Ανάπτυξη, τράπεζες και άπληστοι κερδοσκόποι
Ο ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομία για τα επόμενα χρόνια θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από τις δυνατότητες των τραπεζών να χρηματοδοτήσουν τον ιδιωτικό τομέα.
Η ανάπτυξη αυτή θα προέλθει από την ευρωπαϊκή χρηματοδότηση που ξεπερνά τα 32 δισ.
ευρώ για τα επόμενα έξι χρόνια, ποσό σημαντικό για τα μεγέθη της ελληνικής οικονομίας.
Προκειμένου όμως να πάρουμε πραγματικά αυτά τα χρήματα στα χέρια μας χρειάζεται να πραγματοποιήσουμε πολύ μεγάλες επενδύσεις. Τα χρήματα για τις επενδύσεις του Δημοσίου θα προέλθουν από επιδοτήσεις, ενώ αυτά για τις ιδιωτικές επενδύσεις από δάνεια. Τα δάνεια στον ιδιωτικό τομέα θα προέλθουν κατά 50% από το Ευρωπαϊκό Ταμείο και κατά 30% από τις τράπεζες. Το υπόλοιπο 20% θα πρέπει να το εισφέρουν οι επιχειρηματίες με δικά τους κεφάλαια.
Και εδώ τίθεται το ερώτημα αν οι τράπεζες είναι σε θέση να δώσουν τόσα δάνεια. Σήμερα δανείζουν με το σταγονόμετρο τις επιχειρήσεις διότι έχουν το πρόβλημα των κόκκινων δανείων. Τα κόκκινα δάνεια ανέρχονται ακόμη -παρά τις πωλήσεις στα ξένα κερδοσκοπικά funds- σε 47,5 δισ. και αντιστοιχούν στο 30% του συνόλου των δανείων, ενώ ο μέσος όρος της Ευρώπης είναι στο 2,8% του συνόλου των δανείων. Γίνεται αμέσως αντιληπτό ότι με τόσο υψηλό ποσοστό κόκκινων δανείων οι τράπεζες δεν μπορούν να χρηματοδοτήσουν την οικονομία επαρκώς. Ο διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας δηλώνει δημοσίως ότι δεν είναι καθόλου ικανοποιημένος από το ύψος των τραπεζικών χρηματοδοτήσεων και ότι πρέπει να αυξηθούν οι χορηγήσεις. Αντιλαμβανόμενος βεβαίως το πρόβλημα των κόκκινων δανείων έχει προτείνει την ίδρυση της bad bank, πρόταση για την οποία η κυβέρνηση δεν έχει πάρει θέση αδιαφορώντας επιδεικτικά - και ακατανόητα. Εάν όμως δεν ληφθεί άμεσα μέριμνα ώστε να εξυγιανθούν οι ισολογισμοί των τραπεζών, η χρηματοδότηση του ιδιωτικού τομέα για να επιταχυνθεί η οικονομική ανάπτυξη δεν μπορεί να γίνει. Και αυτό σημαίνει ότι χωρίς χρηματοδότηση από τις τράπεζες οι μόνες επενδύσεις που μπορεί να γίνουν με ίδια κεφάλαια των επιχειρηματιών είναι καφενεία, μπαρ και, στην καλύτερη περίπτωση, ενοικιαζόμενα δωμάτια και μικρά ακίνητα. Αυτά δεν αρκούν. Οπως και η κυβέρνηση, ο Στουρνάρας υποστηρίζει ότι οι επενδύσεις πρέπει να κινηθούν προς την πράσινη ανάπτυξη, την ψηφιοποίηση της οικονομίας και την τεχνολογική ανάπτυξη, πρέπει να ενισχυθεί η παραγωγή ώστε να αυξηθούν οι εξαγωγές και να βελτιωθούν σημαντικά η παιδεία και η εκπαίδευση τόσο σε επίπεδο γενικής μόρφωσης όσο και σε επίπεδο τεχνολογικών δεξιοτήτων.
Οσο οι τράπεζες παραμένουν εκτός παιχνιδιού και δεν χρηματοδοτούν τον ιδιωτικό τομέα, δεν μπορούμε να εξυπηρετήσουμε αυτούς τους επενδυτικούς στόχους.
Το πρόβλημα των τραπεζών, λοιπόν, είναι το σημαντικότερο της ελληνικής οικονομίας και θα επιλυθεί μέσω αυξήσεων κεφαλαίου σε όποιες τράπεζες χρειάζεται και μέσω της δημιουργίας, αργά ή γρήγορα, bad bank, όπως προτείνουν ο Στουρνάρας και διεθνείς οργανισμοί. Στο σημείο αυτό έχει μεγάλο ενδιαφέρον η άποψη του πρώην προέδρου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και νυν πρωθυπουργού της Ιταλίας Μάριο Ντράγκι, ο οποίος μιλάει ανοιχτά και επίμονα για διαγραφή (κούρεμα) και γενναίες ρυθμίσεις του ιδιωτικού χρέους. Η αλήθεια είναι ότι η ιδανική λύση και για την Ελλάδα θα ήταν αυτή που προτείνει ο Ντράγκι, διότι αυτή εξυγιαίνει την οικονομία και προστατεύει ταυτόχρονα τις τράπεζες. Αυτό χρειάζεται μια μικρή εξήγηση. Η μέθοδος της πώλησης των κόκκινων δανείων από τις τράπεζες σε ξένα κερδοσκοπικά funds που ακολουθείται μέχρι τώρα αποδεικνύεται ιδιαίτερα επιζήμια για όλους. Τα funds αγοράζουν τα ενυπόθηκα κόκκινα δάνεια στο 1/4 της αξίας τους, δηλαδή στο 25% της οφειλής. Η τράπεζα χάνει το 75% της αξίας του δανείου. Στη συνέχεια το fund απαιτεί από τον δανειολήπτη και τους εγγυητές να πληρώσουν το σύνολο του δανείου και «υποχωρεί» στο πλαίσιο της μεταξύ τους διαπραγμάτευσης στο 75% της αξίας του δανείου. Απαιτεί, λοιπόν, να εισπράξει το τριπλάσιο των χρημάτων που πλήρωσε αγοράζοντας το δάνειο, δηλαδή μια απόδοση 300% στο κεφάλαιό του. Ο δανειολήπτης υποτίθεται ότι ευνοείται διότι γλιτώνει το 25% του αρχικού δανείου. Επειδή όμως κανείς δεν είναι σε θέση να πληρώσει άμεσα ολόκληρο αυτό το ποσό, εκβιάζονται με κατάσχεση και πλειστηριασμό της περιουσίας τους ο δανειολήπτης και οι εγγυητές του, που είναι συνήθως κάποιοι αφελείς συγγενείς του. Τέτοιες είναι οι περιπτώσεις των πλειστηριασμών που γίνονται για τα κόκκινα δάνεια. Ενώ, λοιπόν, θεωρητικά η πώληση των κόκκινων δανείων στα funds θα απέμπλεκε το σύστημα από αυτά και θα έδινε ώθηση στην οικονομία, τελικά χάνουν και οι τράπεζες, και οι επιχειρηματίες, και οι εγγυητές, ενώ κερδίζουν τα ξένα funds, τα οποία κερδοσκοπούν εις βάρος όλων και μεταφέρουν το κέρδος τους στο εξωτερικό απογυμνώνοντας την ελληνική οικονομία από κεφάλαια, επιχειρήσεις και προσωπικές περιουσίες. Πρόκειται φυσικά για αισχροκέρδεια με τεράστιες κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις, η οποία λόγω του μεγάλου αριθμού των κόκκινων δανείων παίρνει μαζικές διαστάσεις και απαιτεί πολιτική λύση και ρηξικέλευθες δικαστικές αποφάσεις.
Αν αντί να πουληθούν τα κόκκινα δάνεια στους άπληστους κερδοσκόπους των funds, είχε επιτραπεί στις τράπεζες, χωρίς να διώκονται ποινικά τα στελέχη τους, να προβούν σε γενναίες ρυθμίσεις και διαγραφές μέρους των προβληματικών δανείων, όπως υποστηρίζει ο Ντράγκι, τότε οι τράπεζες θα είχαν εισπράξει, π.χ., το 50% ή και περισσότερο των κόκκινων δανείων αντί για το 25% που πήραν από τα funds, οι περισσότερες επιχειρήσεις που είναι στο κόκκινο θα είχαν διασωθεί και θα αποπλήρωναν κανονικά τα νέα χαμηλότερα και ρυθμισμένα δάνειά τους, οι περιουσίες των αφελών εγγυητών δεν θα κινδύνευαν και η χώρα δεν θα είχε κοινωνικό, οικονομικό και πολιτικό τελικά πρόβλημα από τις κατασχέσεις και τους πλειστηριασμούς.
Για να μπορέσουν, λοιπόν, να εξυγιανθούν οι τράπεζες, χωρίς να υπάρχει πρόβλημα στην οικονομία, πρέπει αφενός να επιλεγούν άλλες λύσεις από την πώληση των κόκκινων δανείων σε ξένους κερδοσκόπους και αφετέρου να ελεγχθούν η απληστία και η αισχροκέρδεια των ξένων funds, οι οποίες είναι καταστροφικές για την οικονομία και την κοινωνία.
Και εδώ τίθεται το ερώτημα αν οι τράπεζες είναι σε θέση να δώσουν τόσα δάνεια. Σήμερα δανείζουν με το σταγονόμετρο τις επιχειρήσεις διότι έχουν το πρόβλημα των κόκκινων δανείων. Τα κόκκινα δάνεια ανέρχονται ακόμη -παρά τις πωλήσεις στα ξένα κερδοσκοπικά funds- σε 47,5 δισ. και αντιστοιχούν στο 30% του συνόλου των δανείων, ενώ ο μέσος όρος της Ευρώπης είναι στο 2,8% του συνόλου των δανείων. Γίνεται αμέσως αντιληπτό ότι με τόσο υψηλό ποσοστό κόκκινων δανείων οι τράπεζες δεν μπορούν να χρηματοδοτήσουν την οικονομία επαρκώς. Ο διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας δηλώνει δημοσίως ότι δεν είναι καθόλου ικανοποιημένος από το ύψος των τραπεζικών χρηματοδοτήσεων και ότι πρέπει να αυξηθούν οι χορηγήσεις. Αντιλαμβανόμενος βεβαίως το πρόβλημα των κόκκινων δανείων έχει προτείνει την ίδρυση της bad bank, πρόταση για την οποία η κυβέρνηση δεν έχει πάρει θέση αδιαφορώντας επιδεικτικά - και ακατανόητα. Εάν όμως δεν ληφθεί άμεσα μέριμνα ώστε να εξυγιανθούν οι ισολογισμοί των τραπεζών, η χρηματοδότηση του ιδιωτικού τομέα για να επιταχυνθεί η οικονομική ανάπτυξη δεν μπορεί να γίνει. Και αυτό σημαίνει ότι χωρίς χρηματοδότηση από τις τράπεζες οι μόνες επενδύσεις που μπορεί να γίνουν με ίδια κεφάλαια των επιχειρηματιών είναι καφενεία, μπαρ και, στην καλύτερη περίπτωση, ενοικιαζόμενα δωμάτια και μικρά ακίνητα. Αυτά δεν αρκούν. Οπως και η κυβέρνηση, ο Στουρνάρας υποστηρίζει ότι οι επενδύσεις πρέπει να κινηθούν προς την πράσινη ανάπτυξη, την ψηφιοποίηση της οικονομίας και την τεχνολογική ανάπτυξη, πρέπει να ενισχυθεί η παραγωγή ώστε να αυξηθούν οι εξαγωγές και να βελτιωθούν σημαντικά η παιδεία και η εκπαίδευση τόσο σε επίπεδο γενικής μόρφωσης όσο και σε επίπεδο τεχνολογικών δεξιοτήτων.
Οσο οι τράπεζες παραμένουν εκτός παιχνιδιού και δεν χρηματοδοτούν τον ιδιωτικό τομέα, δεν μπορούμε να εξυπηρετήσουμε αυτούς τους επενδυτικούς στόχους.
Το πρόβλημα των τραπεζών, λοιπόν, είναι το σημαντικότερο της ελληνικής οικονομίας και θα επιλυθεί μέσω αυξήσεων κεφαλαίου σε όποιες τράπεζες χρειάζεται και μέσω της δημιουργίας, αργά ή γρήγορα, bad bank, όπως προτείνουν ο Στουρνάρας και διεθνείς οργανισμοί. Στο σημείο αυτό έχει μεγάλο ενδιαφέρον η άποψη του πρώην προέδρου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και νυν πρωθυπουργού της Ιταλίας Μάριο Ντράγκι, ο οποίος μιλάει ανοιχτά και επίμονα για διαγραφή (κούρεμα) και γενναίες ρυθμίσεις του ιδιωτικού χρέους. Η αλήθεια είναι ότι η ιδανική λύση και για την Ελλάδα θα ήταν αυτή που προτείνει ο Ντράγκι, διότι αυτή εξυγιαίνει την οικονομία και προστατεύει ταυτόχρονα τις τράπεζες. Αυτό χρειάζεται μια μικρή εξήγηση. Η μέθοδος της πώλησης των κόκκινων δανείων από τις τράπεζες σε ξένα κερδοσκοπικά funds που ακολουθείται μέχρι τώρα αποδεικνύεται ιδιαίτερα επιζήμια για όλους. Τα funds αγοράζουν τα ενυπόθηκα κόκκινα δάνεια στο 1/4 της αξίας τους, δηλαδή στο 25% της οφειλής. Η τράπεζα χάνει το 75% της αξίας του δανείου. Στη συνέχεια το fund απαιτεί από τον δανειολήπτη και τους εγγυητές να πληρώσουν το σύνολο του δανείου και «υποχωρεί» στο πλαίσιο της μεταξύ τους διαπραγμάτευσης στο 75% της αξίας του δανείου. Απαιτεί, λοιπόν, να εισπράξει το τριπλάσιο των χρημάτων που πλήρωσε αγοράζοντας το δάνειο, δηλαδή μια απόδοση 300% στο κεφάλαιό του. Ο δανειολήπτης υποτίθεται ότι ευνοείται διότι γλιτώνει το 25% του αρχικού δανείου. Επειδή όμως κανείς δεν είναι σε θέση να πληρώσει άμεσα ολόκληρο αυτό το ποσό, εκβιάζονται με κατάσχεση και πλειστηριασμό της περιουσίας τους ο δανειολήπτης και οι εγγυητές του, που είναι συνήθως κάποιοι αφελείς συγγενείς του. Τέτοιες είναι οι περιπτώσεις των πλειστηριασμών που γίνονται για τα κόκκινα δάνεια. Ενώ, λοιπόν, θεωρητικά η πώληση των κόκκινων δανείων στα funds θα απέμπλεκε το σύστημα από αυτά και θα έδινε ώθηση στην οικονομία, τελικά χάνουν και οι τράπεζες, και οι επιχειρηματίες, και οι εγγυητές, ενώ κερδίζουν τα ξένα funds, τα οποία κερδοσκοπούν εις βάρος όλων και μεταφέρουν το κέρδος τους στο εξωτερικό απογυμνώνοντας την ελληνική οικονομία από κεφάλαια, επιχειρήσεις και προσωπικές περιουσίες. Πρόκειται φυσικά για αισχροκέρδεια με τεράστιες κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις, η οποία λόγω του μεγάλου αριθμού των κόκκινων δανείων παίρνει μαζικές διαστάσεις και απαιτεί πολιτική λύση και ρηξικέλευθες δικαστικές αποφάσεις.
Αν αντί να πουληθούν τα κόκκινα δάνεια στους άπληστους κερδοσκόπους των funds, είχε επιτραπεί στις τράπεζες, χωρίς να διώκονται ποινικά τα στελέχη τους, να προβούν σε γενναίες ρυθμίσεις και διαγραφές μέρους των προβληματικών δανείων, όπως υποστηρίζει ο Ντράγκι, τότε οι τράπεζες θα είχαν εισπράξει, π.χ., το 50% ή και περισσότερο των κόκκινων δανείων αντί για το 25% που πήραν από τα funds, οι περισσότερες επιχειρήσεις που είναι στο κόκκινο θα είχαν διασωθεί και θα αποπλήρωναν κανονικά τα νέα χαμηλότερα και ρυθμισμένα δάνειά τους, οι περιουσίες των αφελών εγγυητών δεν θα κινδύνευαν και η χώρα δεν θα είχε κοινωνικό, οικονομικό και πολιτικό τελικά πρόβλημα από τις κατασχέσεις και τους πλειστηριασμούς.
Για να μπορέσουν, λοιπόν, να εξυγιανθούν οι τράπεζες, χωρίς να υπάρχει πρόβλημα στην οικονομία, πρέπει αφενός να επιλεγούν άλλες λύσεις από την πώληση των κόκκινων δανείων σε ξένους κερδοσκόπους και αφετέρου να ελεγχθούν η απληστία και η αισχροκέρδεια των ξένων funds, οι οποίες είναι καταστροφικές για την οικονομία και την κοινωνία.
πηγη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου