Στο ίδιο χρονικό διάστημα, όμως, τα Ηνωμένα Εθνη υπολογίζουν πως 150 εκατ. άνθρωποι διολίσθησαν σε ακραία ένδεια. Επικαλούμενο τον δείκτη δισεκατομμυριούχων του Bloomberg, σχετικό ρεπορτάζ του αμερικανικού δικτύου αναφέρει πρώτα απ’ όλα τον πλουσιότερο άνθρωπο στον κόσμο και ιδρυτή της καινοτόμου βιομηχανίας ηλεκτροκίνητων οχημάτων Tesla, τον Ελον Μασκ, που στη διάρκεια των τελευταίων 12 μηνών αύξησε τα πλούτη του κατά 118 δισ. Ακολουθούν ο μεγιστάνας των ειδών πολυτελείας Μπερνάρντ Αρνό, που είδε τον πλούτο του να αυξάνεται κατά 62,7 δισ. δολάρια, οι Λάρι Πέιτζ και Σεργκέι Μπριν, ιδρυτές της επιτυχέστερης και δημοφιλέστερης μηχανής πλοήγησης στο Ιντερνετ, Google, που πλούτισαν περαιτέρω κατά 47 δισ. και 45 δισ. δολάρια αντιστοίχως, και ο Μαρκ Ζούκερμπεργκ, ιδρυτής του Facebook, κατά 25 δισ. δολάρια.
Οπως τονίζει το αμερικανικό δίκτυο, τα αστρονομικά κέρδη που συγκέντρωσε το 0,001% του παγκόσμιου πληθυσμού υπογραμμίζει τις διαστάσεις του χάσματος πλούτου ανάμεσα στους εργαζομένους και τα στελέχη των επιχειρήσεων και τους μετόχους τους οποίους υπηρετούν. Και βέβαια το 202α1 δεν ήταν η εξαίρεση αλλά το νιοστό έτος που στάθηκαν τυχεροί οι πλούσιοι. Για πολλοστή φορά η Wall Street αγνόησε πλήρως την εντεινόμενη ανησυχία για τον πληθωρισμό, για το έμφραγμα στην εφοδιαστική αλυσίδα και για τις νέες παραλλαγές του κορωνοϊού και οι μετοχές σημείωσαν νέα ιστορικά ρεκόρ. Οι βαθύπλουτοι οφείλουν, έτσι, πολλά στην αμερικανική ομοσπονδιακή τράπεζα, που διοχέτευε δεκάδες δισεκατομμύρια δολάρια στις χρηματαγορές κάθε μήνα, ενώ παράλληλα διατηρούσε τα επιτόκια σε μηδενικά επίπεδα.
Η πολιτική αυτή είχε σχεδιασθεί για να διατηρήσει τη ρευστότητα στις χρηματαγορές όταν η πανδημία άρχισε να υπονομεύει την παγκόσμια οικονομία το 2020. Ολες αυτές οι ενέσεις κεφαλαίου, όμως, λειτούργησαν ως προωθητική δύναμη για τις μετοχές και τα χρηματιστήρια ανά τον κόσμο, τόσο το 2020 όσο και το 2021. Είναι ενδεικτικό ότι στο σύνολο του έτους ο δείκτης S&P 500 συγκέντρωσε συνολικά κέρδη σχεδόν 27%, ενώ ο υψηλής κεφαλαιοποίησης Dow Jones περίπου 19% και ο δείκτης υψηλής τεχνολογίας Nasdaq πάνω από 21%. Εκτοξεύθηκαν, άλλωστε, και οι αξίες άλλων περιουσιακών στοιχείων, όπως των κρυπτονομισμάτων, πολλών εμπορευμάτων και πρώτων υλών αλλά και των ακινήτων περιουσιακών στοιχείων, που οδήγησαν έτσι στη στρατόσφαιρα τα πλούτη των μεγιστάνων.
Σύμφωνα με στοιχεία του Bloomberg, οι περιουσίες των 500 πλουσιότερων ανθρώπων στον σχετικό δείκτη του υπερβαίνουν αθροιστικά το διαστημικό ποσό των 8,4 τρισ. δολαρίων. Πρόκειται για ποσό μεγαλύτερο από το ΑΕΠ οποιασδήποτε χώρας στον κόσμο, με μόνες εξαιρέσεις τις δύο μεγαλύτερες οικονομίες του πλανήτη, την αμερικανική και την κινεζική. Στη διάρκεια του περασμένου έτους, άλλωστε, πολλοί Αμερικανοί πολιτικοί επανέφεραν την πρόταση για επιβολή ειδικού φόρου στον μεγάλο πλούτο, αλλά οι προτάσεις τους όχι μόνον απορρίφθηκαν και απέτυχαν παταγωδώς, αλλά σε ορισμένες περιπτώσεις αποτέλεσαν αντικείμενο χλευασμού και ειρωνειών. Ενδεικτική περίπτωση εκείνη του Ελον Μασκ, που τα τελευταία χρόνια έχει καταβάλει από ελάχιστους έως και μηδενικούς φόρους εισοδήματος. Η περίπτωση Μασκ είναι, άλλωστε, σκανδαλώδης και επειδή η αυτοκινητοβιομηχανία του –με τη χρηματιστηριακή αξία του 1,149 τρισ. δολαρίων– έχει οικοδομηθεί με τα χρήματα του αμερικανικού δημοσίου. Ο Μασκ έχει, όμως, απροκάλυπτα ταχθεί κατά οποιασδήποτε ιδέας έχει ποτέ συζητηθεί στην Αμερική για επιβολή ειδικών φόρων στους βαθύπλουτους με στόχο να ενισχυθεί το δίχτυ κοινωνικής προστασίας .
Τα στοιχεία δεν εξαντλούνται πάντως στον δείκτη του Bloomberg. Ανάλογη εικόνα προκύπτει από δύο ανεξάρτητες μελέτες, αφενός της οργάνωσης Αμερικανοί υπέρ της Φορολογικής Δικαιοσύνης και αφετέρου του Ινστιτούτου Μελετών για την Ανισότητα, οι συντάκτες των οποίων μελέτησαν τα στοιχεία για τις περιουσίες των βαθύπλουτων που συγκεντρώνει το περιοδικό Forbes. Κατέληξαν έτσι στην εκτίμηση ότι από την αρχή της πανδημίας, οι δισεκατομμυριούχοι της Αμερικής έχουν δει το άθροισμα των περιουσιακών τους στοιχείων να αυξάνεται κατά περισσότερο από 70% και να εκτοξεύεται έτσι σε πάνω από 5 τρισ. δολάρια. Το θέμα έχει προσλάβει, βέβαια, τις αναμενόμενες πολιτικές διαστάσεις, με τους Δημοκρατικούς να υποστηρίζουν ότι μόνον η αύξηση που έχει σημειώσει ο πλούτος των μεγιστάνων της χώρας θα αρκούσε για να χρηματοδοτηθούν οι δαπάνες του προγράμματος υποδομών και κοινωνικού κράτους του προέδρου Μπάιντεν. Ωστόσο, η τελευταία πρόταση για φορολόγηση των πλουσίων κατέληξε προ ολίγων μηνών για μια ακόμη φορά στον κάλαθο των αχρήστων, όταν ο γερουσιαστής Τζον Μάντσιν προειδοποίησε πως κατατείνει σε μια τιμωρία εναντίον «όσων βρίσκονται στη στρατόσφαιρα».
ΠΗΓΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου