Ισχύει για τα νομικά πρόσωπα από 1η Μαρτίου 2021, ενώ για τα φυσικά πρόσωπα από 1η Ιουνίου 2021.
Τι πρέπει να γνωρίζετε
Ακολουθούν Ερωτήσεις και Απαντήσεις για το νέο πτωχευτικό νόμο σε 4 ενότητες:
- Ι. Εξωδικαστική ρύθμιση οφειλών
- ΙΙ. Πτώχευση μικρού αντικειμένου
- ΙΙΙ. Ευάλωτοι οφειλέτες
- ΙV. Πτώχευση φυσικού/νομικού προσώπου
Ι. Εξωδικαστική ρύθμιση οφειλών
Ο νέος πτωχευτικός νόμος (4738/2020) που έχει ως τίτλο "Ρύθμιση οφειλών και παροχή δεύτερης ευκαιρίας” στο Α κεφάλαιο προβλέπει την προσπάθεια για εξωδικαστική ρύθμιση των οφειλών, μέσα από μια Ηλεκτρονική Πλατφόρμα Εξωδικαστικής Ρύθμισης Οφειλών, που τηρείται στην Ε.Γ.Δ.Ι.Χ. (Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους).
Επισημαίνουμε ότι δεν προβλέπεται υποχρέωση των τραπεζών να απαντούν και να κάνουν προτάσεις και πολύ φοβούμαστε ότι και αυτή η δυνατότητα εξωδικαστικής ρύθμισης θα αποβεί άκαρπη.
- 1. Ποιοι μπορούν να ενταχθούν στην εξωδικαστική ρύθμιση οφειλών;
Στην εξωδικαστική ρύθμιση έχει δικαίωμα να ενταχθεί κάθε φυσικό πρόσωπο ή νομικό πρόσωπο (επιχείρηση) με πτωχευτική ικανότητα.
- 2. Σε ποιες περιπτώσεις αποκλείεται η ένταξη ενός οφειλέτη στην εξωδικαστική ρύθμιση οφειλών;
Οι περιπτώσεις στις οποίες ένας οφειλέτης δεν δικαιούται να υποβάλλει αίτηση ένταξης στην εξωδικαστική ρύθμιση είναι οι ακόλουθες έξι (6).
α) όταν το 90% των συνολικών οφειλών του σε χρηματοδοτικούς φορείς, στο Δημόσιο και στους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης οφείλεται σε έναν χρηματοδοτικό φορέα ή όταν το σύνολο των οφειλών του προς τα πρόσωπα αυτά δεν υπερβαίνει το ποσό των 10.000 ευρώ.
β) όταν εκκρεμεί αίτηση στο δικαστήριο για ένταξη στο ν. Κατσέλη (ν.3869/10) ή στο ν. 4605/2019 Πλατφόρμα προστασίας κύριας κατοικίας ή στον Εξωδικαστικό Μηχανισμό Ρύθμισης Οφειλών Επιχειρήσεων (ν. 4469/2017) ή όταν πρόκειται για εταιρεία και εκκρεμεί αίτημα στο αρμόδιο δικαστήριο για επικύρωση συμφωνίας εξυγίανσης ή για την κήρυξή του σε πτώχευση με βάσει το ν. 3588/2007 (Πτωχευτικός Κώδικας),
Σημαντικό: εκτός αν έχει παραιτηθεί έγκυρα από τις διαδικασίες των νόμων αυτών μέχρι την ημερομηνία υποβολής αίτησης για την υπαγωγή του στη διαδικασία εξωδικαστικής ρύθμισης οφειλών.
γ) όταν ο οφειλέτης (εταιρεία) έχει τεθεί σε λύση ή εκκαθάριση
δ) όταν εκκρεμεί η έκδοση δικαστικής απόφασης στις παραπάνω διαδικασίες ή δεν έχουν παρέλθει 15 μήνες από την απόφαση υπαγωγής ή τουλάχιστον 12 μήνες από την με οποιοδήποτε τρόπο ολοκλήρωση της διαδικασίας εξωδικαστικής ρύθμισης οφειλών ή για τις εταιρείες έχει εκδοθεί οριστική απόφαση υπαγωγής σε μία από τις διαδικασίες που αναφέρονται στην περίπτωση β’ ή ο πιστωτής έχει υποβάλλει αίτηση υπαγωγής του υπό πτώχευση φυσικού ή νομικού προσώπου στη διαδικασία ειδικής διαχείρισης του άρθρου 68 του ν. 4307/2014
ε) όταν ο οφειλέτης έχει καταδικαστεί με αμετάκλητη απόφαση για τα αδικήματα της: φοροδιαφυγής, νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, υπεξαίρεσης, εκβίασης, πλαστογραφίας, δωροδοκίας, δωροληψίας, λαθρεμπορίας, καταδολίευσης δανειστών, χρεοκοπίας ή απάτης σε βαθμό κακουργήματος.
στ) όταν ο οφειλέτης, ο οποίος έχει εξυπηρετούμενες ή ενήμερες οφειλές προς το σύνολο των πιστωτών του, δεν επικαλείται γεγονότα από τα οποία να προκύπτει η επιδείνωση της οικονομικής του κατάστασης σε ποσοστό 20%. Η επιδείνωση μπορεί να οφείλεται είτε στη μείωση των εισοδημάτων είτε στην αύξηση των δαπανών.
- 3. Ποιά είναι η διαδικασία για την εξωδικαστική ρύθμιση οφειλών;
α. Ο οφειλέτης μπορεί να υποβάλλει ηλεκτρονικά αίτηση στην Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους (Ε.Γ.Δ.Ι.Χ) μέσω της Ηλεκτρονικής Πλατφόρμας Εξωδικαστικής Ρύθμισης Οφειλών.
β. Έχει δυνατότητα να εκκινήσει τη διαδικασία κάποιος/οι από τους δανειστές (οι χρηματοδοτικοί φορείς, το Δημόσιο και οι Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης).
Σε αυτή τη περίπτωση πρέπει να κοινοποιηθεί στον οφειλέτη ηλεκτρονικά, ταχυδρομικά ή με συστημένη επιστολή, όπου θα τον καλούν να υποβάλλει αίτηση υπαγωγής στην εξωδικαστική ρύθμιση εντός 45 ημερολογιακών ημερών.
Προσοχή! Σε περίπτωση που ο οφειλέτης δεν υποβάλλει αίτηση εντός της ανωτέρω προθεσμίας, τότε θεωρείται ότι η διαδικασία έχει περατωθεί.
- 4. Τι πρέπει να περιλαμβάνει η αίτηση και ποια άλλα στοιχεία συνυποβάλλονται;
Η αίτηση του οφειλέτη περιλαμβάνει υποχρεωτικά τα εξής:
Α. Για τα φυσικά πρόσωπα
α) πλήρη στοιχεία (ονοματεπώνυμο, διεύθυνση, ΑΦΜ, τηλέφωνο, ηλεκτρονική διεύθυνση)
β) κατάλογο όλων των προσώπων και φορέων που έχουν απαιτήσεις κατά του οφειλέτη με τα πλήρη στοιχεία τους, των οφειλόμενων ποσών ανά πιστωτή, καθώς και της ημερομηνίας, αναφορικά με την οποία προσδιορίζεται το ύψος κάθε οφειλής,
γ) κατάλογο των κινητών και ακινήτων περιουσιακών στοιχείων στην Ελλάδα και το εξωτερικό, με αναφορά στην εκτιμώμενη εμπορική αξία των κινητών περιουσιακών στοιχείων,
δ) πλήρη περιγραφή των βαρών και εξασφαλίσεων που είναι εγγεγραμμένα επί των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη,
ε) δήλωση για κάθε μεταβίβαση ή επιβάρυνση περιουσιακού στοιχείου του οφειλέτη που έγινε εντός των τελευταίων 5 ετών πριν την υποβολή της αίτησης.
Επιπρόσθετα στοιχεία που υποβάλλονται υποχρεωτικά από οφειλέτη-φυσικό πρόσωπο είναι:
α) πλήρη στοιχεία του συζύγου και των εξαρτώμενων μελών του
β) στοιχεία κινητής και ακίνητης περιουσίας του συζύγου/συμβίου ή συμβίας και των εξαρτώμενων μελών
γ) στοιχεία για το οικογενειακό εισόδημα του αιτούντος από οποιαδήποτε πηγή και αιτία
Β. Για τα νομικά πρόσωπα
α) πλήρη στοιχεία (επωνυμία, διεύθυνση, ΑΦΜ, ΚΑΔ, τηλέφωνο, ηλεκτρονική διεύθυνση), αναφορά στον κύκλο εργασιών του ή στο εισόδημά του κατά το τελευταίο οικονομικό έτος πριν την υποβολή της αίτησης, τις συνολικές υποχρεώσεις έναντι των πιστωτών του, περιγραφή της δραστηριότητας, της οικονομικής κατάστασης, των λόγων οικονομικής αδυναμίας και των προοπτικών της επιχείρησης,
β) κατάλογο όλων των προσώπων και φορέων που έχουν απαιτήσεις κατά του οφειλέτη με τα πλήρη στοιχεία τους, των οφειλόμενων ποσών ανά πιστωτή, καθώς και της ημερομηνίας, αναφορικά με την οποία προσδιορίζεται το ύψος κάθε οφειλής,
γ) κατάλογο των κινητών και ακινήτων περιουσιακών στοιχείων στην Ελλάδα και το εξωτερικό, με αναφορά στην εκτιμώμενη εμπορική αξία των κινητών περιουσιακών στοιχείων,
δ) πλήρη περιγραφή των βαρών και εξασφαλίσεων που είναι εγγεγραμμένα επί των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη,
ε) δήλωση για κάθε μεταβίβαση ή επιβάρυνση περιουσιακού στοιχείου του οφειλέτη που έγινε εντός των τελευταίων 5 ετών πριν την υποβολή της αίτησης.
Συνυποβάλλονται με την αίτηση τα εξής στοιχεία:
α) αναφορά στον κύκλο εργασιών κατά την τελευταία χρήση πριν την υποβολή της αίτησης, τις συνολικές υποχρεώσεις έναντι των πιστωτών του, περιγραφή της δραστηριότητας, της οικονομικής κατάστασης, των λόγων οικονομικής αδυναμίας και των προοπτικών της επιχείρησης,
β) δήλωση για κάθε καταβολή μερίσματος προς τους μετόχους/εταίρους ή άλλη συναλλαγή που έγινε εντός των τελευταίων 2 ετών πριν την υποβολή της αίτησης,
γ) στοιχεία κάθε νομικού προσώπου συνδεδεμένου με τον οφειλέτη στην διάρκεια των 60 μηνών που προηγούνται της ημερομηνίας υποβολής της αίτησης, καθώς και πλήρη στοιχεία ακινήτων ή άλλων περιουσιακών στοιχείων που τυχόν μεταβιβάστηκαν σε διάστημα 60 μηνών σε πρόσωπα συνδεδεμένα με τον οφειλέτη,
δ) κατάλογο των προσώπων που αμείβονται από τον οφειλέτη και ανάλυση των αμοιβών τους κατά τα τελευταία 2 έτη πριν την υποβολή της αίτησης,
ε) χρηματοοικονομικές καταστάσεις των τελευταίων 5 περιόδων, δημοσιευμένες εφόσον προβλέπεται
στ) προσωρινό ισοζύγιο εντός του τριμήνου που προηγείται της υποβολής, και εφόσον προβλέπεται κατάρτιση τεταρτοβάθμιων λογαριασμών του αναλυτικού καθολικού της γενικής λογιστικής
Τα δεδομένα του οφειλέτη τηρούνται στη βάση δεδομένων της Ειδικής Γραμματείας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους για 3 χρόνια από τη λήξη της εκτέλεσης της σύμβασης αναδιάρθρωσης. Αν η αίτηση δεν καταλήξει σε σύμβαση αναδιάρθρωσης, τα δεδομένα διαγράφονται από το ηλεκτρονικό αρχείο της Ε.Γ.Δ.Ι.Χ., 3 χρόνια μετά την υποβολή τους. Ως υπεύθυνος και εκτελών την τήρηση και επεξεργασία των δεδομένων ορίζεται η Ε.Γ.Δ.Ι.Χ.
Σημαντικό: Με την υποβολή της αίτησης ο οφειλέτης παρέχει άδεια στους συμμετέχοντες πιστωτές επεξεργασίας και διασταύρωσης από αυτούς των προσωπικών του δεδομένων. Η άδεια αυτή συνεπάγεται την άρση του τραπεζικού και φορολογικού απορρήτου.
Μετά την υποβολή της αίτησης, οι χρηματοδοτικοί φορείς έχουν τη διακριτική ευχέρεια να καταθέσουν πρόταση ρύθμισης προς τον οφειλέτη. Αν η πρόταση αυτή εξασφαλίσει αφενός τη συναίνεση του οφειλέτη και αφετέρου τη συναίνεση της πλειοψηφίας των χρηματοδοτικών φορέων και τουλάχιστον του ποσοστού συμμετεχόντων πιστωτών με ειδικό προνόμιο (προσημείωση, υποθήκη) τότε υπογράφεται σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών.
Σημειώνεται ότι η σύμβαση αναδιάρθρωσης δύναται να τελεί υπό τον όρο της συναίνεσης του Δημοσίου/Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης, εφόσον υπάρχουν οφειλές προς αυτούς.
Σε περίπτωση που ο οφειλέτης δεν συμφωνεί με τις προτάσεις των δανειστών, δικαιούται εντός 10 ημερολογιακών ημερών από τη λήψη της πρότασης να καταθέσει αίτημα υποβολής σε διαμεσολάβηση και σε περίπτωση που γίνει δεκτό από την πλειοψηφία των χρηματοδοτικών φορέων, την ευθύνη αναλαμβάνει διαπιστευμένος μεσολαβητής. Ωστόσο, αν παρέλθουν 30 ημέρες από την υποβολή του αιτήματος υποβολής σε διαμεσολάβηση και δεν έχει υπογραφεί η συμφωνία αναδιάρθρωσης, τότε η διαδικασία θεωρείται λήξασα χωρίς δυνατότητα παράτασης ή ανανέωσης.
Η σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών πρέπει να υπογραφεί εντός 2 μηνών από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης, διαφορετικά η διαδικασία θεωρείται περατωθείσα ως άκαρπη.
Σημαντικό: Πρέπει να τονιστεί ότι οι χρηματοδοτικοί φορείς έχουν τη δυνατότητα εντός της παραπάνω προθεσμίας (2 μηνών) να απορρίψουν την αίτηση του οφειλέτη και μην καταθέσουν πρόταση ρύθμισης, γεγονός που συνεπάγεται την περάτωση της διαδικασίας.
Ναι. Από την υποβολή της αίτησης και μέχρι την περάτωση της διαδικασίας (2 μήνες), αναστέλλεται η λήψη αναγκαστικών μέτρων και η συνέχιση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης επί απαιτήσεων (κινητών ή ακινήτων) του οφειλέτη.
Στην περίπτωση υπογραφής σύμβασης αναδιάρθρωσης, δεν είναι επιτρεπτή η επίσπευση αναγκαστικής εκτέλεσης, ενώ αναστέλλονται αυτοδικαίως τα μέτρα, εκκρεμή ή μη, αναγκαστικής εκτέλεσης κατά του οφειλέτη για ικανοποίηση απαιτήσεων που ρυθμίστηκαν από τη σύμβαση αναδιάρθρωσης.
Ο οφειλέτης οφείλει να τηρεί τη ρύθμιση και να καταβάλλει το σύνολο των δόσεων, σύμφωνα με τους όρους της σύμβασης αναδιάρθρωσης.
Σε περίπτωση που καθυστερήσει να καταβάλλει συνολικό ποσό που υπερβαίνει είτε την αξία τριών (3) δόσεων είτε την αξία τουλάχιστον του 3% του συνολικού οφειλόμενου ποσού, τότε οποιοσδήποτε πιστωτής μπορεί να καταγγείλει τη σύμβαση αναδιάρθρωσης. Η καταγγελία συνεπάγεται την απώλεια της ρύθμισης ως προς τον πιστωτή αυτόν, που με τη σειρά της συνεπάγεται την αναβίωση των απαιτήσεων του πιστωτή στο ύψος που είχαν πριν τη σύμβαση, αφαιρουμένων ποσών που τυχόν καταβλήθηκαν στο πλαίσιο της ρύθμισης, οι οποίες καθίσταται έτσι ληξιπρόθεσμες και άμεσα απαιτητές.
Ο νέος πτωχευτικός νόμος προβλέπει τη δυνατότητα επιδότησης καταβολής δόσεων σε οφειλέτες που έχουν ρυθμίσει ή δεν έχουν καθυστερήσει για χρονικό διάστημα άνω των 90 ημερών τις οφειλές τους προς χρηματοδοτικούς φορείς, το Δημόσιο και Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, για την αποπληρωμή δανείων που εξασφαλίζονται με την κύρια κατοικία τους για πέντε (5) χρόνια από την ημερομηνία της αίτησης.
Οι προϋποθέσεις για τη λήψη επιδότησης είναι σωρευτικά:
1. Ο οφειλέτης να έχει εμπράγματο δικαίωμα, αποκλειστικής ή κατ’ ιδανικό μερίδιο, κυριότητας (πλήρους ή ψιλής) ή επικαρπίας σε ακίνητο, το οποίο αποτελεί την κύρια κατοικία του και βρίσκεται στην Ελλάδα.
2. Πριν την υποβολή της αίτησης επιδότησης, να έχει εγγραφεί για την εξασφάλιση της οφειλής, υποθήκη ή προσημείωση υποθήκης σε ακίνητο, που χρησιμοποιείται ως κύρια κατοικία του οφειλέτη.
3. Οι συνολικές οφειλές προς τους χρηματοδοτικούς φορείς, το Δημόσιο και τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης να είναι τουλάχιστον 20.000 ευρώ.
4. Το υπόλοιπο της οφειλής από δάνειο που εξασφαλίζεται με την κύρια κατοικία, να μην υπερβαίνει το ποσό των 135.000 ευρώ για μονοπρόσωπο νοικοκυριό, το οποίο προσαυξάνεται κατά 20.000 ευρώ για κάθε επιπλέον μέλος, έως του ανώτατου ποσού των 215.000 ευρώ ανά πιστωτή.
5. Το δάνειο δεν έχει καταγγελθεί σε χρονικό διάστημα πέραν του ενός έτους από την υποβολή της αίτησης.
6. Επήλθε μείωση των οικογενειακών εισοδημάτων.
11. Ποιο είναι το μέγιστο ποσό της επιδότησης;
Το μέγιστο ποσό της επιδότησης δόσης για νοικοκυριά που πληρούν τις ανωτέρω προϋποθέσεις ορίζεται:
1. Για τον αιτούντα: 70 ευρώ ανά μήνα
2. Για κάθε επιπλέον μέλος του νοικοκυριού προσαύξηση κατά 35 ευρώ τον μήνα.
3. Στη μονογονεϊκή οικογένεια χορηγείται επιπλέον προσαύξηση 35 ευρώ τον μήνα.
4. Στα νοικοκυριά με απροστάτευτο/α τέκνο/α, χορηγείται επιπλέον προσαύξηση 35 ευρώ τον μήνα για κάθε απροστάτευτο τέκνο.
5. Ως ανώτατο όριο του Επιδόματος Στέγασης ορίζονται τα 210 ευρώ μηνιαίως, ανεξαρτήτως της σύνθεσης του νοικοκυριού.
Περαιτέρω προβλέπεται ότι η επιδότηση δόσης δεν μπορεί να υπερβαίνει τα ακόλουθα όρια:
1. Ποσοστό 80% επί της μηνιαίας δόσης, για εξυπηρετούμενα δάνεια ή δάνεια που παρουσίαζαν καθυστέρηση μέχρι 90 ημέρες κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης εξωδικαστικής ρύθμισης οφειλών
2. Ποσοστό 60% επί της μηνιαίας δόσης, για δάνεια που παρουσίαζαν καθυστέρηση μεγαλύτερη των 90 ημερών κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης εξωδικαστικής ρύθμισης οφειλών
3. Ποσοστό 40% επί της μηνιαίας δόσης, για δάνεια που παρουσίαζαν καθυστέρηση μεγαλύτερη των 90 ημερών και έχουν επιπλέον καταγγελθεί σε χρόνο όχι μεγαλύτερο του ενός (1) έτους προ της υποβολής της αίτησης εξωδικαστικής ρύθμισης οφειλών.
12. Τι ισχύει για τις οφειλές προς το Δημόσιο/Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης;
Το Δημόσιο και οι Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης μπορούν να προβούν είτε σε πολυμερή σύμβαση αναδιάρθρωσης είτε σε διαγραφή οφειλών προς αυτούς.
Στην περίπτωση συμμετοχής του Δημοσίου και των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης σε πολυμερή σύμβαση αναδιάρθρωσης, εφόσον η σύμβαση εγκριθεί από τους χρηματοδοτικούς φορείς και τον οφειλέτη, κοινοποιείται μέσω της ηλεκτρονικής πλατφόρμας στο Δημόσιο και στους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης.
Για να γίνει αποδεκτή από τους τελευταίους θα πρέπει να συντρέχουν ταυτόχρονα τα εξής:
α) οι απαιτήσεις του Δημοσίου/Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης να μην υπερβαίνουν το 1.500.000 ευρώ
β) το Δημόσιο και οι Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης να εκπροσωπούν συνολικά ποσό απαιτήσεων μικρότερο από το σύνολο των απαιτήσεων των συμμετεχόντων χρηματοδοτικών φορέων, και
γ) το περιεχόμενο της σύμβασης να είναι αποτέλεσμα υπολογιστικού εργαλείου (πρόκειται για ένα εργαλείο, η χρήση του οποίου θα υπόκεινται στη διακριτική ευχέρεια των τραπεζών και με βάση αυτό θα καθορίζεται οι δόσεις αποπληρωμής, οι τόκοι κλπ)
δ) για να γίνει αποδεκτή η σύμβαση αναδιάρθρωσης με το Δημόσιο και τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης θα πρέπει να πληρεί επιπλέον τις εξής προϋποθέσεις:
δα) την αποπληρωμή των οφειλών έως 240 δόσεις
δβ) να μην ρυθμίζονται εκ νέου οφειλές, που έχουν τύχει ρύθμισης μέσω του Εξωδικαστικού Μηχανισμού Ρύθμισης Οφειλών του νέου πτωχευτικού νόμου (4738/2020) ή του Εξωδικαστικό Μηχανισμό Ρύθμισης Οφειλών Επιχειρήσεων (ν. 4469/2017)
δγ) η τμηματική αποπληρωμή των οφειλών ανά χρονικά διαστήματα να μην υπερβαίνουν τον μήνα
δδ) η μηνιαία δόση να είναι άνω των 50 ευρώ
δε) δεν παρέχεται περίοδος χάριτος για την αποπληρωμή
δστ) η ικανοποίηση των απαιτήσεων να γίνεται μόνο με την παροχή χρηματικών ποσών και όχι με άλλα ανταλλάγματα.
ΙΙ. Πτωχεύσεις μικρού αντικειμένου
Για τις πτωχεύσεις μικρού αντικειμένου προβλέπεται απλοποιημένη διαδικασία.
Ως πτώχευση μικρού αντικειμένου στα φυσικά πρόσωπα λαμβάνεται ως κριτήριο η περιουσία του προσώπου. Σημειώνεται ότι για τα φυσικά πρόσωπα η αξία των περιουσιακών στοιχείων δεν θα πρέπει να υπερβαίνει τις 350.000 ευρώ. Ειδικότερα, η αξία της ακίνητης περιουσίας των φυσικών προσώπων υπολογίζεται με βάση τη φορολογητέα αξία υπολογισμού του ΕΝ.Φ.Ι.Α.
Για τα νομικά πρόσωπα, ως πτωχεύσεις μικρού αντικειμένου ορίζονται εκείνες, στις οποίες ο οφειλέτης (νομικό πρόσωπο) πληρεί ένα από τα κριτήρια προσδιορισμού της πολύ μικρής οντότητας (άρθρο 2 του ν. 4308/2014) και ειδικότερα: α) Σύνολο ενεργητικού (περιουσιακών στοιχείων): 350.000 ευρώ, β) Καθαρό ύψος κύκλου εργασιών: 700.000 ευρώ, γ) Μέσος όρος απασχολουμένων κατά τη διάρκεια της περιόδου: 10 άτομα.
Προϋπόθεση κήρυξης σε πτώχευση είναι η παύση πληρωμών, η οποία θεωρείται δεδομένη, όταν ο οφειλέτης δεν καταβάλλει τις ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις του προς το Δημόσιο, τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης ή πιστωτικά ή χρηματοδοτικά ιδρύματα, σε ύψος τουλάχιστον 60% των συνολικών ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεών του για περίοδο τουλάχιστον 6 μηνών, εφόσον η μη εξυπηρετούμενη υποχρέωσή του υπερβαίνει το ποσό των 30.000 ευρώ. Η επιλεκτική εκπλήρωση ληξιπρόθεσμων χρηματικών υποχρεώσεων δεν αίρει την παύση πληρωμών, η οποία μπορεί να συνίσταται και στην αδυναμία εκπλήρωσης ακόμα και μίας σημαντικής ληξιπρόθεσμης χρηματικής οφειλής.
Αρμόδιο δικαστήριο είναι το Ειρηνοδικείο στην περιφέρεια του οποίου ο οφειλέτης έχει την κατοικία του ή, σε περίπτωση νομικού προσώπου, στην περιφέρεια όπου βρίσκεται το κέντρο των κυρίων συμφερόντων του.
Υπάρχει δυνατότητα αμφισβήτησης της απόφασης που κηρύσσει την πτώχευση, με το ένδικο μέσο της έφεσης.
Η αίτηση πτώχευσης κατατίθεται ηλεκτρονικά μέσω του Ηλεκτρονικού Μητρώου Φερεγγυότητας είτε από οποιονδήποτε πιστωτή είτε από τον οφειλέτη και δημοσιοποιείται για χρονικό διάστημα 30 ημερών.
Αν μέσα σε χρονικό διάστημα 30 ημερών από τη δημοσιοποίηση της αίτησης πτώχευσης δεν υποβληθεί παρέμβαση κατά αυτής, ή υποβληθεί, αλλά αφορά μόνο τον διορισμό συνδίκου, η αίτηση γίνεται δεκτή με μόνη τη διαπίστωση παρέλευσης του χρονικού διαστήματος από το πτωχευτικό δικαστήριο.
Αν η αίτηση κατατεθεί από τον οφειλέτη, θα πρέπει παράλληλα να υποβάλλει σε πρωτότυπο, γραμμάτιο κατάθεσης του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων 250 ευρώ για την αντιμετώπιση των πρώτων εξόδων της πτώχευσης, με εξαίρεση α) ανεξασφάλιστα περιουσιακά στοιχεία μικρής αξίας και β) το ετήσιο εισόδημά τους να μην υπερβαίνει τις εύλογες δαπάνες διαβίωσης.
Οι οφειλέτες-φυσικά πρόσωπα ή νομικά πρόσωπα που δεν δημοσιεύουν χρηματοοικονομικές καταστάσεις, καταθέτουν υποχρεωτικά:
α) τελευταία δήλωση φόρου εισοδήματος
β) δήλωση στοιχείων ακινήτων
γ) αν ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα, κατάσταση οικονομικών στοιχείων
δ) κατάσταση του συνόλου των πιστωτών
ε) βεβαίωση της αρμόδιας οικονομικής υπηρεσίας για τα χρέη του οφειλέτη προς το Δημόσιο και δυνητικά κάθε άλλο έγγραφο που υποστηρίζει τα παρεχόμενα από τον οφειλέτη στοιχεία.
Η απαλλαγή οφειλών επέρχεται:
α) σε 1 έτος μετά την έκδοση της σχετικής δικαστικής απόφασης, στην περίπτωση που ο οφειλέτης διαθέτει περιουσία την οποία και θα απολέσει κατά την πτώχευση. Σε αυτή την περίπτωση ο οφειλέτης καλείται να πληρώνει στους πιστωτές για 1 έτος το ποσό των εισοδημάτων του που υπερβαίνει το 5-πλάσιο των εύλογων δαπανών διαβίωσης.
ή
β) σε 3 έτη μετά την έκδοση της σχετικής δικαστικής απόφασης, στην περίπτωση που ο οφειλέτης δεν διαθέτει περιουσία ή διαθέτει περιουσία μικρής αξίας την οποία και θα απολέσει κατά την πτώχευση. Σε αυτή την περίπτωση ο οφειλέτης καλείται να πληρώνει στους πιστωτές για 3 έτη το ποσό των εισοδημάτων του που υπερβαίνει τις εύλογες δαπάνες διαβίωσης.
Σημειώνεται ότι ο οφειλέτης δεν υποχρεούται να πληρώσει στους πιστωτές ποσά που είναι ακατάσχετα (π.χ. οριζόντιο ακατάσχετο, ακατάσχετα κοινωνικά επιδόματα, ακατάσχετες αγροτικές επιδοτήσεις).
Ο οφειλέτης δεν απαλλάσσεται για:
1. οφειλές που δημιουργήθηκαν μετά την υποβολή αίτησης πτώχευσης
2. οφειλές από δόλο ή βαρεία αμέλεια που προκάλεσε θάνατο ή σωματική βλάβη προσώπου
3. οφειλές από τα αδικήματα της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα και της τρομοκρατίας
4. οφειλές διατροφής.
ΙII. Ευάλωτοι οφειλέτες
Στην κατηγορία των ευάλωτων οφειλετών ανήκουν τα φυσικά πρόσωπα τα οποία είναι δικαιούχοι του επιδόματος Στέγασης. Ειδικότερα, θα πρέπει να πληρούν ορισμένα εισοδηματικά και περιουσιακά στοιχεία, όπως λ.χ συνολικό ετήσιο εισόδημα 7.000 €, προσαυξανόμενο κατά 3.500€, για κάθε επιπλέον μέλος με ανώτατο όριο τα 21.000€, συνολική φορολογητέα αξία ακίνητης περιουσίας -βάσει του τελευταίου εκκαθαριστικού ΕΝΦΙΑ-120.000 €, προσαυξανόμενο κατά 15.000 € για κάθε επιπλέον μέλος με ανώτατο όριο τα 180.000 €, σύνολο τραπεζικών καταθέσεων 7.000 €, προσαυξανόμενο κατά 3.500 € για κάθε επιπλέον μέλος με ανώτατο όριο τα 21.000 €. Επίσης θα πρέπει να πληρούται και το κριτήριο της νόμιμης και μόνιμης διαμονής κατά τα τελευταία 5 έτη στην ελληνική επικράτεια.
Τονίζεται ότι, αν ο ευάλωτος οφειλέτης καταρτίσει μίσθωση για την κύρια κατοικία του, το επίδομα στέγασης καταβάλλεται στον Φορέα Απόκτησης και Επαναμίσθωσης ως μερική εξόφληση του μισθώματος.
Οι ευάλωτοι οφειλέτες, οι οποίοι είτε κηρύχθηκαν σε πτώχευση είτε επισπεύδεται σε βάρος της κύριας κατοικίας τους αναγκαστική εκτέλεση από ενυπόθηκο ή προσημειούχο πιστωτή, έχουν τη δυνατότητα να μεταβιβάσουν ή να μισθώσουν, κατόπιν σχετικού αιτήματος, την κύρια κατοικία τους σε φορέα απόκτησης και επαναμίσθωσης.
Ο φορέας θα είναι ένα νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου (ΝΠΙΔ), στο οποίο θα παραχωρούνται από το Δημόσιο βάσει σύμβασης παραχώρησης τα καθήκοντα και οι αρμοδιότητές του. Ειδικότερα, θα αναλαμβάνει την απόκτηση, τη μίσθωση και τη μεταβίβαση της κύριας κατοικίας του ευάλωτου οφειλέτη.
Η διάρκεια της μίσθωσης ορίζεται σε 12 έτη και μπορεί να καταγγελθεί, εφόσον ο μισθωτής καθυστερήσει να καταβάλλει τρία (3) μισθώματα. Η καταγγελία της μίσθωσης συνεπάγεται την απώλεια του δικαιώματος επαναγοράς.
Εφόσον, ο μισθωτής (ή οι νόμιμοι διάδοχοί του) καταβάλλει το σύνολο των μισθωμάτων, τότε μπορεί να ασκήσει το δικαίωμα επαναγοράς και να αποκτήσει έναντι τιμήματος την κυριότητα της κύριας κατοικίας, που είχε μεταβιβαστεί στον φορέα. Αν το δικαίωμα αυτό ασκηθεί πριν τη λήξη της μίσθωσης, τότε ο μισθωτής οφείλει να καταβάλλει στον φορέα την τρέχουσα αξία των μισθωμάτων που οφείλονται μέχρι τη λήξη της μίσθωσης (των 12 ετών) επιπλέον του τιμήματος επαναγοράς.
ΙV. Πτώχευση φυσικού/νομικού προσώπου
Με τον νέο πτωχευτικό νόμο, εκτός από τα νομικά πρόσωπα που επιδιώκουν οικονομικό σκοπό, αποκτούν πτωχευτική ικανότητα και τα φυσικά πρόσωπα.
Σε πτώχευση κηρύσσεται ο οφειλέτης που βρίσκεται σε αδυναμία πληρωμών, δηλαδή εκείνος που αδυνατεί να εκπληρώσει τις ληξιπρόθεσμες χρηματικές υποχρεώσεις του κατά τρόπο γενικό και μόνιμο. Κατά τεκμήριο, ο οφειλέτης βρίσκεται σε παύση πληρωμών όταν αδυνατεί να αποπληρώσει είτε προς το Δημόσιο και τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης είτε προς τα χρηματοδοτικά ιδρύματα το 40% τουλάχιστον των συνολικών του υποχρεώσεων για περίοδο τουλάχιστον 6 μηνών και η μη εξυπηρετούμενη υποχρέωσή του υπερβαίνει το ποσό των 30.000 ευρώ.
Στην πτωχευτική περιουσία περιλαμβάνεται το σύνολο της περιουσίας που ανήκει στον οφειλέτη κατά την κήρυξη της πτώχευσης, οπουδήποτε και αν βρίσκεται. Αν ο οφειλέτης είναι φυσικό πρόσωπο, στην πτωχευτική περιουσία από την κήρυξη της πτώχευσης μέχρι την απαλλαγή, ανήκει το μέρος του ετήσιου εισοδήματός του, αφαιρουμένων των φόρων και των ασφαλιστικών εισφορών, που υπερβαίνει το ποσό των ετήσιων ευλόγων δαπανών διαβίωσης ή το του δωδεκαπλάσιου του ακατάσχετου, όποιο είναι υψηλότερο εκ των δύο.
Τα ετήσια εισοδήματα του οφειλέτη ανεξαρτήτως ύψους, μπορούν με αίτησή του να εξαιρεθούν από την πτωχευτική περιουσία, όταν το δικαστήριο διαπιστώσει ότι η πτωχευτική περιουσία περιλαμβάνει την κύρια κατοικία ή/και άλλα περιουσιακά στοιχεία που υπερβαίνουν το 10% των συνολικών του υποχρεώσεων και η ελάχιστη αξία τους δεν υπολείπεται των 100.000 ευρώ, με εξαίρεση όσα αποκτήθηκαν το τελευταίο ένα έτος πριν την υποβολή αίτησης πτώχευσης.
Στην πτωχευτική περιουσία δεν περιλαμβάνεται η περιουσία που αποκτά ο οφειλέτης μετά την κήρυξη της πτώχευσης.
Επίσης, τονίζεται ότι δεν ανήκουν στην πτωχευτική περιουσία τα ακατάσχετα ή εξαιρούμενα με ειδικές νομοθετικές διατάξεις περιουσιακά στοιχεία και εισοδήματα του οφειλέτη. Συνεπώς, εξακολουθούν να είναι ακατάσχετα οι μισθοί, οι συντάξεις και οι ασφαλιστικές παροχές, όπως ορίζει το δικονομικό δίκαιο και άλλες διατάξεις.
Αρμόδιο πτωχευτικό δικαστήριο είναι το Πολυμελές Πρωτοδικείο, στην περιφέρεια του οποίου το φυσικό πρόσωπο έχει την κατοικία του ή σε περίπτωση νομικού προσώπου, το κέντρο των κύριων συμφερόντων του και ειδικότερα ο τόπος της καταστατικής του έδρας.
Έναντι της απόφασης που κηρύσσει την πτώχευση, είναι δυνατό να ασκηθεί είτε ανακοπή είτε αίτηση ανάκλησης.
Μετά την περάτωση της πτωχευτικής διαδικασίας, ο οφειλέτης απαλλάσσεται πλήρως από κάθε οφειλή προς τους πιστωτές του.
Στο σημείο αυτό διακρίνουμε τους οφειλέτες που διαθέτουν περιουσιακά στοιχεία από εκείνους που δεν διαθέτουν:
Σε περίπτωση που ο οφειλέτης δεν διαθέτει περιουσία ή διαθέτει περιουσία μικρής αξίας, την οποία θα απολέσει κατά την πτώχευση, η απαλλαγή επέρχεται 3 έτη από την ημερομηνία κήρυξης της πτώχευσης ή της καταχώρησης του ονόματός του στο Ηλεκτρονικό Μητρώο Φερεγγυότητας. Σε αυτή την περίπτωση ο οφειλέτης καλείται να πληρώνει στους πιστωτές για 3 έτη το ποσό των εισοδημάτων του που υπερβαίνει τις εύλογες δαπάνες διαβίωσης.
Σε περίπτωση που ο οφειλέτης διαθέτει περιουσία (κύρια κατοικία ή/και άλλα πάγια περιουσιακά στοιχεία που υπερβαίνουν σε αξία το 10% των συνολικών τους υποχρεώσεων και η ελάχιστη αξία τους δεν υπολείπεται των 100.000 Ευρώ), τότε η απαλλαγή επέρχεται ένα έτος (1) από την ημερομηνία κήρυξης της πτώχευσης ή της καταχώρησης του ονόματός του στο Ηλεκτρονικό Μητρώο Φερεγγυότητας. Σε αυτή την περίπτωση ο οφειλέτης καλείται να πληρώνει στους πιστωτές για 1 έτος το ποσό των εισοδημάτων του που υπερβαίνει το 5-πλάσιο των εύλογων δαπανών διαβίωσης.
Τα ποσά των εισοδημάτων που θα κληθεί να καταβάλλει ο οφειλέτης στους πιστωτές του και στις δύο ως άνω περιπτώσεις καθορίζονται με απόφαση του πτωχευτικού δικαστηρίου.
Και μετά την πτώχευση οι συνοφειλέτες/ εγγυητές συνεχίζουν να ευθύνονται έναντι του πιστωτή, ανεξαρτήτως τυχόν απαλλαγής του αρχικού οφειλέτη.
β) κατάλογο όλων των προσώπων και φορέων που έχουν απαιτήσεις κατά του οφειλέτη με τα πλήρη στοιχεία τους, των οφειλόμενων ποσών ανά πιστωτή, καθώς και της ημερομηνίας, αναφορικά με την οποία προσδιορίζεται το ύψος κάθε οφειλής,
γ) κατάλογο των κινητών και ακινήτων περιουσιακών στοιχείων στην Ελλάδα και το εξωτερικό, με αναφορά στην εκτιμώμενη εμπορική αξία των κινητών περιουσιακών στοιχείων,
δ) πλήρη περιγραφή των βαρών και εξασφαλίσεων που είναι εγγεγραμμένα επί των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη,
ε) δήλωση για κάθε μεταβίβαση ή επιβάρυνση περιουσιακού στοιχείου του οφειλέτη που έγινε εντός των τελευταίων 5 ετών πριν την υποβολή της αίτησης.
Συνυποβάλλονται με την αίτηση τα εξής στοιχεία:
α) αναφορά στον κύκλο εργασιών κατά την τελευταία χρήση πριν την υποβολή της αίτησης, τις συνολικές υποχρεώσεις έναντι των πιστωτών του, περιγραφή της δραστηριότητας, της οικονομικής κατάστασης, των λόγων οικονομικής αδυναμίας και των προοπτικών της επιχείρησης,
β) δήλωση για κάθε καταβολή μερίσματος προς τους μετόχους/εταίρους ή άλλη συναλλαγή που έγινε εντός των τελευταίων 2 ετών πριν την υποβολή της αίτησης,
γ) στοιχεία κάθε νομικού προσώπου συνδεδεμένου με τον οφειλέτη στην διάρκεια των 60 μηνών που προηγούνται της ημερομηνίας υποβολής της αίτησης, καθώς και πλήρη στοιχεία ακινήτων ή άλλων περιουσιακών στοιχείων που τυχόν μεταβιβάστηκαν σε διάστημα 60 μηνών σε πρόσωπα συνδεδεμένα με τον οφειλέτη,
δ) κατάλογο των προσώπων που αμείβονται από τον οφειλέτη και ανάλυση των αμοιβών τους κατά τα τελευταία 2 έτη πριν την υποβολή της αίτησης,
ε) χρηματοοικονομικές καταστάσεις των τελευταίων 5 περιόδων, δημοσιευμένες εφόσον προβλέπεται
στ) προσωρινό ισοζύγιο εντός του τριμήνου που προηγείται της υποβολής, και εφόσον προβλέπεται κατάρτιση τεταρτοβάθμιων λογαριασμών του αναλυτικού καθολικού της γενικής λογιστικής
- 5. Τι ισχύει για τα προσωπικά δεδομένα του οφειλέτη;
Τα δεδομένα του οφειλέτη τηρούνται στη βάση δεδομένων της Ειδικής Γραμματείας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους για 3 χρόνια από τη λήξη της εκτέλεσης της σύμβασης αναδιάρθρωσης. Αν η αίτηση δεν καταλήξει σε σύμβαση αναδιάρθρωσης, τα δεδομένα διαγράφονται από το ηλεκτρονικό αρχείο της Ε.Γ.Δ.Ι.Χ., 3 χρόνια μετά την υποβολή τους. Ως υπεύθυνος και εκτελών την τήρηση και επεξεργασία των δεδομένων ορίζεται η Ε.Γ.Δ.Ι.Χ.
Σημαντικό: Με την υποβολή της αίτησης ο οφειλέτης παρέχει άδεια στους συμμετέχοντες πιστωτές επεξεργασίας και διασταύρωσης από αυτούς των προσωπικών του δεδομένων. Η άδεια αυτή συνεπάγεται την άρση του τραπεζικού και φορολογικού απορρήτου.
- 6. Ποια διαδικασία ακολουθείται μετά την υποβολή της αίτησης;
Μετά την υποβολή της αίτησης, οι χρηματοδοτικοί φορείς έχουν τη διακριτική ευχέρεια να καταθέσουν πρόταση ρύθμισης προς τον οφειλέτη. Αν η πρόταση αυτή εξασφαλίσει αφενός τη συναίνεση του οφειλέτη και αφετέρου τη συναίνεση της πλειοψηφίας των χρηματοδοτικών φορέων και τουλάχιστον του ποσοστού συμμετεχόντων πιστωτών με ειδικό προνόμιο (προσημείωση, υποθήκη) τότε υπογράφεται σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών.
Σημειώνεται ότι η σύμβαση αναδιάρθρωσης δύναται να τελεί υπό τον όρο της συναίνεσης του Δημοσίου/Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης, εφόσον υπάρχουν οφειλές προς αυτούς.
Σε περίπτωση που ο οφειλέτης δεν συμφωνεί με τις προτάσεις των δανειστών, δικαιούται εντός 10 ημερολογιακών ημερών από τη λήψη της πρότασης να καταθέσει αίτημα υποβολής σε διαμεσολάβηση και σε περίπτωση που γίνει δεκτό από την πλειοψηφία των χρηματοδοτικών φορέων, την ευθύνη αναλαμβάνει διαπιστευμένος μεσολαβητής. Ωστόσο, αν παρέλθουν 30 ημέρες από την υποβολή του αιτήματος υποβολής σε διαμεσολάβηση και δεν έχει υπογραφεί η συμφωνία αναδιάρθρωσης, τότε η διαδικασία θεωρείται λήξασα χωρίς δυνατότητα παράτασης ή ανανέωσης.
- 7. Υπάρχει προθεσμία για την υπογραφή της σύμβασης αναδιάρθρωσης οφειλών;
Η σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών πρέπει να υπογραφεί εντός 2 μηνών από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης, διαφορετικά η διαδικασία θεωρείται περατωθείσα ως άκαρπη.
Σημαντικό: Πρέπει να τονιστεί ότι οι χρηματοδοτικοί φορείς έχουν τη δυνατότητα εντός της παραπάνω προθεσμίας (2 μηνών) να απορρίψουν την αίτηση του οφειλέτη και μην καταθέσουν πρόταση ρύθμισης, γεγονός που συνεπάγεται την περάτωση της διαδικασίας.
- 8. Προστατεύεται η κινητή και ακίνητη περιουσία του οφειλέτη από την υποβολή της αίτησης και για πόσο χρόνο;
Ναι. Από την υποβολή της αίτησης και μέχρι την περάτωση της διαδικασίας (2 μήνες), αναστέλλεται η λήψη αναγκαστικών μέτρων και η συνέχιση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης επί απαιτήσεων (κινητών ή ακινήτων) του οφειλέτη.
Στην περίπτωση υπογραφής σύμβασης αναδιάρθρωσης, δεν είναι επιτρεπτή η επίσπευση αναγκαστικής εκτέλεσης, ενώ αναστέλλονται αυτοδικαίως τα μέτρα, εκκρεμή ή μη, αναγκαστικής εκτέλεσης κατά του οφειλέτη για ικανοποίηση απαιτήσεων που ρυθμίστηκαν από τη σύμβαση αναδιάρθρωσης.
- 9. Τι συνεπάγεται η αθέτηση της σύμβασης αναδιάρθρωσης εκ μέρους του οφειλέτη;
Ο οφειλέτης οφείλει να τηρεί τη ρύθμιση και να καταβάλλει το σύνολο των δόσεων, σύμφωνα με τους όρους της σύμβασης αναδιάρθρωσης.
Σε περίπτωση που καθυστερήσει να καταβάλλει συνολικό ποσό που υπερβαίνει είτε την αξία τριών (3) δόσεων είτε την αξία τουλάχιστον του 3% του συνολικού οφειλόμενου ποσού, τότε οποιοσδήποτε πιστωτής μπορεί να καταγγείλει τη σύμβαση αναδιάρθρωσης. Η καταγγελία συνεπάγεται την απώλεια της ρύθμισης ως προς τον πιστωτή αυτόν, που με τη σειρά της συνεπάγεται την αναβίωση των απαιτήσεων του πιστωτή στο ύψος που είχαν πριν τη σύμβαση, αφαιρουμένων ποσών που τυχόν καταβλήθηκαν στο πλαίσιο της ρύθμισης, οι οποίες καθίσταται έτσι ληξιπρόθεσμες και άμεσα απαιτητές.
- 10. Υπάρχει η δυνατότητα επιδότησης καταβολής δόσεων;
Ο νέος πτωχευτικός νόμος προβλέπει τη δυνατότητα επιδότησης καταβολής δόσεων σε οφειλέτες που έχουν ρυθμίσει ή δεν έχουν καθυστερήσει για χρονικό διάστημα άνω των 90 ημερών τις οφειλές τους προς χρηματοδοτικούς φορείς, το Δημόσιο και Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, για την αποπληρωμή δανείων που εξασφαλίζονται με την κύρια κατοικία τους για πέντε (5) χρόνια από την ημερομηνία της αίτησης.
Οι προϋποθέσεις για τη λήψη επιδότησης είναι σωρευτικά:
1. Ο οφειλέτης να έχει εμπράγματο δικαίωμα, αποκλειστικής ή κατ’ ιδανικό μερίδιο, κυριότητας (πλήρους ή ψιλής) ή επικαρπίας σε ακίνητο, το οποίο αποτελεί την κύρια κατοικία του και βρίσκεται στην Ελλάδα.
2. Πριν την υποβολή της αίτησης επιδότησης, να έχει εγγραφεί για την εξασφάλιση της οφειλής, υποθήκη ή προσημείωση υποθήκης σε ακίνητο, που χρησιμοποιείται ως κύρια κατοικία του οφειλέτη.
3. Οι συνολικές οφειλές προς τους χρηματοδοτικούς φορείς, το Δημόσιο και τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης να είναι τουλάχιστον 20.000 ευρώ.
4. Το υπόλοιπο της οφειλής από δάνειο που εξασφαλίζεται με την κύρια κατοικία, να μην υπερβαίνει το ποσό των 135.000 ευρώ για μονοπρόσωπο νοικοκυριό, το οποίο προσαυξάνεται κατά 20.000 ευρώ για κάθε επιπλέον μέλος, έως του ανώτατου ποσού των 215.000 ευρώ ανά πιστωτή.
5. Το δάνειο δεν έχει καταγγελθεί σε χρονικό διάστημα πέραν του ενός έτους από την υποβολή της αίτησης.
6. Επήλθε μείωση των οικογενειακών εισοδημάτων.
11. Ποιο είναι το μέγιστο ποσό της επιδότησης;
Το μέγιστο ποσό της επιδότησης δόσης για νοικοκυριά που πληρούν τις ανωτέρω προϋποθέσεις ορίζεται:
1. Για τον αιτούντα: 70 ευρώ ανά μήνα
2. Για κάθε επιπλέον μέλος του νοικοκυριού προσαύξηση κατά 35 ευρώ τον μήνα.
3. Στη μονογονεϊκή οικογένεια χορηγείται επιπλέον προσαύξηση 35 ευρώ τον μήνα.
4. Στα νοικοκυριά με απροστάτευτο/α τέκνο/α, χορηγείται επιπλέον προσαύξηση 35 ευρώ τον μήνα για κάθε απροστάτευτο τέκνο.
5. Ως ανώτατο όριο του Επιδόματος Στέγασης ορίζονται τα 210 ευρώ μηνιαίως, ανεξαρτήτως της σύνθεσης του νοικοκυριού.
Περαιτέρω προβλέπεται ότι η επιδότηση δόσης δεν μπορεί να υπερβαίνει τα ακόλουθα όρια:
1. Ποσοστό 80% επί της μηνιαίας δόσης, για εξυπηρετούμενα δάνεια ή δάνεια που παρουσίαζαν καθυστέρηση μέχρι 90 ημέρες κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης εξωδικαστικής ρύθμισης οφειλών
2. Ποσοστό 60% επί της μηνιαίας δόσης, για δάνεια που παρουσίαζαν καθυστέρηση μεγαλύτερη των 90 ημερών κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης εξωδικαστικής ρύθμισης οφειλών
3. Ποσοστό 40% επί της μηνιαίας δόσης, για δάνεια που παρουσίαζαν καθυστέρηση μεγαλύτερη των 90 ημερών και έχουν επιπλέον καταγγελθεί σε χρόνο όχι μεγαλύτερο του ενός (1) έτους προ της υποβολής της αίτησης εξωδικαστικής ρύθμισης οφειλών.
12. Τι ισχύει για τις οφειλές προς το Δημόσιο/Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης;
Το Δημόσιο και οι Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης μπορούν να προβούν είτε σε πολυμερή σύμβαση αναδιάρθρωσης είτε σε διαγραφή οφειλών προς αυτούς.
Στην περίπτωση συμμετοχής του Δημοσίου και των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης σε πολυμερή σύμβαση αναδιάρθρωσης, εφόσον η σύμβαση εγκριθεί από τους χρηματοδοτικούς φορείς και τον οφειλέτη, κοινοποιείται μέσω της ηλεκτρονικής πλατφόρμας στο Δημόσιο και στους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης.
Για να γίνει αποδεκτή από τους τελευταίους θα πρέπει να συντρέχουν ταυτόχρονα τα εξής:
α) οι απαιτήσεις του Δημοσίου/Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης να μην υπερβαίνουν το 1.500.000 ευρώ
β) το Δημόσιο και οι Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης να εκπροσωπούν συνολικά ποσό απαιτήσεων μικρότερο από το σύνολο των απαιτήσεων των συμμετεχόντων χρηματοδοτικών φορέων, και
γ) το περιεχόμενο της σύμβασης να είναι αποτέλεσμα υπολογιστικού εργαλείου (πρόκειται για ένα εργαλείο, η χρήση του οποίου θα υπόκεινται στη διακριτική ευχέρεια των τραπεζών και με βάση αυτό θα καθορίζεται οι δόσεις αποπληρωμής, οι τόκοι κλπ)
δ) για να γίνει αποδεκτή η σύμβαση αναδιάρθρωσης με το Δημόσιο και τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης θα πρέπει να πληρεί επιπλέον τις εξής προϋποθέσεις:
δα) την αποπληρωμή των οφειλών έως 240 δόσεις
δβ) να μην ρυθμίζονται εκ νέου οφειλές, που έχουν τύχει ρύθμισης μέσω του Εξωδικαστικού Μηχανισμού Ρύθμισης Οφειλών του νέου πτωχευτικού νόμου (4738/2020) ή του Εξωδικαστικό Μηχανισμό Ρύθμισης Οφειλών Επιχειρήσεων (ν. 4469/2017)
δγ) η τμηματική αποπληρωμή των οφειλών ανά χρονικά διαστήματα να μην υπερβαίνουν τον μήνα
δδ) η μηνιαία δόση να είναι άνω των 50 ευρώ
δε) δεν παρέχεται περίοδος χάριτος για την αποπληρωμή
δστ) η ικανοποίηση των απαιτήσεων να γίνεται μόνο με την παροχή χρηματικών ποσών και όχι με άλλα ανταλλάγματα.
ΙΙ. Πτωχεύσεις μικρού αντικειμένου
Για τις πτωχεύσεις μικρού αντικειμένου προβλέπεται απλοποιημένη διαδικασία.
- 1. Τι ορίζεται ως πτώχευση μικρού αντικειμένου;
Ως πτώχευση μικρού αντικειμένου στα φυσικά πρόσωπα λαμβάνεται ως κριτήριο η περιουσία του προσώπου. Σημειώνεται ότι για τα φυσικά πρόσωπα η αξία των περιουσιακών στοιχείων δεν θα πρέπει να υπερβαίνει τις 350.000 ευρώ. Ειδικότερα, η αξία της ακίνητης περιουσίας των φυσικών προσώπων υπολογίζεται με βάση τη φορολογητέα αξία υπολογισμού του ΕΝ.Φ.Ι.Α.
Για τα νομικά πρόσωπα, ως πτωχεύσεις μικρού αντικειμένου ορίζονται εκείνες, στις οποίες ο οφειλέτης (νομικό πρόσωπο) πληρεί ένα από τα κριτήρια προσδιορισμού της πολύ μικρής οντότητας (άρθρο 2 του ν. 4308/2014) και ειδικότερα: α) Σύνολο ενεργητικού (περιουσιακών στοιχείων): 350.000 ευρώ, β) Καθαρό ύψος κύκλου εργασιών: 700.000 ευρώ, γ) Μέσος όρος απασχολουμένων κατά τη διάρκεια της περιόδου: 10 άτομα.
- 2. Υπό ποία προϋπόθεση κηρύσσεται ένας οφειλέτης (φυσικό πρόσωπο ή πολύ μικρή νομική οντότητα) σε πτώχευση και ποιο είναι το αρμόδιο δικαστήριο;
Προϋπόθεση κήρυξης σε πτώχευση είναι η παύση πληρωμών, η οποία θεωρείται δεδομένη, όταν ο οφειλέτης δεν καταβάλλει τις ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις του προς το Δημόσιο, τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης ή πιστωτικά ή χρηματοδοτικά ιδρύματα, σε ύψος τουλάχιστον 60% των συνολικών ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεών του για περίοδο τουλάχιστον 6 μηνών, εφόσον η μη εξυπηρετούμενη υποχρέωσή του υπερβαίνει το ποσό των 30.000 ευρώ. Η επιλεκτική εκπλήρωση ληξιπρόθεσμων χρηματικών υποχρεώσεων δεν αίρει την παύση πληρωμών, η οποία μπορεί να συνίσταται και στην αδυναμία εκπλήρωσης ακόμα και μίας σημαντικής ληξιπρόθεσμης χρηματικής οφειλής.
Αρμόδιο δικαστήριο είναι το Ειρηνοδικείο στην περιφέρεια του οποίου ο οφειλέτης έχει την κατοικία του ή, σε περίπτωση νομικού προσώπου, στην περιφέρεια όπου βρίσκεται το κέντρο των κυρίων συμφερόντων του.
- 3. Η απόφαση του δικαστηρίου επί της πτώχευσης μικρού αντικειμένου μπορεί να αμφισβητηθεί;
Υπάρχει δυνατότητα αμφισβήτησης της απόφασης που κηρύσσει την πτώχευση, με το ένδικο μέσο της έφεσης.
- 4. Ποια διαδικασία προβλέπεται για τις πτωχεύσεις μικρού αντικειμένου;
Η αίτηση πτώχευσης κατατίθεται ηλεκτρονικά μέσω του Ηλεκτρονικού Μητρώου Φερεγγυότητας είτε από οποιονδήποτε πιστωτή είτε από τον οφειλέτη και δημοσιοποιείται για χρονικό διάστημα 30 ημερών.
Αν μέσα σε χρονικό διάστημα 30 ημερών από τη δημοσιοποίηση της αίτησης πτώχευσης δεν υποβληθεί παρέμβαση κατά αυτής, ή υποβληθεί, αλλά αφορά μόνο τον διορισμό συνδίκου, η αίτηση γίνεται δεκτή με μόνη τη διαπίστωση παρέλευσης του χρονικού διαστήματος από το πτωχευτικό δικαστήριο.
Αν η αίτηση κατατεθεί από τον οφειλέτη, θα πρέπει παράλληλα να υποβάλλει σε πρωτότυπο, γραμμάτιο κατάθεσης του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων 250 ευρώ για την αντιμετώπιση των πρώτων εξόδων της πτώχευσης, με εξαίρεση α) ανεξασφάλιστα περιουσιακά στοιχεία μικρής αξίας και β) το ετήσιο εισόδημά τους να μην υπερβαίνει τις εύλογες δαπάνες διαβίωσης.
Οι οφειλέτες-φυσικά πρόσωπα ή νομικά πρόσωπα που δεν δημοσιεύουν χρηματοοικονομικές καταστάσεις, καταθέτουν υποχρεωτικά:
α) τελευταία δήλωση φόρου εισοδήματος
β) δήλωση στοιχείων ακινήτων
γ) αν ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα, κατάσταση οικονομικών στοιχείων
δ) κατάσταση του συνόλου των πιστωτών
ε) βεβαίωση της αρμόδιας οικονομικής υπηρεσίας για τα χρέη του οφειλέτη προς το Δημόσιο και δυνητικά κάθε άλλο έγγραφο που υποστηρίζει τα παρεχόμενα από τον οφειλέτη στοιχεία.
- 5. Ποιες είναι οι συνέπειες της πτώχευσης μικρού αντικειμένου;
Η απαλλαγή οφειλών επέρχεται:
α) σε 1 έτος μετά την έκδοση της σχετικής δικαστικής απόφασης, στην περίπτωση που ο οφειλέτης διαθέτει περιουσία την οποία και θα απολέσει κατά την πτώχευση. Σε αυτή την περίπτωση ο οφειλέτης καλείται να πληρώνει στους πιστωτές για 1 έτος το ποσό των εισοδημάτων του που υπερβαίνει το 5-πλάσιο των εύλογων δαπανών διαβίωσης.
ή
β) σε 3 έτη μετά την έκδοση της σχετικής δικαστικής απόφασης, στην περίπτωση που ο οφειλέτης δεν διαθέτει περιουσία ή διαθέτει περιουσία μικρής αξίας την οποία και θα απολέσει κατά την πτώχευση. Σε αυτή την περίπτωση ο οφειλέτης καλείται να πληρώνει στους πιστωτές για 3 έτη το ποσό των εισοδημάτων του που υπερβαίνει τις εύλογες δαπάνες διαβίωσης.
Σημειώνεται ότι ο οφειλέτης δεν υποχρεούται να πληρώσει στους πιστωτές ποσά που είναι ακατάσχετα (π.χ. οριζόντιο ακατάσχετο, ακατάσχετα κοινωνικά επιδόματα, ακατάσχετες αγροτικές επιδοτήσεις).
Ο οφειλέτης δεν απαλλάσσεται για:
1. οφειλές που δημιουργήθηκαν μετά την υποβολή αίτησης πτώχευσης
2. οφειλές από δόλο ή βαρεία αμέλεια που προκάλεσε θάνατο ή σωματική βλάβη προσώπου
3. οφειλές από τα αδικήματα της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα και της τρομοκρατίας
4. οφειλές διατροφής.
ΙII. Ευάλωτοι οφειλέτες
- 1. Ποιοι ορίζονται ως “ευάλωτοι οφειλέτες”;
Στην κατηγορία των ευάλωτων οφειλετών ανήκουν τα φυσικά πρόσωπα τα οποία είναι δικαιούχοι του επιδόματος Στέγασης. Ειδικότερα, θα πρέπει να πληρούν ορισμένα εισοδηματικά και περιουσιακά στοιχεία, όπως λ.χ συνολικό ετήσιο εισόδημα 7.000 €, προσαυξανόμενο κατά 3.500€, για κάθε επιπλέον μέλος με ανώτατο όριο τα 21.000€, συνολική φορολογητέα αξία ακίνητης περιουσίας -βάσει του τελευταίου εκκαθαριστικού ΕΝΦΙΑ-120.000 €, προσαυξανόμενο κατά 15.000 € για κάθε επιπλέον μέλος με ανώτατο όριο τα 180.000 €, σύνολο τραπεζικών καταθέσεων 7.000 €, προσαυξανόμενο κατά 3.500 € για κάθε επιπλέον μέλος με ανώτατο όριο τα 21.000 €. Επίσης θα πρέπει να πληρούται και το κριτήριο της νόμιμης και μόνιμης διαμονής κατά τα τελευταία 5 έτη στην ελληνική επικράτεια.
Τονίζεται ότι, αν ο ευάλωτος οφειλέτης καταρτίσει μίσθωση για την κύρια κατοικία του, το επίδομα στέγασης καταβάλλεται στον Φορέα Απόκτησης και Επαναμίσθωσης ως μερική εξόφληση του μισθώματος.
- 2. Τι προβλέπει ο νέος νόμος για τους ευάλωτους οφειλέτες;
Οι ευάλωτοι οφειλέτες, οι οποίοι είτε κηρύχθηκαν σε πτώχευση είτε επισπεύδεται σε βάρος της κύριας κατοικίας τους αναγκαστική εκτέλεση από ενυπόθηκο ή προσημειούχο πιστωτή, έχουν τη δυνατότητα να μεταβιβάσουν ή να μισθώσουν, κατόπιν σχετικού αιτήματος, την κύρια κατοικία τους σε φορέα απόκτησης και επαναμίσθωσης.
- 3. Πώς ορίζεται ο Φορέας Απόκτησης και Επαναμίσθωσης;
Ο φορέας θα είναι ένα νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου (ΝΠΙΔ), στο οποίο θα παραχωρούνται από το Δημόσιο βάσει σύμβασης παραχώρησης τα καθήκοντα και οι αρμοδιότητές του. Ειδικότερα, θα αναλαμβάνει την απόκτηση, τη μίσθωση και τη μεταβίβαση της κύριας κατοικίας του ευάλωτου οφειλέτη.
- 4. Τι προβλέπεται ειδικότερα για τη μίσθωση της κύριας κατοικίας;
Η διάρκεια της μίσθωσης ορίζεται σε 12 έτη και μπορεί να καταγγελθεί, εφόσον ο μισθωτής καθυστερήσει να καταβάλλει τρία (3) μισθώματα. Η καταγγελία της μίσθωσης συνεπάγεται την απώλεια του δικαιώματος επαναγοράς.
Εφόσον, ο μισθωτής (ή οι νόμιμοι διάδοχοί του) καταβάλλει το σύνολο των μισθωμάτων, τότε μπορεί να ασκήσει το δικαίωμα επαναγοράς και να αποκτήσει έναντι τιμήματος την κυριότητα της κύριας κατοικίας, που είχε μεταβιβαστεί στον φορέα. Αν το δικαίωμα αυτό ασκηθεί πριν τη λήξη της μίσθωσης, τότε ο μισθωτής οφείλει να καταβάλλει στον φορέα την τρέχουσα αξία των μισθωμάτων που οφείλονται μέχρι τη λήξη της μίσθωσης (των 12 ετών) επιπλέον του τιμήματος επαναγοράς.
ΙV. Πτώχευση φυσικού/νομικού προσώπου
- 1. Ποιος έχει πτωχευτική ικανότητα σύμφωνα με το νέο νόμο;
Με τον νέο πτωχευτικό νόμο, εκτός από τα νομικά πρόσωπα που επιδιώκουν οικονομικό σκοπό, αποκτούν πτωχευτική ικανότητα και τα φυσικά πρόσωπα.
- 2. Υπό ποιες προϋποθέσεις κηρύσσεται φυσικό ή νομικό πρόσωπο σε πτώχευση;
Σε πτώχευση κηρύσσεται ο οφειλέτης που βρίσκεται σε αδυναμία πληρωμών, δηλαδή εκείνος που αδυνατεί να εκπληρώσει τις ληξιπρόθεσμες χρηματικές υποχρεώσεις του κατά τρόπο γενικό και μόνιμο. Κατά τεκμήριο, ο οφειλέτης βρίσκεται σε παύση πληρωμών όταν αδυνατεί να αποπληρώσει είτε προς το Δημόσιο και τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης είτε προς τα χρηματοδοτικά ιδρύματα το 40% τουλάχιστον των συνολικών του υποχρεώσεων για περίοδο τουλάχιστον 6 μηνών και η μη εξυπηρετούμενη υποχρέωσή του υπερβαίνει το ποσό των 30.000 ευρώ.
- 3. Τι ανήκει στην πτωχευτική περιουσία;
Στην πτωχευτική περιουσία περιλαμβάνεται το σύνολο της περιουσίας που ανήκει στον οφειλέτη κατά την κήρυξη της πτώχευσης, οπουδήποτε και αν βρίσκεται. Αν ο οφειλέτης είναι φυσικό πρόσωπο, στην πτωχευτική περιουσία από την κήρυξη της πτώχευσης μέχρι την απαλλαγή, ανήκει το μέρος του ετήσιου εισοδήματός του, αφαιρουμένων των φόρων και των ασφαλιστικών εισφορών, που υπερβαίνει το ποσό των ετήσιων ευλόγων δαπανών διαβίωσης ή το του δωδεκαπλάσιου του ακατάσχετου, όποιο είναι υψηλότερο εκ των δύο.
Τα ετήσια εισοδήματα του οφειλέτη ανεξαρτήτως ύψους, μπορούν με αίτησή του να εξαιρεθούν από την πτωχευτική περιουσία, όταν το δικαστήριο διαπιστώσει ότι η πτωχευτική περιουσία περιλαμβάνει την κύρια κατοικία ή/και άλλα περιουσιακά στοιχεία που υπερβαίνουν το 10% των συνολικών του υποχρεώσεων και η ελάχιστη αξία τους δεν υπολείπεται των 100.000 ευρώ, με εξαίρεση όσα αποκτήθηκαν το τελευταίο ένα έτος πριν την υποβολή αίτησης πτώχευσης.
- 4. Τι δεν ανήκει στην πτωχευτική περιουσία;
Στην πτωχευτική περιουσία δεν περιλαμβάνεται η περιουσία που αποκτά ο οφειλέτης μετά την κήρυξη της πτώχευσης.
Επίσης, τονίζεται ότι δεν ανήκουν στην πτωχευτική περιουσία τα ακατάσχετα ή εξαιρούμενα με ειδικές νομοθετικές διατάξεις περιουσιακά στοιχεία και εισοδήματα του οφειλέτη. Συνεπώς, εξακολουθούν να είναι ακατάσχετα οι μισθοί, οι συντάξεις και οι ασφαλιστικές παροχές, όπως ορίζει το δικονομικό δίκαιο και άλλες διατάξεις.
- 5. Ποιο δικαστήριο είναι αρμόδιο για την κήρυξη της πτώχευσης;
Αρμόδιο πτωχευτικό δικαστήριο είναι το Πολυμελές Πρωτοδικείο, στην περιφέρεια του οποίου το φυσικό πρόσωπο έχει την κατοικία του ή σε περίπτωση νομικού προσώπου, το κέντρο των κύριων συμφερόντων του και ειδικότερα ο τόπος της καταστατικής του έδρας.
- 6. Η απόφαση του δικαστηρίου επί της πτώχευσης μπορεί να αμφισβητηθεί;
Έναντι της απόφασης που κηρύσσει την πτώχευση, είναι δυνατό να ασκηθεί είτε ανακοπή είτε αίτηση ανάκλησης.
- 7. Ποιες είναι οι συνέπειες για τον οφειλέτη μετά την περάτωσή της πτώχευσης;
Μετά την περάτωση της πτωχευτικής διαδικασίας, ο οφειλέτης απαλλάσσεται πλήρως από κάθε οφειλή προς τους πιστωτές του.
Στο σημείο αυτό διακρίνουμε τους οφειλέτες που διαθέτουν περιουσιακά στοιχεία από εκείνους που δεν διαθέτουν:
Σε περίπτωση που ο οφειλέτης δεν διαθέτει περιουσία ή διαθέτει περιουσία μικρής αξίας, την οποία θα απολέσει κατά την πτώχευση, η απαλλαγή επέρχεται 3 έτη από την ημερομηνία κήρυξης της πτώχευσης ή της καταχώρησης του ονόματός του στο Ηλεκτρονικό Μητρώο Φερεγγυότητας. Σε αυτή την περίπτωση ο οφειλέτης καλείται να πληρώνει στους πιστωτές για 3 έτη το ποσό των εισοδημάτων του που υπερβαίνει τις εύλογες δαπάνες διαβίωσης.
Σε περίπτωση που ο οφειλέτης διαθέτει περιουσία (κύρια κατοικία ή/και άλλα πάγια περιουσιακά στοιχεία που υπερβαίνουν σε αξία το 10% των συνολικών τους υποχρεώσεων και η ελάχιστη αξία τους δεν υπολείπεται των 100.000 Ευρώ), τότε η απαλλαγή επέρχεται ένα έτος (1) από την ημερομηνία κήρυξης της πτώχευσης ή της καταχώρησης του ονόματός του στο Ηλεκτρονικό Μητρώο Φερεγγυότητας. Σε αυτή την περίπτωση ο οφειλέτης καλείται να πληρώνει στους πιστωτές για 1 έτος το ποσό των εισοδημάτων του που υπερβαίνει το 5-πλάσιο των εύλογων δαπανών διαβίωσης.
Τα ποσά των εισοδημάτων που θα κληθεί να καταβάλλει ο οφειλέτης στους πιστωτές του και στις δύο ως άνω περιπτώσεις καθορίζονται με απόφαση του πτωχευτικού δικαστηρίου.
- 8. Η απαλλαγή του αρχικού οφειλέτη απαλλάσσει και τους συνοφειλέτες/ εγγυητές;
Και μετά την πτώχευση οι συνοφειλέτες/ εγγυητές συνεχίζουν να ευθύνονται έναντι του πιστωτή, ανεξαρτήτως τυχόν απαλλαγής του αρχικού οφειλέτη.
ΠΗΓΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου