Πανάκριβες οι τηλεπικοινωνίες: 63% μεγαλύτερες τιμές από την Ε.Ε.
Το μείζον πρόβλημα της δυσλειτουργίας του ανταγωνισμού στην αγορά των τηλεπικοινωνιών, που καταλήγει σε «τσουχτερές» χρεώσεις για τους καταναλωτές, αναδεικνύει και η Επιτροπή Πισσαρίδη, στον απόηχο σχετικής έκθεσης της Rewheel για την Επιτροπή Ανταγωνισμού, που προκάλεσε έντονες δημόσιες συζητήσεις. Την ίδια ώρα, η Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων σπεύδει με μεγάλη καθυστέρηση να αναθέσει σε εξωτερικό σύμβουλο την παρακολούθηση των λιανικών τιμών.
Στο κεφάλαιο της ενδιάμεσης έκθεσης της Επιτροπής Πισσαρίδη για τη λειτουργία του ανταγωνισμού στις αγορές προϊόντων και υπηρεσιών, τονίζεται ότι «η ένταση ανταγωνισμού στο σύνολο μιας οικονομίας δεν είναι εύκολο να μετρηθεί. Η κάθε αγορά προϊόντος διαφέρει σε ουσιώδη χαρακτηριστικά (κόστους, ζήτησης, φορολογικής μεταχείρισης, καινοτομίας και χαρακτηριστικών των αγαθών κ.ά.), γεγονός που καθιστά δύσκολη την όποια γενίκευση. Ωστόσο, η χαμηλή παραγωγικότητα και η περιορισμένη διεθνής ανταγωνιστικότητα αποτελούν ισχυρές έμμεσες ενδείξεις ότι η ένταση του ανταγωνισμού στο σύνολο της ελληνικής οικονομίας είναι χαμηλή».
Ακολούθως, η Επιτροπή Πισσαρίδη υπογραμμίζει ότι «ενδείξεις για την ένταση του ανταγωνισμού σε επίπεδο ομάδων προϊόντων προκύπτουν από τη σύγκριση των επιπέδων των τιμών, στο πλαίσιο του υπολογισμού των ισοδύναμων αγοραστικής δύναμης». Αυτή η σύγκριση, στην οποία προχωρά η Επιτροπή, αναδεικνύει οι τιμές των τηλεπικοινωνιών στην Ελλάδα είναι με μεγάλη διαφορά οι ακριβότερες από το μέσο όρο της Ε.Ε., σε σχέση με άλλες ομάδες αγαθών και υπηρεσιών.
«Παρά το ότι άμεσες συγκρίσεις δεν πάντα εφικτές, σε επίπεδο ευρύτερων ομάδων, αρκετά υψηλότερα σε σχέση με τον μέσο όρο της ΕΕ28 είναι οι τιμές στην Ελλάδα για τις υπηρεσίες επικοινωνίας (κατά 63,1% το 2019)», τονίζουν οι συντάκτες της έκθεσης, προσθέτοντας ότι υψηλότερες από τον μέσο όρο καταγράφονται και οι τιμές μηχανικού εξοπλισμού (κατά 8,6%), λογισμικού (5,7%) και προϊόντων διατροφής (4,3%). Σε επίπεδο στενότερων ομάδων προϊόντων, σχετικά υψηλές τιμές καταγράφονται σε συγκεκριμένες βασικές κατηγορίες ειδών διατροφής».
Όπως φαίνεται παραστατικά και στο γράφημα από την Έκθεση Πισσαρίδη, μόνο στις Επικοινωνίες υπάρχει τεράστιο χάσμα τιμών από το μέσο όρο της Ε.Ε., που φθάνει το 63,1%), ενώ στους υπόλοιπους τρεις κλάδους, όπου στην ελληνική αγορά οι τιμές είναι υψηλότερες από την Ε.Ε., οι διαφορές είναι πολύ μικρότερες (4,3% - 8,6%), στοιχείο που παρέχει μια σαφή ένδειξη ότι στην αγορά των τηλεπικοινωνιών υπάρχουν και οι σοβαρότερες στρεβλώσεις του ανταγωνισμού.
Στο κεφάλαιο της ενδιάμεσης έκθεσης της Επιτροπής Πισσαρίδη για τη λειτουργία του ανταγωνισμού στις αγορές προϊόντων και υπηρεσιών, τονίζεται ότι «η ένταση ανταγωνισμού στο σύνολο μιας οικονομίας δεν είναι εύκολο να μετρηθεί. Η κάθε αγορά προϊόντος διαφέρει σε ουσιώδη χαρακτηριστικά (κόστους, ζήτησης, φορολογικής μεταχείρισης, καινοτομίας και χαρακτηριστικών των αγαθών κ.ά.), γεγονός που καθιστά δύσκολη την όποια γενίκευση. Ωστόσο, η χαμηλή παραγωγικότητα και η περιορισμένη διεθνής ανταγωνιστικότητα αποτελούν ισχυρές έμμεσες ενδείξεις ότι η ένταση του ανταγωνισμού στο σύνολο της ελληνικής οικονομίας είναι χαμηλή».
Ακολούθως, η Επιτροπή Πισσαρίδη υπογραμμίζει ότι «ενδείξεις για την ένταση του ανταγωνισμού σε επίπεδο ομάδων προϊόντων προκύπτουν από τη σύγκριση των επιπέδων των τιμών, στο πλαίσιο του υπολογισμού των ισοδύναμων αγοραστικής δύναμης». Αυτή η σύγκριση, στην οποία προχωρά η Επιτροπή, αναδεικνύει οι τιμές των τηλεπικοινωνιών στην Ελλάδα είναι με μεγάλη διαφορά οι ακριβότερες από το μέσο όρο της Ε.Ε., σε σχέση με άλλες ομάδες αγαθών και υπηρεσιών.
«Παρά το ότι άμεσες συγκρίσεις δεν πάντα εφικτές, σε επίπεδο ευρύτερων ομάδων, αρκετά υψηλότερα σε σχέση με τον μέσο όρο της ΕΕ28 είναι οι τιμές στην Ελλάδα για τις υπηρεσίες επικοινωνίας (κατά 63,1% το 2019)», τονίζουν οι συντάκτες της έκθεσης, προσθέτοντας ότι υψηλότερες από τον μέσο όρο καταγράφονται και οι τιμές μηχανικού εξοπλισμού (κατά 8,6%), λογισμικού (5,7%) και προϊόντων διατροφής (4,3%). Σε επίπεδο στενότερων ομάδων προϊόντων, σχετικά υψηλές τιμές καταγράφονται σε συγκεκριμένες βασικές κατηγορίες ειδών διατροφής».
Όπως φαίνεται παραστατικά και στο γράφημα από την Έκθεση Πισσαρίδη, μόνο στις Επικοινωνίες υπάρχει τεράστιο χάσμα τιμών από το μέσο όρο της Ε.Ε., που φθάνει το 63,1%), ενώ στους υπόλοιπους τρεις κλάδους, όπου στην ελληνική αγορά οι τιμές είναι υψηλότερες από την Ε.Ε., οι διαφορές είναι πολύ μικρότερες (4,3% - 8,6%), στοιχείο που παρέχει μια σαφή ένδειξη ότι στην αγορά των τηλεπικοινωνιών υπάρχουν και οι σοβαρότερες στρεβλώσεις του ανταγωνισμού.
Δείκτες συγκριτικού επιπέδου τιμών (Ε.Ε. 28 = 100, 2019)
Τι βρήκε η Rewheel
Οι διαπιστώσεις της Επιτροπής Πισσαρίδη φαίνεται ότι συνάδουν με την κεντρική διαπίστωση της έκθεσης της Rewheel, την οποία αμφισβήτησαν έντονα η ΕΕΕΤ και οι διοικήσεις των εταιρειών τηλεπικοινωνιών, ότι η χώρα μας έχει από τα υψηλότερα τιμολόγια στην κινητή τηλεφωνία στην Ευρώπη και παραμένει η λιγότερο ανταγωνιστική μεταξύ των 28 κρατών – μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά και μεταξύ των χωρών του ΟΟΣΑ.
Κάτι που καταλήγει σε σοβαρή επιβάρυνση του καταναλωτή, αφού, όπως εξηγούσε η έκθεση, «με μηνιαίο προϋπολογισμό 60 ευρώ - μηνιαίο ποσό που μπορούν να ξοδέψουν πολύ λίγοι καταναλωτές στην Ελλάδα – οι Έλληνες καταναλωτές θα μπορούσαν να αγοράσουν τον Οκτώβριο του 2019 ένα πρόγραμμα κινητής με το πολύ 5 gigabyte δεδομένων και 1000 λεπτά ομιλίας εντός Ελλάδας. Η Ελλάδα κατατάχθηκε ως η χώρα με τα λιγότερα gigabytes δεδομένων που θα μπορούσαν να αγοραστούν με 60 ευρώ τον Οκτώβριο του 2019». Μετά τις μειώσεις του περασμένου Μαρτίου «ο καταναλωτής στην Ελλάδα με 60 ευρώ θα μπορούσε να αγοράσει ένα επιπλέον gigabyte από ό,τι τον Οκτώβριο του 2019 (6 έναντι 5 gigabytes)».
Η έκθεση της Rewheel, καθώς και σχετικές δημόσιες τοποθετήσεις του προέδρου της Επιτροπής Ανταγωνισμού, Ιωάννη Λιανού, έθεσαν στη δημόσια συζήτηση και το ζήτημα της εποπτείας του ανταγωνισμού στην τηλεπικοινωνιακή αγορά και, ειδικότερα, το αν είναι σκόπιμο να αναλάβει ρόλο η Επιτροπή Ανταγωνισμού στον εκ των υστέρων έλεγχο της εφαρμογής των ρυθμιστικών κανόνων που καθορίζει η ΕΕΤΤ.
Με άλλα λόγια, τέθηκε υπό αμφισβήτηση το μοντέλο της αποκλειστικής εποπτείας της αγοράς από την ΕΕΤΤ, καθώς, όπως επισημάνθηκε και από την Rewheel, «η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην οποία η Αρχή Τηλεπικοινωνιών έχει την αποκλειστική αρμοδιότητα της εφαρμογής του Ευρωπαϊκού και Ελληνικού δικαίου ανταγωνισμού στο τομέα των τηλεπικοινωνιών». Στις υπόλοιπες 27 χώρες «η αρμοδιότητα εφαρμογής του Ευρωπαϊκού και Ελληνικού δικαίου ανταγωνισμού στις τηλεπικοινωνίες μοιράζεται μεταξύ των Αρχών Τηλεπικοινωνιών και των Αρχών Ανταγωνισμού ή είναι η αποκλειστική αρμοδιότητα των διευρυμένων Αρχών Ανταγωνισμού».
Η ΕΕΤΤ ψάχνει σύμβουλο για τις τιμές λιανικής
Με το ρόλο και την αποτελεσματικότητά της να αμφισβητείται, η ΕΕΤΤ δεν έχει δώσει ως τώρα πειστική απάντηση στην κριτική για τις πολύ υψηλές τιμές των τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών, ενώ πριν από λίγες ημέρες η ρυθμιστική Αρχή εμπράκτως αναγνώρισε ότι ως τώρα δεν είχε καταφέρει καν να παρακολουθήσει σωστά τις τιμές στη λιανική.
Την περασμένη Δευτέρα, η ΕΕΤΤ γνωστοποίησε ότι προκηρύσσει διεθνή διαγωνισμό «για την ανάθεση της σύμβασης παροχής υπηρεσιών με τίτλο: "Διαμόρφωση και Εφαρμογή Μοντέλου Αποτίμησης του Επιπέδου Λιανικών Τιμών Τηλεπικοινωνιακών Υπηρεσιών στην Ελλάδα"».
Σύμφωνα με την ίδια ανακοίνωση,
Αυτή η σύμβαση με ιδιωτική εταιρεία θα κοστίσει στην ΕΕΤΤ 595.200 ευρώ για 15 μήνες και οι προσφορές θα υποβληθούν στις 5 Οκτωβρίου. Κάπως έτσι, σχεδόν 30 χρόνια μετά την ίδρυσή της, η ΕΕΤΤ θα είναι για πρώτη φορά σε θέση να παρακολουθήσει σωστά τις τιμές της λιανικής.
Την περασμένη Δευτέρα, η ΕΕΤΤ γνωστοποίησε ότι προκηρύσσει διεθνή διαγωνισμό «για την ανάθεση της σύμβασης παροχής υπηρεσιών με τίτλο: "Διαμόρφωση και Εφαρμογή Μοντέλου Αποτίμησης του Επιπέδου Λιανικών Τιμών Τηλεπικοινωνιακών Υπηρεσιών στην Ελλάδα"».
Σύμφωνα με την ίδια ανακοίνωση,
- «αντικείμενο του έργου είναι η παροχή ενός συνεκτικού και τεκμηριωμένου μοντέλου αποτίμησης του επιπέδου λιανικών τιμών τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών σταθερής και κινητής τηλεφωνίας και ευρυζωνικής πρόσβασης στην Ελλάδα σε σύγκριση με άλλα κράτη καθώς και η πρώτη πιλοτική εφαρμογή του. Η ΕΕΤΤ αποσκοπεί στην τακτική και περιοδική επανάληψη της εφαρμογής του και στη μελέτη των διαχρονικών μεταβολών των τιμών αξιοποιώντας το συγκεκριμένο μοντέλο.
- Συνεπώς, απαιτείται μια μεθοδολογική προσέγγιση που να εξασφαλίζει την ιστορικότητα και να καθορίζει το υιοθετούμενο πλαίσιο για τις τροποποιήσεις και επικαιροποιήσεις των παραμέτρων του μοντέλου ώστε να μπορούν να ληφθούν υπόψη οι μεταβολές στο περιβάλλον της αγοράς, δηλαδή αλλαγές στις καταναλωτικές προτιμήσεις και τεχνολογικές εξελίξεις.
- Επομένως, βασικός στόχος είναι η διαμόρφωση ενός τεκμηριωμένου πλαισίου συγκριτικής αξιολόγησης των λιανικών τιμών των τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών που αναφέρθηκαν, η εκτίμηση της προσιτότητας των τιμών αυτών καθώς και των τάσεών τους και τελικά, η κατασκευή ενός σύνθετου δείκτη τιμών των τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών προσαρμοσμένου στον εγχώριο συνδρομητή τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών».
Αυτή η σύμβαση με ιδιωτική εταιρεία θα κοστίσει στην ΕΕΤΤ 595.200 ευρώ για 15 μήνες και οι προσφορές θα υποβληθούν στις 5 Οκτωβρίου. Κάπως έτσι, σχεδόν 30 χρόνια μετά την ίδρυσή της, η ΕΕΤΤ θα είναι για πρώτη φορά σε θέση να παρακολουθήσει σωστά τις τιμές της λιανικής.
πηγη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου