Του ΠΕΤΡΟΥ ΚΟΥΣΟΥΛΟΥ,
dikastikoreportaz.gr
Οσμή σκανδάλου αναδύεται από πρωτοφανή υπόθεση συγκάλυψης φοροδιαφυγής
πασίγνωστου επιχειρηματία, στην οποία εμπλέκονται ανώτατα στελέχη του ελεγκτικού
μηχανισμού αλλά και εισαγγελικοί λειτουργοί. Δύο ζεύγη ελεγκτών του ΣΔΟΕ διαπιστώθηκε
ότι «παρέβησαν με πρόθεση το υπηρεσιακό τους καθήκον με σκοπό να προσπορίσουν σε
άλλον (σ.σ. στον επιχειρηματία) παράνομο όφελος».
Ωστόσο όχι μόνο δεν διώχθηκαν, αλλά ένας εξ αυτών πήρε προαγωγή καθώς το 2020 τοποθετήθηκε ως «τοποτηρητής» στην ΑΑΔΕ! Στο μεσοδιάστημα η εισαγγελική λειτουργός η οποία χειρίστηκε την υπόθεσή τους φρόντισε, όπως προκύπτει από τη δημοσιογραφική έρευνα, να διαστρεβλώσει τα πραγματικά περιστατικά.
Για το πρώτο ζεύγος των ελεγκτών «βάπτισε» τα κακουργήματα της ψευδούς βεβαίωσης και της κακουργηματικής απιστίας ως πλημμελήματα ψευδούς αναφοράς στην Αρχή και παράβασης καθήκοντος, και αρχειοθέτησε την υπόθεση λόγω παραγραφής! Σε ό,τι αφορά το δεύτερο ζεύγος ελεγκτών, η ίδια εισαγγελική λειτουργός καταγγέλλεται ότι, υιοθετώντας μια σκανδαλωδώς βλαπτική σκέψη για τα συμφέροντα του ελληνικού Δημοσίου, πάγωσε τη ζημία που έχει υποστεί το Δημόσιο στον χρόνο και την όρισε στο ποσό των 119.964 ευρώ, δηλαδή 36 ευρώ κάτω από την κακουργηματική απιστία των 120.000 ευρώ. Μάλιστα προκειμένου να επιτύχει την αρχειοθέτηση της υπόθεσης λόγω πλημμελήματος έλαβε την πρωτοφανή θέση ότι δεν υπολογίζονται ως ζημία του Δημοσίου οι προσαυξήσεις που όλα αυτά τα χρόνια απωλέσθησαν!
Η υπόθεση, την οποία αποκαλύπτει σήμερα η «ΜΠΑΜ στο Ρεπορτάζ», απασχόλησε τα
αρμόδια πειθαρχικά όργανα του Αρείου Πάγου και εσχάτως και τον υπουργό Δικαιοσύνης,
Κώστα Τσιάρα, ο οποίος πλέον έχει τον τελευταίο λόγο για το εάν θα ασκηθεί ή όχι
πειθαρχική δίωξη σε βάρος της συγκεκριμένης εισαγγελέως. Τα γεγονότα, πάντως, μιλάνε
από μόνα τους. Την ίδια στιγμή, πολλά ερωτήματα ανακύπτουν και για τον ρόλο του
επικεφαλής της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) κ. Γιώργου Πιτσιλή, ο οποίος παρότι ήταν ενήμερος για την εμπλοκή των συγκεκριμένων ελεγκτών στη δυσώδη υπόθεση, φρόντισε έναν εξ αυτών, το 2020, να τον αναβαθμίσει και να του δώσει ιδιαίτερα
σημαντικό ρόλο!
Ψευδής βεβαίωση
Η υπόθεση εκκινεί χρονικά πριν από αρκετά χρόνια όταν μετά από μήνυση η οποία
κατατέθηκε από πρώην συνεργάτη μεγαλοεπιχειρηματία ξεκίνησε, έστω και σπασμωδικά, η
υπόθεση να διερευνάται από τις εισαγγελικές Αρχές.
Η μήνυση κατατέθηκε το 2007, η δίωξη ασκήθηκε το 2010, η ανάκριση «κοιμήθηκε» μέχρι το 2015 και εντέλει ο επιχειρηματίας και δύο στενοί του συνεργάτες παραπέμφθηκαν να δικαστούν για υπεξαίρεση-μαμούθ στην εταιρεία τους! Στο πλαίσιο διερεύνησης της συγκεκριμένης υπόθεσης οι δικαστικές Αρχές έπεσαν επάνω και στον ρόλο δυο ζευγών φορολογικών ελεγκτών, οι οποίοι είχαν οριστεί ως προανακριτικοί υπάλληλοι και τελικά αποδείχθηκε ότι έπαιζαν το παιχνίδι του ισχυρού οικονομικού παράγοντα!
Έτσι λοιπόν το 2017 η εισαγγελέας Πρωτοδικών (τα στοιχεία της βρίσκονται στη διάθεσή
μας) διενήργησε προκαταρκτική εξέταση για το πρώτο ζεύγος των ελεγκτών οι οποίοι
ερευνώνταν εάν είχαν διαπράξει το αδίκημα της κακουργηματικής ψευδούς βεβαίωσης,
καθώς στην έκθεσή τους είχαν «καταλήξει» σε ακατανόητα συμπεράσματα! Αφενός είχαν
βεβαιώσει ότι ποσά τελών χαρτοσήμου άνω των 200.000 ευρώ που οφείλονταν στο
ελληνικό Δημόσιο με αφορμή την υπεξαίρεση-μαμούθ είχαν δήθεν πληρωθεί (!) και
αφετέρου «ευλόγησαν» τις εικονικές συναλλαγές των εκατομμυρίων ευρώ που έκανε ο
πασίγνωστος επιχειρηματίας προκειμένου να κλείσουν τις «τρύπες» που είχαν
δημιουργηθεί από τις υπεξαιρέσεις.
Για την ακρίβεια δέχτηκαν ότι οι συναλλαγές αυτές έγιναν σε μετρητά (δηλαδή σακούλες) και παρέκαμψαν τη φορολογική νομοθεσία που γνωρίζει ακόμη και ένας πρωτοετής φοιτητής, η οποία λέει ότι συναλλαγές άνω των 3.000 ευρώ αναγνωρίζονται από την Εφορία μόνο εάν έχουν γίνει με έμβασμα ή τραπεζική επιταγή!
Αναρμόδια
Το πλέον δυσώδες της υπόθεσης δεν είναι το τι ακριβώς έπραξαν οι ελεγκτές, αλλά τον
τρόπο με τον οποίο χειρίστηκε την υπόθεση η εισαγγελέας που ήταν αρμόδια να τους
ελέγξει.
Όπως προκύπτει από αναφορά που κατατέθηκε σε βάρος της, η συγκεκριμένη
λειτουργός της Δικαιοσύνης χειρίστηκε τη δικογραφία παρότι ήταν αναρμόδια, καθώς
αφορούσε κρατικούς λειτουργούς και θα έπρεπε να είχε επιληφθεί η Εισαγγελία
Διαφθοράς. Από το ιστορικό της υπόθεσης προκύπτει ότι για κάποιον… ανεξήγητο λόγο και
παρότι η τότε εισαγγελέας Διαφθοράς, Ελένη Τουλουπάκη, της είχε ζητήσει εγγράφως τη
διαβίβαση της δικογραφίας, εκείνη αρνήθηκε να συμμορφωθεί. Τη χειρίστηκε η ίδια και
τελικά την αρχειοθέτησε. Και εδώ αρχίζουν τα καλύτερα…
Η εισαγγελική έρευνα δεν στάθηκε καθόλου στο ζήτημα των μετρητών σε σακούλες που «νομιμοποίησε» μέσω του πορίσματός του το ζεύγος των ελεγκτών. Μάλιστα δεν έλαβε καθόλου υπόψη της το πόρισμα της Οικονομικής Αστυνομίας, στην οποία είχε αναθέσει την προανάκριση και είχε εντοπίσει το συγκεκριμένο «παρατράγουδο». Ανώτατες δικαστικές πηγές με τις οποίες επικοινώνησε η «Μ» διερωτώνταν «πόσο σύνηθες είναι εισαγγελέας που αναθέτει την προανακριτική εξέταση σε εξειδικευμένους προανακριτικούς υπαλλήλους να μη μνημονεύει πουθενά στην πολυσέλιδη διάταξή της το πόρισμα της Οικονομικής Αστυνομίας;». Το αποτέλεσμα, όμως, ήταν να μη διερευνηθεί ποτέ η σκανδαλώδης παράλειψη των κατά τα άλλα εξειδικευμένων στελεχών της ΥΠΕΕ να ενεργήσουν τα νόμιμα για την είσπραξη εκατομμυρίων ευρώ από τις άνω εικονικές συναλλαγές, με αποτέλεσμα το ελληνικό Δημόσιο να χάσει πρόστιμα εκατομμυρίων που έπρεπε να καταλογιστούν. Η συγκεκριμένη εισαγγελική λειτουργός ασχολήθηκε μόνο με το θέμα των τελών χαρτοσήμων, που οι ελεγκτές βεβαίωσαν ότι είχαν καταβληθεί, χωρίς όμως κάτι τέτοιο να ισχύει.
Στις αναφορές που κατατέθηκαν στον Άρειο Πάγο επισημαίνεται ότι «βάπτισε» τα
κακουργήματα της ψευδούς βεβαίωσης και της κακουργηματικής απιστίας που φέρονται
να είχαν διαπράξει οι ελεγκτές ως εγκλήματα παράβασης καθήκοντος και ψευδούς
αναφοράς, με αποτέλεσμα να αρχειοθετήσει την υπόθεση λόγω υποτιθέμενης
παραγραφής. Και όλα αυτά παρότι η ίδια δέχθηκε ότι οι συγκεκριμένοι ελεγκτές
«παρέβησαν με πρόθεση το υπηρεσιακό τους καθήκον με σκοπό να προσπορίσουν σε
άλλον παράνομο όφελος…».
Προαγωγή
Η συνέχεια όμως είναι ακόμη πιο συναρπαστική. Παρά το γεγονός ότι η υπόθεση
γνωστοποιήθηκε στην Αρχή για το Ξέπλυμα Βρώμικου Χρήματος με αίτημα να γίνει έλεγχος
στους τραπεζικούς λογαριασμούς τόσο του μεγαλοεπιχειρηματία όσο και των υπαλλήλων
της φορολογικής διοίκησης που «θυσιάστηκαν» για χάρη του, κάτι τέτοιο δεν συνέβη. Και
το χειρότερο;
Ένας εξ αυτών τοποθετήθηκε, στα τέλη Δεκεμβρίου 2020, σε διευθυντική
θέση στην ΑΑΔΕ παρά το γεγονός ότι στον επικεφαλής της, κ. Γιώργο Πιτσιλή, είχαν
κοινοποιηθεί όχι ένα και δύο, αλλά συνολικά πέντε εξώδικα (σ.σ. βρίσκονται στη διάθεσή
μας) τα οποία του γνωστοποιούσαν την υπόθεση και την εμπλοκή του! Μόνο ο ισχυρός
άνδρας της ΑΑΔΕ είναι πλέον σε θέση να γνωρίζει ποια ακριβώς «χαρίσματα» και
«ικανότητες» αναγνωρίστηκαν στο συγκεκριμένο στέλεχος της υπηρεσίες, που έστω και η
πλημμελής εισαγγελική έρευνα τον έπιασε με τη γίδα στην πλάτη να κάνει «χαριτωμενιές»
για χάρη μεγαλοεπιχειρηματία και τελικά να μην κάθεται στο εδώλιο του κατηγορουμένου
εξαιτίας… παραγραφής, λόγω υποβάθμισης των αδικημάτων που φέρεται να έχει
διαπράξει!
«Δεν είναι λοιπόν τεράστιο σκάνδαλο το ότι ένα άτομο για το οποίο έχει διαγνωσθεί -και
μάλιστα με ελλιπή εισαγγελική έρευνα- η διάπραξη εγκλημάτων με βαρύτατη ηθική απαξία
για το λειτούργημα που ασκεί, έχει λάβει από τον κ. Πιτσιλή μια τόσο νευραλγική θέση στη
φορολογική διοίκηση, την οποία σε ένα Κράτος Δικαίου θα έπρεπε να κατέχει άτομο με
στοιχεία ακεραιότητας και εντιμότητας; Ερεύνησαν στην ΑΑΔΕ εάν υπάρχουν άλλες
καταγγελίες σε βάρος του και ποιο είναι το περιεχόμενό τους;», ήταν ακριβή λόγια
ανώτερης δικαστικής «πηγής» στην οποία εκθέσαμε όλα τα στοιχεία που έχουμε συλλέξει
και τα αποτελέσματα της έρευνας.
Άρειος Πάγος
Στις 7 Αυγούστου 2019 ο μηνυτής της υπόθεσης κατέθεσε αναφορά στον Άρειο Πάγο, ο
οποίος επέστρεψε τον φάκελο στην εισαγγελέα Πρωτοδικών ζητώντας να τον ελέγξει με
μεγαλύτερη προσοχή.
Τότε λοιπόν η συγκεκριμένη λειτουργός της Θέμιδος διαπίστωσε ότι
είχε ξεχάσει να ελέγξει ακόμη ένα ζεύγος ελεγκτών που εμπλεκόταν στην ίδια υπόθεση
«κάνοντας πλάτες» στον μεγαλοεπιχειρηματία.
Όμως με διάταξη που εξέδωσε τον Ιανουάριο του 2020 ζήτησε την αρχειοθέτηση και της συγκεκριμένης υπόθεσης, καθώς ναι μεν δέχτηκε ότι έχουν διαπράξει απιστία σε βάρος του Δημοσίου, αλλά όχι κακουργηματική, αλλά πλημμεληματική, καθώς κατά την κρίση της η ζημία περιορίστηκε στις 119.964 ευρώ, 36 ευρώ λιγότερο από το όριο των 120.000 ευρώ που θα αναβάθμιζε το αδίκημα.
Για να συμβεί αυτό χρησιμοποίησε, όπως καταγγέλλεται, μια πρωτοφανή, για
εισαγγελικό λειτουργό, σκέψη ότι η ζημία του Δημοσίου παγώνει στον χρόνο της πράξης
(δηλαδή το 2005) και δεν υπολογίζονται ως ζημία οι προσαυξήσεις που όλα αυτά τα χρόνια
απωλέσθησαν από τον κρατικό κορβανά!
Πειθαρχικό
Σε αναφορά που έγινε, στις 15 Μαΐου 2020, στον Άρειο Πάγο, ο μηνυτής επισημαίνει ότι η
εν λόγω εισαγγελέας κατά κατάχρηση της εξουσίας συγκάλυψε και τα δύο ζεύγη
φορολογικών ελεγκτών, μετατρέποντας σκανδαλωδώς τα κακουργήματα σε πλημμελήματα,
ώστε να αρχειοθετήσει τις υποθέσεις λόγω παραγραφής παρά το γεγονός ότι και η ίδια
παραδέχεται πως πρόκειται για «επίορκους» ελεγκτές!
Ωστόσο η αντεισαγγελέας του ΑΠ, η οποία κλήθηκε να διενεργήσει την πειθαρχική προκαταρκτική εξέταση, έκρινε, κατά πληροφορίες, ότι δεν συντρέχουν λόγοι άσκησης δίωξης κατά της συγκεκριμένης συναδέλφου της και άλλων δύο λειτουργών της Δικαιοσύνης που επικύρωσαν τις διατάξεις της βγάζοντας λάδι τους ελεγκτές, καθώς «δεν υπερέβησαν τα ακραία όρια της λογικής, ούτε οι ενέργειές τους είναι προϊόν δόλου ή αμέλειας…»!
Τον τελευταίο λόγο πάντως έχει ο υπουργός Δικαιοσύνης, Κώστας Τσιάρας, ο οποίος σε παρόμοιες υποθέσεις έχει αποδείξει ταχύτατα αντανακλαστικά!
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου