Μπορεί η απόδοση του ελληνικού 10ετούς να ξεπερνά ακόμα και το 1,1%, όμως στην πραγματικότητα η Ελλάδα δεν είναι παρά μία από τις «παράπλευρες απώλειες» του sell off που πλήττει τις διεθνείς αγορές ομολόγων.
Με τη βοήθεια του σχεδιαζόμενου πακέτου μέτρων των 1,9 τρισ. δολαρίων, η αμερικανική οικονομία, η μεγαλύτερη του πλανήτη, αναμένεται να ανακάμψει ταχύτερα από ό,τι περίμεναν οι αγορές. Και αυτό σημαίνει ότι ο πληθωρισμός θα επιστρέψει γρηγορότερα.
Στο πλαίσιο αυτό, η JP Morgan επεσήμαινε σε τελευταία έκθεσή της ότι οι προσδοκίες της αγοράς για το πότε θα γίνει η πρώτη αύξηση των επιτοκίων κατά 10 μονάδες βάσης από τις κεντρικές τράπεζες έχουν έρθει πιο κοντά και πλέον τοποθετούνται στα 1,75 χρόνια από τώρα για τη Fed, στα 2,25 χρόνια για την Τράπεζα της Αγγλίας και στα 2,75 χρόνια για την ΕΚΤ.
Είναι αυτή η ξαφνική αλλαγή των προσδοκιών που πυροδοτεί το λεγόμενο «reflation trade», στο πλαίσιο του οποίου η απόδοση του αμερικανικού 10ετούς ομολόγου αγγίζει το 1,45%, δηλαδή τα υψηλότερα επίπεδα ενός έτους.
Η εικόνα είναι παρόμοια και στην Ευρώπη. Η απόδοση του γερμανικού 10ετούς έχει φτάσει στα υψηλότερα επίπεδα από τον περασμένο Μάρτιο, το κόστος δανεισμού της Γαλλίας στη 10ετία περνά πάνω από το μηδέν για πρώτη φορά από τον Ιούνιο, ενώ οι αποδόσεις των ιταλικών ομολόγων διαμορφώνονται στα υψηλά τριών μηνών.
Ασφαλώς, η απόδοση του ελληνικού 10ετούς στο 1,1% είναι ακόμα εντυπωσιακά χαμηλή, εάν σκεφτεί κανείς το track record της χώρας τα τελευταία χρόνια. Όμως, η αύξηση των αποδόσεων στην Ευρώπη είναι μία εξέλιξη που προβληματίζει την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Κυρίως γιατί σε αντίθεση με τα όσα συμβαίνουν στις ΗΠΑ, η ευρωπαϊκή ανάκαμψη δεν βρίσκεται τόσο κοντά ώστε η οικονομία να αντέχει μία τόσο ξαφνική αύξηση του κόστους δανεισμού.
Η Κριστίν Λαγκάρντ ξεκαθάρισε αυτή την εβδομάδα ότι η ΕΚΤ παρακολουθεί στενά τις αποδόσεις των ομολόγων, και έκανε σαφές ότι ο ρυθμός αγορών τίτλων στο πλαίσιο του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης των 1,85 τρισ. ευρώ μπορεί να επιταχυνθεί, εάν αυτό κριθεί αναγκαίο.
Ο επικεφαλής οικονομολόγος της ΕΚΤ, Φίλιπ Λέιν, επιχείρησε σήμερα να στείλει ένα ακόμα μήνυμα στις αγορές, δηλώνοντας ότι η κεντρική τράπεζα παρακολουθεί στενά τις αποδόσεις των μακροπρόθεσμων ομολόγων, ενώ έχει την ευελιξία στις αγορές της που θα μπορούσε να αποτρέψει την περαιτέρω σύσφιξη των χρηματοδοτικών συνθηκών.
Όμως, τα σημάδια από την ευρωπαϊκή αγορά ομολόγων συνεχίζουν να επιδεινώνονται. Σήμερα, ιταλική δημοπρασία 5ετών ομολόγων κατέγραψε τη χαμηλότερη ζήτηση από τον Ιούνιο.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του Bloomberg, τα ελληνικά ομόλογα οδεύουν προς τη χειρότερη εβδομάδα τους από τον Απρίλιο, καθώς οι αποδόσεις έχουν αυξηθεί κατά 20 μονάδες βάσης, ξεπερνώντας το 1% για πρώτη φορά από τον Οκτώβριο.
Η ΕΚΤ έχει αγοράσει ευρωπαϊκά ομόλογα ύψους άνω των 17 δισ. ευρώ στο πλαίσιο του έκτακτου προγράμματος PEPP για την πανδημία σε κάθε μία από τις δύο προηγούμενες εβδομάδες. Πρόκειται για αύξηση στο ρυθμό αγορών της σχεδόν κατά ένα τρίτο σε σχέση με τα μέσα του Ιανουαρίου. Όμως, οι κάτοχοι των ελληνικών ομολόγων έχουν υποστεί ζημιά 2% αυτό το μήνα, έναντι κέρδους 4% που έβγαλαν πέρυσι, όπως δείχνουν οι δείκτες Bloomberg Barclays indexes.
«Παρότι η ΕΚΤ έχει αυξήσει το ρυθμό των αγορών της, τα επιτόκια συνεχίζουν να κινούνται υψηλότερα. Οι αγορές έχουν απορρίψει τα όποια υποστηρικτικά σχόλια από τις κεντρικές τράπεζες», εξηγεί στο Bloomberg αναλυτής της Toronto-Dominion Bank.
ΠΗΓΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου