ΑΛΛΑ ΕΓΡΑΦΑΝ ΤΑ ΠΡΩΤΟΣΕΛΙΔΑ ΤΩΝ ΣΥΣΤΗΜΙΚΩΝ ΕΦΗΜΕΡΙΔΩΝ ΤΗΣ ΕΠΟΧΗΣ ΜΕ ΤΟΥΣ ΙΤΑΛΟΥΣ ΚΑΙ ΑΛΛΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΓΕΡΜΑΝΟΥΣ
Στην αστική τάξη της Αθήνας - που στην πράξη υπαγόρευε το ναι ή το όχι στον όποιο Μεταξά - δημιουργήθηκε με μεγάλη προθυμία ένα ευρύ δίκτυο Ελλήνων συνεργατών του γερμανού κατακτητή, που είχε κυρίως οικονομικό υπόβαθρο, με πολλούς εμπόρους, βιομηχάνους και ανθρώπους που κινούνταν γύρω από την μαύρη αγορά και που δημιούργησαν τεράστιες περιουσίες, αφού έκρυβαν τρόφιμα σε παράνομες αποθήκες για να δημιουργήσουν τεχνητή άνοδο των τιμών και να αποκομίσουν παράνομα κέρδη, παρά το γεγονός ότι, την ίδια ώρα, συνάνθρωποι τους πέθαιναν από την πείνα. Αυτό, το ευρύ δίκτυο, που προσπάθησε να διατηρήσει τα κεκτημένα του ακόμη και όταν οι Γερμανοί έχαναν τον πόλεμο, ήταν εκείνο που θα υπαγόρευε αβίαστα το "ΝΑΙ" στον Μεταξά, αν το τελεσίγραφο, αντί για τον Μουσολίνι, το είχε απευθύνει στην Ελλάδα ο Χίτλερ !!!
Οι ίδιες εφημερίδες, στο πλευρό των Γερμανών, τότε και τώρα !!!
Με τη σκέψη στα σημερινά γεγονότα, μπορεί να φανταστεί κανείς, πότε δημοσιεύτηκε το παρακάτω άρθρο εφημερίδας; Διαβάστε το και προβληματιστείτε.
Στην αστική τάξη της Αθήνας - που στην πράξη υπαγόρευε το ναι ή το όχι στον όποιο Μεταξά - δημιουργήθηκε με μεγάλη προθυμία ένα ευρύ δίκτυο Ελλήνων συνεργατών του γερμανού κατακτητή, που είχε κυρίως οικονομικό υπόβαθρο, με πολλούς εμπόρους, βιομηχάνους και ανθρώπους που κινούνταν γύρω από την μαύρη αγορά και που δημιούργησαν τεράστιες περιουσίες, αφού έκρυβαν τρόφιμα σε παράνομες αποθήκες για να δημιουργήσουν τεχνητή άνοδο των τιμών και να αποκομίσουν παράνομα κέρδη, παρά το γεγονός ότι, την ίδια ώρα, συνάνθρωποι τους πέθαιναν από την πείνα. Αυτό, το ευρύ δίκτυο, που προσπάθησε να διατηρήσει τα κεκτημένα του ακόμη και όταν οι Γερμανοί έχαναν τον πόλεμο, ήταν εκείνο που θα υπαγόρευε αβίαστα το "ΝΑΙ" στον Μεταξά, αν το τελεσίγραφο, αντί για τον Μουσολίνι, το είχε απευθύνει στην Ελλάδα ο Χίτλερ !!!
Οι ίδιες εφημερίδες, στο πλευρό των Γερμανών, τότε και τώρα !!!
Με τη σκέψη στα σημερινά γεγονότα, μπορεί να φανταστεί κανείς, πότε δημοσιεύτηκε το παρακάτω άρθρο εφημερίδας; Διαβάστε το και προβληματιστείτε.
ΝΑ ΠΡΟΣΓΕΙΩΘΩΜΕΝ!
«Αι περιστάσεις τας οποίας διέρχεται σήμερον η Ελλάς, εις την δύσκολον αυτήν καμπήν της Ευρωπαϊκής ιστορίας, είναι εξαιρετικαί. Όλαι αι εκδηλώσεις της ζωής μας έχουν καταφανή τα δείγματα μιας πρωτοφανούς κρίσεως. Η οικονομική δε κρίσις θα ήτο ίσως ολιγώτερον αισθητή, αν δεν υπήρχεν εις την Ελληνικήν ζωήν, τόσον έκδηλος, η ηθική και λογική κρίσις εκ της οποίας πάσχομεν ως κοινωνικόν σύνολον. Το χρήμα δεν θα υφίστατο τότε τον σημερινόν εκμηδενισμόν. ο πλούτος θα έρριπτε και ένα βλέμμα φιλανθρωπίας και κοινωνικής αλληλεγγύης εις τα πλήθη των πειναλέων, αι λαϊκαί τάξεις θα ανεκουφίζοντο με τας γενναίας χειρονομίας των ευπόρων. Αλλά δεν πρόκειται περί αυτού…
» Είπομεν: Υποφέρομεν και από κρίσιν «λογικού». Ό,τι αγωνιζόμεθα από της επομένης της Μικρασιατικής καταστροφής να οικοδομήσωμεν εις την Ελλάδα, λειώνει τώρα ως ο πάγος. Τα θεμέλια του κράτους τρίζουν. Τα παν εις την χώραν αυτήν που άλλοτε ήστραψε το φως ενός λαμπρού πολιτισμού, καταρρέει, κυλίεται, πέφτει…
» Και ενώ ο οίκος μας σείεται από τας βάσεις του και γύρω μας καπνίζουν ακόμη τα συντρίμμια του πολέμου, ημείς -ω τη αναισθησία μας!- ομφαλοσκοπούμεν επί των «πολεμικών νέων» και, κλείοντες τους οφθαλμούς προ της αδυσωπήτου πραγματικότητος, προβαίνομεν εις εκδηλώσεις αι οποίαι μας φέρουν εγγύτερον προς την ολοκληρωτικήν καταστροφήν.
» Δεν είναι καιρός δια μεμψιμοιρίας ούτε αι στιγμαί επιτρέπουν παρανοήσεις. Η θέσις μας είναι σαφής: Η Ελλάς του κ. Μέχρις Εσχάτων ετάφη μετά μια συντριπτικήν ήτταν. Εις την θέσιν της εγεννήθη η Ελλάς του «ζωτικού χώρου της Ιταλίας». Η πρώτη όζει πτωμαΐνης. Η δευτέρα έχει την δρόσον μιας νέας ζωής. Ας την αγκαλιάσωμεν σφιχτά. Ίσως με την νέαν τάξιν πραγμάτων ατενίσωμεν καλύτερας ημέρας. Ίσως εξέλθομεν εκ της δεινής θέσεως εις την οποίαν ευρεθήκαμεν την επομένην της στρατιωτικής καταρρεύσεως. Ίσως μας δοθούν τα μέσα να ζήσωμεν…
» Το επιβάλλει το εθνικόν συμφέρον μας. Η γενέα αυτή δεν πρέπει να αφανισθή από την πείναν. Τα νειάτα να μη μαρανθούν από τον λίβαν της δυστυχίας. Έχομεν ιστορίαν και πεπρωμένα. Συνεχίζομεν την υπερτρισχιλιετή παράδοσιν μιας ζωτικής φυλής. Είμεθα ράτσα φτιαγμένη από γνήσιον Αριανόν μέταλλον. Διατί, λοιπόν, να διακυβεύωμεν το παν, αυτήν ταύτην την ύπαρξιν μας, εις ανοήτους εκδηλώσεις κατ΄εκείνων οι οποίοι είναι σε θέσιν σήμερον να μας δώσουν χείρα βοηθείας; Και κατά τι είναι περισότερον Έλληνες εκείνοι οι οποίοι κοιμώνται αποκλειστικώς με το φευγαλέον όνειρον της Αγγλικής κατισχύσεως, από ημάς που αξιούμεν προσγείωσιν εις την σημερινήν πραγματικότητα όλων των Ελλήνων, χάριν της κοινής σωτηρίας;
» Μια ειλικρινής συνεργασία με τους χθεσινούς αντιπάλους μας, με τας δυνάμεις του άξονος, θα μας έσωζεν ίσως από το χάος. Τα αναιμικά από την πείναν παιδάκια, θα εύρισκον μίαν φέταν ψωμιού. οι τρικλίζοντες νήστεις γέροντες θα ημπορούσαν να τρώγουν άπαξ τουλάχιστον της ημέρας. αι θηλάζουσαι μητέρες δεν θα εξηντλούντο και η γενεά μας θα ίστατο ορθία εν μέσω της Ευρωπαϊκής καταιγίδος. Διατί να την αρνηθώμεν την συνεργασίαν αυτήν;
Το επαναλαμβάνομεν: Οφείλομεν να προσγειωθώμεν. Άλλως ας πάρωμεν σφουγγάρι και ας σβύσωμεν εκ του Ευρωπαϊκού χάρτου και την Ελλάδα και την ιστορίαν και τα ιδανικά μας…»
Αυτά έγραφαν οι "πατριώτες" δημοσιογράφοι στις 18 Ιουνίου 1941 με την απειλή να μας διώξει η Ευρώπη. Σας θυμίζει κάτι αυτό;
Λίγους μήνες πριν, ο Γεώργιος Βλάχος στην Καθημερινή, στις 8 Μαρτίου 1941 δημοσιεύει την παρακάτω ανοιχτή επιστολή προς τον Χίλτερ. Το άρθρο τυπώνεται σε εκατοντάδες χιλιάδες αντίτυπα, αναδημοσιεύεται στον ξένο τύπο και τα πρακτορεία ειδήσεων σημειώνουν με θαυμασμό «τη γενναία φωνή ενός γενναίου λαού».
» Είπομεν: Υποφέρομεν και από κρίσιν «λογικού». Ό,τι αγωνιζόμεθα από της επομένης της Μικρασιατικής καταστροφής να οικοδομήσωμεν εις την Ελλάδα, λειώνει τώρα ως ο πάγος. Τα θεμέλια του κράτους τρίζουν. Τα παν εις την χώραν αυτήν που άλλοτε ήστραψε το φως ενός λαμπρού πολιτισμού, καταρρέει, κυλίεται, πέφτει…
» Και ενώ ο οίκος μας σείεται από τας βάσεις του και γύρω μας καπνίζουν ακόμη τα συντρίμμια του πολέμου, ημείς -ω τη αναισθησία μας!- ομφαλοσκοπούμεν επί των «πολεμικών νέων» και, κλείοντες τους οφθαλμούς προ της αδυσωπήτου πραγματικότητος, προβαίνομεν εις εκδηλώσεις αι οποίαι μας φέρουν εγγύτερον προς την ολοκληρωτικήν καταστροφήν.
» Δεν είναι καιρός δια μεμψιμοιρίας ούτε αι στιγμαί επιτρέπουν παρανοήσεις. Η θέσις μας είναι σαφής: Η Ελλάς του κ. Μέχρις Εσχάτων ετάφη μετά μια συντριπτικήν ήτταν. Εις την θέσιν της εγεννήθη η Ελλάς του «ζωτικού χώρου της Ιταλίας». Η πρώτη όζει πτωμαΐνης. Η δευτέρα έχει την δρόσον μιας νέας ζωής. Ας την αγκαλιάσωμεν σφιχτά. Ίσως με την νέαν τάξιν πραγμάτων ατενίσωμεν καλύτερας ημέρας. Ίσως εξέλθομεν εκ της δεινής θέσεως εις την οποίαν ευρεθήκαμεν την επομένην της στρατιωτικής καταρρεύσεως. Ίσως μας δοθούν τα μέσα να ζήσωμεν…
» Το επιβάλλει το εθνικόν συμφέρον μας. Η γενέα αυτή δεν πρέπει να αφανισθή από την πείναν. Τα νειάτα να μη μαρανθούν από τον λίβαν της δυστυχίας. Έχομεν ιστορίαν και πεπρωμένα. Συνεχίζομεν την υπερτρισχιλιετή παράδοσιν μιας ζωτικής φυλής. Είμεθα ράτσα φτιαγμένη από γνήσιον Αριανόν μέταλλον. Διατί, λοιπόν, να διακυβεύωμεν το παν, αυτήν ταύτην την ύπαρξιν μας, εις ανοήτους εκδηλώσεις κατ΄εκείνων οι οποίοι είναι σε θέσιν σήμερον να μας δώσουν χείρα βοηθείας; Και κατά τι είναι περισότερον Έλληνες εκείνοι οι οποίοι κοιμώνται αποκλειστικώς με το φευγαλέον όνειρον της Αγγλικής κατισχύσεως, από ημάς που αξιούμεν προσγείωσιν εις την σημερινήν πραγματικότητα όλων των Ελλήνων, χάριν της κοινής σωτηρίας;
» Μια ειλικρινής συνεργασία με τους χθεσινούς αντιπάλους μας, με τας δυνάμεις του άξονος, θα μας έσωζεν ίσως από το χάος. Τα αναιμικά από την πείναν παιδάκια, θα εύρισκον μίαν φέταν ψωμιού. οι τρικλίζοντες νήστεις γέροντες θα ημπορούσαν να τρώγουν άπαξ τουλάχιστον της ημέρας. αι θηλάζουσαι μητέρες δεν θα εξηντλούντο και η γενεά μας θα ίστατο ορθία εν μέσω της Ευρωπαϊκής καταιγίδος. Διατί να την αρνηθώμεν την συνεργασίαν αυτήν;
Το επαναλαμβάνομεν: Οφείλομεν να προσγειωθώμεν. Άλλως ας πάρωμεν σφουγγάρι και ας σβύσωμεν εκ του Ευρωπαϊκού χάρτου και την Ελλάδα και την ιστορίαν και τα ιδανικά μας…»
Αυτά έγραφαν οι "πατριώτες" δημοσιογράφοι στις 18 Ιουνίου 1941 με την απειλή να μας διώξει η Ευρώπη. Σας θυμίζει κάτι αυτό;
Λίγους μήνες πριν, ο Γεώργιος Βλάχος στην Καθημερινή, στις 8 Μαρτίου 1941 δημοσιεύει την παρακάτω ανοιχτή επιστολή προς τον Χίλτερ. Το άρθρο τυπώνεται σε εκατοντάδες χιλιάδες αντίτυπα, αναδημοσιεύεται στον ξένο τύπο και τα πρακτορεία ειδήσεων σημειώνουν με θαυμασμό «τη γενναία φωνή ενός γενναίου λαού».
Ανοικτή επιστολή προς την Α.Ε. τον κ. Α. Χίτλερ, Αρχικαγκελλάριον του Γερμανικού Κράτους
Ἐξοχώτατε,
Ἡ Ἑλλάς, τὸ γνωρίζετε, ἠθέλησε νὰ μείνη ἔξω τοῦ παρόντος πολέμου. Ὅταν ἐξερράγη, ἤρχιζε μόλις ν᾿ ἀναρρωννύη ἀπὸ πλῆθος βαθυτάτων πληγῶν, τὰς ὁποίας εἶχον καταλίπει εἰς τὸ σῶμα της πόλεμοι ἐξωτερικοὶ καὶ ἐσωτερικαὶ διαιρέσεις, καὶ οὐδὲ δυνάμεις εἶχε, οὐδὲ διὰθεσιν, οὐδὲ λόγον ν᾿ ἀναμιχθῆ εἰς πόλεμον, τοῦ ὁποίου, ἂν τὸ τέλος πέπρωται πάντως νὰ ἔχη δι᾿ ὅλον τὸν κόσμον συνεπείας σημαντικάς, ἡ ἀρχή του δὲν παρουσίαζε δι᾿ αὐτὴν ἀμέσους κινδύνους. Ἂς μὴ ληφθοῦν ὑπ᾿ ὄψει αἱ δηλώσεις της αἱ σχετικαί. Ἂς μὴ ληφθοῦν ὑπ᾿ ὄψει τὰ ἔγγραφα τὰ ὁποῖα εἰς ἐπίσημον Βίβλον ἐδημοσίευσε. Ἂς μὴ ληφθῆ ὑπ᾿ ὄψει τὸ πλῆθος τῶν λόγων, τῶν κειμένων, τῶν ἀποδείξεων διὰ τῶν ὁποίων πιστοποιεῖται ἡ ἐπίμονος αὕτη ἀπόφασίς της, νὰ μείνη ἐκτὸς τοῦ πολέμου. Καὶ ἂς ληφθῆ τοῦτο μόνον: Τὸ ὅτι ἡ Ἑλλὰς ὅταν οἱ Ἰταλοὶ ἔπνιξαν εἰς τὸν λιμένα τῆς Τήνου τὴν «Ἕλλην» καὶ εὗρε τὰ θραύσματα τῶν τορπιλλῶν καὶ ἐβεβαιώθη ὅτι ἦσαν ἰταλικά, τὰ ἔκρυψε. Διατί;... Διότι, ἂν τὰ ἀπεκάλυπτε θὰ ἦτο ὑποχρεωμένη ἢ νὰ κηρύξη τὸν πόλεμον ἢ νὰ δεχθῆ τὴν κήρυξιν τοΰ πολέμου.
Δὲν ἤθελε λοιπὸν τὸν πόλεμον μὲ τοὺς Ἰταλοὺς ἡ Ἑλλάς. Οὔτε μόνη, οὔτε μὲ Συμμάχους, οὔτε μὲ βαλκανικούς, οὔτε μὲ Ἄγγλους. Ἤθελε εἰς τὴν μικρὰν αὐτὴν γωνίαν τῆς γῆς νὰ ζήση κατὰ δύναμιν ἥσυχος, ἐπειδὴ ἦτο κατάκοπος, ἐπειδὴ εἶχε πολεμήσει πολὺ καὶ ἐπειδὴ ἡ γεωγραφική της θέσις εἶναι τοιαύτη ὥστε νὰ μὴ θέλη νὰ ἔχη ἐχθροὺς οὔτε τοὺς Γερμανοὺς εἰς τὴν ξηράν, οὔτε τοὺς Ἄγγλους εἰς τὴν θάλασσαν. Μέχρι τῆς στιγμῆς ἐκείνης, τῆς στιγμῆς κατὰ τὴν ὁποίαν ἐπνίγη ἡ «Ἕλλη», ἡ Ἑλλὰς εἶχε, ἑκτὸς τῶν εἰρηνικῶν της διαθέσεων, πρόσθετον ἀσφάλειαν, δύο ὑπογραφάς, τὴν Ἰταλικήν, ἡ ὁποία τὴν εἶχε κατὰ πάσης ἐκ μέρους της ἐπιθέσεως ἀσφαλίσει, καὶ τὴν Ἀγγλικήν, ἡ ὁποία ἦλθεν ὡς αὐθόρμητος τῆς ἀκεραιότητός της ἐγγύησις.
Ἐν τούτοις, ὅταν ὀλίγον μετὰ τὴν «Ἕλλην» παρουσιάσθησαν ἁπταὶ ἀποδείξεις τῆς μελλούσης ἰταλικῆς ἐπιθέσεως, ἡ Ἑλλάς, πεισθεῖσα ὅτι ἡ μία ὑπογραφὴ δὲν εἶχεν ἀξίαν, δὲν ἐστράφη ὡς ὤφειλε πρὸς τὴν ἄλλην, ἀλλ᾿ ἐστράφη -τὸ ἐνθυμεῖσθε, Ἐξοχώτατε;- πρὸς Ὑμᾶς. Καὶ ἐζήτησε τὴν προστασίαν τὴν ἰδικήν σας. Καὶ τί ἀπηντήθη τότε εἰς τὴν Ἑλλάδα;... Τί ἀπηντήθη δὲν γνωρίζω καλῶς. Γνωρίζω ὅμως ἐκ στόματος τοῦ ἀποθανόντος πρωθυπουργοῦ μας, ὅτι ἡ Γερμανία ἀπήντησεν εἰς τὸ διάβημά μας συνιστῶσα νὰ μὴ δώσωμεν ἀφορμὴν -νὰ μὴ ἐπιστρατευθῶμεν δηλαδὴ- καὶ νὰ εἴμεθα ἥσυχοι. Δὲν ἐδώσαμεν λοιπὸν ἀφορμήν, δὲν ἐπεστρατεύθημεν, ἐμέναμεν ἥσυχοι ἢ μᾶλλον ἐκοιμώμεθα ἥσυχοι -διότι τὴν προηγουμένην μᾶς εἶχον κάμει καὶ γεῦμα οἱ Ἰταλοὶ- ὁπόταν μᾶς παρουσιάσθη μὲ τὸ τελεσίγραφον ὁ πρέσβυς τῆς Ἰταλίας.
Τότε λοιπὸν ποῦ καὶ πρὸς ποῖον ἠθέλατε νὰ στραφῆ ἡ Ἑλλάς;... Πρὸς τοὺς Ἰταλούς, τῶν ὁποίων εἶχε εἰς τὴν τσέπην της, μαζὶ μὲ τὰ θραύσματα τῶν τορπιλλῶν, καὶ τὴν ἄνευ ἀξίας ὑπογραφήν; Ἂλλ᾿ αὐτοὶ τῆς εἶχον κηρύξει τὸν πόλεμον. Πρὸς Ὑμᾶς; Ἂλλ᾿ Ὑμεῖς ἀτυχῶς εὐρίσκεσθε ἐκεῖνο ἀκριβῶς τὸ πρωί, εἰς τὰς 28 Ὀκτωβρίου, εἰς Φλωρεντίαν. Νὰ μείνη μόνη; Ἀλλ᾿ οὔτε ἀεροπορίαν εἶχε, οὔτε ὑλικόν, οὔτε χρήματα, οὔτε στόλον. Ἐστράφη λοιπὸν πρὸς τὴν τελευταίαν ἀπομείνασαν ὑπογραφήν: Πρὸς τοὺς Ἄγγλους. Καὶ αὐτοί, τῶν ὁποίων ἐκαίετο ἡ Πατρίς, οἱ ὁποῖοι ἠγρύπνουν εἰς τὰς ἀκτὰς τῆς Μάγχης ἀνήσυχοι, οἱ ὁποῖοι τότε -ὅπως τὸ εἶχον δηλώσει- δὲν εἶχον ἐπαρκῆ τὰ μέσα διὰ τὴν ἰδίαν των προστασίαν, ἦλθαν. Ἦλθαν ἀμέσως. Ἄνευ ἀξιώσεων, ἄνευ διαπραγματεύσεων, ἄνευ χαρτιῶν. Καὶ μετ᾿ ὀλίγας ἡμέρας, εἰς τὸ Μέτωπον τὸ ὁποῖον εἶχεν ἀνοίξει εἰς τὰ βουνὰ τῆς Ἠπείρου ὁ βάναυσος ἰταλικὸς αἰφνιδιασμός, ἔπιπταν Ἕλληνες στρατιῶται καὶ ὁ πρῶτος Ἄγγλος ἀεροπόρος.
Τί συνέβη ἀπὸ τὰς ὥρας ἐκεῖνας, τὸ γνωρίζετε καὶ Σεῖς καὶ ὁ κόσμος ὁλόκληρος. Νικῶνται οἱ Ἰταλοί. Καὶ νικῶνται ἐκεῖ, στρατιωτικῶς, σῶμα πρὸς σῶμα, ἀπὸ ἡμᾶς, τοὺς μικρούς, τοὺς ἀδυνάτους. Ὄχι ἀπὸ τοὺς Ἄγγλους. Διότι Ἄγγλος στρατιώτης δὲν ἐπάτησεν εἰς τὴν Ἀλβανίαν. Νικῶνται. Διατί; Διότι δὲν ἔχουν ἰδανικά, διότι δὲν ἔχουν ψυχήν. Διότι...
- Ἀλλ᾿ αὐτὸ εἶναι ἔξω τοῦ θέματος. Ἀπέναντι τῆς μάχης αὐτῆς βέβαιον εἶναι, διότι μᾶς ἐδηλώθη, ὅτι ἐμείνατε θεατής: «Ἡ ὑπόθεσις αὐτή, μᾶς εἴπατε, δὲν μ᾿ ἐνδιαφέρει. Εἶναι ἱστορία ἰταλική. Δὲν θὰ ἐπέμβω παρὰ μόνον ὅταν Ἀγγλικὸς στρατὸς ἀποβιβασθῆ εἰς τὴν Θεσσαλονίκην, εἰς μεγάλας ποσότητας». Θὰ ἠμπορούσαμεν, ἔκτοτε, Ἐξοχώτατε, νὰ Σᾶς ἐρωτήσωμεν: «Καὶ ἡ Φλωρεντία;... Καὶ τὸ ὅτι τὴν ἡμέραν ἀκριβῶς κατὰ τὴν ὁποίαν μᾶς ἐπετίθεντο οἱ Ἰταλοί, συνηντᾶσθε μαζί τους εἰς τὰς ὄχθας τοῦ Ἄρνου καὶ τοὺς παρεδίδατε τὴν Ἑλλάδα;»... Ἀλλὰ δὲν ἠθελήσαμεν. Μαζὶ μὲ τὰ θραύσματα τῶν ἰταλικῶν τορπιλλῶν ἐκρύψαμεν εἰς τὴν τσέπην μας καὶ τὴν Φλωρεντίαν καί, ὅταν κάποιοι ἀδιάκριτοι μᾶς τὴν ἐνεθύμιζαν, ἀπηντῶμεν: «Διεφώνησαν. Τοὺς ἐγέλασαν οἱ Ἰταλοί». Διατί;
Διότι ἔτσι ἠθέλαμεν νὰ πιστεύωμεν. Διότι μᾶς συνέφερεν ἔτσι. Ἔπειτα, καθὼς ἐπροχωροῦμεν ἡμεῖς εἰς τὴν Ἀλβανίαν, ἐπροχώρουν καὶ αἱ σχέσεις τῆς Γερμανίας καὶ τῆς Ἑλλάδος. Ὁ Ἀγκυλωτὸς Σταυρὸς ἐκυμάτιζε εἰς τὸ Μέγαρον τῆς ἐν Ἀθήναις πρεσβείας σας τὴν πρώτην τοῦ Ἔτους, κατήρχετο μεσίστιος ὅταν ἀπέθνησκεν ὁ ἀείμνηστος Μεταξᾶς, ὁ πρέσβυς σας ἤρχετο νὰ συγχαρῆ τὸν νέον Πρωθυπουργόν, αἱ μεταξὺ Ὑμῶν καὶ ἡμῶν ἐμπορικαὶ συναλλαγαὶ εἶχον ἐπαναρχίσει καὶ διεμαρτυρήθητε κάποτε ἐντόνως διότι μία ἐφημερὶς τῆς Ἀμερικῆς ἔγραψεν ὅτι γερμανικὰ τάνκς παρουσιάσθησαν εἰς τὴν Ἀλβανίαν. Ὅλα λοιπὸν καλά. Ἡμεῖς εἰς τὴν Ἀλβανίαν, Σεῖς θεαταί, καὶ οἱ Ἄγγλοι σύμμαχοί μας μὲ τὰ ἀεροπλάνα των, μὲ τὸν Στόλον των... - ΜΟΝΟΝ. Γνωρίζετε πόσον προσεπαθήσαμεν νὰ εἶναι τὸ «ΜΟΝΟΝ» τοῦτο πραγματικόν;... Ἀρκεῖ νὰ ἀναφερθῆ ὅτι, ὅταν ἓν Ἀγγλικὸν ἀεροπλάνον ἔπεσεν εἰς τὴν Θεσσαλονίκην, παρεκαλέσαμεν τοὺς Ἄγγλους νὰ μὴ τὸ σηκώσουν αὐτοί. Διὰ νὰ μὴ παρουσιασθοῦν ἐκεῖ ἔστω καὶ δέκα Ἄγγλοι στρατιῶται. Διὰ νὰ μὴ παρεξηγηθῶμεν, διὰ νὰ μὴ δώσωμεν ἀφορμήν. Γελᾶτε;... Ἔχετε δίκαιον.
Ἀλλὰ κατὰ τὸ διάστημα τοῦτο, ἐνῷ ἐδῶ εἴχομεν ὅπως ἔχομεν σχέσεις, ἐνῷ ἡ ἐκ τῆς στάσεως τῆς Γερμανίας δημιουργηθεῖσα κάποια γαλήνη ἔμενεν ἀδιατάρακτος, Σεῖς ἠρχίσατε νὰ συγκεντρώνετε στρατεύματα εἰς τὴν Ρουμανίαν. Τὰ πρῶτα ἦσαν πρὸς ἐκπαίδευσιν τῶν Ρουμάνων. Τὰ δεύτερα πρὸς προστασίαν τῶν πετρελαίων. Τὰ τρίτα διὰ νὰ κρατήσουν τὰ σύνορα. Τὰ τέταρτα... - ἀλλὰ τὰ τέταρτα πλέον ἦσαν τριακόσιαι χιλιάδες. Τότε ὁ ὑπογεγραμμένος μετέβη δημοσιογραφῶν εἰς τὴν Βουλγαρίαν, ἐπέρασε τὸν δρόμον τὸν ὁποῖον τώρα περνοῦν οἱ στρατοί σας καὶ ἐπανελθὼν εἶπεν εἰς τὸν μακαρίτην Πρωθυπουργόν:
- Ὁ μέχρι Σόφιας δρόμος ἔχει τώρα, προσφάτως, διαπλατυνθῆ. Αἱ ξύλιναι γέφυραι ἔχουν τώρα, προσφάτως, ὑποστηριχθῆ μὲ πασσάλους. Τὰ ὑπολείμματα τῆς ξυλείας εὑρίσκονται ἀκόμη ἐκεῖ. Εἶναι προφανὲς ὅτι οἱ Βούλγαροι ἔχουν ἑτοιμάσει τώρα, ὅπως ὅπως, τὸν δρόμον διὰ νὰ περάση στρατός...
Καὶ μετὰ τοῦτο;... Μετὰ τοῦτο, τί ἔπρεπε νὰ κάμη ἡ Ἑλλάς; Νὰ ζητήση βοήθειαν; Νὰ μὴ ζητήση; Νὰ πιστεύση; Νὰ μὴ πιστεύση; Νὰ βλέπη τοὺς Γερμανοὺς εἰς τὰ σύνορα τὰ βουλγαρικά, νὰ τοὺς μετρᾶ περνῶντας τὸν Δούναβιν, νὰ τοὺς παρακολουθῆ εἰσερχομένους εἰς τὴν Σόφιαν, νὰ τοὺς βλέπη συμμαχοῦντας μὲ τοὺς Βουλγάρους, ν᾿ ἀκούη τοὺς Βουλγάρους ὁμιλοῦντας περὶ τῶν ἐθνικῶν των διεκδικήσεων, καὶ νὰ στέκη ἀμέριμνος ἐν τῇ πεποιθήσει ὅτι οἱ Γερμανοὶ εὑρίσκονται εἰς τὴν Κοῦλαν διὰ νὰ προφυλάξουν τὰ πετρέλαια τὰ ρουμανικά;...
Ἀλλ᾿ ἔστω, ἂς τ᾿ ἀφήσωμεν ὅλα αὐτά, τὰ γενόμενα, τὰς δηλώσεις, τὴν ἱστορίαν καὶ ἂς ἔλθωμεν εἰς τὰ πράγματα. Φαίνεται -λέγουν τοῦ κόσμου τὰ ραδιόφωνα- ὅτι οἱ Γερμανοὶ θέλουν νὰ εἰσβάλουν εἰς τὴν Ἑλλάδα. Σᾶς ἐρωτῶμεν: ΔΙΑΤΙ; Ἂν ἡ κατὰ τῆς Ἑλλάδος ἐπιχείρησις, ὡς συμφέρουσα εἰς τὸν Ἄξονα, ἦτο ἀπ᾿ ἀρχῆς ἀναγκαία, τότε δὲν θὰ παρουσιάζετο πρὸ τεσσάρων μηνῶν μόνος ὁ κ. Γκράτσι εἰς τὰς τρεῖς τὸ πρωί. Θὰ παρουσιάζοντο ἡ Ἰταλία καὶ ἡ Γερμανία μαζί, ἄλλως, μὲ ἄλλο τελεσὶγράφον, ἄλλου περιεχομένου, ἄλλης προθεσμίας, ἄλλης μορφῆς.
Δὲν ὑπῆρξε, λοιπόν, ἀπ᾿ ἀρχῆς ἡ κατὰ τῆς Ἑλλάδος ἐπιχείρησις εἰς τὸν Ἄξονα ἀναγκαία. Εἶναι λοιπὸν τώρα;... Ἀλλὰ διατί;... Μήπως διὰ νὰ μὴ δημιουργηθῆ Μέτωπον κατὰ τῆς Γερμανίας εἰς τὰ Βαλκάνια; Ἀλλ᾿ αὐτὰ εἶναι μυθιστορήματα. Οὔτε ἡ μαχομένη Ἑλλάς, οὔτε ἡ Ἀγγλία -τὸ λέγει σαφῶς τὸ ἐπίσημον ἀνακοινωθὲν τῆς προχθεσινῆς 6ης Μαρτίου, ἀλλὰ τὸ λέγει σαφέστερον ἀκόμη ἡ λογικὴ- οὔτε ἡ Σερβία, οὔτε ἡ Τουρκία, ἔχουν λόγον νὰ προκαλέσουν τὴν ἐξάπλωσιν τοῦ πολέμου. Αὐτὸς ποὺ εἶναι καὶ ὅπου εἶναι, τοὺς φθάνει. Ἀλλὰ τότε;... Μὴ διὰ νὰ σωθοῦν εἰς τὴν Ἄλβανίαν οἱ Ἰταλοί;... Ἀλλὰ περὶ ποίου εἴδους σωτηρίας θὰ πρόκειται; Οἱ Ἰταλοὶ δὲν θὰ εἶναι ἡττημένοι ὁριστικῶς, τελεσιδίκως, παγκοσμίως καὶ αἰωνίως μόλις καὶ εἷς μόνον Γερμανὸς στρατιώτης πατήση εἰς τὴν Ἑλλάδα; Δὲν θὰ φωνάζη ὅλος ὁ κόσμος ὅτι σαράντα πέντε ἑκατομμύρια αὐτοί, ἀφοῦ ἐπετέθησαν ἐναντίον ἡμῶν ποὺ εἴμεθα μόλις ὀκτώ, ἐζήτησαν τώρα τὴν βοήθειαν ἄλλων ὀγδοῆντα πέντε ἑκατομμυρίων, διὰ νὰ σωθοῦν;... Καὶ εἰς τὸ τέλος, ἂν θέλουν νὰ σωθοῦν, διατὶ νὰ ἔλθουν ἄλλοι κατὰ τρόπον ἀπολύτως ἐξευτελιστικὸν δι᾿ αὐτοὺς νὰ τοὺς σώσουν, ἀφοῦ τοὺς σώζομεν εὐχαρίστως ἡμεῖς χωρὶς ἐξευτελισμούς; Ἂς φύγουν μόνοι ἀπὸ τὴν Ἀλβανίαν οἱ Ἰταλοί. Ἂς εἰποῦν παντοῦ ὅτι μᾶς ἐνίκησαν, ὅτι ἐκουράσθησαν νὰ μᾶς κυνηγοῦν, ὅτι ἐχόρτασαν ἀπὸ δόξαν καὶ ἂς φύγουν. Ἡμεῖς τοὺς βοηθοῦμεν.
Ἀλλὰ θὰ μᾶς ἐρωτήσετε ἴσως, Ἐξοχώτατε: «Καλὰ ὅλα αὐτά. Καὶ οἱ Ἄγγλοι;...» Ἀλλὰ τοὺς Ἄγγλους, Ἐξοχώτατε, δὲν τοὺς ἐφέραμεν ἡμεῖς, τοὺς ἔφεραν εἰς τὴν Ἑλλάδα οἱ Ἰταλοί. Τώρα λοιπὸν εἰς αὐτοὺς τοὺς ὁποίους ἔφεραν οἱ Ἰταλοί, νὰ τοὺς εἰποῦμεν νὰ φύγουν;... Καί, ἔστω, νὰ τοὺς εἰποῦμεν νὰ φύγουν. Ἀλλὰ εἰς ποιούς; Εἰς τοὺς ζωντανούς. Πῶς ὅμως νὰ διώξωμεν τοὺς νεκρούς, αὐτοὺς ποὺ ἔπεσαν εἰς τὰ βουνά μας, αὐτοὺς ποὺ προσεγειώθησαν εἰς τὴν Ἀττικὴν πληγωμένοι καὶ ἀφῆκαν ἐδῶ τὴν τὲλευταίαν πνοήν, αὐτοὺς οἱ ὁποῖοι, ἐνῷ ἐκαίετο ἡ πατρὶς των, ἦλθαν καὶ ἠγωνίσθησαν ἐδῶ, καὶ ἔπεσαν ἐδῶ καὶ εὑρῆκαν ἐδῶ ἕνα τάφον;... Ἀκοῦτε, Ἐξοχώτατε, ὑπάρχουν ἀτιμίαι αἱ ὁποῖαι εἰς τὴν Ἑλλάδα δὲν γίνονται. Καὶ αὐτὰ εἶναι καθαραὶ ἀτιμίαι. Οὔτε τοὺς νεκρούς, οὔτε τοὺς ζωντανοὺς ἠμποροῦμεν νὰ διώξωμεν. Δὲν θὰ διώξωμεν κανένα, καὶ θὰ σταθῶμεν μαζὶ των, ἐδῶ, μέχρις ὅτου κάποια λάμψη ἀκτὶς ἡλίου καὶ περάση ἡ καταιγίς.
Καὶ Σεῖς; Σεῖς -λέγουν πάντοτε- θὰ ἐπιχειρήσετε νὰ εἰσβάλετε εἰς τὴν Ἑλλάδα. Καὶ ἡμεῖς, λαὸς ἀφελὴς ἀκόμη, δὲν τὸ πιστεύομεν. Δὲν πιστεύομεν ὅτι στρατὸς μὲ ἱστορίαν καὶ μὲ παράδοσιν -αὐτὸ καὶ οἱ ἐχθροί του δὲν τὸ ἀρνοῦνται- θὰ θελήση νὰ κηλιδωθῆ διὰ μιᾶς πράξεως παναθλίας. Δὲν πιστεύομεν ὅτι ἕνα Κράτος πάνοπλον, ὀγδοήκοντα πέντε ἑκατομμυρίων ἀνθρώπων, μαχόμενον διὰ νὰ δημιουργήση εἰς τὸν Κόσμον «νέαν τάξιν πραγμάτων» -τάξιν, φανταζόμεθα, ἀρετῆς- θὰ ζητήση νὰ πλευροκοπήση ἕνα Ἔθνος μικρόν, ποῦ ἀγωνίζεται ὑπὲρ τῆς ἐλευθερίας του, μαχόμενον πρὸς μίαν Αὐτοκρατορίαν σαράντα πέντε ἑκατομμυρίων.
Διότι τί θὰ κάμη ὁ Στρατὸς αὐτός, Ἐξοχώτατε, ἂν ἀντὶ πεζικοῦ, πυροβολικοῦ καὶ μεραρχιῶν, στείλη ἡ Ἑλλὰς φύλακας εἰς τὰ σύνορά της εἴκοσι χιλιάδας τραυματιῶν, χωρὶς πόδια, χωρὶς χέρια, μὲ τὰ αἵματα καὶ τοὺς ἐπιδέσμους, διὰ νὰ τὸν ὑποδεχθοῦν;... Αὐτοὺς τοὺς στρατιώτας φύλακας θὰ ὑπάρξη στρατὸς διὰ νὰ τοὺς κτυπήση;
Ἀλλ᾿ ὄχι, δὲν πρόκειται νὰ γίνη αὐτό. Ὁ ὀλίγος ἢ πολὺς στρατὸς τῶν Ἑλλήνων ποὺ εἶναι ἐλεύθερος, ὅπως ἐστάθη εἰς τὴν Ἤπειρον, θὰ σταθῆ, ἂν κληθῆ, εἰς τὴν Θράκην. Καὶ τί νὰ κάμη;... Θὰ πολεμήση. Καὶ ἐκεῖ. Καὶ θὰ ἀγωνισθῆ. Καὶ ἐκεῖ. Καὶ θ᾿ ἀποθάνη. Καὶ ἐκεῖ. Καὶ θ᾿ ἀναμείνη τὴν ἐκ Βερολίνου ἐπιστροφὴν τοῦ δρομέως, ὁ ὁποῖος ἦλθε πρὸ πέντε ἐτῶν καὶ ἔλαβε ἀπὸ τὴν Ὀλυμπίαν τὸ φῶς, διὰ νὰ μεταβάλη εἰς δαυλὸν τὴν λαμπάδα καὶ φέρη τὴν πυρκαϊὰν εἰς τὸν μικρόν, τὴν ἔκτασιν, αλλὰ μέγιστον αὐτὸν τόπον, ὁ ὁποῖος, ἀφοῦ ἔμαθε τὸν κόσμον ὅλον νὰ ζῆ, πρέπει τώρα νὰ τὸν μάθη καὶ ν᾿ ἀποθνήσκη.
Μετ᾿ ἐξόχου τιμῆς
Γ. Α. ΒΛΑΧΟΣ»
Ἐξοχώτατε,
Ἡ Ἑλλάς, τὸ γνωρίζετε, ἠθέλησε νὰ μείνη ἔξω τοῦ παρόντος πολέμου. Ὅταν ἐξερράγη, ἤρχιζε μόλις ν᾿ ἀναρρωννύη ἀπὸ πλῆθος βαθυτάτων πληγῶν, τὰς ὁποίας εἶχον καταλίπει εἰς τὸ σῶμα της πόλεμοι ἐξωτερικοὶ καὶ ἐσωτερικαὶ διαιρέσεις, καὶ οὐδὲ δυνάμεις εἶχε, οὐδὲ διὰθεσιν, οὐδὲ λόγον ν᾿ ἀναμιχθῆ εἰς πόλεμον, τοῦ ὁποίου, ἂν τὸ τέλος πέπρωται πάντως νὰ ἔχη δι᾿ ὅλον τὸν κόσμον συνεπείας σημαντικάς, ἡ ἀρχή του δὲν παρουσίαζε δι᾿ αὐτὴν ἀμέσους κινδύνους. Ἂς μὴ ληφθοῦν ὑπ᾿ ὄψει αἱ δηλώσεις της αἱ σχετικαί. Ἂς μὴ ληφθοῦν ὑπ᾿ ὄψει τὰ ἔγγραφα τὰ ὁποῖα εἰς ἐπίσημον Βίβλον ἐδημοσίευσε. Ἂς μὴ ληφθῆ ὑπ᾿ ὄψει τὸ πλῆθος τῶν λόγων, τῶν κειμένων, τῶν ἀποδείξεων διὰ τῶν ὁποίων πιστοποιεῖται ἡ ἐπίμονος αὕτη ἀπόφασίς της, νὰ μείνη ἐκτὸς τοῦ πολέμου. Καὶ ἂς ληφθῆ τοῦτο μόνον: Τὸ ὅτι ἡ Ἑλλὰς ὅταν οἱ Ἰταλοὶ ἔπνιξαν εἰς τὸν λιμένα τῆς Τήνου τὴν «Ἕλλην» καὶ εὗρε τὰ θραύσματα τῶν τορπιλλῶν καὶ ἐβεβαιώθη ὅτι ἦσαν ἰταλικά, τὰ ἔκρυψε. Διατί;... Διότι, ἂν τὰ ἀπεκάλυπτε θὰ ἦτο ὑποχρεωμένη ἢ νὰ κηρύξη τὸν πόλεμον ἢ νὰ δεχθῆ τὴν κήρυξιν τοΰ πολέμου.
Δὲν ἤθελε λοιπὸν τὸν πόλεμον μὲ τοὺς Ἰταλοὺς ἡ Ἑλλάς. Οὔτε μόνη, οὔτε μὲ Συμμάχους, οὔτε μὲ βαλκανικούς, οὔτε μὲ Ἄγγλους. Ἤθελε εἰς τὴν μικρὰν αὐτὴν γωνίαν τῆς γῆς νὰ ζήση κατὰ δύναμιν ἥσυχος, ἐπειδὴ ἦτο κατάκοπος, ἐπειδὴ εἶχε πολεμήσει πολὺ καὶ ἐπειδὴ ἡ γεωγραφική της θέσις εἶναι τοιαύτη ὥστε νὰ μὴ θέλη νὰ ἔχη ἐχθροὺς οὔτε τοὺς Γερμανοὺς εἰς τὴν ξηράν, οὔτε τοὺς Ἄγγλους εἰς τὴν θάλασσαν. Μέχρι τῆς στιγμῆς ἐκείνης, τῆς στιγμῆς κατὰ τὴν ὁποίαν ἐπνίγη ἡ «Ἕλλη», ἡ Ἑλλὰς εἶχε, ἑκτὸς τῶν εἰρηνικῶν της διαθέσεων, πρόσθετον ἀσφάλειαν, δύο ὑπογραφάς, τὴν Ἰταλικήν, ἡ ὁποία τὴν εἶχε κατὰ πάσης ἐκ μέρους της ἐπιθέσεως ἀσφαλίσει, καὶ τὴν Ἀγγλικήν, ἡ ὁποία ἦλθεν ὡς αὐθόρμητος τῆς ἀκεραιότητός της ἐγγύησις.
Ἐν τούτοις, ὅταν ὀλίγον μετὰ τὴν «Ἕλλην» παρουσιάσθησαν ἁπταὶ ἀποδείξεις τῆς μελλούσης ἰταλικῆς ἐπιθέσεως, ἡ Ἑλλάς, πεισθεῖσα ὅτι ἡ μία ὑπογραφὴ δὲν εἶχεν ἀξίαν, δὲν ἐστράφη ὡς ὤφειλε πρὸς τὴν ἄλλην, ἀλλ᾿ ἐστράφη -τὸ ἐνθυμεῖσθε, Ἐξοχώτατε;- πρὸς Ὑμᾶς. Καὶ ἐζήτησε τὴν προστασίαν τὴν ἰδικήν σας. Καὶ τί ἀπηντήθη τότε εἰς τὴν Ἑλλάδα;... Τί ἀπηντήθη δὲν γνωρίζω καλῶς. Γνωρίζω ὅμως ἐκ στόματος τοῦ ἀποθανόντος πρωθυπουργοῦ μας, ὅτι ἡ Γερμανία ἀπήντησεν εἰς τὸ διάβημά μας συνιστῶσα νὰ μὴ δώσωμεν ἀφορμὴν -νὰ μὴ ἐπιστρατευθῶμεν δηλαδὴ- καὶ νὰ εἴμεθα ἥσυχοι. Δὲν ἐδώσαμεν λοιπὸν ἀφορμήν, δὲν ἐπεστρατεύθημεν, ἐμέναμεν ἥσυχοι ἢ μᾶλλον ἐκοιμώμεθα ἥσυχοι -διότι τὴν προηγουμένην μᾶς εἶχον κάμει καὶ γεῦμα οἱ Ἰταλοὶ- ὁπόταν μᾶς παρουσιάσθη μὲ τὸ τελεσίγραφον ὁ πρέσβυς τῆς Ἰταλίας.
Τότε λοιπὸν ποῦ καὶ πρὸς ποῖον ἠθέλατε νὰ στραφῆ ἡ Ἑλλάς;... Πρὸς τοὺς Ἰταλούς, τῶν ὁποίων εἶχε εἰς τὴν τσέπην της, μαζὶ μὲ τὰ θραύσματα τῶν τορπιλλῶν, καὶ τὴν ἄνευ ἀξίας ὑπογραφήν; Ἂλλ᾿ αὐτοὶ τῆς εἶχον κηρύξει τὸν πόλεμον. Πρὸς Ὑμᾶς; Ἂλλ᾿ Ὑμεῖς ἀτυχῶς εὐρίσκεσθε ἐκεῖνο ἀκριβῶς τὸ πρωί, εἰς τὰς 28 Ὀκτωβρίου, εἰς Φλωρεντίαν. Νὰ μείνη μόνη; Ἀλλ᾿ οὔτε ἀεροπορίαν εἶχε, οὔτε ὑλικόν, οὔτε χρήματα, οὔτε στόλον. Ἐστράφη λοιπὸν πρὸς τὴν τελευταίαν ἀπομείνασαν ὑπογραφήν: Πρὸς τοὺς Ἄγγλους. Καὶ αὐτοί, τῶν ὁποίων ἐκαίετο ἡ Πατρίς, οἱ ὁποῖοι ἠγρύπνουν εἰς τὰς ἀκτὰς τῆς Μάγχης ἀνήσυχοι, οἱ ὁποῖοι τότε -ὅπως τὸ εἶχον δηλώσει- δὲν εἶχον ἐπαρκῆ τὰ μέσα διὰ τὴν ἰδίαν των προστασίαν, ἦλθαν. Ἦλθαν ἀμέσως. Ἄνευ ἀξιώσεων, ἄνευ διαπραγματεύσεων, ἄνευ χαρτιῶν. Καὶ μετ᾿ ὀλίγας ἡμέρας, εἰς τὸ Μέτωπον τὸ ὁποῖον εἶχεν ἀνοίξει εἰς τὰ βουνὰ τῆς Ἠπείρου ὁ βάναυσος ἰταλικὸς αἰφνιδιασμός, ἔπιπταν Ἕλληνες στρατιῶται καὶ ὁ πρῶτος Ἄγγλος ἀεροπόρος.
Τί συνέβη ἀπὸ τὰς ὥρας ἐκεῖνας, τὸ γνωρίζετε καὶ Σεῖς καὶ ὁ κόσμος ὁλόκληρος. Νικῶνται οἱ Ἰταλοί. Καὶ νικῶνται ἐκεῖ, στρατιωτικῶς, σῶμα πρὸς σῶμα, ἀπὸ ἡμᾶς, τοὺς μικρούς, τοὺς ἀδυνάτους. Ὄχι ἀπὸ τοὺς Ἄγγλους. Διότι Ἄγγλος στρατιώτης δὲν ἐπάτησεν εἰς τὴν Ἀλβανίαν. Νικῶνται. Διατί; Διότι δὲν ἔχουν ἰδανικά, διότι δὲν ἔχουν ψυχήν. Διότι...
- Ἀλλ᾿ αὐτὸ εἶναι ἔξω τοῦ θέματος. Ἀπέναντι τῆς μάχης αὐτῆς βέβαιον εἶναι, διότι μᾶς ἐδηλώθη, ὅτι ἐμείνατε θεατής: «Ἡ ὑπόθεσις αὐτή, μᾶς εἴπατε, δὲν μ᾿ ἐνδιαφέρει. Εἶναι ἱστορία ἰταλική. Δὲν θὰ ἐπέμβω παρὰ μόνον ὅταν Ἀγγλικὸς στρατὸς ἀποβιβασθῆ εἰς τὴν Θεσσαλονίκην, εἰς μεγάλας ποσότητας». Θὰ ἠμπορούσαμεν, ἔκτοτε, Ἐξοχώτατε, νὰ Σᾶς ἐρωτήσωμεν: «Καὶ ἡ Φλωρεντία;... Καὶ τὸ ὅτι τὴν ἡμέραν ἀκριβῶς κατὰ τὴν ὁποίαν μᾶς ἐπετίθεντο οἱ Ἰταλοί, συνηντᾶσθε μαζί τους εἰς τὰς ὄχθας τοῦ Ἄρνου καὶ τοὺς παρεδίδατε τὴν Ἑλλάδα;»... Ἀλλὰ δὲν ἠθελήσαμεν. Μαζὶ μὲ τὰ θραύσματα τῶν ἰταλικῶν τορπιλλῶν ἐκρύψαμεν εἰς τὴν τσέπην μας καὶ τὴν Φλωρεντίαν καί, ὅταν κάποιοι ἀδιάκριτοι μᾶς τὴν ἐνεθύμιζαν, ἀπηντῶμεν: «Διεφώνησαν. Τοὺς ἐγέλασαν οἱ Ἰταλοί». Διατί;
Διότι ἔτσι ἠθέλαμεν νὰ πιστεύωμεν. Διότι μᾶς συνέφερεν ἔτσι. Ἔπειτα, καθὼς ἐπροχωροῦμεν ἡμεῖς εἰς τὴν Ἀλβανίαν, ἐπροχώρουν καὶ αἱ σχέσεις τῆς Γερμανίας καὶ τῆς Ἑλλάδος. Ὁ Ἀγκυλωτὸς Σταυρὸς ἐκυμάτιζε εἰς τὸ Μέγαρον τῆς ἐν Ἀθήναις πρεσβείας σας τὴν πρώτην τοῦ Ἔτους, κατήρχετο μεσίστιος ὅταν ἀπέθνησκεν ὁ ἀείμνηστος Μεταξᾶς, ὁ πρέσβυς σας ἤρχετο νὰ συγχαρῆ τὸν νέον Πρωθυπουργόν, αἱ μεταξὺ Ὑμῶν καὶ ἡμῶν ἐμπορικαὶ συναλλαγαὶ εἶχον ἐπαναρχίσει καὶ διεμαρτυρήθητε κάποτε ἐντόνως διότι μία ἐφημερὶς τῆς Ἀμερικῆς ἔγραψεν ὅτι γερμανικὰ τάνκς παρουσιάσθησαν εἰς τὴν Ἀλβανίαν. Ὅλα λοιπὸν καλά. Ἡμεῖς εἰς τὴν Ἀλβανίαν, Σεῖς θεαταί, καὶ οἱ Ἄγγλοι σύμμαχοί μας μὲ τὰ ἀεροπλάνα των, μὲ τὸν Στόλον των... - ΜΟΝΟΝ. Γνωρίζετε πόσον προσεπαθήσαμεν νὰ εἶναι τὸ «ΜΟΝΟΝ» τοῦτο πραγματικόν;... Ἀρκεῖ νὰ ἀναφερθῆ ὅτι, ὅταν ἓν Ἀγγλικὸν ἀεροπλάνον ἔπεσεν εἰς τὴν Θεσσαλονίκην, παρεκαλέσαμεν τοὺς Ἄγγλους νὰ μὴ τὸ σηκώσουν αὐτοί. Διὰ νὰ μὴ παρουσιασθοῦν ἐκεῖ ἔστω καὶ δέκα Ἄγγλοι στρατιῶται. Διὰ νὰ μὴ παρεξηγηθῶμεν, διὰ νὰ μὴ δώσωμεν ἀφορμήν. Γελᾶτε;... Ἔχετε δίκαιον.
Ἀλλὰ κατὰ τὸ διάστημα τοῦτο, ἐνῷ ἐδῶ εἴχομεν ὅπως ἔχομεν σχέσεις, ἐνῷ ἡ ἐκ τῆς στάσεως τῆς Γερμανίας δημιουργηθεῖσα κάποια γαλήνη ἔμενεν ἀδιατάρακτος, Σεῖς ἠρχίσατε νὰ συγκεντρώνετε στρατεύματα εἰς τὴν Ρουμανίαν. Τὰ πρῶτα ἦσαν πρὸς ἐκπαίδευσιν τῶν Ρουμάνων. Τὰ δεύτερα πρὸς προστασίαν τῶν πετρελαίων. Τὰ τρίτα διὰ νὰ κρατήσουν τὰ σύνορα. Τὰ τέταρτα... - ἀλλὰ τὰ τέταρτα πλέον ἦσαν τριακόσιαι χιλιάδες. Τότε ὁ ὑπογεγραμμένος μετέβη δημοσιογραφῶν εἰς τὴν Βουλγαρίαν, ἐπέρασε τὸν δρόμον τὸν ὁποῖον τώρα περνοῦν οἱ στρατοί σας καὶ ἐπανελθὼν εἶπεν εἰς τὸν μακαρίτην Πρωθυπουργόν:
- Ὁ μέχρι Σόφιας δρόμος ἔχει τώρα, προσφάτως, διαπλατυνθῆ. Αἱ ξύλιναι γέφυραι ἔχουν τώρα, προσφάτως, ὑποστηριχθῆ μὲ πασσάλους. Τὰ ὑπολείμματα τῆς ξυλείας εὑρίσκονται ἀκόμη ἐκεῖ. Εἶναι προφανὲς ὅτι οἱ Βούλγαροι ἔχουν ἑτοιμάσει τώρα, ὅπως ὅπως, τὸν δρόμον διὰ νὰ περάση στρατός...
Καὶ μετὰ τοῦτο;... Μετὰ τοῦτο, τί ἔπρεπε νὰ κάμη ἡ Ἑλλάς; Νὰ ζητήση βοήθειαν; Νὰ μὴ ζητήση; Νὰ πιστεύση; Νὰ μὴ πιστεύση; Νὰ βλέπη τοὺς Γερμανοὺς εἰς τὰ σύνορα τὰ βουλγαρικά, νὰ τοὺς μετρᾶ περνῶντας τὸν Δούναβιν, νὰ τοὺς παρακολουθῆ εἰσερχομένους εἰς τὴν Σόφιαν, νὰ τοὺς βλέπη συμμαχοῦντας μὲ τοὺς Βουλγάρους, ν᾿ ἀκούη τοὺς Βουλγάρους ὁμιλοῦντας περὶ τῶν ἐθνικῶν των διεκδικήσεων, καὶ νὰ στέκη ἀμέριμνος ἐν τῇ πεποιθήσει ὅτι οἱ Γερμανοὶ εὑρίσκονται εἰς τὴν Κοῦλαν διὰ νὰ προφυλάξουν τὰ πετρέλαια τὰ ρουμανικά;...
Ἀλλ᾿ ἔστω, ἂς τ᾿ ἀφήσωμεν ὅλα αὐτά, τὰ γενόμενα, τὰς δηλώσεις, τὴν ἱστορίαν καὶ ἂς ἔλθωμεν εἰς τὰ πράγματα. Φαίνεται -λέγουν τοῦ κόσμου τὰ ραδιόφωνα- ὅτι οἱ Γερμανοὶ θέλουν νὰ εἰσβάλουν εἰς τὴν Ἑλλάδα. Σᾶς ἐρωτῶμεν: ΔΙΑΤΙ; Ἂν ἡ κατὰ τῆς Ἑλλάδος ἐπιχείρησις, ὡς συμφέρουσα εἰς τὸν Ἄξονα, ἦτο ἀπ᾿ ἀρχῆς ἀναγκαία, τότε δὲν θὰ παρουσιάζετο πρὸ τεσσάρων μηνῶν μόνος ὁ κ. Γκράτσι εἰς τὰς τρεῖς τὸ πρωί. Θὰ παρουσιάζοντο ἡ Ἰταλία καὶ ἡ Γερμανία μαζί, ἄλλως, μὲ ἄλλο τελεσὶγράφον, ἄλλου περιεχομένου, ἄλλης προθεσμίας, ἄλλης μορφῆς.
Δὲν ὑπῆρξε, λοιπόν, ἀπ᾿ ἀρχῆς ἡ κατὰ τῆς Ἑλλάδος ἐπιχείρησις εἰς τὸν Ἄξονα ἀναγκαία. Εἶναι λοιπὸν τώρα;... Ἀλλὰ διατί;... Μήπως διὰ νὰ μὴ δημιουργηθῆ Μέτωπον κατὰ τῆς Γερμανίας εἰς τὰ Βαλκάνια; Ἀλλ᾿ αὐτὰ εἶναι μυθιστορήματα. Οὔτε ἡ μαχομένη Ἑλλάς, οὔτε ἡ Ἀγγλία -τὸ λέγει σαφῶς τὸ ἐπίσημον ἀνακοινωθὲν τῆς προχθεσινῆς 6ης Μαρτίου, ἀλλὰ τὸ λέγει σαφέστερον ἀκόμη ἡ λογικὴ- οὔτε ἡ Σερβία, οὔτε ἡ Τουρκία, ἔχουν λόγον νὰ προκαλέσουν τὴν ἐξάπλωσιν τοῦ πολέμου. Αὐτὸς ποὺ εἶναι καὶ ὅπου εἶναι, τοὺς φθάνει. Ἀλλὰ τότε;... Μὴ διὰ νὰ σωθοῦν εἰς τὴν Ἄλβανίαν οἱ Ἰταλοί;... Ἀλλὰ περὶ ποίου εἴδους σωτηρίας θὰ πρόκειται; Οἱ Ἰταλοὶ δὲν θὰ εἶναι ἡττημένοι ὁριστικῶς, τελεσιδίκως, παγκοσμίως καὶ αἰωνίως μόλις καὶ εἷς μόνον Γερμανὸς στρατιώτης πατήση εἰς τὴν Ἑλλάδα; Δὲν θὰ φωνάζη ὅλος ὁ κόσμος ὅτι σαράντα πέντε ἑκατομμύρια αὐτοί, ἀφοῦ ἐπετέθησαν ἐναντίον ἡμῶν ποὺ εἴμεθα μόλις ὀκτώ, ἐζήτησαν τώρα τὴν βοήθειαν ἄλλων ὀγδοῆντα πέντε ἑκατομμυρίων, διὰ νὰ σωθοῦν;... Καὶ εἰς τὸ τέλος, ἂν θέλουν νὰ σωθοῦν, διατὶ νὰ ἔλθουν ἄλλοι κατὰ τρόπον ἀπολύτως ἐξευτελιστικὸν δι᾿ αὐτοὺς νὰ τοὺς σώσουν, ἀφοῦ τοὺς σώζομεν εὐχαρίστως ἡμεῖς χωρὶς ἐξευτελισμούς; Ἂς φύγουν μόνοι ἀπὸ τὴν Ἀλβανίαν οἱ Ἰταλοί. Ἂς εἰποῦν παντοῦ ὅτι μᾶς ἐνίκησαν, ὅτι ἐκουράσθησαν νὰ μᾶς κυνηγοῦν, ὅτι ἐχόρτασαν ἀπὸ δόξαν καὶ ἂς φύγουν. Ἡμεῖς τοὺς βοηθοῦμεν.
Ἀλλὰ θὰ μᾶς ἐρωτήσετε ἴσως, Ἐξοχώτατε: «Καλὰ ὅλα αὐτά. Καὶ οἱ Ἄγγλοι;...» Ἀλλὰ τοὺς Ἄγγλους, Ἐξοχώτατε, δὲν τοὺς ἐφέραμεν ἡμεῖς, τοὺς ἔφεραν εἰς τὴν Ἑλλάδα οἱ Ἰταλοί. Τώρα λοιπὸν εἰς αὐτοὺς τοὺς ὁποίους ἔφεραν οἱ Ἰταλοί, νὰ τοὺς εἰποῦμεν νὰ φύγουν;... Καί, ἔστω, νὰ τοὺς εἰποῦμεν νὰ φύγουν. Ἀλλὰ εἰς ποιούς; Εἰς τοὺς ζωντανούς. Πῶς ὅμως νὰ διώξωμεν τοὺς νεκρούς, αὐτοὺς ποὺ ἔπεσαν εἰς τὰ βουνά μας, αὐτοὺς ποὺ προσεγειώθησαν εἰς τὴν Ἀττικὴν πληγωμένοι καὶ ἀφῆκαν ἐδῶ τὴν τὲλευταίαν πνοήν, αὐτοὺς οἱ ὁποῖοι, ἐνῷ ἐκαίετο ἡ πατρὶς των, ἦλθαν καὶ ἠγωνίσθησαν ἐδῶ, καὶ ἔπεσαν ἐδῶ καὶ εὑρῆκαν ἐδῶ ἕνα τάφον;... Ἀκοῦτε, Ἐξοχώτατε, ὑπάρχουν ἀτιμίαι αἱ ὁποῖαι εἰς τὴν Ἑλλάδα δὲν γίνονται. Καὶ αὐτὰ εἶναι καθαραὶ ἀτιμίαι. Οὔτε τοὺς νεκρούς, οὔτε τοὺς ζωντανοὺς ἠμποροῦμεν νὰ διώξωμεν. Δὲν θὰ διώξωμεν κανένα, καὶ θὰ σταθῶμεν μαζὶ των, ἐδῶ, μέχρις ὅτου κάποια λάμψη ἀκτὶς ἡλίου καὶ περάση ἡ καταιγίς.
Καὶ Σεῖς; Σεῖς -λέγουν πάντοτε- θὰ ἐπιχειρήσετε νὰ εἰσβάλετε εἰς τὴν Ἑλλάδα. Καὶ ἡμεῖς, λαὸς ἀφελὴς ἀκόμη, δὲν τὸ πιστεύομεν. Δὲν πιστεύομεν ὅτι στρατὸς μὲ ἱστορίαν καὶ μὲ παράδοσιν -αὐτὸ καὶ οἱ ἐχθροί του δὲν τὸ ἀρνοῦνται- θὰ θελήση νὰ κηλιδωθῆ διὰ μιᾶς πράξεως παναθλίας. Δὲν πιστεύομεν ὅτι ἕνα Κράτος πάνοπλον, ὀγδοήκοντα πέντε ἑκατομμυρίων ἀνθρώπων, μαχόμενον διὰ νὰ δημιουργήση εἰς τὸν Κόσμον «νέαν τάξιν πραγμάτων» -τάξιν, φανταζόμεθα, ἀρετῆς- θὰ ζητήση νὰ πλευροκοπήση ἕνα Ἔθνος μικρόν, ποῦ ἀγωνίζεται ὑπὲρ τῆς ἐλευθερίας του, μαχόμενον πρὸς μίαν Αὐτοκρατορίαν σαράντα πέντε ἑκατομμυρίων.
Διότι τί θὰ κάμη ὁ Στρατὸς αὐτός, Ἐξοχώτατε, ἂν ἀντὶ πεζικοῦ, πυροβολικοῦ καὶ μεραρχιῶν, στείλη ἡ Ἑλλὰς φύλακας εἰς τὰ σύνορά της εἴκοσι χιλιάδας τραυματιῶν, χωρὶς πόδια, χωρὶς χέρια, μὲ τὰ αἵματα καὶ τοὺς ἐπιδέσμους, διὰ νὰ τὸν ὑποδεχθοῦν;... Αὐτοὺς τοὺς στρατιώτας φύλακας θὰ ὑπάρξη στρατὸς διὰ νὰ τοὺς κτυπήση;
Ἀλλ᾿ ὄχι, δὲν πρόκειται νὰ γίνη αὐτό. Ὁ ὀλίγος ἢ πολὺς στρατὸς τῶν Ἑλλήνων ποὺ εἶναι ἐλεύθερος, ὅπως ἐστάθη εἰς τὴν Ἤπειρον, θὰ σταθῆ, ἂν κληθῆ, εἰς τὴν Θράκην. Καὶ τί νὰ κάμη;... Θὰ πολεμήση. Καὶ ἐκεῖ. Καὶ θὰ ἀγωνισθῆ. Καὶ ἐκεῖ. Καὶ θ᾿ ἀποθάνη. Καὶ ἐκεῖ. Καὶ θ᾿ ἀναμείνη τὴν ἐκ Βερολίνου ἐπιστροφὴν τοῦ δρομέως, ὁ ὁποῖος ἦλθε πρὸ πέντε ἐτῶν καὶ ἔλαβε ἀπὸ τὴν Ὀλυμπίαν τὸ φῶς, διὰ νὰ μεταβάλη εἰς δαυλὸν τὴν λαμπάδα καὶ φέρη τὴν πυρκαϊὰν εἰς τὸν μικρόν, τὴν ἔκτασιν, αλλὰ μέγιστον αὐτὸν τόπον, ὁ ὁποῖος, ἀφοῦ ἔμαθε τὸν κόσμον ὅλον νὰ ζῆ, πρέπει τώρα νὰ τὸν μάθη καὶ ν᾿ ἀποθνήσκη.
Μετ᾿ ἐξόχου τιμῆς
Γ. Α. ΒΛΑΧΟΣ»
ΠΗΓΗ
https://skakiwest.blogspot.gr/2012/03/blog-post_17.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου