της Αικατερίνης Φραγκάκη
δικηγόρος Παρ' Αρείω Πάγω
δικηγόρος Παρ' Αρείω Πάγω
Συχνό είναι το φαινόμενο οι πολίτες να καταθέτουν προτάσεις για ρύθμιση των οφειλών τους προς τα πιστωτικά ιδρύματα ή τις εταιρείες διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις, όμως να μη λαμβάνουν απάντηση, ενώ ταυτόχρονα συνεχίζονται οι οχλήσεις από τις εισπρακτικές εταιρείες, οι οποίες αδιαφορούν πλήρως για το γεγονός ότι έχει ήδη κατατεθεί σχετικό αίτημα ρύθμισης. Είναι συνήθης επίσης η έκδοση και η κοινοποίηση διαταγών πληρωμής κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων αν και η στάση αυτή είναι καταφανώς καταχρηστική.
Αποτέλεσμα αυτής της άρνησης των εμπλεκομένων πιστωτών να ρυθμίσουν τα δάνεια αλλά και να διαγράψουν τους παράνομους ανατοκισμούς και εισφορές αποτελεί η προσφυγή των δανειοληπτών στη δικαιοσύνη.
Μάλιστα πολλές φορές τα πιστωτικά ιδρύματα και οι διαχειριστικές εταιρείες αρνούνται να τους χορηγήσουν αντίγραφα των δανειακών τους συμβάσεων αν και με βάση το άρθρο 47 του Ν. 2873/2000, όπως η παρ. 3 αντικαταστάθηκε από το άρθρο 42 παρ. 7 του Ν. 2912/2001 προβλέπεται ρητά ότι τα πιστωτικά ιδρύματα υποχρεούνται, εντός προθεσμίας ενενήντα (90) ημερών από την υποβολή σχετικής αίτησης, να χορηγούν στον αιτούντα οφειλέτη αντίγραφα των δανειακών συμβάσεων και κατάσταση με ανάλυση του ύψους της οφειλής, καθώς και αντίγραφα των υφιστάμενων καρτελών και παραστατικών .
Σε περίπτωση παράβασης της παραπάνω υποχρέωσης, με απόφαση του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, επιβάλλεται σε βάρος των πιστωτικών ιδρυμάτων πρόστιμο. Το ποσό του προστίμου αυτού αποτελεί δημόσιο έσοδο και εισπράττεται σύμφωνα με τον Κώδικα Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων.
Επιπροσθέτως από τις ισχύουσες διατάξεις περί διαφάνειας των τραπεζικών συναλλαγών που θεμελιώνεται με την ΠΔΤΕ 2501/31.10.2002 και από τον Κώδικα Τραπεζικής Δεοντολογίας της Ένωσης Ελληνικών Τραπεζών [άρθρο 47 παρ. 3 ν. 2873/2000 (Κώδικας Τραπεζικής Δεοντολογίας)], έχουν ρητή υποχρέωση για την παροχή των παραπάνω εγγράφων, χωρίς χρέωση. Επίσης έχουν υποχρέωση προσκόμισης κάθε προβλεπόμενου στοιχείου διαφάνειας των δανειακών τους σχέσεων, δεσμευόμενοι από τις διατάξεις Ν.2251/1994 περί Προστασίας Καταναλωτή και την διάταξη του άρθρου 47 παρ.3 του Ν.2873/2000 καθώς των άρθρων 259 και 222 του Ποινικού Κώδικα περί παράβασης Καθήκοντος και Υπεξαγωγής Εγγράφων.
Οι Εταιρείες Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις, που είναι χρηματοδοτικά ιδρύματα, λαμβάνουν ειδική άδεια από την Τράπεζα της Ελλάδος, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και εποπτεύονται για τη συμμόρφωση προς τις διατάξεις του παρόντος νόμου από την Τράπεζα της Ελλάδος. Η Τράπεζα της Ελλάδος χορηγεί άδεια εφόσον, διαπιστώσει ότι η εταιρία είναι σε θέση να συμμορφωθεί πλήρως με τις διατάξεις του N. 4352/2015, έχοντας ελέγξει την καλή φήμη, την επαρκή γνώση, τις ικανότητες και την εμπειρία που έχουν να ασκούν την αρμοδιότητά τους και να πληρούν τα κριτήρια της ικανότητας και της καταλληλόλητάς τους, όπως αυτά καθορίζονται από τη σχετική απόφαση της Τράπεζας της Ελλάδος. Έχοντας λοιπόν οι εταιρείες αυτές τις ίδιες υποχρεώσεις με τα πιστωτικά ιδρύματα δεσμεύονται να λειτουργούν σύμφωνα με την άδεια που έλαβαν. Σε αντίθετη περίπτωση θα πρέπει η Τράπεζα της Ελλάδος να τους ανακαλεί την άδεια, εφόσον δεν πληρούν τις οργανωτικές και δεοντολογικές υποχρεώσεις σύμφωνα με τις οποίες αδειοδοτήθηκαν και να επιβάλλει τις προβλεπόμενες κυρώσεις.
Ενόψει των ανωτέρω είναι σημαντικό οι πολίτες να καταγγέλλουν τις ως άνω περιγραφόμενες πράξεις ή παραλείψεις των πιστωτικών ιδρυμάτων και των Εταιρειών Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις, οι οποίες δεν έχουν νομικό έρεισμα και δεν συνάδουν με τον Κώδικα Δεοντολογίας Τραπεζών.
Αποτέλεσμα αυτής της άρνησης των εμπλεκομένων πιστωτών να ρυθμίσουν τα δάνεια αλλά και να διαγράψουν τους παράνομους ανατοκισμούς και εισφορές αποτελεί η προσφυγή των δανειοληπτών στη δικαιοσύνη.
Μάλιστα πολλές φορές τα πιστωτικά ιδρύματα και οι διαχειριστικές εταιρείες αρνούνται να τους χορηγήσουν αντίγραφα των δανειακών τους συμβάσεων αν και με βάση το άρθρο 47 του Ν. 2873/2000, όπως η παρ. 3 αντικαταστάθηκε από το άρθρο 42 παρ. 7 του Ν. 2912/2001 προβλέπεται ρητά ότι τα πιστωτικά ιδρύματα υποχρεούνται, εντός προθεσμίας ενενήντα (90) ημερών από την υποβολή σχετικής αίτησης, να χορηγούν στον αιτούντα οφειλέτη αντίγραφα των δανειακών συμβάσεων και κατάσταση με ανάλυση του ύψους της οφειλής, καθώς και αντίγραφα των υφιστάμενων καρτελών και παραστατικών .
Σε περίπτωση παράβασης της παραπάνω υποχρέωσης, με απόφαση του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, επιβάλλεται σε βάρος των πιστωτικών ιδρυμάτων πρόστιμο. Το ποσό του προστίμου αυτού αποτελεί δημόσιο έσοδο και εισπράττεται σύμφωνα με τον Κώδικα Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων.
Επιπροσθέτως από τις ισχύουσες διατάξεις περί διαφάνειας των τραπεζικών συναλλαγών που θεμελιώνεται με την ΠΔΤΕ 2501/31.10.2002 και από τον Κώδικα Τραπεζικής Δεοντολογίας της Ένωσης Ελληνικών Τραπεζών [άρθρο 47 παρ. 3 ν. 2873/2000 (Κώδικας Τραπεζικής Δεοντολογίας)], έχουν ρητή υποχρέωση για την παροχή των παραπάνω εγγράφων, χωρίς χρέωση. Επίσης έχουν υποχρέωση προσκόμισης κάθε προβλεπόμενου στοιχείου διαφάνειας των δανειακών τους σχέσεων, δεσμευόμενοι από τις διατάξεις Ν.2251/1994 περί Προστασίας Καταναλωτή και την διάταξη του άρθρου 47 παρ.3 του Ν.2873/2000 καθώς των άρθρων 259 και 222 του Ποινικού Κώδικα περί παράβασης Καθήκοντος και Υπεξαγωγής Εγγράφων.
Οι Εταιρείες Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις, που είναι χρηματοδοτικά ιδρύματα, λαμβάνουν ειδική άδεια από την Τράπεζα της Ελλάδος, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και εποπτεύονται για τη συμμόρφωση προς τις διατάξεις του παρόντος νόμου από την Τράπεζα της Ελλάδος. Η Τράπεζα της Ελλάδος χορηγεί άδεια εφόσον, διαπιστώσει ότι η εταιρία είναι σε θέση να συμμορφωθεί πλήρως με τις διατάξεις του N. 4352/2015, έχοντας ελέγξει την καλή φήμη, την επαρκή γνώση, τις ικανότητες και την εμπειρία που έχουν να ασκούν την αρμοδιότητά τους και να πληρούν τα κριτήρια της ικανότητας και της καταλληλόλητάς τους, όπως αυτά καθορίζονται από τη σχετική απόφαση της Τράπεζας της Ελλάδος. Έχοντας λοιπόν οι εταιρείες αυτές τις ίδιες υποχρεώσεις με τα πιστωτικά ιδρύματα δεσμεύονται να λειτουργούν σύμφωνα με την άδεια που έλαβαν. Σε αντίθετη περίπτωση θα πρέπει η Τράπεζα της Ελλάδος να τους ανακαλεί την άδεια, εφόσον δεν πληρούν τις οργανωτικές και δεοντολογικές υποχρεώσεις σύμφωνα με τις οποίες αδειοδοτήθηκαν και να επιβάλλει τις προβλεπόμενες κυρώσεις.
Ενόψει των ανωτέρω είναι σημαντικό οι πολίτες να καταγγέλλουν τις ως άνω περιγραφόμενες πράξεις ή παραλείψεις των πιστωτικών ιδρυμάτων και των Εταιρειών Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις, οι οποίες δεν έχουν νομικό έρεισμα και δεν συνάδουν με τον Κώδικα Δεοντολογίας Τραπεζών.
ΠΗΓΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου