Του Νώντα Χαλδούπη
Αρνητικό πρόσημο θα εμφανισθεί πολύ σύντομα στα επιτόκια καταθέσεων και στην Ελλάδα.Επτά χρόνια μετά την καθιέρωση, για πρώτη φορά, αρνητικών επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, οι τραπεζικές διοικήσεις σχεδιάζουν τη μείωση των επιτοκίων στις καταθέσεις των επιχειρήσεων κάτω από το μηδέν, για πρώτη φορά στα ελληνικά τραπεζικά χρονικά.
Όπως αναφέρει η Bank of America σε σημείωμα για τις επαφές που είχαν πρόσφατα αναλυτές της με τις διοικήσεις των ελληνικών τραπεζών, η Eurobank έχει ήδη εφαρμόσει αρνητικά επιτόκια στις καταθέσεις μεγάλων επιχειρήσεων στην Κύπρο και εξετάζει την εφαρμογή τους και στην Ελλάδα. Σύμφωνα με πληροφορίες, στην ίδια κατεύθυνση κινούνται όλες οι τραπεζικές διοικήσεις.
Στην πραγματικότητα, η καθιέρωση αρνητικών επιτοκίων στις καταθέσεις των επιχειρήσεων έχει περισσότερο συμβολική, παρά οικονομική σημασία. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος για τα επιτόκια στις νέες καταθέσεις, από το 2020 η μείωση των επιτοκίων στις καταθέσεις των επιχειρήσεων είναι συνεχής και βρίσκονται ήδη πολύ κοντά στο μηδέν:
Το παράδοξο, που συνδέεται με την πανδημία και τις τεράστιες ενέσεις ρευστότητας από την κυβέρνηση στις επιχειρήσεις, είναι ότι, ενώ τα επιτόκια υποχωρούν συνεχώς, οι καταθέσεις των επιχειρήσεων αυξάνονται με εξαιρετικά γρήγορους ρυθμούς. Είναι χαρακτηριστικό ότι τον Ιούλιο ανήλθαν στα 34,4 δισ. ευρώ, καταγράφοντας αύξηση σχεδόν κατά 50% σε σχέση το τέλος του 2019.
Για τις τράπεζες, η μεγάλη αύξηση των καταθέσεων αρχίζει να μετατρέπεται από… ευλογία σε πηγή προβληματισμού:
Αυτή η τεράστια ροή ρευστότητας προς τις τράπεζες ήταν πρακτικά αδύνατο να αξιοποιηθεί με αντίστοιχες χορηγήσεις δανείων και κυρίως οι τράπεζες στράφηκαν σε συναλλαγές σε ομόλογα για να την αξιοποιήσουν. Ακόμη κι έτσι, όμως, αρχίζουν να αντιμετωπίζουν προβλήματα με το πλεόνασμα ρευστότητας που διαθέτουν και την οποία «παρκάρουν» στην ΕΚΤ, όπου χρεώνονται με αρνητικό επιτόκιο (-0,50%).
Στελέχη της Τράπεζας Πειραιώς τόνιζαν πριν από λίγες ημέρες σε εκδήλωση ότι προτεραιότητα της τράπεζας είναι η αύξηση των χορηγήσεων δανείων σημειώνοντας ότι τώρα καταθέτει στην ΕΚΤ περισσότερα από 10 δισ. ευρώ, πλεονάζουσας ρευστότητας, με αρνητικό επιτόκιο και επιβάρυνση περίπου 60 εκατ. ευρώ σε ετήσια βάση.
Σε αυτό το κλίμα, και ενώ συμπληρώθηκαν το καλοκαίρι επτά χρόνια από την εποχή που η ΕΚΤ εισήγαγε για πρώτη φορά τα αρνητικά επιτόκια αποδοχής καταθέσεων, ενώ υπάρχει προοπτική να διατηρηθούν για αρκετό καιρό ακόμη, οι ελληνικές τράπεζες είναι πλέον έτοιμες να… διαβούν τον Ρουβίκωνα: μέσα στους επόμενους μήνες, οι επιχειρήσεις θα αρχίσουν να χρεώνονται από τις τράπεζες για τις καταθέσεις τους, αντί να λαμβάνουν μία, έστω χαμηλή, απόδοση.
Αυτό δεν θα είναι κάτι πρωτόγνωρο για τα δεδομένα της ευρωζώνης. Όπως σημειωνόταν πρόσφατα σε ανάλυση του ινστιτούτου Bruegel, ενώ κατά μέσο όρο το επιτόκιο καταθέσεων για τις επιχειρήσεις είναι θετικό στην ευρωζώνη, στη Γερμανία και την Ολλανδία είναι πλέον αρνητικό.
Το μεγάλο ερώτημα είναι πώς θα διαχειρισθούν οι τράπεζες τα επιτόκια καταθέσεων των νοικοκυριών. Προς το παρόν, αν και αυτά έχουν μειωθεί πολύ κοντά στο μηδέν, το ενδεχόμενο να υποχωρήσουν σε αρνητικό έδαφος δεν εξετάζεται από τις διοικήσεις, καθώς μπορεί να προκληθούν απρόβλεπτες παρενέργειες, με τη μορφή του κλονισμού της εμπιστοσύνης των καταθετών και της απόσυρσης καταθέσεων. Όπως σημείωνε το Bruegel στην ίδια ανάλυση, «οι τράπεζες δεν περνούν τα αρνητικά επιτόκια στις καταθέσεις των νοικοκυριών γιατί φοβούνται ότι θα αρχίσουν να αποσύρουν τα μετρητά τους».
Αρνητικό πρόσημο θα εμφανισθεί πολύ σύντομα στα επιτόκια καταθέσεων και στην Ελλάδα.Επτά χρόνια μετά την καθιέρωση, για πρώτη φορά, αρνητικών επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, οι τραπεζικές διοικήσεις σχεδιάζουν τη μείωση των επιτοκίων στις καταθέσεις των επιχειρήσεων κάτω από το μηδέν, για πρώτη φορά στα ελληνικά τραπεζικά χρονικά.
Όπως αναφέρει η Bank of America σε σημείωμα για τις επαφές που είχαν πρόσφατα αναλυτές της με τις διοικήσεις των ελληνικών τραπεζών, η Eurobank έχει ήδη εφαρμόσει αρνητικά επιτόκια στις καταθέσεις μεγάλων επιχειρήσεων στην Κύπρο και εξετάζει την εφαρμογή τους και στην Ελλάδα. Σύμφωνα με πληροφορίες, στην ίδια κατεύθυνση κινούνται όλες οι τραπεζικές διοικήσεις.
Στην πραγματικότητα, η καθιέρωση αρνητικών επιτοκίων στις καταθέσεις των επιχειρήσεων έχει περισσότερο συμβολική, παρά οικονομική σημασία. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος για τα επιτόκια στις νέες καταθέσεις, από το 2020 η μείωση των επιτοκίων στις καταθέσεις των επιχειρήσεων είναι συνεχής και βρίσκονται ήδη πολύ κοντά στο μηδέν:
- Από 0,15% το 2018 και το 2019, το μέσο επιτόκιο των καταθέσεων μιας ημέρας έπεσε στο 0,10% τον Μάιο του 2020 και υποχώρησε στο 0,01% τον Μάιο του 2021, για να μείνει σε αυτό το σημείο έως και τον Ιούλιο του τρέχοντος έτους. Αντίστοιχα, για τις «κλειστές» καταθέσεις των επιχειρήσεων έως και για ένα έτος, το επιτόκιο έχει «γκρεμισθεί» από το 0,90% το 2018 και 0,69% το 2019 στο 0,06%, τον Ιούλιο του 2021. Ουσιαστικά, δηλαδή, οι αποδόσεις για τις καταθέσεις των επιχειρήσεων είναι πλέον μηδενικές.
Το παράδοξο, που συνδέεται με την πανδημία και τις τεράστιες ενέσεις ρευστότητας από την κυβέρνηση στις επιχειρήσεις, είναι ότι, ενώ τα επιτόκια υποχωρούν συνεχώς, οι καταθέσεις των επιχειρήσεων αυξάνονται με εξαιρετικά γρήγορους ρυθμούς. Είναι χαρακτηριστικό ότι τον Ιούλιο ανήλθαν στα 34,4 δισ. ευρώ, καταγράφοντας αύξηση σχεδόν κατά 50% σε σχέση το τέλος του 2019.
Για τις τράπεζες, η μεγάλη αύξηση των καταθέσεων αρχίζει να μετατρέπεται από… ευλογία σε πηγή προβληματισμού:
- Από το τέλος του 2019 ως τον Αύγουστο του 2021, οι καταθέσεις επιχειρήσεων και νοικοκυριών έχουν αυξηθεί περίπου κατά 30 δισ. ευρώ. Παράλληλα, οι τράπεζες έχουν αντλήσει ρευστότητα της τάξεως των 47 δισ. ευρώ (στοιχεία Αυγούστου 2021) από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα με αρνητικό επιτόκιο, στο πλαίσιο του ειδικού προγράμματος παροχής ρευστότητας για την περίοδο της πανδημίας.
Αυτή η τεράστια ροή ρευστότητας προς τις τράπεζες ήταν πρακτικά αδύνατο να αξιοποιηθεί με αντίστοιχες χορηγήσεις δανείων και κυρίως οι τράπεζες στράφηκαν σε συναλλαγές σε ομόλογα για να την αξιοποιήσουν. Ακόμη κι έτσι, όμως, αρχίζουν να αντιμετωπίζουν προβλήματα με το πλεόνασμα ρευστότητας που διαθέτουν και την οποία «παρκάρουν» στην ΕΚΤ, όπου χρεώνονται με αρνητικό επιτόκιο (-0,50%).
Στελέχη της Τράπεζας Πειραιώς τόνιζαν πριν από λίγες ημέρες σε εκδήλωση ότι προτεραιότητα της τράπεζας είναι η αύξηση των χορηγήσεων δανείων σημειώνοντας ότι τώρα καταθέτει στην ΕΚΤ περισσότερα από 10 δισ. ευρώ, πλεονάζουσας ρευστότητας, με αρνητικό επιτόκιο και επιβάρυνση περίπου 60 εκατ. ευρώ σε ετήσια βάση.
Σε αυτό το κλίμα, και ενώ συμπληρώθηκαν το καλοκαίρι επτά χρόνια από την εποχή που η ΕΚΤ εισήγαγε για πρώτη φορά τα αρνητικά επιτόκια αποδοχής καταθέσεων, ενώ υπάρχει προοπτική να διατηρηθούν για αρκετό καιρό ακόμη, οι ελληνικές τράπεζες είναι πλέον έτοιμες να… διαβούν τον Ρουβίκωνα: μέσα στους επόμενους μήνες, οι επιχειρήσεις θα αρχίσουν να χρεώνονται από τις τράπεζες για τις καταθέσεις τους, αντί να λαμβάνουν μία, έστω χαμηλή, απόδοση.
Αυτό δεν θα είναι κάτι πρωτόγνωρο για τα δεδομένα της ευρωζώνης. Όπως σημειωνόταν πρόσφατα σε ανάλυση του ινστιτούτου Bruegel, ενώ κατά μέσο όρο το επιτόκιο καταθέσεων για τις επιχειρήσεις είναι θετικό στην ευρωζώνη, στη Γερμανία και την Ολλανδία είναι πλέον αρνητικό.
Το μεγάλο ερώτημα είναι πώς θα διαχειρισθούν οι τράπεζες τα επιτόκια καταθέσεων των νοικοκυριών. Προς το παρόν, αν και αυτά έχουν μειωθεί πολύ κοντά στο μηδέν, το ενδεχόμενο να υποχωρήσουν σε αρνητικό έδαφος δεν εξετάζεται από τις διοικήσεις, καθώς μπορεί να προκληθούν απρόβλεπτες παρενέργειες, με τη μορφή του κλονισμού της εμπιστοσύνης των καταθετών και της απόσυρσης καταθέσεων. Όπως σημείωνε το Bruegel στην ίδια ανάλυση, «οι τράπεζες δεν περνούν τα αρνητικά επιτόκια στις καταθέσεις των νοικοκυριών γιατί φοβούνται ότι θα αρχίσουν να αποσύρουν τα μετρητά τους».
πηγη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου