Δυο είναι τα μεγαλύτερα μυστήρια στην ζωή μας. Το χρήμα και η αγάπη. Για το τι είναι αγάπη έχουν γραφεί άπειρα τραγούδια, βιβλία, ταινίες. Έχει διερευνηθεί σε όλα τα επίπεδα. Καμία σχέση με το χρήμα. Αυτό δεν είναι θέμα που εμπνέει καλλιτεχνικά. Ούτε όμως εκπαιδευτικά. Σε καμία βαθμίδα της εκπαίδευσης δεν μαθαίνουμε τίποτα για αυτό. Σαν να μην υπάρχει, σαν να μην επηρεάζει τόσο καθοριστικά τη ζωή μας.
Η ερώτηση «από που προέρχονται τα χρήματα», μας φέρνει την εικόνα ενός νομισματοκοπείου. Πρέσες που τυπώνουν ατελείωτα κολλαριστά χαρτονομίσματα σε κάποιο υπόγειο. Η κυβέρνηση δημιουργεί χρωματιστά παραλληλόγραμμα χαρτάκια, ανακοινώνει πως έχουν αξία κι έπειτα τα χρησιμοποιεί ως μονάδα μέτρησης της αξίας των υπολοίπων αγαθών και υπηρεσιών. Πως τα καταφέρνει; Επειδή διαθέτει την εξουσία να αναγκάζει τους πολίτες να πληρώνουν φόρους χρησιμοποιώντας αποκλειστικά και μόνο τις συγκεκριμένες νομισματικές μονάδες. Έτσι τα χαρτιά αυτά αποκτούν πραγματική αξία και οι πεποιθήσεις των κυβερνητικών αξιωματούχων δικαιώνονται.
Η κατοχή και η διακίνηση του κρατικού νομίσματος γίνεται υποχρεωτικά. Κανείς δεν μας ρώτησε όπως δεν έχει ρωτήσει ποτέ κανένα κράτος, τους κατοίκους του αν θέλουν να χρησιμοποιούν το νόμισμα που εκδίδει. Γιατί; Επειδή από την στιγμή που η κυβέρνηση ελέγχει τη δημιουργία και τον καταμερισμό των χαρτονομισμάτων, η εξουσία της μεγαλώνει. Αν κάποιος διαμαρτυρηθεί ισχυριζόμενος πως πρόκειται για απλά χαρτιά που τους δόθηκε αυθαίρετα αξία, με τους μόνους με τους οποίους θα μπορεί να συζητήσει περί οικονομικής ελευθερίας, θα είναι οι συγκρατούμενοί του.
Εκτός από το ότι δεν μας δόθηκε το δικαίωμα της επιλογής νομίσματος, δεν έχουμε λόγο ούτε για την νομισματική πολιτική που ακολουθείται. Την αποφασίζουν κάποιοι άλλοι από εμάς, για εμάς. Δεν αμφισβητείται η κρίση των ειδικών, καθώς είναι ένα θέμα πολύ «τεχνικό». Αν και όχι επιστημονικό, όπως θα δούμε παρακάτω.
Στην ιστορία έχουμε συναντήσει στο ρόλο του χρήματος τα θαλασσινά κοχύλια, το αλάτι, τα βοοειδή, οι γυάλινες χάντρες, τα πολύτιμα μέταλλα, τα τραπεζογραμμάτια με αντίκρισμα σε χρυσό και τα κυβερνητικά χαρτονομίσματα με αντίκρισμα τις υποσχέσεις των πολιτικών. Όλα λειτουργούσαν ως νόμισμα σε ένα ή περισσότερα σημεία της ιστορίας, επειδή εκπλήρωναν έναν συγκεκριμένο ρόλο σε μια δεδομένη κοινωνία. Συνήθως είτε της αποθήκευσης αξίας, είτε της διευκόλυνσης των εμπορικών ανταλλαγών. Ακόμα και σήμερα εξακολουθούν να εμφανίζονται αυθόρμητα νομισματικές μορφές, όπως προπληρωμένα λεπτά κινητού τηλεφώνου στην Αφρική ή τσιγάρα στις φυλακές.
Το «καλό» χρήμα διαθέτει έξι κύρια χαρακτηριστικά: ανθεκτικότητα, φορητότητα, διαιρετότητα, ομοιομορφία, σπανιότητα (περιορισμένη προσφορά) και αποδοχή. Εάν αναφερόμαστε σε νομισματικές μορφές χωρίς τα περισσότερα από αυτά τα χαρακτηριστικά, τότε πρόκειται για κακής ποιότητας χρήμα.
Όλα τα επιτυχημένα νομισματικά μέσα καθ 'όλη τη διάρκεια της ιστορίας είχαν έναν συνδυασμό αυτών των ιδιοτήτων, αλλά όχι όλων. Με την πάροδο του χρόνου, καλά χρήματα έχουν μετατραπεί σε άχρηστα. Παρόλο που ο σκοπός του χρήματος παραμένει πάντα ο ίδιος, η μετακίνηση της αξίας στο χωροχρόνο, η τεχνολογία που χρησιμοποιείται για να εκπληρώνει αυτόν τον σκοπό υπόκειται συνεχώς σε εξελικτικές πιέσεις. Αποτελεί θέμα χρόνου η απαξίωση και η αντικατάσταση τους.
Γιατί τα καλά χρήματα μετατρέπονται σε κακά, δηλαδή χάνουν την αξία τους; Επειδή χάνεται η εμπιστοσύνη. Διαφορετικά νομίσματα βρίσκονται σε συνεχή ανταγωνισμό, όπως τα ζώα που ανταγωνίζονται σε ένα οικοσύστημα. Αντί να ανταγωνίζονται για τρόφιμα ή ερωτικούς συντρόφους, τα χρηματικά αγαθά ανταγωνίζονται για την πίστη και την εμπιστοσύνη των ανθρώπων.Πράγματι, ένα νόμισμα πρέπει να απολαμβάνει της εμπιστοσύνης για να λειτουργήσει. Ένας από τους λόγους που οι άνθρωποι οικειοθελώς περιορίζουν την ελευθερία τους, παρέχοντας εξουσία σε μια κυβέρνηση, οφείλεται στην προσδοκία πως θα τους προστατεύσει τα δικαιωμάτα ιδιοκτησίας. Με τον ίδιο τρόπο που ένα πιστοποιητικό μετοχών είναι τίτλος μεριδίων μιας εταιρείας, τα χρήματα είναι τίτλος για ανθρώπινο χρόνο. Οι άνθρωποι θυσιάζουν χρόνο κερδίζοντας χρήματα τα οποία μπορούν στη συνέχεια να ανταλλάξουν με τον χρόνο κάποιων άλλων.
Οι Κεντρικές Τράπεζες θεωρούνται αξιόπιστες, αν και η ιστορία των νομισμάτων όπου είναι υπεύθυνες, είναι γεμάτη παραβιάσεις αυτής της εμπιστοσύνης. Η σκληρότητα του παραστατικού χρήματος εξαρτάται από τις οικονομικές και πολιτικές συνθήκες, το ποιος είναι υπεύθυνος για τις «εκτυπωτικές μηχανές». Ορισμένες κυβερνήσεις είναι πιο πρόθυμες να εκτυπώσουν μεγάλες ποσότητες νομισματικών μονάδων από άλλες, το οποίο οδηγεί σε ένα ασθενέστερο νόμισμα. Άλλες κυβερνήσεις ενδέχεται να είναι πιο διστακτικές στην εκτύπωση των χρημάτων τους, με αποτέλεσμα ένα σκληρότερο νόμισμα.
Το πρώτο μάθημα των οικονομικών είναι η σπανιότητα: Ποτέ δεν υπάρχει κάτι σε επαρκή ποσότητα ώστε να ικανοποιήσει όλους όσους το επιθυμούν. Το πρώτο μάθημα της πολιτικής είναι το να αγνοείς το πρώτο μάθημα των οικονομικών. Η ιστορία έχει αποδείξει ότι όταν οι άνθρωποι έχουν την δυνατότητα να εκτυπώσουν χρήματα, αποτελεί μόνο θέμα χρόνου ότι θα υποκύψουν στον πειρασμό της κατάχρησης της εξουσίας τους. Είναι σαφές ότι ένα εργαλείο που μπορεί να ελέγξει τον ανθρώπινο χρόνο, αποτελεί αντικείμενο μεγάλου πειρασμού, καθώς είναι μια ισχυρή πηγή δύναμης.
Η επέκταση της προσφοράς χρήματος δεν δημιουργεί νέο πλούτο, καθώς η «εκτύπωση χρημάτων» δεν εμποτίζει μια οικονομία με νέους παραγωγικούς παράγοντες όπως εργαλεία, εργοστάσια, εξοπλισμό ή ανθρώπινο χρόνο. Καταλήγει να αναδιανέμει μόνο αξιώσεις για παραγωγικά περιουσιακά στοιχεία, από τους νόμιμους ιδιοκτήτες, σε εκείνους που λαμβάνουν πρώτοι το πρόσφατα τυπωμένο χρήμα.
Οι Κεντρικοί Τραπεζίτες πιθανότατα κατέχουν το παγκόσμιο ρεκόρ για το πιο άσχημο ιστορικό απόδοσης. Κάθε νόμισμα που εκδίδουν, χωρίς εξαίρεση, έχει την τάση να ωθείται προς τον μηδενισμό της αγοραστικής του δύναμης. Κανένα κρατικό νόμισμα δεν επιβίωσε για πολλά χρόνια. Κανένα. Ακόμα και το δολάριο, το πιο ισχυρό νόμισμα σήμερα, που εκδόθηκε για πρώτη φορά από την FED το 1917, έχει χάσει το 98,5% της αγοραστικής του δύναμης.
Ακόμα και στις πιο καπιταλιστικές οικονομίες, που υποτίθεται ευνοούν την ελεύθερη οικονομία και τον ανταγωνισμό, η αγορά του χρήματος όχι μόνο είναι κεντρικά ελεγχόμενη, αλλά και μονοπωλιακή. Υπάρχει τεράστιο χάσμα μεταξύ του θεωρητικού καπιταλισμού και αυτού που εφαρμόζεται σήμερα. Το τελευταίο διάστημα συντελείται ένας σοσιαλιστικός μετασχηματισμός που έχει ξεκινήσει από τις κυβερνήσεις σε συνεργασία με τις Κεντρικές Τράπεζες. Δεν χειραγωγούν απλά τις αγορές. Κατευθύνουν την οικονομική δραστηριότητα επιλέγοντας προς τα που θα πάει το χρήμα. Για παράδειγμα οι προσπάθειες για την πράσινη ανάπτυξη είναι κρατικά επιχορηγούμενες και καθοδηγούμενες.
Που έχουμε δει ξανά ένα κεντρικό σχεδιασμό να καθορίζει την αξία από μια κάστα εκλεκτών δημόσιων λειτουργών, από μια διορισμένη «πεφωτισμένη» ηγετική ομάδα γραφειοκρατών και όχι από την αγορά; Το βρήκατε. Στην Σοβιετική Ένωση. Σας φαίνεται υπερβολικό; Κι όμως τα δεδομένα είναι αμείλικτα. Από τον Ιούλιο του 2009, οι τίτλοι με υποθήκη στον ισολογισμό της FED πολλαπλασιάστηκαν. Από 545 δισεκατομμύρια δολάρια, ξεπέρασε τα δύο τρισεκατομμύρια δολάρια. Εδώ και καιρό η FED αποτελεί τον μεγαλύτερο ιδιοκτήτη τίτλων ακινήτων. Κάτι ανάλογο συμβαίνει και με τα ομόλογα.
Η μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου που δίνει τον ρυθμό, ελέγχεται απόλυτα από την FED και το υπουργείο οικονομικών. Δεν υπάρχει ελεύθερη αγορά. Δεν χρειάζονται επενδυτές. Αν δεν αγοράζει κανείς χρηματιστηριακούς τίτλους, επεμβαίνει η FED. Έχουν δίκιο όσοι λένε μην πολεμάς την FED. Ωστόσο υπάρχουν όρια. Κανείς δεν είναι μεγαλύτερος από την αγορά. Ούτε οι Κεντρικές Τράπεζες.
Ερωτώμενος ο Powell αν ανησυχεί για την αποσύνδεση των τιμών των περιουσιακών στοιχείων από την οικονομία, τι απαντάει; Τίποτα. Η αοριστία των δηλώσεων του θα έκανε και τον πιο παραμυθά πολιτικό να κοκκινίσει από ντροπή. Δεν είναι ο μόνος. Ο Alan Greenspan καυχιώτανε δημόσια για τα αινιγματικά μηνύματα του. Για να αντισταθμιστεί αυτήν την αδιαφάνεια, ένας στρατός μακροοικονομικών σχολιαστών και μελετητών της αγοράς, αναλύουν κάθε λεπτομέρεια των δηλώσεων που εκδίδονται από Κεντρικούς Τραπεζίτες. Συμπεριλαμβανομένων όχι μόνο των λέξεων, αλλά και του τόνου, της έκφρασης τους όταν τα ανακοινώνουν. Μοναδική σπατάλη ενέργειας.
Οι Κεντρικοί Τραπεζίτες εκφωνούν πολύπλοκες ομιλίες, εσκεμμένα δυσνόητες και διφορούμενες, προκειμένου να παραμείνουν ασαφείς. Όπως κάθε επιστημονικός κλάδος που σέβεται τον εαυτό του έχει δημιουργήσει μια αργκό, έτσι ώστε να μην καταλαβαίνουμε τι εννοούν, τα ούτως ή άλλως διφορούμενα μηνύματα τους. Εμφανίζονται ως σοφοί, επιχειρώντας να φορτώνουν την τυχόν αποτυχία στους άλλους, επειδή δεν ακολούθησαν πιστά τις (επίτηδες ασαφείς) υποδείξεις τους. Η αντίφαση βρίσκεται πάντοτε στον πυρήνα κάθε εξαπάτησης.
Η δουλειά των Κεντρικών Τραπεζών δεν είναι να χειρίζονται το χρήμα, αλλά τις οικονομίες. Το χρήμα είναι το εργαλείο που χρησιμοποιούν. Σε μια οικονομία συνυπάρχουν διαφορετικά συμφέροντα. Η έννοια του δικαίου πάντοτε διαπλέκεται με αυτή της οικονομίας. Η ελεύθερη οικονομία ιδεατά ή θεωρητικά είναι ο διαιτητής. Καίει τις κακές ιδέες και επιβραβεύει τις καλές. Σε συνθήκες του νομισματικού κεντρικού σχεδιασμού, δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο. Οι Κεντρικές Τράπεζες όταν κάνουν λάθος, δεν έχουν επιπτώσεις. Δεν τους κοστίζει τίποτα όταν «τυπώνουν».
Αυτός είναι ό λόγος όπου δημιούργησαν στρεβλώσεις, εσφαλμένη κατανομή κεφαλαίου, επιχειρήσεις «ζόμπι» που νοθεύουν τον ανταγωνισμό. Δεν έχει νόημα να συζητάμε για επιλογές στην οικονομία χωρίς να υπολογίζουμε πως υπάρχει κόστος. Αν δεν έπαιζε ρόλο το κόστος, όλοι θα επέλεγαν να κατέχουν ένα ιδιωτικό νησί. Ωστόσο αν συμπεριλάβεις την αξία που θα πρέπει να αποχωριστούν για να προβούν στην αγορά του, πολύ λίγοι θα μπορούσαν ή θα επιθυμούσαν να το αποκτήσουν.
Η έννοια του τραπεζίτη και του τραπεζικού συχνά συγχέεται, παρόλο που η διαφορά είναι τεράστια. Τραπεζίτης είναι ο μεγαλομέτοχος της τράπεζας, που είτε κατευθύνει από μια διευθυντική θέση είτε έχει παραδώσει τη διοίκηση σε έμπειρα στελέχη της επιλογής του. Ο τραπεζίτης είναι κάτι σαν τον εργοστασιάρχη, έχει άμεση σχέση µε την ιδιοκτησία. Τραπεζικός είναι το στέλεχος που εργάζεται σε έναν τραπεζικό ίδρυμα. Είναι τόσο τραπεζίτης, όσο οι εργάτες στην βιομηχανία λέγονται βιοµήχανοι ή οι εργαζόμενοι στις ναυτιλιακές εταιρείες θεωρούνται εφοπλιστές.
Στον σημερινό χρηματοοικονομικό χώρο δεν υπάρχουν τραπεζίτες. Αποτέλεσμα; Δεν έχουν βάλει κάποιο κεφάλαιο που κινδυνεύει να χαθεί. Το χειρότερο που θα πάθουν είναι να χάσουν την δουλειά τους, κατά κανόνα αποχωρώντας λαμβάνοντας «χρυσό αλεξίπτωτο». Αντίθετα, όσοι περιλαμβάνονται στο οικονομικό οικοσύστημα των κρυπτονομισμάτων, βάζουν «skin in the game». Αναλαμβάνουν προσωπικό και επαγγελματικό ρίσκο.
ΠΗΓΗ-ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΣΤΟ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου