ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΚΘΕΣΗ ΕΘΝΙΚΗΣ ΕΚΤΙΜΗΣΗΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ
Δικηγόροι, συμβολαιογράφοι, λογιστές και μεσίτες ακινήτων είναι οι πρωταγωνιστές στη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες στην Ελλάδα σύμφωνα με την Έκθεση Εθνικής Εκτίμησης Κινδύνου που κατήρτισε ομάδα εξειδικευμένων στελεχών των αρμόδιων φορέων του Δημοσίου χρησιμοποιώντας μεθοδολογία της Παγκόσμιας Τράπεζας.
Στην έκθεση αναφέρεται ότι σήμερα το μέγεθος της παραοικονομίας στη χώρα μας εκτιμάται στο 20% του ΑΕΠ, ήτοι σε περίπου 36 δισ. ευρώ.
Η Έκθεση Εθνικής Εκτίμησης Κινδύνου, την εποπτεία της οποίας είχε η Γενική Γραμματέας του υπουργείου Οικονομικών Έλενα Παπαδοπούλου, δημοσιεύθηκε σήμερα από το υπουργείο Οικονομικών, αφού πρώτα εγκρίθηκε από την Επιτροπή Στρατηγικής για την Αντιμετώπιση της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες, της Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας και της Χρηματοδότησης της Διάδοσης Όπλων Μαζικής Καταστροφής.
Η Έκθεση Εθνικής Εκτίμησης Κινδύνου -η οποία εκπονείται για πρώτη φορά στην Ελλάδα-σε συνδυασμό με την τεχνική συμμόρφωση της χώρας με τις Συστάσεις της Ομάδας Χρηματοπιστωτικής Δράσης (Financial Action Task Force - FATF), καθώς και το Στρατηγικό Σχέδιο Δράσης ενάντια στο Ξέπλυμα Χρήματος και τη Χρηματοδότηση της Τρομοκρατίας, αποτελούν τον κορμό της αξιολόγησης της χώρας μας στο πλαίσιο του τέταρτου γύρου αμοιβαίων αξιολογήσεων της FATF, η οποία θα ολοκληρωθεί τον Ιούνιο του 2019.
Η Έκθεση Εθνικής Εκτίμησης Κινδύνου, η οποία χαρακτηρίζει «Μέσο - Υψηλό» το επίπεδο εθνικού κινδύνου νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες στη χώρα μας, αναδεικνύει τις σημαντικότερες απειλές και τρωτότητες αναφορικά με τη νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και επισημαίνονται συγκεκριμένοι κλάδοι αυξημένου κινδύνου.
Σύμφωνα με την έκθεση, το μεγαλύτερο επίπεδο κίνδυνου (Υψηλό) ανακύπτει από τους κλάδους του μη χρηματοπιστωτικού τομέα (δικηγόροι, συμβολαιογράφοι, λογιστές και μεσίτες ακινήτων). Υψηλό επίπεδο κινδύνου ξεπλύματος χρήματος αντιμετωπίζει και ο κλάδος των παρόχων υπηρεσιών εμβασμάτων, με τον τραπεζικό κλάδο να έπεται με επίπεδο κινδύνου «Μέσο - Υψηλό». Το επίπεδο κινδύνου των υπόλοιπων κλάδων είναι χαμηλότερο, όπως αναλυτικότερα εμφαίνεται και στο παρακάτω σχήμα.
Τα αδικήματα με το υψηλότερο επίπεδο απειλής ως προς το ξέπλυμα χρήματος είναι η διακίνηση ναρκωτικών, η διαφθορά, τα εγκλήματα κατά της ιδιοκτησίας. τα οικονομικά εγκλήματα, η παράνομη διακίνηση μεταναστών και προσφύγων και τα φορολογικά αδικήματα.
Η διακίνηση ναρκωτικών
Σύμφωνα με την Έκθεση Εθνικής Εκτίμησης Κινδύνου το εμπόριο ναρκωτικών αποτελεί μια από τις πιο επικερδείς μορφές παράνομων δραστηριοτήτων με εκτιμώμενα «έσοδα» για τα έτη 2014, 2015 και 201611 σε 188 εκατ. ευρώ, 62 εκατ. ευρώ και 200 εκατ. ευρώ αντίστοιχα. Κατά τα έτη αυτά, η διακίνηση κοκαΐνης, ηρωίνης και κάνναβης, από οργανωμένες εγκληματικές ομάδες, στην ελληνική επικράτεια, ανέρχεται σε 75%, 83% και 35% αντίστοιχα, ενώ έχουν εξαρθρωθεί 188 εγκληματικές οργανώσεις, τα μέλη των οποίων ήταν κυρίως Έλληνες και Αλβανοί, ακολουθούμενοι από υπηκόους Βουλγαρίας και Νιγηρίας.
«Η νομιμοποίηση των εσόδων από τη διακίνηση ναρκωτικών πραγματοποιείται κυρίως μέσω νομότυπων επιχειρηματικών δομών εντάσεως μετρητών (π.χ. επιχειρήσεις εστίασης, ψυχαγωγίας), της αγοράς ακινήτων ή αγαθών μεγάλης αξίας, της χρήσης κερδισμένων δελτίων επίγειου στοιχηματισμού και της μεταφοράς χρηματικών ποσών σε υπεράκτιες εταιρείες», αναφέρεται στην έκθεση.
Ο υπουργός και η Energa
Για την εκτίμηση του επιπέδου απειλής από τη διαφθορά έχουν ληφθεί υπόψη τα αδικήματα της δωροδοκίας, της απιστίας κατά την εκτέλεση δημόσιας υπηρεσίας, της εκμετάλλευσης των καταπιστευμάτων και της υπεξαίρεσης κατά την εκτέλεση των καθηκόντων, σύμφωνα με τη σύμβαση του ΟΗΕ κατά της διαφθοράς. Βάσει έκθεσης το αδίκημα της κακουργηματικής απιστίας στην υπηρεσία παρουσιάζει τα μεγαλύτερα ποσοστά ποινικών διώξεων.
Η νομιμοποίηση εσόδων σοβαρών υποθέσεων διαφθοράς πραγματοποιείται κυρίως μέσω λογαριασμών σε αλλοδαπές τράπεζες με αυστηρότερους κανόνες τραπεζικού απορρήτου, μέσω διεθνών χρηματοπιστωτικών κέντρων στο όνομα εξωχώριων (offshore) εταιρειών και επενδύσεων στην αγορά ακινήτων.
Ο εγχώριος τραπεζικός τομέας έχει επίσης χρησιμοποιηθεί για τη νομιμοποίηση εσόδων από εγκλήματα διαφθοράς μικρής αξίας, κυρίως μέσω της ανάμειξης ποσών προερχόμενων τόσο από παράνομες όσο και από νόμιμες πηγές, ενώ τέλος, έχει παρατηρηθεί η χρήση μεσοπρόθεσμων επενδυτικών προϊόντων σε συνδυασμό με ασφαλιστήρια συμβόλαια ζωής στο εξωτερικό, προκειμένου να διοχετευθούν τα έσοδα από τη δωροδοκία σε άλλα χρηματοπιστωτικά προϊόντα. Η πρακτική αυτή χαρακτηρίζεται ελκυστική, διότι το παράνομο έσοδο μετατίθεται πλησιέστερα στο χρονικό όριο παραγραφής του κύριου αδικήματος.
Ενδεικτικά στην έκθεση αναφέρονται οι κάτωθι δύο υποθέσεις:
Ληστείες και κλοπές
Το ποσοστό υποθέσεων εγκλημάτων κατά ιδιοκτησίας και συγκεκριμένα οι κλοπές και οι ληστείες είναι ιδιαιτέρως υψηλό σε σχέση με το σύνολο των διαπραχθέντων αδικημάτων δημόσιας ασφάλειας.
Από τα στοιχεία της Ελληνικής Αστυνομίας προκύπτει ότι οι εγκληματικές οργανώσεις δεν έχουν ως επί το πλείστον διασυνδέσεις με διεθνή εγκληματικά κυκλώματα. Οι ομάδες που δραστηριοποιούνται σε κλοπές (πλην οχημάτων) και ληστείες αποτελούνται κυρίως από Έλληνες, Αλβανούς και Γεωργιανούς.
Οι κλοπές οχημάτων και το εμπόριο αυτών ελέγχεται κυρίως από μεικτές εγκληματικές ομάδες, με διεθνή χαρακτήρα, τα μέλη των οποίων προέρχονται κατά κύριο λόγο από χώρες της Ανατολικής Ευρώπης. Οι εγκληματικές αυτές ομάδες χρησιμοποιούν την Ελλάδα ως χώρα προέλευσης, προορισμού, αλλά και διαμετακόμισης κλεμμένων οχημάτων ή ανταλλακτικών αυτών. Η νομιμοποίηση των κερδών πραγματοποιείται μέσω εταιριών ή νομικών σχημάτων που εξειδικεύονται στην αγορά και επισκευή οχημάτων.
Από την ποιοτική ανάλυση των στοιχείων της Ελληνικής Αστυνομίας προκύπτει ότι τα έσοδα που προέρχονται από τα αδικήματα κατά της ιδιοκτησίας χρησιμοποιούνται πρωτίστως για την αγορά αγαθών μεγάλης αξίας (πολυτελή οχήματα και κοσμήματα), ενώ μέρος αυτών επενδύεται και στην αγορά ακινήτων. Επίσης, παρατηρείται ότι μέρος των εγκληματικών προϊόντων ενεχυριάζεται προκειμένου να μετατραπεί σε μετρητά.
Το λαθρεμπόριο και οι τραπεζικές απάτες
Από το σύνολο των οικονομικών αδικημάτων εκείνα που παρουσιάζουν το υψηλότερο επίπεδο απειλής είναι τα αδικήματα της απάτης (συμπεριλαμβανομένης της απάτης με υπολογιστή), της πλαστογραφίας, και τα αδικήματα της λαθρεμπορίας και του παραεμπορίου λόγω συνάφειας.
Η πλειονότητα των απατών διαπράττονται από μεμονωμένα άτομα, στοχεύουν σε πιο ευάλωτα θύματα (π.χ. άτομα τρίτης ηλικίας, πολίτες που επιδίδονται σε διαδικτυακές συναλλαγές προϊόντων και αγαθών) και τα έσοδα από αυτές είναι πολύ χαμηλότερα σε σχέση με υποθέσεις, όπου τα θύματα είναι υπηρεσίες του δημοσίου τομέα ή και εταιρείες.
Ειδική περίπτωση απάτης αποτελεί η «εσωτερική» απάτη σε βάρος των πιστωτικών ιδρυμάτων, τα έσοδα από την οποία δύναται να είναι υψηλά. Η κυριότερη πηγή κινδύνου ξεπλύματος χρήματος προέρχεται από απάτες κατά τις οποίες συμπράττουν δανειολήπτες με χαμηλόβαθμα ή σε μεμονωμένες περιπτώσεις και με υψηλόβαθμα στελέχη των πιστωτικών ιδρυμάτων, μέσω καταστρατήγησης των διαδικασιών παροχής δανείων. Εφόσον διαπραχθούν, οι απάτες αυτές εμφανίζουν εγγενή πλεονεκτήματα ως προς την νομιμοποίηση των εσόδων, αλλά και την ευκολία απόκρυψης και διαμοιρασμού αυτών μέσω της μεταφοράς τους σε άλλες τράπεζες στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό ή της ανάληψής τους σε μετρητά.
Ενδεικτικά αναφέρεται υπόθεση απιστίας και απάτης όπου ο διευθύνων σύμβουλος, ο κύριος μέτοχος και τα λοιπά μέλη του διοικητικού συμβουλίου τράπεζας ενέκριναν υψηλά δάνεια σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα, τα οποία ήταν μη αξιόπιστα του ποσού του δανείου και με ανεπαρκείς εξασφαλίσεις προς την τράπεζα, με αποτέλεσμα η τράπεζα να τεθεί υπό ειδική εκκαθάριση.
Σύμφωνα με την έκθεση, το λαθρεμπόριο καπνικών προϊόντων αποτελεί τη μεγαλύτερη απειλή στον τομέα της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες. Το βασικό κίνητρο για την παράνομη αυτή δραστηριότητα είναι η υψηλή φορολογική επιβάρυνση των καπνικών προϊόντων, η οποία τα τελευταία χρόνια έχει καταστεί δυσανάλογη προς την αγοραστική δύναμη των καταναλωτών, επηρεάζοντας αυξητικά την κατανάλωση λαθραίων προϊόντων.
Σύμφωνα με την έκθεση οι διωκτικές αρχές της χώρας, από το 2012 έως και το 2016 έχουν πραγματοποιήσει 10.304 κατασχέσεις και έχουν κατασχέσει ποσότητα 2.546.033.977 τεμαχίων τσιγάρων.
Η διακίνηση μεταναστών
Στην έκθεση σημειώνεται πως τα έσοδα των διακινητών κυμάνθηκαν, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, μεταξύ 4,7 και 5,7 δισ. ευρώ το 2015 και 2 δισ. ευρώ το 2016 ενώ αναφορικά με την είσοδο των μεταναστών στην Ελλάδα, όπως και σε όλη την Ε.Ε. το μεγαλύτερο ποσοστό των εσόδων των εγκληματικών ομάδων, αποκομίστηκε πριν την παράνομη είσοδό τους στη χώρα.
Όπως υπογραμμίζεται, η διευκόλυνση παράνομης εξόδου από τη χώρα είναι μια εγκληματική δραστηριότητα και αποτελεί σημαντική απειλή νομιμοποίησης εσόδων δεδομένου ότι αποφέρει μεγάλα χρηματικά ποσά. Βάσει των διαθέσιμων στοιχείων του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας, τα έσοδα αυτά εκτιμήθηκαν περίπου σε 307 εκατ. ευρώ για το 2015 και 367 εκατ. ευρώ για το 2016, με τη συντριπτική πλειοψηφία των συλληφθέντων διακινητών, ποσοστό 88% για το 2015 και 78% για το 2016 να είναι αλλοδαποί υπήκοοι τρίτων χωρών, οι οποίοι διαβιούν στην Ελλάδα παράνομα. Σημειώνεται ότι τα έτη 2015 και 2016 συνελήφθησαν 1501 και 950 διακινητές αντίστοιχα.
Τα φορολογικά αδικήματα
Σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία των αρμόδιων φορολογικών αρχών για τα έτη 2013 έως 2016 το επίπεδο απειλής του αδικήματος της φοροδιαφυγής εκτιμήθηκε από την ειδική επιτροπή ως «Υψηλό».
Στον τραπεζικό τομέα η ανωτέρω εκτίμηση απειλής θεωρείται υψηλή, καθώς η πλειοψηφία των αναφορών ύποπτων συναλλαγών που υποβάλλονται από τις τράπεζες προς την Αρχή αφορούν συναλλαγές που ενδεχομένως σχετίζονται ή συνδέονται με το αδίκημα της φοροδιαφυγής, με μειούμενη ωστόσο τάση ως προς τον αριθμό τους ενώ και ο μη χρηματοπιστωτικός τομέας αντιμετωπίζει υψηλό επίπεδο απειλής, καθώς λογιστές, φοροτεχνικοί, δικηγόροι, συμβολαιογράφοι και μεσίτες ακινήτων δύνανται να λειτουργήσουν ως διευκολυντές σε περιπτώσεις φοροδιαφυγής, ιδίως με συναλλαγές που σχετίζονται με την αγοραπωλησία ακινήτων.
Δικηγόροι, συμβολαιογράφοι, λογιστές και μεσίτες ακινήτων είναι οι πρωταγωνιστές στη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες στην Ελλάδα σύμφωνα με την Έκθεση Εθνικής Εκτίμησης Κινδύνου που κατήρτισε ομάδα εξειδικευμένων στελεχών των αρμόδιων φορέων του Δημοσίου χρησιμοποιώντας μεθοδολογία της Παγκόσμιας Τράπεζας.
Στην έκθεση αναφέρεται ότι σήμερα το μέγεθος της παραοικονομίας στη χώρα μας εκτιμάται στο 20% του ΑΕΠ, ήτοι σε περίπου 36 δισ. ευρώ.
Η Έκθεση Εθνικής Εκτίμησης Κινδύνου, την εποπτεία της οποίας είχε η Γενική Γραμματέας του υπουργείου Οικονομικών Έλενα Παπαδοπούλου, δημοσιεύθηκε σήμερα από το υπουργείο Οικονομικών, αφού πρώτα εγκρίθηκε από την Επιτροπή Στρατηγικής για την Αντιμετώπιση της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες, της Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας και της Χρηματοδότησης της Διάδοσης Όπλων Μαζικής Καταστροφής.
Η Έκθεση Εθνικής Εκτίμησης Κινδύνου -η οποία εκπονείται για πρώτη φορά στην Ελλάδα-σε συνδυασμό με την τεχνική συμμόρφωση της χώρας με τις Συστάσεις της Ομάδας Χρηματοπιστωτικής Δράσης (Financial Action Task Force - FATF), καθώς και το Στρατηγικό Σχέδιο Δράσης ενάντια στο Ξέπλυμα Χρήματος και τη Χρηματοδότηση της Τρομοκρατίας, αποτελούν τον κορμό της αξιολόγησης της χώρας μας στο πλαίσιο του τέταρτου γύρου αμοιβαίων αξιολογήσεων της FATF, η οποία θα ολοκληρωθεί τον Ιούνιο του 2019.
Η Έκθεση Εθνικής Εκτίμησης Κινδύνου, η οποία χαρακτηρίζει «Μέσο - Υψηλό» το επίπεδο εθνικού κινδύνου νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες στη χώρα μας, αναδεικνύει τις σημαντικότερες απειλές και τρωτότητες αναφορικά με τη νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και επισημαίνονται συγκεκριμένοι κλάδοι αυξημένου κινδύνου.
Σύμφωνα με την έκθεση, το μεγαλύτερο επίπεδο κίνδυνου (Υψηλό) ανακύπτει από τους κλάδους του μη χρηματοπιστωτικού τομέα (δικηγόροι, συμβολαιογράφοι, λογιστές και μεσίτες ακινήτων). Υψηλό επίπεδο κινδύνου ξεπλύματος χρήματος αντιμετωπίζει και ο κλάδος των παρόχων υπηρεσιών εμβασμάτων, με τον τραπεζικό κλάδο να έπεται με επίπεδο κινδύνου «Μέσο - Υψηλό». Το επίπεδο κινδύνου των υπόλοιπων κλάδων είναι χαμηλότερο, όπως αναλυτικότερα εμφαίνεται και στο παρακάτω σχήμα.
Τα αδικήματα με το υψηλότερο επίπεδο απειλής ως προς το ξέπλυμα χρήματος είναι η διακίνηση ναρκωτικών, η διαφθορά, τα εγκλήματα κατά της ιδιοκτησίας. τα οικονομικά εγκλήματα, η παράνομη διακίνηση μεταναστών και προσφύγων και τα φορολογικά αδικήματα.
Η διακίνηση ναρκωτικών
Σύμφωνα με την Έκθεση Εθνικής Εκτίμησης Κινδύνου το εμπόριο ναρκωτικών αποτελεί μια από τις πιο επικερδείς μορφές παράνομων δραστηριοτήτων με εκτιμώμενα «έσοδα» για τα έτη 2014, 2015 και 201611 σε 188 εκατ. ευρώ, 62 εκατ. ευρώ και 200 εκατ. ευρώ αντίστοιχα. Κατά τα έτη αυτά, η διακίνηση κοκαΐνης, ηρωίνης και κάνναβης, από οργανωμένες εγκληματικές ομάδες, στην ελληνική επικράτεια, ανέρχεται σε 75%, 83% και 35% αντίστοιχα, ενώ έχουν εξαρθρωθεί 188 εγκληματικές οργανώσεις, τα μέλη των οποίων ήταν κυρίως Έλληνες και Αλβανοί, ακολουθούμενοι από υπηκόους Βουλγαρίας και Νιγηρίας.
«Η νομιμοποίηση των εσόδων από τη διακίνηση ναρκωτικών πραγματοποιείται κυρίως μέσω νομότυπων επιχειρηματικών δομών εντάσεως μετρητών (π.χ. επιχειρήσεις εστίασης, ψυχαγωγίας), της αγοράς ακινήτων ή αγαθών μεγάλης αξίας, της χρήσης κερδισμένων δελτίων επίγειου στοιχηματισμού και της μεταφοράς χρηματικών ποσών σε υπεράκτιες εταιρείες», αναφέρεται στην έκθεση.
Ο υπουργός και η Energa
Για την εκτίμηση του επιπέδου απειλής από τη διαφθορά έχουν ληφθεί υπόψη τα αδικήματα της δωροδοκίας, της απιστίας κατά την εκτέλεση δημόσιας υπηρεσίας, της εκμετάλλευσης των καταπιστευμάτων και της υπεξαίρεσης κατά την εκτέλεση των καθηκόντων, σύμφωνα με τη σύμβαση του ΟΗΕ κατά της διαφθοράς. Βάσει έκθεσης το αδίκημα της κακουργηματικής απιστίας στην υπηρεσία παρουσιάζει τα μεγαλύτερα ποσοστά ποινικών διώξεων.
Η νομιμοποίηση εσόδων σοβαρών υποθέσεων διαφθοράς πραγματοποιείται κυρίως μέσω λογαριασμών σε αλλοδαπές τράπεζες με αυστηρότερους κανόνες τραπεζικού απορρήτου, μέσω διεθνών χρηματοπιστωτικών κέντρων στο όνομα εξωχώριων (offshore) εταιρειών και επενδύσεων στην αγορά ακινήτων.
Ο εγχώριος τραπεζικός τομέας έχει επίσης χρησιμοποιηθεί για τη νομιμοποίηση εσόδων από εγκλήματα διαφθοράς μικρής αξίας, κυρίως μέσω της ανάμειξης ποσών προερχόμενων τόσο από παράνομες όσο και από νόμιμες πηγές, ενώ τέλος, έχει παρατηρηθεί η χρήση μεσοπρόθεσμων επενδυτικών προϊόντων σε συνδυασμό με ασφαλιστήρια συμβόλαια ζωής στο εξωτερικό, προκειμένου να διοχετευθούν τα έσοδα από τη δωροδοκία σε άλλα χρηματοπιστωτικά προϊόντα. Η πρακτική αυτή χαρακτηρίζεται ελκυστική, διότι το παράνομο έσοδο μετατίθεται πλησιέστερα στο χρονικό όριο παραγραφής του κύριου αδικήματος.
Ενδεικτικά στην έκθεση αναφέρονται οι κάτωθι δύο υποθέσεις:
- Υπόθεση πρώην υπουργού που ζήτησε και έλαβε 55 εκατ. ευρώ κατά τη διαδικασία ανάθεσης και υλοποίησης εξοπλιστικών προγραμμάτων. Τα κεφάλαια διοχετεύθηκαν μέσω ενός πολύπλοκου δικτύου εγχώριων νομικών προσώπων ή εξωχώριων εταιριών, με τη χρήση σημαντικού αριθμού συνεργατών που εμφανίζονταν ως πραγματικοί δικαιούχοι και τη διενέργεια σημαντικού πλήθους τραπεζικών συναλλαγών μέσω εγχώριων και ξένων τραπεζικών ιδρυμάτων, με σκοπό τη μεταφορά, την απόκρυψη και τη νομιμοποίηση μέρους αυτών μέσω εγχώριων επενδύσεων (κυρίως σε εγχώρια ακίνητα).
- Υπόθεση απάτης κατά την οποία, ιδιοκτήτες ιδιωτικών εταιρειών παροχής ενέργειας (Energa – Hellas Power) καταχράστηκαν 254,5 εκατ. ευρώ που όφειλαν να έχουν αποδώσει στο ελληνικό κράτος. Για την απόκρυψη των χρημάτων χρησιμοποίησαν ελληνικές και ξένες τράπεζες, καθώς και ένα εκτεταμένο δίκτυο υπεράκτιων εταιριών. Κατά συνέπεια το επίπεδο απειλής αυξάνεται σημαντικά σε περιπτώσεις μεγάλης απάτης (ιδίως κατά του Δημοσίου και σημαντικών νομικών προσώπων ή πιστωτικών ιδρυμάτων).
Ληστείες και κλοπές
Το ποσοστό υποθέσεων εγκλημάτων κατά ιδιοκτησίας και συγκεκριμένα οι κλοπές και οι ληστείες είναι ιδιαιτέρως υψηλό σε σχέση με το σύνολο των διαπραχθέντων αδικημάτων δημόσιας ασφάλειας.
Από τα στοιχεία της Ελληνικής Αστυνομίας προκύπτει ότι οι εγκληματικές οργανώσεις δεν έχουν ως επί το πλείστον διασυνδέσεις με διεθνή εγκληματικά κυκλώματα. Οι ομάδες που δραστηριοποιούνται σε κλοπές (πλην οχημάτων) και ληστείες αποτελούνται κυρίως από Έλληνες, Αλβανούς και Γεωργιανούς.
Οι κλοπές οχημάτων και το εμπόριο αυτών ελέγχεται κυρίως από μεικτές εγκληματικές ομάδες, με διεθνή χαρακτήρα, τα μέλη των οποίων προέρχονται κατά κύριο λόγο από χώρες της Ανατολικής Ευρώπης. Οι εγκληματικές αυτές ομάδες χρησιμοποιούν την Ελλάδα ως χώρα προέλευσης, προορισμού, αλλά και διαμετακόμισης κλεμμένων οχημάτων ή ανταλλακτικών αυτών. Η νομιμοποίηση των κερδών πραγματοποιείται μέσω εταιριών ή νομικών σχημάτων που εξειδικεύονται στην αγορά και επισκευή οχημάτων.
Από την ποιοτική ανάλυση των στοιχείων της Ελληνικής Αστυνομίας προκύπτει ότι τα έσοδα που προέρχονται από τα αδικήματα κατά της ιδιοκτησίας χρησιμοποιούνται πρωτίστως για την αγορά αγαθών μεγάλης αξίας (πολυτελή οχήματα και κοσμήματα), ενώ μέρος αυτών επενδύεται και στην αγορά ακινήτων. Επίσης, παρατηρείται ότι μέρος των εγκληματικών προϊόντων ενεχυριάζεται προκειμένου να μετατραπεί σε μετρητά.
Το λαθρεμπόριο και οι τραπεζικές απάτες
Από το σύνολο των οικονομικών αδικημάτων εκείνα που παρουσιάζουν το υψηλότερο επίπεδο απειλής είναι τα αδικήματα της απάτης (συμπεριλαμβανομένης της απάτης με υπολογιστή), της πλαστογραφίας, και τα αδικήματα της λαθρεμπορίας και του παραεμπορίου λόγω συνάφειας.
Η πλειονότητα των απατών διαπράττονται από μεμονωμένα άτομα, στοχεύουν σε πιο ευάλωτα θύματα (π.χ. άτομα τρίτης ηλικίας, πολίτες που επιδίδονται σε διαδικτυακές συναλλαγές προϊόντων και αγαθών) και τα έσοδα από αυτές είναι πολύ χαμηλότερα σε σχέση με υποθέσεις, όπου τα θύματα είναι υπηρεσίες του δημοσίου τομέα ή και εταιρείες.
Ειδική περίπτωση απάτης αποτελεί η «εσωτερική» απάτη σε βάρος των πιστωτικών ιδρυμάτων, τα έσοδα από την οποία δύναται να είναι υψηλά. Η κυριότερη πηγή κινδύνου ξεπλύματος χρήματος προέρχεται από απάτες κατά τις οποίες συμπράττουν δανειολήπτες με χαμηλόβαθμα ή σε μεμονωμένες περιπτώσεις και με υψηλόβαθμα στελέχη των πιστωτικών ιδρυμάτων, μέσω καταστρατήγησης των διαδικασιών παροχής δανείων. Εφόσον διαπραχθούν, οι απάτες αυτές εμφανίζουν εγγενή πλεονεκτήματα ως προς την νομιμοποίηση των εσόδων, αλλά και την ευκολία απόκρυψης και διαμοιρασμού αυτών μέσω της μεταφοράς τους σε άλλες τράπεζες στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό ή της ανάληψής τους σε μετρητά.
Ενδεικτικά αναφέρεται υπόθεση απιστίας και απάτης όπου ο διευθύνων σύμβουλος, ο κύριος μέτοχος και τα λοιπά μέλη του διοικητικού συμβουλίου τράπεζας ενέκριναν υψηλά δάνεια σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα, τα οποία ήταν μη αξιόπιστα του ποσού του δανείου και με ανεπαρκείς εξασφαλίσεις προς την τράπεζα, με αποτέλεσμα η τράπεζα να τεθεί υπό ειδική εκκαθάριση.
Σύμφωνα με την έκθεση, το λαθρεμπόριο καπνικών προϊόντων αποτελεί τη μεγαλύτερη απειλή στον τομέα της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες. Το βασικό κίνητρο για την παράνομη αυτή δραστηριότητα είναι η υψηλή φορολογική επιβάρυνση των καπνικών προϊόντων, η οποία τα τελευταία χρόνια έχει καταστεί δυσανάλογη προς την αγοραστική δύναμη των καταναλωτών, επηρεάζοντας αυξητικά την κατανάλωση λαθραίων προϊόντων.
Σύμφωνα με την έκθεση οι διωκτικές αρχές της χώρας, από το 2012 έως και το 2016 έχουν πραγματοποιήσει 10.304 κατασχέσεις και έχουν κατασχέσει ποσότητα 2.546.033.977 τεμαχίων τσιγάρων.
Η διακίνηση μεταναστών
Στην έκθεση σημειώνεται πως τα έσοδα των διακινητών κυμάνθηκαν, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, μεταξύ 4,7 και 5,7 δισ. ευρώ το 2015 και 2 δισ. ευρώ το 2016 ενώ αναφορικά με την είσοδο των μεταναστών στην Ελλάδα, όπως και σε όλη την Ε.Ε. το μεγαλύτερο ποσοστό των εσόδων των εγκληματικών ομάδων, αποκομίστηκε πριν την παράνομη είσοδό τους στη χώρα.
Όπως υπογραμμίζεται, η διευκόλυνση παράνομης εξόδου από τη χώρα είναι μια εγκληματική δραστηριότητα και αποτελεί σημαντική απειλή νομιμοποίησης εσόδων δεδομένου ότι αποφέρει μεγάλα χρηματικά ποσά. Βάσει των διαθέσιμων στοιχείων του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας, τα έσοδα αυτά εκτιμήθηκαν περίπου σε 307 εκατ. ευρώ για το 2015 και 367 εκατ. ευρώ για το 2016, με τη συντριπτική πλειοψηφία των συλληφθέντων διακινητών, ποσοστό 88% για το 2015 και 78% για το 2016 να είναι αλλοδαποί υπήκοοι τρίτων χωρών, οι οποίοι διαβιούν στην Ελλάδα παράνομα. Σημειώνεται ότι τα έτη 2015 και 2016 συνελήφθησαν 1501 και 950 διακινητές αντίστοιχα.
Τα φορολογικά αδικήματα
Σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία των αρμόδιων φορολογικών αρχών για τα έτη 2013 έως 2016 το επίπεδο απειλής του αδικήματος της φοροδιαφυγής εκτιμήθηκε από την ειδική επιτροπή ως «Υψηλό».
Στον τραπεζικό τομέα η ανωτέρω εκτίμηση απειλής θεωρείται υψηλή, καθώς η πλειοψηφία των αναφορών ύποπτων συναλλαγών που υποβάλλονται από τις τράπεζες προς την Αρχή αφορούν συναλλαγές που ενδεχομένως σχετίζονται ή συνδέονται με το αδίκημα της φοροδιαφυγής, με μειούμενη ωστόσο τάση ως προς τον αριθμό τους ενώ και ο μη χρηματοπιστωτικός τομέας αντιμετωπίζει υψηλό επίπεδο απειλής, καθώς λογιστές, φοροτεχνικοί, δικηγόροι, συμβολαιογράφοι και μεσίτες ακινήτων δύνανται να λειτουργήσουν ως διευκολυντές σε περιπτώσεις φοροδιαφυγής, ιδίως με συναλλαγές που σχετίζονται με την αγοραπωλησία ακινήτων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου