Ο ΑΛΕΞΗΣ ΤΣΙΠΡΑΣ ΗΤΑΝ Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΕΛΠΙΔΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ
Και ο Γιάνης Βαρουφάκης παρέμεινε δίπλα του στην κυβέρνηση, μέχρι αυτή η ελπίδα να εξαφανιστεί ολοκληρωτικά, όπως ομολογεί ο ίδιος στο νέο του βιβλίο!!!
Και ο Γιάνης Βαρουφάκης παρέμεινε δίπλα του στην κυβέρνηση, μέχρι αυτή η ελπίδα να εξαφανιστεί ολοκληρωτικά, όπως ομολογεί ο ίδιος στο νέο του βιβλίο!!!
Έκανε τα πάντα προκειμένου οι προτάσεις της τότε κυβέρνησης να ταυτίζονται επικοινωνιακά με την ατομική του γραφικότητα και με το περιθωριακό image των στυλιστικών επιλογών του και, έτσι, να απορρίπτονται αυτόματα χωρίς ούτε να συζητούνται, μέχρι ο Τσίπρας να κουραστεί, να χάσει το ηθικό του και να παραιτηθεί εσωτερικά από κάθε διεκδίκηση !!!
Προδημοσίευση του βιβλίου του Γιάνη Βαρουφάκη «Adults in the Room» όπως την παρουσιάζει το The Press Project αναφέρεται στις ημέρες… παράδοσης στην τρόικα.
Προδημοσίευση του βιβλίου του Γιάνη Βαρουφάκη «Adults in the Room» όπως την παρουσιάζει το The Press Project αναφέρεται στις ημέρες… παράδοσης στην τρόικα.
Το συγκεκριμένο μέρος, που βρίσκεται προς το τέλος του βιβλίου, στο 15ο κεφάλαιο, φέρει τον μεσότιτλο «Αντίστροφη μέτρηση για την παράδοση» και αφορά συσκέψεις της πολιτικής ομάδας διαπραγμάτευσης που έλαβαν χώρα τον Μάιο του 2015. Σε αυτό το απόσπασμα ο Γιάνης Βαρουφάκης παρουσιάζει έναν πρωθυπουργό σε κατάθλιψη που έχει παραδοθεί στη στρατηγική της Τρόικας, την οποία φέρεται να εκφράζουν οι Σπύρος Σαγιάς (τότε γενικός γραμματέας της κυβέρνησης), Νίκος Παππάς, Γιάννης Δραγασάκης και Γιώργος Χουλιαράκης.
Πώς και γιατί ξανακάηκε η Ελλάδα από το Γιάνη Βαρουφάκη
Η θέση ενός αναλυτή είναι εκ φύσεως μία θέση εμπιστοσύνης. Ο αναλυτής καλείται να συγκεντρώσει στοιχεία, να τα μελετήσει και να καταθέσει τα συμπεράσματα του.
Κατά τη διάρκεια της καριέρας μου ως αναλυτής των αγορών μου ζητήθηκε η ανάλυση μου πολλές φορές, από πληθώρα πολιτικών, εντός και εκτός Ελλάδας, και την παρείχα πάντα, ανεξαρτήτως κόμματος και ιδεολογίας. Έτσι, έτυχε να ζήσω από πολύ κοντά όλες τις δραματικές καταστάσεις της ελληνικής κρίσης και μεταξύ αυτών και της διαπραγμάτευσης του Γιάνη Βαρουφάκη στο πρώτο εξάμηνο του 2015.
Ωστόσο, όπως για καμία άλλη περίσταση, έτσι ούτε και γι’ αυτήν, δεν αποκάλυψα έγγραφα ή απόρρητες πληροφορίες. Ο ρόλος μου είναι να κάνω την αντικειμενικότερη δυνατή ανάλυση όχι να υποδύομαι τον ιδιοκτήτη των wikileaks.
Γι’ αυτό ακριβώς και οι αναλύσεις μου για την περίοδο της διαπραγμάτευσης Βαρουφάκη σταματούν πάντα στην βλάβη που υπέστη η Ελλάδα εκείνο το διάστημα, της οποίας το δραματικό μέγεθος δεν έχουν αντιληφθεί πλήρως, ακόμη, ούτε οι πολιτικοί, ούτε οι πολίτες.
Προκειμένου να απαντήσω, λοιπόν, στο ερώτημα αναγνωστών ως προς το τί διαφορετικό θα μπορούσε να είχε κάνει ο Γιάνης Βαρουφάκης εκείνο το διάστημα θα απαντήσω παραθέτοντας μία σειρά από στοιχεία και θα αρκεστώ στο να αναφέρω το απολύτως απαραίτητο, για την κατανόηση των γεγονότων που διαδραματίστηκαν, παρασκήνιο.
Στα τέλη του 2014 η οικονομική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ με επικεφαλής όχι τον κ. Βαρουφάκη αλλά άλλον οικονομολόγο, υψηλόβαθμο αξιωματούχο και των δύο μετέπειτα κυβερνήσεων ΣΥΡΙΖΑ, προχώρησε στη σύνταξη μίας διαπραγματευτικής πρότασης η οποία ήταν ρεαλιστική και με βάση όλα τα διαθέσιμα σε εκείνη τη φάση στοιχεία, θετική για την Ελλάδα.
Η πρόταση αυτή θα οδηγούσε σε μία γρήγορη διαπραγμάτευση εκμεταλλευόμενη την μεγάλη ορμή του ΣΥΡΙΖΑ και με ελάχιστες υποχωρήσεις η Ελλάδα θα επιχειρούσε στο 2015 να κάνει το μπει σε μία ουσιαστική φάση ανάρρωσης, εκμεταλλευόμενη, μεταξύ άλλων, τόσο το γεγονός ότι οι αγορές είχαν ανοίξει, ήδη, από το 2014, με τις δύο εξόδους της προηγούμενης κυβέρνησης, όσο και το ότι είχαν επιστρέψει καταθέσεις στις τράπεζες, που σε συνδυασμό με την ενίσχυση της κεφαλαιοποίησης τους λόγω της ανόδου του Χρηματιστηρίου Αθηνών αλλά και της πτώσης του κόστους δανεισμού τους λόγω της μείωσης των σπρεντ των κρατικών ομολόγων, δημιουργούσαν για πρώτη φορά συνθήκες για την αποκατάσταση του βασικού ρόλου των τραπεζών, δηλαδή να στηρίζουν και όχι να επιβαρύνουν την ελληνική οικονομία.
Επιπλέον, η δεδομένη, σε αυτήν την περίπτωση, συμμετοχή της Ελλάδας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, αναμενόταν να μειώσει μέχρι και κατά 3.5 μονάδες βάσης το επιτόκιο δανεισμού της χώρας, τοποθετώντας το μεταξύ 2% και 4%, δηλαδή σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα για τη χώρα, κλείνοντας το κεφάλαιο «Μνημόνια» οριστικά. Αυτό θα πίεζε πολύ χαμηλότερα το κόστος δανεισμού των μεγαλύτερων ελληνικών εταιριών από τις διεθνείς αγορές και μέσα σε διάστημα δώδεκα μηνών η Ελλάδα θα είχε μια διαφορετική εικόνα.
Όσα περιγράφονται παραπάνω δεν αποτελούν θαύμα αλλά απλά περιγράφουν τους μηχανισμούς που λειτουργεί το χρηματοπιστωτικό και χρηματοοικονομικό σύστημα. Πράγματι, στο παρακάτω διάγραμμα με στοιχεία από τη Reuters, το οποίο δημοσιεύω για πρώτη φορά, παρουσιάζεται το χρονογράφημα της ελληνικής κρίσης, όπως αποτυπώθηκε στα επιτόκια των ελληνικών 10ετών ομολόγων (πάνω μέρος) αλλά και στην αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας από τους οίκους αξιολόγησης (κάτω μέρος).
Από την κορύφωση της κρίσης το 2012 μέχρι την ώρα που ανέλαβε η κυβέρνηση Τσίπρα, η Ελλάδα αναβαθμίστηκε από τους οίκους αξιολόγησης 5 φορές, τις τρεις πριν βγει για πρώτη φορά στις αγορές το 2014 και τις επόμενες δύο από τη δεύτερη έξοδο της και μετά. Ήταν η ταχύτερη αναβάθμιση της Ελλάδας στην ιστορία της. Μέσα σε μόλις έξι μήνες διαπραγμάτευσης υπό τον κ. Γιάνη Βαρουφάκη, όχι μόνο ανατράπηκε η θεαματική πορεία αναβαθμίσεων των προηγούμενων ετών αλλά η χώρα υποβαθμίστηκε κατά τρεις βαθμίδες, σπάζοντας σε ταχύτητα υποβαθμίσεων ακόμη και το αρνητικό ρεκόρ που είχε καταγραφεί στην αρχή της ελληνικής κρίσης, επί κυβερνήσεως Παπανδρέου. Ποτέ, καμία άλλη αναπτυγμένη χώρα του κόσμου, δεν υποβαθμίστηκε τόσο έντονα σε ένα εξάμηνο όσο η Ελλάδα στο α’ εξάμηνο του 2015.
Και πώς θα μπορούσε να αποφευχθεί κάτι τέτοιο αφού πέρα από την καταστροφή στην ελληνική οικονομία, τη διάλυση των τραπεζών, την επιβολή capital controls και το διχαστικό δημοψήφισμα απάτη, η κυβέρνηση Τσίπρα μετά από πρόταση του επικεφαλής διαπραγμάτευσης κ. Βαρουφάκη είχε την εξωφρενική ιδέα να αφήσει τη χώρα να πτωχεύσει για ένα πενιχρό ποσό απέναντι στο ΔΝΤ και να γίνει η πρώτη αναπτυγμένη χώρα διεθνώς που κρατά ένα τέτοιο ρεκόρ, οδηγώντας το επιτόκιο των κρατικών ομολόγων από το 5% κοντά στο 15% μέσα σε μήνες.
Τον Ιούλιο του 2015, για πρώτη φορά μετά το PSI και την επαναγορά ομολόγων του 2014, το ΔΝΤ έκρινε το χρέος άκρως μη βιώσιμο, προβλέποντας την εκτόξευση του σε ιστορικά υψηλά επίπεδα μέχρι το 2017, όπως και συνέβη. Και αυτό ενώ μέχρι τις αρχές του 2015, με τα ίδια ακριβώς μοντέλα – όχι άλλα, το ελληνικό χρέος κρινόταν βιώσιμο και προβλεπόταν μείωση του στο 124% του ΑΕΠ μέχρι το 2020 και μείωση κοντά στο 100% μέχρι το 2022. Και αυτό χωρίς καμία ελάφρυνση για το χρέος, την οποία ήταν δεδομένο ότι θα έπαιρνε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, αν ακολουθούσε το αρχικό σχέδιο διαπραγμάτευσης που είχε συνταχθεί από άλλη ομάδα με άλλον επικεφαλής, και η οποία άνοιγε την πόρτα ώστε το ελληνικό χρέος να βρίσκεται στο 90% του ΑΕΠ το 2022, κάτω από τα σημερινά επίπεδα της Γαλλίας και κάτω από τα επίπεδα στα οποία βρισκόταν σε όλο το διάστημα από το 1988 και μετά.
Αυτή ήταν η προδιαγεγραμμένη πορεία μίας άλλης Ελλάδας, η οποία θα άφηνε πίσω της την κρίση και θα ξεκινούσε μία ταχεία επούλωση των μεγάλων πληγών της. Όμως αυτή η Ελλάδα ήταν χωρίς τον κ. Γιάνη Βαρουφάκη στο τιμόνι της οικονομίας της. Τί συνέβη, λοιπόν και οδηγηθήκαμε στην καταστροφή; Γιατί εγκαταλείφθηκε ο αρχικός σχεδιασμός για μία σοβαρή διαπραγμάτευση;
Αυτό που συνέβη είναι πως μετά την ολοκλήρωση του αρχικού προσχεδίου διαπραγμάτευσης από τους σοβαρότερους οικονομολόγους του ΣΥΡΙΖΑ υπό την εποπτεία του αρχικού επικεφαλής της διαπραγμάτευσης, ακολούθησε η παρουσίαση του στην κοινοβουλευτική ομάδα του κόμματος, όπου οι αντιδράσεις των συνιστωσών ήταν εκκωφαντικές. Στελέχη που σήμερα δεν ανήκουν πια στον ΣΥΡΙΖΑ και άλλα που παραμένουν, απείλησαν ότι θα καταψηφίσουν οποιοδήποτε νόμο πάει στη Βουλή βασισμένο στη συγκεκριμένη διαπραγμάτευση, η οποία μέσα από το ρεαλισμό της ακύρωνε προηγούμενες ανεδαφικές και ουτοπικές προγραμματικές θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ, όπως για μονομερή διαγραφή του χρέους, μονομερή κατάργηση του Μνημονίου με ένα νόμο κλπ.
Τότε ο Αλ. Τσίπρας βρέθηκε μπροστά στο δίλημμα «διατήρηση της εξουσίας και ρήξη με πιθανή την καταστροφή της χώρας ή εκλογές και σοβαρή διαπραγμάτευση για να βγούμε απ’ τα Μνημόνια»; Προφανώς επέλεξε το πρώτο και ήταν τότε που αποφασίστηκε η αντικατάσταση του αρχικού επικεφαλής της διαπραγμάτευσης από τον κ. Βαρουφάκη.
Στις πρώτες ημέρες που ο κ. Βαρουφάκης ανέλαβε επικεφαλής της ομάδας διαπραγμάτευσης, τη διέσπασε στα δύο, απομονώνοντας τους οικονομολόγους της πρώτης ομάδας και επιλέγοντας «δικά του» άτομα. Αυτό που δε γνώριζε μέσα στην έπαρση του, ήταν πως κάποια από τα ίδια αυτά άτομα τα οποία επέλεξε, είχαν εισηγηθεί νωρίτερα στο ΣΥΡΙΖΑ να μη γίνει ποτέ και σε καμία περίπτωση επικεφαλής της διαπραγμάτευσης ο κ. Βαρουφάκης, γιατί τον θεωρούσαν παντελώς αδαή και άκρως επικίνδυνο.
Τί έκανε, λοιπόν, ο κ. Βαρουφάκης σε αυτήν την περίφημη διαπραγμάτευση; Η αποστομωτική απάντηση είναι «τίποτα» ή τουλάχιστον τίποτα που να είχε σχέση με διαπραγμάτευση. Περνούσαν ημέρες, εβδομάδες και μήνες και δεν κατέθεσε ποτέ, ούτε μία κοστολογημένη πρόταση για οτιδήποτε, ούτε καν για τη μείωση του ελληνικού χρέους. Σε ακριβώς αντίθετη τροχιά, η ομάδα του προηγούμενου επικεφαλής είχε απολύτως κοστολογημένες προτάσεις και συγκεκριμένες θέσεις για τη μείωση του χρέους, τις οποίες ο κ. Βαρουφάκης απέρριψε εν μία νυκτί.
Όσο οι μήνες περνούσαν και η οικονομία καταστρεφόταν, άτομα μέσα από την ομάδα του κ. Βαρουφάκη με τα οποία ήμουν σε συνεχή επικοινωνία, βυθίζονταν σε πλήρη απόγνωση, βλέποντας τη χώρα να καταστρέφεται και εκείνους να πηγαινοέρχονται στις Βρυξέλλες με άδεια χέρια. Χαρακτηριστικό της «καραντίνας» στην οποία είχε βάλει την προηγούμενη ομάδα διαπραγμάτευσης ο κ. Βαρουφάκης και της μυστικότητας με την οποία κινούνταν ο ίδιος, είναι το γεγονός ότι μέλη της ομάδας του απευθύνονταν σε εμένα για να μάθουν τη γνώμη του προηγούμενου επικεφαλής για τα όσα συνέβαιναν και για τον αν προτίθετο να παρέμβει για να σταματήσει τη φωτιά, πριν κάψει ολόκληρη τη χώρα. αφού ο κ. Βαρουφάκης δεν ήθελε να έχουν καμία επαφή μαζί του.
Όμως η οποιαδήποτε σκέψη παρέμβασης σταματούσε από τον ίδιο τον πρωθυπουργό, ο οποίος είχε δώσει εν λευκό τον απόλυτο έλεγχο της διαπραγμάτευσης στον κ. Βαρουφάκη, με την σαφή εντολή σε όλους τους υπουργούς του να τον υπακούν τυφλά.
Δεν υπήρξε υπουργός της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ με τον οποίο να επικοινώνησα στο διάστημα εκείνο που να μην ανέφερε, με τον έναν ή άλλον τρόπο, την εξής φράση:»ο Γιάνης είπε ότι..». Ξαφνικά κάθε λογικός άνθρωπος μέσα στο ΣΥΡΙΖΑ είχε ακυρωθεί και υποχρεωθεί να πιστεύει κάθε ασυναρτησία που έβγαινε από τον ζωσμένο με ένα εκρηκτικό μείγμα, Γιάνη Βαρουφάκη. Ένα μείγμα που αποτελείτο από ένα τμήμα αλαζονείας, ένα ψευδοεπαναστατικών ιδεών και ένα πλήρους σύγχυσης για τον τρόπο που δουλεύουν στην πράξη και όχι στη θεωρία οι χρηματοπιστωτικοί μηχανισμοί.
Μέσα σε αυτό το απόλυτο χάος συζητήσεις από υπουργούς σχετικά με το αν η Ελλάδα θα μπορούσε να πάρει δάνεια από την τράπεζα των BRICS, τη Σαουδική Αραβία, τη Ρωσία ή αλλού, άρχισαν να αναριχώνται στην κορυφή της επίσημης ατζέντα της χώρας, κάνοντας τα μέλη της προηγούμενης διαπραγματευτικής ομάδας καθώς και τα σοβαρά μέλη της διαπραγματευτικής ομάδας υπό τον κ. Βαρουφάκη να πέφτουν σε κατάθλιψη.
Ήταν τότε που ανέλαβα την πρωτοβουλία να επικοινωνήσω με τον υπεύθυνο νομικό εκπρόσωπο της Ελλάδας στο PSI, τον Αμερικανό δικηγόρο που είχε προτείνει απ’ το 2010 η χώρα να χρησιμοποιήσει το πανίσχυρο διαπραγματευτικό χαρτί της που δεν ήταν άλλο από το ότι το δίκαιο των συμβάσεων των ομολόγων της ήταν ελληνικό και ελεγχόμενο από την Ελλάδα και να του ζητήσω να καταρτίσουμε μία πρόταση για τη ρύθμιση του χρέους η οποία να μπορούσε να γίνει αποδεκτή από τους δανειστές. Την πρόταση, αυτή, η οποία προσέγγιζε το πρόβλημα του χρέους με έναν εντελώς καινοτόμο τρόπο που μάλιστα δεν επιβάρυνε καθόλου τους δανειστές, κατέθεσα τόσο στον αρχικό επικεφαλής της διαπραγμάτευσης όσο και στον πρωθυπουργό.
Όμως, μετά από ένα ραντεβού του κ. Βαρουφάκη με τον Αμερικανό νομικό και την ενημέρωση του ότι η Ελλάδα δεν προτίθετο να διαπραγματευτεί αλλά σκόπευε να έρθει σε ευθεία ρήξη με τους εταίρους, η πρόταση απορρίφθηκε, για να ακολουθήσουν το κλείσιμο των τραπεζών, η πτώχευση στο ΔΝΤ, το δημοψήφισμα, οι εκλογές και το τρίτο Μνημόνιο.
Πριν πω περισσότερα, όμως, ας κλείσω επαναλαμβάνοντας το εξής: Κανείς δεν έχει ακόμη αντιληφθεί, πλήρως, τη βλάβη που προκλήθηκε στην ελληνική οικονομία και στη χώρα μας από τις κινήσεις του Γ. Βαρουφάκη στο πρώτο εξάμηνο του 2015. Η λέξη καταστροφή δεν είναι αρκετή για να την περιγράψει. Η πορεία της Ελλάδας άλλαξε για δεκαετίες. Η Ελλάδα, κυριολεκτικά, θα ήταν μία άλλη χώρα.
Και αυτή η άποψη προέρχεται από έναν αναλυτή ο οποίος έκανε τη σκληρότερη κριτική σε όλες τις ελληνικές κυβερνήσεις, από τον Ανδρέα Παπανδρέου μέχρι τον Κώστα Σημίτη και από τον Κώστα Καραμανλή μέχρι τους πρωθυπουργούς της κρίσης, Γιώργο Παπανδρέου, Αντώνη Σαμαρά και σήμερα Αλέξη Τσίπρα. Θυμίζω στους αναγνώστες πως έχω γράψει ένα βιβλίο κατακρίνοντας το PSI, όχι γιατί δεν έπρεπε να γίνει αλλά γιατί μπορούσε να γίνει με τρόπο που θα βοηθούσε πολύ περισσότερο την Ελλάδα και κατέκρινα, επίσης, την επαναγορά ομολόγων από την κυβέρνηση Σαμαρά, όχι γιατί ζημίωσε τη χώρα αλλά γιατί σχεδιάστηκε με τρόπο που κόστισε σε επιπλέον κέρδος γι’ αυτήν.
Και προς αποκατάσταση της αλήθειας αλλά και για να απαντήσω, με την ευκαιρία, στον ισχυρισμό του προέδρου της Ένωσης Κεντρώων κύριο Βασίλη Λεβέντη, που στην εκπομπή του κυρίου Νίκου Χατζηνικολάου υποστήριξε ότι ο πρωθυπουργός με κρατά «αμόλυντο» για να με υπουργοποιήσει πριν τις επόμενες εκλογές, να πω ότι οι προτάσεις που ήταν να γίνουν έχουν ήδη γίνει προ πολλού, μερικές από αυτές εγγράφως και τις απέρριψα, ευγενικά, όλες. Όπως απέρριψα και όλες τις προηγούμενες από άλλα κόμματα.
Η ανάλυση είναι αντικειμενική όταν είναι υπερκομματική. Όλα τα άλλα είναι «βαρουφακισμοί».
Πηγές:
Το συγκεκριμένο κεφάλαιο ξεκινάει με την ιστορία του διορισμού της Έλενας Παναρίτη στο ΔΝΤ (τμήμα που δεν συμπεριλάβαμε στη σημερινή δημοσίευση) και στο «άδειασμα» του Βαρουφάκη, ο οποίος είχε στείλει δύο φορές επιστολή διορισμού της στο Ταμείο, τη δεύτερη μετά από συλλογική απόφαση επιτροπής αποτελούμενης από τον Γιάννη Δραγασάκη (ψήφισε λευκό), τους Γιώργο Σταθάκη και Γιάνη Βαρουφάκη (που υποστήριξαν τον διορισμό της) και τον Ευκλείδη Τσακαλώτο (που ψήφισε αρνητικά). Σύμφωνα με τα όσα γράφει ο Βαρουφάκης, εκείνες τις ημέρες ο Σπύρος Σαγιάς, τότε Γενικός Γραμματέας της Κυβέρνησης, έδειχνε να κυριαρχεί στις συσκέψεις του Μαΐου του 2015 και μαζί με τον Χουλιαράκη και την υποστήριξη του Δραγασάκη να προτείνουν την παράδοση της κυβέρνησης στην λογική της Τρόικας.
Ο Αλέξης Τσίπρας εμφανίζεται εντελώς καταβεβλημένος, αδύναμος να συγκρουστεί με την ομάδα των «μνημονιακών» του συμβούλων και σε κάποιες περιπτώσεις εντελώς χειραγωγήσιμος από την Τρόικα «Εσωτερικού» και «Εξωτερικού».
Το σκηνικό του 15ου κεφαλαίου εκτυλίσσεται στις Αίθουσες του Μαξίμου, όπου μαζί με τον Βαρουφάκη εμφανίζεται αρκετές φορές και ο Ευκλείδης Τσακαλώτος, ο οποίος όμως φέρεται να συμφωνεί περισσότερο με τον προκάτοχό του παρά με την «κυβέρνηση Σαγιά».
Το απόσπασμα τελειώνει με τον Γιάνη Βαρουφάκη να εξιστορεί στην Έλενα Παναρίτη μια έντονη λογομαχία με τον Σπύρο Σαγιά που έλαβε χώρα στις 30 Μαΐου του 2015, όταν ο Βαρουφάκης «έφτασε μερικά εκατοστά από το να παραιτηθεί». Ωστόσο για μια ακόμη φορά ο ίδιος αποφασίζει να μείνει στην κυβέρνηση επειδή «ο Τσίπρας είναι η τελευταία μας ελπίδα». Ελπίδα που τελικά θα θεωρήσει ότι έχει χαθεί ολοκληρωτικά ένα μήνα αργότερα.
Απόσπασμα από το βιβλίο «Adults in the Room»:
Στις αρχές Μαΐου, κατά τη διάρκεια άλλης μιας σύσκεψης της πολιτικής ομάδας διαπραγμάτευσης, ο Νίκος Παππάς με κατηγόρησε λέγοντας περιφρονητικά ότι έχω πάθει «εμμονή» με το δημόσιο χρέος.
«Φυσικά και έχω» του απάντησα. «Όταν είσαι αιχμάλωτος είναι καθήκον σου να αναπτύξεις εμμονή με την απόδραση».
Το ότι γινόταν καν αυτή η συζήτηση μεταξύ μας αποδείκνυε πόσο προχωρημένη ήταν η κατάρρευση του κοινού μας μετώπου. Σημειωτέον ότι ο Παππάς ήταν εκείνος που με είχε πλησιάσει στα τέλη του 2010 λόγω της προσωπικής μου σταυροφορίας υπέρ της άμεσης και μεγάλης αναδιάρθρωσης του χρέους. Αργότερα επέμεινε να αναλάβω τη θέση του υπουργού Οικονομικών ακριβώς λόγω των συγκεκριμένων προτάσεών μου για την αναδιάρθρωση χρέους και της τακτικής που θα ακολουθούσαμε για να την πετύχουμε. Τώρα, ξάφνου, ο στόχος της αναδιάρθρωσης του χρέους είχε γίνει… εμμονή μου.
Ο Σαγιάς προσέτρεξε σε βοήθεια του Παππά χρησιμοποιώντας το απίστευτο επιχείρημα ότι το χρέος δεν αποτελεί πρόβλημα όσο η Τρόικα χρηματοδοτεί την αποπληρωμή του. Βλέποντας ότι ο Αλέξης άκουγε καταβεβλημένος χωρίς να απαντά μου κατέστη προφανές ότι είχε πλέον αποκηρύξει όλα όσα είχαμε συμφωνήσει ήδη από το 2011.
Το σχέδιο τους ήταν πλέον φανερά η αποδοχή της μνημονιακής διαδικασίας και η επαναδιάταξη της κυβέρνησής μας ως μια εκδοχή λάιτ της πολιτικής Σαμαρά. Θυμάμαι να καθόμαστε με τον Ευκλείδη στο Μαξίμου, χαμογελώντας πικρά ο ένας στον άλλον, περιμένοντας την έναρξη κάποιας σύσκεψης, την ώρα που σε διπλανό δωμάτιο οι Σαγιάς και Χουλιαράκης, συνεπικουρούμενοι από τον Δραγασάκη, έκοβαν και έραβαν, έγραφαν και έσβηναν, ακόμα ένα προσχέδιο Συμφωνίας Τεχνικών Κλιμακίων (SLA) που θα παρέδιδαν στην τρόικα: στην πραγματικότητα ενός νέου, οικονομικά μη βιώσιμου, Μνημονίου, πανομοιότυπο με το προηγούμενο, πέραν κάποιων ελάχιστων φύλλων συκής και -το σημαντικότερο- πολύ λιγότερο δημοσιονομικά βιώσιμο. Το όλο σκηνικό εξέπεμπε θλίψη.
Κάποια στιγμή, σε κατ’ ιδίαν συζήτηση, είπα στον Αλέξη ότι δεν θα μπορούσε να «πουλήσει» την SLA του Σαγιά ούτε στον εαυτό του, όχι απλά στην κοινοβουλευτική μας ομάδα. Συμφώνησε με αφοπλιστικό τρόπο και αμέσως έδειξε ακόμα πιο θλιμμένος απ’ όσο ήταν ήδη. Στο μεταξύ ο Jeff Sachs μου έστελνε επείγουσες προειδοποιήσεις: «Απαιτούν πρώτα τεχνική συμφωνία, υποσχόμενοι ότι θα συζητήσουν ελάφρυνση του χρέους μετέπειτα. Αλλά λένε ψέματα! Μόλις τους δώσετε την SLA θα αρνηθούν ακόμα και ότι σας υποσχέθηκαν οτιδήποτε. Μην την πατήσετε!» Πώς να έλεγα στον Jeff ότι πλέον ο Αλέξης δεν με άκουγε; Πως φαινόταν πλέον ταγμένος, από επιλογή ή παράλυση, να διαβεί ανόρεχτα αυτό το καταστροφικό μονοπάτι;
Καθώς πλησίαζε το τέλος Μαΐου ο Αλέξης εμφανιζόταν όλο και πιο νωχελικός, σε σημείο που έπαψε να κυριαρχεί, όπως προηγουμένως έκανε, των συσκέψεών μας. Το κενό έσπευσε, με την σιωπηλή συναίνεση των Δραγασάκη και Παππά, να καλύψει ο Σαγιάς. Μακρυγορώντας στην γλώσσα αλλά και το πνεύμα της SLA της Τρόικας, έμοιαζε να προεδρεύει. Η πλευρά μας είχε δώσει ήδη τα πάντα -δημοσιονομικούς στόχους που ισοδυναμούσαν με βαριά λιτότητα, αποδοχή των φορολογικών μοντέλων των δανειστών, αυξήσεις των φορολογικών συντελεστών, και ιδιωτικοποιήσεις χωρίς όριο και λογική – μη παίρνοντας τίποτα ως αντάλλαγμα. Κάθε φορά που επεσήμαινα ότι αναλαμβάνουμε δεσμεύσεις που δεν μπορούμε να εκπληρώσουμε λάμβανα απαντήσεις που πάνω-κάτω θύμιζαν ολική επαναφορά των επιχειρημάτων της εποχής Σαμαρά: Εφόσον λαμβάναμε νέα δάνεια το χρέος δεν αποτελούσε πρόβλημα γιατί αργά η γρήγορα θα αναδιαρθρωνόταν!
Σε μια απέλπιδα προσπάθεια να κερδίσω την προσοχή του Αλέξη συνέταξα, με τη βοήθεια του Glenn Kim, μια ακόμα πιο ήπια και μετριοπαθή εκδοχή της πρότασης μου για ανταλλαγές χρέους (Debt Swaps) και πρότεινα στον Αλέξη να την παρουσιάσει στην επερχόμενη ανεπίσημη τριμερή συνάντηση με την Γερμανίδα Καγκελάριο και τον Πρόεδρο Ολάντ, υποστηρίζοντας ότι οποιαδήποτε τεχνική συμφωνία στη βάση του σχεδίου Σαγιά θα αποτελούσε πολιτικό δηλητήριο για τον ίδιο αν δεν συμπεριλάμβανε τουλάχιστον την μετριοπαθέστατη αναδιάρθρωση για το χρέος που του πρότεινα. Ο Αλέξης συμφώνησε και μου τηλεφώνησε αργότερα έχοντας «καλά νέα». Η συνάντηση είχε πάει αρκετά καλά, με πληροφόρησε: «Η Άγκελα είπε ότι ήταν προετοιμασμένη να μελετήσει την πρότασή μας για το χρέος και με ρώτησε αν υπάρχει κάποιος να τη συζητήσει με τον Wieser».
Δυστυχώς τα πράγματα ήταν πολύ διαφορετικά αν κρίνει κανείς από ένα μήνυμα που μου έστειλε ο Ευκλείδης την ίδια μέρα: «Η τριμερής πήγε άσχημα, οπότε θα χρειαστεί να… δώσουμε ακόμα περισσότερα!»
«Αλέξη», είπα, «κατάλαβες ότι η Μέρκελ σε παρέπεμψε στον νεκροθάφτη μας, τον Thomas Wieser, που δεν έχει καν την εξουσιοδότηση να συζητήσει την ελάφρυνση του χρέους μαζί μας; Και μου λες ότι αυτά είναι καλά νέα;»
Παρόλα αυτά έστειλα τον Glenn Kim στις Βρυξέλλες να συναντήσει τον Wieser μήπως και… Ο Glenn ήταν εξαιρετικός, όπως πάντα, εξηγώντας στον Wieser πόσο απλή, σύμφωνη με τους κανόνες του ESM, και αποτελεσματική ήταν η ανταλλαγή χρέους που προτείναμε, με ελάχιστο μάλιστα πολιτικό κόστος για την Καγκελάριο. Ο Wieser αναγκάστηκε τελικά να παραδεχτεί την αξία της πρότασής μας. Όμως η Μέρκελ δεν είχε κανένα λόγο να την συζητήσει καν καθώς δεν αντιμετώπιζε πλέον καμία αξιόπιστη απειλή, ή έστω πίεση, από την πλευρά μας. Έτσι η επιτυχία του Glenn απεδείχθη άκαρπη.
Σε σύσκεψη της πολιτικής ομάδας διαπραγμάτευσης την 30ή Μαΐου οι Σαγιάς και Χουλιαράκης πρότειναν στον Αλέξη να κανονιστεί ακόμα μια συνάντηση με τον Wieser. Τότε παρενέβην. Ένιωσα ότι ίσως ήταν η τελευταία μου προσπάθεια, γι’ αυτό επέλεξα τις λέξεις μου πολύ προσεκτικά:
«Δεν έχω πρόβλημα να μιλήσουμε ξανά στον Wieser, αν το επιθυμείτε. Αλλά να ξέρετε ότι δεν πρόκειται να γίνει τίποτα. Η μόνη μας ελπίδα ανάκτησης του ελέγχου της μοίρας μας είναι αν ο πρωθυπουργός μας, το πολύ μέχρι την Τετάρτη ή την Πέμπτη, παρουσιάσει το δικό μας αντι-Μνημόνιο -τη δική μας μεταρρυθμιστική και δημοσιονομική πρόταση για το πώς πρέπει να κλείσει η τρέχουσα δανειακή συμφωνία και ποια πρέπει να είναι η λογική και η μορφή ενός νέου μακροπρόθεσμου συμβολαίου με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Αντί να εγκλωβιστείς Αλέξη στο πλαίσιο της Τεχνικής Συμφωνίας της τρόικας, να επιμείνεις να συζητήσεις στη βάση ενός νέου Σχεδίου για την Ελλάδα στο οποίο το χρέος να είναι προαπαιτούμενο. Ναι, το ξέρω ότι επαναλαμβάνομαι επ’αυτού εδώ και δύο μήνες. Όμως είναι μονόδρομος και τώρα πια είναι έτοιμο ένα τέτοιο Σχέδιο, αποτέλεσμα συστηματικής δουλειάς με τον Jeff Sachs, τον Larry Summers και πολλούς άλλους».
Όσο μιλούσα, ο Σαγιάς, που καθόταν δίπλα μου, άρχισε να επαναλαμβάνει ρυθμικά και σαρκαστικά την ίδια φράση: «Πρόταση ρήξης, πρόταση ρήξης, πρόταση ρήξης. Αυτό κάνεις. Προτείνεις την σύγκρουση.»
Έφτασα στα όρια της υπομονής μου. Χτύπησα το χέρι μου στο τραπέζι και του είπα «Άκου να σου πω. Δεν θα με ξαναδιακόψεις. Ούτε θα ξαναβάλεις λόγια στο στόμα μου διαστρέφοντας το νόημα των λεγόμενών μου. Η Τρόικα και τα κανάλια της τα καταφέρνουν πολύ καλά σε αυτό. Δεν χρειάζονται την βοήθειά σου. Αλλά ως εδώ. Αν διαφωνείς, να περιμένεις μέχρι να έρθει η σειρά σου για να εκφράσεις τις σκέψεις σου».
«Τώρα με τρόμαξες!» είπε ο Σαγιάς με περίσια ειρωνική επιθετικότητα.
«Σπύρο, πρόσεχε, ολισθαίνεις στη σφαίρα της πολιτικής αλητείας.»
Ο Σαγιάς άρχισε να φωνάζει «Επί σαράντα χρόνια παλεύω σε αυτή τη χώρα, όχι σαν μερικούς που είδαν την ευκαιρία τους να γυρίσουν από το εξωτερικό και να κάνουν καριέρα».
«Χαίρομαι που επιτέλους πέφτουν οι μάσκες και μπορούμε να δούμε ξεκάθαρα ποιος υπονομεύει τον υπουργό Οικονομικών εκ των έσω», του απάντησα.
Αργότερα, μιλώντας με την Έλενα Παναρίτη, παρουσία της Δανάης, περιέγραφα τη δυσάρεστη και χαώδη ατμόσφαιρα που ακολούθησε μετά από τη λογομαχία: «Για μια ακόμη φορά έφτασα μερικά εκατοστά από το να παραιτηθώ σήμερα. Αλλά δεν πρόκειται να τους κάνω τη χάρη. Ο Αλέξης προσπάθησε να με υπερασπιστεί αλλά το έκανε πολύ άτσαλα».
«Του έχουν κάνει μάγια» είπε η Έλενα.
«Όχι, δεν είναι αυτό», απάντησα. «Έχει παραιτηθεί εσωτερικά. Έχει κουραστεί και έχει χάσει το ηθικό του. Αλλά είναι η τελευταία μας ελπίδα. Θα παραμείνω μέχρι αυτή η ελπίδα να εξαφανιστεί ολοκληρωτικά».Πώς και γιατί ξανακάηκε η Ελλάδα από το Γιάνη Βαρουφάκη
Η θέση ενός αναλυτή είναι εκ φύσεως μία θέση εμπιστοσύνης. Ο αναλυτής καλείται να συγκεντρώσει στοιχεία, να τα μελετήσει και να καταθέσει τα συμπεράσματα του.
Κατά τη διάρκεια της καριέρας μου ως αναλυτής των αγορών μου ζητήθηκε η ανάλυση μου πολλές φορές, από πληθώρα πολιτικών, εντός και εκτός Ελλάδας, και την παρείχα πάντα, ανεξαρτήτως κόμματος και ιδεολογίας. Έτσι, έτυχε να ζήσω από πολύ κοντά όλες τις δραματικές καταστάσεις της ελληνικής κρίσης και μεταξύ αυτών και της διαπραγμάτευσης του Γιάνη Βαρουφάκη στο πρώτο εξάμηνο του 2015.
Ωστόσο, όπως για καμία άλλη περίσταση, έτσι ούτε και γι’ αυτήν, δεν αποκάλυψα έγγραφα ή απόρρητες πληροφορίες. Ο ρόλος μου είναι να κάνω την αντικειμενικότερη δυνατή ανάλυση όχι να υποδύομαι τον ιδιοκτήτη των wikileaks.
Γι’ αυτό ακριβώς και οι αναλύσεις μου για την περίοδο της διαπραγμάτευσης Βαρουφάκη σταματούν πάντα στην βλάβη που υπέστη η Ελλάδα εκείνο το διάστημα, της οποίας το δραματικό μέγεθος δεν έχουν αντιληφθεί πλήρως, ακόμη, ούτε οι πολιτικοί, ούτε οι πολίτες.
Προκειμένου να απαντήσω, λοιπόν, στο ερώτημα αναγνωστών ως προς το τί διαφορετικό θα μπορούσε να είχε κάνει ο Γιάνης Βαρουφάκης εκείνο το διάστημα θα απαντήσω παραθέτοντας μία σειρά από στοιχεία και θα αρκεστώ στο να αναφέρω το απολύτως απαραίτητο, για την κατανόηση των γεγονότων που διαδραματίστηκαν, παρασκήνιο.
Στα τέλη του 2014 η οικονομική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ με επικεφαλής όχι τον κ. Βαρουφάκη αλλά άλλον οικονομολόγο, υψηλόβαθμο αξιωματούχο και των δύο μετέπειτα κυβερνήσεων ΣΥΡΙΖΑ, προχώρησε στη σύνταξη μίας διαπραγματευτικής πρότασης η οποία ήταν ρεαλιστική και με βάση όλα τα διαθέσιμα σε εκείνη τη φάση στοιχεία, θετική για την Ελλάδα.
Η πρόταση αυτή θα οδηγούσε σε μία γρήγορη διαπραγμάτευση εκμεταλλευόμενη την μεγάλη ορμή του ΣΥΡΙΖΑ και με ελάχιστες υποχωρήσεις η Ελλάδα θα επιχειρούσε στο 2015 να κάνει το μπει σε μία ουσιαστική φάση ανάρρωσης, εκμεταλλευόμενη, μεταξύ άλλων, τόσο το γεγονός ότι οι αγορές είχαν ανοίξει, ήδη, από το 2014, με τις δύο εξόδους της προηγούμενης κυβέρνησης, όσο και το ότι είχαν επιστρέψει καταθέσεις στις τράπεζες, που σε συνδυασμό με την ενίσχυση της κεφαλαιοποίησης τους λόγω της ανόδου του Χρηματιστηρίου Αθηνών αλλά και της πτώσης του κόστους δανεισμού τους λόγω της μείωσης των σπρεντ των κρατικών ομολόγων, δημιουργούσαν για πρώτη φορά συνθήκες για την αποκατάσταση του βασικού ρόλου των τραπεζών, δηλαδή να στηρίζουν και όχι να επιβαρύνουν την ελληνική οικονομία.
Επιπλέον, η δεδομένη, σε αυτήν την περίπτωση, συμμετοχή της Ελλάδας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, αναμενόταν να μειώσει μέχρι και κατά 3.5 μονάδες βάσης το επιτόκιο δανεισμού της χώρας, τοποθετώντας το μεταξύ 2% και 4%, δηλαδή σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα για τη χώρα, κλείνοντας το κεφάλαιο «Μνημόνια» οριστικά. Αυτό θα πίεζε πολύ χαμηλότερα το κόστος δανεισμού των μεγαλύτερων ελληνικών εταιριών από τις διεθνείς αγορές και μέσα σε διάστημα δώδεκα μηνών η Ελλάδα θα είχε μια διαφορετική εικόνα.
Όσα περιγράφονται παραπάνω δεν αποτελούν θαύμα αλλά απλά περιγράφουν τους μηχανισμούς που λειτουργεί το χρηματοπιστωτικό και χρηματοοικονομικό σύστημα. Πράγματι, στο παρακάτω διάγραμμα με στοιχεία από τη Reuters, το οποίο δημοσιεύω για πρώτη φορά, παρουσιάζεται το χρονογράφημα της ελληνικής κρίσης, όπως αποτυπώθηκε στα επιτόκια των ελληνικών 10ετών ομολόγων (πάνω μέρος) αλλά και στην αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας από τους οίκους αξιολόγησης (κάτω μέρος).
Από την κορύφωση της κρίσης το 2012 μέχρι την ώρα που ανέλαβε η κυβέρνηση Τσίπρα, η Ελλάδα αναβαθμίστηκε από τους οίκους αξιολόγησης 5 φορές, τις τρεις πριν βγει για πρώτη φορά στις αγορές το 2014 και τις επόμενες δύο από τη δεύτερη έξοδο της και μετά. Ήταν η ταχύτερη αναβάθμιση της Ελλάδας στην ιστορία της. Μέσα σε μόλις έξι μήνες διαπραγμάτευσης υπό τον κ. Γιάνη Βαρουφάκη, όχι μόνο ανατράπηκε η θεαματική πορεία αναβαθμίσεων των προηγούμενων ετών αλλά η χώρα υποβαθμίστηκε κατά τρεις βαθμίδες, σπάζοντας σε ταχύτητα υποβαθμίσεων ακόμη και το αρνητικό ρεκόρ που είχε καταγραφεί στην αρχή της ελληνικής κρίσης, επί κυβερνήσεως Παπανδρέου. Ποτέ, καμία άλλη αναπτυγμένη χώρα του κόσμου, δεν υποβαθμίστηκε τόσο έντονα σε ένα εξάμηνο όσο η Ελλάδα στο α’ εξάμηνο του 2015.
Και πώς θα μπορούσε να αποφευχθεί κάτι τέτοιο αφού πέρα από την καταστροφή στην ελληνική οικονομία, τη διάλυση των τραπεζών, την επιβολή capital controls και το διχαστικό δημοψήφισμα απάτη, η κυβέρνηση Τσίπρα μετά από πρόταση του επικεφαλής διαπραγμάτευσης κ. Βαρουφάκη είχε την εξωφρενική ιδέα να αφήσει τη χώρα να πτωχεύσει για ένα πενιχρό ποσό απέναντι στο ΔΝΤ και να γίνει η πρώτη αναπτυγμένη χώρα διεθνώς που κρατά ένα τέτοιο ρεκόρ, οδηγώντας το επιτόκιο των κρατικών ομολόγων από το 5% κοντά στο 15% μέσα σε μήνες.
Τον Ιούλιο του 2015, για πρώτη φορά μετά το PSI και την επαναγορά ομολόγων του 2014, το ΔΝΤ έκρινε το χρέος άκρως μη βιώσιμο, προβλέποντας την εκτόξευση του σε ιστορικά υψηλά επίπεδα μέχρι το 2017, όπως και συνέβη. Και αυτό ενώ μέχρι τις αρχές του 2015, με τα ίδια ακριβώς μοντέλα – όχι άλλα, το ελληνικό χρέος κρινόταν βιώσιμο και προβλεπόταν μείωση του στο 124% του ΑΕΠ μέχρι το 2020 και μείωση κοντά στο 100% μέχρι το 2022. Και αυτό χωρίς καμία ελάφρυνση για το χρέος, την οποία ήταν δεδομένο ότι θα έπαιρνε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, αν ακολουθούσε το αρχικό σχέδιο διαπραγμάτευσης που είχε συνταχθεί από άλλη ομάδα με άλλον επικεφαλής, και η οποία άνοιγε την πόρτα ώστε το ελληνικό χρέος να βρίσκεται στο 90% του ΑΕΠ το 2022, κάτω από τα σημερινά επίπεδα της Γαλλίας και κάτω από τα επίπεδα στα οποία βρισκόταν σε όλο το διάστημα από το 1988 και μετά.
Αυτή ήταν η προδιαγεγραμμένη πορεία μίας άλλης Ελλάδας, η οποία θα άφηνε πίσω της την κρίση και θα ξεκινούσε μία ταχεία επούλωση των μεγάλων πληγών της. Όμως αυτή η Ελλάδα ήταν χωρίς τον κ. Γιάνη Βαρουφάκη στο τιμόνι της οικονομίας της. Τί συνέβη, λοιπόν και οδηγηθήκαμε στην καταστροφή; Γιατί εγκαταλείφθηκε ο αρχικός σχεδιασμός για μία σοβαρή διαπραγμάτευση;
Αυτό που συνέβη είναι πως μετά την ολοκλήρωση του αρχικού προσχεδίου διαπραγμάτευσης από τους σοβαρότερους οικονομολόγους του ΣΥΡΙΖΑ υπό την εποπτεία του αρχικού επικεφαλής της διαπραγμάτευσης, ακολούθησε η παρουσίαση του στην κοινοβουλευτική ομάδα του κόμματος, όπου οι αντιδράσεις των συνιστωσών ήταν εκκωφαντικές. Στελέχη που σήμερα δεν ανήκουν πια στον ΣΥΡΙΖΑ και άλλα που παραμένουν, απείλησαν ότι θα καταψηφίσουν οποιοδήποτε νόμο πάει στη Βουλή βασισμένο στη συγκεκριμένη διαπραγμάτευση, η οποία μέσα από το ρεαλισμό της ακύρωνε προηγούμενες ανεδαφικές και ουτοπικές προγραμματικές θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ, όπως για μονομερή διαγραφή του χρέους, μονομερή κατάργηση του Μνημονίου με ένα νόμο κλπ.
Τότε ο Αλ. Τσίπρας βρέθηκε μπροστά στο δίλημμα «διατήρηση της εξουσίας και ρήξη με πιθανή την καταστροφή της χώρας ή εκλογές και σοβαρή διαπραγμάτευση για να βγούμε απ’ τα Μνημόνια»; Προφανώς επέλεξε το πρώτο και ήταν τότε που αποφασίστηκε η αντικατάσταση του αρχικού επικεφαλής της διαπραγμάτευσης από τον κ. Βαρουφάκη.
Στις πρώτες ημέρες που ο κ. Βαρουφάκης ανέλαβε επικεφαλής της ομάδας διαπραγμάτευσης, τη διέσπασε στα δύο, απομονώνοντας τους οικονομολόγους της πρώτης ομάδας και επιλέγοντας «δικά του» άτομα. Αυτό που δε γνώριζε μέσα στην έπαρση του, ήταν πως κάποια από τα ίδια αυτά άτομα τα οποία επέλεξε, είχαν εισηγηθεί νωρίτερα στο ΣΥΡΙΖΑ να μη γίνει ποτέ και σε καμία περίπτωση επικεφαλής της διαπραγμάτευσης ο κ. Βαρουφάκης, γιατί τον θεωρούσαν παντελώς αδαή και άκρως επικίνδυνο.
Τί έκανε, λοιπόν, ο κ. Βαρουφάκης σε αυτήν την περίφημη διαπραγμάτευση; Η αποστομωτική απάντηση είναι «τίποτα» ή τουλάχιστον τίποτα που να είχε σχέση με διαπραγμάτευση. Περνούσαν ημέρες, εβδομάδες και μήνες και δεν κατέθεσε ποτέ, ούτε μία κοστολογημένη πρόταση για οτιδήποτε, ούτε καν για τη μείωση του ελληνικού χρέους. Σε ακριβώς αντίθετη τροχιά, η ομάδα του προηγούμενου επικεφαλής είχε απολύτως κοστολογημένες προτάσεις και συγκεκριμένες θέσεις για τη μείωση του χρέους, τις οποίες ο κ. Βαρουφάκης απέρριψε εν μία νυκτί.
Όσο οι μήνες περνούσαν και η οικονομία καταστρεφόταν, άτομα μέσα από την ομάδα του κ. Βαρουφάκη με τα οποία ήμουν σε συνεχή επικοινωνία, βυθίζονταν σε πλήρη απόγνωση, βλέποντας τη χώρα να καταστρέφεται και εκείνους να πηγαινοέρχονται στις Βρυξέλλες με άδεια χέρια. Χαρακτηριστικό της «καραντίνας» στην οποία είχε βάλει την προηγούμενη ομάδα διαπραγμάτευσης ο κ. Βαρουφάκης και της μυστικότητας με την οποία κινούνταν ο ίδιος, είναι το γεγονός ότι μέλη της ομάδας του απευθύνονταν σε εμένα για να μάθουν τη γνώμη του προηγούμενου επικεφαλής για τα όσα συνέβαιναν και για τον αν προτίθετο να παρέμβει για να σταματήσει τη φωτιά, πριν κάψει ολόκληρη τη χώρα. αφού ο κ. Βαρουφάκης δεν ήθελε να έχουν καμία επαφή μαζί του.
Όμως η οποιαδήποτε σκέψη παρέμβασης σταματούσε από τον ίδιο τον πρωθυπουργό, ο οποίος είχε δώσει εν λευκό τον απόλυτο έλεγχο της διαπραγμάτευσης στον κ. Βαρουφάκη, με την σαφή εντολή σε όλους τους υπουργούς του να τον υπακούν τυφλά.
Δεν υπήρξε υπουργός της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ με τον οποίο να επικοινώνησα στο διάστημα εκείνο που να μην ανέφερε, με τον έναν ή άλλον τρόπο, την εξής φράση:»ο Γιάνης είπε ότι..». Ξαφνικά κάθε λογικός άνθρωπος μέσα στο ΣΥΡΙΖΑ είχε ακυρωθεί και υποχρεωθεί να πιστεύει κάθε ασυναρτησία που έβγαινε από τον ζωσμένο με ένα εκρηκτικό μείγμα, Γιάνη Βαρουφάκη. Ένα μείγμα που αποτελείτο από ένα τμήμα αλαζονείας, ένα ψευδοεπαναστατικών ιδεών και ένα πλήρους σύγχυσης για τον τρόπο που δουλεύουν στην πράξη και όχι στη θεωρία οι χρηματοπιστωτικοί μηχανισμοί.
Μέσα σε αυτό το απόλυτο χάος συζητήσεις από υπουργούς σχετικά με το αν η Ελλάδα θα μπορούσε να πάρει δάνεια από την τράπεζα των BRICS, τη Σαουδική Αραβία, τη Ρωσία ή αλλού, άρχισαν να αναριχώνται στην κορυφή της επίσημης ατζέντα της χώρας, κάνοντας τα μέλη της προηγούμενης διαπραγματευτικής ομάδας καθώς και τα σοβαρά μέλη της διαπραγματευτικής ομάδας υπό τον κ. Βαρουφάκη να πέφτουν σε κατάθλιψη.
Ήταν τότε που ανέλαβα την πρωτοβουλία να επικοινωνήσω με τον υπεύθυνο νομικό εκπρόσωπο της Ελλάδας στο PSI, τον Αμερικανό δικηγόρο που είχε προτείνει απ’ το 2010 η χώρα να χρησιμοποιήσει το πανίσχυρο διαπραγματευτικό χαρτί της που δεν ήταν άλλο από το ότι το δίκαιο των συμβάσεων των ομολόγων της ήταν ελληνικό και ελεγχόμενο από την Ελλάδα και να του ζητήσω να καταρτίσουμε μία πρόταση για τη ρύθμιση του χρέους η οποία να μπορούσε να γίνει αποδεκτή από τους δανειστές. Την πρόταση, αυτή, η οποία προσέγγιζε το πρόβλημα του χρέους με έναν εντελώς καινοτόμο τρόπο που μάλιστα δεν επιβάρυνε καθόλου τους δανειστές, κατέθεσα τόσο στον αρχικό επικεφαλής της διαπραγμάτευσης όσο και στον πρωθυπουργό.
Όμως, μετά από ένα ραντεβού του κ. Βαρουφάκη με τον Αμερικανό νομικό και την ενημέρωση του ότι η Ελλάδα δεν προτίθετο να διαπραγματευτεί αλλά σκόπευε να έρθει σε ευθεία ρήξη με τους εταίρους, η πρόταση απορρίφθηκε, για να ακολουθήσουν το κλείσιμο των τραπεζών, η πτώχευση στο ΔΝΤ, το δημοψήφισμα, οι εκλογές και το τρίτο Μνημόνιο.
Πριν πω περισσότερα, όμως, ας κλείσω επαναλαμβάνοντας το εξής: Κανείς δεν έχει ακόμη αντιληφθεί, πλήρως, τη βλάβη που προκλήθηκε στην ελληνική οικονομία και στη χώρα μας από τις κινήσεις του Γ. Βαρουφάκη στο πρώτο εξάμηνο του 2015. Η λέξη καταστροφή δεν είναι αρκετή για να την περιγράψει. Η πορεία της Ελλάδας άλλαξε για δεκαετίες. Η Ελλάδα, κυριολεκτικά, θα ήταν μία άλλη χώρα.
Και αυτή η άποψη προέρχεται από έναν αναλυτή ο οποίος έκανε τη σκληρότερη κριτική σε όλες τις ελληνικές κυβερνήσεις, από τον Ανδρέα Παπανδρέου μέχρι τον Κώστα Σημίτη και από τον Κώστα Καραμανλή μέχρι τους πρωθυπουργούς της κρίσης, Γιώργο Παπανδρέου, Αντώνη Σαμαρά και σήμερα Αλέξη Τσίπρα. Θυμίζω στους αναγνώστες πως έχω γράψει ένα βιβλίο κατακρίνοντας το PSI, όχι γιατί δεν έπρεπε να γίνει αλλά γιατί μπορούσε να γίνει με τρόπο που θα βοηθούσε πολύ περισσότερο την Ελλάδα και κατέκρινα, επίσης, την επαναγορά ομολόγων από την κυβέρνηση Σαμαρά, όχι γιατί ζημίωσε τη χώρα αλλά γιατί σχεδιάστηκε με τρόπο που κόστισε σε επιπλέον κέρδος γι’ αυτήν.
Και προς αποκατάσταση της αλήθειας αλλά και για να απαντήσω, με την ευκαιρία, στον ισχυρισμό του προέδρου της Ένωσης Κεντρώων κύριο Βασίλη Λεβέντη, που στην εκπομπή του κυρίου Νίκου Χατζηνικολάου υποστήριξε ότι ο πρωθυπουργός με κρατά «αμόλυντο» για να με υπουργοποιήσει πριν τις επόμενες εκλογές, να πω ότι οι προτάσεις που ήταν να γίνουν έχουν ήδη γίνει προ πολλού, μερικές από αυτές εγγράφως και τις απέρριψα, ευγενικά, όλες. Όπως απέρριψα και όλες τις προηγούμενες από άλλα κόμματα.
Η ανάλυση είναι αντικειμενική όταν είναι υπερκομματική. Όλα τα άλλα είναι «βαρουφακισμοί».
Πηγές:
thepressproject.gr
http://analitis.gr/ek-ton-eso-pos-ke-giati-xanakaike-i-ellada-apo-to-giani-varoufaki/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου