ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Πέμπτη 16 Ιουλίου 2020

ΝΣΚ ΓΙΑ ΠΟΘΕΝ ΕΣΧΕΣ: ΟΧΙ ΣΤΟΥΣ ΕΛΕΓΧΟΥΣ ΠΕΡΑΝ ΤΗΣ 5ΕΤΙΑΣ !!!




Μία γνωμοδότηση, η οποία θα μπορούσε να έχει πολύ σημαντικές προεκτάσεις στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από το ελληνικό Δημόσιο, εξέδωσε το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους (89/2020).

Στην υπό εξέταση υπόθεση, το ΝΣΚ κλήθηκε να απαντήσε σε ερωτήματα της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας σχετικά με τη δυνατότητα ελέγχου δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης πέραν της πενταετίας.


Ειδικότερα τα ερωτήματα αφορούσαν στο:

1) Αν επιτρέπεται ο έλεγχος δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης πέραν της πενταετίας, στις περιπτώσεις που η εντολή ελέγχου εκδόθηκε μετά την ημερομηνία δημοσίευσης του ν. 4571/2018 και εκτείνεται σε χρονικό διάστημα μεγαλύτερο της πενταετίας από τη λήξη του έτους υποβολής της δήλωσης,

2) αν επιτρέπεται ο έλεγχος δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης πέραν της πενταετίας, στις περιπτώσεις που η εντολή ελέγχου εκδόθηκε πριν την ημερομηνία δημοσίευσης του ν. 4571/2018 και εκτείνεται σε χρονικό διάστημα μεγαλύτερο της πενταετίας από τη λήξη του έτους υποβολής της δήλωσης και

3) αν διαφοροποιείται η απάντηση στις περιπτώσεις που άλλη Αρχή, η οποία διενεργεί προκαταρκτική εξέταση κατόπιν εισαγγελικής παραγγελίας για ποινική διερεύνηση αδικημάτων, έχει αιτηθεί στην πρώην Γενική Επιθεωρήτρια Δημόσιας Διοίκησης, ήδη Διοικητή της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας, έλεγχο δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης, λόγω αρμοδιότητας, βάσει των διατάξεων του ν. 3213/2003.


Με ομόφωνη γνωμοδότησή του, η οποία δεν έχει δίνει ακόμα αποδεκτή, το Ε' Τμήμα του ΝΣΚ απάντησε:

Επί του 1ου και 2ου υποερωτήματος: Δεν επιτρέπεται ο έλεγχος δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης υπόχρεου για χρόνο μεγαλύτερο της πενταετίας από το τέλος του έτους υποβολής της δήλωσης, ανεξαρτήτως αν οι σχετικές εντολές ελέγχου έχουν εκδοθεί πριν ή μετά την ισχύ του ν. 4571/2018, με την επιφύλαξη της συνδρομής της εξαιρετικής περίπτωσης του νόμου. Περαιτέρω, η Διοίκηση υποχρεούται να ανακαλέσει τις σχετικές εντολές ελέγχου κατά το μέρος που το ελεγχόμενο χρονικό διάστημα εκτείνεται πέραν της πενταετίας.

Επί του 3ου υποερωτήματος: Η απάντηση δεν διαφοροποιείται στις περιπτώσεις που η εντολή ελέγχου δηλώσεως περιουσιακής κατάστασης εκδόθηκε κατόπιν αιτήματος άλλης Υπηρεσίας, η οποία διενεργεί προκαταρκτική εξέταση κατόπιν εισαγγελικής παραγγελίας.

Προστασία προσωπικών δεδομένων και ανάκληση διοικητικών πράξεων

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το σκεπτικό του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους σχετικά με την εφαρμογή του Γενικού Κανονισμού Προστασίας Δεδομένων (ΓΚΠΔ) σε κρίσιμα ζητήματα διοικητικού δικαίου, όπως αυτό της ανάκλησης διοικητικής πράξης.

Όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά στη γνωμοδότηση, τίθεται το ζήτημα αν η Υπηρεσία έχει διακριτική ευχέρεια ή υποχρέωση να προβεί στη μερική ανάκληση των σχετικών εντολών, ήτοι κατά το μέρος που αναφέρονται σε χρόνο μεγαλύτερο της πενταετίας.

Κατά την ομόφωνη γνώμη του Τμήματος, η Διοίκηση υποχρεούται να προβεί στην ως άνω μερική ανάκληση αυτών, καθόσον η διενέργεια ελέγχου μετά τις 30.10.2018 (ημερομηνία ισχύος του ν.4571/2018) περιουσιακής κατάστασης υπόχρεου πέραν της πενταετίας δεν έχει έρεισμα στο νόμο, με άμεση συνέπεια τη μη νόμιμη από τα όργανα ελέγχου επεξεργασία και διατήρηση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, για την οποία προβλέπεται από το νόμο (άρθρα 38 και 39 του ν.4624/2019) η επιβολή σοβαρών ποινικών και διοικητικών κυρώσεων.

Η παραβίαση αυτή αντίκειται προεχόντως στο ενωσιακό δίκαιο και δη στον Κανονισμό EE 2016/679, γεγονός που καθιστά τη μερική ανάκληση, άλλως τροποποίηση, των ως άνω εντολών υποχρεωτική.

Η γνωμοδότηση του ΝΣΚ προκαλεί βάσιμους προβληματισμούς σχετικά με το κατά πόσον η κρίση του θα μπορούσε να καταλαμβάνει κάθε περίπτωση όπου η Διοίκηση διατηρεί και επεξεργάζεται προσωπικά δεδομένα διοικουμένων βάσει παράνομης διοικητικής πράξης.

Το ζήτημα παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον, ειδικά ενόψει των σοβαρών ποινικών και διοικητικών κυρώσεων, στις οποίες αναφέρεται και η γνωμοδότηση.

Απόσπασμα της γνωμοδότησης

Εν προκειμένω, όπως προκύπτει από το διδόμενο ιστορικό, είναι σε εκκρεμότητα εντολές ελέγχου δήλωσης περιουσιακής κατάστασης που εκδόθηκαν πριν την ισχύ του ν.4571/2018 και η σχετική εντολή δόθηκε για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο της πενταετίας, όπως, επίσης, και εντολές ελέγχου, οι οποίες, καίτοι εκδόθηκαν μετά την ισχύ του ν.4571/2018, με τον οποίον ρητά ορίστηκε ότι η σχετική προθεσμία είναι πενταετής από το τέλος του έτους υποβολής της δήλωσης, επίσης αναφέρονται σε χρόνο μεγαλύτερο της πενταετίας.

Ωστόσο, σύμφωνα με όσα έγιναν ερμηνευτικώς δεκτά (παρ. 14), δεν επιτρέπεται ο έλεγχος από την Υπηρεσία δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης υπόχρεου για χρόνο μεγαλύτερο της πενταετίας από το τέλος του έτους υποβολής της δήλωσης, ανεξαρτήτως αν οι σχετικές εντολές ελέγχου έχουν εκδοθεί πριν ή μετά την ισχύ του ν.4571/2018, με την επιφύλαξη βεβαίως πάντα των περιπτώσεων εκείνων που προκύπτουν σοβαρές ενδείξεις ή νέα αποδεικτικά στοιχεία τέλεσης ή απόπειρας τέλεσης του κακουργήματος της παραγράφου 3 του άρθρου 6 του ν.3213/2003 ή της παραγράφου 2 του άρθρου 6Α του νόμου, όπου ο έλεγχος μπορεί να διενεργηθεί μέχρι τη συμπλήρωση της ποινικής παραγραφής των αδικημάτων.

Περαιτέρω, όμως, και λαμβανομένου υπόψη ότι τα όργανα ελέγχου δεν υπόκειται κατά τη διάρκεια των ελέγχων και ερευνών τους, σε περιορισμούς διατάξεων περί τραπεζικού, χρηματιστηριακού, φορολογικού και επαγγελματικού απορρήτου των στοιχείων, αφετέρου δε οι εντολές ελέγχου που έχουν εκδοθεί και είναι εκκρεμείς έχουν το τεκμήριο νομιμότητας, τίθεται το ζήτημα αν η Υπηρεσία έχει διακριτική ευχέρεια ή υποχρέωση να προβεί στη μερική ανάκληση των σχετικών εντολών, ήτοι κατά το μέρος που αναφέρονται σε χρόνο μεγαλύτερο της πενταετίας.

Ενόψει των όσων αναπτύχθηκαν ανωτέρω, συνάγεται, κατά την ομόφωνη γνώμη του Τμήματος, ότι η Διοίκηση υποχρεούται να προβεί στην ως άνω μερική ανάκληση αυτών, καθόσον η διενέργεια ελέγχου μετά τις 30.10.2018 (ημερομηνία ισχύος του ν.4571/2018) περιουσιακής κατάστασης υπόχρεου πέραν της πενταετίας δεν έχει έρεισμα στο νόμο, με άμεση συνέπεια τη μη νόμιμη από τα όργανα ελέγχου επεξεργασία και διατήρηση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, για την οποία προβλέπεται από το νόμο (άρθρα 38 και 39 του ν.4624/2019) η επιβολή σοβαρών ποινικών και διοικητικών κυρώσεων.

Η παραβίαση αυτή αντίκειται προεχόντως στο ενωσιακό δίκαιο και δη στον Κανονισμό EE 2016/679, γεγονός που καθιστά τη μερική ανάκληση, άλλως τροποποίηση, των ως άνω εντολών υποχρεωτική (πρ βλ. ΣτΕ 1211/2018, ΕΣ 1809/2017).

Περαιτέρω, και αναφορικά με τις πέντε εντολές ελέγχου που δόθηκαν σε συνέχεια αιτήματος της Ελληνικής Αστυνομίας, η οποία διενεργεί προκαταρκτική εξέταση, κατόπιν εισαγγελικής παραγγελίας και στο οποίο αίτημα δεν προσδιοριζόταν το ελεγχόμενο χρονικό διάστημα (βλ. αναλυτικότερα διδόμενο ιστορικό, παρ.2), παρατηρούμε τα ακόλουθα:

α) Οι εντολές ελέγχου δόθηκαν από την τότε Γενική Επιθεωρήτρια Δημόσιας Διοίκησης προς τη Διεύθυνση Επεξεργασίας ΔΠΚ, βάσει των διατάξεων του άρθρου 1 του ν.3074/2002, όπως τότε ίσχυε, της παραγράφου 8 του άρθρου 6 του ν.3491/2006 και των παραγράφων 2-4 του άρθρου 3 του ν 3213/2003,

β) οι υπάλληλοι της προαναφερόμενης διεύθυνσης δεν είχαν την ιδιότητα του προανακριτικού υπαλλήλου σύμφωνα με τις οργανικές διατάξεις του ΓΕΔΔ, όπως, επίσης, δεν την έχουν σύμφωνα με τις διατάξεις που διέπουν την Εθνική Αρχή Διαφάνειας (άρθρα 82 επ. ν 4622/2019) και

γ) οι εν λόγω εντολές εκδόθηκαν για το σύνολο των ΔΠΚ των ελεγχόμενων υπαλλήλων.

Με βάση αυτά, η Υπηρεσία και σε αυτές τις περιπτώσεις ελέγχου δεσμεύεται, κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων της, από το ίδιο νομοθετικό πλαίσιο το οποίο ισχύει και για τις προαναφερθείσες περιπτώσεις (παρ 17).

Ενόψει αυτών και σύμφωνα με όσα έγιναν παραπάνω ερμηνευτικώς δεκτά, η απάντηση δεν διαφοροποιείται στις περιπτώσεις που η εντολή ελέγχου εκδόθηκε κατόπιν εγγράφου αιτήματος της Ελληνικής Αστυνομίας, η οποία διενεργεί προκαταρκτική εξέταση, κατόπιν εισαγγελικής παραγγελίας και κατά συνέπεια η Υπηρεσία θα πρέπει να προβεί στην ανάκληση των σχετικών εντολών κατά το μέρος που το ελεγχόμενο διάστημα εκτείνεται πέραν της πενταετίας, εκτός αν υπάρχουν στοιχεία ότι οι εν λόγω περιπτώσεις εμπίπτουν στην εξαιρετική περίπτωση του νόμου, γεγονός το οποίο θα πρέπει να διευκρινιστεί, κατόπιν επικοινωνίας με την αιτούσα τον έλεγχο Υπηρεσία.

Δείτε αναλυτικά τη γνωμοδότηση 89/2020.


ΠΗΓΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου