.

Δευτέρα 28 Δεκεμβρίου 2020

ΥΠΕΡΒΑΣΗ NEWS 29/12/2020


ΟΛΟΚΛΗΡΟ ΤΟ ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΑ :








της Ευαγγελίας Καλδή
Δικηγόρου - Διαμεσολαβήτριας

Ο θεσμός της Διαμεσολάβησης εισήχθη στην Ελλάδα με τις διατάξεις του Νόμου 3898/2010, “Διαμεσολάβηση σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις”, κατ΄ εφαρμογήν της Οδηγίας 2008/52/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 21-05-2000.
Το ισχύον θεσμικό πλαίσιο της διαμεσολάβησης περιλαμβάνεται στον ν. 4640/2019 (ΦΕΚ Α΄ 190/30-11-2019), το 3ο άρθρο του οποίου τροποποιήθηκε από το άρθρο 65 του ν. 4647/2019 (ΦΕΚ Α΄ 204/16-12-2019) στον οποίο ρυθμίζονται όλα τα σχετικά με τον θεσμό ζητήματα. 

Ειδικότερα:

Η διαμεσολάβηση είναι μια μέθοδος εξωδικαστικής επίλυσης ιδιωτικών διαφορών, στην οποία τα μέρη, με τη βοήθεια και συνδρομή του διαμεσολαβητή, δηλαδή, ενός τρίτου, ανεξάρτητου και ουδέτερου ως προς τα μέρη προσώπου, επιχειρούν να καταλήξουν μέσω της διαπραγμάτευσης μεταξύ τους, σε μία βιώσιμη και αμοιβαία ικανοποιητική διευθέτηση της διαφοράς τους.

O Διαμεσολαβητής είναι ένα τρίτο πρόσωπο σε σχέση με τα εμπλεκόμενα μέρη, το οποίο δεν έχει κανένα συμφέρον από την έκβαση της μεταξύ τους διαφοράς. Οφείλει να τηρεί αυστηρά τις διατάξεις της δεοντολογίας που περιλαμβάνονται στο νόμο και τον Ευρωπαϊκό Κώδικα Δεοντολογίας και να λειτουργεί με ουδέτερο και αμερόληπτο τρόπο, τηρώντας απόρρητες τις πληροφορίες που προκύπτουν από τη διαδικασία της διαμεσολάβησης. Έχει λάβει ειδική εκπαίδευση από Φορέα Κατάρτισης Διαμεσολαβητών και μετά από εξετάσεις, διαπιστεύεται από το Υπουργείο Δικαιοσύνης. Ο Διαμεσολαβητής δεν ενεργεί ως δικαστής, καθώς δεν εκδίδει απόφαση και απαγορεύεται να επιβάλει στα μέρη τη λύση της δικής του επιλογής.
Ο ρόλος του είναι να διευκολύνει την επικοινωνία και τις διαπραγματεύσεις μεταξύ των μερών, έτσι ώστε να τους βοηθήσει να καταλήξουν σε αμοιβαία αποδεκτή συμφωνία, εφόσον οι ίδιοι κρίνουν ότι αυτό ικανοποιεί τα συμφέροντά τους.

Με τη διαδικασία της διαμεσολάβησης μπορούν να επιλυθούν όλες οι διαφορές ιδιωτικού δικαίου εφόσον τα μέρη έχουν την εξουσία να διαθέτουν το αντικείμενο της διαφοράς, τους (άρθρο 3 παρ.1 του νόμου 4640/2019) και συμφωνήσουν να υπαχθούν στη διαδικασία αυτή.
Ενδεικτικά, τέτοιες διαφορές μπορεί να είναι οικογενειακές, από σχέσεις οροφοκτησίας, εργατικές διαφορές, διαφορές για αξιώσεις ηθικής βλάβης λόγω προσβολής της προσωπικότητας, κληρονομικές διαφορές, υποθέσεις αστικής ιατρικής ευθύνης, διαφορές μεταξύ οργανισμών συλλογικής διαχείρισης δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και χρηστών, αγωγές χρέους, αγωγές αποζημιώσεως από τροχαία ατυχήματα και πολλές άλλες.

Ο νόμος 4640/2019 για τη διαμεσολάβηση σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις περιέχει διατάξεις που ρυθμίζουν τον τρόπο διεξαγωγής της διαδικασίας. Η ύπαρξη των διατάξεων αυτών, ωστόσο, δεν αναιρεί τον ελαστικό και ευέλικτο χαρακτήρα της, καθώς η διαδικασία της διαμεσολάβησης καθορίζεται από τον διαμεσολαβητή σε συνεννόηση με τα μέρη ανάλογα με την φύση της υπόθεσης.

Ο σκοπός της διαδικασίας, πάντως, εκπληρώνεται με τον καλύτερο τρόπο, όταν λαμβάνονται υπόψη οι ιδιαίτερες περιστάσεις της κάθε υπόθεσης και εξυπηρετούνται τα αληθινά συμφέροντα των συγκεκριμένων μερών που λαμβάνουν μέρος στη διαδικασία.
Η διαδικασία της διαμεσολάβησης διακρίνεται για τον εκούσιο χαρακτήρα της και συνήθως ξεκινά με μια κοινή συνάντηση του διαμεσολαβητή με τα μέρη, τα οποία, αφού ενημερωθούν αναλυτικά από τον διαμεσολαβητή για την όλη διαδικασία, παρουσιάζουν τις απόψεις τους για την μεταξύ τους διαφορά. Στη συνέχεια, ακολουθούν είτε κοινές είτε κατ’ ιδίαν συναντήσεις μεταξύ του διαμεσολαβητή και του κάθε μέρους, προκειμένου αυτός να βοηθήσει τα μέρη να επικοινωνήσουν μεταξύ τους, μεταφέροντας από τη μία στην άλλη πλευρά προτάσεις και αντιπροτάσεις, πάντα, όμως, με την συναίνεσή τους. Στο τέλος της διαδικασίας ο διαμεσολαβητής συντάσσει πρακτικό επίτευξης ή μη επίτευξης συμφωνίας, ανάλογα με το αν θα καταλήξουν ή όχι τα μέρη σε επίλυση της διαφοράς τους.
Καθοριστικό ρόλο στη διαδικασία της διαμεσολάβησης έχουν οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των μερών που καλούνται στη διαμεσολάβηση νομικοί παραστάτες.
Αυτοί παρίστανται υποχρεωτικά με τους εντολείς τους και παρέχουν σ’ αυτούς νομικές συμβουλές, τους συνδράμουν σε όλη τη διάρκεια της διαδικασίας και συντάσσουν την τελική συμφωνία, στην οποία θα καταλήξουν τα μέρη.

Η διάρκεια της διαδικασίας της διαμεσολάβησης εξαρτάται από το είδος και την πολυπλοκότητα της διαφοράς που απασχολεί τα μέρη, καθώς και από τη δική τους βούληση. Ενδεικτικά μιλώντας μπορούμε να πούμε ότι η επίλυση μιας εμπορικής διαφοράς, όπως προκύπτει από την πρακτική της Διαμεσολάβησης στην Ελλάδα και το εξωτερικό, παραπέμπει σε διαδικασία με μέσο όρο διάρκειας 8 ωρών περίπου, ακόμα και εντός της ίδιας ημέρας.

Το πρακτικό επίτευξης συμφωνίας, υπογράφεται από όλους τους συμμετέχοντες στη διαδικασία και δύναται να κατατεθεί στη γραμματεία του αρμόδιου Πρωτοδικείου από οποιοδήποτε των μερών, ώστε να αποτελεί εκτελεστό τίτλο υπό τις προϋποθέσεις του νόμου.










Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

SSL Certificates