Απόδοση: Μιχάλης Γκουντής, Ευθύμης Μαραμής
Η διαδικασία εξαγοράς υποστήριξης μέσω φορολογικής λεηλασίας
Όπως εξαιρετικά υπογράμμισε ο Calhoun, υπάρχουν δύο ομάδες ατόμων στην κοινωνία: οι φορολογούμενοι και αυτοί που καταναλώνουν τους φόρους – αυτοί που επιβαρύνονται από φόρους και αυτοί που ωφελούνται. Ποιος επιβαρύνεται με τη φορολογία; Η άμεση απάντηση είναι: όσοι πληρώνουν φόρους.
Ποιος επωφελείται από τη φορολογία; Είναι σαφές ότι οι κύριοι δικαιούχοι είναι αυτοί που ζουν με πλήρη απασχόληση από τις εισπράξεις, π.χ. οι πολιτικοί και οι γραφειοκράτες. Αυτοί είναι οι εξουσιαστές πλήρους απασχόλησης. Θα πρέπει να είναι σαφές ότι ανεξάρτητα από τις νομικές μορφές, οι γραφειοκράτες δεν πληρώνουν φόρους. Καταναλώνουν φόρους. Πρόσθετοι δικαιούχοι φορολογικών εισπράξεων είναι εκείνοι στην κοινωνία που επιδοτούνται από την κυβέρνηση. Αυτοί είναι εξουσιαστές μερικής απασχόλησης.
Γενικά, ένα κράτος δεν μπορεί να κερδίσει την παθητική υποστήριξη μιας πλειοψηφίας, εκτός αν συμπληρώνει τους υπαλλήλους πλήρους απασχόλησης, δηλαδή τα μέλη του, με επιδοτούμενους υποστηρικτές. Η πρόσληψη γραφειοκρατών και η επιχορήγηση άλλων είναι ουσιαστικής σημασίας προκειμένου να κερδηθεί η ενεργός υποστήριξη από μια μεγάλη ομάδα του πληθυσμού προς το κράτος. Μόλις ένα κράτος μπορέσει να συγκροτήσει μια μεγάλη ομάδα ενεργών υποστηρικτών (επιδοτημένων με τα λάφυρα του φορολογικού πλιάτσικου), μπορεί κατόπιν να βασιστεί στην άγνοια και την απάθεια του υπόλοιπου κοινού.Έτσι κερδίζει την παθητική υποταγή της πλειοψηφίας και μειώνει κάθε ενεργό αντίδραση στο ελάχιστο.
Κατανομή πλούτου σε διαύλους που επιθυμεί η κυβέρνηση
Το πρόβλημα της διάχυσης των δαπανών και των ωφελειών είναι, ωστόσο, πιο περίπλοκο όταν η κυβέρνηση ξοδεύει χρήματα για τις διάφορες δραστηριότητές και επιχειρήσεις της. Στην περίπτωση αυτή, ενεργεί πάντα ως καταναλωτής πόρων (π.χ. στρατιωτικές δαπάνες, δημόσια έργα κ.λπ.), και θέτει σε κυκλοφορία τα χρήματα των φόρων με τη χρήση τους σε συντελεστές παραγωγής. Ας υποθέσουμε, για να καταστεί σαφέστερο το παράδειγμα, πως η κυβέρνηση φορολογεί τη βιομηχανία μπακαλιάρου και χρησιμοποιεί τα έσοδα αυτού του φόρου για να δαπανήσει χρήματα για πολεμικό εξοπλισμό.
Ο πρώτος αποδέκτης των χρημάτων είναι ο κατασκευαστής οπλισμού, ο οποίος το πληρώνει στους προμηθευτές του και τους ιδιοκτήτες των αρχικών συντελεστών κ.λπ. Εν τω μεταξύ, η βιομηχανία αλιείας μπακαλιάρου, απογυμνωμένη από το κεφάλαιο, μειώνει τη ζήτηση για παραγωγικούς συντελεστές. Και στις δύο περιπτώσεις, τα βάρη και τα οφέλη διαχέονται σε ολόκληρη την οικονομία. Η ζήτηση των καταναλωτών, λόγω του κρατικού εξαναγκασμού, έχει μετατοπιστεί από το μπακαλιάρο στους πολεμικούς εξοπλισμούς.
Το αποτέλεσμα επιφέρει βραχυπρόθεσμες απώλειες στη βιομηχανία αλιείας μπακαλιάρου και στους προμηθευτές της, καθώς και βραχυπρόθεσμα κέρδη στη βιομηχανία εξοπλισμών και εκείνων που την προμηθεύουν. Καθώς οι διακυμάνσεις των δαπανών ωθούνται όλο και περισσότερο προς τα πίσω, ο αντίκτυπος σβήνει, έχοντας υπάρξει πιο ισχυρός στα σημεία της πρώτης επαφής, δηλαδή στη βιομηχανία μπακαλιάρου και στη βιομηχανία εξοπλισμών.
Αυθαίρετη αναδιανομή πλούτου κατά τις προσταγές της κυβέρνησης
Μακροπρόθεσμα, όμως, όλες οι επιχειρήσεις και όλες οι βιομηχανίες αποκτούν ομοιόμορφη απόδοση και οποιαδήποτε κέρδη ή ζημίες αποδίδονται στους αρχικούς συντελεστές. Οι ακαθόριστοι είτε οι μη μετατρέψιμοι συντελεστές, θα τείνουν να μετατοπιστούν έξω από τη βιομηχανία μπακαλιάρου και προς τη βιομηχανία εξοπλισμών. Οι αμιγώς συγκεκριμένοι ή μη μετατρέψιμοι αρχικοί συντελεστές, απομένουν για να υποστούν το πλήρες βάρος των απωλειών, είτε να αποκομίσουν τα κέρδη αντίστοιχα.
Ακόμη και οι μη συγκεκριμένοι συντελεστές, θα φέρουν απώλειες και θα αποκομίσουν κέρδη, αν και σε μικρότερο βαθμό. Ωστόσο, η μεγάλη επίδραση της μεταβολής, θα γίνει τελικά αισθητή στους ιδιοκτήτες των συγκεκριμένων αρχικών συντελεστών, σε μεγάλο βαθμό από τους ιδιοκτήτες των δύο βιομηχανιών. Οι φόροι είναι συμβατοί με την ισορροπία και επομένως μπορούμε να εντοπίσουμε τις μακροπρόθεσμες επιπτώσεις ενός φόρου και των δαπανών με αυτόν τον τρόπο. Βραχυπρόθεσμα, φυσικά, οι επιχειρηματίες υφίστανται ζημίες και αποκομίζουν κέρδη λόγω της μετατόπισης της ζήτησης.
Όλες οι δημόσιες δαπάνες για πόρους είναι μια μορφή καταναλωτικής δαπάνης, με την έννοια ότι τα χρήματα δαπανώνται για διάφορα αντικείμενα, επειδή έτσι διατάζουν οι κυβερνητικοί αξιωματούχοι. Οι αγορές αυτές, συνεπώς, μπορούν να χαρακτηριστούν ως καταναλωτικές δαπάνες κυβερνητικών αξιωματούχων. Είναι αλήθεια ότι οι γραφειοκράτες δεν καταναλώνουν άμεσα το προϊόν, αλλά οι επιθυμίες/προτιμήσεις τους έχουν μεταβάλει το παραγωγικό πρότυπο για να κατασκευαστούν αυτά τα προϊόντα και ως εκ τούτου μπορούν να ονομαστούν «καταναλωτές». Όπως θα δούμε σε κάποιο άλλο σημείο, κάθε λόγος περί κυβερνητικών «επενδύσεων» είναι εσφαλμένος.
Η φορολογία έχει πάντα διπλή επίδραση:
- στρεβλώνει την κατανομή πόρων στην κοινωνία, έτσι ώστε οι καταναλωτές να μην μπορούν πλέον να ικανοποιούν στο μέγιστο τις επιθυμίες τους.
- για πρώτη φορά, αποκόπτει τη «διανομή» από την παραγωγή. Δημιουργεί (εφευρίσκει) το «πρόβλημα της διανομής».
Το πρώτο σημείο είναι σαφές. Η κυβέρνηση εξαναγκάζει τους καταναλωτές να παραδώσουν ένα μέρος του εισοδήματός τους στο κράτος, το οποίο στη συνέχεια αγοράζει πόρους απομακρύνοντας τους από τους ίδιους τους καταναλωτές. Ως εκ τούτου, οι καταναλωτές επιβαρύνονται, το βιοτικό τους επίπεδο μειώνεται και η κατανομή των πόρων αποκόπτεται από την ικανοποίηση των καταναλωτών και μετατοπίζεται προς την ικανοποίηση των επιθυμιών του κράτους.
Το βασικό σημείο είναι ότι το αντικείμενο της αναζήτησης πολλών οικονομολόγων, ένας ουδέτερος φόρος, δηλαδή ένας φόρος που θα αφήσει την αγορά ακριβώς όπως ήταν χωρίς φόρους, πάντα θα καταλήγει να είναι μια ουτοπία. Κανένας φόρος δεν μπορεί να είναι πραγματικά ουδέτερος. Ο κάθε φόρος θα προκαλέσει στρέβλωση. Η ουδετερότητα μπορεί να επιτευχθεί μόνο σε μια καθαρά ελεύθερη αγορά, όπου τα κυβερνητικά έσοδα αποκτώνται μόνο με προαιρετική αγορά.
Συχνά δηλώνεται ότι ο «καπιταλισμός έχει λύσει το πρόβλημα της παραγωγής» και ότι το κράτος πρέπει τώρα να παρεμβαίνει για την «επίλυση του προβλήματος της διανομής». Μια πιο εσφαλμένη διατύπωση είναι δύσκολο να συλληφθεί. Γιατί το «πρόβλημα της παραγωγής» δεν θα επιλυθεί ποτέ εκτός και αν μετοικήσουμε όλοι στον Κήπο της Εδέμ. Επιπλέον, δεν υπάρχει «πρόβλημα διανομής» στην ελεύθερη αγορά.
Η διαδικασία της αγοράς είναι επαρκέστατη όσον αφορά την «διανομή»
Στην πραγματικότητα, δεν υπάρχει καμία «διανομή». Στην ελεύθερη αγορά, τα χρηματικά περιουσιακά στοιχεία ενός ανθρώπου (η των κληροδοτών του) αποκτήθηκαν ακριβώς επειδή οι υπηρεσίες, η τα αγαθά που παρήχθησαν εξ αυτού (η των κληροδοτών του), έχουν αγοραστεί από άλλους. Δεν υπάρχει διαδικασία διανομής πέραν της παραγωγής και της ανταλλαγής στην αγορά. Ως εκ τούτου, η ίδια η έννοια της «διανομής» ως ξεχωριστό φαινόμενο είναι κενή νοήματος.
Δεδομένου ότι η διαδικασία της ελεύθερης αγοράς ωφελεί όλους τους συμμετέχοντες στην αγορά και αυξάνει την κοινωνική ωφέλεια, έπεται άμεσα ότι τα «διανεμητικά» αποτελέσματα της ελεύθερης αγοράς, το μοτίβο του εισοδήματος και του πλούτου, επίσης, αυξάνει την κοινωνική ωφέλεια και, στην πραγματικότητα, μεγιστοποιεί το όφελος οποιαδήποτε δεδομένη στιγμή. Όταν η κυβέρνηση παίρνει από τον Πέτρο και δίνει στον Παύλο, τότε δημιουργεί μια ξεχωριστή διαδικασία διανομής και ένα «πρόβλημα» διανομής. Το εισόδημα και ο πλούτος δεν εξαρτώνται πλέον από την υπηρεσία που παρέχεται στην αγορά. Τώρα απορρέουν από το ειδικό προνόμιο που δημιουργείται από τον εξαναγκασμό του κράτους. Ο πλούτος διανέμεται τώρα σε «εκμεταλλευτές» εις βάρος των «εκμεταλλευομένων».
Το κρίσιμο σημείο είναι ότι η έκταση της στρέβλωσης των πόρων και της λεηλασίας των παραγωγών από το κράτος είναι σε άμεση αναλογία με το επίπεδο φορολογίας και τις δημόσιες δαπάνες στην οικονομία σε σύγκριση με το επίπεδο του ιδιωτικού εισοδήματος και του πλούτου. Είναι ένα σημαντικό επιχείρημα της ανάλυσής μας – σε αντίθεση με πολλές άλλες συζητήσεις για το θέμα – ότι η σημαντικότερη επίδραση της φορολογίας δεν οφείλεται τόσο στον τύπο του φόρου αλλά και στο ποσοστό του.
Είναι το συνολικό επίπεδο φορολογίας, του κυβερνητικού εισοδήματος σε σχέση με το εισόδημα του ιδιωτικού τομέα, το οποίο είναι το σημαντικότερο θέμα. Πολύ μεγάλη σημασία έχει αποδοθεί στη βιβλιογραφία για τον τύπο του φόρου – είτε πρόκειται για φόρο εισοδήματος, προοδευτικό ή αναλογικό, φόρο επί των πωλήσεων, φόρο επί των δαπανών κ.λπ. Αν και σημαντικό, αυτό εξαρτάται από το μέγεθος του συνολικού επιπέδου φορολογίας.
ΠΗΓΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου