Του Διογένη Λόππα
Όλοι ασφαλώς γνωρίζετε την περίφημη ρήση σχετικά με το συμπαθή απατημένο σύζυγο, ο οποίος είθισται να μαθαίνει τελευταίος τα δυσάρεστα νέα, ενώ ένας μηχανισμός αυτοσυντήρησης τον αναγκάζει να αντιμετωπίζει τις όποιες ενδείξεις με μια αξιοθαύμαστη ευπιστία, που δεν είναι τελικά τίποτα άλλο από ξεκάθαρη άρνηση αποδοχής μιας νέας κατάστασης που ανατρέπει ένα πρότερο θελκτικό status quo. Η μαντάμ Μέρκελ (που θα έλεγε και ο Τσίπρας) το ανήγαγε σε επιστήμη μέσω του δόγματος »αναβάλω τα (δυσάρεστα) τετελεσμένα μέχρι τελικής πτώσεως (δικής μου ή των τετελεσμένων).
Ένα τέτοιο συναίσθημα απώλειας εμπιστοσύνης με διαπέρασε ένα πρωί όταν όπως κάθε πρωί άνοιξα την ιστοσελίδα του sputniknews, όχι βέβαια για να αγοράσω φθηνή σοβιετική μπαλαφάρα, αλλά απλούστατα για να αποκτήσω μια περισσότερο σφαιρική άποψη για τα πράγματα, να προσπαθήσω να κατανοήσω την αντίθετη άποψη, πριν διαμορφώσω την τελική δική μου. Φεύ, στην οθόνη μου έπεσε »μαύρο», κοίταξα ενστικτωδώς το ρούτερ αν υπάρχει πρόβλημα με το ίντερνετ, αλλά τελικά κατάλαβα όταν άνοιξα το al Jazeera και πάνω αριστερά εμφανίσθηκε προειδοποιητικό μήνυμα ότι το μέσο αυτό χρηματοδοτείται από την κυβέρνηση του Κατάρ. Θού Κύριε, σκέφθηκα, σκέψου να ανοίξω καμία μέρα το MEGA και κάποιος να με προειδοποιεί ότι χρηματοδοτείται από κάποιον Πέτσα.
Την ίδια μέρα που η Δύση αποφάσιζε να καταργήσει μια θεμελιώδη ανθρωπιστική της έννοια από την εποχή του Περικλή για χάρη ενός επαχθούς δικτάτορα, όπως κάθε μέρα στις 19:15 (CET) στήθηκα για να παρακολουθήσω το πάντοτε συναρπαστικό debate του FRANCE 24. Πλήρης απογοήτευση: Από την έναρξη σχεδόν της εισβολής, το πιο φιλελεύθερο κανάλι της δυτικής τηλεόρασης έχει μετατρέψει το debate, που ετυμολογικά σημαίνει »διαξιφισμός αντίθετων επιχειρημάτων», σε έναν ανιαρό μονοθεματικό »διάλογο», όπου οι καλεσμένοι (και ο δημοσιογράφος) ανταγωνίζονται στο ποιος έχει μακρύτερη τη ρωσοφοβία του.
Μέχρι τον Φεβρουάριο του 2022 κατακεραυνώναμε τον Ερντογάν και τον Πούτιν για τη φίμωση των ΜΜΕ, ανησυχούσαμε για την επιδείνωση του φαινομένου σε Πολωνία, Ουγγαρία και Ελλάδα και θεωρούσαμε τη δύση de facto θεματοφύλακα της ελεύθερης άποψης, για να συνειδητοποιήσουμε τελικά ότι στην πρώτη σοβαρή στραβή που μας έτυχε, γλύφουμε εκεί που φτύναμε. Γιατί το ζητούμενο είναι να μη γίνει η (κακή) αρχή. Αν σήμερα είναι τα ρωσικά πρακτορεία και αύριο τα Κινέζικα, ποιος μας διαβεβαιώνει ότι μεθαύριο δε θα είναι το Fox ή η Liberation;
Μέσα στον ορυμαγδό των κυρώσεων, κάποιος πέταξε τη φασιστίλα στον ανεμιστήρα και διάφορες δημοκρατικές κυβερνήσεις ανά την ήπειρο ξεκίνησαν να παίρνουν μέτρα εναντίον ιδιωτών, που μέχρι πριν μια εβδομάδα παρακαλούσαν γονυπετείς για επενδύσεις ή χρηματοδότηση των κομμάτων τους. Είδαμε από κατασχέσεις σε περιουσιακά στοιχεία επιχειρηματιών, μέχρι απολύσεις απλών εργαζομένων και γενικά ένα κλίμα διακρίσεων με μοναδικό γνώμονα τη φυλή. Κάπου εκεί αρχίζει να τίθεται σε αμφισβήτηση ακόμα μία θεμελιώδης αρχή του δυτικού πολιτισμού, η βάση του ίδιου του φιλελευθερισμού, το ατομικό δικαίωμα. Μετά το Φεβρουάριο του 2022, κανένας δεν μπορεί να αισθάνεται ασφαλής. Σήμερα είναι οι Ρώσοι, αλλά αύριο μπορεί να είναι οι μουσουλμάνοι, οι Εβραίοι ή οι ψηφοφόροι του Μελανσόν.
Για πρώτη φορά μετά το άγος του Β’ παγκοσμίου πολέμου και τις φρικαλεότητες της ναζιστικής ηγεσίας, η Ευρώπη επανεισάγει από την πίσω πόρτα την έννοια της συλλογικής ευθύνης. Το γεγονός δε, ότι αυτή συνδέεται άμεσα με φυλετικά κριτήρια, κάνει την πράξη ανατριχιαστική και ξυπνάει μνήμες ολέθρου. Η αίσθηση που κυριαρχεί τη στιγμή αυτή στις δυτικές κοινωνίες είναι ότι αν πετύχεις κανέναν Ρώσο στο δρόμο, μπορείς να τον ξυλοκοπήσεις, να του πάρεις το πορτοφόλι και να συνεχίσεις τη βόλτα σου. Ελπίζω να μη φθάσει η στιγμή να τους φορέσουμε και κόκκινο περιβραχιόνιο για να τους ξεχωρίζουμε. Αν αυτή η κατάσταση παγιωθεί, μπορεί ο επόμενος στόχος της δημοκρατίας μας να είναι οι Τούρκοι, οι σχιστομάτηδες ή γενικά οι μετανάστες. Λοιδορούμε λοιπόν τους Κινέζους και τους Τούρκους για την καταπίεση των Ουιγούρων και των Κούρδων, αλλά εν μία νυκτί καταργούμε δικαιώματα ιδιωτών, λόγω φυλετικής καταγωγής.
Με πολύ κόπο και πολλές θυσίες, ιδιαίτερα από τις χώρες του νότου που πλήρωσαν δυσανάλογα το κόστος, η Δύση κατάφερε να δημιουργήσει μια σχεδόν παγκόσμια ζώνη ελεύθερου εμπορίου. Φθάσαμε στο σημείο να έχουμε τη δυνατότητα να εμπορευόμαστε ελεύθερα και να συγχρονίσουμε περίπλοκα τραπεζικά συστήματα, που είναι σε θέση να πραγματοποιούν διακρατικές πληρωμές ακόμα και εντός της ημέρας. Προσαρμόσαμε τις οικονομίες μας ώστε μέσω της διασύνδεσης να ξεπεράσουμε τα δύσκολα ζητήματα της αυτάρκειας και της έλλειψης πρώτων υλών και με τον τρόπο αυτό να απελευθερώσουμε παραγωγικές δυνάμεις και να περιορίσουμε στρατιωτικές εμπλοκές με στόχο την εξασφάλιση πόρων, μια συνήθεια που αιματοκύλισε τον πλανήτη ουκ ολίγες φορές.
Για να κατεδαφίσουμε τα πάντα σε λίγες ώρες, θεωρώντας ότι με τον τρόπο αυτό θα αντιμετωπίσουμε αποτελεσματικά τον πολεμοχαρή γεωπολιτικό μας αντίπαλο, ενώ στην πραγματικότητα στρώνουμε τον δρόμο για έναν ακόμα παγκόσμιο πόλεμο, αφού καταργούμε τις συνθήκες που τον απέτρεπαν. Πολύ σύντομα, αν η κατάσταση δεν ελεγχθεί, η Ρωσία, μπροστά στο αναπόφευκτο των κυρώσεων και στην εκπεφρασμένη επιθυμία της ΕΕ να απεξαρτηθεί πλήρως ενεργειακά, θα μπει στον πειρασμό να διακόψει μονομερώς, πρώτη, την παροχή πετρελαίου και φυσικού αερίου, αφού πρώτα θα έχει βρει εναλλακτικούς αγοραστές στην Ασία.
Αυτή η μη αναστρέψιμη κατάσταση που ήδη αχνοφαίνεται, δε θα παραλύσει μόνο την Ευρώπη (αν αυτό π.χ. γίνει αύριο, θα κλείσουν τα μισά εργοστάσια στην ήπειρο), αλλά θα δημιουργήσει και την τέλεια καταιγίδα για έναν πόλεμο μέχρι τελικής πτώσεως, απλά και μόνο για την αυτάρκεια και την εξασφάλιση πόρων, δηλαδή για την ίδια την επιβίωση των εθνών. Η ανοησία των κυρώσεων, δεν προκαλεί μόνο σοβαρές πολιτικές αναταραχές στην Ευρώπη, λόγω της ακρίβειας. Καταργεί, και μάλιστα οικειοθελώς, τη μεγαλύτερη γεωπολιτική κατάκτηση της Δύσης, ως προϊόν της νίκης του ψυχρού πολέμου, δηλαδή την έννοια της ελεύθερης αγοράς. Γιατί τελικά ο καρπός της ελεύθερης αγοράς (με όλα βεβαίως τα κοινωνικά κόστη που ενέχει) δεν είναι τα VW και τα Mc Donalds, αλλά μια διαρκής ειρήνη που αυτή εξασφαλίζει, τουλάχιστον μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων.
Κατακεραυνώναμε την Κίνα και τη Ρωσία για τις κρατικές παρεμβάσεις που αλλοιώνουν τον υγιή ανταγωνισμό, αλλά βγάλαμε μόνοι μας τα μάτια μας, καταργώντας την ίδια την έννοια της παγκοσμιοποίησης, με κορυφή της ηλιθιότητάς μας την κλοπή των αποθεματικών της κεντρικής τράπεζας της ρωσικής ομοσπονδίας. Με μοναδικό σκεπτικό τη δήθεν ανωτερότητα της δυτικής δημοκρατίας απέναντι στα ανελεύθερα, δικτατορικά, αναθεωρητικά, δημαγωγικά και ότι άλλο θέλετε καθεστώτα που αδυνατούμε να κατανοήσουμε ιστορικά. Όταν την ίδια ώρα κοιταζόμαστε αμήχανοι που ένα βρετανικό δικαστήριο ετοιμάζεται να στείλει τον Ασάνζ σε μια φυλακή των ΗΠΑ (τι χειρότερο έπραξε αυτός από τον Ναβάλνυ, μη με ρωτάτε), όταν διαχωρίζουμε τους πρόσφυγες σε καλούς λευκούς χριστιανούς που οφείλουμε να περιθάλψουμε και υποχθόνιους μαυριδερούς ισλαμιστές που πρέπει να σαπίσουν στις κλειστές δομές των νησιών.
Τελικά, σε τι διαφέρει η Δύση από την Κίνα, τη Ρωσία ή την Τουρκία; Μήπως στο ότι εκεί κάποιοι δικτατορίσκοι βρίσκονται για 20 χρόνια στην εξουσία και κερδίζουν τις εκλογές με 70%; Ίσως, γιατί στη δική μας όχθη θεωρούμε καθόλα πρέπον να εκλέγουμε αυτοδύναμες κυβερνήσεις που έχουν πάρει το 20% των πραγματικών ψήφων, κυβερνήσεις τροχονόμους εταιρειών και συμφερόντων και δικομματικά ή τρικομματικά σχήματα που κατά βάση πρεσβεύουν το ίδιο δόγμα και εφαρμόζουν τις ίδιες πολιτικές με ασήμαντες παραλλαγές. Αν στη θέση της Ουκρανίας τοποθετήσεις τη Γιουγκοσλαβία, αν στη θέση του Πούτιν τοποθετήσεις τα καρτέλ της δυτικής ολιγαρχίας και στη θέση του 70% τοποθετήσεις το ποσοστό των συστημικών δυτικών κομμάτων, τότε αντιλαμβάνεσαι ότι από το μισητό εχθρό μας, ελάχιστα μας χωρίζουν.
ΠΗΓΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου