ΣΕΙΡΑ ΑΠΟ ΡΕΠΟΡΤΑΖ ΤΟΥ NEWS247.GR
Θράσος χωρίς ΜΕΛΛΟΝ
Οι καταγγελίες που φτάνουν τόσο στην Γενική Γραμματεία Καταναλωτή, όσο και στις ενώσεις των καταναλωτών, είναι αμέτρητες και δείχνουν πως παρά τις προβλέψεις του νόμου 3758/2009, όπως τροποποιήθηκε με τον 4038/2012, οι Εταιρείες Ενημέρωσης Οφειλετών ή αλλιώς «Εισπρακτικές», κάθε άλλο παρά τηρούν τους θεσπισμένους κανόνες επικοινωνίας με τους οφειλέτες.
Χαρακτηριστικό του βαθμού στον οποίο αγνοείται το νομικό πλαίσιο, είναι το γεγονός πως από το 2012 μέχρι σήμερα, σύμφωνα με στοιχεία της Γενικής Γραμματείας Καταναλωτή, έχουν επιβληθεί πρόστιμα για παράβαση της νομοθεσίας που ανέρχονται σε 1.110.000 ευρώ. Ανάλογα με την παράβαση, τα πρόστιμα μπορούν να διαφέρουν και να κυμαίνονται από 5.000 ως και 70.000 ευρώ.
Και αν αυτό το ποσό προστίμων έχει βεβαιωθεί για την τελευταία πενταετία, μια πιο προσεκτική ανάγνωση, αναδεικνύει πως η κατάσταση κάθε άλλο παρά βελτιώνεται. Από το συνολικό ποσό των προστίμων, περίπου το ¼ έχει επιβληθεί το 2016, τέσσερα χρόνια μετά την αυστηροποίηση της νομοθεσίας. Παράλληλα και το 2017, η Γενική Γραμματεία έχει δεχθεί περίπου 400 καταγγελίες από καταναλωτές, χωρίς όμως ακόμα να έχει επιβληθεί πρόστιμο για κάποια από αυτές, καθώς η διαδικασία επιβεβαίωσης είναι χρονοβόρα.
Ειδικά τα τελευταία χρόνια η κατάσταση έχει ξεφύγει
Η λειτουργία των εισπρακτικών εταιρειών αποκαλύπτεται από τα λεγόμενα των εργαζομένων σε αυτές. Μιλώντας στο News24/7 η Δήμητρα Φιλοπούλου, η οποία έχει 8 χρόνια εμπειρίας σε τηλεφωνικά κέντρα ενημέρωσης οφειλετών θυμάται: «Στην αρχή δεν ήταν έτσι. Ειδικά τα τελευταία χρόνια η κατάσταση έχει ξεφύγει». Οι εργαζόμενοι λειτουργούν υπό την ασφυκτική πίεση των στόχων που θέτουν οι εταιρείες, ενώ παρακολουθούνται και κρίνονται για το κατά πόσο πιέζουν τον καταναλωτή. «Τον καλούμε ξανά και ξανά χωρίς να τους ενδιαφέρει καθόλου αν είναι άνεργος, αν δεν έχει να πληρώσει. Ο προϊστάμενος είναι από πάνω και περιμένει να σε “κατασπαράξει”. Μας θέτουν τους στόχους είσπραξης οφειλών και αν δεν τους πιάσουμε είναι μέχρι και λόγος απόλυσης» τονίζει.
Για τους εργαζόμενους, οι συνθήκες στα τηλεφωνικά κέντρα των εισπρακτικών είναι παραπάνω από δύσκολες. «Έχω δει υπαλλήλους να φεύγουν με νευρικό κλονισμό. Να κλαίνε. Η πίεση είναι τεράστια. Παίρνεις έναν άνθρωπο που σου λέει ότι δεν έχει να πληρώσει ή ότι είναι άνεργος. Δεν έχει νόημα να τον καλείς ξανά και ξανά. Ο προϊστάμενος όμως ενδιαφέρεται μόνο για το πόσα εισέπραξες» συνεχίζει η Δήμητρα. Όσο για την αξιολόγηση; «Με έχουν φωνάξει μετά από τηλεφώνημα στο οποίο δεν μπόρεσα να πείσω τον οφειλέτη να πληρώσει και μου έκαναν ανάλυση της ηχογραφημένης κλήσης. Κρατάνε πάντα το αρχείο και μας κάνουν αξιολόγηση ανάλογα με το πόσο τους πιέσαμε. Η προϊσταμένη λοιπόν, μου έκανε μια ανάλυση η οποία κατέληγε στην καταγωγή μου και την οικογένειά μου. Μου έλεγε πως το γεγονός ότι κατάγομαι από ορεινό μέρος, ευθύνεται για το γεγονός πως δεν μπορώ να εισπράξω. “Κατέβηκες από το βουνό και δεν είσαι ικανή να κάνεις μια είσπραξη” ήταν η ατάκα της» λέει η Δήμητρα.
Μετρώντας καταγγελίες
Μια από τις μεγαλύτερες εταιρείες που δραστηριοποιούνται στον χώρο είναι και η «ΜΕΛΛΟΝ Α.Ε. Ενημέρωσης Οφειλετών» μέλος του Ελληνικού Συνδέσμου Εταιρειών Ενημέρωσης και Διαπραγμάτευσης Απαιτήσεων (ΕΣΕΔΑ). Τόσο από το τεράστιο κτίριο της οδού Πειραιώς όπου στεγάζεται, όσο και από τα γραφεία εταιρειών, στις οποίες η ΜΕΛΛΟΝ ενοικιάζει εργαζόμενους, τα πιεστικά τηλεφωνήματα που γίνονται καθημερινά προς οφειλέτες, είναι χιλιάδες.
Μια έρευνα στο αρχείο των καταγγελιών που φτάνουν στην “Ένωση Καταναλωτών – Η ποιότητα ζωής” (Ε.Κ.ΠΟΙ.ΖΩ), δείχνει πως είναι πάρα πολλοί οι πολίτες που καταγγέλλουν την ΜΕΛΛΟΝ για διάφορες παραβάσεις των θεσπισμένων κανονισμών.
«Ενόχλησαν τηλεφωνικά στο εργασιακό μου περιβάλλον δυσφημίζοντας με (…) έχω δηλώσει μοναδικό αριθμό επικοινωνίας αυτόν του κινητού μου τηλεφώνου και κανέναν άλλον. Η κίνηση της εισπρακτικής εταιρείας είναι απαράδεκτη γιατί σύμφωνα με τον Ν. 3758/2009 απαγορεύονται να ενοχλούνται συγγενικά πρόσωπα ή άτομα του εργασιακού περιβάλλοντος του οφειλέτη και δεν έχουν κανένα δικαίωμα να καλούν σε άλλον αριθμό πέραν αυτού που έχει δηλωθεί από τον οφειλέτη» αναφέρει καταγγελία καταναλωτή με ημερομηνία 09/09/2016.
Σε άλλη περίπτωση διαμαρτυρόμενου πολίτη, με ημερομηνία 26/09/2016, αναφέρεται πως ο καταγγέλλων δέχεται κλήσεις από την εταιρεία ΜΕΛΛΟΝ «Περισσότερες από μια φορά ανά δεύτερη ημέρα. Συγκεκριμένα με κάλεσε στο κινητό μου, Πέμπτη 22/9, Παρασκευή 23/9 και Δευτέρα 26/9». Όλα αυτά ενώ ο ν. 3758/2009 όπως τροποποιήθηκε με τον 4038/2012, αναφέρει ρητά πως η επικοινωνία με τον οφειλέτη απαγορεύεται να ξεπερνάει τη μια ανά δεύτερη ημέρα.
Συνεχίζοντας την έρευνα, ένας εκ των καταναλωτών, καταγγέλλει στις 26/10/2016, πως από την εταιρεία ΜΕΛΛΟΝ δέχεται κλήσεις «εκτός του νόμιμου ωραρίου 09:00-20:00. Με καλεί από απόκρυψη. Ενοχλεί πρόσωπα της οικογένειάς μου σχετικά με την εξόφληση του χρέους. Εξακολουθεί να με ενοχλεί για οφειλές που έχουν διακανονιστεί ή έχουν παραγραφεί. Εμφανίζει κατά την επικοινωνία του μαζί μου, ιδιότητες που δεν διαθέτει, όπως αυτή του δικηγόρου ή του δικαστικού επιμελητή. Με κάλεσε πριν την πάροδο δέκα ημερών από την ημέρα που η οφειλή έγινε ληξιπρόθεσμη. Αρνείται να μου χορηγήσει δεδομένα από το αρχείο κλήσεων».
Κανένα όριο
Οι ενοχλήσεις από την ΜΕΛΛΟΝ, σύμφωνα πάντα με όσα αναφέρουν οι πολίτες, φαίνονται να μην έχουν όριο. Σε πρόσφατη καταγγελία (20/3/2017) καταναλωτής αναφέρει: «Από τις 10 Ιανουαρίου 2017 η καταγγελλόμενη επιχείρηση με ενοχλεί καθημερινώς τουλάχιστον 5 φορές την ημέρα. Κάποια από αυτές τις φορές που με κάλεσαν τους ανέφερα ότι δεν επιθυμώ να με καλούν διότι ενοχλούν εμένα και την οικογένειά μου. Παρόλα αυτά, αυτοί μου είπαν ότι χρωστάω χρήματα και ότι θα συνεχίσουν να με καλούν μέχρι να εκπληρώσω τις υποχρεώσεις μου. (…)
Στην κλήση που μου έκαναν στις 19 Ιανουαρίου 2017, τους ανέφερα ότι σύμφωνα με τον Ν.3758/2009, όπως έχει τροποποιηθεί με τον Ν.4038/2012, μπορούν να με καλούν μια φορά ανά δύο ημέρες ή πιο αραιά. Όμως, μου είπαν ότι δεν γνωρίζουν τον νόμο και ότι θα με καλούν μέχρι να πληρώσω την οφειλή μου. Τους ανέφερα (ξανά) ότι ο αριθμός αυτός ανήκει στον υιό μου και χρησιμοποιείται και από τη γυναίκα μου και από το παιδί μου και ότι ενοχλούν τα οικεία μου πρόσωπα. Αυτοί που ανταπάντησαν ότι δε μπορούν να κάνουν κάτι γι αυτό και ότι δε μετρούν τις φορές που με κάλεσαν και δεν τους απάντησα, διότι απουσίαζα από το σπίτι, κι επομένως θα καλούν πολλές φορές καθημερινά μέχρι να με βρουν και μετά θα με ξανακαλούν ανά δύο ημέρες.
Αυτό βέβαια είναι ψεύδος, γιατί ακόμη και όσες φορές με βρήκαν, με ξανακάλεσαν την επόμενη ημέρα. Τις περισσότερες από τις φορές που με κάλεσε ήταν σε ώρες που βρισκόταν στο σπίτι η οικογένειά μου, η οποία δε γνώριζε για την οφειλή και όταν αναγκάστηκα να τους το πω, διότι με άκουγαν να μιλάω μαζί τους, έγιναν έξω φρενών και δημιουργήθηκε ένταση στο σπίτι, που είχε σαν αποτέλεσμα να διακοπούν προσωρινώς οι σχέσεις μας και με τα δύο μέλη της οικογένειάς μου. Ως εκ τούτου η εταιρεία υιοθετεί συμπεριφορές που προσβάλλουν κατάφωρα την προσωπικότητά μου και διαταράσσουν το οικείο μου περιβάλλον».
Παράλληλα, καταγγελίες γίνονται ακόμη και για ποσά που δεν μπορούν να θεωρηθούν μεγάλα. Μόλις τον προηγούμενο μήνα, στις 22/05/2017, καταναλωτής αναφέρει εγγράφως στην Ε.Κ.ΠΟΙ.ΖΩ πως «Έχω μια ληξιπρόθεσμη οφειλή προς ένα κατάστημα ηλεκτρικών ειδών η οποία ανέρχεται στα 40 ευρώ. Η εταιρεία ενημέρωσης οφειλετών ΜΕΛΛΟΝ καλεί στο σπίτι μου ενοχλώντας την καρκινοπαθή μητέρα μου η οποία έχει 85% αναπηρία και εμένα. Ο συνήθης αριθμός κλήσεων ανέρχεται από 2 έως 3 ανά 2 ημέρες».
Δεχόμαστε παρατηρήσεις αν δεν πιέσουμε επαρκώς τους οφειλέτες
Με, κατά κανόνα, συμβάσεις ορισμένου χρόνου, υψηλούς στόχους και συνεχή παρακολούθηση, ακόμα και του χρόνου στον οποίο πάνε στην τουαλέτα, οι εργαζόμενοι στα τηλεφωνικά κέντρα βρίσκονται υπό συνεχή πίεση.
Ο Στέλιος, εργαζόμενος της ΜΕΛΛΟΝ που απασχολείται ως “ενοικιαζόμενος” από την εταιρεία σε τηλεφωνικό κέντρο τράπεζας, μιλώντας στο News24/7 αποκαλύπτει: «Μας μετράνε και τον χρόνο από τη στιγμή που θα κλείσεις το ένα τηλέφωνο, μέχρι τη στιγμή που θα πάρεις το επόμενο. Φυσικά οι προϊστάμενοι ακούνε τις κλήσεις και δεχόμαστε παρατηρήσεις αν δεν πιέσουμε επαρκώς τους οφειλέτες». Εξηγώντας την διαδικασία, ο Στέλιος λέει: «Αν κάποιος μας πει ότι θα πληρώσει μετά από μερικές ημέρες φυσικά τον ξανακαλούμε. Αν κάποιος μας πει ότι θα πληρώσει σήμερα ή αύριο, τον κατατάσσουμε στην ανάλογη κατηγορία, ενώ στις περιπτώσεις των ανθρώπων που μας λένε ότι δεν έχουν τη δυνατότητα να πληρώσουν προσπαθούμε να τους πείσουμε να βάλουν ένα μικρότερο ποσό άμεσα και τα υπόλοιπα αργότερα. Υπάρχει και επιλογή “Άρνηση πληρωμής-άνεργος”. Φυσικά αυτούς πρέπει να τους ξανακαλέσουμε».
Παράλληλα, η επίτευξη των προκαθορισμένων στόχων, μπορεί να κατατάξει κάθε εργαζόμενο σε υψηλότερη αξιολόγησης. «Για παράδειγμα αν έχεις ένα ποσοστό επιτυχίας πάνω από 40% σε ανεβάζουν στο επίπεδο 2. Αν έχεις πάνω από 50% σε ανεβάζουν στο επίπεδο 3».
Ο Στέλιος, είναι ένας από τους εργαζόμενους που ενώ εργάζεται χρόνια στη ΜΕΛΛΟΝ, ως “ενοικιαζόμενος”, έχει υπογράψει δεκάδες συμβάσεις ορισμένου χρόνου που έληγαν κάθε φορά σε έναν ή δύο μήνες. Μάλιστα, το εντυπωσιακό είναι πως οι συμβάσεις, πολλές φορές ανέφεραν άλλη ειδικότητα εργαζομένου από τις προηγούμενες, παρά το γεγονός πως ούτε ο χώρος εργασίας ούτε η θέση του Στέλιου άλλαζε.
Όπως εύκολα μπορεί κανείς να διαπιστώσει, η αυθαιρεσία των εισπρακτικών, η τακτική της ασφυκτικής πίεσης προς τους οφειλέτες, αλλά και η παντελής αδιαφορία για τους νόμους, δεν έχουν τέλος. Το News 24/7 είχε πραγματοποιήσει ακόμη μια μεγάλη έρευνα για το θέμα πριν από οκτώ μήνες.
Παρά το γεγονός ότι έχει περάσει τόσος καιρός, τα νέα ευρήματα, προσομοιάζουν στα προηγούμενα. Συνεχόμενα τηλεφωνήματα, πρόστιμα που δεν πτοούν κανέναν, καταγγελίες για σοβαρές παραβιάσεις της νομοθεσίας και πολίτες που δέχονται καθημερινά πλήγματα στην αξιοπρέπειά τους.
*Το News 24/7 προσπάθησε να έρθει σε επικοινωνία με την εταιρεία ΜΕΛΛΟΝ ώστε να τοποθετηθεί επί του θέματος, χωρίς όμως επιτυχία. Ακόμη, απηύθυνε ερώτημα στον Σύνδεσμο Εταιριών Ενημέρωσης και Διαπραγμάτευσης Απαιτήσεων (ΣΕΔΑ), του οποίου η ΜΕΛΛΟΝ είναι ιδρυτικό μέλος, χωρίς ωστόσο να λάβει καμία απάντηση.
Μαρτυρία για τις εισπρακτικές: 'Θα ανακοινώσουμε στο χωριό το χρέος σας'
“Ζούσα στη Γερμανία, είχα ένα μαγαζί και αποφάσισα να το πουλήσω για να έρθω στην Ελλάδα για επενδύσεις. Αρχικά, πήρα στεγαστικό δάνειο αξίας 100.000 ευρώ για να επισκευάσω το παλιό σπίτι που θα έμενα με την οικογένεια μου και τα λεφτά που περίσσεψαν ήθελα να τα “ρίξω” στο τυπογραφείο που θα άνοιγα. Ταυτόχρονα, περίμενα να πάρω την επιδότηση των 89.000 ευρώ του προγράμματος “ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΝΕΩΝ- ΕΟΜΜΕΧ” αλλά προέκυψαν οι πυρκαγιές στην Ηλεία και τα λεφτά κατευθύνθηκαν για την κάλυψη άλλων αναγκών. Έτσι, αγόρασα μόνος μου όλο τον εξοπλισμό της επιχείρησης και έστειλα τα τιμολόγια για να εγκριθεί η δόση της επιδότησης. Δεν την πήρα και όσο εγώ περίμενα τη δόση, προέκυπταν ανάγκες για τη δουλειά. Και, έτσι, αναγκάστηκα να πάρω καταναλωτικό δάνειο ύψους, περίπου, 40.000 ευρώ. Μετά από πολλές προσπάθειες, δεν κατάφερα να σώσω την επιχείρηση και αναγκάστηκα να την κλείσω. Είχε ξεκινήσει η κρίση, και χωρίς να έχουμε εναλλακτική, το 2007 επιστρέψαμε πίσω στη Γερμανία.
Τα χρήματα της επιδότησης όταν μου δόθηκαν ήταν πλέον πολύ αργά. Είχε έρθει η καταστροφή. Και έτσι όπως τα πήρα, τα έδωσα πίσω για την αποπληρωμή των δανείων. Τουλάχιστον, για 4 χρόνια πλήρωνα δόσεις των 1.500 με 2.000 ευρώ. Τα παιδιά μου άρχισαν να μεγαλώνουν και οι ανάγκες αυξήθηκαν με αποτέλεσμα να μην μπορώ να πληρώνω τόσο μεγάλα ποσά. Προχώρησα, λοιπόν, σε ρύθμιση. Για πρώτη φορά, μετά από τόσα χρόνια ως συνεπής οφειλέτης, τον Απρίλιο, επειδή προέκυψαν κάποια προβλήματα, καθυστέρησα δύο μήνες για μια πληρωμή 120 ευρώ. Είχα σκοπό, φυσικά, με το που θα πληρωθώ να τα δώσω τα χρήματα. Και τότε, στα μέσα του Απριλίου, ξεκίνησαν οι οχλήσεις. Με πήρε η κυρία Π. από το δικηγορικό γραφείο της κας Κ. και άρχισε να με απειλεί, λέγοντας μου: ‘Θα ενημερώσουμε την Interpol, να κλείσει τα σύνορα ώστε να μην μπορέσετε να ξανά πάτε στην Γερμανία, θα σας κλείσουμε τους γερμανικούς τραπεζικούς σας λογαριασμούς κτλ’. Πράγματα τρελά. Μας έπαιρναν τηλέφωνο την ίδια ημέρα, 4 με 5 φορές, συχνά σε διάστημα δέκα λεπτών, ακόμα και Σάββατο.
Δεν φοβήθηκα αλλά νευρίασα γιατί στις 20 Απριλίου κάλεσαν και στο χωριό μου, στην Ελλάδα, στους γονείς μου, που είναι 90 χρονών, και τους φώναζαν ότι πρέπει ‘να μαζέψουν τα πράγματα τους γιατί θα έρθουν να εκτιμήσουν το σπίτι και να τους πετάξουν έξω επειδή ο γιος τους χρωστάει’. Όπως επίσης, ‘θα ανακοινώσουμε στο χωριό το χρέος σας προς τη τράπεζα’. Οι γονείς μου πανικοβλήθηκαν. Και λέω δεν πάει άλλο και, έτσι, προχώρησα σε καταγγελία στην ΕΚΠΟΙΖΩ. Κάποια στιγμή, λίγο αργότερα, με κάλεσαν από την τράπεζα για να προχωρήσουμε σε πιο ευνοϊκή ρύθμιση, με χαμηλότερο επιτόκιο και μικρότερη δόση, και, έκτοτε, δεν με ξανά ενόχλησαν ποτέ από κανένα δικηγορικό γραφείο. Όλα προχωρούν καλά. Είμαι συνεπής οφειλέτης και όχι τζαμπατζής αλλά άνθρωποι είμαστε, μπορεί να συμβεί η αναποδιά ανά πάσα στιγμή”.
Η περίπτωση του κυρίου Κούτσικου δεν αποτελεί εξαίρεση. Δυστυχώς, ένα πολύ μικρό δείγμα από το αρχείο καταγγελιών που κοινοποιήθηκαν στην ΕΚ.ΠΟΙ.ΖΩ το 2017 και έθεσε στη διάθεση του News 24/7 η ίδια η Ένωση Καταναλωτών καταδεικνύει ότι εισπρακτικές εταιρίες και δικηγορικά γραφεία που αναλαμβάνουν την ενημέρωση των καταναλωτών για τις ληξιπρόθεσμες οφειλές τους, υιοθετούν αθέμιτες συμπεριφορές, τρομοκρατώντας τελικά τους καταναλωτές.
Σύμφωνα με την Ε.Κ.ΠΟΙ.ΖΩ., τους τελευταίους μήνες έχουν αυξηθεί οι καταγγελίες των καταναλωτών, οι οποίοι διαμαρτύρονται ότι δέχονται ενοχλήσεις πολλές φορές μέσα στην μέρα, σε ακατάλληλες ώρες, ακόμα και Σάββατο, συχνά στον εργασιακό τους χώρο, καθώς επίσης ενοχλούν και συγγενικά πρόσωπα, ανήλικα τέκνα, υπέργηρους γονείς.
Και ενώ όλα αυτά ήταν λίγο-πολύ γνωστά, τα τελευταία στοιχεία δείχνουν ότι οι πιέσεις που ασκούνται στους οφειλέτες προέρχονται και από τις εισπρακτικές μεν αλλά είναι εντονότερες από τις δικηγορικές εταιρείες καθώς αυτές δεν εμπίπτουν στον σχετικό νόμο και δεν ισχύουν γι’ αυτές οι αντίστοιχες δεσμεύσεις. Έτσι, αδιαφορώντας και αψηφώντας τους περιορισμούς που ορίζονται από τον Κώδικα Δεοντολογίας των Δικηγόρων επιδίδονται σ’ ένα ανελέητο κυνηγητό χρεωμένων πολιτών, το οποίο περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, επανειλημμένες οχλήσεις, εκβιασμούς και προσβολές.
Όταν οι δικηγορικές εταιρίες μετατρέπονται σε εισπρακτικές
"Την τελευταία εβδομάδα, πριν την καταγγελία μου, με κάλεσαν έξι φορές, χωρίς να υπολογίζω τα μηνύματα στο κινητό μου. Φυσικά, παραπονέθηκα και τελικά βρέθηκα να μιλάω με κάποια υπεύθυνη. Όταν τη ρώτησα αν γνωρίζει ότι συνεχίζει να καλεί κατά παράβαση της πολύμηνης αποχής από τα καθήκοντά μας που είχαμε τότε, αλλά και ότι η πρακτική της αντιβαίνει σε απόφαση του ΔΣΑ, μου απάντησε ξεκάθαρα, με προκλητική άνεση και με περίσσιο θράσος ότι 'το γνωρίζει' αλλά 'είναι εντολή της τράπεζας'. Δηλαδή, με άλλα λόγια, μου απάντησε ότι γνωρίζει ότι παρανομεί αλλά το πράττει κατ’ εντολή της τράπεζας. Έγινα έξω φρενών. Θυμάμαι ότι τη ρώτησα τί θα έκανε αν η τράπεζα της έδινε εντολή να εισβάλλουν στα σπίτια των οφειλετών. Απλά μου απάντησε ότι αυτό δεν είναι το ίδιο", αναφέρει ο 36χρονος δικηγόρος στο News 24/7.
Υπεράνω νόμου
Ο ίδιος μιλά για παράνομες και αντιδεοντολογικές συμπεριφορές με μόνο στόχο τον εκφοβισμό των οφειλετών και το κέρδος από τις προμήθειες. Από την περιπέτειά του, αυτό που τον ενόχλησε περισσότερο ήταν η "φαιδρή δικαιολογία" -όπως τη χαρακτηρίζει- των ανθρώπων στην άλλη γραμμή, οι οποίοι του έλεγαν ότι δεν μπορούσε να τους "αγγίξει" γιατί εκείνοι δεν ήταν δικηγόροι, αλλά γραμματείς, και άρα δεν ενέπιπταν στις αποφάσεις των Δικηγορικών Συλλόγων.
Ήδη έχει ολοκληρωθεί η προκαταρκτική έρευνα που ξεκίνησε ο Δικηγορικός Σύλλογος της Αθήνας, μετά από καταγγελία του και πλέον αναμένει να συζητηθεί στο πρωτοβάθμιο πειθαρχικό συμβούλιο. "Όποιος διαπράττει πειθαρχικό παράπτωμα, τηλεφωνώντας μου συνεχώς για οφειλή, θα τον καταγγέλλω. Ο Κώδικας Δεοντολογίας είναι ξεκάθαρος, αλλά υπάρχουν συνάδελφοί μου αδιαφορούν" δηλώνει αποφασισμένος. Πράγματι, ο ΔΣΑ έχει καταδικάσει τέτοιες πρακτικές δικηγόρων και δικηγορικών εταιριών και μάλιστα, το 2014 προστέθηκε στον Κώδικα Δεοντολογίας άρθρο σύμφωνα με το οποίο, ελέγχεται πειθαρχικά όποιος οχλεί προφορικά και δή τηλεφωνικά, τον οφειλέτη του εντολέα του πέραν της μίας φοράς.
Επτά χρόνια, εννέα καταδίκες
Δυστυχώς, η περίπτωση του Γιώργου Π. αποτελεί την εξαίρεση και όχι τον κανόνα. Τα στοιχεία του Δικηγορικού Συλλόγου Αθήνας είναι απογοητευτικά. Από την 1η Ιανουαρίου του 2010 έως και το Μάρτιο του 2017, δηλαδή μέσα σε επτά χρόνια, έχουν υπάρξει μόλις εννέα καταδικαστικές αποφάσεις από τις 513 καταγγελίες που έχουν υποβληθεί στο ίδιο διάστημα, ενώ 190 υποθέσεις έχουν τεθεί στο αρχείο. Σύμφωνα με το Σύλλογο, δύο είναι οι βασικοί λόγοι που οδηγούν σε αυτή την αναντιστοιχία. Από τη μία, η πλειοψηφία των πολιτών δεν υποστηρίζει μέχρι τέλους τις καταγγελίες, αντίθετα συνηθίζει να στέλνει μία αναφορά μέσω ηλεκτρονικό ταχυδρομείου, χωρίς να προχωρούν στις περαιτέρω ενέργειες που απαιτούνται. Από την άλλη, το υψηλό παράβολο, της τάξεως των 80 ευρώ περίπου, που απαιτείται για να συζητηθεί η καταγγελία, αποτελεί τροχοπέδη και αρκετούς, οι οποίοι δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα.
Παράλληλα, στο ίδιο χρονικό διάστημα των επτά ετών, έχουν εκδοθεί συνολικά 43 αποφάσεις από τα πρωτοβάθμια πειθαρχικά συμβούλια. Από αυτές 34 είναι αθωωτικές, ενώ όπως αναφέραμε παραπάνω, μόλις εννέα έχουν καταλήξει σε καταδίκη. Τέλος, ακόμη 265 καταγγελίες εκκρεμούσαν σε διάφορα στάδια και συγκεκριμένα, διενεργούνταν 196 καταγγελίες στο πλαίσιο της προκαταρκτικής εξέτασης, ενώ άλλες 84 βρίσκονταν ενώπιον πειθαρχικών συμβουλίων.
Τα νούμερα αυτά φαίνεται πάντως, πως έχουν "αγγίξει" την Πολιτεία. Άλλωστε, εύκολα μπορεί κανείς να καταλάβει πως όταν ο οφειλέτης έρχεται αντιμέτωπος με εισπρακτικές εταιρίες, μπορεί να προστρέξει στην -έστω και λειψή- νομοθεσία, όταν όμως, πρόκειται για δικηγορικές, τότε τα πράγματα γίνονται σχεδόν αφόρητα, καθώς αυτές δεν εμπίπτουν στον περιβόητο Νόμο 3758/2009 περί εταιριών ενημέρωσης οφειλετών. Από την πλευρά του, ο "παθών" Γιώργος Π. υποστηρίζει πως θα πρέπει να αυστηροποιηθεί το σύστημα. "Θεωρώ ότι θα πρέπει οι αρμόδιοι δικηγορικοί σύλλογοι να αρχίσουν να λειτουργούν κατασταλτικά και να επιβάλλουν αυστηρότατες κυρώσεις, ακόμα και διαγραφές δικηγόρων, σε περιπτώσεις που παρατηρούνται τέτοιες αντιδεοντολογικές και καταδικαστέες πρακτικές" αναφέρει χαρακτηριστικά.
Νέες προσπάθειες
Αν και ακόμα δεν έχουν ληφθεί σχετικές αποφάσεις, τον περασμένο Απρίλιο πραγματοποιήθηκε μία συνάντηση μεταξύ του υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης, Δημήτρη Παπαδημητρίου, του γενικού γραμματέα Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή, Αντώνη Παπαδεράκη και του προέδρου του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών, Βασίλη Αλεξανδρή, με στόχο να αντιμετωπιστούν οι παράνομες πρακτικές τόσο των εισπρακτικών εταιριών, όσο και των δικηγορικών. Μάλιστα, η πολιτική ηγεσία του υπουργείου πρότεινε να εξεταστεί η δυνατότητα υποβολής συλλογικών καταγγελιών κατά δικηγόρων και δικηγορικών εταιρειών προς τους δικηγορικούς συλλόγους μέσω των Ενώσεων Καταναλωτών, καθώς και η ενδεχόμενη απλοποίηση των διαδικασιών εξέτασης σχετικών καταγγελιών. Από την πλευρά του, ο Βασίλης Αλεξανδρής επανέλαβε την απόφαση του ΔΣΑ για αυστηροποίηση του Κώδικα Δεοντολογίας Δικηγόρων, και δήλωσε τη διαθεσιμότητα του δικηγορικού σώματος να συμμετάσχει σε οποιονδήποτε διάλογο.
Και ενώ σε θεσμικό επίπεδο αναμένονται οι νέες προτάσεις των δύο πλευρών, έτσι ώστε να βρεθεί μια λύση στο Γολγοθά εκατοντάδων ανθρώπων, η μέχρι τώρα πορεία ερευνών γύρω από τις πρακτικές δικηγορικών γραφείων, δεν αποκλείει την άποψη ότι συνεχώς μένουν στο απυρόβλητο. Αυτό τουλάχιστον, προκύπτει και από την προκαταρκτική εξέταση, που διεξήγαγε πρόσφατα η Εισαγγελία Πρωτοδικών της Αθήνας, η οποία εκτός από τη δράση εισπρακτικών εταιριών, έβαλε στο "στόχαστρό" της και 17 δικηγορικά γραφεία. Οι προσπάθειές της όμως, είχαν σαν κατάληξη την αρχειοθέτηση της δικογραφίας ως προς το σκέλος των κακκουργηματικών πράξεων που ερευνόνταν σε βάρος και 29 εισπρακτικών εταιρειών. Τελικά ασκήθηκε ποινική δίωξη μόνο για το πλημμέλημα της παράνομης χρήσης αρχείων προσωπικού χαρακτήρα σε βάρος 15 ατόμων, εκπροσώπων και υπαλλήλων έξι εισπρακτικών εταιρειών και δύο τραπεζικών ιδρυμάτων.
Όσο για τα 17 δικηγορικά γραφεία που ελέγχθηκαν, οι αρχές δεν προχώρησαν στην άσκηση ποινικής δίωξης. Βέβαια, την περίοδο που διεξαγόταν η έρευνα δεν ήταν λίγες οι φωνές στην Εισαγγελία, που επεσήμαναν ότι παρά τις εκκλήσεις, δεν υπήρξε η επιθυμητή συνδρομή από το Δικηγορικό Σύλλογο, αν και ο ίδιος είχε επί της ουσίας ξεκινήσει την εισαγγελική έρευνα με μήνυσή του. Εισαγγελικές πηγές ανέφεραν χαρακτηριστικά πως παρά το αίτημα που είχε διαβιβαστεί προς τον ΔΣΑ, προκειμένου να συνδράμει στην έρευνα καταθέτοντας συγκεκριμένα στοιχεία, δεν είχε ληφθεί καμία απάντηση. Από την πλευρά του, ο ΔΣΑ υποστήριζε πως βρισκόταν "στη φάση της συγκέντρωσης των στοιχείων που έχουν ζητηθεί από την Δικαιοσύνη για τις εισπρακτικές-δικηγορικές εταιρείες", χωρίς όμως τελικά να υπάρξει κάποιο αποτέλεσμα.
Ακόμα και η ίδια δεν έχει καταλάβει τί έχει συμβεί. Οι λέξεις "νομολογία", "αποζημίωση", "εισπρακτική" δεν της λένε και πολλά πράγματα. Αυτό που ξέρει είναι πως "ακόμα δεν έχει πάρει χρήματα, γιατί πρέπει να γίνει κι άλλο δικαστήριο" αλλά "τουλάχιστον πια δεν με ενοχλούν στο τηλέφωνο". Φυσικά δεν αντιλαμβάνεται ότι ήδη έχει κερδίσει τη δίκη σε πρώτο βαθμό, αλλά τράπεζα και εισπρακτική έχουν καταθέσει έφεση, η οποία έχει προσδιοριστεί για το Σεπτέμβρη.
Η υπόθεση της Ευαγγελίας Τερζίδου, δίχως καν η ίδια να το γνωρίζει, έχει ενταχθεί στις αποφάσεις νομολογίας και αποτελεί πρότυπο για δεκάδες άλλες αγωγές που έχουν ακολουθήσει. Όχι μόνο κατάφερε να λάβει πρωτοδίκως αποζημίωση, ύψους 6.000 ευρώ, αλλά η ειρηνοδίκης Αθήνας στην απόφασή της (υπ' αριθμ. 273/2016) έκρινε ότι η διαβίβαση των προσωπικών της δεδομένων από την τράπεζα στην εισπρακτική εταιρεία, καθώς και η επεξεργασία αυτών, χωρίς ποτέ η οφειλέτρια να ενημερωθεί για τις συγκεκριμένες κινήσεις, είναι παράνομη.
Έχουν περάσει τέσσερα χρόνια από τότε που έβαλε την υπογραφή της για την χορήγηση προσωπικού καταναλωτικού δανείου, ύψους 5.000 ευρώ. Ήδη γνώριζε πως η κατάσταση της υγείας της δεν ήταν καλή. Στην αρχή ήρθαν τα επιληπτικά επεισόδια, ενώ λίγο αργότερα εντοπίστηκε και το ανεύρυσμα στον εγκέφαλο. "Το 2011 μπήκα στο χειρουργείο. Μέχρι τότε έκανα δουλειές δεξιά και αριστερά γιατί ήμουν μόνη και είχα τρία παιδιά. Μετά χρειάστηκε να γραφτώ στην πρόνοια και έπαιρνα και από το Δήμο μία σακούλα τρόφιμα το μήνα. Σήμερα προσέχω μην ξεχάσω να πάρω τα χάπια μου. Δύο το πρωί, δύο το μεσημέρι και τέσσερα το βράδυ", λέει στο News 24/7.
Κάπου εκεί άρχισαν τα προβλήματα και με το δάνειο. Όπως ίδια εξηγεί, αρχικά πλήρωνε τις δόσεις κανονικά: "Μου είχαν πει ότι θα πληρώνω δόση 20 ευρώ το μήνα, αλλά τελικά έφτασε τα 75 ευρώ. Από ένα σημείο και μετά δεν μπορούσα να πληρώσω. Ο γιατρός μου είπε να μην κουράζομαι, να μην δουλεύω, ούτε στον ήλιο δεν με αφήνει να βγαίνω χωρίς καπέλο" αναφέρει. Τότε, ανέλαβε δράση η εισπρακτική εταιρεία. Οι συνεχείς κλήσεις για τη ληξιπρόθεσμη οφειλή των 300,34 ευρώ, είχαν σαν στόχο να την πιέσουν όσο μπορούσαν περισσότερο: "Μου έλεγαν ότι θα χάσω το σπίτι μου, αλλά εγώ ζω σε ένα δωμάτιο στο σπίτι του γιου μου. Τους έλεγα πως όταν είχα χρήματα τους τα έδινα και ότι τώρα δεν μπορούσα, αλλά αυτοί ζητούσαν μόνο να τους στείλω τα λεφτά και με ρωτούσαν γιατί να μην τα δανειστώ από κάποιον για να τους τα δώσω". Μάλιστα, όπως καταγράφεται στη δικαστική απόφαση, οι διάλογοι αυτοί την φόβισαν, προκαλώντας της κρίσεις πανικού και επιληψίας, ενώ την ίδια ώρα η εισπρακτική εταιρία ανά τακτά διαστήματα την καλούσε στο σταθερό της τηλέφωνο και μιλούσαν είτε με την ίδια είτε με οικείους της, οχλώντας την για την καταβολή των ληξιπρόθεσμων δόσεων.
Η Ευαγγελία Τερζίδου μπορεί να κατόρθωσε μία πρώτη "νίκη", με τη βοήθεια ενός δικηγόρου - φίλου της οικογένειας, η ίδια όμως βγάζει το δικό της παράπονο. Αν και δεν κατάφερε να τελειώσει ούτε το Δημοτικό, έκανε τα πάντα για να μεγαλώσει τα παιδιά της και δεν ήθελε ποτέ να χρωστάει. "Τα λίγα μου ένσημα τα πήρα ως καθαρίστρια σε λεωφορεία και κάνοντας τις βραδινές βάρδιες καθαρισμού στον Ηλεκτρικό. Ακόμα και την babysitter έκανα. Άφηνα τα δικά μου παιδιά για να φυλάω ξένα. Δεν ήταν ότι δεν ήθελα να τους πληρώσω. Δεν είχα..."
Ένα βήμα πιο μπροστά βρίσκεται ο δικηγόρος Γιώργος Πουλής, ο οποίος πλέον έχει στα χέρια του αμετάκλητη απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου της Αθήνας (υπ' αριθμ. 3428/2016), για προσωπική του υπόθεση. Συγκεκριμένα, έλαβε αποζημίωση, ύψους 5.869,40 ευρώ, για ηθική βλάβη από το πιστωτικό ίδρυμα, με το σκεπτικό ότι ο όρος της ρητής συγκατάθεσης που δίνει ο κάθε πελάτης στην τράπεζα για επεξεργασία των ατομικών του στοιχείων και ενημέρωσης από συνεργαζόμενούς της, αφορά σε ζητήματα προώθησης προϊόντων και υπηρεσιών "και όχι για θέματα που αφορούν την κίνηση του λογαριασμού της πιστωτικής κάρτας, ήτοι η όποια συγκατάθεσή του αφορούσε σε ενημέρωση εκ μέρους τρίτων συνεργαζόμενων εταιρειών για προώθηση προϊόντων και όχι συγκατάθεση για διαβίβαση προσωπικών του δεδομένων σε εταιρείες ενημέρωσης οφειλετών".
Αυτό που οδήγησε τον Γιώργο Πουλή στο να προσφύγει στη Δικαιοσύνη, εκτός από το ότι είναι πιο εύκολη η απόφαση λόγω της επαγγελματικής του ενασχόλησης, ήταν η συνεχής ενόχληση που δεχόταν. "Οι κλήσεις που έλαβα, έγιναν σε στιγμές που έτυχε να είμαι με πελάτες μου, και όπως γίνεται αντιληπτό, με έφεραν σε δύσκολη θέση και μου δημιούργησαν εκνευρισμό" εξηγεί και προσθέτει ότι ήδη με την ιδέα ότι προσωπικά του δεδομένα είχα ανακοινωθεί χωρίς καμία ενημέρωσή του, τον είχε εξοργίσει. Όσο για τα χρήματα, του φάνηκαν τελικά ιδιαίτερα χρήσιμα, αφού καταβλήθηκαν το 2016, η χρονιά της μεγάλης αποχής των δικηγόρων από τα καθήκοντά τους, και έτσι τα περισσότερα δαπανήθηκαν για την κάλυψη τρεχουσών υποχρεώσεων.
Ο ίδιος αισθάνεται υπερηφάνεια για αυτή τη νίκη, αλλά και για πολλές άλλες που έχει καταφέρει για εντολείς του. "Οι υποθέσεις που έχω αναλάβει μέχρι στιγμής είναι επιτυχημένες και έχουν προσθέσει κάθε μία το δικό της λιθαράκι στη νομολογία των προσωπικών δεδομένων, όσον αφορά το κομμάτι των τραπεζών και των εταιριών ενημέρωσης οφειλετών. Έχει θεμελιωθεί δηλαδή, μια σχετικά “στιβαρή" νομολογία κατά των πρακτικών που ακολουθούν πολλές ελληνικές τράπεζες ώστε να ενημερώνουν τους πελάτες τους για ληξιπρόθεσμες οφειλές τους", υποστηρίζει.
Ωστόσο, έχοντας βρεθεί τόσο στη θέση του νομικού όσο και σε αυτή του πολίτη, η πρώτη συμβουλή που έχει να δώσει σε όσους ταλαιπωρούνται από παρόμοιες καταστάσεις, είναι να απευθυνθούν σε δικηγόρο. Επισημαίνει χαρακτηριστικά: "κατανοώ το δύσκολο και στενό οικονομικό περιβάλλον που ζούμε, αλλά ένας νομικός που να έχει ασχοληθεί με το ζήτημα, μπορεί να σταθμίσει τα δεδομένα μιας υπόθεσης. Τους προτρέπω μάλιστα, εφόσον οι πιθανότητες είναι με το μέρος τους, να στραφούν δικαστικά τόσο εναντίον της τράπεζας όσο και κατά της εισπρακτικής. Η εμπειρία μου μέχρι στιγμής μου έχει δείξει ότι οι πιθανότητες θετικής έκβασης της υπόθεσης είναι με το μέρος του δανειολήπτη, αρκεί να έχει φυσικά και την απαραίτητη υπομονή".
Στον Κικεώνα των εισπρακτικών εταιρειών βρέθηκε, τελείως άθελά του, και ο νομικός Λάμπρος Ντουματσάς. Για κακή του τύχη υπήρξε θύμα κλοπής και μεταξύ των αντικειμένων ήταν και η πιστωτική του κάρτα, η οποία χρησιμοποιήθηκε για αναλήψεις ύψους 1.100 ευρώ. Παρά το γεγονός ότι ο ίδιος ενημέρωσε την τράπεζα για το συμβάν μέσα σε λίγη ώρα, τελικά δεν άργησαν οι κλήσεις από εισπρακτική εταιρία, η οποία διεκδικούσε με συνεχείς οχλήσεις τα χρήματα.
Η επικοινωνία με την τράπεζα και η αίτηση αμφισβήτησης της οφειλής η οποία ακολούθησε, δεν έφερε κανένα αποτέλεσμα. Επί ένα τρίμηνο τα τηλεφωνήματα συνεχίστηκαν, μάλιστα έφτασαν στο σημείο μέσα σε 18 ημέρες να τον καλέσουν επτά φορές. Έτσι, ο δικηγόρος προσέφυγε στην ελληνική Δικαιοσύνη: "Ήταν η οργή και η αγανάκτηση από τα επανηλειμμένα ενοχλητικά τηλεφωνήματα που δεχόμουν, λαμβανομένου υπόψιν ότι δεν όφειλα και το ποσό που μου ζητούσαν".
Πρόσφατα με την υπ' αριθμ.1566/2017 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθήνας, έλαβε και αποζημίωση για ηθική βλάβη λόγω προσβολής της προσωπικότητας, ύψους 3.000 ευρώ. "Όταν δημοσιεύθηκε η πρωτόδικη αλλά κυρίως η εφετειακή απόφαση, αισθάνθηκα μεγάλη ικανοποίηση τόσο για την ουσία του πράγματος, όσο κυρίως για τη νομική εργασία μου, αφού οι δύο αυτές αποφάσεις αποτελούν πρωτότυπα νομολογιακά δεδομένα" αναφέρει και προσθέτει: "Οφείλω, όμως, να ομολογήσω ότι το εντονότερο συναίσθημα αισθάνθηκα την στιγμή που έλαβα την αποζημίωση από την τράπεζα. Ήταν ένα αίσθημα χαράς και προσωπικής δικαίωσης, αλλά συγχρόνως και ικανοποίησης που άνοιξε ο δρόμος για την αποζημίωση άλλων πολιτών που έχουν υποστεί παρόμοια ταλαιπωρία".
Το σημαντικό σε αυτή την αμετάκλητη απόφαση είναι η σημασία που ο πρόεδρος Πρωτοδικών έδωσε στην συχνότητα των κλήσεων της εισπρακτικής εταιρείας. Όπως αναφέρεται, "η συμπεριφορά των υπαλλήλων της εισπρακτικής εταιρίας, η οποία λειτουργούσε ως αντιπρόσωπος και για λογαριασμό της τράπεζας, υπερέβη το επιβαλλόμενο μέτρο, που οφείλεται στις συναλλαγές, και προσέβαλε επανειλημμένα την προσωπικότητα του εφεσίβλητου, τόσο ως συναλλασσόμενου όσο και ως επαγγελματία".
Για το Λάμπρο Ντουματσά, "είναι προφανές ότι η τακτική αυτή αποσκοπεί και επιφέρει σημαντική ψυχολογική πίεση στον οφειλέτη με τη δημιουργία συναισθημάτων ενοχής, ντροπής ή απαξίωσης και δημιουργεί προϋποθέσεις κοινωνικής απομόνωσης". Υποστηρίζει δε, πως μόνη λύση είναι η "συντονισμένη κοινωνική πίεση προς την πολιτική ηγεσία, προκειμένου να τροποποιηθεί η υπάρχουσα νομοθεσία", καθώς -όπως εξηγεί- σήμερα ο Νόμος 3758/2009 επιτρέπει στις εταιρείες ενημέρωσης να προβαίνουν σε επαναλαμβανόμενες τηλεφωνικές ειδοποιήσεις και μάλιστα, με συχνότητα μίας τηλεφωνικής όχλησης ανά δύο ημέρες. "Μετά την έκδοση της εφετειακής απόφασης υπήρξε κυβερνητική εξαγγελία ότι το πλαίσιο της συχνότητας των τηλεφωνημάτων θα διαμορφωνόταν στο ένα τηλεφώνημα ανά επτά ημέρες. Αν συμβεί αυτό σαφώς θα είναι μία βελτίωση της υφιστάμενης κατάστασης, πάρα ταύτα όμως δεν θα λύσει το πρόβλημα των πολιτών. Θεωρώ ότι η συχνότητα των τηλεφωνημάτων δεν θα πρέπει να είναι μεγαλύτερη από μία φορά το μήνα, καθώς δεν πιστεύω ότι χρειάζεται κάποιος συχνότερη ενημέρωση για το ύψος της οφειλής του" καταλήγει.
Και αφού η πολιτεία αδιαφορεί ας κάνουμε όλοι οι δανειολήπτες την ΥΠΕΡΒΑΣΗ με αγωγές αποζημίωσης κατά των εισπρακτικών, για να τελειώνει επιτέλους το αστείο !!!
Με αμείωτη ένταση συνεχίζεται, παρά τα πρόστιμα και τις δικαστικές αποφάσεις που έχουν κατά καιρούς δικαιώσει καταναλωτές, η ανεξέλεγκτη δράση των εισπρακτικών εταιρειών.
Οι καταγγελίες που φτάνουν τόσο στην Γενική Γραμματεία Καταναλωτή, όσο και στις ενώσεις των καταναλωτών, είναι αμέτρητες και δείχνουν πως παρά τις προβλέψεις του νόμου 3758/2009, όπως τροποποιήθηκε με τον 4038/2012, οι Εταιρείες Ενημέρωσης Οφειλετών ή αλλιώς «Εισπρακτικές», κάθε άλλο παρά τηρούν τους θεσπισμένους κανόνες επικοινωνίας με τους οφειλέτες.
Χαρακτηριστικό του βαθμού στον οποίο αγνοείται το νομικό πλαίσιο, είναι το γεγονός πως από το 2012 μέχρι σήμερα, σύμφωνα με στοιχεία της Γενικής Γραμματείας Καταναλωτή, έχουν επιβληθεί πρόστιμα για παράβαση της νομοθεσίας που ανέρχονται σε 1.110.000 ευρώ. Ανάλογα με την παράβαση, τα πρόστιμα μπορούν να διαφέρουν και να κυμαίνονται από 5.000 ως και 70.000 ευρώ.
Και αν αυτό το ποσό προστίμων έχει βεβαιωθεί για την τελευταία πενταετία, μια πιο προσεκτική ανάγνωση, αναδεικνύει πως η κατάσταση κάθε άλλο παρά βελτιώνεται. Από το συνολικό ποσό των προστίμων, περίπου το ¼ έχει επιβληθεί το 2016, τέσσερα χρόνια μετά την αυστηροποίηση της νομοθεσίας. Παράλληλα και το 2017, η Γενική Γραμματεία έχει δεχθεί περίπου 400 καταγγελίες από καταναλωτές, χωρίς όμως ακόμα να έχει επιβληθεί πρόστιμο για κάποια από αυτές, καθώς η διαδικασία επιβεβαίωσης είναι χρονοβόρα.
Ειδικά τα τελευταία χρόνια η κατάσταση έχει ξεφύγει
Η λειτουργία των εισπρακτικών εταιρειών αποκαλύπτεται από τα λεγόμενα των εργαζομένων σε αυτές. Μιλώντας στο News24/7 η Δήμητρα Φιλοπούλου, η οποία έχει 8 χρόνια εμπειρίας σε τηλεφωνικά κέντρα ενημέρωσης οφειλετών θυμάται: «Στην αρχή δεν ήταν έτσι. Ειδικά τα τελευταία χρόνια η κατάσταση έχει ξεφύγει». Οι εργαζόμενοι λειτουργούν υπό την ασφυκτική πίεση των στόχων που θέτουν οι εταιρείες, ενώ παρακολουθούνται και κρίνονται για το κατά πόσο πιέζουν τον καταναλωτή. «Τον καλούμε ξανά και ξανά χωρίς να τους ενδιαφέρει καθόλου αν είναι άνεργος, αν δεν έχει να πληρώσει. Ο προϊστάμενος είναι από πάνω και περιμένει να σε “κατασπαράξει”. Μας θέτουν τους στόχους είσπραξης οφειλών και αν δεν τους πιάσουμε είναι μέχρι και λόγος απόλυσης» τονίζει.
Για τους εργαζόμενους, οι συνθήκες στα τηλεφωνικά κέντρα των εισπρακτικών είναι παραπάνω από δύσκολες. «Έχω δει υπαλλήλους να φεύγουν με νευρικό κλονισμό. Να κλαίνε. Η πίεση είναι τεράστια. Παίρνεις έναν άνθρωπο που σου λέει ότι δεν έχει να πληρώσει ή ότι είναι άνεργος. Δεν έχει νόημα να τον καλείς ξανά και ξανά. Ο προϊστάμενος όμως ενδιαφέρεται μόνο για το πόσα εισέπραξες» συνεχίζει η Δήμητρα. Όσο για την αξιολόγηση; «Με έχουν φωνάξει μετά από τηλεφώνημα στο οποίο δεν μπόρεσα να πείσω τον οφειλέτη να πληρώσει και μου έκαναν ανάλυση της ηχογραφημένης κλήσης. Κρατάνε πάντα το αρχείο και μας κάνουν αξιολόγηση ανάλογα με το πόσο τους πιέσαμε. Η προϊσταμένη λοιπόν, μου έκανε μια ανάλυση η οποία κατέληγε στην καταγωγή μου και την οικογένειά μου. Μου έλεγε πως το γεγονός ότι κατάγομαι από ορεινό μέρος, ευθύνεται για το γεγονός πως δεν μπορώ να εισπράξω. “Κατέβηκες από το βουνό και δεν είσαι ικανή να κάνεις μια είσπραξη” ήταν η ατάκα της» λέει η Δήμητρα.
Μετρώντας καταγγελίες
Μια από τις μεγαλύτερες εταιρείες που δραστηριοποιούνται στον χώρο είναι και η «ΜΕΛΛΟΝ Α.Ε. Ενημέρωσης Οφειλετών» μέλος του Ελληνικού Συνδέσμου Εταιρειών Ενημέρωσης και Διαπραγμάτευσης Απαιτήσεων (ΕΣΕΔΑ). Τόσο από το τεράστιο κτίριο της οδού Πειραιώς όπου στεγάζεται, όσο και από τα γραφεία εταιρειών, στις οποίες η ΜΕΛΛΟΝ ενοικιάζει εργαζόμενους, τα πιεστικά τηλεφωνήματα που γίνονται καθημερινά προς οφειλέτες, είναι χιλιάδες.
Μια έρευνα στο αρχείο των καταγγελιών που φτάνουν στην “Ένωση Καταναλωτών – Η ποιότητα ζωής” (Ε.Κ.ΠΟΙ.ΖΩ), δείχνει πως είναι πάρα πολλοί οι πολίτες που καταγγέλλουν την ΜΕΛΛΟΝ για διάφορες παραβάσεις των θεσπισμένων κανονισμών.
«Ενόχλησαν τηλεφωνικά στο εργασιακό μου περιβάλλον δυσφημίζοντας με (…) έχω δηλώσει μοναδικό αριθμό επικοινωνίας αυτόν του κινητού μου τηλεφώνου και κανέναν άλλον. Η κίνηση της εισπρακτικής εταιρείας είναι απαράδεκτη γιατί σύμφωνα με τον Ν. 3758/2009 απαγορεύονται να ενοχλούνται συγγενικά πρόσωπα ή άτομα του εργασιακού περιβάλλοντος του οφειλέτη και δεν έχουν κανένα δικαίωμα να καλούν σε άλλον αριθμό πέραν αυτού που έχει δηλωθεί από τον οφειλέτη» αναφέρει καταγγελία καταναλωτή με ημερομηνία 09/09/2016.
Σε άλλη περίπτωση διαμαρτυρόμενου πολίτη, με ημερομηνία 26/09/2016, αναφέρεται πως ο καταγγέλλων δέχεται κλήσεις από την εταιρεία ΜΕΛΛΟΝ «Περισσότερες από μια φορά ανά δεύτερη ημέρα. Συγκεκριμένα με κάλεσε στο κινητό μου, Πέμπτη 22/9, Παρασκευή 23/9 και Δευτέρα 26/9». Όλα αυτά ενώ ο ν. 3758/2009 όπως τροποποιήθηκε με τον 4038/2012, αναφέρει ρητά πως η επικοινωνία με τον οφειλέτη απαγορεύεται να ξεπερνάει τη μια ανά δεύτερη ημέρα.
Συνεχίζοντας την έρευνα, ένας εκ των καταναλωτών, καταγγέλλει στις 26/10/2016, πως από την εταιρεία ΜΕΛΛΟΝ δέχεται κλήσεις «εκτός του νόμιμου ωραρίου 09:00-20:00. Με καλεί από απόκρυψη. Ενοχλεί πρόσωπα της οικογένειάς μου σχετικά με την εξόφληση του χρέους. Εξακολουθεί να με ενοχλεί για οφειλές που έχουν διακανονιστεί ή έχουν παραγραφεί. Εμφανίζει κατά την επικοινωνία του μαζί μου, ιδιότητες που δεν διαθέτει, όπως αυτή του δικηγόρου ή του δικαστικού επιμελητή. Με κάλεσε πριν την πάροδο δέκα ημερών από την ημέρα που η οφειλή έγινε ληξιπρόθεσμη. Αρνείται να μου χορηγήσει δεδομένα από το αρχείο κλήσεων».
Κανένα όριο
Οι ενοχλήσεις από την ΜΕΛΛΟΝ, σύμφωνα πάντα με όσα αναφέρουν οι πολίτες, φαίνονται να μην έχουν όριο. Σε πρόσφατη καταγγελία (20/3/2017) καταναλωτής αναφέρει: «Από τις 10 Ιανουαρίου 2017 η καταγγελλόμενη επιχείρηση με ενοχλεί καθημερινώς τουλάχιστον 5 φορές την ημέρα. Κάποια από αυτές τις φορές που με κάλεσαν τους ανέφερα ότι δεν επιθυμώ να με καλούν διότι ενοχλούν εμένα και την οικογένειά μου. Παρόλα αυτά, αυτοί μου είπαν ότι χρωστάω χρήματα και ότι θα συνεχίσουν να με καλούν μέχρι να εκπληρώσω τις υποχρεώσεις μου. (…)
Στην κλήση που μου έκαναν στις 19 Ιανουαρίου 2017, τους ανέφερα ότι σύμφωνα με τον Ν.3758/2009, όπως έχει τροποποιηθεί με τον Ν.4038/2012, μπορούν να με καλούν μια φορά ανά δύο ημέρες ή πιο αραιά. Όμως, μου είπαν ότι δεν γνωρίζουν τον νόμο και ότι θα με καλούν μέχρι να πληρώσω την οφειλή μου. Τους ανέφερα (ξανά) ότι ο αριθμός αυτός ανήκει στον υιό μου και χρησιμοποιείται και από τη γυναίκα μου και από το παιδί μου και ότι ενοχλούν τα οικεία μου πρόσωπα. Αυτοί που ανταπάντησαν ότι δε μπορούν να κάνουν κάτι γι αυτό και ότι δε μετρούν τις φορές που με κάλεσαν και δεν τους απάντησα, διότι απουσίαζα από το σπίτι, κι επομένως θα καλούν πολλές φορές καθημερινά μέχρι να με βρουν και μετά θα με ξανακαλούν ανά δύο ημέρες.
Αυτό βέβαια είναι ψεύδος, γιατί ακόμη και όσες φορές με βρήκαν, με ξανακάλεσαν την επόμενη ημέρα. Τις περισσότερες από τις φορές που με κάλεσε ήταν σε ώρες που βρισκόταν στο σπίτι η οικογένειά μου, η οποία δε γνώριζε για την οφειλή και όταν αναγκάστηκα να τους το πω, διότι με άκουγαν να μιλάω μαζί τους, έγιναν έξω φρενών και δημιουργήθηκε ένταση στο σπίτι, που είχε σαν αποτέλεσμα να διακοπούν προσωρινώς οι σχέσεις μας και με τα δύο μέλη της οικογένειάς μου. Ως εκ τούτου η εταιρεία υιοθετεί συμπεριφορές που προσβάλλουν κατάφωρα την προσωπικότητά μου και διαταράσσουν το οικείο μου περιβάλλον».
Παράλληλα, καταγγελίες γίνονται ακόμη και για ποσά που δεν μπορούν να θεωρηθούν μεγάλα. Μόλις τον προηγούμενο μήνα, στις 22/05/2017, καταναλωτής αναφέρει εγγράφως στην Ε.Κ.ΠΟΙ.ΖΩ πως «Έχω μια ληξιπρόθεσμη οφειλή προς ένα κατάστημα ηλεκτρικών ειδών η οποία ανέρχεται στα 40 ευρώ. Η εταιρεία ενημέρωσης οφειλετών ΜΕΛΛΟΝ καλεί στο σπίτι μου ενοχλώντας την καρκινοπαθή μητέρα μου η οποία έχει 85% αναπηρία και εμένα. Ο συνήθης αριθμός κλήσεων ανέρχεται από 2 έως 3 ανά 2 ημέρες».
Δεχόμαστε παρατηρήσεις αν δεν πιέσουμε επαρκώς τους οφειλέτες
Με, κατά κανόνα, συμβάσεις ορισμένου χρόνου, υψηλούς στόχους και συνεχή παρακολούθηση, ακόμα και του χρόνου στον οποίο πάνε στην τουαλέτα, οι εργαζόμενοι στα τηλεφωνικά κέντρα βρίσκονται υπό συνεχή πίεση.
Ο Στέλιος, εργαζόμενος της ΜΕΛΛΟΝ που απασχολείται ως “ενοικιαζόμενος” από την εταιρεία σε τηλεφωνικό κέντρο τράπεζας, μιλώντας στο News24/7 αποκαλύπτει: «Μας μετράνε και τον χρόνο από τη στιγμή που θα κλείσεις το ένα τηλέφωνο, μέχρι τη στιγμή που θα πάρεις το επόμενο. Φυσικά οι προϊστάμενοι ακούνε τις κλήσεις και δεχόμαστε παρατηρήσεις αν δεν πιέσουμε επαρκώς τους οφειλέτες». Εξηγώντας την διαδικασία, ο Στέλιος λέει: «Αν κάποιος μας πει ότι θα πληρώσει μετά από μερικές ημέρες φυσικά τον ξανακαλούμε. Αν κάποιος μας πει ότι θα πληρώσει σήμερα ή αύριο, τον κατατάσσουμε στην ανάλογη κατηγορία, ενώ στις περιπτώσεις των ανθρώπων που μας λένε ότι δεν έχουν τη δυνατότητα να πληρώσουν προσπαθούμε να τους πείσουμε να βάλουν ένα μικρότερο ποσό άμεσα και τα υπόλοιπα αργότερα. Υπάρχει και επιλογή “Άρνηση πληρωμής-άνεργος”. Φυσικά αυτούς πρέπει να τους ξανακαλέσουμε».
Παράλληλα, η επίτευξη των προκαθορισμένων στόχων, μπορεί να κατατάξει κάθε εργαζόμενο σε υψηλότερη αξιολόγησης. «Για παράδειγμα αν έχεις ένα ποσοστό επιτυχίας πάνω από 40% σε ανεβάζουν στο επίπεδο 2. Αν έχεις πάνω από 50% σε ανεβάζουν στο επίπεδο 3».
Ο Στέλιος, είναι ένας από τους εργαζόμενους που ενώ εργάζεται χρόνια στη ΜΕΛΛΟΝ, ως “ενοικιαζόμενος”, έχει υπογράψει δεκάδες συμβάσεις ορισμένου χρόνου που έληγαν κάθε φορά σε έναν ή δύο μήνες. Μάλιστα, το εντυπωσιακό είναι πως οι συμβάσεις, πολλές φορές ανέφεραν άλλη ειδικότητα εργαζομένου από τις προηγούμενες, παρά το γεγονός πως ούτε ο χώρος εργασίας ούτε η θέση του Στέλιου άλλαζε.
Όπως εύκολα μπορεί κανείς να διαπιστώσει, η αυθαιρεσία των εισπρακτικών, η τακτική της ασφυκτικής πίεσης προς τους οφειλέτες, αλλά και η παντελής αδιαφορία για τους νόμους, δεν έχουν τέλος. Το News 24/7 είχε πραγματοποιήσει ακόμη μια μεγάλη έρευνα για το θέμα πριν από οκτώ μήνες.
Παρά το γεγονός ότι έχει περάσει τόσος καιρός, τα νέα ευρήματα, προσομοιάζουν στα προηγούμενα. Συνεχόμενα τηλεφωνήματα, πρόστιμα που δεν πτοούν κανέναν, καταγγελίες για σοβαρές παραβιάσεις της νομοθεσίας και πολίτες που δέχονται καθημερινά πλήγματα στην αξιοπρέπειά τους.
*Το News 24/7 προσπάθησε να έρθει σε επικοινωνία με την εταιρεία ΜΕΛΛΟΝ ώστε να τοποθετηθεί επί του θέματος, χωρίς όμως επιτυχία. Ακόμη, απηύθυνε ερώτημα στον Σύνδεσμο Εταιριών Ενημέρωσης και Διαπραγμάτευσης Απαιτήσεων (ΣΕΔΑ), του οποίου η ΜΕΛΛΟΝ είναι ιδρυτικό μέλος, χωρίς ωστόσο να λάβει καμία απάντηση.
“Θα ενημερώσουμε την Interpol για να σας κλείσει τα σύνορα, θα κλείσουμε τους γερμανικούς τραπεζικούς λογαριασμούς σας και θα πούμε για το χρέος σας στο χωριό στην Ελλάδα”. Αυτές ήταν μερικές από τις απειλές που δέχθηκε από δικηγορικό γραφείο της Αθήνας, ο Βασίλης Κούτσικος, μόνιμος κάτοικος πλέον στη Γερμανία, επειδή καθυστέρησε να πληρώσει μία δόση της τραπεζικής του οφειλής. Το News 24/7 επικοινώνησε με τον κύριο Κούτσικο, ο οποίος περιέγραψε πως μέσα στην οικονομική περιπέτεια που περνούσε, γεμάτος αγωνία για την αποπληρωμή των οφειλών του, είχε να υποστεί και την αφόρητη πίεση των οχλήσεων και τις προσβολές.
“Ζούσα στη Γερμανία, είχα ένα μαγαζί και αποφάσισα να το πουλήσω για να έρθω στην Ελλάδα για επενδύσεις. Αρχικά, πήρα στεγαστικό δάνειο αξίας 100.000 ευρώ για να επισκευάσω το παλιό σπίτι που θα έμενα με την οικογένεια μου και τα λεφτά που περίσσεψαν ήθελα να τα “ρίξω” στο τυπογραφείο που θα άνοιγα. Ταυτόχρονα, περίμενα να πάρω την επιδότηση των 89.000 ευρώ του προγράμματος “ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΝΕΩΝ- ΕΟΜΜΕΧ” αλλά προέκυψαν οι πυρκαγιές στην Ηλεία και τα λεφτά κατευθύνθηκαν για την κάλυψη άλλων αναγκών. Έτσι, αγόρασα μόνος μου όλο τον εξοπλισμό της επιχείρησης και έστειλα τα τιμολόγια για να εγκριθεί η δόση της επιδότησης. Δεν την πήρα και όσο εγώ περίμενα τη δόση, προέκυπταν ανάγκες για τη δουλειά. Και, έτσι, αναγκάστηκα να πάρω καταναλωτικό δάνειο ύψους, περίπου, 40.000 ευρώ. Μετά από πολλές προσπάθειες, δεν κατάφερα να σώσω την επιχείρηση και αναγκάστηκα να την κλείσω. Είχε ξεκινήσει η κρίση, και χωρίς να έχουμε εναλλακτική, το 2007 επιστρέψαμε πίσω στη Γερμανία.
Τα χρήματα της επιδότησης όταν μου δόθηκαν ήταν πλέον πολύ αργά. Είχε έρθει η καταστροφή. Και έτσι όπως τα πήρα, τα έδωσα πίσω για την αποπληρωμή των δανείων. Τουλάχιστον, για 4 χρόνια πλήρωνα δόσεις των 1.500 με 2.000 ευρώ. Τα παιδιά μου άρχισαν να μεγαλώνουν και οι ανάγκες αυξήθηκαν με αποτέλεσμα να μην μπορώ να πληρώνω τόσο μεγάλα ποσά. Προχώρησα, λοιπόν, σε ρύθμιση. Για πρώτη φορά, μετά από τόσα χρόνια ως συνεπής οφειλέτης, τον Απρίλιο, επειδή προέκυψαν κάποια προβλήματα, καθυστέρησα δύο μήνες για μια πληρωμή 120 ευρώ. Είχα σκοπό, φυσικά, με το που θα πληρωθώ να τα δώσω τα χρήματα. Και τότε, στα μέσα του Απριλίου, ξεκίνησαν οι οχλήσεις. Με πήρε η κυρία Π. από το δικηγορικό γραφείο της κας Κ. και άρχισε να με απειλεί, λέγοντας μου: ‘Θα ενημερώσουμε την Interpol, να κλείσει τα σύνορα ώστε να μην μπορέσετε να ξανά πάτε στην Γερμανία, θα σας κλείσουμε τους γερμανικούς τραπεζικούς σας λογαριασμούς κτλ’. Πράγματα τρελά. Μας έπαιρναν τηλέφωνο την ίδια ημέρα, 4 με 5 φορές, συχνά σε διάστημα δέκα λεπτών, ακόμα και Σάββατο.
Δεν φοβήθηκα αλλά νευρίασα γιατί στις 20 Απριλίου κάλεσαν και στο χωριό μου, στην Ελλάδα, στους γονείς μου, που είναι 90 χρονών, και τους φώναζαν ότι πρέπει ‘να μαζέψουν τα πράγματα τους γιατί θα έρθουν να εκτιμήσουν το σπίτι και να τους πετάξουν έξω επειδή ο γιος τους χρωστάει’. Όπως επίσης, ‘θα ανακοινώσουμε στο χωριό το χρέος σας προς τη τράπεζα’. Οι γονείς μου πανικοβλήθηκαν. Και λέω δεν πάει άλλο και, έτσι, προχώρησα σε καταγγελία στην ΕΚΠΟΙΖΩ. Κάποια στιγμή, λίγο αργότερα, με κάλεσαν από την τράπεζα για να προχωρήσουμε σε πιο ευνοϊκή ρύθμιση, με χαμηλότερο επιτόκιο και μικρότερη δόση, και, έκτοτε, δεν με ξανά ενόχλησαν ποτέ από κανένα δικηγορικό γραφείο. Όλα προχωρούν καλά. Είμαι συνεπής οφειλέτης και όχι τζαμπατζής αλλά άνθρωποι είμαστε, μπορεί να συμβεί η αναποδιά ανά πάσα στιγμή”.
Η περίπτωση του κυρίου Κούτσικου δεν αποτελεί εξαίρεση. Δυστυχώς, ένα πολύ μικρό δείγμα από το αρχείο καταγγελιών που κοινοποιήθηκαν στην ΕΚ.ΠΟΙ.ΖΩ το 2017 και έθεσε στη διάθεση του News 24/7 η ίδια η Ένωση Καταναλωτών καταδεικνύει ότι εισπρακτικές εταιρίες και δικηγορικά γραφεία που αναλαμβάνουν την ενημέρωση των καταναλωτών για τις ληξιπρόθεσμες οφειλές τους, υιοθετούν αθέμιτες συμπεριφορές, τρομοκρατώντας τελικά τους καταναλωτές.
Όταν οι δικηγορικές εταιρίες μετατρέπονται σε εισπρακτικές
Έχει περάσει ένας χρόνος από τις πρώτες κλήσεις που δέχθηκε στο τηλέφωνό του. Στην αρχή ήταν ευγενικός και ήρεμος. Άλλωστε τον καλούσαν από κάποιο δικηγορικό γραφείο και όφειλε να είναι συναδελφικός, αφού και ο ίδιος είναι νομικός. Όταν όμως, ξεκίνησαν οι συνεχείς οχλήσεις, καθημερινά αλλά και Σάββατα, όταν στην άλλη άκρη του τηλεφώνου άρχισαν να υπερτερούν το θράσος, η ειρωνεία και η πίεση, αποφάσισε να αντιδράσει. Η καταγγελία του Γιώργου Π. έφτασε στο Δικηγορικό Σύλλογο Αθήνας και στρεφόταν κατά δύο δικηγορικών εταιριών, οι οποίες ουσιαστικά εκτελούσαν χρέη εισπρακτικής για την ίδια τράπεζα.
"Την τελευταία εβδομάδα, πριν την καταγγελία μου, με κάλεσαν έξι φορές, χωρίς να υπολογίζω τα μηνύματα στο κινητό μου. Φυσικά, παραπονέθηκα και τελικά βρέθηκα να μιλάω με κάποια υπεύθυνη. Όταν τη ρώτησα αν γνωρίζει ότι συνεχίζει να καλεί κατά παράβαση της πολύμηνης αποχής από τα καθήκοντά μας που είχαμε τότε, αλλά και ότι η πρακτική της αντιβαίνει σε απόφαση του ΔΣΑ, μου απάντησε ξεκάθαρα, με προκλητική άνεση και με περίσσιο θράσος ότι 'το γνωρίζει' αλλά 'είναι εντολή της τράπεζας'. Δηλαδή, με άλλα λόγια, μου απάντησε ότι γνωρίζει ότι παρανομεί αλλά το πράττει κατ’ εντολή της τράπεζας. Έγινα έξω φρενών. Θυμάμαι ότι τη ρώτησα τί θα έκανε αν η τράπεζα της έδινε εντολή να εισβάλλουν στα σπίτια των οφειλετών. Απλά μου απάντησε ότι αυτό δεν είναι το ίδιο", αναφέρει ο 36χρονος δικηγόρος στο News 24/7.
Υπεράνω νόμου
Ο ίδιος μιλά για παράνομες και αντιδεοντολογικές συμπεριφορές με μόνο στόχο τον εκφοβισμό των οφειλετών και το κέρδος από τις προμήθειες. Από την περιπέτειά του, αυτό που τον ενόχλησε περισσότερο ήταν η "φαιδρή δικαιολογία" -όπως τη χαρακτηρίζει- των ανθρώπων στην άλλη γραμμή, οι οποίοι του έλεγαν ότι δεν μπορούσε να τους "αγγίξει" γιατί εκείνοι δεν ήταν δικηγόροι, αλλά γραμματείς, και άρα δεν ενέπιπταν στις αποφάσεις των Δικηγορικών Συλλόγων.
Ήδη έχει ολοκληρωθεί η προκαταρκτική έρευνα που ξεκίνησε ο Δικηγορικός Σύλλογος της Αθήνας, μετά από καταγγελία του και πλέον αναμένει να συζητηθεί στο πρωτοβάθμιο πειθαρχικό συμβούλιο. "Όποιος διαπράττει πειθαρχικό παράπτωμα, τηλεφωνώντας μου συνεχώς για οφειλή, θα τον καταγγέλλω. Ο Κώδικας Δεοντολογίας είναι ξεκάθαρος, αλλά υπάρχουν συνάδελφοί μου αδιαφορούν" δηλώνει αποφασισμένος. Πράγματι, ο ΔΣΑ έχει καταδικάσει τέτοιες πρακτικές δικηγόρων και δικηγορικών εταιριών και μάλιστα, το 2014 προστέθηκε στον Κώδικα Δεοντολογίας άρθρο σύμφωνα με το οποίο, ελέγχεται πειθαρχικά όποιος οχλεί προφορικά και δή τηλεφωνικά, τον οφειλέτη του εντολέα του πέραν της μίας φοράς.
Επτά χρόνια, εννέα καταδίκες
Δυστυχώς, η περίπτωση του Γιώργου Π. αποτελεί την εξαίρεση και όχι τον κανόνα. Τα στοιχεία του Δικηγορικού Συλλόγου Αθήνας είναι απογοητευτικά. Από την 1η Ιανουαρίου του 2010 έως και το Μάρτιο του 2017, δηλαδή μέσα σε επτά χρόνια, έχουν υπάρξει μόλις εννέα καταδικαστικές αποφάσεις από τις 513 καταγγελίες που έχουν υποβληθεί στο ίδιο διάστημα, ενώ 190 υποθέσεις έχουν τεθεί στο αρχείο. Σύμφωνα με το Σύλλογο, δύο είναι οι βασικοί λόγοι που οδηγούν σε αυτή την αναντιστοιχία. Από τη μία, η πλειοψηφία των πολιτών δεν υποστηρίζει μέχρι τέλους τις καταγγελίες, αντίθετα συνηθίζει να στέλνει μία αναφορά μέσω ηλεκτρονικό ταχυδρομείου, χωρίς να προχωρούν στις περαιτέρω ενέργειες που απαιτούνται. Από την άλλη, το υψηλό παράβολο, της τάξεως των 80 ευρώ περίπου, που απαιτείται για να συζητηθεί η καταγγελία, αποτελεί τροχοπέδη και αρκετούς, οι οποίοι δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα.
Παράλληλα, στο ίδιο χρονικό διάστημα των επτά ετών, έχουν εκδοθεί συνολικά 43 αποφάσεις από τα πρωτοβάθμια πειθαρχικά συμβούλια. Από αυτές 34 είναι αθωωτικές, ενώ όπως αναφέραμε παραπάνω, μόλις εννέα έχουν καταλήξει σε καταδίκη. Τέλος, ακόμη 265 καταγγελίες εκκρεμούσαν σε διάφορα στάδια και συγκεκριμένα, διενεργούνταν 196 καταγγελίες στο πλαίσιο της προκαταρκτικής εξέτασης, ενώ άλλες 84 βρίσκονταν ενώπιον πειθαρχικών συμβουλίων.
Τα νούμερα αυτά φαίνεται πάντως, πως έχουν "αγγίξει" την Πολιτεία. Άλλωστε, εύκολα μπορεί κανείς να καταλάβει πως όταν ο οφειλέτης έρχεται αντιμέτωπος με εισπρακτικές εταιρίες, μπορεί να προστρέξει στην -έστω και λειψή- νομοθεσία, όταν όμως, πρόκειται για δικηγορικές, τότε τα πράγματα γίνονται σχεδόν αφόρητα, καθώς αυτές δεν εμπίπτουν στον περιβόητο Νόμο 3758/2009 περί εταιριών ενημέρωσης οφειλετών. Από την πλευρά του, ο "παθών" Γιώργος Π. υποστηρίζει πως θα πρέπει να αυστηροποιηθεί το σύστημα. "Θεωρώ ότι θα πρέπει οι αρμόδιοι δικηγορικοί σύλλογοι να αρχίσουν να λειτουργούν κατασταλτικά και να επιβάλλουν αυστηρότατες κυρώσεις, ακόμα και διαγραφές δικηγόρων, σε περιπτώσεις που παρατηρούνται τέτοιες αντιδεοντολογικές και καταδικαστέες πρακτικές" αναφέρει χαρακτηριστικά.
Νέες προσπάθειες
Αν και ακόμα δεν έχουν ληφθεί σχετικές αποφάσεις, τον περασμένο Απρίλιο πραγματοποιήθηκε μία συνάντηση μεταξύ του υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης, Δημήτρη Παπαδημητρίου, του γενικού γραμματέα Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή, Αντώνη Παπαδεράκη και του προέδρου του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών, Βασίλη Αλεξανδρή, με στόχο να αντιμετωπιστούν οι παράνομες πρακτικές τόσο των εισπρακτικών εταιριών, όσο και των δικηγορικών. Μάλιστα, η πολιτική ηγεσία του υπουργείου πρότεινε να εξεταστεί η δυνατότητα υποβολής συλλογικών καταγγελιών κατά δικηγόρων και δικηγορικών εταιρειών προς τους δικηγορικούς συλλόγους μέσω των Ενώσεων Καταναλωτών, καθώς και η ενδεχόμενη απλοποίηση των διαδικασιών εξέτασης σχετικών καταγγελιών. Από την πλευρά του, ο Βασίλης Αλεξανδρής επανέλαβε την απόφαση του ΔΣΑ για αυστηροποίηση του Κώδικα Δεοντολογίας Δικηγόρων, και δήλωσε τη διαθεσιμότητα του δικηγορικού σώματος να συμμετάσχει σε οποιονδήποτε διάλογο.
Και ενώ σε θεσμικό επίπεδο αναμένονται οι νέες προτάσεις των δύο πλευρών, έτσι ώστε να βρεθεί μια λύση στο Γολγοθά εκατοντάδων ανθρώπων, η μέχρι τώρα πορεία ερευνών γύρω από τις πρακτικές δικηγορικών γραφείων, δεν αποκλείει την άποψη ότι συνεχώς μένουν στο απυρόβλητο. Αυτό τουλάχιστον, προκύπτει και από την προκαταρκτική εξέταση, που διεξήγαγε πρόσφατα η Εισαγγελία Πρωτοδικών της Αθήνας, η οποία εκτός από τη δράση εισπρακτικών εταιριών, έβαλε στο "στόχαστρό" της και 17 δικηγορικά γραφεία. Οι προσπάθειές της όμως, είχαν σαν κατάληξη την αρχειοθέτηση της δικογραφίας ως προς το σκέλος των κακκουργηματικών πράξεων που ερευνόνταν σε βάρος και 29 εισπρακτικών εταιρειών. Τελικά ασκήθηκε ποινική δίωξη μόνο για το πλημμέλημα της παράνομης χρήσης αρχείων προσωπικού χαρακτήρα σε βάρος 15 ατόμων, εκπροσώπων και υπαλλήλων έξι εισπρακτικών εταιρειών και δύο τραπεζικών ιδρυμάτων.
Όσο για τα 17 δικηγορικά γραφεία που ελέγχθηκαν, οι αρχές δεν προχώρησαν στην άσκηση ποινικής δίωξης. Βέβαια, την περίοδο που διεξαγόταν η έρευνα δεν ήταν λίγες οι φωνές στην Εισαγγελία, που επεσήμαναν ότι παρά τις εκκλήσεις, δεν υπήρξε η επιθυμητή συνδρομή από το Δικηγορικό Σύλλογο, αν και ο ίδιος είχε επί της ουσίας ξεκινήσει την εισαγγελική έρευνα με μήνυσή του. Εισαγγελικές πηγές ανέφεραν χαρακτηριστικά πως παρά το αίτημα που είχε διαβιβαστεί προς τον ΔΣΑ, προκειμένου να συνδράμει στην έρευνα καταθέτοντας συγκεκριμένα στοιχεία, δεν είχε ληφθεί καμία απάντηση. Από την πλευρά του, ο ΔΣΑ υποστήριζε πως βρισκόταν "στη φάση της συγκέντρωσης των στοιχείων που έχουν ζητηθεί από την Δικαιοσύνη για τις εισπρακτικές-δικηγορικές εταιρείες", χωρίς όμως τελικά να υπάρξει κάποιο αποτέλεσμα.
Αυτοί που νίκησαν τις εισπρακτικές
Η υπόθεση της Ευαγγελίας Τερζίδου, δίχως καν η ίδια να το γνωρίζει, έχει ενταχθεί στις αποφάσεις νομολογίας και αποτελεί πρότυπο για δεκάδες άλλες αγωγές που έχουν ακολουθήσει. Όχι μόνο κατάφερε να λάβει πρωτοδίκως αποζημίωση, ύψους 6.000 ευρώ, αλλά η ειρηνοδίκης Αθήνας στην απόφασή της (υπ' αριθμ. 273/2016) έκρινε ότι η διαβίβαση των προσωπικών της δεδομένων από την τράπεζα στην εισπρακτική εταιρεία, καθώς και η επεξεργασία αυτών, χωρίς ποτέ η οφειλέτρια να ενημερωθεί για τις συγκεκριμένες κινήσεις, είναι παράνομη.
Έχουν περάσει τέσσερα χρόνια από τότε που έβαλε την υπογραφή της για την χορήγηση προσωπικού καταναλωτικού δανείου, ύψους 5.000 ευρώ. Ήδη γνώριζε πως η κατάσταση της υγείας της δεν ήταν καλή. Στην αρχή ήρθαν τα επιληπτικά επεισόδια, ενώ λίγο αργότερα εντοπίστηκε και το ανεύρυσμα στον εγκέφαλο. "Το 2011 μπήκα στο χειρουργείο. Μέχρι τότε έκανα δουλειές δεξιά και αριστερά γιατί ήμουν μόνη και είχα τρία παιδιά. Μετά χρειάστηκε να γραφτώ στην πρόνοια και έπαιρνα και από το Δήμο μία σακούλα τρόφιμα το μήνα. Σήμερα προσέχω μην ξεχάσω να πάρω τα χάπια μου. Δύο το πρωί, δύο το μεσημέρι και τέσσερα το βράδυ", λέει στο News 24/7.
Κάπου εκεί άρχισαν τα προβλήματα και με το δάνειο. Όπως ίδια εξηγεί, αρχικά πλήρωνε τις δόσεις κανονικά: "Μου είχαν πει ότι θα πληρώνω δόση 20 ευρώ το μήνα, αλλά τελικά έφτασε τα 75 ευρώ. Από ένα σημείο και μετά δεν μπορούσα να πληρώσω. Ο γιατρός μου είπε να μην κουράζομαι, να μην δουλεύω, ούτε στον ήλιο δεν με αφήνει να βγαίνω χωρίς καπέλο" αναφέρει. Τότε, ανέλαβε δράση η εισπρακτική εταιρεία. Οι συνεχείς κλήσεις για τη ληξιπρόθεσμη οφειλή των 300,34 ευρώ, είχαν σαν στόχο να την πιέσουν όσο μπορούσαν περισσότερο: "Μου έλεγαν ότι θα χάσω το σπίτι μου, αλλά εγώ ζω σε ένα δωμάτιο στο σπίτι του γιου μου. Τους έλεγα πως όταν είχα χρήματα τους τα έδινα και ότι τώρα δεν μπορούσα, αλλά αυτοί ζητούσαν μόνο να τους στείλω τα λεφτά και με ρωτούσαν γιατί να μην τα δανειστώ από κάποιον για να τους τα δώσω". Μάλιστα, όπως καταγράφεται στη δικαστική απόφαση, οι διάλογοι αυτοί την φόβισαν, προκαλώντας της κρίσεις πανικού και επιληψίας, ενώ την ίδια ώρα η εισπρακτική εταιρία ανά τακτά διαστήματα την καλούσε στο σταθερό της τηλέφωνο και μιλούσαν είτε με την ίδια είτε με οικείους της, οχλώντας την για την καταβολή των ληξιπρόθεσμων δόσεων.
Η Ευαγγελία Τερζίδου μπορεί να κατόρθωσε μία πρώτη "νίκη", με τη βοήθεια ενός δικηγόρου - φίλου της οικογένειας, η ίδια όμως βγάζει το δικό της παράπονο. Αν και δεν κατάφερε να τελειώσει ούτε το Δημοτικό, έκανε τα πάντα για να μεγαλώσει τα παιδιά της και δεν ήθελε ποτέ να χρωστάει. "Τα λίγα μου ένσημα τα πήρα ως καθαρίστρια σε λεωφορεία και κάνοντας τις βραδινές βάρδιες καθαρισμού στον Ηλεκτρικό. Ακόμα και την babysitter έκανα. Άφηνα τα δικά μου παιδιά για να φυλάω ξένα. Δεν ήταν ότι δεν ήθελα να τους πληρώσω. Δεν είχα..."
Ένα βήμα πιο μπροστά βρίσκεται ο δικηγόρος Γιώργος Πουλής, ο οποίος πλέον έχει στα χέρια του αμετάκλητη απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου της Αθήνας (υπ' αριθμ. 3428/2016), για προσωπική του υπόθεση. Συγκεκριμένα, έλαβε αποζημίωση, ύψους 5.869,40 ευρώ, για ηθική βλάβη από το πιστωτικό ίδρυμα, με το σκεπτικό ότι ο όρος της ρητής συγκατάθεσης που δίνει ο κάθε πελάτης στην τράπεζα για επεξεργασία των ατομικών του στοιχείων και ενημέρωσης από συνεργαζόμενούς της, αφορά σε ζητήματα προώθησης προϊόντων και υπηρεσιών "και όχι για θέματα που αφορούν την κίνηση του λογαριασμού της πιστωτικής κάρτας, ήτοι η όποια συγκατάθεσή του αφορούσε σε ενημέρωση εκ μέρους τρίτων συνεργαζόμενων εταιρειών για προώθηση προϊόντων και όχι συγκατάθεση για διαβίβαση προσωπικών του δεδομένων σε εταιρείες ενημέρωσης οφειλετών".
Αυτό που οδήγησε τον Γιώργο Πουλή στο να προσφύγει στη Δικαιοσύνη, εκτός από το ότι είναι πιο εύκολη η απόφαση λόγω της επαγγελματικής του ενασχόλησης, ήταν η συνεχής ενόχληση που δεχόταν. "Οι κλήσεις που έλαβα, έγιναν σε στιγμές που έτυχε να είμαι με πελάτες μου, και όπως γίνεται αντιληπτό, με έφεραν σε δύσκολη θέση και μου δημιούργησαν εκνευρισμό" εξηγεί και προσθέτει ότι ήδη με την ιδέα ότι προσωπικά του δεδομένα είχα ανακοινωθεί χωρίς καμία ενημέρωσή του, τον είχε εξοργίσει. Όσο για τα χρήματα, του φάνηκαν τελικά ιδιαίτερα χρήσιμα, αφού καταβλήθηκαν το 2016, η χρονιά της μεγάλης αποχής των δικηγόρων από τα καθήκοντά τους, και έτσι τα περισσότερα δαπανήθηκαν για την κάλυψη τρεχουσών υποχρεώσεων.
Ο ίδιος αισθάνεται υπερηφάνεια για αυτή τη νίκη, αλλά και για πολλές άλλες που έχει καταφέρει για εντολείς του. "Οι υποθέσεις που έχω αναλάβει μέχρι στιγμής είναι επιτυχημένες και έχουν προσθέσει κάθε μία το δικό της λιθαράκι στη νομολογία των προσωπικών δεδομένων, όσον αφορά το κομμάτι των τραπεζών και των εταιριών ενημέρωσης οφειλετών. Έχει θεμελιωθεί δηλαδή, μια σχετικά “στιβαρή" νομολογία κατά των πρακτικών που ακολουθούν πολλές ελληνικές τράπεζες ώστε να ενημερώνουν τους πελάτες τους για ληξιπρόθεσμες οφειλές τους", υποστηρίζει.
Ωστόσο, έχοντας βρεθεί τόσο στη θέση του νομικού όσο και σε αυτή του πολίτη, η πρώτη συμβουλή που έχει να δώσει σε όσους ταλαιπωρούνται από παρόμοιες καταστάσεις, είναι να απευθυνθούν σε δικηγόρο. Επισημαίνει χαρακτηριστικά: "κατανοώ το δύσκολο και στενό οικονομικό περιβάλλον που ζούμε, αλλά ένας νομικός που να έχει ασχοληθεί με το ζήτημα, μπορεί να σταθμίσει τα δεδομένα μιας υπόθεσης. Τους προτρέπω μάλιστα, εφόσον οι πιθανότητες είναι με το μέρος τους, να στραφούν δικαστικά τόσο εναντίον της τράπεζας όσο και κατά της εισπρακτικής. Η εμπειρία μου μέχρι στιγμής μου έχει δείξει ότι οι πιθανότητες θετικής έκβασης της υπόθεσης είναι με το μέρος του δανειολήπτη, αρκεί να έχει φυσικά και την απαραίτητη υπομονή".
Στον Κικεώνα των εισπρακτικών εταιρειών βρέθηκε, τελείως άθελά του, και ο νομικός Λάμπρος Ντουματσάς. Για κακή του τύχη υπήρξε θύμα κλοπής και μεταξύ των αντικειμένων ήταν και η πιστωτική του κάρτα, η οποία χρησιμοποιήθηκε για αναλήψεις ύψους 1.100 ευρώ. Παρά το γεγονός ότι ο ίδιος ενημέρωσε την τράπεζα για το συμβάν μέσα σε λίγη ώρα, τελικά δεν άργησαν οι κλήσεις από εισπρακτική εταιρία, η οποία διεκδικούσε με συνεχείς οχλήσεις τα χρήματα.
Η επικοινωνία με την τράπεζα και η αίτηση αμφισβήτησης της οφειλής η οποία ακολούθησε, δεν έφερε κανένα αποτέλεσμα. Επί ένα τρίμηνο τα τηλεφωνήματα συνεχίστηκαν, μάλιστα έφτασαν στο σημείο μέσα σε 18 ημέρες να τον καλέσουν επτά φορές. Έτσι, ο δικηγόρος προσέφυγε στην ελληνική Δικαιοσύνη: "Ήταν η οργή και η αγανάκτηση από τα επανηλειμμένα ενοχλητικά τηλεφωνήματα που δεχόμουν, λαμβανομένου υπόψιν ότι δεν όφειλα και το ποσό που μου ζητούσαν".
Πρόσφατα με την υπ' αριθμ.1566/2017 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθήνας, έλαβε και αποζημίωση για ηθική βλάβη λόγω προσβολής της προσωπικότητας, ύψους 3.000 ευρώ. "Όταν δημοσιεύθηκε η πρωτόδικη αλλά κυρίως η εφετειακή απόφαση, αισθάνθηκα μεγάλη ικανοποίηση τόσο για την ουσία του πράγματος, όσο κυρίως για τη νομική εργασία μου, αφού οι δύο αυτές αποφάσεις αποτελούν πρωτότυπα νομολογιακά δεδομένα" αναφέρει και προσθέτει: "Οφείλω, όμως, να ομολογήσω ότι το εντονότερο συναίσθημα αισθάνθηκα την στιγμή που έλαβα την αποζημίωση από την τράπεζα. Ήταν ένα αίσθημα χαράς και προσωπικής δικαίωσης, αλλά συγχρόνως και ικανοποίησης που άνοιξε ο δρόμος για την αποζημίωση άλλων πολιτών που έχουν υποστεί παρόμοια ταλαιπωρία".
Το σημαντικό σε αυτή την αμετάκλητη απόφαση είναι η σημασία που ο πρόεδρος Πρωτοδικών έδωσε στην συχνότητα των κλήσεων της εισπρακτικής εταιρείας. Όπως αναφέρεται, "η συμπεριφορά των υπαλλήλων της εισπρακτικής εταιρίας, η οποία λειτουργούσε ως αντιπρόσωπος και για λογαριασμό της τράπεζας, υπερέβη το επιβαλλόμενο μέτρο, που οφείλεται στις συναλλαγές, και προσέβαλε επανειλημμένα την προσωπικότητα του εφεσίβλητου, τόσο ως συναλλασσόμενου όσο και ως επαγγελματία".
Για το Λάμπρο Ντουματσά, "είναι προφανές ότι η τακτική αυτή αποσκοπεί και επιφέρει σημαντική ψυχολογική πίεση στον οφειλέτη με τη δημιουργία συναισθημάτων ενοχής, ντροπής ή απαξίωσης και δημιουργεί προϋποθέσεις κοινωνικής απομόνωσης". Υποστηρίζει δε, πως μόνη λύση είναι η "συντονισμένη κοινωνική πίεση προς την πολιτική ηγεσία, προκειμένου να τροποποιηθεί η υπάρχουσα νομοθεσία", καθώς -όπως εξηγεί- σήμερα ο Νόμος 3758/2009 επιτρέπει στις εταιρείες ενημέρωσης να προβαίνουν σε επαναλαμβανόμενες τηλεφωνικές ειδοποιήσεις και μάλιστα, με συχνότητα μίας τηλεφωνικής όχλησης ανά δύο ημέρες. "Μετά την έκδοση της εφετειακής απόφασης υπήρξε κυβερνητική εξαγγελία ότι το πλαίσιο της συχνότητας των τηλεφωνημάτων θα διαμορφωνόταν στο ένα τηλεφώνημα ανά επτά ημέρες. Αν συμβεί αυτό σαφώς θα είναι μία βελτίωση της υφιστάμενης κατάστασης, πάρα ταύτα όμως δεν θα λύσει το πρόβλημα των πολιτών. Θεωρώ ότι η συχνότητα των τηλεφωνημάτων δεν θα πρέπει να είναι μεγαλύτερη από μία φορά το μήνα, καθώς δεν πιστεύω ότι χρειάζεται κάποιος συχνότερη ενημέρωση για το ύψος της οφειλής του" καταλήγει.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου