Ως «πηγή ανησυχίας» χαρακτηρίζει το υψηλό επίπεδο των αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων που έχουν αναγνωρίσει ως κεφάλαια οι ελληνικές τράπεζες η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, στην έκθεση που συνέταξε στο πλαίσιο της δεύτερης μεταμνημονιακής αξιολόγησης. Η Κομισιόν σημειώνει χαρακτηριστικά πως λόγο του σχήματος του αναβαλλομένου φόρου αφενός ο δεσμός τραπεζών – κράτους «παραμένει ισχυρός», αφετέρου η μείωση των «κόκκινων» δανείων δεν μπορεί να επιταχυνθεί.
Γιατί συμβαίνει αυτό; Με την αναβαλλόμενη φορολογική απαίτηση μια επιχείρηση συμψηφίζει ζημίες παλαιότερων χρήσεων με κερδοφόρες χρήσεις, καταβάλλοντας μικρότερο φόρο από αυτόν που της αναλογεί. Το 2014 η κυβέρνηση Σαμαρά, με υπουργό Οικονομικών τον Γκίκα Χαρδούβελη και με τη συνδρομή του τότε εντεταλμένου συμβούλου της PriceWaterhouseCoopers Κώστα Μητρόπουλου, αναγνώρισε τις ζημίες των τραπεζών από τις αναδιαρθρώσεις ως φορολογική πίστωση, αντιγράφοντας κάτι που είχε εφαρμοστεί σε μικρότερη κλίμακα στην Πορτογαλία και σε άλλες χώρες.
Με τον τρόπο αυτό επετράπη στις τράπεζες να συμψηφίσουν με φόρους από μελλοντική κερδοφορία τις μεγάλες ζημίες που υπέστησαν από το PSI και τις μαζικές διαγραφές μη εξυπηρετούμενων δανείων παρελθόντων ετών. Κυρίως η ρύθμιση επέτρεψε στους ξένους και Έλληνες ιδιώτες μέτοχους των τραπεζών να μην βάλουν φρέσκα χρήματα στα πιστωτικά ιδρύματα, καλύπτοντας με λογιστικό χειρισμό τις κεφαλαιακές ανάγκες των τραπεζών.
Η κυβέρνηση Τσίπρα κατέστησε τη ρύθμιση αυτή ακόμη πιο ευνοϊκή για τις τράπεζες, καθώς επέτρεψε οι ζημιές τους να συμψηφιστούν με τα κέρδη των επόμενων 20 ετών. Βάσει της ρύθμισης αυτής οι τράπεζες δεν θα πληρώνουν σε αυτό το διάστημα φόρο για τα κέρδη που θα εμφανίζουν έως ότου συμπληρωθεί το απαιτούμενο ποσό των περίπου 19 δισ. ευρώ που αντιστοιχεί σήμερα στην αναβαλλόμενη φορολογία. Αυτό γίνεται διότι το Δημόσιο υποσχέθηκε στις τράπεζες πως δεν θα τους ζητήσει να πληρώσουν φόρο για τα κέρδη τους την επομένη 20ετία. Αυτή την υπόσχεση οι τράπεζες την έχουν εγγράψει στους ισολογισμούς τους και την εμφανίζουν ως κεφάλαιο.
Βάρος για το δημόσιο χρέος
Εδώ όμως η υπόθεση περιπλέκεται. Για να απολαμβάνουν τα θετικά του αναβαλλόμενου οι τράπεζες θα πρέπει υποχρεωτικά να εμφανίζουν κέρδη σε επίπεδο μητρικής, ώστε να αποσβένουν τον αναβαλλόμενο. Σε αντίθετη περίπτωση, εάν δηλαδή καταγράψουν ζημιά, το Δημόσιο θα πρέπει να καλύψει την τρύπα που θα δημιουργηθεί. Στην περίπτωση που οι τράπεζες εμφανίσουν ζημιές το Δημόσιο θα πρέπει να καταβάλλει μέρος της αναβαλλόμενης φορολογικής απαίτησης που δεν θα αποσβεσθεί, προχωρώντας σε αύξηση μετοχικού κεφαλαίου και σε εξάσκηση των δικαιωμάτων μετατροπής (conversion rights). Η δημοσιονομική επιβάρυνση από μια τέτοια εξέλιξη θα ήταν άμεση και θα αποτυπωνόταν απευθείας σε έλλειμμα και χρέος.
Δεν είναι τυχαίο πως η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στις γνώμες που έχει εκδώσει μέχρι σήμερα για τον αναβαλλόμενο φόρο των τραπεζών -και ειδικά στην γνώμη για το μοντέλο τη Πορτογαλίας –δεν επικρότησε τον λογιστικό αυτό χειρισμό, καθώς αφήνει εκτεθειμένα τα κράτη μέλη από τη σκοπιά του δημόσιου χρέους και τη βιωσιμότητα του.
Το ίδιο κάνει πλέον και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Στην χθεσινή έκθεση της ΕΕ υπογραμμίζεται πως οι στόχοι μείωσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων των ελληνικών τραπεζών «θα γίνουν όλο και πιο απαιτητικοί κατά τα επόμενα χρόνια» και πως η κεφαλαιακή δομή των πιστωτικών ιδρυμάτων δεν προσφέρεται για την ταχύτερη μείωση των «κόκκινων» δανείων.
«Η κερδοφορία των τραπεζών είναι υπό πίεση και σε συνδυασμό με το υψηλό επίπεδο των αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων στον ισολογισμό τους, περιορίζεται ο ρυθμός μείωσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων», τονίζεται σχετικά στην έκθεση.
Προβληματισμός και προτάσεις
Η ΕΕ σημειώνει πως ένας πιο φιλόδοξος ρυθμό μείωσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων θα επιτρέψει στις ελληνικές τράπεζες να εκπληρώσουν πιο γρήγορα την αποστολή τους για την παροχή πιστώσεων προς την πραγματική οικονομία και θα μπορούσε να τους επιτρέψει να προσελκύσουν μετόχους.
Η Κομισιόν συσχετίζει τη λύση του «γόρδιου δεσμού» του αναβαλλομένου φόρου με τις ελάχιστες απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων (Minimum Requirement of Own Funds and Eligible Liabilities) που πρέπει να εφαρμόζουν οι ελληνικές τράπεζες. Συγκεκριμένα στέκεται στην ανάγκη οι ελληνικές τράπεζες να εκδώσουν μια σειρά άλλων πιστωτικών τίτλων, ώστε να υπάρχει διαφοροποίηση των στοιχείων παθητικού τους, αλλά και ενίσχυση της ρευστότητας τους, εφόσον αυτό χρειαστεί.
Δεν είναι άλλωστε τυχαίο πως η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην έκθεση της διατύπωσε εμμέσως επιφυλάξεις και για το σχέδιο της Τράπεζας της Ελλάδος για τη μείωση των «κόκκινων» δανείων (για τη χρήση του αναβαλλομένου φόρου ως κεφάλαιο σε μια εταιρεία διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων), λέγοντας πως θα απαιτηθεί διεξοδική τεχνική προετοιμασία και ανάλυση ειδικά ως προς το εάν υπάρχει «συμβατότητα με τους κανόνες της ΕΕ για τον ανταγωνισμό και τις κρατικές ενισχύσεις», αλλά και τον αντίκτυπο που θα έχει μια τέτοια λύση στους ισολογισμούς των τραπεζών και του Κράτους.
Ο προβληματισμός αυτός επαναλαμβάνει τον προβληματισμό της ΕΚΤ σύμφωνα με την οποία η μετατροπή της αναβαλλόμενης φορολογίας σε φορολογική πίστωση έχει μειώσει τα κίνητρα προκειμένου οι βασικοί ιδιώτες μέτοχοι να εισφέρουν νέα κεφάλαια στα πιστωτικά ιδρύματα.
Η ΕΕ σημειώνει πως ένας πιο φιλόδοξος ρυθμό μείωσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων θα επιτρέψει στις ελληνικές τράπεζες να εκπληρώσουν πιο γρήγορα την αποστολή τους για την παροχή πιστώσεων προς την πραγματική οικονομία και θα μπορούσε να τους επιτρέψει να προσελκύσουν μετόχους.
Η Κομισιόν συσχετίζει τη λύση του «γόρδιου δεσμού» του αναβαλλομένου φόρου με τις ελάχιστες απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων (Minimum Requirement of Own Funds and Eligible Liabilities) που πρέπει να εφαρμόζουν οι ελληνικές τράπεζες. Συγκεκριμένα στέκεται στην ανάγκη οι ελληνικές τράπεζες να εκδώσουν μια σειρά άλλων πιστωτικών τίτλων, ώστε να υπάρχει διαφοροποίηση των στοιχείων παθητικού τους, αλλά και ενίσχυση της ρευστότητας τους, εφόσον αυτό χρειαστεί.
Δεν είναι άλλωστε τυχαίο πως η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην έκθεση της διατύπωσε εμμέσως επιφυλάξεις και για το σχέδιο της Τράπεζας της Ελλάδος για τη μείωση των «κόκκινων» δανείων (για τη χρήση του αναβαλλομένου φόρου ως κεφάλαιο σε μια εταιρεία διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων), λέγοντας πως θα απαιτηθεί διεξοδική τεχνική προετοιμασία και ανάλυση ειδικά ως προς το εάν υπάρχει «συμβατότητα με τους κανόνες της ΕΕ για τον ανταγωνισμό και τις κρατικές ενισχύσεις», αλλά και τον αντίκτυπο που θα έχει μια τέτοια λύση στους ισολογισμούς των τραπεζών και του Κράτους.
Ο προβληματισμός αυτός επαναλαμβάνει τον προβληματισμό της ΕΚΤ σύμφωνα με την οποία η μετατροπή της αναβαλλόμενης φορολογίας σε φορολογική πίστωση έχει μειώσει τα κίνητρα προκειμένου οι βασικοί ιδιώτες μέτοχοι να εισφέρουν νέα κεφάλαια στα πιστωτικά ιδρύματα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου