ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Κυριακή 14 Μαρτίου 2021

ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ 14 ΜΑΡΤΙΟΥ 1942: Η ΕΠΙΒΟΛΗ ΤΟΥ ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΟΥ ΔΑΝΕΙΟΥ ΥΨΟΥΣ 1,5 ΔΙΣ ΔΡΑΧΜΩΝ/ΜΗΝΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΑΠΟ ΓΕΡΜΑΝΟΥΣ-ΙΤΑΛΟΥΣ !!!

ΜΕ ΠΑΡΑΔΟΧΗ ΚΑΙ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΑΚΟΜΗ ΚΑΙ ΤΗΣ ΝΑΖΙΣΤΙΚΗΣ ΓΕΡΜΑΝΙΑΣ...
Στόχος της μεταναζιστικής Γερμανίας η μη αποπληρωμή του(όπως και των επανορθώσεων) με κάθε τρόπο-μέσο !!!




Το Κατοχικό Δάνειο και οι απαιτήσεις της Ελλάδας ( 14 Μαρτίου 1942)


Η Συμφωνία της Ρώμης της 14ης Μαρτίου 1942 μεταξύ των κυβερνήσεων Ελλάδας, Γερμανίας και Ιταλίας, προέβλεπε τη μορφή «δανείου» για τα επιπλέον των εξόδων κατοχής ποσά που θα ελάμβαναν οι Αρχές Κατοχής απευθείας από την Τράπεζα της Ελλάδος. Το άρθρο 4 της συμφωνίας αυτής καθόριζε ότι η «οριστική ρύθμιση των καταβολών αυτών δύναται να λάβει χώραν αργότερα».

Δεν υπάρχει, συνεπώς, αμφιβολία, ότι τα ποσά αυτά αποτελούν «δάνεια» με την πλήρη έννοια του όρου αφού οι Αρχές Κατοχής πάντοτε έκαναν διάκριση μεταξύ των «εξόδων κατοχής» που επιβάρυναν το ελληνικό δημόσιο και των «πιστώσεων» με τις οποίες χρεώνονταν οι κυβερνήσεις Γερμανίας και Ιταλίας.

Αυτό πρέπει να γίνει κατανοητό, ότι δηλαδή η αξίωση της Ελλάδος στην προκειμένη περίπτωση αναφέρεται σε «δάνειο» που οι Αρχές Κατοχής αναγνώρισαν με τη συμφωνία της Ρώμης και όχι σε «επανορθώσεις».

Αποσπάσματα που δημοσιεύονται παρακάτω περιλαμβάνονται στη σειρά βιβλίων με τίτλο «ΤΑ ΚΑΤΟΧΙΚΑ» του Δημήτρη Χάλαρη.

ΤΟ ΚΑΤΟΧΙΚΟ ΔΑΝΕΙΟ

(Από άρθρο της ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ, Κυριακή 11-1-1998, με τίτλο «Επανορθώσεις και κατοχικό δάνειο» του Αντώνη Καρκαγιάννη)

Το κατοχικό δάνειο είναι ανεξάρτητο από τις επανορθώσεις. Είναι απαίτηση ξεχωριστή και νόμιμη, σύμφωνα με τις συμβατικές αρχές του δικαίου. Δεν απαιτείται καν συνθήκη ειρήνης, αρκεί το ότι με την ένωση της Γερμανίας έχουμε πλήρη την υπόσταση του υποχρέου (προσώπου).

Το δάνειο αυτό προκύπτει από τα ποσά άρπαξαν οι Γερμανοί από την Τράπεζα της Ελλάδος, πέρα των ποσών που «εδικαιούντο» (βάσει διεθνούς συνθήκης, δυστυχώς) για την συντήρηση των στρατευμάτων κατοχής. Μέχρι την άνοιξη του 1942, οι αρπαγές αυτές ήσαν… απλώς αρπαγές άτυπες (όπως άτυπες είναι γενικά οι ληστείες). Την άνοιξη όμως του 1942, υπεγράφη στη Ρώμη σύμβαση δανείου. Το ότι ήταν «δάνειο» (και όχι μόνο αρπαγή), με υποχρέωση εντόκου επιστροφής, προκύπτει και από το γεγονός ότι η Γερμανία κατέβαλε την πρώτη δόση «δανείου» κατά την διάρκεια του πολέμου ακόμα.

Τον Απρίλιο του 1945 και ενώ η Χιτλερική Γερμανία κατέρρεε, οι Γερμανικές υπηρεσίες εξακολουθούσαν να λειτουργούν σαν ελβετικά ρολόγια, ακόμα και εκείνη την εποχή το οφειλόμενο προς την Ελλάδα ποσό ανέρχεται σε 476.000.000 μάρκα. Αυτός ο υπολογισμός υπάρχει στα επίσημα κρατικά αρχεία του (ενωμένου πλέον) Γερμανικού κράτους.

Το θέμα είναι τι έκαναν τόσα χρόνια οι Ελληνικές κυβερνήσεις. Από τη Δυτική Γερμανία λάβαμε κατ’ επανάληψη δάνεια τα οποία πληρώσαμε και δεν συμψηφίσαμε. Παλαιότερα, κυκλοφορούσε η φήμη ότι ο Κ. Καραμανλής με μυστικό πρωτόκολλο συμφώνησε να μην πληρώσει η Γερμανία το κατοχικό δάνειο. Ο κύριος Φλάισερ λέει ότι στα Γερμανικά αρχεία δεν υπάρχει ούτε καν υποψία τέτοιας συμφωνίας.

Ο κύριος Φλάισερ υποστηρίζει ότι το ζήτημα των επανορθώσεων και του κατοχικού δανείου μπορεί να τεθεί και σήμερα από την Ελληνική κυβέρνηση (τι κάθεστε κύριε Πάγκαλε!) και μπορεί να καταλήξει σε μια ευνοϊκή για μας συμβιβαστική συμφωνία. Στα Γερμανικά αλλά και Ιταλικά αρχεία υπάρχουν όλα τα στοιχεία που θεμελιώνουν την απαίτηση της Ελλάδας, όπως άλλωστε επιμόνως υποστήριζε και ο μακαρίτης καθηγητής Άγγελος Αγγελόπουλος. Αρκεί κάποια Ελληνική κυβέρνηση να αποφασίσει να χρηματοδοτήσει (σιγά το ποσό) τη συστηματική έρευνα των αρχείων και να συγκεντρώσει τα στοιχεία που δείχνουν ότι η ίδια η πρώην Δυτική Γερμανία κατά καιρούς αναγνώριζε τις υποχρεώσεις της. Αυτό κατά τον Φλάισερ, σαφώς θα προκύψει από την έρευνα των αρχείων της Ρώμης (που ούτε ο ίδιος τα ερεύνησε ελλείψει χρημάτων) όπου υπεγράφη η σύμβαση «του κατοχικού αναγκαστικού δανείου».

Σε ποιο ύψος θα διαμορφωνόταν σήμερα το ποσό που οφείλει να μας επιστρέψει η Γερμανία; Αν θεωρήσουμε ως βάση τα 476.000.000 μάρκα που οι Χιτλερικές υπηρεσίες αναγνώρισαν ότι οφείλουν τον Απρίλιο του 1945, με επιτόκιο 2-3 % και με τις σημερινές ισοτιμίες Μάρκου-Δολλαρίου, το ποσό είναι τεράστιο. Έστω, να τους… χαρίσουμε και κάτι προκειμένου να καταλήξουμε σε κάποιο συμβιβασμό.

Ο κ. Χάγκεν Φλάισερ (Έλληνας Γερμανικής καταγωγής) είναι πλούτος πληροφοριών. Σχεδόν δεν υπάρχει πρόσωπο, γεγονός, λεπτομέρεια της κατοχής και του εμφυλίου πολέμου που να μην έχει προκαλέσει το ερευνητικό του ενδιαφέρον, με γνήσια γερμανική πειθαρχία και μεθοδικότητα. Τον ρώτησα, λοιπόν, για τις γερμανικές επανορθώσεις, καθώς και για το γερμανικό δάνειο της κατοχής (έτσι ονομάσθηκε η γερμανική ληστεία σε βάρος του ελληνικού λαού) που μετά την ένωση της Γερμανίας επανέρχονται στην επικαιρότητα. Μου είπε πολλά και άκρως ενδιαφέροντα, σε συνδυασμό με τη «χαρτογράφηση» των πρωτοφανών καταστροφών που υπέστη η χώρα. Η «χαρτογράφηση» ήταν έργο ειδικής ομάδας υπό τον αρχιτέκτονα Δοξιάδη, η οποία εργάσθηκε συλλέγοντας στοιχεία καθ’ όλη τη διάρκεια της κατοχής, παρουσίασε αυτούς τους «χάρτες» σε ειδικές εκθέσεις στο Παρίσι, στο Λονδίνο και στην έδρα του Ο.Η.Ε. και το 1946 τους συγκέντρωσε πολυτελή τόμο. Αυτόν τον τόμο τον φύλαγε στη βιβλιοθήκη ο γνωστός επιχειρηματίας κ. Κώστας Καλυβιώτης και μου επέτρεψε να τον φωτογραφήσω. Λίγες μέρες μετά βρήκα τον ίδιο τόμο και σε βιβλιοθήκη… μέσα στην «Καθημερινή». Τους χάρτες αυτούς τους έχουμε δημοσιεύσει στους προηγούμενους τόμους τα Κατοχικά. Στο Γ’ τόμο δημοσιεύουμε τη συμφωνία 14 Μαρτίου 1942.

Η Ελλάδα θυμήθηκε το δάνειο μετά από 50 και πλέον χρόνια;

Όχι, το 1998 ο νυν Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κάρολος Παπούλιας είχε στείλει επιστολή στον κ. Άντώνη Καρκαγιάννη αναφέροντας τη Ρηματική Διακοίνωση που έθετε θέμα απαιτήσεων της χώρας μας

(ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, Κυριακή 25-1-1998)

Από τον βουλευτή Ιωαννίνων του ΠΑΣΟΚ και πρώην Υπουργό Εξωτερικών κ. Κάρολο Παπούλια, λάβαμε την ακόλουθη επιστολή:

Αγαπητέ Αντώνη,
Με αφορμή το τελευταίο άρθρο-επιστολή σας με τίτλο «Επανορθώσεις και κατοχικό δάνειο», που δημοσιεύθηκε στην Καθημερινή της 11/1/98, στη στήλη «Κάθε Κυριακή», θέλω να χαιρετίσω την πρωτοβουλία σας για τη συλλογή και παρουσίαση πολύτιμου – και μη γνωστού μέχρι σήμερα στο ευρύ κοινό – υλικού καθώς και την παράθεση ιστορικών στοιχείων, που τεκμηριώνουν το βάσιμο των απαιτήσεων της χώρας μας έναντι του ενωμένου πλέον Γερμανικού κράτους.

Θεωρώ δε ότι μια τέτοια πρωτοβουλία, που αναμφίβολα υποδηλώνει την ευαισθησία σας για το θέμα, αποτελεί σημαντική συμβολή στη διατήρηση της ιστορικής μας μνήμης, αλλά και στην κατάδειξη του «επίκαιρου» του όλου προβλήματος των ελληνικών απαιτήσεων.

Με έκπληξη όμως διάβασα στο προοίμιο του άρθρου σας τις φράσεις: «Πρέπει όμως να βρεθεί κάποια ελληνική κυβέρνηση (εθνικά υπερήφανη ή όχι), που να θέσει το ζήτημα…» και «Απ’ όσο ξέρω τέτοια ελληνική κυβέρνηση δεν βρέθηκε μέχρι σήμερα», που με υποχρεώνουν, ως διατελέσαντα Υπουργό των Εξωτερικών, να σας υπενθυμίσω τα διαβήματα, που έγιναν κατά την τελευταία θητεία μου στη θέση αυτή (10/10/1993 – 22/1/1996).

Τον Νοέμβριο του 1995 η τότε κυβέρνηση, αποδεχόμενη σχετική εισήγηση μου ως αρμόδιου Υπουργού, αποφάσισε να θέσει για πρώτη φορά επισήμως προς τη Γερμανική κυβέρνηση το θέμα της ρύθμισης των απαιτήσεων της χώρας μας, με Ρηματική Διακοίνωση, που επιδόθηκε στις 14/11/1995 από τον Έλληνα πρέσβη στη Βόννη στο γερμανικό Υπουργείο Εξωτερικών.

Με τη Ρηματική Διακοίνωση, που περιελάμβανε το σύνολο των απαιτήσεων της χώρας μας (επανορθώσεις, αποζημιώσεις, επιστροφή «κατοχικού δανείου»), προτάθηκε από μέρους μας η έναρξη συνομιλιών μεταξύ των δύο κυβερνήσεων για τον διακανονισμό όλων των παραπάνω απαιτήσεων και σε πρώτο στάδιο η εξέταση της απαίτησής μας για επιστροφή του αναγκαστικού δανείου, που είχε επιβληθεί στην Τράπεζα της Ελλάδος από τις δυνάμεις κατοχής.

Είναι βέβαια γεγονός ότι η Γερμανική κυβέρνηση απάντησε αρνητικά με ανακοίνωση τύπου, που εκδόθηκε την ίδια μέρα (14/11/1995) από το Γερμανικό Υπουργείο Εξωτερικών.

Παρ’ όλα αυτά, εξακολουθώ να πιστεύω ότι δεν αναιρείται η αξία ενός τέτοιου επίσημου διαβήματος της Ελληνικής κυβέρνησης που, πέραν των άλλων, παρέχει σε κάθε επόμενη κυβέρνηση τη δυνατότητα αξιοποίησής του, με τον τρόπο που εκείνη θα κρίνει κατάλληλο, με γνώμονα την εξυπηρέτηση των συμφερόντων της χώρας.

Σ.σ.: Θυμάμαι τη Ρηματική Διακοίνωση και περισσότερο την αρνητική απάντηση της Γερμανίας. Δεν την ανέφερα, όχι γιατί παραγνωρίζω τη σημασία της, αλλά γιατί ήρθε πολύ αργά και κυρίως γιατί δεν είχε καμία συνέχεια, ίσως λόγω της κυβερνητικής μεταβολής. Όπως με βεβαίωσαν αυτοί που μελέτησαν το θέμα, μεταξύ των οποίων και ο κ. Χάγκεν Φλάισερ, υπάρχουν στα αρχεία πολλά στοιχεία που θεμελιώνουν τις ελληνικές απαιτήσεις και θα ήταν πολύ δύσκολο να τα αρνηθούν οι Γερμανοί, ιδιαίτερα για το κατοχικό δάνειο. Οι ίδιοι ερευνητές πιστεύουν ότι αν συστηματικά και επίμονα συγκεντρώσουμε τα στοιχεία και προβάλλουμε τις απαιτήσεις μας, υπάρχουν πολλές πιθανότητες συμβιβαστικής, έστω, λύσης. Αυτή η συστηματική δουλειά δεν έγινε και εκκρεμεί.





Εικόνες που σοκάρουν από τις συνέπειες της Γερμανικής κατοχής. Έτσι κατέληξαν πολλά παιδιά στην Αθήνα κατά την διάρκεια της κατοχής από τους σημερινούς «Συμμάχους μας», αλλά και σε άλλες πόλεις της Ελλάδος, καθώς και στη Σύρο

(Από το βιβλίο «ΚΑΤΟΧΙΚΑ» του Δημήτρη Χάλαρη, Τόμος Α’)

Τι είναι το κατοχικό δάνειο που δώσαμε στους Γερμανούς, γιατί και πότε

Κατά τη διάρκεια της γερμανικής Κατοχής εκτός από την κάλυψη των δαπανών για τη διαβίωση των γερμανικών στρατευμάτων, η Ελλάδα υποχρεώθηκε να δώσει στους Γερμανούς ένα σημαντικό ποσό ως δάνειο, μέρος του οποίου χρησιμοποιήθηκε και για τον πόλεμο στη Βόρεια Αφρική.

Ο Ξενοφών Ζολώτας είχε αποκαλύψει (Ο απόρρητος φάκελος του δανείου, «Το Βήμα», 2 Ιουνίου 1991) ότι «ακόμα και ο ίδιος ο Χίτλερ όχι μόνο είχε αναγνωρίσει τα δάνεια του Γ' Ράιχ από την Τράπεζα της Ελλάδος, αλλά είχε δώσει εντολή και είχε αρχίσει η διαδικασία εξόφλησής τους».

Η Ελλάδα από τη λήξη του Πολέμου δεν έπαυσε να «υπενθυμίζει» στη Γερμανία την εκκρεμότητα του κατοχικού δανείου. Το 1964 συγκροτήθηκε και επιτροπή νομικών, η οποία αποφάνθηκε ότι τα κατοχικά δάνεια αποτελούν συμβατική υποχρέωση της Γερμανίας, άσχετη με τις επανορθώσεις και αποζημιώσεις.

Ακόμη και επί Κατοχής ο πληρεξούσιος του Ράιχ στην Ελλάδα Αλντερπουργκ, με γραπτό υπόμνημά του στο γερμανικό υπουργείο Εξωτερικών, τον Ιούλιο 1964, είχε αναφέρει ότι η οφειλή της Γερμανίας στην Ελλάδα από το δάνειο ανερχόταν σε 200 εκατ. χρυσά μάρκα, δηλαδή σε 400 εκατ. σταθερά μεταπολεμικά μάρκα.

Η πρώτη επίσημη ανακίνηση του θέματος του δανείου έγινε το 1964, με εντολή της κυβέρνησης Γεωργίου Παπανδρέου, από τον καθηγητή Αγγελο Αγγελόπουλο σε φορολογικό συνέδριο στο Αμβούργο. Ο διευθυντής του γερμανικού υπουργείου Οικονομικών Ράινχαρτ του απάντησε ότι το 1958 η κυβέρνηση Κωνσταντίνου Καραμανλή είχε παραιτηθεί από τις αξιώσεις για το κατοχικό δάνειο με αντάλλαγμα γερμανικό δάνειο 200 εκατ. μάρκων!

Ο Ράινχαρτ επιβεβαίωσε αυτή την εκδοχή με επιστολή στον Γεώργιο Παπανδρέου, η οποία κατέληγε: «Υπό τας προϋποθέσεις αυτάς δεν πιστεύω ότι η ελληνική κυβέρνησις, επικαλούμενη τη συμφωνία της Ρώμης θα ηδύνατο να επιτύχει τις αξιώσεις της. Θα ήτο, επομένως, προτιμότερον να μη επανέλθει επί της υποθέσεως».

Ο Αγγελόπουλος ερεύνησε το θέμα στους εμπιστευτικούς φακέλους των συνομιλιών Αντενάουερ - Καραμανλή. Δεν υπήρχε αναφορά σε παραίτηση Καραμανλή. Οι Γερμανοί απάντησαν ότι ήταν προφορική!

Δώδεκα φορές οι κυβερνήσεις ανακίνησαν το θέμα του κατοχικού δανείου μετά την ενοποίηση της Γερμανίας. Τελευταία φορά, το 2001, η κυβέρνηση Σημίτη συγκρότησε επιτροπή, η οποία συνέταξε υπόμνημα που επιδόθηκε στον καγκελάριο Σρέντερ. Ο αείμνηστος καθηγητής Γιώργος Παπαδημητρίου που μετείχε στην επιτροπή περιέγραψε την αντίδραση των Γερμανών: «Σαν να υψώθηκε μπροστά μας ένας γυάλινος πύργος - ξαφνικά πάγωσαν τα χαμόγελα των συνομιλητών μας, απέκλεισαν κάθε σχετική συζήτηση».


Το ξέχασαν

Το δάνειο υπεγράφη με όλους τους τύπους, η Ελλάδα πλήρωνε αναγκαστικά αλλά και οι Γερμανοί σύμφωνα με την πρόβλεψη άρχισαν να ξεπληρώνουν τις οφειλές τους. Υστερα βέβαια το χρέος... έπεσε στη λήθη της ιστορίας και το κατοχικό δάνειο ουδέποτε αποπληρώθηκε.

«Από το 1941 η Ελλάδα βίωνε έναν τρομακτικό λιμό. Ακόμα και ο διαβόητος υπουργός προπαγάνδας των ναζί ο Γκέμπελς έγραφε στο ημερολόγιό του για την Ελλάδα όπου «η πείνα έχει καταστεί ενδημική νόσος. Στους δρόμους της Αθήνας οι άνθρωποι πεθαίνουν κατά χιλιάδες από εξάντληση». Το Λονδίνο είχε κηρύξει την Ελλάδα σε επισιτιστική καραντίνα με στόχο να πλήξει την οικονομία του Αξονα, αλλά και να υποκινήσει στην Ελλάδα την αντίσταση.

Ο υποσιτισμός απασχολούσε τους Γερμανούς στο μέτρο που αυτός μπορούσε να υποκινήσει λαϊκές αναταραχές. Παράλληλα και ο Μουσολίνι πίεζε τον Χίτλερ να μειώσει τις δαπάνες κατοχής στην Ελλάδα και η κυβέρνηση Τσολάκογλου διαμαρτυρόταν για τα υπέρογκα έξοδα κατοχής» σημειώνει ο κ. Τάσος Ηλιαδάκης, συγγραφέας αποκαλυπτικών έργων και βιβλίων για τα γεγονότα της εποχής.


Πότε υπεγράφη το δάνειο


Στις 14.3.1942 τερματίζεται η Συνδιάσκεψη της Ρώμης με την υπογραφή και του κατοχικού δανείου. Τη σύμβαση υπέγραψαν οι πληρεξούσιοι της Ιταλίας και της Γερμανίας στην Ελλάδα, αντίστοιχα Γκίτζι και Αλτενμπουργκ. Στους άμεσα ενδιαφερόμενους, στην Ελλάδα δηλαδή, η συμφωνία ανακοινώθηκε εννέα ημέρες μετά.

Σύμφωνα με αυτήν:

Η ελληνική κυβέρνηση υποχρεούται κατά μήνα να καταβάλλει έξοδα κατοχής 1,5 δισ. δρχ., ποσό το οποίο θα κατανέμεται εξίσου μεταξύ των δύο Δυνάμεων Κατοχής (άρθρο 2).

Οι αναλήψεις από την Τράπεζα της Ελλάδος άνω του ποσού αυτού θα χρεώνονται ως δάνειο στις κυβερνήσεις της Γερμανίας και της Ιταλίας σε δραχμές άτοκες (άρθρο 3).

Η επιστροφή των δανειακών αναλήψεων θα γίνει αργότερα (άρθρο 4).

Η συμφωνία ισχύει αναδρομικά από 1.1.1942 (άρθρο 5).


Η πρώτη τροποποίηση

«Ηταν συμφωνία μεταξύ Γερμανίας και Ιταλίας, που επιβάλλεται στην Ελλάδα. Δηλαδή είναι αναγκαστικό δάνειο. Υπόχρεος καταβολής του είναι η Ελληνική Κυβέρνηση και όχι η Τράπεζα της Ελλάδος. Επομένως ο νόμιμος διεκδικητής του είναι η ελληνική κυβέρνηση. Το ύψος των συνολικών αναλήψεων και πότε αυτές θα σταματήσουν δεν προσδιορίζονται. Οι αναλήψεις γίνονται κατά μήνα και δεν προσδιορίζεται ούτε το ύψος των άνω του 1,5 δισ. δρχ. ποσού ούτε το για πόσους μήνες θα έπαιρναν αυτά οι Αρχές Κατοχής» εξηγεί ο κ. Ηλιαδάκης. «Η χρέωση θα γίνεται σε δραχμές. Οι δραχμές όμως αυτές αντιστοιχούσαν σε εντελώς καθορισμένο ποσό μάρκων που ήδη είχαν απαιτήσει οι Γερμανοί από την ΤτΕ η οποία υποχρεώνεται ''όπως ρυθμίζει κατά τοιούτον τρόπον την επάρκειαν του χαρτονομίσματος εις δραχμάς ώστε να εξασφαλισθή μηνιαίως, διά τας ανάγκας του γερμανικού στρατού, ποσόν 25 εκ. μάρκων''. Επομένως η απαίτηση είναι σε μάρκα και το 1,5 δισ. δρχ. της συμφωνίας της Ρώμης δεν είναι τίποτα άλλο παρά τα 25 εκ. μάρκα».

Ο αδηφάγος πληθωρισμός όμως εξανέμιζε το ποσό του 1,5 δισ. δρχ. και τελικά η συμφωνία από 2 Δεκεμβρίου 1942 θα τροποποιηθεί «κοινή συναινέσει». Ετσι το 1,5 δισ. δρχ. θα γίνει 8 δισ., τα οποία θα αναπροσαρμόζονται με κινητή τιμαριθμική κλίμακα από τα αγαθά που κατονομάζει. Επομένως τα άνω των 8 δισ. δρχ. ποσά, όπως αυτά προσδιορί­ζονται από την τροποποίηση, θα χρεώνονται ως δάνειο. Τα δανειακά ποσά που ήδη είχαν πάρει, όπως και αυτά που θα πάρουν μέχρι την 31.3.1943, θα αρχίσουν να εξοφλούνται από τον Απρίλιο του 1943 με δόσεις.

Συνεπώς το αρχικό αναγκαστικό δάνειο μεταπίπτει σε κανονικό συμβατικό δάνειο και τα ποσά είναι σε σταθερό νόμισμα. «Τα δανειακά ποσά σταματούν την 1.4.1943, οπότε αρχίζει η άτοκος επιστροφή τους. Επειδή οι δανειακές αναλήψεις δεν σταμάτησαν, αν και πραγματοποίησαν δέκα εννέα επιστροφές (19), οπότε και σταμάτησαν την καταβολή των υπολοίπων. Από τότε το δάνειο καθίσταται έντοκο λόγω υπερημερίας», υπογραμμίζει ο κ. Ηλιαδάκης για την περίοδο που οι ναζί πλήρωναν μεν τις δόσεις του χρέους τους, αλλά έπαιρναν αναγκαστικά όλο και περισσότερα.


Η επιστροφή των οφειλόμενων

Το αναγκαστικό δάνειο που κατέβαλε η Ελλάδα αποτελεί μια ξεχωριστή πτυχή εκτός από τις γενικές επανορθώσεις που διεκδικεί η χώρα μας, τη λεηλασία προσωπικών περιουσιών και την αποζημίωση για το ολοκαύτωμα χωριών. Το δάνειο, δηλαδή, δεν αποτελεί ούτε επανόρθωση ούτε αποζημίωση.

«Πολύ ορθώς η Ελλάδα εξ αρχής και συνεχώς, διαχώριζε το κατοχικό δάνειο από τις επανορθώσεις-αποζημιώσεις και ως εκ τούτου η διεκδίκησή του δεν πρέπει να εμπλέκεται μ' αυτές», λέει ο κ. Ηλιαδάκης στο «Εθνος».


ΠΗΓΕΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου