χρέος μειωμένης εξασφάλισης για την κάλυψη βασικών απαιτήσεων. Η ΕΚΤ έχει δώσει στις τράπεζες περισσότερο χρόνο για την αντιμετώπιση των επισφαλών δανείων και την αποκατάσταση άλλων δυσλειτουργιών.
6. Η Επιτροπή ενέκρινε (28 Απριλίου) δέσμη μέτρων για τις τράπεζες ώστε να διευκολυνθεί η χορήγηση δανείων σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις σε όλη την Ευρωπαϊκή Ενωση. Στόχος της δέσμης είναι να διασφαλιστεί η δυνατότητα των τραπεζών να συνεχίσουν να δανείζουν χρήματα για τη στήριξη της οικονομίας και να συμβάλλουν στον μετριασμό του σημαντικού οικονομικού αντικτύπου του κορωνοϊού. Η Επιτροπή πρότεινε ορισμένες στοχευμένες βραχυπρόθεσμες τροποποιήσεις των κανόνων προληπτικής εποπτείας των τραπεζών της Ε.Ε. (κανονισμός για τις κεφαλαιακές απαιτήσεις), προκειμένου να μεγιστοποιηθεί η ικανότητα των τραπεζών για χορήγηση δανείων και απορρόφηση ζημιών λόγω του κορωνοϊού. Επίσης προτείνει έκτακτα προσωρινά μέτρα για να αμβλυνθεί ο άμεσος αντίκτυπος των εξελίξεων λόγω του κορωνοϊού, με την προσαρμογή του χρονοδιαγράμματος της εφαρμογής των διεθνών λογιστικών προτύπων στα κεφάλαια των τραπεζών, με την ευνοϊκότερη αντιμετώπιση των δημοσίων εγγυήσεων που χορηγούνται κατά τη διάρκεια της παρούσας κρίσης, με την αναβολή της ημερομηνίας εφαρμογής του αποθέματος ασφαλείας για τον δείκτη μόχλευσης και με την τροποποίηση του τρόπου εξαίρεσης ορισμένων ανοιγμάτων από τον υπολογισμό του δείκτη μόχλευσης. Η Επιτροπή προτείνει επίσης την επίσπευση της ημερομηνίας εφαρμογής πολλών συμφωνηθέντων μέτρων που παρέχουν κίνητρα στις τράπεζες για τη χρηματοδότηση εργαζομένων, ΜΜΕ και έργων υποδομής.
7. Το πόσο αυτά τα μέτρα θα αντισταθμίσουν τις αρνητικές συνέπειες της κρίσης λόγω της επιδημίας COVID-19 είναι ένα ζητούμενο και η απάντηση εξαρτάται από τις μελλοντικές εξελίξεις.
1. Η ακαθάριστη ροή χρηματοδοτήσεων δεν αυξήθηκε 2019 έναντι του 2018 ούτε για τις μεγάλες ούτε για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, αν και ήταν αυξημένη έναντι των δύο αμέσως προηγούμενων ετών. Τούτο σημαίνει ότι η βελτίωση των πιστωτικών συνθηκών το 2019 οφείλεται εν μέρει στο γεγονός ότι και οι αποπληρωμές χρεολυσίων εκ μέρους των επιχειρήσεων ήταν μικρότερες απ’ ό,τι το 2018. Η ίδια τάση εξακολουθεί και το πρώτο δίμηνο του 2020: ο ρυθμός χρηματοδότησης των επιχειρήσεων διαμορφώθηκε σε +1,2%. Η πιστωτική επέκταση αφορά κυρίως τις χορηγήσεις προς μεγάλες επιχειρήσεις, ενώ στις μικρές επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά ο ρυθμός χρηματοδότησης παρέμεινε αρνητικός. Ειδικότερα, ο ρυθμός χρηματοδότησης ελεύθερων επαγγελματιών και ατομικών επιχειρήσεων διαμορφώθηκε σε -2,4% και στα νοικοκυριά σε -3,4% για στεγαστικά δάνεια και -1,5% για καταναλωτικά δάνεια.
2. Εξακολουθεί να έχει δομικά προβλήματα, όπως τον υψηλό όγκο μη αποτελεσματικών δανείων (ΜΑΔ), ενώ και το ζήτημα με την αναβαλλόμενη φορολογική απαίτηση αποτελεί δυσανάλογα μεγάλο μέρος των συνολικών κεφαλαίων. Είναι αξιοσημείωτο ότι πάνω από το ήμισυ των κεφαλαίων των τραπεζών αντιστοιχεί σε αναβαλλόμενο φόρο, γεγονός που χρήζει αντιμετώπισης, ενδεχομένως και σε συνδυασμό με την αντιμετώπιση του προβλήματος των ΜΑΔ.
3. Η αναμενόμενη μεγάλη συρρίκνωση της οικονομικής δραστηριότητας της χώρας για το 2020 θα έχει σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις και σε ό,τι αφορά τις ελληνικές τράπεζες. Ηδη έχει παγώσει το σχέδιο «Ηρακλής» και οι προγραμματιζόμενες τιτλοποιήσεις των μη αποτελεσματικών δανείων έχουν μετατεθεί για το 2021. Αυξάνονται οι εκτιμήσεις για νέα γενιά μη αποτελεσματικών δανείων που, αν όντως συμβεί (οι πιθανότητες είναι αυξημένες), θα αποτελέσει ένα ακόμη πρόβλημα. Αν αυξηθούν σημαντικά και οδηγήσουν σε νέες ανησυχίες, όσον αφορά την κεφαλαιακή θέση των τραπεζών, τότε αυτός είναι ο μεγάλος κίνδυνος με τον οποίο μπορεί να βρεθεί αντιμέτωπη η κυβέρνηση. Σήμερα τα ΜΑΔ των τραπεζών ανέρχονται στα 68 δισ. ευρώ. Η ύφεση στην οικονομία θα τα πλήξει με δύο τρόπους : Θα επιδεινώσει τα υφιστάμενα και θα δημιουργήσει νέα ΜΑΔ, δηλαδή θα πλήξει και τα 85 δισ. υγιή δάνεια στο σύστημα. Το ερώτημα είναι σε ποιον βαθμό.
4. Υπάρχουν όμως και θετικά μέτρα για το τραπεζικό σύστημα που προέρχονται από τις αποφάσεις της ΕΚΤ και της Ε.Ε., που επιτρέπουν πιθανολογικά την κάλυψη ορισμένων από τα προηγούμενα προβλήματα.
5. Η ΕΚΤ έχει παράσχει μέτρα ανακούφισης στον χρηματοοικονομικό κλάδο της Γηραιάς Ηπείρου από το ξέσπασμα της κρίσης του κορωνοϊού και εξής, μειώνοντας τα υποχρεωτικά επίπεδα αποθεμάτων κεφαλαίων ώστε οι τράπεζες να μπορούν να ενισχύσουν με δανειακά κεφάλαια τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις. Τον Μάρτιο η ΕΚΤ απελευθέρωσε 120 δισ. ευρώ κεφαλαίων, επιτρέποντας στις τράπεζες να αντλήσουν από τα αποθέματα ασφαλείας τους και να χρησιμοποιήσουν χρέος μειωμένης εξασφάλισης για την κάλυψη βασικών απαιτήσεων. Η ΕΚΤ έχει δώσει στις τράπεζες περισσότερο χρόνο για την αντιμετώπιση των επισφαλών δανείων και την αποκατάσταση άλλων δυσλειτουργιών.
6. Η Επιτροπή ενέκρινε (28 Απριλίου) δέσμη μέτρων για τις τράπεζες ώστε να διευκολυνθεί η χορήγηση δανείων σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις σε όλη την Ευρωπαϊκή Ενωση. Στόχος της δέσμης είναι να διασφαλιστεί η δυνατότητα των τραπεζών να συνεχίσουν να δανείζουν χρήματα για τη στήριξη της οικονομίας και να συμβάλλουν στον μετριασμό του σημαντικού οικονομικού αντικτύπου του κορωνοϊού. Η Επιτροπή πρότεινε ορισμένες στοχευμένες βραχυπρόθεσμες τροποποιήσεις των κανόνων προληπτικής εποπτείας των τραπεζών της Ε.Ε. (κανονισμός για τις κεφαλαιακές απαιτήσεις), προκειμένου να μεγιστοποιηθεί η ικανότητα των τραπεζών για χορήγηση δανείων και απορρόφηση ζημιών λόγω του κορωνοϊού. Επίσης προτείνει έκτακτα προσωρινά μέτρα για να αμβλυνθεί ο άμεσος αντίκτυπος των εξελίξεων λόγω του κορωνοϊού, με την προσαρμογή του χρονοδιαγράμματος της εφαρμογής των διεθνών λογιστικών προτύπων στα κεφάλαια των τραπεζών, με την ευνοϊκότερη αντιμετώπιση των δημοσίων εγγυήσεων που χορηγούνται κατά τη διάρκεια της παρούσας κρίσης, με την αναβολή της ημερομηνίας εφαρμογής του αποθέματος ασφαλείας για τον δείκτη μόχλευσης και με την τροποποίηση του τρόπου εξαίρεσης ορισμένων ανοιγμάτων από τον υπολογισμό του δείκτη μόχλευσης. Η Επιτροπή προτείνει επίσης την επίσπευση της ημερομηνίας εφαρμογής πολλών συμφωνηθέντων μέτρων που παρέχουν κίνητρα στις τράπεζες για τη χρηματοδότηση εργαζομένων, ΜΜΕ και έργων υποδομής.
7. Το πόσο αυτά τα μέτρα θα αντισταθμίσουν τις αρνητικές συνέπειες της κρίσης λόγω της επιδημίας COVID-19 είναι ένα ζητούμενο και η απάντηση εξαρτάται από τις μελλοντικές εξελίξεις.
*Οικονομολόγος- Καθηγητής Οικονομίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο
πηγη
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου