Του Σταύρου Λυγερού
Πριν 40 σχεδόν χρόνια η πολιτική οξύτητα είχε ονοματεπώνυμα: Ανδρέας Παπανδρέου και Κώστας Μητσοτάκης. Σύμφωνα με τη μοδάτη ερμηνεία εκείνης της εποχής, το πρόβλημα το προκαλούσαν οι λεγόμενοι “δεινόσαυροι” της πολιτικής σκηνής και η λύση ήταν η αποστρατεία τους. Υποτίθεται ότι κατ’ αυτόν τον τρόπο θα έπαυαν να δηλητηριάζουν την πολιτική ζωή με το νοσηρό κλίμα του 1965. Τότε δεν υπήρχε ο διαδικτυακός όχλος…Όπως συμβαίνει με τις εύκολες-επιδερμικές ερμηνείες, η θεωρία περί “δεινοσαύρων” διαψεύστηκε από τα γεγονότα. Όταν οι δύο άσπονδοι αντίπαλοι έπαψαν να πρωταγωνιστούν, δεν ανέτειλε ένας νέος πολιτικός πολιτισμός. Στις δεκαετίες που μεσολάβησαν, η ρητορική της ατάκας και η –κατά κανόνα χωρίς πολιτικό αντίκρισμα– οξύτητα παραμένουν με διακυμάνσεις και παραλλαγές αναλλοίωτες αξίες και στις κοινοβουλευτικές και στις τηλεοπτικές αντιπαραθέσεις. Πάγιος στόχος είναι η νίκη στη μάχη των πολιτικών εντυπώσεων. Χωρίς υπερβολή μπορούμε να πούμε ότι η κατάσταση έχει επιδεινωθεί, επειδή παραλλήλως με την οξύτητα έχουμε και καθίζηση του επιπέδου της πολιτικής αντιπαράθεσης.
Όπως τότε, έτσι και τώρα, οι πολιτικοί αρχηγοί κάνουν συστηματικά επιλεκτική χρήση της αλήθειας. Την τεμαχίζουν και ο καθένας αποσπά και προβάλλει μόνο το κομμάτι που τον συμφέρει. Προβάλλει διογκωμένα όσα γεγονότα και στοιχεία είναι υπέρ του, ή εναντίον του αντιπάλου του. Και αντιστρόφως, αποσιωπά ή διαστρεβλώνει όσα δεν χωρούν στη δική του ιδιοτελή εκδοχή για την πραγματικότητα. Με την παλιά και δοκιμασμένη αυτή συνταγή χάνεται η ουσία, δηλαδή η αντιπαράθεση για πολιτικές.Παλαιότερα, η τακτική αυτή καλλιεργούσε μια μονομέρεια, η οποία αναπαρήγε τα παραδοσιακά κομματικά στερεότυπα και τις αντίστοιχες διαχωριστικές γραμμές. Σταδιακά, όμως, η τακτική του μικροκομματικού καβγά, της ρητορικής οξύτητας και της πόλωσης άρχισε να προκαλεί άπωση στην κοινή γνώμη. Μια ολοένα και μεγαλύτερη μερίδα ψηφοφόρων δυσφορούσε μ’ αυτόν τον κατακλυσμό του κακοπαιγμένου πολιτικού κιτς.
Το ραβδάκι της Κίρκης
Οι πολιτικοί αρχηγοί πήραν το μήνυμα και άρχισαν να δίνουν έμφαση περισσότερο στην απαξίωση του αντιπάλου τους και λιγότερο στην υπεράσπιση των δικών τους πεπραγμένων, που έτσι κι αλλιώς δεν ήταν πειστική. Το έκαναν, μάλιστα, κατά τρόπο που θύμιζε διαγωνισμό όχι για το ποιος είναι καλύτερος, αλλά για το ποιος είναι λιγότερο διεφθαρμένος και βλαβερός για τον τόπο. Η κατάρρευση του μοντέλου πλασματικής ανάπτυξης, η συνακόλουθη ακύρωση του συναρτημένου ανομολόγητου κοινωνικού συμβολαίου, τα Μνημόνια και η κοινωνική καταστροφή έφεραν τον ΣΥΡΙΖΑ στην κορυφή, αλλά δεν άλλαξαν τις πολιτικές συμπεριφορές.Η τακτική των πολιτικών αρχηγών δεν είναι προσωπικό στυλ. Είναι απόρροια της περιρρέουσας ατμόσφαιρας εντός των κομμάτων εξουσίας, παλιότερα ΠΑΣΟΚ και ΝΔ, τα τελευταία χρόνια ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ. Η μεγάλη πλειονότητα των βουλευτών αυτών των κομμάτων αντιλαμβάνονται την άσκηση της πολιτικής με όρους στρατού, ο οποίος ή αγωνίζεται να κρατήσει το οχυρό της εξουσίας, ή επιχειρεί να το εκπορθήσει.
Οι φορείς αυτής της αντίληψης δυσκολεύονταν να αναγνωρίσουν ως βασικό κίνητρο πολιτικές απόψεις και πολιτικές αγωνίες. Σταδιακά, στους μηχανισμούς του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ έμειναν άτομα, τα οποία αντιλαμβάνονται την κομματική τους ιδιότητα σαν ένα είδος επιταγής προς εξαργύρωση. Στον ίδιο δρόμο εισήλθε γρήγορα και ο ΣΥΡΙΖΑ. Μπορεί ακόμα πολλά στελέχη του να μην το ομολογούν ούτε στον εαυτό τους, αλλά η εξουσία –σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό– έχει λειτουργήσει σαν το ραβδάκι της Κίρκης.
ΠΗΓΗ-Η ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΣΤΟ
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου