Στο στόχαστρο των ερευνών οι κλάδοι εστίασης και τουρισμού, δηλώνει ο επικεφαλής του SSM Αντρέα Ενρία
Ελεγκτικό «σαφάρι» έχει αρχίσει ο Ενιαίος Εποπτικός Μηχανισμός (SSM) της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, για να διαπιστώσει αν οι μεγάλες τράπεζες της ευρωζώνης, μεταξύ των οποίων και οι τέσσερις συστημικές της Ελλάδας, έχουν στα χαρτοφυλάκιά τους κρυμμένα κόκκινα δάνεια. Οι έρευνες, μάλιστα, εστιάζονται σε δάνεια επιχειρηματικών κλάδων υψηλού ενδιαφέροντος για τις ελληνικές τράπεζες.
Ο επικεφαλής του SSM, Αντρέα Ενρία, αποκάλυψε, μιλώντας στο Reuters, ότι υπάρχουν επιχειρηματικοί κλάδοι με προβλήματα στην κατηγοριοποίηση των δανείων τους, δηλαδή στο αν οι τράπεζες τα κατάσσουν ορθά στην πρώτη (εξυπηρετούμενα), δεύτερη (με μικρή καθυστέρηση, έως 30 ημερών) ή στην τρίτη κατηγορία των λογιστικών προτύπων (μη εξυπηρετούμενα - καθυστέρηση άνω των 90 ημερών).
Απαντώντας σε σχετική ερώτηση, ο Ενρία τόνισε ότι γίνεται σε βάθος έρευνα από τον SSM για την έκθεση των τραπεζών σε ορισμένους κλάδους. Όπως είπε, οι επόπτες γνωρίζουν ότι η κρίση έχει χτυπήσει σκληρά ορισμένους κλάδους, για τους οποίους γίνεται ειδική ανάλυση.
«Αρχίσαμε με τους κλάδους εστίασης και ξενοδοχείων και τώρα σχεδιάζουμε να επεκτείνουμε την έρευνα στον κλάδο των εμπορικών ακινήτων», είπε ο επικεφαλής του SSM. Σημειώνεται ότι και στους τρεις αυτούς κλάδους, που πλήττονται από την πανδημία, οι ελληνικές τράπεζες έχουν υψηλό βαθμό έκθεσης. Αργότερα, εφόσον υπάρχει δυνατότητα, ο Ενρία τονίζει ότι θα γίνουν έρευνες και για τον κλάδου του εμπορίου.
Οι αδυναμίες των τραπεζών
Οι έρευνες ως τώρα έχουν ενδιαφέροντα ευρήματα. Διαπιστώνεται ότι οι τράπεζες
- δεν έχουν αναθεωρήσει με ικανοποιητικό τρόπο τους δείκτες που χρησιμοποιούν για να αξιολογούν τον κίνδυνο των δανείων
- δεν μπόρεσαν να δημιουργήσουν δείκτες που να δείχνουν τις πιθανότητες αθέτησης υποχρεώσεων από δανειολήπτες μετά τη λήξη των αναστολών πληρωμής και των μέτρων στήριξης
- δεν είναι σε θέση να αξιολογήσουν τους κινδύνους στα ρυθμισμένα δάνεια και σε εκείνα που βρίσκονται στην κατηγορία χαμηλής πιθανότητας εξυπηρέτησης. Αυτό σημαίνει ότι τα δανειακά τους χαρτοφυλάκια πιθανότατα είναι πολύ πιο κόκκινα από όσο παρουσιάζονται.
Ο Ενρία τονίζει ότι είναι ανησυχητικό πως πολλά δάνεια περνούν κατευθείαν από το Στάδιο 1 των λογιστικών προτύπων στο Στάδιο 3, δηλαδή γίνονται ξαφνικά από εξυπηρετούμενα, μη εξυπηρετούμενα. Αυτό σημαίνει ότι οι τράπεζες καθυστερούν να αναγνωρίσουν τα προβλήματα και δεν παίρνουν έγκαιρα μέτρα για να διαχειρισθούν ή να αναδιαρθρώσουν τα δάνεια, αμέσως μόλις γίνονται αντιληπτά τα προβλήματα του δανειολήπτη.
Μάλιστα, ο Ενρία δεν αποκλείει το ενδεχόμενο να υπάρχουν περιπτώσεις τραπεζών, ανάμεσα στις 115 που εποπτεύονται συνολικά από την ΕΚΤ, οι οποίες ακολουθούν σκόπιμα πρακτικές "εξωραϊσμού" της εικόνας των χαρτοφυλακίων τους. Εκτιμάται πάντως ότι στις περισσότερες περιπτώσεις οι τράπεζες προτιμούν να ακολουθούν μια παρελκυστική πολιτική, περιμένοντας ότι θα βελτιωθούν οι οικονομικές συνθήκες και δεν θα χρειασθεί να αναγνωρίσουν κάποια κόκκινα δάνεια.
Η ΤτΕ τα βλέπει, αλλά...
Σημειώνεται ότι στην Ελλάδα παρατηρείται επίσης μια ένταση στις σχέσεις της κεντρικής τράπεζας και των εμπορικών τραπεζών, όσον αφορά τις εκτιμήσεις για τα κόκκινα δάνεια και τις προβλέψεις που θα χρειασθεί να εγγράψουν οι τράπεζες. Το τελευταίο διάστημα, ο Γιάννης Στουρνάρας επιμένει να «αδειάζει» τους τραπεζίτες, εκτιμώντας ότι τα νέα μη εξυπηρετούμενα δάνεια που θα δημιουργήσει η κρίση της πανδημίας θα είναι έως και διπλάσιου ύψους από όσο εκτιμούν οι τράπεζες. Παράλληλα, αμφισβητεί ότι είναι επαρκείς οι προβλέψεις που έχουν σχηματίσει οι τράπεζες για τον πιστωτικό κίνδυνο, παρότι σχεδόν διαπλασιάσθηκαν το 2020 και τις οδήγησαν σε ζημιές.
Δίνοντας πρόσφατα στη δημοσιότητα την έκθεση του διοικητή για το 2020, ο κ. Στουρνάρας παρέμεινε σταθερός στην πρόβλεψή του, όπως αυτή προκύπτει από τα μοντέλα της Τράπεζας της Ελλάδος, για νέα κόκκινα δάνεια 8 - 10 δισ. ευρώ λόγω της πανδημίας.
Εχει ιδιαίτερη σημασία ότι αυτή η άποψη διατυπώθηκε και μετά τις ανακοινώσεις όλων των συστημικών τραπεζών κατά την παρουσίαση των οικονομικών αποτελεσμάτων τους για το 2020, από τις οποίες εξάγονται καθησυχαστικά συμπεράσματα, καθώς εκτιμούν ότι τα νέα προβληματικά δάνεια δεν θα ξεπεράσουν τα 4 - 5 δισ. ευρώ.
Στην έκθεση, υπογραμμίζεται ότι:
- «Οι συνέπειες της πανδημίας στον τραπεζικό τομέα αναμένεται να ενταθούν το 2021. Η επίπτωση αφορά κυρίως τη δημιουργία νέων Μη Εξυπηρετούμενων Δανείων (...). Η Τράπεζα της Ελλάδος έχει προβλέψει ότι το 2021 θα δημιουργηθούν νέα ΜΕΔ ύψους 8-10 δισεκ. ευρώ. Οι τράπεζες επομένως θα πρέπει να επανεξετάσουν την επάρκεια των προβλέψεών τους έναντι του πιστωτικού κινδύνου. Αν και το ποσοστό κάλυψης από προβλέψεις βρίσκεται στα ίδια επίπεδα με το μέσο όρο της ΕΕ, είναι χαμηλότερο από το αντίστοιχο κρατών-μελών με υψηλό λόγο ΜΕΔ.
- Περίπου το 1/3 των δανείων που τελούν σε αναστολή πληρωμών κατατάσσεται στην κατηγορία δανείων που εμφανίζουν σημαντική αύξηση κινδύνου (στάδιο 2 βάσει του ΔΠΧΑ 9)».
Οι κίνδυνοι και οι κεφαλαιακές ανάγκες
Η κύρια πηγή κινδύνου για τις τράπεζες είναι τα δάνεια που τέθηκαν σε αναστολή το 2020 λόγω της πανδημίας. Επίσης, τα δάνεια που βρίσκονται σε κάποιου είδους ρύθμιση είναι πολλά και έχουν υψηλό κίνδυνο να γίνουν κόκκινα, όχι μόνο λόγω των επιδράσεων της πανδημίας, αλλά και επειδή κατά παράδοση οι τράπεζες δείχνουν πολύ χαμηλή αποτελεσματικότητα στη ρύθμιση δανείων.
Όπως σημειώνει ο κ. Στουρνάρας, «επί του συνόλου των δανείων, εξυπηρετούμενων και μη, σε καθεστώς ρύθμισης υπάγεται περίπου το 1/5. Επισημαίνεται ότι υψηλό ποσοστό των δανείων που είχαν τεθεί σε καθεστώς ρύθμισης εμφάνισε και πάλι καθυστέρηση, και μάλιστα σε αρκετές περιπτώσεις η εξέλιξη αυτή παρατηρήθηκε σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα μετά την εφαρμογή της ρύθμισης».
Όσον αφορά τον σχηματισμό νέων προβλέψεων, οι οποίες επιβαρύνουν την κερδοφορία των τραπεζών, εντύπωση προκαλεί η προτροπή Στουρνάρα στις διοικήσεις να επανεξετάσουν την κεφαλαιακή επάρκειά τους, δεδομένου ότι ήδη μέσα στο 2020 οι τράπεζες «μάτωσαν» αρκετά για να σχηματίσουν νέες προβλέψεις, λόγω της πανδημίας.
Τα στοιχεία της ΤτΕ δείχνουν ότι στο 9μηνο του 2020 οι προβλέψεις για τον πιστωτικό κίνδυνο ξεπέρασαν τα 4 δισ. ευρώ, έναντι περίπου 2 δισ. ευρώ το 2019, σημειώνοντας αύξηση κατά 98,4%. Και ήταν ο κύριος παράγοντας που οδήγησε τις τράπεζες σε ζημιές μετά από φόρους 688 εκατ. ευρώ, έναντι κερδών 649 εκατ. ευρώ το 2019.
ΠΗΓΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου