ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ MARKETWATCH
Το ξέπλυμα μαύρου χρήματος έχει λάβει τεράστιες διαστάσεις κατά τη διάρκεια των τελευταίων δύο δεκαετιών.
Σήμερα υπολογίζεται ότι οι απόπειρες νομιμοποίησης του «μαύρου» χρήματος ανέρχονται στο 1,25 με 1,5 τρισ. δολάρια, σύμφωνα με δημοσίευμα της οικονομικής ιστοσελίδας Marketwatch. Οπότε, οι κατηγορίες εις βάρος του Πολ Μάνφορντ, επικεφαλής της προεκλογικής εκστρατείας του Αμερικανού προέδρου, Ντόναλντ Τραμπ, για το ξέπλυμα 18 εκατ. δολαρίων είναι «ψίχουλα» σε σχέση με άλλες περιπτώσεις. Μία από τις πιο χαρακτηριστικές περιπτώσεις των τελευταίων ετών είναι αυτή του Μεξικανού εμπόρου ναρκωτικών Γιόακιν ελ Κάπο, στον οποίο αναφέρεται το βιβλίο του Τζέφρεϊ Ρόμπινσον «The Laudrymen». Ο στενότερος νομικός σύμβουλος του Ελ Κάπο νομιμοποιούσε παράνομα ετήσια έσοδα 300 με 400 εκατ. δολαρίων από το εμπόριο ναρκωτικών. Μέσα σε μία δεκαετία είχε καταφέρει να ξεπλύνει ένα δισ. δολάρια για τον πελάτη του.
Οι τραπεζικοί λογαριασμοί σε φορολογικούς παραδείσους, όπου οι Αρχές δεν προβληματίζονται ιδιαίτερα για την προέλευση μεγάλων χρηματικών ποσών, είναι η προτιμότερη αλλά όχι πάντα η πιο εφικτή λύση. Η δημιουργία ενός μικρού ή μεγάλου δικτύου με εικονικές εταιρείες για τη μεταβίβαση χρημάτων είναι ο συνηθέστερος τρόπος για το ξέπλυμα «μαύρου» χρήματος. Κάποιοι κατηγορούν τον κ. Μάνφορντ ότι απέκτησε πρόσβαση σε παράνομα κεφάλαια μέσω εμβασμάτων από φορολογικούς παραδείσους.
Ενας ακόμη τρόπος για ξέπλυμα μαύρου χρήματος είναι να διάγει κανείς πολυτελή βίο. Ο κ. Μάνφορντ ξόδευε εκατομμύρια για την αγορά πολυτελών χαλιών, αντικών, ρούχων και για την ανακαίνιση του εξοχικού του στα Χάμπονς. Οι εν λόγω δαπάνες καλύπτονταν από αυτές τις εικονικές εταιρείες.
Αλλά η διαδρομή του «μαύρου» χρήματος προς τη νομιμοποίηση δεν είναι πάντα στρωμένη με ρόδα. «Υπάρχει ένα πρόβλημα με τη μεταφορά μετρητών. Ενας έμπορος ναρκωτικών αναγκάζεται να τοποθετήσει τα χρήματά του στο τραπεζικό σύστημα, διότι κινδυνεύει να του τα κλέψουν», σχολιάζει ο κ. Ρόμπινσον στο Marketwatch. «Ενα εκατομμύριο δολάρια σε μετρητά μπορεί να ζυγίζει μέχρι 10 κιλά», σπεύδει να συμπληρώσει.
Στις ΗΠΑ το κατώτατο όριο για νόμιμες συναλλαγές σε μετρητά είναι οι 10.000 δολάρια. Στη Νέα Υόρκη είναι ακόμα πιο χαμηλό. Οι ελεγκτικές αρχές ενημερώνονται αυτόματα όταν μια συναλλαγή σε μετρητά κινηθεί πάνω από αυτό το όριο. Τράπεζες, καζίνο, έμποροι χρυσού και κοσμημάτων, τράπεζες στεγαστικής πίστης και ασφαλιστικές εταιρείες υποχρεώνονται να ενημερώσουν τις αρχές δίωξης οικονομικού εγκλήματος για έναν πελάτη που πληρώνει πάνω από 10.000 δολάρια με μετρητά.
Για να μην μπουν στο στόχαστρο των ελεγκτικών αρχών, οι κακοποιοί χωρίζουν μεγάλα χρηματικά ποσά σε πολύ μικρότερα και τα τοποθετούν σε ξεχωριστούς λογαριασμούς για να μην κινήσουν υποψίες. Κοινή μέθοδος είναι, επίσης, η ανάμειξη χρημάτων από παράνομες και νόμιμες δραστηριότητες. Ενα πλυντήριο αυτοκινήτων μπορεί να εμφανίσει, για παράδειγμα, 1.000 πλυσίματα μέσα σε μία μέρα, όταν στην πραγματικότητα εξυπηρέτησε 500 μοναδικούς πελάτες.
Η υψηλή τεχνολογία μπαίνει στην υπηρεσία παράνομων πρακτικών
Η τεχνολογική πρόοδος και η αύξηση κάθε είδους ηλεκτρονικών συναλλαγών στο σύγχρονο τραπεζικό σύστημα διευκολύνουν το ξέπλυμα μαύρου χρήματος. Γι’ αυτό και στην εποχή μας, τέτοιου είδους συναλλαγές δεν κάνουν μόνον τρομοκράτες, έμποροι όπλων και ναρκωτικών, επισημαίνει ο Τζέφρεϊ Ρόμπινσον, ο συγγραφέας του βιβλίου «The Laundrymen». Η εκτέλεση συναλλαγών μέσω κινητών τηλεφώνων, τα ψηφιακά νομίσματα και τα νομίσματα στον ηλεκτρονικό τζόγο χρησιμεύουν στην απόκρυψη χρημάτων από παράνομες ενέργειες. «Η εποχή ενδείκνυται για το ξέπλυμα μαύρου χρήματος», σχολιάζει ο Κέβιν Σάλιβαν, πρώην αστυνομικός επιθεωρητής στη Νέα Υόρκη, στην ειδησεογραφική ιστοσελίδα Marketwatch.
Η νομιμοποίηση παράνομων εσόδων συνδέεται, επίσης, με τη διαφθορά στις επιχειρήσεις και στην πολιτική. Οι εισαγγελικές αρχές, εν τω μεταξύ, δεν «κυνηγούν» τις υποθέσεις αυτές, διότι χάνεται πολύτιμος χρόνος για να στοιχειοθετήσει κανείς το κατηγορητήριο και, στο τέλος, δεν επιβάλλονται οι αρμόζουσες ποινές στους ενόχους. «Αν εξετάσει κανείς τις περιπτώσεις του Μεξικού και της Ρωσίας, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το μαύρο χρήμα μολύνει τον πολιτικό κόσμο αυτών των χωρών όπως είχε συμβεί στην Κολομβία», προσθέτει ο κ. Ρόμπινσον. Επί σειράν ετών, το καρτέλ της Μεντεγίν και ο αρχηγός του Πάμπλο Εσκομπάρ «αγόραζαν και πουλούσαν πολιτικούς». Μία ακόμα συνέπεια από το ξέπλυμα «μαύρου» χρήματος είναι η απώλεια φορολογικών εσόδων για το Δημόσιο, επισημαίνεται στο Marketwatch. Για να μπορεί κανείς, όμως, να κάνει ξέπλυμα μαύρου χρήματος, θα πρέπει να έχει τις κατάλληλες γνωριμίες. Πολύτιμοι σύμμαχοί του είναι οι δικηγόροι. Αυτοί γνωρίζουν τα νομικά τερτίπια για τη νομιμοποίηση των παράνομων χρημάτων. Αναλαμβάνουν τη δημιουργία εικονικών εταιρειών, ώστε να μην μπορεί να ανιχνευτεί το «μαύρο» χρήμα. Υπάρχουν, επίσης, χρηματομεσίτες που ειδικεύονται στις συναλλαγές αυτές και λογιστές με διασυνδέσεις με χρηματοπιστωτικά ιδρύματα. «Για να ξεπλύνεις μαύρο χρήμα χρειάζεται να γνωρίζεις τους κατάλληλους ανθρώπους», σχολιάζει ο Κρις Μάδερς, συγγραφέας του «Crime School: Money Laundering».
Αυτήν την εβδομάδα, οι διωκτικές αρχές στη Σιγκαπούρη έβαλαν στο στόχαστρο την Goldman Sachs. Διερευνούν τις σχέσεις της αμερικανικής τράπεζας με το κρατικό επενδυτικό ταμείο της Μαλαισίας, 1MDB, το οποίο ήδη κατηγορείται για το ξέπλυμα «μαύρου» χρήματος τουλάχιστον σε έξι χώρες, συμπεριλαμβανομένων των ΗΠΑ, της Ελβετίας και της Σιγκαπούρης. Στελέχη της Goldman Sachs είχαν συνεργαστεί με το 1ΜDB για την έκδοση ομολόγου.
Το ξέπλυμα μαύρου χρήματος έχει λάβει τεράστιες διαστάσεις κατά τη διάρκεια των τελευταίων δύο δεκαετιών.
Οι τραπεζικοί λογαριασμοί σε φορολογικούς παραδείσους, όπου οι Αρχές δεν προβληματίζονται ιδιαίτερα για την προέλευση μεγάλων χρηματικών ποσών, είναι η προτιμότερη αλλά όχι πάντα η πιο εφικτή λύση. Η δημιουργία ενός μικρού ή μεγάλου δικτύου με εικονικές εταιρείες για τη μεταβίβαση χρημάτων είναι ο συνηθέστερος τρόπος για το ξέπλυμα «μαύρου» χρήματος. Κάποιοι κατηγορούν τον κ. Μάνφορντ ότι απέκτησε πρόσβαση σε παράνομα κεφάλαια μέσω εμβασμάτων από φορολογικούς παραδείσους.
Ενας ακόμη τρόπος για ξέπλυμα μαύρου χρήματος είναι να διάγει κανείς πολυτελή βίο. Ο κ. Μάνφορντ ξόδευε εκατομμύρια για την αγορά πολυτελών χαλιών, αντικών, ρούχων και για την ανακαίνιση του εξοχικού του στα Χάμπονς. Οι εν λόγω δαπάνες καλύπτονταν από αυτές τις εικονικές εταιρείες.
Αλλά η διαδρομή του «μαύρου» χρήματος προς τη νομιμοποίηση δεν είναι πάντα στρωμένη με ρόδα. «Υπάρχει ένα πρόβλημα με τη μεταφορά μετρητών. Ενας έμπορος ναρκωτικών αναγκάζεται να τοποθετήσει τα χρήματά του στο τραπεζικό σύστημα, διότι κινδυνεύει να του τα κλέψουν», σχολιάζει ο κ. Ρόμπινσον στο Marketwatch. «Ενα εκατομμύριο δολάρια σε μετρητά μπορεί να ζυγίζει μέχρι 10 κιλά», σπεύδει να συμπληρώσει.
Στις ΗΠΑ το κατώτατο όριο για νόμιμες συναλλαγές σε μετρητά είναι οι 10.000 δολάρια. Στη Νέα Υόρκη είναι ακόμα πιο χαμηλό. Οι ελεγκτικές αρχές ενημερώνονται αυτόματα όταν μια συναλλαγή σε μετρητά κινηθεί πάνω από αυτό το όριο. Τράπεζες, καζίνο, έμποροι χρυσού και κοσμημάτων, τράπεζες στεγαστικής πίστης και ασφαλιστικές εταιρείες υποχρεώνονται να ενημερώσουν τις αρχές δίωξης οικονομικού εγκλήματος για έναν πελάτη που πληρώνει πάνω από 10.000 δολάρια με μετρητά.
Για να μην μπουν στο στόχαστρο των ελεγκτικών αρχών, οι κακοποιοί χωρίζουν μεγάλα χρηματικά ποσά σε πολύ μικρότερα και τα τοποθετούν σε ξεχωριστούς λογαριασμούς για να μην κινήσουν υποψίες. Κοινή μέθοδος είναι, επίσης, η ανάμειξη χρημάτων από παράνομες και νόμιμες δραστηριότητες. Ενα πλυντήριο αυτοκινήτων μπορεί να εμφανίσει, για παράδειγμα, 1.000 πλυσίματα μέσα σε μία μέρα, όταν στην πραγματικότητα εξυπηρέτησε 500 μοναδικούς πελάτες.
Η υψηλή τεχνολογία μπαίνει στην υπηρεσία παράνομων πρακτικών
Η τεχνολογική πρόοδος και η αύξηση κάθε είδους ηλεκτρονικών συναλλαγών στο σύγχρονο τραπεζικό σύστημα διευκολύνουν το ξέπλυμα μαύρου χρήματος. Γι’ αυτό και στην εποχή μας, τέτοιου είδους συναλλαγές δεν κάνουν μόνον τρομοκράτες, έμποροι όπλων και ναρκωτικών, επισημαίνει ο Τζέφρεϊ Ρόμπινσον, ο συγγραφέας του βιβλίου «The Laundrymen». Η εκτέλεση συναλλαγών μέσω κινητών τηλεφώνων, τα ψηφιακά νομίσματα και τα νομίσματα στον ηλεκτρονικό τζόγο χρησιμεύουν στην απόκρυψη χρημάτων από παράνομες ενέργειες. «Η εποχή ενδείκνυται για το ξέπλυμα μαύρου χρήματος», σχολιάζει ο Κέβιν Σάλιβαν, πρώην αστυνομικός επιθεωρητής στη Νέα Υόρκη, στην ειδησεογραφική ιστοσελίδα Marketwatch.
Η νομιμοποίηση παράνομων εσόδων συνδέεται, επίσης, με τη διαφθορά στις επιχειρήσεις και στην πολιτική. Οι εισαγγελικές αρχές, εν τω μεταξύ, δεν «κυνηγούν» τις υποθέσεις αυτές, διότι χάνεται πολύτιμος χρόνος για να στοιχειοθετήσει κανείς το κατηγορητήριο και, στο τέλος, δεν επιβάλλονται οι αρμόζουσες ποινές στους ενόχους. «Αν εξετάσει κανείς τις περιπτώσεις του Μεξικού και της Ρωσίας, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το μαύρο χρήμα μολύνει τον πολιτικό κόσμο αυτών των χωρών όπως είχε συμβεί στην Κολομβία», προσθέτει ο κ. Ρόμπινσον. Επί σειράν ετών, το καρτέλ της Μεντεγίν και ο αρχηγός του Πάμπλο Εσκομπάρ «αγόραζαν και πουλούσαν πολιτικούς». Μία ακόμα συνέπεια από το ξέπλυμα «μαύρου» χρήματος είναι η απώλεια φορολογικών εσόδων για το Δημόσιο, επισημαίνεται στο Marketwatch. Για να μπορεί κανείς, όμως, να κάνει ξέπλυμα μαύρου χρήματος, θα πρέπει να έχει τις κατάλληλες γνωριμίες. Πολύτιμοι σύμμαχοί του είναι οι δικηγόροι. Αυτοί γνωρίζουν τα νομικά τερτίπια για τη νομιμοποίηση των παράνομων χρημάτων. Αναλαμβάνουν τη δημιουργία εικονικών εταιρειών, ώστε να μην μπορεί να ανιχνευτεί το «μαύρο» χρήμα. Υπάρχουν, επίσης, χρηματομεσίτες που ειδικεύονται στις συναλλαγές αυτές και λογιστές με διασυνδέσεις με χρηματοπιστωτικά ιδρύματα. «Για να ξεπλύνεις μαύρο χρήμα χρειάζεται να γνωρίζεις τους κατάλληλους ανθρώπους», σχολιάζει ο Κρις Μάδερς, συγγραφέας του «Crime School: Money Laundering».
Αυτήν την εβδομάδα, οι διωκτικές αρχές στη Σιγκαπούρη έβαλαν στο στόχαστρο την Goldman Sachs. Διερευνούν τις σχέσεις της αμερικανικής τράπεζας με το κρατικό επενδυτικό ταμείο της Μαλαισίας, 1MDB, το οποίο ήδη κατηγορείται για το ξέπλυμα «μαύρου» χρήματος τουλάχιστον σε έξι χώρες, συμπεριλαμβανομένων των ΗΠΑ, της Ελβετίας και της Σιγκαπούρης. Στελέχη της Goldman Sachs είχαν συνεργαστεί με το 1ΜDB για την έκδοση ομολόγου.
πηγη: kathimerini.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου