ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Σάββατο 1 Αυγούστου 2020

ΣΚΑΝΔΑΛΟ WIRECARD: ΑΠΟ SUCCESS STORY ΕΓΙΝΕ Η ΝΤΡΟΠΗ ΤΗΣ ΓΕΡΜΑΝΙΑΣ !!!



Της Ελίζας Τριανταφύλλου

Στα τέλη του Ιουνίου, μετά από επίμονα δημοσεύματα των Financial Times και την έρευνα που προκάλεσαν, η Wirecard, έως τότε success story του γερμανικού επιχειρείν, παραδέχτηκε την ύπαρξη της «μαύρης τρύπας» 1,9 δισ. ευρώ. Ο CEO της συνελήφθη και ο COO της είναι από τους πλέον καταζητούμενους ανθρώπους αυτή τη στιγμή.


H άνοδος

Η Wirecardwirecard.com ιδρύθηκε σε ένα προάστιο του Μονάχου το 1999, λίγο πριν σκάσει η κερδοσκοπική φούσκα των dot-comsDot-com bubble, όταν το χρηματιστήριο είχε υπερβολικά μεγάλες προσδοκίες για τις διαδικτυακές εταιρείες που άρχισαν να ανθίζουν με την έλευση του ίντερνετ. Αντικείμενό της ήταν η διεκπεραίωση ηλεκτρονικών συναλλαγών, μεσολαβόντας ανάμεσα στην εκδότρια τράπεζα της πιστωτικής/χρεωστικής κάρτας και τον έμπορο/επιχείρηση από την οποία ο κάτοχος της κάρτας έχει κάνει κάποια online αγορά. Τρία χρόνια μετά, το 2002, όταν πλέον η έκρηξη των dot-coms είχε ξεφουσκώσει πλήρως, η γερμανική startup, που είχε στηριχθεί στα πρώτα της βήματα σε κεφάλαια επιχειρηματικών συμμετοχώνΚεφάλαια επιχειρηματικών συμμετοχών (venture capital), βρέθηκε στα πρόθυρα της κατάρρευσης. Χάρη στην ένεση ρευστότητας από τον Αυστριακό επενδυτή Μάρκους ΜπράουνMarkus Braun, πρώην στέλεχος της ελεγκτικής-συμβουλευτικής KPMG, η Wirecard κατάφερε να ορθοποδήσει. 

Ο Μπράουν ανέλαβε καθήκοντα Διευθύνοντος Συμβούλου και σταθεροποίησε την εταιρεία προχωρώντας σε συγχώνευση με την ανταγωνίστρια Electronic Business Systems, που έδρευε επίσης στο Μόναχο. Από το 2002 η πορεία της Wirecard, παρά τα περιστασιακά συννεφάκια, ήταν σταθερά ανοδική. Το 2005 εισήχθη στο Χρηματιστήριο της Φρανκφούρτης, και απασχολούσε περισσότερα από 320 άτομα.



Αν και αρχικά το όνομά της ήταν συνυφασμένο κυρίως με πληρωμές σε site πορνό και τυχερών παιχνιδιών, η Wirecard τα επόμενα χρόνια διευρύνει το πελατολόγιό της με αεροπορικές και μεγάλες εταιρείες λιανικού εμπορίου.

Τον Ιανουάριο του 2006, μπαίνει και στον τραπεζικό κλάδο με την εξαγοράτης XCOM Bank AG (που μετονομάστηκε σε Wirecard Bank) αποκτώντας τη δυνατότητα έκδοσης καρτών και διαχείρισης χρημάτων για λογαριασμό των εμπόρων-πελατών της. Κάπως έτσι δημιουργείται μία πρωτότυπη υβριδική εταιρεία που συνδυάζει τραπεζικές και μη τραπεζικές δραστηριότητες. To 2009 ξεκινά την επέκτασή της στην Ασία με την εξαγορά της εταιρεία ηλεκτρονικών πληρωμών E-Credit Plus στη Σιγκαπούρη. Η Σιγκαπούρη θα γίνει και η έδρα της εταιρείας στην ασιατική περιοχή.

Το 2010 στην εταιρεία εντάσσεται ως Γενικός Διευθυντής Επιχειρήσεων (Chief Operating Officer) ο 30χρονος Αυστριακός Γιαν ΜαρσάλεκJan Marsalek, προτεζέ του Μάρκους Μπράουν. Αρχίζει ακόμη πιο δυναμική επέκταση της εταιρείας στο εξωτερικό.


Από το 2011 έως το 2014 η Wirecard καταφέρνει να συγκεντρώσει κεφάλαια 500 εκατ. ευρώ από τους μετόχους της και επιδίδεται μέσω σύνθετων συμφωνιών σε ένα μπαράζ εξαγορών –κυρίως ξένων άγνωστων– εταιρειών πληρωμών. Επεκτείνεται σε Νέα Ζηλανδία, Αυστραλία, Νότια Αφρική και Τουρκία και τον Οκτώβριο του 2015 προχωρά στη μεγαλύτερη εξαγορά της, της ινδικής εταιρείας ηλεκτρονικών πληρωμών India (GI) Retail Group έναντι 340 εκατ. ευρώ. Την επόμενη χρονιά, και πάλι μέσω εξαγοράς, επεκτείνεται στη Βραζιλία και το 2017 μπαίνει στην αγορά των ΗΠΑ με την εξαγορά της εταιρείας προπληρωμένων καρτών της Citi. Μέχρι το 2019 η Wirecard είχε ξοδέψει 1,3 δισ. ευρώ για την εξαγορά πάνω από 20 εταιρειών σε διάφορες γωνιές του πλανήτη, αλλά κυρίως στην Ασία.

Στις αρχές Σεπτεμβρίου του 2018 η μετοχή της Wirecard βρίσκεται σε ιστορικά υψηλά αγγίζοντας τα 191-192,5 ευρώ με την κεφαλαιοποίηση της εταιρείας πάνω από 24 δισ. ευρώ, ξεπερνώντας ακόμη και αυτή της Deutsche Bank! Κάπως έτσι η Wirecard αντικαθιστά την Commerzbank στο γερμανικό χρηματιστηριακό δείκτη υψηλής κεφαλαιοποίησης DAX 30 (απαρτίζεται από τις 30 μεγαλύτερες εισηγμένες εταιρείες, όπως τους κολοσσούς Adidas, BMW, SAP) και γίνεται εξαιρετικά ελκυστική επένδυση για ασφαλιστικά ταμεία σε όλο τον κόσμο.




Ο όμιλος Wirecard απασχολεί 5.000 υπαλλήλους και ισχυρίζεται ότι διεκπεραιώνει πληρωμές για 250.000 εμπόρους. Εκδίδει πιστωτικές και προπληρωμένες κάρτες και διαθέτει την επιτυχημένη εφαρμογή Boonbeboon.com για ανέπαφες πληρωμές μέσω smartphone. Στους πελάτες της συγκαταλέγονται σχεδόν 100 αεροπορικές εταιρείες, μεγάλες γερμανικές αλυσίδες σούπερ μάρκετ, όπως η Aldi και η Lidl, και εταιρείες όπως η FedEx και η ΙΚΕΑ. Σύμφωνα με ρεπορτάζ του Capital.gr, η Wirecard διατηρεί από το 2016 εγκαταστάσεις στη Αθήνα στις οποίες απασχολούνται 65 εργαζόμενοι.

Έχοντας εξελιχθεί στη μεγαλύτερη εταιρεία χρηματοοικονομικής τεχνολογίας (fintech) της Ευρώπης, η Wirecard έγινε η πρώτη γερμανική εταιρεία που βρέθηκε να αμφισβητήσει ευθέως την πρωτοκαθεδρία των κολοσσών της Σίλικον Βάλει.

Αυτό που ακόμη δεν είχε γίνει γνωστό είναι ότι κάποιους μήνες πριν, τον Μάρτιο 2018, το νομικό τμήμα στα γραφεία της Σιγκαπούρης άρχισε να ερευνά τρία στελέχη της οικονομικής διεύθυνσης μετά από καταγγελίες εσωτερικού πληροφοριοδότη (whistleblower) για «μαγείρεμα» των λογιστικών στοιχείων μέσω ύποπτων συναλλαγών round-tripping. Έχει φτάσει Οκτώβριος του 2018 και οι whistleblowers που φοβούνται ότι ο εσωτερικός έλεγχος έχει μπει στο συρτάρι και δεν θα αναζητηθούν ενδεχόμενες ποινικές ευθύνες. Επικοινωνούν με τους Financial Times.

O δημοσιογράφος Nταν ΜακΚραμ ήδη από τον Απρίλιο του 2015 έχει εγείρει ερωτήματα και έχει αναδείξει σημαντικές αναντιστοιχίες και αμφιλεγόμενες συναλλαγές που αμφισβητούν την αξιοπιστία των οικονομικών στοιχείων και των μεγεθών της Wirecard με μία σειρά δημοσιευμάτων υπό τον εύστοχο τίτλο «The House of Wirecard» στην στήλη Alphaville. Πρόκειται για την ίδια στήλη που λίγες ημέρες πριν, στις αρχές Απριλίου 2015, είχε εντοπίσει προβληματικά σημεία στα οικονομικά στοιχεία της ελληνικής εισηγμένης Folli Follie.

...και η πτώση
Τον Ιανουάριο του 2019 δημοσιεύεται στους Financial Times το πρώτο ρεπορτάζ του φακέλου «Inside Wirecard» που φέρνει στο φως λεπτομέρειες για τον εσωτερικό έλεγχο που έχει ξεκινήσει στα γραφεία της Σιγκαπούρης. Η Wirecard χαρακτηρίζει το ρεπορτάζ ψευδές και η Εισαγγελία του Μονάχου ξεκινά έρευνα εις βάρος του δημοσιογράφου Νταν ΜακΚραμ για χειραγώγηση της αγοράς μετά από καταγγελίες ενός επενδυτή που ισχυρίστηκε ότι είχε εκ των προτέρων ενημέρωση για τον χρόνο του αρνητικού δημοσιεύματος των FT.

Ακολουθεί τον Φεβρουάριο έφοδος της αστυνομίας της Σιγκαπούρης στα γραφεία της Wirecard. Με την τιμή της μετοχής να υποχωρεί κάτω των 100 ευρώ, η γερμανική ομοσπονδιακή αρχή χρηματοπιστωτικής εποπτείας (BaFin) αποφασίζει να απαγορεύσει για δύο μήνες τις ανοικτές πωλήσεις(short selling, το ποντάρισμα στην πτώση της τιμής της) στη μετοχή της Wirecard, επικαλούμενη τη σημασία της εταιρείας για την οικονομία και τη σοβαρή απειλή που υπάρχει για την εμπιστοσύνη της αγοράς.

Τον Μάρτιο του 2019 οι Financial Times προχωρούν σε νέες αποκαλύψεις για εξωτερικούς συνεργάτες-φαντάσματα που υποτίθεται ότι διεκπεραιώνουν ηλεκτρονικές συναλλαγές για λογαριασμό της Wirecard καταβάλλοντάς της προμήθεια. Όπως προκύπτει από έρευνα στις Φιλιππίνες, ένας από αυτούς τους υποτιθέμενους εξωτερικούς συνεργάτες είναι ένας συνταξιούχος ψαράς που δεν έχει ιδέα ότι η διεύθυνση του σπιτιού του έχει χρησιμοποιηθεί ως έδρα ανύπαρκτης εταιρείας. Η Wirecard ανακοινώνει ότι θα κάνει αγωγή στους Financial Times και στρέφεται νομικά κατά των αρχών της Σιγκαπούρης και της έρευνας που διενεργούν, από την οποία έχουν προκύψει ως ύποπτοι επτά στελέχη της εταιρείας και οκτώ θυγατρικές της Wirecard στην Ασία.

Παρά τη θύελλα που έχει ξεσπάσει, η ιαπωνική πολυεθνική εταιρεία χαρτοφυλακίου Softbank δίνει τον Απρίλιο ψήφο εμπιστοσύνης στην Wirecard επενδύοντας σε αυτήν 900 εκατ. ευρώ. Το σφυροκόπημα από τους Financial Times συνεχίζεται με νέα στοιχεία για τρεις αδιαφανείς εξωτερικούς συνεργάτες σε Φιλιππίνες, Σιγκαπούρη και Ντουμπάι, στους οποίους η Wirecard βάσιζε το μεγαλύτερο μέρος των κερδών της. Ο Διευθύνων Σύμβουλος της εταιρείας αντικρούει τα στοιχεία υποστηρίζοντας ότι είναι ανακριβή ενώ η ελεγκτική EY εγκρίνει τις οικονομικές καταστάσεις για τη χρήση του 2018 χαρακτηρίζοντας τα ευρήματα που αφορούν τη Σιγκαπούρη ως ήσσονος σημασίας.

Τον Ιούλιο του 2019 η Wirecard, αντί απάντησης σε ερωτήσεις της εφημερίδας, κατηγορεί τους Financial Times για συμπαιγνία με κερδοσκόπους (short-sellers). Με επιστολή της που διέρρευσε στη Handelsblatt απαιτεί από τη βρετανική εφημερίδα να σταματήσει να δημοσιεύει οτιδήποτε για τον όμιλο και να προβεί σε εσωτερικό έλεγχο για παραπτώματα από την πλευρά των δημοσιογράφων καθώς, όπως ισχυρίζεται, έχει αδιάσειστες αποδείξεις περί συνεργασίας υπαλλήλων των Financial Times με short sellers. Τους ισχυρισμούς αυτούς τους βασίζει σε μία ηχογραφημένη συνομιλία μεταξύ δύο Βρετανών επενδυτών, όπου ο ένας εκ των δύο φέρεται να γνωρίζει πότε θα δημοσιευθεί το επόμενο δυσμενές ρεπορτάζ και έχει ήδη «κτίσει» θέση short 5 εκατ. λιρών με την προσδοκία ότι το νέο δημοσίευμα θα ρίξει περαιτέρω την τιμή της μετοχής της Wirecard. Θα αποδειχθεί ότι η ηχογράφηση είναι προϊόν μυστικής επιχείρησης υπό την επίβλεψη του πρώην επικεφαλήςWirecard critics targeted in London spy operation | FT της υπηρεσίας πληροφοριών του Εθνικού Μεταβατικού Συμβουλίου της Λιβύης, το οποίο ανέλαβε τα ηνία μετά την πτώση του Καντάφι. Η μυστική επιχείρηση, με την οποία η Wirecard αρνείται ότι είχε οποιαδήποτε σχέση, είχε στο επίκεντρό της δημοσιογράφους και επενδυτές επικριτικούς προς τη Wirecard. Δεν πρόκειται για τη μοναδική φορά που επιστρατεύθηκαν ανορθόδοξες μέθοδοι κατά των εχθρών της Wirecard. Όπως αποκάλυψε το Citizen Lab, πρόσωπα και οργανισμοί που την επέκριναν βρέθηκαν στο στόχαστρο της ομάδας χάκερ Dark Basin, η οποία έναντι αμοιβής παρέχει τις υπηρεσίες της, όπως κακόβουλες επιθέσεις και ηλεκτρονικό «ψάρεμα».

Στο μεταξύ οι Financial Times ολοκληρώνουν εσωτερική έρευνα από εξωτερική δικηγορική εταιρεία σχετικά με τους ισχυρισμούς της Wirecard περί συνεργασίας με shortsellers, και τους βρίσκει αβάσιμους. Τον Οκτώβριο του 2019 δημοσιεύουν έγγραφα από τα οποία προκύπτει ότι οι πωλήσεις και τα κέρδη θυγατρικών της Wirecard σε Ιρλανδία και Ντουμπάι είχαν απατηλώς διογκωθεί και έγιναν προσπάθειες παραπλάνησης της ελεγκτικής EY εμφανίζοντας εταιρείες-πελάτες που δεν υπήρχαν.




Η Wirecard και πάλι αρνείται τις αποκαλύψεις λέγοντας ότι τα έγγραφα των FT δεν είναι αυθεντικά, αλλά υπό την πίεση των επενδυτών δέχεται να αναθέσει στην KPMG τη διενέργεια ανεξάρτητου ειδικού ελέγχου. Στις 28 Απριλίου 2020, παραδίδεται η έκθεση της KPMG που μεταξύ άλλων αναφέρει ότι δεν έλαβε από τη Wirecard επαρκή τεκμηρίωση αναφορικά με όλα όσα της καταλογίζουν για λογιστικές παρατυπίες και δεν μπόρεσε να επιβεβαιώσει το αληθές των πωλήσεων και των κερδών που είχαν πραγματοποιηθεί από τρίτες εταιρείες τις χρονιές 2016-2018. Την ίδια ημέρα ο Μάρκους Μπράουν λέει σε επενδυτές ότι η EY τους ενημέρωσε ότι δεν έχει απολύτως κανένα πρόβλημα να υπογράψει τον έλεγχο της χρήσης του 2019 και η Wirecard αρνείται να παραδεχτεί ότι υπάρχει οτιδήποτε επιλήψιμο.

Αρχές Ιουνίου 2020, η αστυνομία επισκέπτεται τα κεντρικά γραφεία της εταιρείας στο Μόναχο στο πλαίσιο ποινικής έρευνας από την Εισαγγελία εις βάρος του Mπράουν και τριών εκτελεστικών μελών του ΔΣ της Wirecard. Έχει προηγηθεί καταγγελία από τη BaFin για δυνητικά παραπλανητικές δηλώσεις προς τους επενδυτές ενόψει της δημοσίευσης της έκθεσης της KPMG. Στις 16 Ιουνίου, δύο τράπεζες στις Φιλιππίνες ενημερώνουν την EY ότι έγγραφα που εμφανίζουν λογαριασμούς με υπόλοιπα ύψους 1,9 δισ. ευρώ είναι πλαστά και ότι η Wirecard δεν ήταν ποτέ πελάτης τους. Ως αποτέλεσμα η EY αρνείται να υπογράψει τις οικονομικές καταστάσεις του 2019 και στις 22 Ιουνίου η Wirecard παραδέχεται την ύπαρξη «μαύρης τρύπας» 1,9 δισ. ευρώ που αντιστοιχεί περίπου στο ¼ του ισολογισμού της.

Λίγες ημέρες πριν, ο Μπράουν παραιτήθηκε από την εταιρεία. Πλέον είναι ένας εκ των τριών συλληφθέντων πρώην στελεχών της Wirecard που ερευνώνται για οργανωμένη οικονομική απάτη, κατάχρηση εμπιστοσύνης, ψευδή λογιστικά στοιχεία και χειραγώγηση αγοράς. Τα φουσκωμένα οικονομικά στοιχεία –τουλάχιστον από το 2015, όπως διαπιστώνει η Εισαγγελία του Μονάχου– δημιούργησαν ψευδή εικόνα για την ευρωστία της Wirecard, γεγονός που της επέτρεψε να δανειστεί από πιστωτές 3,2 δισ. ευρώ.


Άρωμα κατασκοπείας

Μετά την αποκάλυψη του σκανδάλου, η Wirecard υποβάλλει στις 25 Ιουνίου αίτημα πτώχευσης στο περιφερειακό δικαστήριο του Μονάχου εξαιτίας της επικείμενης αφερεγγυότητας και των υπερβολικών χρεών της και προχωρά στην πώληση επιχειρηματικών μονάδων της ανά τον κόσμο. Επενδυτές, εταιρικοί πελάτες και άτομα με καταθέσεις στην Wirecard Bank έχουν τραπεί σε φυγή.

Το ίδιο έχει κάνει και ο Νο1 καταζητούμενος για την υπόθεση, ο 40χρονος Γιαν Μαρσάλεκ, ο οποίος θεωρείται ένας από τους βασικούς εγκεφάλους της απάτης και για τον οποίο έχει εκδοθεί διεθνές ένταλμα σύλληψης. Tελευταία φορά που τον είδαν ήταν στις 18 Ιουνίου, όταν απολύθηκε μαζί με όλους τους μάνατζερ της εταιρείας. Είπε στους συναδέλφους του ότι θα πάει στις Φιλιππίνες να βρει τα χαμένα δισεκατομμύρια για να αποδείξει την αθωότητα του και έκτοτε είναι εξαφανισμένος. Ρεπορτάζ του Billingcat σε συνεργασία με το Der Spiegel και το Insider τον ήθελε στη Λευκορωσία. Σύμφωνα με πιο πρόσφατο δημοσίευμα κρύβεται στη Ρωσία όπου μετέφερε μεγάλα ποσά σε bitcoin έχοντας βρει καταφύγιο σε μια έπαυλη έξω από τη Μόσχα υπό την επίβλεψη της υπηρεσίας πληροφοριών GRU του ρωσικού στρατού.

Βέβαια, η περίπτωση του COO της Wirecard είναι μία ιστορία από μόνη της, η οποία ξεπερνά τα όρια του οικονομικού σκανδάλου. Όπως είπαν στους Financial Times στενοί συνεργάτες του, πρόκειται για έναν άνθρωπο με πολλές ζωές, ο οποίος έχει τραβήξει την προσοχή τριών δυτικών μυστικών υπηρεσιών εξαιτίας των επαφών του με άτομα ή δίκτυα που συνδέονται με την GRU. Το Bellingcat παρουσίασε στοιχεία  που υποδηλώνουν διασυνδέσεις με τις ρωσικές μυστικές υπηρεσίες, σχέσεις που ο ίδιος διατυμπάνιζε με κάθε ευκαιρία – μάλιστα ισχυριζόταν ότι είχε στην κατοχή του άκρως απόρρητα έγγραφα με την ακριβή φόρμουλα του νευροτοξικού παράγοντα Novichok. Είναι ο παράγοντας που αναπτύχθηκε από τον σοβιετικό στρατό κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου και χρησιμοποιήθηκε για τη δηλητηρίαση των Σκριπάλ στη Βρετανία.


Ο Μαρσάλεκ, σύμφωνα με τους FT, ενδιαφερόταν για διάφορες επενδύσεις και projects στη Λιβύη, όπως τη δημιουργία ενός μικρού στρατού 1.500 ατόμων για τον έλεγχο των μεταναστευτικών ροών προς την Ευρώπη. Ως δεξί του χέρι είχε έναν Ρώσο πρώην υψηλόβαθμο στέλεχος της GRU, τον οποίο αποκαλούσε «συνταγματάρχη», και σύμφωνα με δυτικές μυστικές υπηρεσίες εξακολουθεί να διατηρεί στενούς δεσμούς με τις ρωσικές υπηρεσίες πληροφοριών.

Επιπλέον, σύμφωνα με δημοσίευμα της αυστριακής εφημερίδας Die Presse, ο Μαρσάλεκ διοχέτευσε εμπιστευτικές πληροφορίες των αυστριακών μυστικών υπηρεσιών και του υπουργείου Εσωτερικών στο ακροδεξιό Κόμμα Ελευθερίας της Αυστρίας.


Η τρελή ζωή του καταζητούμενου Μαρσάλεκ

O Mαρσάλεκ φέρεται να έκανε σε διάστημα δέκα ετών 60 ταξίδια στη Ρωσία με 6 αυστριακά και 3 διπλωματικά διαβατήρια.



Μόνο το 2016 πέταξε 16 φορές στη Μόσχα, πάντα νοικιάζοντας τζετ. Πότε προσγειωνόταν στην Αγία Πετρούπολη, πότε στο Νίζνι Νόβγκοροντ και πότε στο ΚαζάνΚαζάν. Το περισσότερο που έμεινε ήταν 3 μέρες, το λιγότερο λίγες ώρες. Για να καταλάβει κανείς το τρελό πρόγραμμα του Μαρσάλεκ, στις 29 Σεπτεμβρίου 2016, στη 1.55 π.μ. πέταξε από το Μόναχο στη Μόσχα και στις 7.58 πέταξε από εκεί για Αθήνα. Από εκεί την επομένη πέταξε πάλι για την Αγία Πετρούπολη, όπου έμεινε μόνο 5,5 ώρες, για να επιστρέψει στην Ελλάδα, αυτή τη φορά για διακοπές στη Σαντορίνη.

Σκοτεινά σημεία σε κοινή θέα – η ΕΥ και η BaFin δεν είδαν όμως τίποτα

Κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι η κατάρρευση της Wirecard ήρθε σαν κεραυνός εν αιθρία. Υποψίες αλλά και σαφείς ενδείξεις για ατασθαλίες συνόδευαν την εταιρεία σχεδόν από τα πρώτα χρόνια της. Όμως παρότι ο καπνός υπήρχε, τόσο οι αρμόδιες εποπτικές αρχές όσο η ελεγκτική εταιρεία ΕΥ, μία από τις τέσσερις μεγαλύτερες παγκοσμίως, που πιστοποιούσε επί χρόνια την ακρίβεια των οικονομικών στοιχείων του ομίλου, απέτυχαν να εντοπίσουν τη φωτιά που σιγόκαιγε.

Πρώτο «καμπανάκι» για ορισμένους ήταν ο τρόπος με τον οποίο κατάφερε η Wirecard να εισαχθεί στο Χρηματιστήριο της Φρανκφούρτης. Αυτό έγινε με τη μέθοδο της λεγόμενης αντίστροφης συγχώνευσης όταν δηλαδή μία εταιρεία εκτός Χρηματιστηρίου αποκτά τον έλεγχο (μετοχές και management) μιας εισηγμένης. Με αυτόν τον τρόπο η Wirecard παρέκαμψε βήματα διαφάνειας αλλά και τον εξονυχιστικό έλεγχο που θα πέρναγε αν διάλεγε την ευθεία οδό εισόδου, δηλαδή μέσω μίας αρχικής δημόσιας προσφοράς. «Όχημα» αποτέλεσε η εισηγμένη (και παραπαίουσα) εταιρεία call centers με την επωνυμία InfoGenie AG, της οποία η μετοχή είχε γίνει «κουρελόχαρτο» και βρισκόταν στα πρόθυρα της εξόδου από το Χρηματιστήριο. Μετά την απόκτησή της, μετονομάστηκε σε Wirecard.

Ήδη από το 2008, ο επικεφαλής μίας γερμανικής ένωσης μετόχων εξαπέλυσε επίθεση κατά της Wirecard κάνοντας λόγο για παρατυπίες στον ισολογισμό της. Προκειμένου να κατευναστούν οι ανησυχίες των επενδυτών, ανατέθηκε στην ΕΥ η διενέργεια ειδικού ελέγχου στον οποίο δεν εντοπίστηκε κάτι παράτυπο και από το 2009 η ΕΥ ανέλαβε τον ρόλο ελεγκτή των οικονομικών καταστάσεων της Wirecard, στη θέση μίας μικρής ελεγκτικής του Μονάχου. Στο μεταξύ οι γερμανικές αρχές άσκησαν δίωξη κατά δύο ατόμων που βρίσκονταν πίσω από την επίθεση εναντίον της Wirecard, καθώς είχαν παραλείψει να αποκαλύψουν ότι κατείχαν μετοχές της εταιρείας.

Ο Νταν ΜακΚραμ τον Οκτώβριο του 2019 αμφισβήτησε ευθέως κατά πόσο η ΕΥ είχε κάνει σωστά τη δουλειά της: «Επί μία δεκαετία η φήμη της EY ως μίας από τις τέσσερις μεγαλύτερες ελεγκτικές εταιρείες παγκοσμίως βοήθησε στην απόκρουση της κριτικής αναφορικά με τις οικονομικές καταστάσεις και τις πρακτικές της Wirecard. Η υπογραφή της στις οικονομικές καταστάσεις [για τη χρήση 2018] τον Απρίλιο [του 2019] συνέβαλε στο να πειστούν πολλοί επενδυτές ότι η επιλογή του Μάρκους Μπράουν να υποβαθμίσει το λογιστικό σκάνδαλο στη Σιγκαπούρη, το οποίο αποκάλυψαν πρώτοι οι FT, ήταν σωστή». Δεν προκαλεί καμία εντύπωση το ότι επενδυτές της Wirecard, όπως η Softbank, σχεδιάζουν να στραφούν νομικά κατά της ΕΥ.

Το 2015, εκτός από τη σειρά ρεπορτάζ στη στήλη των FT Alphaville για αναντιστοιχίες στους ισολογισμούς της Wirecard, η εταιρεία ερευνών J Capital Research σε έκθεσή της υποστήριζε ότι οι δραστηριότητες της Wirecard στην Ασία ήταν πολύ πιο περιορισμένες απ’ ό,τι η Wirecard δήλωνε. Την επόμενη χρονιά, ομάδα ανώνυμων short sellers με το ψευδώνυμο Zatarra Research κατηγόρησαν τη Wirecard για οικονομική απάτη και ξέπλυμα χρήματος, οδηγώντας σε βουτιά 25% τη μετοχή της. Τότε η γερμανική χρηματοπιστωτική αρχή ξεκίνησε έρευνα σε βάρος της Zatarra με την κατηγορίας της χειραγώγησης της αγοράς.

Εκτός από την EY, εκτεθειμένη και αντιμέτωπη με δριμεία κριτική είναι και η γερμανική ομοσπονδιακή αρχή χρηματοπιστωτικής εποπτείας (BaFin), η οποία βρίσκεται πλέον υπό το υπό το μικροσκόπιο της EE. Παρά τις συνεχείς αποκαλύψεις των FT και άλλων μέσων, η BaFin ανέλαβε δράση μόλις τον Ιούνιο, λίγο πριν την κατάρρευση της εταιρείας. Έως τότε περιοριζόταν στο να στρέφεται εναντίον των επικριτών της Wirecard και των δημοσιογράφων που έβγαλαν το σκάνδαλο στο φως, συντασσόμενη στο πλευρό της διοίκησης μιας εταιρείας που από «κόσμημα» εξελίχθηκε στην Enron της Γερμανίας‘. Όπως παραδέχθηκε και ο πρόεδρος της BaFin Φέλιξ Χούφελντ, πρόκειται για «πλήρη καταστροφή» και «ντροπή» για τη Γερμανία. Eπιπλέον, όπως προκύπτει από δημοσίευμα του Bloomberg, ο υπουργός Οικονομικών της χώρας Όλαφ Σολτς, που στήριξε πλήρως τη BaFin, ήταν ενήμερος για πιθανά προβλήματα ενάμιση χρόνο πριν την κατάρρευση της Wirecard. Ο Γερμανός υπουργός Οικονομίας και Ενέργειας Πέτερ Αλτμάιερ δήλωσε έκπληκτος: «Θα περιμέναμε μία τέτοια κατάσταση οπουδήποτε στον κόσμο, αλλά όχι στη Γερμανία».

ΠΗΓΗ-ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΣΤΟ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου