ΕΒΑΛΕ ΚΟΦΤΗ Η ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ
Δικαστικές αποφάσεις-φωτιά για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά με το νέο νόμο Κατσέλη !!!
ΣΑΣ ΕΙΧΑΜΕ ΕΝΗΜΕΡΩΣΕΙ ΑΠΟ ΤΙΣ ΑΡΧΕΣ ΤΟΥ 2016 !!!
Δικαστικές αποφάσεις-φωτιά για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά με το νέο νόμο Κατσέλη !!!
ΣΑΣ ΕΙΧΑΜΕ ΕΝΗΜΕΡΩΣΕΙ ΑΠΟ ΤΙΣ ΑΡΧΕΣ ΤΟΥ 2016 !!!
Η υπαγωγή των υπερχρεωμένων νοικοκυριών στις προστατευτικές διατάξεις του «Νόμου Κατσέλη» έχει πολλές φορές διχάσει τη νομολογία των δικαστηρίων, καθώς συχνά αντιμετωπίζουν υποθέσεις που εμφανίζουν και χαοτικές διαφορές μεταξύ τους όσον αφορά τα πραγματικά περιστατικά που καλούνται να συνεκτιμήσουν, προκειμένου να παράσχουν στους δανειολήπτες την αξιούμενη προστασία.
Στο ζήτημα της δόλιας αδυναμίας πληρωμής υπάρχει μάλιστα τον τελευταίο καιρό μια μεταστροφή της νομολογίας προς το αυστηρότερο, αφού έχει μπει «στο μικροσκόπιο» των δικαστηρίων και το ζήτημα του «ενδεχόμενου δόλου», που μπορεί να αποκλείει την προστασία του «Νόμου Κατσέλη» σε όσους είχαν προβλέψει από την αρχή ότι ήταν αδύνατο να ξεπληρώσουν τις οφειλές τους, αλλά παρ’ όλα αυτά συνέχισαν απτόητοι τον υπερδανεισμό (με στεγαστικά, καταναλωτικά δάνεια, πιστωτικές κάρτες) ακόμα και σε περίοδο οικονομικής κρίσης, χωρίς να φροντίσουν να διατηρήσουν τα περιουσιακά τους στοιχεία, αλλά κάνοντας σπατάλες.
Καταβολή ποσών
Η δικαισύνη πλέον επιφυλάσσει αποφάσεις-θηλιά για πολλούς, εφόσον φέρουν ευθύνη για την αδυναμία πληρωμής στην οποία περιήλθαν και στους οποίους αρνείται την υπαγωγή στον «Νόμο Κατσέλη» όχι μόνο γιατί λειτούργησαν δολίως (π.χ. παραπλανώντας με πλαστά και ψευδή στοιχεία ή αποκρύπτοντας άλλα για να πετύχουν τον δανεισμό) αλλά και γιατί υπερδανείστηκαν σε βαθμό αλόγιστο, κατασπαταλώντας περιουσιακά στοιχεία, ζώντας πολύ πέραν των ορίων που τους επέτρεπε η περιουσιακή τους κατάσταση.
Η δικαισύνη πλέον επιφυλάσσει αποφάσεις-θηλιά για πολλούς, εφόσον φέρουν ευθύνη για την αδυναμία πληρωμής στην οποία περιήλθαν και στους οποίους αρνείται την υπαγωγή στον «Νόμο Κατσέλη» όχι μόνο γιατί λειτούργησαν δολίως (π.χ. παραπλανώντας με πλαστά και ψευδή στοιχεία ή αποκρύπτοντας άλλα για να πετύχουν τον δανεισμό) αλλά και γιατί υπερδανείστηκαν σε βαθμό αλόγιστο, κατασπαταλώντας περιουσιακά στοιχεία, ζώντας πολύ πέραν των ορίων που τους επέτρεπε η περιουσιακή τους κατάσταση.
Κρίθηκε δηλαδή ότι η προστασία τέτοιων περιπτώσεων, με πιθανώς χαριστική άφεση του χρέους, θα οδηγούσε σε σημαντικές αδικίες σε βάρος όσων έχουν δανειστεί και αγωνίζονται για να είναι συνεπείς στις υποχρεώσεις τους, ενώ μια γενικευμένη πρακτική αθέτησης των συμβατικών υποχρεώσεων -τονίζουν οι αποφάσεις αυτές- θα είχε δραματικές επιπτώσεις στην οικονομία, την ανάπτυξη και την απασχόληση.
Στο ζήτημα της δόλιας αδυναμίας πληρωμής υπάρχει μάλιστα τον τελευταίο καιρό μια μεταστροφή της νομολογίας προς το αυστηρότερο, αφού έχει μπει «στο μικροσκόπιο» των δικαστηρίων και το ζήτημα του «ενδεχόμενου δόλου», που μπορεί να αποκλείει την προστασία του «Νόμου Κατσέλη» σε όσους είχαν προβλέψει από την αρχή ότι ήταν αδύνατο να ξεπληρώσουν τις οφειλές τους, αλλά παρ’ όλα αυτά συνέχισαν απτόητοι τον υπερδανεισμό (με στεγαστικά, καταναλωτικά δάνεια, πιστωτικές κάρτες) ακόμα και σε περίοδο οικονομικής κρίσης, χωρίς να φροντίσουν να διατηρήσουν τα περιουσιακά τους στοιχεία, αλλά κάνοντας σπατάλες.
Η τιμωρία του υπερδανεισμού
Εκ διαμέτρου αντίθετες είναι άλλες αποφάσεις Ειρηνοδικείων που άφησαν απροστάτευτους υπερχρεωμένους δανειολήπτες γιατί έκριναν ότι ενήργησαν με αλόγιστο και δόλιο τρόπο υπερδανειζόμενοι, γνωρίζοντας ότι αδυνατούσαν να ξεχρεώσουν.
Η νομολογία αυτή αφήνει εκτός προστασίας τον δανειολήπτη που καρπώνεται οφέλη από την υπερχρέωσή του αποκτώντας κινητά ή ακίνητα, ενώ γνωρίζει κατά την ανάληψη των χρεών ότι είναι αμφίβολη η εξυπηρέτησή τους λόγω των περιορισμένων εισοδημάτων και των αναγκών του ή όταν με ευθύνη του οδηγείται σε αδυναμία πληρωμής μετά την ανάληψη του δανείου, γιατί δεν φροντίζει τη σωστή διαχείριση ή διατήρηση της περιουσίας του, γιατί την κατασπαταλά για είδη πολυτελή, σε τυχερά παιχνίδια, χαρτοπαιξία, σε άσωτη ζωή κ.λπ.
Εκ διαμέτρου αντίθετες είναι άλλες αποφάσεις Ειρηνοδικείων που άφησαν απροστάτευτους υπερχρεωμένους δανειολήπτες γιατί έκριναν ότι ενήργησαν με αλόγιστο και δόλιο τρόπο υπερδανειζόμενοι, γνωρίζοντας ότι αδυνατούσαν να ξεχρεώσουν.
Η νομολογία αυτή αφήνει εκτός προστασίας τον δανειολήπτη που καρπώνεται οφέλη από την υπερχρέωσή του αποκτώντας κινητά ή ακίνητα, ενώ γνωρίζει κατά την ανάληψη των χρεών ότι είναι αμφίβολη η εξυπηρέτησή τους λόγω των περιορισμένων εισοδημάτων και των αναγκών του ή όταν με ευθύνη του οδηγείται σε αδυναμία πληρωμής μετά την ανάληψη του δανείου, γιατί δεν φροντίζει τη σωστή διαχείριση ή διατήρηση της περιουσίας του, γιατί την κατασπαταλά για είδη πολυτελή, σε τυχερά παιχνίδια, χαρτοπαιξία, σε άσωτη ζωή κ.λπ.
Οι αποφάσεις ξεκαθαρίζουν ότι δεν μπορεί να επιβραβεύεται ο απερίσκεπτος υπερδανεισμός με περιορισμένο εισόδημα που συνεχίζεται και εν μέσω κρίσης, με την ελπίδα ότι, όταν έλθουν τα δύσκολα, κάποιος τρίτος θα βρεθεί να πληρώσει και να τον σώσει. Σε μία περίπτωση δικαστήριο στη Βόρεια Ελλάδα αρνήθηκε να εντάξει στον Ν. 3869 ζευγάρι που ανέλαβε συνολικά 84 δανειακά προϊόντα (στεγαστικά, καταναλωτικά, πιστωτικές κάρτες, ακόμα και ως εγγυητές) από εννέα τραπεζικούς φορείς, φτάνοντας σε δυσθεώρητα χρέη 1,8 εκατ. ευρώ! Το δικαστήριο έκρινε ότι υπερέβησαν το μέτρο και τη σύνεση του μέσου καταναλωτή, διαπιστώνοντας ότι παρά τα τεράστια «ανοίγματά» τους συνέχιζαν να αναζητούν είδη πολυτελείας ακόμα και σε μακρινά ταξίδια.
ΝΟΜΟΣ ΚΑΤΣΕΛΗ & ΔΟΛΙΟΣ ΟΦΕΙΛΕΤΗΣ :
Πότε ο αιτούμενος την υπαγωγή στο Νόμο Κατσέλη για τη ρύθμιση των οφειλών του δανειολήπτης, κρίνεται δόλιος οφειλέτης !!!
Είναι συνήθης στη δικαστηριακή πρακτική του ν. 3869/2010/ Νόμου Κατσέλη (ο "νόμος") ένστασηεκ μέρους των πιστωτών περί δόλιας περιέλευσης του αιτούντος σε κατάσταση αδυναμίας πληρωμής των ληξιπροθέσμων χρηματικών οφειλών του.
Η ένσταση αυτή στηρίζεται στο ίδιο το κείμενο και το σκοπό του νόμου. Βασική προϋπόθεση υπαγωγής του οφειλέτη στη ρύθμιση του Ν.3869/2010 είναι η μόνιμη αδυναμία πληρωμής ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών του. Δεν έχει νομική αξία και συνεπώς δεν ερευνώνται τα αίτια και οι λόγοι περιελεύσεως του οφειλέτη σε κατάσταση μόνιμης αδυναμίας. Αυτό ωστόσο ισχύει μόνο κατ’ αρχήν. Δεν αποκλείεται η εμφάνιση περιπτώσεως κατά την οποία ο οφειλέτης με την εν γένει συμπεριφορά του είτε προκάλεσε τη μόνιμη αδυναμία είτε την προέβλεψε ως δυνατή και παρά ταύτα την αποδέχθηκε. Στη συναλλακτική πρακτική δεν είναι σπάνιες οι περιπτώσεις στις οποίες ο οφειλέτης προκαλεί ο ίδιος τη μόνιμη αδυναμία.
Ο νομοθέτης λαμβάνει υπόψη του τέτοιες περιπτώσεις και προβλέπει με ρητή διάταξη ότι ένας τέτοιος οφειλέτης δεν είναι άξιος να ενταχθεί στη ρύθμιση του νόμου. Η νομοθετική ρύθμιση τάσσεται προς το συμφέρον των πιστωτών. Τούτο προκύπτει από τη ρύθμιση του τελευταίου εδαφίου της παρ. 1 του άρθ. 1 του Ν.3869/2010 σύμφωνα με την οποία την ύπαρξη του δόλου επικαλείται και αποδεικνύει ο πιστωτής. Το πρώτο θέμα που ανακύπτει κατά την ερμηνεία της παρ. 1 του άρθ. 1 του άνω νόμου είναι το περιεχόμενο του δόλου.
Ο Ν.3869/2010 θεωρεί δεδομένη την έννοια του δόλου από τη γενική θεωρία του αστικού δικαίου. Ως δόλος νοείται η γνώση και η επιθυμία παραγωγής ενός παρανόμου συνήθως αποτελέσματος (άμεσος δόλος). Ο δόλος δύναται ωστόσο να είναι και ενδεχόμενος, όταν ο πράττων προβλέπει το παράνομο αποτέλεσμα ως ενδεχόμενο και παρά ταύτα το αποδέχεται. Η έννοια του δόλου κατευθύνεται στην πρόκληση της μόνιμης αδυναμίας. Δηλαδή στα πλαίσια του Ν.3869/2010 ο οφειλέτης ενεργεί εκ δόλου και υπό τις δύο άνω μορφές, όταν με την εν γένει συμπεριφορά του είτε αρχική (κατά την ανάληψη του χρέους) είτε επιγενόμενη (μετά την ανάληψη του χρέους) συμβάλλει αποφασιστικά στην πρόκληση της μόνιμης αδυναμίας πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρηματικών χρεών του. Έτσι πρέπει να νοηθεί ο δόλος στα πλαίσια εφαρμογής του Ν.3869/2010.
Κατά το πρώτο διάστημα της εφαρμογής του νόμου αξιόλογη μερίδα της νομολογίας κατά κανόνα απέκλειε την εμφάνιση του δόλου του οφειλέτη κατά την ανάληψη του χρέους, εφόσον αξιούσε προϋποθέσεις στο πρόσωπο του οφειλέτη που δύσκολα μπορούσαν να συντρέξουν. Σε ικανό αριθμό αποφάσεων συναντά κανείς στερεοτύπως την ακόλουθη αιτιολογία: «Η μη δολιότητα καταλαμβάνει εξ ορισμού όχι μόνο την αδυναμία πληρωμής αυτής καθ’ εαυτής, αλλά και την ανάληψη του εγχειρήματος της λήψης δανείων, εάν προδήλως ήταν αδύνατη η αποπληρωμή τους. Σύμφωνα όμως με τα κρατούντα στις συναλλαγές ο δανειολήπτης που ζητά τη λήψη δανείου δεν έχει τη δυνατότητα να υποχρεώσει τον πιστωτή να αποδεχθεί το αίτημά του. Ιδιαίτερα δε όσον αφορά πιστωτικά ιδρύματα, αυτά έχουν επιπλέον τη δυνατότητα, εκτός από την έρευνα των οικονομικών στοιχείων του αιτούμενου το δάνειο μέσω εκκαθαριστικού σημειώματος ή βεβαίωσης αποδοχών, να διαπιστώσουν και τις τυχόν δανειακές του υποχρεώσεις σε άλλα πιστωτικά ιδρύματα μέσω του συστήματος «Τειρεσίας». Αν επομένως το πιστωτικό ίδρυμα αγνοήσει τις καταχωρήσεις και εν γένει τα στοιχεία που καθιστούν τον αιτούντα αφερέγγυο, και γενικώς παραμελήσει την έρευνα της πιστοληπτικής ικανότητας του οφειλέτη, όπως επιβάλλουν οι αρχές του υπεύθυνου δανεισμού που έχουν θεσμοθετηθεί και νομοθετικά με το άρθρο 8 της ΚΥΑ Ζ1-699/ΦΕΚ Β΄917/2000 «Προσαρμογή της Ελληνικής Νομοθεσίας προς την Οδηγία 2008/48/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 23ης Απριλίου 2008 για τις συμβάσεις καταναλωτικής πίστης κλπ», φέρει ευθύνη για την επισφάλεια αυτή. Κατά συνέπεια, δέχεται η παραπάνω νομολογία, δεν νοείται δολιότητα του δανειολήπτη, ο οποίος εν συνεχεία αδυνατεί να αποπληρώσει. Δολιότητα, κατά τη νομολογία αυτή, θα μπορούσε να νοηθεί μόνο αν ο δανειολήπτης εξαπάτησε τους υπαλλήλους του πιστωτικού ιδρύματος προσκομίζοντας πλαστά στοιχεία ή αποκρύπτοντας υποχρεώσεις του που δεν έχουν καταχωρηθεί στις βάσεις δεδομένων που αξιοποιούν οι τράπεζες για την οικονομική συμπεριφορά των πελατών τους». Η θέση αυτή αποτελεί την κρατούσα γνώμη.
Η ένσταση αυτή προβάλλεται από τους πιστωτές του οφειλέτη με τον ισχυρισμό ότι ο τελευταίος γνώριζε κατά τον χρόνο συνάψεως των συμβάσεων δανείου ότι αδυνατεί να εκπληρώσει τις αναληφθείσες υποχρεώσεις του.
Έτσι, η ένσταση αυτή απορρίπτεται κατά κανόνα από τα δικαστήρια ως αόριστη, διότι γίνεται παγίως δεκτό ότι δεν νοείται δολιότητα του δανειολήπτη με μόνη την ανάληψη δανειακής υποχρεώσεως, της οποίας η εξυπηρέτηση είναι επισφαλής, αλλά απαιτείται και η από τον δανειολήπτη πρόκληση άγνοιας της επισφάλειας στους πιστωτές. Πρέπει λοιπόν να αναφέρονται και να εξειδικεύονται από τους πιστωτές στην ένστασή τους οι συγκεκριμένες ενέργειες, με τις οποίες ο αιτών απέκρυψε από τους πιστωτές την οικονομική του κατάσταση και το σύνολο των δανειακών του υποχρεώσεων, προκειμένου να τύχει περαιτέρω δανεισμού, δεδομένου ότι οι πιστωτές (τράπεζες κατά κανόνα) έχουν τη δυνατότητα να εξακριβώσουν την οικονομική συμπεριφορά και τις λοιπές δανειακές υποχρεώσεις των υποψηφίων πελατών τους (βλ. ΕιρΑΘ 15/Φ1/2011 ΝΟΜΟΣ, ΕιρΘεσ 5074/2011 ΝΟΜΟΣ)
Κατά άλλη άποψη, η μερίδα αυτή της νομολογίας είναι εσφαλμένη. Η αξίωση εκ μέρους μερίδας της νομολογίας αυτής προσθέτων στοιχείων για τη συγκρότηση του δόλου στο πρόσωπο του οφειλέτη κατά την ανάληψη του χρέους όπως είναι η εξαπάτηση των υπαλλήλων του πιστωτικού ιδρύματος όπως επίσης και η παράλειψη του πιστωτικού ιδρύματος στις αναγκαίες έρευνες της πιστοληπτικής ικανότητας του δανειολήπτη, υποστηρίζουν, δεν ανταποκρίνεται στο πνεύμα του νόμου. Ο δόλος του οφειλέτη στη μόνιμη αδυναμία πληρωμής ληξιπρόθεσμων χρηματικών χρεών του περιορίζεται στην πρόθεση του οφειλέτη και μόνο, δηλαδή σε ένα υποκειμενικό στοιχείο, χωρίς να είναι ανάγκη προσθήκης και άλλων αντικειμενικών στοιχείων όπως είναι η εξαπάτηση των υπαλλήλων του πιστωτικού ιδρύματος και η παράλειψη από την πλευρά των τελευταίων να ενεργήσουν την αναγκαία έρευνα, πριν χορηγήσουν την πίστωση, της πιστοληπτικής ικανότητας του δανειολήπτη. Η εισαγωγή τέτοιων στοιχείων δυσκολεύει τη συγκρότηση του δόλου του οφειλέτη και αποβαίνει σε βάρος των πιστωτικών ιδρυμάτων και υπέρ των οφειλετών. Κατά την αντίθετη άποψη που ακολουθείται από αξιόλογη μερίδα της νομολογίας, ο οφειλέτης ενεργεί δολίως όταν με τις πράξεις ή παραλείψεις του επιδιώκει την αδυναμία των πληρωμών και δεν αλλάζει συμπεριφορά αποδεχόμενος το αποτέλεσμα αυτό. Ειδικότερα πρόκειται για τον οφειλέτη εκείνο ο οποίος καρπούται οφέλη από την υπερχρέωσή του με την απόκτηση κινητών ή ακινήτων, πλην όμως είτε γνωρίζει κατά την ανάληψη των χρεών ότι είναι αμφίβολη η εξυπηρέτησή τους είτε από δική του υπαιτιότητα βρέθηκε μεταγενέστερα σε κατάσταση αδυναμίας πληρωμών. Επομένως η συνεπεία του δόλου μόνιμη αδυναμία του οφειλέτη δεν είναι αναγκαίο να εμφανισθεί μετά την ανάληψη του χρέους αλλά μπορεί να υπάρχει και κατά την ανάληψη αυτού, όταν δηλαδή ο οφειλέτης ήδη από την αρχή αναλαμβάνοντας το χρέος γνωρίζει ότι ενόψει των εισοδημάτων του και των εν γένει αναγκών του δεν μπορεί να το εξυπηρετήσει. Περίπτωση ενδεχομένου δόλου συντρέχει, κατά την άποψη αυτή, όταν ο οφειλέτης συμφωνεί με ικανό αριθμό πιστωτικών ιδρυμάτων την απόλαυση μεγάλου αριθμού τραπεζικών προϊόντων γνωρίζοντας ότι ο υπερδανεισμός του σε συνδυασμό με το περιορισμένο και αμετάβλητο του εισοδήματός του θα τον οδηγούσε σε κατάσταση αδυναμίας πληρωμών και παρά ταύτα αποδέχθηκε το αποτέλεσμα αυτό (βλ. Αθ. Κρητικό, Ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων, έκδ. 3η, 2014, υπό το άρθρο 1, αρ. 31, 32, 36, 37, 38, σελ. 46-51, ΕιρΚαλαμ 28/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, Ειρ Ιλίου 405/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕιρΧαν 233/2014 αδημ., ΕιρΙλίου 408/2013, αδημ., ΕιρΑθ 1338/2012 αδημ., ΕιρΑθ 274/2012 ΕφΑΔ 2012, 1124, ΕιρΦλωρ 1/2012 ΝοΒ 2012, 1191, ΕιρΑθ 257/2012 ΕΠολΔ 2012, 631, ΕιρΑθ 209/2012 ΧρηΔικ 2012, 293).
Η θέση αυτή όμως εν γένει δεν μπορεί να γίνει δεκτή, διότι συγχέει τον ενδεχόμενο δόλο με την ενσυνεύδητη αμέλεια περί την ενδεχόμενη υπερχρέωση, ιδίως τη στιγμή που η λήψη των περισσότερων δανειακών οφειλών έγινε σε περίοδο "παχέων αγελάδων".
Ο νομοθέτης λαμβάνει υπόψη του τέτοιες περιπτώσεις και προβλέπει με ρητή διάταξη ότι ένας τέτοιος οφειλέτης δεν είναι άξιος να ενταχθεί στη ρύθμιση του νόμου. Η νομοθετική ρύθμιση τάσσεται προς το συμφέρον των πιστωτών. Τούτο προκύπτει από τη ρύθμιση του τελευταίου εδαφίου της παρ. 1 του άρθ. 1 του Ν.3869/2010 σύμφωνα με την οποία την ύπαρξη του δόλου επικαλείται και αποδεικνύει ο πιστωτής. Το πρώτο θέμα που ανακύπτει κατά την ερμηνεία της παρ. 1 του άρθ. 1 του άνω νόμου είναι το περιεχόμενο του δόλου.
Ο Ν.3869/2010 θεωρεί δεδομένη την έννοια του δόλου από τη γενική θεωρία του αστικού δικαίου. Ως δόλος νοείται η γνώση και η επιθυμία παραγωγής ενός παρανόμου συνήθως αποτελέσματος (άμεσος δόλος). Ο δόλος δύναται ωστόσο να είναι και ενδεχόμενος, όταν ο πράττων προβλέπει το παράνομο αποτέλεσμα ως ενδεχόμενο και παρά ταύτα το αποδέχεται. Η έννοια του δόλου κατευθύνεται στην πρόκληση της μόνιμης αδυναμίας. Δηλαδή στα πλαίσια του Ν.3869/2010 ο οφειλέτης ενεργεί εκ δόλου και υπό τις δύο άνω μορφές, όταν με την εν γένει συμπεριφορά του είτε αρχική (κατά την ανάληψη του χρέους) είτε επιγενόμενη (μετά την ανάληψη του χρέους) συμβάλλει αποφασιστικά στην πρόκληση της μόνιμης αδυναμίας πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρηματικών χρεών του. Έτσι πρέπει να νοηθεί ο δόλος στα πλαίσια εφαρμογής του Ν.3869/2010.
Κατά το πρώτο διάστημα της εφαρμογής του νόμου αξιόλογη μερίδα της νομολογίας κατά κανόνα απέκλειε την εμφάνιση του δόλου του οφειλέτη κατά την ανάληψη του χρέους, εφόσον αξιούσε προϋποθέσεις στο πρόσωπο του οφειλέτη που δύσκολα μπορούσαν να συντρέξουν. Σε ικανό αριθμό αποφάσεων συναντά κανείς στερεοτύπως την ακόλουθη αιτιολογία: «Η μη δολιότητα καταλαμβάνει εξ ορισμού όχι μόνο την αδυναμία πληρωμής αυτής καθ’ εαυτής, αλλά και την ανάληψη του εγχειρήματος της λήψης δανείων, εάν προδήλως ήταν αδύνατη η αποπληρωμή τους. Σύμφωνα όμως με τα κρατούντα στις συναλλαγές ο δανειολήπτης που ζητά τη λήψη δανείου δεν έχει τη δυνατότητα να υποχρεώσει τον πιστωτή να αποδεχθεί το αίτημά του. Ιδιαίτερα δε όσον αφορά πιστωτικά ιδρύματα, αυτά έχουν επιπλέον τη δυνατότητα, εκτός από την έρευνα των οικονομικών στοιχείων του αιτούμενου το δάνειο μέσω εκκαθαριστικού σημειώματος ή βεβαίωσης αποδοχών, να διαπιστώσουν και τις τυχόν δανειακές του υποχρεώσεις σε άλλα πιστωτικά ιδρύματα μέσω του συστήματος «Τειρεσίας». Αν επομένως το πιστωτικό ίδρυμα αγνοήσει τις καταχωρήσεις και εν γένει τα στοιχεία που καθιστούν τον αιτούντα αφερέγγυο, και γενικώς παραμελήσει την έρευνα της πιστοληπτικής ικανότητας του οφειλέτη, όπως επιβάλλουν οι αρχές του υπεύθυνου δανεισμού που έχουν θεσμοθετηθεί και νομοθετικά με το άρθρο 8 της ΚΥΑ Ζ1-699/ΦΕΚ Β΄917/2000 «Προσαρμογή της Ελληνικής Νομοθεσίας προς την Οδηγία 2008/48/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 23ης Απριλίου 2008 για τις συμβάσεις καταναλωτικής πίστης κλπ», φέρει ευθύνη για την επισφάλεια αυτή. Κατά συνέπεια, δέχεται η παραπάνω νομολογία, δεν νοείται δολιότητα του δανειολήπτη, ο οποίος εν συνεχεία αδυνατεί να αποπληρώσει. Δολιότητα, κατά τη νομολογία αυτή, θα μπορούσε να νοηθεί μόνο αν ο δανειολήπτης εξαπάτησε τους υπαλλήλους του πιστωτικού ιδρύματος προσκομίζοντας πλαστά στοιχεία ή αποκρύπτοντας υποχρεώσεις του που δεν έχουν καταχωρηθεί στις βάσεις δεδομένων που αξιοποιούν οι τράπεζες για την οικονομική συμπεριφορά των πελατών τους». Η θέση αυτή αποτελεί την κρατούσα γνώμη.
Η ένσταση αυτή προβάλλεται από τους πιστωτές του οφειλέτη με τον ισχυρισμό ότι ο τελευταίος γνώριζε κατά τον χρόνο συνάψεως των συμβάσεων δανείου ότι αδυνατεί να εκπληρώσει τις αναληφθείσες υποχρεώσεις του.
Έτσι, η ένσταση αυτή απορρίπτεται κατά κανόνα από τα δικαστήρια ως αόριστη, διότι γίνεται παγίως δεκτό ότι δεν νοείται δολιότητα του δανειολήπτη με μόνη την ανάληψη δανειακής υποχρεώσεως, της οποίας η εξυπηρέτηση είναι επισφαλής, αλλά απαιτείται και η από τον δανειολήπτη πρόκληση άγνοιας της επισφάλειας στους πιστωτές. Πρέπει λοιπόν να αναφέρονται και να εξειδικεύονται από τους πιστωτές στην ένστασή τους οι συγκεκριμένες ενέργειες, με τις οποίες ο αιτών απέκρυψε από τους πιστωτές την οικονομική του κατάσταση και το σύνολο των δανειακών του υποχρεώσεων, προκειμένου να τύχει περαιτέρω δανεισμού, δεδομένου ότι οι πιστωτές (τράπεζες κατά κανόνα) έχουν τη δυνατότητα να εξακριβώσουν την οικονομική συμπεριφορά και τις λοιπές δανειακές υποχρεώσεις των υποψηφίων πελατών τους (βλ. ΕιρΑΘ 15/Φ1/2011 ΝΟΜΟΣ, ΕιρΘεσ 5074/2011 ΝΟΜΟΣ)
Κατά άλλη άποψη, η μερίδα αυτή της νομολογίας είναι εσφαλμένη. Η αξίωση εκ μέρους μερίδας της νομολογίας αυτής προσθέτων στοιχείων για τη συγκρότηση του δόλου στο πρόσωπο του οφειλέτη κατά την ανάληψη του χρέους όπως είναι η εξαπάτηση των υπαλλήλων του πιστωτικού ιδρύματος όπως επίσης και η παράλειψη του πιστωτικού ιδρύματος στις αναγκαίες έρευνες της πιστοληπτικής ικανότητας του δανειολήπτη, υποστηρίζουν, δεν ανταποκρίνεται στο πνεύμα του νόμου. Ο δόλος του οφειλέτη στη μόνιμη αδυναμία πληρωμής ληξιπρόθεσμων χρηματικών χρεών του περιορίζεται στην πρόθεση του οφειλέτη και μόνο, δηλαδή σε ένα υποκειμενικό στοιχείο, χωρίς να είναι ανάγκη προσθήκης και άλλων αντικειμενικών στοιχείων όπως είναι η εξαπάτηση των υπαλλήλων του πιστωτικού ιδρύματος και η παράλειψη από την πλευρά των τελευταίων να ενεργήσουν την αναγκαία έρευνα, πριν χορηγήσουν την πίστωση, της πιστοληπτικής ικανότητας του δανειολήπτη. Η εισαγωγή τέτοιων στοιχείων δυσκολεύει τη συγκρότηση του δόλου του οφειλέτη και αποβαίνει σε βάρος των πιστωτικών ιδρυμάτων και υπέρ των οφειλετών. Κατά την αντίθετη άποψη που ακολουθείται από αξιόλογη μερίδα της νομολογίας, ο οφειλέτης ενεργεί δολίως όταν με τις πράξεις ή παραλείψεις του επιδιώκει την αδυναμία των πληρωμών και δεν αλλάζει συμπεριφορά αποδεχόμενος το αποτέλεσμα αυτό. Ειδικότερα πρόκειται για τον οφειλέτη εκείνο ο οποίος καρπούται οφέλη από την υπερχρέωσή του με την απόκτηση κινητών ή ακινήτων, πλην όμως είτε γνωρίζει κατά την ανάληψη των χρεών ότι είναι αμφίβολη η εξυπηρέτησή τους είτε από δική του υπαιτιότητα βρέθηκε μεταγενέστερα σε κατάσταση αδυναμίας πληρωμών. Επομένως η συνεπεία του δόλου μόνιμη αδυναμία του οφειλέτη δεν είναι αναγκαίο να εμφανισθεί μετά την ανάληψη του χρέους αλλά μπορεί να υπάρχει και κατά την ανάληψη αυτού, όταν δηλαδή ο οφειλέτης ήδη από την αρχή αναλαμβάνοντας το χρέος γνωρίζει ότι ενόψει των εισοδημάτων του και των εν γένει αναγκών του δεν μπορεί να το εξυπηρετήσει. Περίπτωση ενδεχομένου δόλου συντρέχει, κατά την άποψη αυτή, όταν ο οφειλέτης συμφωνεί με ικανό αριθμό πιστωτικών ιδρυμάτων την απόλαυση μεγάλου αριθμού τραπεζικών προϊόντων γνωρίζοντας ότι ο υπερδανεισμός του σε συνδυασμό με το περιορισμένο και αμετάβλητο του εισοδήματός του θα τον οδηγούσε σε κατάσταση αδυναμίας πληρωμών και παρά ταύτα αποδέχθηκε το αποτέλεσμα αυτό (βλ. Αθ. Κρητικό, Ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων, έκδ. 3η, 2014, υπό το άρθρο 1, αρ. 31, 32, 36, 37, 38, σελ. 46-51, ΕιρΚαλαμ 28/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, Ειρ Ιλίου 405/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕιρΧαν 233/2014 αδημ., ΕιρΙλίου 408/2013, αδημ., ΕιρΑθ 1338/2012 αδημ., ΕιρΑθ 274/2012 ΕφΑΔ 2012, 1124, ΕιρΦλωρ 1/2012 ΝοΒ 2012, 1191, ΕιρΑθ 257/2012 ΕΠολΔ 2012, 631, ΕιρΑθ 209/2012 ΧρηΔικ 2012, 293).
Η θέση αυτή όμως εν γένει δεν μπορεί να γίνει δεκτή, διότι συγχέει τον ενδεχόμενο δόλο με την ενσυνεύδητη αμέλεια περί την ενδεχόμενη υπερχρέωση, ιδίως τη στιγμή που η λήψη των περισσότερων δανειακών οφειλών έγινε σε περίοδο "παχέων αγελάδων".
ΠΟΙΝΙΚΕΣ ΕΥΘΥΝΕΣ ΔΑΝΕΙΟΛΗΠΤΗ & ΤΡΑΠΕΖΙΚΩΝ :
Η ΑΡΧΗ ΤΟΥ ΥΠΕΥΘΥΝΟΥ ΔΑΝΕΙΣΜΟΥ ΛΕΙΤΟΥΡΓΕΙ ΚΑΙ ΑΝΑΠΟΔΑ !!!Το σκεπτικό του δικαστηρίου, που απέρριψε το αίτημα ζεύγους δημοσίων υπαλλήλων για ένταξη στο Νόμο Κατσέλη, ήταν το εξής :
Ως καταχρηστική,απορρίφθηκε από το Ειρηνοδικείο Νεάπολης Κρήτης αίτηση ζευγαριού που ζητούσε να υπαχθεί στις ευνοϊκές διατάξεις του νόμου για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά.
Το ζευγάρι δημοσίων υπαλλήλων, με ένα ανήλικο παιδί, έλαβε σταδιακά από το 2008 έως και το 2011 δάνεια, στεγαστικά και καταναλωτικά, που συνολικά ανέρχονται σε 544 χιλιάδες ευρώ. Οι οφειλές τους, σύμφωνα με την αίτηση τους, είναι στο ποσό των 532 χιλιάδων ευρώ και τα συνολικά μηνιαία εισοδήματα τους ανέρχονται σε 3.300 με προσδιοριζόμενο από τους ίδιους μηνιαίο κόστος βιοτικών αναγκών τα 2.500 ευρώ. Για τη δανειοδότηση τους, η τράπεζα υποθήκευσε το μοναδικό περιουσιακό τους στοιχείο, δηλαδή μία μεζονέτα εμβαδού 290 τετραγωνικών μέτρων που έκτισαν σε οικόπεδο 650 τετραγωνικών, αξίας, σύμφωνα με τους αιτούντες, 150 χιλιάδων ευρώ. Οι αιτούντες ζήτησαν από το δικαστήριο ρύθμιση των χρεών τους με εξαίρεση της πρώτης -και μοναδικής- κατοικίας τους.
Με την απόφαση του (αριθμός 9/2016), ο Ειρηνοδίκης Νεαπόλεως όχι μόνο θεωρεί «ότι οι αιτούντες, δεν επέδειξαν συμπεριφορά συνετού καταναλωτή, διότι ήδη από τον χρόνο λήψης των ως άνω δανείων, το 2008, διέβλεπαν ως ενδεχόμενη την αδυναμία της αποπληρωμής των υποχρεώσεών τους στο μέλλον, καθόσον το μοναδικό αξιόλογο αλλά και σταθερό οικογενειακό εισόδημα ήταν ο μισθός των», αλλά τους καταλογίζει υπαιτιότητα που «είχε τη μορφή του ενδεχόμενου δόλου, καθόσον προέβλεψαν το αποτέλεσμα της αδυναμίας πληρωμής των χρεών των, ως πιθανό και το αποδέχθηκαν».
Σύμφωνα μάλιστα με την απόφαση του, ο Ειρηνοδίκης θεωρεί πως οι αιτούντες επέλεξαν συνειδητά «την «εύκολη» λύση της υπερχρέωσης, προκειμένου να κατασκευάσουν μία νεόδμητη υπερπολυτελή οικία, υπερβολικών διαστάσεων για τα δεδομένα μίας τυπικής τριμελούς οικογένειας, που σαφώς δεν ανταποκρινόταν στα μέτρα των οικονομικών δυνατοτήτων τους».
Σύμφωνα με την απόφαση, ο νόμος για τα υπερχεωμένα νοικοκυριά απευθύνεται στο «σύνηθες πρότυπο του οφειλέτη», δηλαδή «αυτό του μικροοφειλέτη- στις περισσότερες περιπτώσεις με πενιχρά εισοδήματα, με πενιχρά περιουσιακά στοιχεία και έλλειψη συναλλακτικής εμπειρίας και όχι η προστασία καταναλωτών με πολύ μεγάλη δανειακή επιβάρυνση, η οποία κείται εκτός κάθε λογικής «συνετού» και υπεύθυνου εκ μέρους του δανειολήπτη δανεισμού».
Με την απόφαση του το δικαστήριο ασχολείται και με την συμπεριφορά των αρμοδίων υπαλλήλων της τράπεζας θεωρώντας πως ενήργησαν «κατά παράβαση των κανόνων της επιμελούς διαχείρισης στην σύναψη τραπεζικών δανείων για τη χρηματοδότηση των αιτούντων, χωρίς να πληρούνται οι αναγκαίες προϋποθέσεις και χωρίς να ελέγξουν την πιστοληπτική ικανότητα των χρηματοδοτούμενων και να εξασφαλίσουν την περιουσία των με αξιόχρεες εγγυήσεις βλάπτοντας την περιουσία των, παραβιάζοντας προφανώς την υποχρέωση να προβαίνουν στον λεγόμενο «…υπεύθυνο δανεισμό…»».
Έτσι, αφού τονίζει πως «το Δικαστήριο έχει υπόνοιες» διάπραξης του αδικήματος της απιστίας ο ειρηνοδίκης διατάσσει να αποσταλεί ο φάκελος των οικονομικών στοιχείων και των δανειακών συμβάσεων του ζευγαριού στον εισαγγελέα, προκειμένου να ερευνήσει την υπόθεση και να αποφανθεί αν πρέπει να απαγγείλει κατηγορίες σε βάρος των υπαλλήλων της πιστώτριας τράπεζας.
ΕΣΥ ΑΚΟΜΗ ΠΙΣΤΕΥΕΙΣ ΟΤΙ Ο ΝΕΟΣ ΝΟΜΟΣ ΚΑΤΣΕΛΗ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΕΙ 2 ΣΤΟΥΣ 3 ΔΑΝΕΙΟΛΗΠΤΕΣ ;;;
ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΕΠΙΒΕΒΑΙΩΝΕΙ ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΕΝΣΤΑΣΕΙΣ ΜΑΣ ΣΤΙΣ ΕΛΑΦΡΟΤΗΤΕΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΠΕΡΙ ΔΗΘΕΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΩΝ 2 ΣΤΟΥΣ 3 ΔΑΝΕΙΟΛΗΠΤΩΝ & ΟΦΕΙΛΕΤΩΝ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ & ΤΩΝ ΤΑΜΕΙΩΝ !!!
Το δικαστήριο δεν έκανε δεκτό το αίτημα για την έκδοση προσωρινής διαταγής για οφειλές που αφορούν σε δημόσιο φορέα κοινωνικής ασφάλισης, επειδή έκρινε ότι η αιτούσα, παρότι εγγυήτρια, έχει την εμπορική ιδιότητα και, συνακόλουθα, πτωχευτική ικανότητα, αφού εγγυήθηκε εμπορικές οφειλές τρίτου – της μητέρας της, για τη διευκόλυνση της επιχείρησης της (εμπόριο λευκών ειδών), από την οποία η αιτούσα προσδοκούσε προσωπικό όφελος, καθόσον συμμετείχε σε αυτήν, όπως και ο αδελφός της !!!
Ενώπιον του Ειρηνοδικείου Θεσσαλονίκης προσέφυγε πρόσφατα μία πολίτης αιτούμενη την υπαγωγή της στις ρυθμίσεις του Ν. 3869/2010, καταθέτοντας παράλληλα, έκδοση προσωρινής διαταγής διατήρησης της νομικής και πραγματικής κατάστασης της περιουσίας της, μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης. Η συζήτηση της αίτησης υπαγωγής στο νόμο Κατσέλη έχει οριστεί για την 1η Δεκεμβρίου 2016, ωστόσο το αίτημά της για τη χορήγηση προσωρινής διαταγής απορρίφθηκε πανηγυρικά από το Ειρηνοδικείο Θεσσαλονίκης, με ένα σκεπτικό-«καταπέλτη» κι αυτό διότι στην προκειμένη περίπτωση η αιτούσα είχε οφειλές μόνο σε δημόσιο φορέα κοινωνικής ασφάλισης.
Όπως επισημαίνεται χαρακτηριστικά στο σκεπτικό του Ειρηνοδικείου Θεσσαλονίκης «η ένταξη, δημοσίων υποχρεώσεων προς τους Οργανισμούς Κοινωνικών Ασφαλίσεων, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται και οι οφειλές προς το δεύτερο μετέχοντα πιστωτή, ελέγχεται ως ευθέως αντισυνταγματική». Κι αυτό διότι όπως εξηγεί η ειρηνοδίκης Θεσσαλονίκης, Αθηνά Εμμανουηλίδου, στο σκεπτικό της «το Σύνταγμα, με το άρθρο 22§5, κατοχυρώνει τον θεσμό της κοινωνικής ασφαλίσεως των εργαζομένων και ανάγει τη μέριμνα για την προαγωγή του σε σκοπό του Κράτους, εξ ού και η ανάθεση της υποχρεωτικής κοινωνικής ασφαλίσεως αποτελεί εγγύηση έναντι των υπόχρεων σε καταβολή ασφαλιστικών εισφορών, καθώς η κρατική μέριμνα για την υποχρεωτική κοινωνική ασφάλιση (κύρια και επικουρική) περιλαμβάνει και τη μέριμνα για την προστασία του ασφαλιστικού κεφαλαίου των Ο.Κ.Α., δηλαδή για τη βιωσιμότητά τους χάριν και των επομένων γενεών, μέριμνα η οποία εκδηλώνεται, μεταξύ άλλων, με τη θέσπιση ρυθμίσεων για την προστασία και την αξιοποίηση της περιουσίας τους και την επωφελή διαχείριση των αποθεματικών τους, με την πρόβλεψη κοινωνικών πόρων.
Η είσπραξη των εισφορών, όπως έχουν νομοθετικά θεσπιστεί –και από της θεσπίσεώς τους– παράγουν κοινωνικό δικαίωμα ασφαλιστικών παροχών (παρότι δεν κατοχυρώνεται συνταγματικώς στην κοινωνική ασφάλιση η ευθεία αναλογία –αμιγής ανταποδοτικότητα– μεταξύ εισφορών και παροχών, ορ. ΟλΣτΕ 3487/2008) και λόγοι δημοσίου συμφέροντος αποκλείουν την “εισφοροδοτική αμνηστία” των κακοπληρωτών, καθώς αυτή αντίκειται ευθέως στην ισότιμη μεταχείριση των συνεπών ασφαλισμένων, ενώ η συνεπαγόμενη “χρεωκοπία των ασφαλιστικών ταμείων” θίγει το συνταγματικό πυρήνα του κοινωνικοασφαλιστικού δικαιώματος, τη χορήγηση δηλαδή στον ασφαλισμένο παροχών τέτοιων που να του επιτρέπουν να διαβιώνει με αξιοπρέπεια».
«Παρέμβαση που εκφεύγει της συνταγματικής εξουσιοδότησης…»
Μάλιστα όπως επισημαίνει η ειρηνοδίκης «η θέσπιση μέτρων, που υπερβαίνουν τα ως άνω συνταγματικά όρια αντίκεινται προφανώς στις συνταγματικές αρχές της αναλογικότητας και της ισότητας στα δημόσια βάρη, αποτελεί κρατική παρέμβαση που εκφεύγει της συνταγματικής εξουσιοδότησης του άρθρου 106§1. Εξάλλου, σε ότι αφορά τα χρέη επαγγελματιών προς το Δημόσιο και Φ.Κ.Α., οι οποίοι ταυτόχρονα οφείλουν σε χρηματοδοτικούς φορείς, προηγήθηκε της μεταρρύθμισης του Ν. 3869/2010 με το Ν. 4336/2016, ειδικός νόμος γενναίας περικοπής (άρθρο 10 του Ν. 4374/2016 (ΦΕΚ Α 50/1-4-2016), που περιλαμβάνει στο άρθρο 8 τις επερχόμενες στον Κώδικα φορολογίας Εισοδήματος μεταβολές, παρατάθηκε η προθεσμία του άρθρου 60§2 εδ. γ’ του Ν. 4307/2014, με τον οποίο θεσπίζονται έκτακτα προσωρινά μέτρα για την ελάφρυνση του ιδιωτικού χρέους, ειδικότερα οφειλών βιώσιμων μικρών επιχειρήσεων και επαγγελματιών προς χρηματοδοτικούς φορείς, το Δημόσιο και φορείς κοινωνικής ασφάλισης (ΦΚΑ), καθώς και έκτακτες διαδικασίες για την εξυγίανση ή εκκαθάριση εν λειτουργία υπερχρεωμένων αλλά βιώσιμων επιχειρήσεων».
Στην προκειμένη περίπτωση όπως επισημαίνεται στην απόφαση του Ειρηνοδικείου Θεσσαλονίκης με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα για έκδοση προσωρινής διαταγής «πιθανολογείται, η μη πλήρωση εκ μέρους της αιτούσας των προϋποθέσεων του άρθρου 1 §§1,2 του ν. 3869/2010, αναφορικά με την πρώτη μετέχουσα πιστώτρια, δεδομένου ότι, όπως η τελευταία ενίσταται, η αιτούσα έχει την εμπορική ιδιότητα και, συνακόλουθα, πτωχευτική ικανότητα, αφού εγγυήθηκε εμπορικές οφειλές τρίτου – της μητέρας της, για τη διευκόλυνση της επιχείρησης της (εμπόριο λευκών ειδών), από την οποία η αιτούσα προσδοκούσε προσωπικό όφελος, καθόσον συμμετείχε σε αυτήν, όπως και ο αδελφός της».
Η κυβέρνηση συνεχίζει αφελώς να ισχυρίζεται ότι, σήμερα, 2 στους 3 δανειολήπτες, μπορούν να ενταχθούν στο νέο Νόμο Κατσέλη και, έτσι, να προστατέψουν την 1η κατοικία τους από τους πλειστηριασμούς.Κατ' αρχήν, το 50% των δανειοληπτών, αφαιρουμένων ακόμη και των αυτοαπασχολουμένων χωρίς προσωπικό κλπ, δεν διαθέτει τις τυπικές προϋποθέσεις υπαγωγής, επειδή έχει την εμπορική ιδιότητα, όπως οι αιτούντες της ανωτέρω απόφασης του Ειρηνοδικείου Θεσσαλονίκης.
Δεν γνωρίζουν οι αρμόδιοι ότι τα επιχειρηματικά δάνεια δεν μπορούν να ενταχθούν στο νόμο, ενώ αποτελούν τη συντριπτική πλειοψηφία των κόκκινων δανείων ;;;
Και το υπόλοιπο 50%, που θα μπορούσε θεωρητικά να ενταχθεί, πρέπει να πληροί, σωρρευτικά, τόσες πολλές προϋποθέσεις, που αυτομάτως στέλνουν εκτός υπαγωγής τουλάχιστον τους μισούς.
Ειδικότερα δε η αποδοχή των όρων του Συνεργάσιμου Δανειολήπτη και του Κώδικα Δεοντολογίας της ΤτΕ, μαζί με την υποχρέωση ρευστοποίησης του συνόλου της περιουσίας δανειολήπτη και εγγυητή, πέρα της 1ης κατοικίας τους, καθιστά απαγορευτική την αίτηση υπαγωγής, αφού, οι δανειολήπτες, για να προστατέψουν ένα σπίτι αντικειμενικής αξίας μέχρι 180.000 ευρώ, δηλαδή εμπορικής αξίας κοντά στα 100.000 ευρώ, είναι υποχρεωμένοι να ξεπουλήσουν όσο-όσο όλη την υπόλοιπη περιουσία τους, που στις περισσότερες των περιπτώσεων αξίζει περισσότερο από την 1η κατοικία ή το υπόλοιπο του δανείου τους.
Πως προστατεύεται λοιπόν η 1η κατοικία των μη προνομιούχων Ελλήνων ;;; Υποχρεώνοντάς τους να ξεπουλήσουν όλη την υπόλοιπη περιουσία τους ;;;
Μόνον οι τοκογλύφοι ζητούν από τον κοσμάκη να τους δώσει όσο-όσο όλη την περιουσία του, προκειμένου να ξεχρεώσει.
Δεν γνωρίζει η κυβέρνηση ότι, το μεγαλύτερο δράμα των ανέργων και των μικρομεσαίων που έβαλαν λουκέτο στις επιχειρήσεις τους, είναι ότι είναι καταδικασμένοι να πληρώνουν ακόμη και τον ΕΝΦΙΑ για το σπίτι στο χωριό ή για το εξοχικό που απέκτησαν με θυσίες, επειδή επέλεξαν να γίνουν νοικοκυραίοι, αντί να ξοδέψουν τις αποταμιεύσεις τους σε μπουζούκια, διακοπές και shopping ;;;
Δικαιώνει δηλαδή το πλαίσο της κυβέρνησης για τη δήθεν προστασία από τους πλειστηριασμούς, τους δανειολήπτες εκείνους που φρόντισαν να μην έχουν τίποτα στο όνομά τους και, έτσι, πληρώσουν δεν πληρώσουν, να μην έχουν τίποτα να χάσουν ;;;
Δικαιώνει δηλαδή η κυβέρνηση την πολιτική που ακολούθησαν ως δανειολήπτες, το ΠΑΣΟΚ, η ΝΔ, οι καναλάρχες και οι νταβατζήδες της διαπλοκής ;;;
Για το δε υπόλοιπο 25%, που θα μπορούσε τελικά να ενταχθεί στο νέο νόμο, το κόστος της προσφυγής στη συγκεκριμένη αυτή, κατά φαντασία μόνο προστασία, επειδή ανέρχεται περίπου στα 2.000 ευρώ, καθιστά την όποια σκέψη της πλειοψηφίας των δανειοληπτών απαγορευτική.
Ποιος υπερχρεωμένος, φτωχός δανειολήπτης, με τις εισοδηματικές προϋποθέσεις υπαγωγής, διαθέτει σήμερα 2.000 ευρώ για να επιχειρήσει να ενταχθεί στο νέο Νόμο Κατσέλη ;;;
Έτσι, οι δανειολήπτες που θα πετύχουν τελικά να προστατέψουν την 1η κατοικία τους με το νέο νόμο Κατσέλη, θά είναι τελικά κοντά στο 10%, δηλαδή ένας στους δέκα, και όχι δυο στους τρεις, όπως ισχυρίζεται η κυβέρνηση.
Γιατί λοιπόν, κυβέρνηση & ΤτΕ, δεν παραδειγματίστηκαν από την αποτυχία του προηγούμενου, φιλικότερου για τους δανειολήπτες, νόμου Κατσέλη, όταν είναι τοις πάσι γνωστό ότι, έναντι 150.000 αιτήσεων υπαγωγής, οι καλές αποφάσεις δεν ξεπερνούν τις 10.000, δηλαδή ποσοστό μικρότερο του 10% ;;;
Και, τέλος, έχει κανείς αναλογιστεί τις αρνητικές επιτπώσεις για την συντριπτική πλειοψηφία των υπερχρεωμένων δανειοληπτών, που ενώ θα καταθέσουν αίτησεις υπαγωγής στο νέο νόμο Κατσέλη, αυτές θα απορριφθούν νομοτελειακά για τυπικούς λόγους ;;;
Γνωρίζει η κυβέρνηση ότι η αίτηση υπαγωγής περνά από τη λαιμητόμο του Συνεργάσιμου Δανειολήπτη και του Κώδικα Δεοντολογίας της ΤτΕ, που προϋποθέτουν αποδοχή των οφειλών κατά κεφάλαιο και τόκους και παραίτηση του δανειολήπτη από κάθε ένδικο μέσο κατά της τράπεζας ;;;
Τι θα πουν λοιπόν στους δανειολήπτες αυτούς, όταν μετά την απόρριψη της αίτησης υπαγωγής, αυτοί θα έχουν μείνει με την αναγνώριση των οφειλών τους και θα έχουν παραιτηθεί ακόμη και από το δικαίωμα της ανακοπής στη διαταγή πληρωμής και τον πλειστηριασμό ;;;
Η ΑΡΧΗ ΤΟΥ ΥΠΕΥΘΥΝΟΥ ΔΑΝΕΙΣΜΟΥ ΛΕΙΤΟΥΡΓΕΙ ΚΑΙ ΑΝΑΠΟΔΑ !!!Το σκεπτικό του δικαστηρίου, που απέρριψε το αίτημα ζεύγους δημοσίων υπαλλήλων για ένταξη στο Νόμο Κατσέλη, ήταν το εξής :
Ο οφειλέτης ενήργησε με ενδεχόμενο δόλο, απολαμβάνοντας μεγάλο αριθμό δανείων, αν και γνώριζε πως ο υπερδανεισμός του θα τον οδηγούσε σε αδυναμία πληρωμών, οι δε τραπεζικοί υπάλληλοι που του χορήγησαν τόσο υψηλά δάνεια θα πρέπει να ελεγχθούν για κακουργηματική απιστία !!!
Το ζευγάρι δημοσίων υπαλλήλων, με ένα ανήλικο παιδί, έλαβε σταδιακά από το 2008 έως και το 2011 δάνεια, στεγαστικά και καταναλωτικά, που συνολικά ανέρχονται σε 544 χιλιάδες ευρώ. Οι οφειλές τους, σύμφωνα με την αίτηση τους, είναι στο ποσό των 532 χιλιάδων ευρώ και τα συνολικά μηνιαία εισοδήματα τους ανέρχονται σε 3.300 με προσδιοριζόμενο από τους ίδιους μηνιαίο κόστος βιοτικών αναγκών τα 2.500 ευρώ. Για τη δανειοδότηση τους, η τράπεζα υποθήκευσε το μοναδικό περιουσιακό τους στοιχείο, δηλαδή μία μεζονέτα εμβαδού 290 τετραγωνικών μέτρων που έκτισαν σε οικόπεδο 650 τετραγωνικών, αξίας, σύμφωνα με τους αιτούντες, 150 χιλιάδων ευρώ. Οι αιτούντες ζήτησαν από το δικαστήριο ρύθμιση των χρεών τους με εξαίρεση της πρώτης -και μοναδικής- κατοικίας τους.
Με την απόφαση του (αριθμός 9/2016), ο Ειρηνοδίκης Νεαπόλεως όχι μόνο θεωρεί «ότι οι αιτούντες, δεν επέδειξαν συμπεριφορά συνετού καταναλωτή, διότι ήδη από τον χρόνο λήψης των ως άνω δανείων, το 2008, διέβλεπαν ως ενδεχόμενη την αδυναμία της αποπληρωμής των υποχρεώσεών τους στο μέλλον, καθόσον το μοναδικό αξιόλογο αλλά και σταθερό οικογενειακό εισόδημα ήταν ο μισθός των», αλλά τους καταλογίζει υπαιτιότητα που «είχε τη μορφή του ενδεχόμενου δόλου, καθόσον προέβλεψαν το αποτέλεσμα της αδυναμίας πληρωμής των χρεών των, ως πιθανό και το αποδέχθηκαν».
Σύμφωνα μάλιστα με την απόφαση του, ο Ειρηνοδίκης θεωρεί πως οι αιτούντες επέλεξαν συνειδητά «την «εύκολη» λύση της υπερχρέωσης, προκειμένου να κατασκευάσουν μία νεόδμητη υπερπολυτελή οικία, υπερβολικών διαστάσεων για τα δεδομένα μίας τυπικής τριμελούς οικογένειας, που σαφώς δεν ανταποκρινόταν στα μέτρα των οικονομικών δυνατοτήτων τους».
Σύμφωνα με την απόφαση, ο νόμος για τα υπερχεωμένα νοικοκυριά απευθύνεται στο «σύνηθες πρότυπο του οφειλέτη», δηλαδή «αυτό του μικροοφειλέτη- στις περισσότερες περιπτώσεις με πενιχρά εισοδήματα, με πενιχρά περιουσιακά στοιχεία και έλλειψη συναλλακτικής εμπειρίας και όχι η προστασία καταναλωτών με πολύ μεγάλη δανειακή επιβάρυνση, η οποία κείται εκτός κάθε λογικής «συνετού» και υπεύθυνου εκ μέρους του δανειολήπτη δανεισμού».
Με την απόφαση του το δικαστήριο ασχολείται και με την συμπεριφορά των αρμοδίων υπαλλήλων της τράπεζας θεωρώντας πως ενήργησαν «κατά παράβαση των κανόνων της επιμελούς διαχείρισης στην σύναψη τραπεζικών δανείων για τη χρηματοδότηση των αιτούντων, χωρίς να πληρούνται οι αναγκαίες προϋποθέσεις και χωρίς να ελέγξουν την πιστοληπτική ικανότητα των χρηματοδοτούμενων και να εξασφαλίσουν την περιουσία των με αξιόχρεες εγγυήσεις βλάπτοντας την περιουσία των, παραβιάζοντας προφανώς την υποχρέωση να προβαίνουν στον λεγόμενο «…υπεύθυνο δανεισμό…»».
Έτσι, αφού τονίζει πως «το Δικαστήριο έχει υπόνοιες» διάπραξης του αδικήματος της απιστίας ο ειρηνοδίκης διατάσσει να αποσταλεί ο φάκελος των οικονομικών στοιχείων και των δανειακών συμβάσεων του ζευγαριού στον εισαγγελέα, προκειμένου να ερευνήσει την υπόθεση και να αποφανθεί αν πρέπει να απαγγείλει κατηγορίες σε βάρος των υπαλλήλων της πιστώτριας τράπεζας.
ΕΣΥ ΑΚΟΜΗ ΠΙΣΤΕΥΕΙΣ ΟΤΙ Ο ΝΕΟΣ ΝΟΜΟΣ ΚΑΤΣΕΛΗ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΕΙ 2 ΣΤΟΥΣ 3 ΔΑΝΕΙΟΛΗΠΤΕΣ ;;;
2 στους 3 κάνει 75% !!!
Τι σχέση έχει αυτό με το 10% που θα καταφέρει τελικά να προστατευθεί με το νέο Νόμο Κατσέλη ;;;
Τι σχέση έχει αυτό με το 10% που θα καταφέρει τελικά να προστατευθεί με το νέο Νόμο Κατσέλη ;;;
Απόφαση-«φωτιά» του Ειρηνοδικείου Θεσσαλονίκης ανατρέπει τα δεδομένα για το ποιοι και με ποιες οφειλές μπορούν να υπαχθούν στον νόμο Κατσέλη για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά.
Το δικαστήριο δεν έκανε δεκτό το αίτημα για την έκδοση προσωρινής διαταγής για οφειλές που αφορούν σε δημόσιο φορέα κοινωνικής ασφάλισης, επειδή έκρινε ότι η αιτούσα, παρότι εγγυήτρια, έχει την εμπορική ιδιότητα και, συνακόλουθα, πτωχευτική ικανότητα, αφού εγγυήθηκε εμπορικές οφειλές τρίτου – της μητέρας της, για τη διευκόλυνση της επιχείρησης της (εμπόριο λευκών ειδών), από την οποία η αιτούσα προσδοκούσε προσωπικό όφελος, καθόσον συμμετείχε σε αυτήν, όπως και ο αδελφός της !!!
Όπως επισημαίνεται χαρακτηριστικά στο σκεπτικό του Ειρηνοδικείου Θεσσαλονίκης «η ένταξη, δημοσίων υποχρεώσεων προς τους Οργανισμούς Κοινωνικών Ασφαλίσεων, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται και οι οφειλές προς το δεύτερο μετέχοντα πιστωτή, ελέγχεται ως ευθέως αντισυνταγματική». Κι αυτό διότι όπως εξηγεί η ειρηνοδίκης Θεσσαλονίκης, Αθηνά Εμμανουηλίδου, στο σκεπτικό της «το Σύνταγμα, με το άρθρο 22§5, κατοχυρώνει τον θεσμό της κοινωνικής ασφαλίσεως των εργαζομένων και ανάγει τη μέριμνα για την προαγωγή του σε σκοπό του Κράτους, εξ ού και η ανάθεση της υποχρεωτικής κοινωνικής ασφαλίσεως αποτελεί εγγύηση έναντι των υπόχρεων σε καταβολή ασφαλιστικών εισφορών, καθώς η κρατική μέριμνα για την υποχρεωτική κοινωνική ασφάλιση (κύρια και επικουρική) περιλαμβάνει και τη μέριμνα για την προστασία του ασφαλιστικού κεφαλαίου των Ο.Κ.Α., δηλαδή για τη βιωσιμότητά τους χάριν και των επομένων γενεών, μέριμνα η οποία εκδηλώνεται, μεταξύ άλλων, με τη θέσπιση ρυθμίσεων για την προστασία και την αξιοποίηση της περιουσίας τους και την επωφελή διαχείριση των αποθεματικών τους, με την πρόβλεψη κοινωνικών πόρων.
Η είσπραξη των εισφορών, όπως έχουν νομοθετικά θεσπιστεί –και από της θεσπίσεώς τους– παράγουν κοινωνικό δικαίωμα ασφαλιστικών παροχών (παρότι δεν κατοχυρώνεται συνταγματικώς στην κοινωνική ασφάλιση η ευθεία αναλογία –αμιγής ανταποδοτικότητα– μεταξύ εισφορών και παροχών, ορ. ΟλΣτΕ 3487/2008) και λόγοι δημοσίου συμφέροντος αποκλείουν την “εισφοροδοτική αμνηστία” των κακοπληρωτών, καθώς αυτή αντίκειται ευθέως στην ισότιμη μεταχείριση των συνεπών ασφαλισμένων, ενώ η συνεπαγόμενη “χρεωκοπία των ασφαλιστικών ταμείων” θίγει το συνταγματικό πυρήνα του κοινωνικοασφαλιστικού δικαιώματος, τη χορήγηση δηλαδή στον ασφαλισμένο παροχών τέτοιων που να του επιτρέπουν να διαβιώνει με αξιοπρέπεια».
«Παρέμβαση που εκφεύγει της συνταγματικής εξουσιοδότησης…»
Μάλιστα όπως επισημαίνει η ειρηνοδίκης «η θέσπιση μέτρων, που υπερβαίνουν τα ως άνω συνταγματικά όρια αντίκεινται προφανώς στις συνταγματικές αρχές της αναλογικότητας και της ισότητας στα δημόσια βάρη, αποτελεί κρατική παρέμβαση που εκφεύγει της συνταγματικής εξουσιοδότησης του άρθρου 106§1. Εξάλλου, σε ότι αφορά τα χρέη επαγγελματιών προς το Δημόσιο και Φ.Κ.Α., οι οποίοι ταυτόχρονα οφείλουν σε χρηματοδοτικούς φορείς, προηγήθηκε της μεταρρύθμισης του Ν. 3869/2010 με το Ν. 4336/2016, ειδικός νόμος γενναίας περικοπής (άρθρο 10 του Ν. 4374/2016 (ΦΕΚ Α 50/1-4-2016), που περιλαμβάνει στο άρθρο 8 τις επερχόμενες στον Κώδικα φορολογίας Εισοδήματος μεταβολές, παρατάθηκε η προθεσμία του άρθρου 60§2 εδ. γ’ του Ν. 4307/2014, με τον οποίο θεσπίζονται έκτακτα προσωρινά μέτρα για την ελάφρυνση του ιδιωτικού χρέους, ειδικότερα οφειλών βιώσιμων μικρών επιχειρήσεων και επαγγελματιών προς χρηματοδοτικούς φορείς, το Δημόσιο και φορείς κοινωνικής ασφάλισης (ΦΚΑ), καθώς και έκτακτες διαδικασίες για την εξυγίανση ή εκκαθάριση εν λειτουργία υπερχρεωμένων αλλά βιώσιμων επιχειρήσεων».
Στην προκειμένη περίπτωση όπως επισημαίνεται στην απόφαση του Ειρηνοδικείου Θεσσαλονίκης με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα για έκδοση προσωρινής διαταγής «πιθανολογείται, η μη πλήρωση εκ μέρους της αιτούσας των προϋποθέσεων του άρθρου 1 §§1,2 του ν. 3869/2010, αναφορικά με την πρώτη μετέχουσα πιστώτρια, δεδομένου ότι, όπως η τελευταία ενίσταται, η αιτούσα έχει την εμπορική ιδιότητα και, συνακόλουθα, πτωχευτική ικανότητα, αφού εγγυήθηκε εμπορικές οφειλές τρίτου – της μητέρας της, για τη διευκόλυνση της επιχείρησης της (εμπόριο λευκών ειδών), από την οποία η αιτούσα προσδοκούσε προσωπικό όφελος, καθόσον συμμετείχε σε αυτήν, όπως και ο αδελφός της».
ΤΙ ΛΕΜΕ ΣΤΟ ΚΙΝΗΜΑ ΥΠΕΡΒΑΣΗ ΓΙΑ ΤΟ ΝΕΟ ΝΟΜΟ ΚΑΤΣΕΛΗ
Δεν γνωρίζουν οι αρμόδιοι ότι τα επιχειρηματικά δάνεια δεν μπορούν να ενταχθούν στο νόμο, ενώ αποτελούν τη συντριπτική πλειοψηφία των κόκκινων δανείων ;;;
Και το υπόλοιπο 50%, που θα μπορούσε θεωρητικά να ενταχθεί, πρέπει να πληροί, σωρρευτικά, τόσες πολλές προϋποθέσεις, που αυτομάτως στέλνουν εκτός υπαγωγής τουλάχιστον τους μισούς.
Ειδικότερα δε η αποδοχή των όρων του Συνεργάσιμου Δανειολήπτη και του Κώδικα Δεοντολογίας της ΤτΕ, μαζί με την υποχρέωση ρευστοποίησης του συνόλου της περιουσίας δανειολήπτη και εγγυητή, πέρα της 1ης κατοικίας τους, καθιστά απαγορευτική την αίτηση υπαγωγής, αφού, οι δανειολήπτες, για να προστατέψουν ένα σπίτι αντικειμενικής αξίας μέχρι 180.000 ευρώ, δηλαδή εμπορικής αξίας κοντά στα 100.000 ευρώ, είναι υποχρεωμένοι να ξεπουλήσουν όσο-όσο όλη την υπόλοιπη περιουσία τους, που στις περισσότερες των περιπτώσεων αξίζει περισσότερο από την 1η κατοικία ή το υπόλοιπο του δανείου τους.
Πως προστατεύεται λοιπόν η 1η κατοικία των μη προνομιούχων Ελλήνων ;;; Υποχρεώνοντάς τους να ξεπουλήσουν όλη την υπόλοιπη περιουσία τους ;;;
Μόνον οι τοκογλύφοι ζητούν από τον κοσμάκη να τους δώσει όσο-όσο όλη την περιουσία του, προκειμένου να ξεχρεώσει.
Δεν γνωρίζει η κυβέρνηση ότι, το μεγαλύτερο δράμα των ανέργων και των μικρομεσαίων που έβαλαν λουκέτο στις επιχειρήσεις τους, είναι ότι είναι καταδικασμένοι να πληρώνουν ακόμη και τον ΕΝΦΙΑ για το σπίτι στο χωριό ή για το εξοχικό που απέκτησαν με θυσίες, επειδή επέλεξαν να γίνουν νοικοκυραίοι, αντί να ξοδέψουν τις αποταμιεύσεις τους σε μπουζούκια, διακοπές και shopping ;;;
Δικαιώνει δηλαδή το πλαίσο της κυβέρνησης για τη δήθεν προστασία από τους πλειστηριασμούς, τους δανειολήπτες εκείνους που φρόντισαν να μην έχουν τίποτα στο όνομά τους και, έτσι, πληρώσουν δεν πληρώσουν, να μην έχουν τίποτα να χάσουν ;;;
Δικαιώνει δηλαδή η κυβέρνηση την πολιτική που ακολούθησαν ως δανειολήπτες, το ΠΑΣΟΚ, η ΝΔ, οι καναλάρχες και οι νταβατζήδες της διαπλοκής ;;;
Για το δε υπόλοιπο 25%, που θα μπορούσε τελικά να ενταχθεί στο νέο νόμο, το κόστος της προσφυγής στη συγκεκριμένη αυτή, κατά φαντασία μόνο προστασία, επειδή ανέρχεται περίπου στα 2.000 ευρώ, καθιστά την όποια σκέψη της πλειοψηφίας των δανειοληπτών απαγορευτική.
Ποιος υπερχρεωμένος, φτωχός δανειολήπτης, με τις εισοδηματικές προϋποθέσεις υπαγωγής, διαθέτει σήμερα 2.000 ευρώ για να επιχειρήσει να ενταχθεί στο νέο Νόμο Κατσέλη ;;;
Έτσι, οι δανειολήπτες που θα πετύχουν τελικά να προστατέψουν την 1η κατοικία τους με το νέο νόμο Κατσέλη, θά είναι τελικά κοντά στο 10%, δηλαδή ένας στους δέκα, και όχι δυο στους τρεις, όπως ισχυρίζεται η κυβέρνηση.
Γιατί λοιπόν, κυβέρνηση & ΤτΕ, δεν παραδειγματίστηκαν από την αποτυχία του προηγούμενου, φιλικότερου για τους δανειολήπτες, νόμου Κατσέλη, όταν είναι τοις πάσι γνωστό ότι, έναντι 150.000 αιτήσεων υπαγωγής, οι καλές αποφάσεις δεν ξεπερνούν τις 10.000, δηλαδή ποσοστό μικρότερο του 10% ;;;
Και, τέλος, έχει κανείς αναλογιστεί τις αρνητικές επιτπώσεις για την συντριπτική πλειοψηφία των υπερχρεωμένων δανειοληπτών, που ενώ θα καταθέσουν αίτησεις υπαγωγής στο νέο νόμο Κατσέλη, αυτές θα απορριφθούν νομοτελειακά για τυπικούς λόγους ;;;
Γνωρίζει η κυβέρνηση ότι η αίτηση υπαγωγής περνά από τη λαιμητόμο του Συνεργάσιμου Δανειολήπτη και του Κώδικα Δεοντολογίας της ΤτΕ, που προϋποθέτουν αποδοχή των οφειλών κατά κεφάλαιο και τόκους και παραίτηση του δανειολήπτη από κάθε ένδικο μέσο κατά της τράπεζας ;;;
Τι θα πουν λοιπόν στους δανειολήπτες αυτούς, όταν μετά την απόρριψη της αίτησης υπαγωγής, αυτοί θα έχουν μείνει με την αναγνώριση των οφειλών τους και θα έχουν παραιτηθεί ακόμη και από το δικαίωμα της ανακοπής στη διαταγή πληρωμής και τον πλειστηριασμό ;;;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου