Η ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΑΠΕΤΥΧΕ ΝΑ ΛΥΣΕΙ ΤΑ ΠΡΟΓΕΝΝΕΣΤΕΡΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΚΑΙ, ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΑ, ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΣΕ ΚΑΙ ΝΕΑ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΣΤΗΝ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΙΚΗ ΑΔΥΝΑΜΙΑ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΟΥ
Επιστολή Διαμαρτυρίας προς Υπουργούς Οικονομίας και Δικαιοσύνης για τις αλλαγές στα Υπερχρεωμένα Νοικοκυριά !!!
Ένωση Καταναλωτών και Δανειοληπτών
Μέλος του Μητρώου Ενώσεων Καταναλωτών
Αρ.Αμ 39/21-12-2010 της Γ.Γ. Εμπορίου και Προστασίας του Καταναλωτή Αθήνα 1/10/2015
Μη Κερδοσκοπικό Σωματείο
Αρ.Απ 892/1999
Προς: Υπουργό Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού Κ.Γιώργο Σταθάκη
Υπουργό Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων
Ένωση Καταναλωτών και Δανειοληπτών
Μέλος του Μητρώου Ενώσεων Καταναλωτών
Αρ.Αμ 39/21-12-2010 της Γ.Γ. Εμπορίου και Προστασίας του Καταναλωτή Αθήνα 1/10/2015
Μη Κερδοσκοπικό Σωματείο
Αρ.Απ 892/1999
Προς: Υπουργό Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού Κ.Γιώργο Σταθάκη
Υπουργό Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων
κ. Νικόλαο Παρασκευόπουλο
Κοιν:Υπουργό Οικονομικών κ. Ευκλείδη Τσακαλώτο
Θέμα: Επιστολή Διαμαρτυρίας
Κύριοι Υπουργοί,
Με την παρούσα επιστολή θα θέλαμε να εκφράσουμε την έντονη ανησυχία και τον προβληματισμό μας σχετικά με το ζήτημα της αναθεώρησης του Νόμου 3869/2010 («Νόμου Κατσέλη για τα Υπερχρεωμένα Νοικοκυριά»), που είχε αρχικά αναθεωρηθεί με το Νόμο 4161/2013 (ΦΕΚ Α’143/14-06-2013) και αναθεωρήθηκε εκ νέου με το Νόμο 4336/2015 (ΦΕΚ Α΄ 94/14.8.2015).
Από την αρχική εφαρμογή του Νόμου τον μήνα Αύγουστο του έτους 2010, είχε διαγνωσθεί το πρόβλημα του μεγάλου όγκου πολιτών, που κατέφευγαν στις ευεργετικές διατάξεις του, ενώ μέχρι και σήμερα, παρότι έχουν εκδοθεί σε πανελλαδικό επίπεδο χιλιάδες δικαστικές αποφάσεις, ήδη εκκρεμούν προς συζήτηση περί τις τετρακόσιες χιλιάδες (400.000) αιτήσεις για εκδίκαση σε δικασίμους που έχουν προσδιοριστεί μέχρι και το έτος 2031. Μόνο στο Ειρηνοδικείο Αθηνών, ο αριθμός των εκκρεμών αιτήσεων άγγιζε τις εκατόν τριάντα χιλιάδες (130.000).
Το παρόν νομοσχέδιο είχε κατ’ ουσίαν κύριο στόχο να θεραπεύσει τις παθογένειες που ανέκυψαν κατά την πενταετή εφαρμογή του νόμου 3869/2010 για τα Υπερχρεωμένα Νοικοκυριά, εξαιτίας του μεγάλου αριθμού των εκκρεμών υποθέσεων. Ο πρωταρχικός σκοπός του νομοσχεδίου ήταν η εισαγωγή νέων ρυθμίσεων που θα συμβάλλουν στην ακόμα μεγαλύτερη αποτελεσματικότητά του, μέσα από μία πολύμηνη διαβούλευση και με γνώμονα την εμπειρία πέντε (5) ετών εφαρμογής, καθώς και η εκλογίκευση-απλοποίηση της διαδικασίας, προκειμένου να παραγάγει το βέλτιστο δυνατό αποτέλεσμα για τους συμπολίτες μας, που αδυνατούν να ανταπεξέλθουν στις δανειακές τους υποχρεώσεις μετά από μια τόσο μεγάλης έκτασης οικονομική καταστροφή, διαφυλάσσοντας παράλληλα την πρώτη κατοικία τους.
Ενώ αναγνωρίζουμε ότι η νομοθετική αυτή προσπάθεια ήταν σε μια σωστή κατεύθυνση, καθώς επιχειρεί να επιλύσει αστοχίες του παρελθόντος, όπως για παράδειγμα την επίσπευση των προσδιορισμένων μετά το έτος 2018 δικασίμων, τη δυνατότητα ένταξης οφειλών Δημοσίου, Ο.Τ.Α. και Ασφαλιστικών Ταμείων, την θεσμοποιημένη, πλέον, ενσωμάτωση των ευλόγων δαπανών διαβίωσης στη Δικαστική διαδικασία, εντούτοις τα προβλήματα που έχει, μέχρι σήμερα, προκαλέσει, αφενός στο ζήτημα της προστασίας των δανειοληπτών από την αναγκαστική εκτέλεση και αφετέρου στην εν γένει λειτουργία των Δικαστηρίων της χώρας, έχει δημιουργήσει μία εικόνα αβεβαιότητας και απορίας τόσο στους δανειολήπτες, όσο και στους άμεσα ενδιαφερόμενους για την εφαρμογή των διατάξεών του (Δικηγόρους, Δικαστές, Γραμματείς Δικαστηρίων).
Δυστυχώς, η αναθεώρηση του Νόμου όχι μόνο απέτυχε, ήδη από τον πρώτο μήνα της θεωρητικής του εφαρμογής, να επιλύσει τα προβλήματα, που είχαν κατά την εμπειρία των προηγουμένων πέντε (5) ετών ανακύψει, αλλά δημιούργησε μια σειρά από άλλα ζητήματα, που τελικά δυσκολεύουν, έως και καθιστούν αδύνατη την εφαρμογή του.
Συγκεκριμένα, ο νομοθέτης αστόχησε στο βασικό σκοπό του νομοθετήματος που είναι η απλοποίηση και επίσπευση της δικαστικής επίλυσης της υπερχρέωσης, προκαλώντας, έστω και ακούσια, παρακώλυση της διαδικασίας, με γραφειοκρατικές επιπλοκές και αναίτιες καθυστερήσεις, που προέκυψαν εξαιτίας της πλημμελούς προληπτικής ενημέρωσης και προετοιμασίας των εμπλεκομένων φορέων.
Καταρχάς, η ανωτέρω αναθεώρηση, ενώ είχε τεθεί σε τυπική ισχύ ήδη από τις 19-08-2015 (ημερομηνία υπογραφής της δανειακής σύμβασης της χώρας), εκκίνησε να εφαρμόζεται ουσιαστικά σποραδικά (σχεδόν αποκλειστικά και μόνο στο Ειρηνοδικείο Αθηνών) μόλις πριν λίγες ημέρες και συγκεκριμένα από τις 28-09-2015, ενώ στην πλειονότητα των Ειρηνοδικείων της χώρας συνεχίζει να τηρείται η προδικασία που ίσχυε μέχρι τις 19-08-2015. Σας γνωστοποιούμε, δε, ότι στην πλειοψηφία των Ειρηνοδικείων της Αττικής -πλην του Ειρηνοδικείου Αθηνών-, είναι αδύνατη η τήρηση των προθεσμιών για τον προσδιορισμό των αιτήσεων (δίμηνο από κατάθεση για τη συζήτηση του αιτήματος χορήγησης προσωρινής διαταγής και εξάμηνο για τη συζήτηση της αιτήσεως με τη διαδικασία της Εκουσίας Δικαιοδοσίας).
Αναφορικά με τις αιτήσεις που πρόκειται να κατατεθούν από την ημερομηνία της ουσιαστικής εφαρμογής της ανωτέρω αναθεώρησης (28/09/2015) και εντεύθεν, οι δυσκολίες είναι πολλαπλές. Η διαδικασία της κατάθεσης προβλέπει έλεγχο της πληρότητας του φακέλου από την αρμόδια γραμματεία του Ειρηνοδικείου (2 ημέρες) και συμπλήρωση τυχόν ελλειπόντων δικαιολογητικών εγγράφων (15 ημέρες), μέχρι να ολοκληρωθεί η κατάθεση της αιτήσεως υπαγωγής. Το συγκεκριμένο σύστημα κατάθεσης είναι ουσιαστικά αδύνατο να τύχει εφαρμογής εξαιτίας του όγκου, αλλά και του ήδη μειωμένου προσωπικού των Ειρηνοδικείων.
Παρακάτω παραθέτουμε αναλυτικά με στοιχεία και τις διατάξεις που εγείρουν προβλήματα :
ΔΙΚΑΙΟΛΟΓΗΤΙΚΑ ΕΓΓΡΑΦΑ
Τα δικαιολογητικά-συνοδευτικά της αίτησης υπαγωγής έγγραφα, που εν συνεχεία δημοσιεύτηκαν σε κοινή υπουργική απόφαση:
«…Σύμφωνα με την κοινή υπουργική απόφαση καθορίζονται τα δικαιολογητικά που θα καταθέτει ο ενδιαφερόμενος στη Γραμματεία του Δικαστηρίου και θα συνοδεύουν την αίτησή του για την υπαγωγή στον Νόμο Κατσέλη για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά ως ακολούθως:
α) αντίγραφο του Δελτίου Αστυνομικής Ταυτότητας,
β) πρόσφατο πιστοποιητικό οικογενειακής κατάστασης,
γ) Ε1 των τελευταίων τριών (οικονομικών) ετών,
δ) εκκαθαριστικά σημειώματα των τελευταίων τριών (οικονομικών) ετών,
ε) πρόσφατο Ε9,
στ) τυχόν καταστάσεις μισθοδοσίας ή εκκαθαριστικούς λογαριασμούς συντάξεων ή βεβαίωση ανεργίας του ΟΑΕΔ,
ζ) τυχόν αντίγραφα αδειών κυκλοφορίας τροχοφόρων,
η) βεβαιώσεις οφειλών των πιστωτών,
θ) αντίγραφα των δανειακών συμβάσεων,
ι) (τυχόν) καταγγελίες των δανειακών συμβάσεων,
ια) τίτλους ιδιοκτησίας των ακινήτων της περιουσίας του οφειλέτη,
ιβ) αντίγραφο ποινικού Μητρώου γενικής χρήσης (κατ’ άρθρο 575 ΚΠΔ) από το οποίο να προκύπτει η μη καταδίκη του αιτούντος για οικονομικό ή φορολογικό αδίκημα σε βαθμό κακουργήματος,
ιγ) σε περίπτωση προηγούμενης άσκησης εμπορικής δραστηριότητας, βεβαίωση διακοπής εργασιών από την αρμόδια Δ.Ο.Υ. (προκειμένου να διαπιστώνεται η έλλειψη πτωχευτικής ικανότητας του αιτούντος),
ιδ) υπεύθυνη δήλωση για πληρότητα και ορθότητα καταστάσεων περιουσίας και μεταβιβάσεων,
ιε) Φύλλο υπολογισμού αντικειμενικής αξίας της κύριας κατοικίας του οφειλέτη,
ιστ) λοιπά έγγραφα κατά την κρίση του οφειλέτη.
Σε περίπτωση έγγαμου αιτούντος, τα παραπάνω έγγραφα προσκομίζονται και για τον/την σύζυγο, όπως επίσης και σε περίπτωση ανήλικων τέκνων με περιουσία.».
Το σύνολο, σχεδόν, των ανωτέρω, πλην των δικαιολογητικών εγγράφων με στοιχεία θ, ιβ και ιε, συνόδευαν ήδη την μεγάλη πλειονότητα των αιτήσεων υπαγωγής, που έχουν μέχρι σήμερα κατατεθεί από Δικηγόρους με γνώση του συγκεκριμένου αντικειμένου. Η αναγκαία, ως στοιχείο του παραδεκτού πλέον της αίτησης, προσκόμιση των δανειακών συμβάσεων (θ) από τον αιτούντα για την υπαγωγή του στο Νόμο δημιουργεί ανυπέρβλητα εμπόδια. Αφενός το μεγάλο κόστος, που απαιτεί η αίτηση επανεκτύπωσης της δανειακής σύμβασης από τα υποκαταστήματα των τραπεζών (15€ είναι το μέσο κόστος της αίτησης και 0,15€ είναι η μέση τιμή ανά σελίδα συμβάσεως –Μ.Ο. κόστους είναι 50,00€ για κάθε σύμβαση), αφετέρου ο υπερβολικός χρόνος που απαιτείται για την επανεκτύπωσή της -φτάνει μέχρι και 6 μήνες για συμβάσεις τραπεζικών ιδρυμάτων, που έχουν απορροφηθεί, πωληθεί, συγχωνευθεί, αποχωρήσει από τη χώρα- καθιστούν το έγγραφο αυτό ένα αδικαιολόγητο «βάρος» για την κατάθεση της αίτησης. Είναι προφανές ότι το βάρος προσκόμισης της δανειακής σύμβασης θα έπρεπε να βαρύνει αποκλειστικά τα πιστωτικά ιδρύματα και όχι τους δανειολήπτες, δεδομένου ότι, αφενός η πρόσβασή τους στις δανειακές συμβάσεις είναι ευθεία, αφετέρου, δε, αυτά έλκουν έννομο συμφέρον από την προσκόμισή τους. Επίσης, καλό είναι να αναφερθεί ότι, με δεδομένη την υποχρεωτική αναγραφή του είδους του δανειακού προϊόντος, του αριθμού της σύμβασης και του λογαριασμού, του λογιστικού υπολοίπου κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα εκάστου προϊόντος, του 10% της τελευταίας ενήμερης δόσης και του επιτοκίου εκτοκισμού, στη βεβαίωση οφειλών, που ήταν και συνεχίζει να αποτελεί προαπαιτούμενο σχετικό έγγραφο της αιτήσεως υπαγωγής, το μόνο που μένει να αποδειχθεί από την προσκόμιση της δανειακής σύμβασης από τον οφειλέτη είναι η ημερομηνία εκταμίευσης, η διάρκεια αποπληρωμής, η ύπαρξη συνοφειλετών και εγγυητών και η τυχόν ύπαρξη εμπραγμάτων εξασφαλίσεων (μόνο αν είχε γίνει αρχικά) των δανειακών προϊόντων. Το σύνολο των στοιχείων αυτών, ομού μετά της ημερομηνίας καταγγελίας εκάστου προϊόντος, προς αποφυγή προσκόμισης και του δικαιολογητικού εγγράφου με στοιχεία (ι) θα μπορούσε κάλλιστα να αποτελεί συμπληρωματικό αναγκαίο περιεχόμενο της βεβαίωσης οφειλών, που εκδίδουν τα πιστωτικά ιδρύματα σε συμμόρφωση του Νόμου Κατσέλη, προκειμένου να εξοικονομηθεί χρόνος και να αποφευχθούν περιττά έξοδα για μια ευρισκόμενη, ούτως ή άλλως, σε δυσκολία κοινωνική ομάδα ανθρώπων. Σε κάθε περίπτωση, και πέραν των νέων αιτήσεων, το συγκεκριμένο δικαιολογητικό θα πρέπει να εξαιρεθεί της διαδικασίας επικαιροποίησης για τους ανωτέρω προφανείς λόγους.
Περαιτέρω, η αναγκαία, ως στοιχείο του παραδεκτού πλέον της αίτησης, προσκόμιση του αντιγράφου του ποινικού μητρώου γενικής χρήσης (ιβ) από τον αιτούντα για την υπαγωγή του στο Νόμο Κατσέλη, δημιουργεί επίσης σημαντικά προβλήματα. Το συγκεκριμένο δικαιολογητικό έγγραφο θα πρέπει είτε να εξαιρεθεί της διαδικασίας επικαιροποίησης για προφανείς λόγους, κυρίως χρονικούς και λογικούς, είτε να προσκομίζεται αυτεπαγγέλτως, από την δικαστική αρχή, πριν την εκδίκαση εκάστης υποθέσεως. Ως αναγράφεται και εντός του αναθεωρημένου Νόμου, στις εκκρεμείς αιτήσεις -για τις οποίες ήδη απαιτείται επικαιροποίηση στοιχείων-, δεν παρέχεται δυνατότητα μεταγενέστερης ένταξης οφειλής από το Δημόσιο, τα Ασφαλιστικά Ταμεία, τους Ο.Τ.Α. κλπ. και κατά συνέπεια το συγκεκριμένο δικαιολογητικό έγγραφο ουδένα σκοπό εξυπηρετεί. Το ίδιο ακριβώς ισχύει και για τις νέες αιτήσεις (μετά την ισχύ του Ν. 4336/2015), εκείνες στις οποίες ο αιτών δεν περιλαμβάνει οφειλές από το Δημόσιο, τα Ασφαλιστικά Ταμεία, τους Ο.Τ.Α. κλπ. Προτείνουμε την υποχρεωτική προσκόμιση του συγκεκριμένου δικαιολογητικού εγγράφου αποκλειστικά και μόνο για τις αιτήσεις εκείνες, στις οποίες περιλαμβάνονται στη λίστα πιστωτών και απαιτήσεων ΚΑΙ οφειλές προς τους ανωτέρω φορείς.
Η αναγκαία, ως στοιχείο του παραδεκτού πλέον της αίτησης, προσκόμιση του φύλλου υπολογισμού αντικειμενικής αξίας της κύριας ή μοναδικής κατοικίας (ιε) από τον αιτούντα για την υπαγωγή του στο Νόμο είναι άνευ αντικειμένου, προκαλώντας νέες καθυστερήσεις με την υποχρεωτική επίσκεψη είτε στην Εφορία, είτε σε Συμβολαιογράφο. Σύσσωμο το Δικαστικό Σώμα έχει εδώ και τουλάχιστον δύο (2) έτη –ήδη μετά την αναθεώρηση του Νόμου Κατσέλη, με το Ν. 4161/2013- επιλύσει το ζήτημα απόδειξης της αντικειμενικής αξίας, απαιτώντας την προσκόμιση φορολογικών στοιχείων, που αναγράφουν την αντικειμενική αξία του συνόλου των εντός σχεδίου ακινήτων περιουσιακών στοιχείων του αιτούντος (παλαιότερα Ε.Τ.Α.Κ. 2008 και 2009, Φ.Α.Π. 2010, 2011, 2012, 2013 και πλέον Ε.Ν.Φ.Ι.Α. 2014). Μάλιστα, είναι γνωστό ότι το φύλλο υπολογισμού αντικειμενικής αξίας εδώ και αρκετό χρονικό διάστημα ΔΕΝ υπογράφεται από τους Συμβολαιογράφους και επομένως ΔΕΝ έχει βεβαιωμένη χρονολογία υπολογισμού. Η εκκαθάριση στοιχείων ακινήτων που περιλαμβάνεται στον Ε.Ν.Φ.Ι.Α. του 2014 και μελλοντικά του 2015 θα πρέπει να αποτελεί το αποδεικτικό έγγραφο της αντικειμενικής αξίας της κύριας ή μοναδικής κατοικίας του αιτούντος, δεδομένου, μάλιστα, ότι οι αντικειμενικές αξίες δεν έχουν υποστεί μεταβολή τα τελευταία έτη και κατά συνέπεια η όποια μεταβολή αφορά μόνο το συντελεστή παλαιότητας ή/και τη νομιμοποίηση αυθαιρέτων και/ή ημιυπαιθρίων χώρων. Θα προτείναμε την αναδιατύπωση του δικαιολογητικού με στοιχεία (ιε) ως «προσκόμιση δικαιολογητικών εγγράφων προς απόδειξη της αντικειμενικής αξίας της κύριας ή μοναδικής κατοικίας».
Σε κάθε περίπτωση, αναφορικά με τη διαδικασία επικαιροποίησης όλων των εκκρεμών αιτήσεων, που έχουν προσδιοριστεί προς εκδίκαση μετά το έτος 2018, η οποία νομοθετήθηκε με τις μεταβατικές διατάξεις του Ν. 4336/2015, ως υποχρεωτική και μάλιστα επί ποινή απαραδέκτου της αιτήσεως υπαγωγής, ως παράβαση καθήκοντος ειλικρινούς δηλώσεως, εφόσον δεν ολοκληρωθεί μέχρι τις 19-02-2016, λεκταία είναι τα εξής. Η συγκεκριμένη διαδικασία αφενός είναι αδύνατο να ολοκληρωθεί εγκαίρως, λόγω της έλλειψης στοιχειώδους υποδομής, προσωπικού, χώρου αποθήκευσης και χρόνου στα Ειρηνοδικεία της χώρας μέσα σε διάστημα έξι (6) μηνών από την έναρξη εφαρμογής του ανωτέρω Νόμου (μέχρι 19-02-2016), και ενώ ήδη στο διάστημα των σαράντα (40) ημερών της υποτιθέμενης ισχύος του, ουδεμία ερμηνευτική εγκύκλιος έχει εκδοθεί από τα αρμόδια Υπουργεία για τα έγγραφα που θα απαιτούνται και αφετέρου ουδένα σκοπό εξυπηρετεί, καθώς με την υποχρεωτική επίσπευση της εκδίκασης των εκκρεμών υποθέσεων, ταυτόχρονα περιορίζεται και η χρονική διάρκεια ισχύος των ήδη χορηγηθεισών προσωρινών διαταγών. Θα προτείναμε την υποχρεωτική επικαιροποίηση του φακέλου της αίτησης μέχρι την ημερομηνία εκδικάσεως της υπόθεσης ή ένα σύστημα προκατάθεσης δικαιολογητικών εγγράφων δεκαπέντε (15) ημέρες έως ένα (1) μήνα πριν την εκδίκαση με τη διαδικασία της Εκουσίας Δικαιοδοσίας.
Ένα επίσης σημαντικό πρόβλημα, που ουσιαστικά καθιστά ανενεργή την αναθεώρηση του Νόμου Κατσέλη και καθυστερεί-διακόπτει την κατάθεση νέων αιτήσεων υπαγωγής στις διατάξεις του, είναι και η πλημμελής έως μηδενική ενημέρωση και η έλλειψη υλικής υποδομής και τεχνογνωσίας των αρμοδίων Δ.Ο.Υ. και των απανταχού υποκαταστημάτων των ασφαλιστικών ταμείων, περί της υποχρέωσης έκδοσης βεβαίωσης οφειλών, ως προαπαιτούμενου για την ένταξη των εν λόγω απαιτήσεων στις αιτήσεις υπαγωγής.
Άρθρο 5Α (Ν. 4336/2015) Διαδικασία Ταχείας Διευθέτησης Μικροδιαφορών
Η συγκεκριμένη διάταξη και η νέα διαδικασία που δημιουργεί, γέννησε προσδοκίες για την ταχεία επίλυση προβλημάτων μικρής συνολικής χρέωσης, από πολίτες που δεν έχουν περιουσιακά στοιχεία και εισόδημα και πληρούν τις προϋποθέσεις της παραγράφου 1 του εν λόγω άρθρου.
Ζήτημα γεννάται σχετικά με την περίπτωση μελλοντικής απόκτησης μηνιαίου εισοδήματος από οποιαδήποτε πηγή από πολίτη, που έχει καταθέσει αίτηση υπαγωγής στην εν λόγω διαδικασία, συγκεντρώνοντας, κατά το στάδιο της κατάθεσης, τις προϋποθέσεις της παραγράφου 1 του εν λόγω άρθρου, αφού, εν συνεχεία, δεν τις πληροί.
Η πρόβλεψη που υπάρχει εντός του άρθρου 5Α (παράγραφοι 3 και 4), αφορά την έκπτωσή του από την εν λόγω προσωρινή απαλλαγή και τη δυνατότητα κατάθεσης νέας αίτησης υπαγωγής στις “κλασσικές” διατάξεις του Νόμου Κατσέλη, όπως τροποποιήθηκαν και ισχύουν. Η συγκεκριμένη πρόβλεψη προϋποθέτει νέα έξοδα, νέα αίτηση, νέες επιδόσεις, νέα συγκέντρωση δικαιολογητικών εγγράφων και φυσικά νέες δικασίμους (προδικαστικός και Εκουσία). Αυτό που προτείνουμε για την δίκαιη και ορθή εφαρμογή της εν λόγω διαδικασίας είναι, σε περίπτωση απώλειας των προϋπαρχόντων κατά την ημερομηνία κατάθεσης της αιτήσεως, προϋποθέσεων υπαγωγής στη διαδικασία της ταχείας ρύθμισης μικροοφειλών, να ακολουθηθείαπευθείας η διαδικασία του άρθρου 8 του ανωτέρω Νόμου, που θα ρυθμίζει τις οφειλές του με καταβολές (8 παρ. 2) για συνολικό χρονικό διάστημα τριών (3) ετών, διαφορετικά η εν λόγω διαδικασία ουσιαστικά αυτοακυρώνεται καθώς απαιτεί «υποχρέωση» παντελούς έλλειψης εισοδήματος από τον αιτούντα-δανειολήπτη, ενώ στην αίτηση του άρθρου 4, υπάρχει ούτως ή άλλως η δυνατότητα καθορισμού μικρών ή μηδενικών μηνιαίων δόσεων, κατά το άρθρο 8 παρ. 5 του ανωτέρου Νόμου.
ΛΗΞΗ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΗΣ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΒΕΒΑΙΟΤΗΤΑ ΓΙΑ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 9 του ανωτέρω Νόμου
Στο άρθρο 9 παρ. 2 του ανωτέρω Νόμου αναφέρεται: «Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας, Υποδομών, Ναυτιλίας και Τουρισμού, και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων που εκδίδεται σε ένα μήνα από τη δημοσίευση του παρόντος, καθορίζονται τα κριτήρια που πρέπει να πληρούνται προκειμένου να εξαιρεθεί η κυρία κατοικία του από τις διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου, ιδίως ως προς την αντικειμενική αξία του ακινήτου το ύψος του συνόλου των οφειλών κατά το χρόνο ολοκλήρωσης της κατάθεσης της αίτησης και το μικτό ετήσιο οικογενειακό εισόδημα του οφειλέτη…».
Το καθεστώς ρύθμισης του άρθρου 9 συνεχίζει να κινείται στο πλαίσιο του Ν. 3869/2010 για τα Υπερχρεωμένα Νοικοκυριά, ως τροποποιήθηκε δυνάμει του Ν. 4161/2013, πλην όμως η μη έκδοση Κ.Υ.Α. εντός του προβλεπομένου διαστήματος – μέχρι τις 14-09-2015 – δημιουργεί ένα αίσθημα μεγάλης αβεβαιότητας σχετικά με τα κριτήρια προστασίας που θα θέσει η ανωτέρω υπό έκδοση Κ.Υ.Α., ενώ υπάρχει κίνδυνος να τεθούν στο αρχείο αιτήσεις που έχουν ήδη κατατεθεί με το ισχύον μέχρι σήμερα κριτήριο –αφορολόγητο όριο απόκτησης πρώτης κατοικίας προσαυξημένο κατά 50%-. Μάλιστα, η μη αναφορά του τρόπου ρύθμισης του άρθρου 9 – μέχρι σήμερα 80% της αντικειμενικής αξίας της κύριας ή μοναδικής κατοικίας – προδήλως δημιουργεί ασάφεια και αβεβαιότητα ως προς το ύψος των συνολικών καταβολών, στις οποίες θα υποχρεωθεί να προβεί ο αιτών μετά την έκδοση αποφάσεως, σε περίπτωση αιτήματος διάσωσης της κύριας ή μοναδικής του κατοικίας. Προτείνουμε τη διατήρηση της δικαστικής ρύθμισης του άρθρου 9 σε ποσοστό 80% της αντικειμενικής αξίας της κύριας ή της μοναδικής κατοικίας και την παράλληλη εξάρτησή του από εισοδηματικά κριτήρια, τουλάχιστον για την πρώτη πενταετία της συνολικής εικοσαετούς ή δυνάμενης να επεκταθεί έως και τριάντα πέντε (35) έτη, εφόσον η αρχική διάρκεια των συμβάσεων ήταν μεγαλύτερη των είκοσι (20) ετών, δικαστικής ρύθμισης. Αναφορικά με τα κριτήρια προστασίας της κύριας και μοναδικής κατοικίας, για τα οποία, ήδη, μας έχετε προϊδεάσει για τη θέσπιση ανωτάτου ορίου ύψους οφειλών, ατομικού και οικογενειακού εισοδήματος και αντικειμενικής αξίας κύριας κατοικίας, σας προτρέπουμε να είναι σαφή και ανταποκρινόμενα στις συνθήκες της εποχής και να μην αποκλείουν μία μεγάλη μερίδα δανειοληπτών.
ΚΛΗΣΕΙΣ ΕΠΙΣΠΕΥΣΗΣ δυνάμει του ανωτέρω Νόμου
Σας ενημερώνουμε ότι σε κανένα Ειρηνοδικείο της ευρύτερης περιφέρειας της Αττικής, πλην του Ειρηνοδικείου Αθηνών, δεν είναι δυνατή, μέχρι και σήμερα η κατάθεση κλήσεων επίσπευσης δικασίμου για ευνόητους λόγους (έλλειψη προσωπικού, αιθουσών εκδίκασης και επαρκούς αριθμού Ειρηνοδικών). Αναφορικά με το ζήτημα της επίσπευσης, σας γνωρίζουμε ότι, με την εξαίρεση του Ειρηνοδικείου Αθηνών, όπου υπάρχει επαρκής αριθμός δικαστικών αιθουσών και Ειρηνοδικών, η παράλληλη εκδίκαση του συνόλου των εκκρεμών και προσδιορισμένων μετά το τέλος του έτους 2018 υποθέσεων και του συνόλου των εκκρεμών και προσδιορισμένων μέχρι το τέλος του έτους 2018 υποθέσεων, είναι αδύνατη. Σας προτείνουμε είτε την παρέκταση της αρμοδιότητας με τη δημιουργία Υπερειρηνοδικείων ανά τομέα (Κεντρικής, Δυτικής και Νότιας Αττικής, Βόρειας Αττικής και Ανατολικής Αττικής) και την εκκίνηση της διαδικασίας επίσπευσης από τον μήνα Σεπτέμβριο 2016, προκειμένου να καταστεί δυνατή η εν λόγω μεταβολή, είτε την μεταβολή του καταληκτικού έτους 2018 με το έτος 2020 και παράλληλα την επίσπευση της πρόσληψης Ειρηνοδικών που εκκρεμούν βάσει των επιτυχόντων του διαγωνισμού 2014.
ΟΦΕΙΛΕΣ ΠΡΟΣ Δ.Ο.Υ., ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΑ ΤΑΜΕΙΑ, ΔΗΜΟΣΙΟ και Ο.Τ.Α.
Σύμφωνα με το άρθρο 1 του ανωτέρω Νόμου «…3. Στην διαδικασία ρύθμισης του νόμου δύνανται να υπαχθούν οφειλές του εδαφίου β’ της παραγράφου 2 οι οποίες: α) έχουν γεννηθεί ένα έτος πριν από την κατάθεση της αίτησης… και 4. Δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος νόμου οι οφειλές, οι οποίες: είτε α) έχουν αναληφθεί ή βεβαιωθεί το τελευταίο έτος πριν την κατάθεση της αίτησης της παραγράφου 1 του άρθρου 4, είτε β) δημιουργήθηκαν από αδίκημα που τελέσθηκε από τον οφειλέτη με δόλο ή βαρεία αμέλεια, είτε γ) συνίστανται σε διοικητικά πρόστιμα ή χρηματικές ποινές, είτε δ) αφορούν στην υποχρέωση διατροφής συζύγου ή ανηλίκου τέκνου. Ο περιορισμός του εδαφίου α΄ στοιχείο α΄ δεν ισχύει όσον αφορά τις οφειλές του εδαφίου β’ της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου…»
Σας ζητούμε μία ερμηνεία της διάταξης που είναι εν ισχύ. Το ένα έτος, που έχει τεθεί ως όριο, μιλώντας αποκλειστικά για τις οφειλές προς Δ.Ο.Υ., Ο.Τ.Α., Ασφαλιστικά Ταμεία, αφορά την ημερομηνία “γέννησης” ή “ανάληψης” ή “βεβαίωσης” της οφειλής αυτής. Είναι δυνατή η επιλογή μη συμπερίληψης των εν λόγω οφειλών, εφόσον έχουν τεθεί ήδη σε διαδικασία ρύθμισης (100 δόσεις) ή προσκρούει στην ισχύουσα αρχή της καθολικότητας πιστωτών; Στις περιπτώσεις μη ύπαρξης οφειλών προς τους ανωτέρω φορείς, απαιτείται φορολογική ή ασφαλιστική ενημερότητα; Τι μέλλει γενέσθαι με τις οφειλές προς Ασφαλιστικά Ταμεία, που εξυπηρετούνται με μηνιαία κράτηση από τις συνταξιοδοτικές καταβολές; Πώς θα είναι εφικτή η συνταξιοδότηση φυσικών προσώπων, τα οποία διατηρούν οφειλές ανώτερες από τα ανώτατα όρια οφειλών, που θέτουν ως προϋπόθεση τα Ασφαλιστικά τους Ταμεία;
“ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΜΟΣ ΔΑΝΕΙΟΛΗΠΤΗΣ”
Σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 10, προβλέπεται ότι «…4. Ο οφειλέτης υποχρεούται καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας του παρόντος νόμου να επιδεικνύει τη συμπεριφοράσυνεργάσιμου δανειολήπτη υπό την έννοια της Απόφασης της Τράπεζας της Ελλάδος – Ευρωσύστημα Επιτροπή Πιστωτικών και Ασφαλιστικών Θεμάτων (ΦΕΚ 2287/27.8.2014) σε σχέση με τους συνεργάσιμους δανειολήπτες…»
Ο ορισμός του «συνεργάσιμου δανειολήπτη», όπως αποφασίστηκε στο Κυβερνητικό Συμβούλιο Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους του Ν. 4224/2013, σύμφωνα με τον οποίο:
«Ένας δανειολήπτης είναι συνεργάσιμος έναντι των δανειστών του όταν:
α) παρέχει πλήρη και επικαιροποιημένα στοιχεία επικοινωνίας στους δανειστές ή όποιον ενεργεί νομίμως για λογαριασμό τους (π.χ. αριθμούς σταθερού, κινητού τηλεφώνου και τηλεομοιοτυπίας, ηλεκτρονική διεύθυνση, διεύθυνση κατοικίας και εργασίας) και προβαίνει σε ορισμό συγγενικού ή φιλικού προσώπου, ως αντικλήτου επικοινωνίας για κάθε περίπτωση που ο ίδιος δεν είναι διαθέσιμος,
β) είναι διαθέσιμος σε επικοινωνία με τον δανειστή ή με όποιον ενεργεί νομίμως για λογαριασμό αυτού και ανταποκρίνεται με ειλικρίνεια και σαφήνεια, σε κλήσεις και επιστολές του δανειστή ή όποιου ενεργεί νομίμως για λογαριασμό του, αυτοπροσώπως είτε δια του αντικλήτου του, με κάθε πρόσφορο τρόπο, εντός 15 εργάσιμων ημερών,
γ) προβαίνει αυτοπροσώπως, είτε δια του αντικλήτου του σε πλήρη και ειλικρινή γνωστοποίηση πληροφοριών προς το δανειστή ή όποιον ενεργεί νομίμως για λογαριασμό του, αναφορικά με την τρέχουσα οικονομική του κατάσταση, εντός 15 εργασίμων ημερών από την ημέρα μεταβολής της ή εντός 15 εργάσιμων ημερών από την ημέρα που θα ζητηθούν ανάλογες πληροφορίες από το δανειστή ή όποιον ενεργεί νομίμως για λογαριασμό του,
δ) προβαίνει αυτοπροσώπως είτε δια του αντικλήτου του, σε πλήρη και ειλικρινή γνωστοποίηση πληροφοριών, προς το δανειστή ή όποιον ενεργεί για λογαριασμό του, οι οποίες θα έχουν σημαντικές επιπτώσεις στην μελλοντική οικονομική του κατάσταση, εντός 15 εργάσιμων ημερών από την ημέρα που θα περιέλθουν σε γνώση του (π.χ. πλήρωση προϋποθέσεων λήψης επιδόματος, εμφάνιση νέων περιουσιακών στοιχείων που θα περιέλθουν στην κυριότητα του [κληρονομιά κ.λπ.], απώλεια κυριότητας περιουσιακών στοιχείων, ανακοινώσεις απόλυσης, καταγγελίες μισθώσεων, εξαγορά ασφαλιστικών προϊόντων, κέρδη οποιασδήποτε μορφής κ.λπ.) και
ε) συναινεί σε διερεύνηση εναλλακτικής πρότασης αναδιάρθρωσης με το δανειστή ή όποιον ενεργεί νομίμως για λογαριασμό του, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στον Κώδικα Δεοντολογίας του Ν. 4224/2013».
Με το παρόν καθεστώς και την παρούσα κατάσταση που επικρατεί στα τραπεζικά ιδρύματα της χώρας, καθώς και στα υποκαταστήματά τους, σας γνωστοποιούμε ότι είναι αδύνατη όχι μόνο η πλήρωση, αλλά και η διερεύνηση της πλήρωσης των ανωτέρω κριτηρίων για το διαχωρισμό των συνεργάσιμων και των μη συνεργάσιμων δανειοληπτών. Εξάλλου, είναι σημαντικό να ληφθεί υπόψη, ότι οι αστοχίες των τροποποιήσεων που επιφέρει ο Ν. 4336/2015, σε συνδυασμό με τον ανενεργό Κώδικα Δεοντολογίας των τραπεζών του Ν. 4224/2013 και την έλλειψη νομοθετικής πρωτοβουλίας για την αναστολή πλειστηριασμών πρώτης κατοικίας – μέχρι σήμερα παρατείνεται μηνιαίως – έχει προκαλέσει τεράστιο αναβρασμό και ανεπίλυτο – έως τώρα – αδιέξοδο σε μεγάλο αριθμό δανειοληπτών.
Σας καλούμε όπως λάβετε υπόψη τα ανωτέρω, προκειμένου να εξομαλυνθεί η δυσμενής κατάσταση που έχει προκαλέσει αβεβαιότητα, τόσο στους χιλιάδες πολίτες που έχουν ήδη καταφύγει στο Νόμο 3869/2010, όσο και σε αυτούς που επιθυμούν, αλλά αδυνατούν να καταφύγουν σήμερα, εξαιτίας της λογικής αδυναμίας εφαρμογής των, εν μέρει παράλογων, διατάξεων του Νόμου 4336/2015, από τα Ειρηνοδικεία της χώρας.
Αθήνα, 1/10/2015
Ο Πρόεδρος της Ένωσης Καταναλωτών και Δανειοληπτών
Ιωάννης Σ. Βασαριώτης
Ο Νομικός Σύμβουλος της Ένωσης Καταναλωτών και Δανειοληπτών,
Δικηγόρος και Διαπιστευμένος Διαμεσολαβητής
Μιχαήλ Ι. Κούβαρης
Κοιν:Υπουργό Οικονομικών κ. Ευκλείδη Τσακαλώτο
Θέμα: Επιστολή Διαμαρτυρίας
Κύριοι Υπουργοί,
Με την παρούσα επιστολή θα θέλαμε να εκφράσουμε την έντονη ανησυχία και τον προβληματισμό μας σχετικά με το ζήτημα της αναθεώρησης του Νόμου 3869/2010 («Νόμου Κατσέλη για τα Υπερχρεωμένα Νοικοκυριά»), που είχε αρχικά αναθεωρηθεί με το Νόμο 4161/2013 (ΦΕΚ Α’143/14-06-2013) και αναθεωρήθηκε εκ νέου με το Νόμο 4336/2015 (ΦΕΚ Α΄ 94/14.8.2015).
Από την αρχική εφαρμογή του Νόμου τον μήνα Αύγουστο του έτους 2010, είχε διαγνωσθεί το πρόβλημα του μεγάλου όγκου πολιτών, που κατέφευγαν στις ευεργετικές διατάξεις του, ενώ μέχρι και σήμερα, παρότι έχουν εκδοθεί σε πανελλαδικό επίπεδο χιλιάδες δικαστικές αποφάσεις, ήδη εκκρεμούν προς συζήτηση περί τις τετρακόσιες χιλιάδες (400.000) αιτήσεις για εκδίκαση σε δικασίμους που έχουν προσδιοριστεί μέχρι και το έτος 2031. Μόνο στο Ειρηνοδικείο Αθηνών, ο αριθμός των εκκρεμών αιτήσεων άγγιζε τις εκατόν τριάντα χιλιάδες (130.000).
Το παρόν νομοσχέδιο είχε κατ’ ουσίαν κύριο στόχο να θεραπεύσει τις παθογένειες που ανέκυψαν κατά την πενταετή εφαρμογή του νόμου 3869/2010 για τα Υπερχρεωμένα Νοικοκυριά, εξαιτίας του μεγάλου αριθμού των εκκρεμών υποθέσεων. Ο πρωταρχικός σκοπός του νομοσχεδίου ήταν η εισαγωγή νέων ρυθμίσεων που θα συμβάλλουν στην ακόμα μεγαλύτερη αποτελεσματικότητά του, μέσα από μία πολύμηνη διαβούλευση και με γνώμονα την εμπειρία πέντε (5) ετών εφαρμογής, καθώς και η εκλογίκευση-απλοποίηση της διαδικασίας, προκειμένου να παραγάγει το βέλτιστο δυνατό αποτέλεσμα για τους συμπολίτες μας, που αδυνατούν να ανταπεξέλθουν στις δανειακές τους υποχρεώσεις μετά από μια τόσο μεγάλης έκτασης οικονομική καταστροφή, διαφυλάσσοντας παράλληλα την πρώτη κατοικία τους.
Ενώ αναγνωρίζουμε ότι η νομοθετική αυτή προσπάθεια ήταν σε μια σωστή κατεύθυνση, καθώς επιχειρεί να επιλύσει αστοχίες του παρελθόντος, όπως για παράδειγμα την επίσπευση των προσδιορισμένων μετά το έτος 2018 δικασίμων, τη δυνατότητα ένταξης οφειλών Δημοσίου, Ο.Τ.Α. και Ασφαλιστικών Ταμείων, την θεσμοποιημένη, πλέον, ενσωμάτωση των ευλόγων δαπανών διαβίωσης στη Δικαστική διαδικασία, εντούτοις τα προβλήματα που έχει, μέχρι σήμερα, προκαλέσει, αφενός στο ζήτημα της προστασίας των δανειοληπτών από την αναγκαστική εκτέλεση και αφετέρου στην εν γένει λειτουργία των Δικαστηρίων της χώρας, έχει δημιουργήσει μία εικόνα αβεβαιότητας και απορίας τόσο στους δανειολήπτες, όσο και στους άμεσα ενδιαφερόμενους για την εφαρμογή των διατάξεών του (Δικηγόρους, Δικαστές, Γραμματείς Δικαστηρίων).
Δυστυχώς, η αναθεώρηση του Νόμου όχι μόνο απέτυχε, ήδη από τον πρώτο μήνα της θεωρητικής του εφαρμογής, να επιλύσει τα προβλήματα, που είχαν κατά την εμπειρία των προηγουμένων πέντε (5) ετών ανακύψει, αλλά δημιούργησε μια σειρά από άλλα ζητήματα, που τελικά δυσκολεύουν, έως και καθιστούν αδύνατη την εφαρμογή του.
Συγκεκριμένα, ο νομοθέτης αστόχησε στο βασικό σκοπό του νομοθετήματος που είναι η απλοποίηση και επίσπευση της δικαστικής επίλυσης της υπερχρέωσης, προκαλώντας, έστω και ακούσια, παρακώλυση της διαδικασίας, με γραφειοκρατικές επιπλοκές και αναίτιες καθυστερήσεις, που προέκυψαν εξαιτίας της πλημμελούς προληπτικής ενημέρωσης και προετοιμασίας των εμπλεκομένων φορέων.
Καταρχάς, η ανωτέρω αναθεώρηση, ενώ είχε τεθεί σε τυπική ισχύ ήδη από τις 19-08-2015 (ημερομηνία υπογραφής της δανειακής σύμβασης της χώρας), εκκίνησε να εφαρμόζεται ουσιαστικά σποραδικά (σχεδόν αποκλειστικά και μόνο στο Ειρηνοδικείο Αθηνών) μόλις πριν λίγες ημέρες και συγκεκριμένα από τις 28-09-2015, ενώ στην πλειονότητα των Ειρηνοδικείων της χώρας συνεχίζει να τηρείται η προδικασία που ίσχυε μέχρι τις 19-08-2015. Σας γνωστοποιούμε, δε, ότι στην πλειοψηφία των Ειρηνοδικείων της Αττικής -πλην του Ειρηνοδικείου Αθηνών-, είναι αδύνατη η τήρηση των προθεσμιών για τον προσδιορισμό των αιτήσεων (δίμηνο από κατάθεση για τη συζήτηση του αιτήματος χορήγησης προσωρινής διαταγής και εξάμηνο για τη συζήτηση της αιτήσεως με τη διαδικασία της Εκουσίας Δικαιοδοσίας).
Αναφορικά με τις αιτήσεις που πρόκειται να κατατεθούν από την ημερομηνία της ουσιαστικής εφαρμογής της ανωτέρω αναθεώρησης (28/09/2015) και εντεύθεν, οι δυσκολίες είναι πολλαπλές. Η διαδικασία της κατάθεσης προβλέπει έλεγχο της πληρότητας του φακέλου από την αρμόδια γραμματεία του Ειρηνοδικείου (2 ημέρες) και συμπλήρωση τυχόν ελλειπόντων δικαιολογητικών εγγράφων (15 ημέρες), μέχρι να ολοκληρωθεί η κατάθεση της αιτήσεως υπαγωγής. Το συγκεκριμένο σύστημα κατάθεσης είναι ουσιαστικά αδύνατο να τύχει εφαρμογής εξαιτίας του όγκου, αλλά και του ήδη μειωμένου προσωπικού των Ειρηνοδικείων.
Παρακάτω παραθέτουμε αναλυτικά με στοιχεία και τις διατάξεις που εγείρουν προβλήματα :
ΔΙΚΑΙΟΛΟΓΗΤΙΚΑ ΕΓΓΡΑΦΑ
Τα δικαιολογητικά-συνοδευτικά της αίτησης υπαγωγής έγγραφα, που εν συνεχεία δημοσιεύτηκαν σε κοινή υπουργική απόφαση:
«…Σύμφωνα με την κοινή υπουργική απόφαση καθορίζονται τα δικαιολογητικά που θα καταθέτει ο ενδιαφερόμενος στη Γραμματεία του Δικαστηρίου και θα συνοδεύουν την αίτησή του για την υπαγωγή στον Νόμο Κατσέλη για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά ως ακολούθως:
α) αντίγραφο του Δελτίου Αστυνομικής Ταυτότητας,
β) πρόσφατο πιστοποιητικό οικογενειακής κατάστασης,
γ) Ε1 των τελευταίων τριών (οικονομικών) ετών,
δ) εκκαθαριστικά σημειώματα των τελευταίων τριών (οικονομικών) ετών,
ε) πρόσφατο Ε9,
στ) τυχόν καταστάσεις μισθοδοσίας ή εκκαθαριστικούς λογαριασμούς συντάξεων ή βεβαίωση ανεργίας του ΟΑΕΔ,
ζ) τυχόν αντίγραφα αδειών κυκλοφορίας τροχοφόρων,
η) βεβαιώσεις οφειλών των πιστωτών,
θ) αντίγραφα των δανειακών συμβάσεων,
ι) (τυχόν) καταγγελίες των δανειακών συμβάσεων,
ια) τίτλους ιδιοκτησίας των ακινήτων της περιουσίας του οφειλέτη,
ιβ) αντίγραφο ποινικού Μητρώου γενικής χρήσης (κατ’ άρθρο 575 ΚΠΔ) από το οποίο να προκύπτει η μη καταδίκη του αιτούντος για οικονομικό ή φορολογικό αδίκημα σε βαθμό κακουργήματος,
ιγ) σε περίπτωση προηγούμενης άσκησης εμπορικής δραστηριότητας, βεβαίωση διακοπής εργασιών από την αρμόδια Δ.Ο.Υ. (προκειμένου να διαπιστώνεται η έλλειψη πτωχευτικής ικανότητας του αιτούντος),
ιδ) υπεύθυνη δήλωση για πληρότητα και ορθότητα καταστάσεων περιουσίας και μεταβιβάσεων,
ιε) Φύλλο υπολογισμού αντικειμενικής αξίας της κύριας κατοικίας του οφειλέτη,
ιστ) λοιπά έγγραφα κατά την κρίση του οφειλέτη.
Σε περίπτωση έγγαμου αιτούντος, τα παραπάνω έγγραφα προσκομίζονται και για τον/την σύζυγο, όπως επίσης και σε περίπτωση ανήλικων τέκνων με περιουσία.».
Το σύνολο, σχεδόν, των ανωτέρω, πλην των δικαιολογητικών εγγράφων με στοιχεία θ, ιβ και ιε, συνόδευαν ήδη την μεγάλη πλειονότητα των αιτήσεων υπαγωγής, που έχουν μέχρι σήμερα κατατεθεί από Δικηγόρους με γνώση του συγκεκριμένου αντικειμένου. Η αναγκαία, ως στοιχείο του παραδεκτού πλέον της αίτησης, προσκόμιση των δανειακών συμβάσεων (θ) από τον αιτούντα για την υπαγωγή του στο Νόμο δημιουργεί ανυπέρβλητα εμπόδια. Αφενός το μεγάλο κόστος, που απαιτεί η αίτηση επανεκτύπωσης της δανειακής σύμβασης από τα υποκαταστήματα των τραπεζών (15€ είναι το μέσο κόστος της αίτησης και 0,15€ είναι η μέση τιμή ανά σελίδα συμβάσεως –Μ.Ο. κόστους είναι 50,00€ για κάθε σύμβαση), αφετέρου ο υπερβολικός χρόνος που απαιτείται για την επανεκτύπωσή της -φτάνει μέχρι και 6 μήνες για συμβάσεις τραπεζικών ιδρυμάτων, που έχουν απορροφηθεί, πωληθεί, συγχωνευθεί, αποχωρήσει από τη χώρα- καθιστούν το έγγραφο αυτό ένα αδικαιολόγητο «βάρος» για την κατάθεση της αίτησης. Είναι προφανές ότι το βάρος προσκόμισης της δανειακής σύμβασης θα έπρεπε να βαρύνει αποκλειστικά τα πιστωτικά ιδρύματα και όχι τους δανειολήπτες, δεδομένου ότι, αφενός η πρόσβασή τους στις δανειακές συμβάσεις είναι ευθεία, αφετέρου, δε, αυτά έλκουν έννομο συμφέρον από την προσκόμισή τους. Επίσης, καλό είναι να αναφερθεί ότι, με δεδομένη την υποχρεωτική αναγραφή του είδους του δανειακού προϊόντος, του αριθμού της σύμβασης και του λογαριασμού, του λογιστικού υπολοίπου κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα εκάστου προϊόντος, του 10% της τελευταίας ενήμερης δόσης και του επιτοκίου εκτοκισμού, στη βεβαίωση οφειλών, που ήταν και συνεχίζει να αποτελεί προαπαιτούμενο σχετικό έγγραφο της αιτήσεως υπαγωγής, το μόνο που μένει να αποδειχθεί από την προσκόμιση της δανειακής σύμβασης από τον οφειλέτη είναι η ημερομηνία εκταμίευσης, η διάρκεια αποπληρωμής, η ύπαρξη συνοφειλετών και εγγυητών και η τυχόν ύπαρξη εμπραγμάτων εξασφαλίσεων (μόνο αν είχε γίνει αρχικά) των δανειακών προϊόντων. Το σύνολο των στοιχείων αυτών, ομού μετά της ημερομηνίας καταγγελίας εκάστου προϊόντος, προς αποφυγή προσκόμισης και του δικαιολογητικού εγγράφου με στοιχεία (ι) θα μπορούσε κάλλιστα να αποτελεί συμπληρωματικό αναγκαίο περιεχόμενο της βεβαίωσης οφειλών, που εκδίδουν τα πιστωτικά ιδρύματα σε συμμόρφωση του Νόμου Κατσέλη, προκειμένου να εξοικονομηθεί χρόνος και να αποφευχθούν περιττά έξοδα για μια ευρισκόμενη, ούτως ή άλλως, σε δυσκολία κοινωνική ομάδα ανθρώπων. Σε κάθε περίπτωση, και πέραν των νέων αιτήσεων, το συγκεκριμένο δικαιολογητικό θα πρέπει να εξαιρεθεί της διαδικασίας επικαιροποίησης για τους ανωτέρω προφανείς λόγους.
Περαιτέρω, η αναγκαία, ως στοιχείο του παραδεκτού πλέον της αίτησης, προσκόμιση του αντιγράφου του ποινικού μητρώου γενικής χρήσης (ιβ) από τον αιτούντα για την υπαγωγή του στο Νόμο Κατσέλη, δημιουργεί επίσης σημαντικά προβλήματα. Το συγκεκριμένο δικαιολογητικό έγγραφο θα πρέπει είτε να εξαιρεθεί της διαδικασίας επικαιροποίησης για προφανείς λόγους, κυρίως χρονικούς και λογικούς, είτε να προσκομίζεται αυτεπαγγέλτως, από την δικαστική αρχή, πριν την εκδίκαση εκάστης υποθέσεως. Ως αναγράφεται και εντός του αναθεωρημένου Νόμου, στις εκκρεμείς αιτήσεις -για τις οποίες ήδη απαιτείται επικαιροποίηση στοιχείων-, δεν παρέχεται δυνατότητα μεταγενέστερης ένταξης οφειλής από το Δημόσιο, τα Ασφαλιστικά Ταμεία, τους Ο.Τ.Α. κλπ. και κατά συνέπεια το συγκεκριμένο δικαιολογητικό έγγραφο ουδένα σκοπό εξυπηρετεί. Το ίδιο ακριβώς ισχύει και για τις νέες αιτήσεις (μετά την ισχύ του Ν. 4336/2015), εκείνες στις οποίες ο αιτών δεν περιλαμβάνει οφειλές από το Δημόσιο, τα Ασφαλιστικά Ταμεία, τους Ο.Τ.Α. κλπ. Προτείνουμε την υποχρεωτική προσκόμιση του συγκεκριμένου δικαιολογητικού εγγράφου αποκλειστικά και μόνο για τις αιτήσεις εκείνες, στις οποίες περιλαμβάνονται στη λίστα πιστωτών και απαιτήσεων ΚΑΙ οφειλές προς τους ανωτέρω φορείς.
Η αναγκαία, ως στοιχείο του παραδεκτού πλέον της αίτησης, προσκόμιση του φύλλου υπολογισμού αντικειμενικής αξίας της κύριας ή μοναδικής κατοικίας (ιε) από τον αιτούντα για την υπαγωγή του στο Νόμο είναι άνευ αντικειμένου, προκαλώντας νέες καθυστερήσεις με την υποχρεωτική επίσκεψη είτε στην Εφορία, είτε σε Συμβολαιογράφο. Σύσσωμο το Δικαστικό Σώμα έχει εδώ και τουλάχιστον δύο (2) έτη –ήδη μετά την αναθεώρηση του Νόμου Κατσέλη, με το Ν. 4161/2013- επιλύσει το ζήτημα απόδειξης της αντικειμενικής αξίας, απαιτώντας την προσκόμιση φορολογικών στοιχείων, που αναγράφουν την αντικειμενική αξία του συνόλου των εντός σχεδίου ακινήτων περιουσιακών στοιχείων του αιτούντος (παλαιότερα Ε.Τ.Α.Κ. 2008 και 2009, Φ.Α.Π. 2010, 2011, 2012, 2013 και πλέον Ε.Ν.Φ.Ι.Α. 2014). Μάλιστα, είναι γνωστό ότι το φύλλο υπολογισμού αντικειμενικής αξίας εδώ και αρκετό χρονικό διάστημα ΔΕΝ υπογράφεται από τους Συμβολαιογράφους και επομένως ΔΕΝ έχει βεβαιωμένη χρονολογία υπολογισμού. Η εκκαθάριση στοιχείων ακινήτων που περιλαμβάνεται στον Ε.Ν.Φ.Ι.Α. του 2014 και μελλοντικά του 2015 θα πρέπει να αποτελεί το αποδεικτικό έγγραφο της αντικειμενικής αξίας της κύριας ή μοναδικής κατοικίας του αιτούντος, δεδομένου, μάλιστα, ότι οι αντικειμενικές αξίες δεν έχουν υποστεί μεταβολή τα τελευταία έτη και κατά συνέπεια η όποια μεταβολή αφορά μόνο το συντελεστή παλαιότητας ή/και τη νομιμοποίηση αυθαιρέτων και/ή ημιυπαιθρίων χώρων. Θα προτείναμε την αναδιατύπωση του δικαιολογητικού με στοιχεία (ιε) ως «προσκόμιση δικαιολογητικών εγγράφων προς απόδειξη της αντικειμενικής αξίας της κύριας ή μοναδικής κατοικίας».
Σε κάθε περίπτωση, αναφορικά με τη διαδικασία επικαιροποίησης όλων των εκκρεμών αιτήσεων, που έχουν προσδιοριστεί προς εκδίκαση μετά το έτος 2018, η οποία νομοθετήθηκε με τις μεταβατικές διατάξεις του Ν. 4336/2015, ως υποχρεωτική και μάλιστα επί ποινή απαραδέκτου της αιτήσεως υπαγωγής, ως παράβαση καθήκοντος ειλικρινούς δηλώσεως, εφόσον δεν ολοκληρωθεί μέχρι τις 19-02-2016, λεκταία είναι τα εξής. Η συγκεκριμένη διαδικασία αφενός είναι αδύνατο να ολοκληρωθεί εγκαίρως, λόγω της έλλειψης στοιχειώδους υποδομής, προσωπικού, χώρου αποθήκευσης και χρόνου στα Ειρηνοδικεία της χώρας μέσα σε διάστημα έξι (6) μηνών από την έναρξη εφαρμογής του ανωτέρω Νόμου (μέχρι 19-02-2016), και ενώ ήδη στο διάστημα των σαράντα (40) ημερών της υποτιθέμενης ισχύος του, ουδεμία ερμηνευτική εγκύκλιος έχει εκδοθεί από τα αρμόδια Υπουργεία για τα έγγραφα που θα απαιτούνται και αφετέρου ουδένα σκοπό εξυπηρετεί, καθώς με την υποχρεωτική επίσπευση της εκδίκασης των εκκρεμών υποθέσεων, ταυτόχρονα περιορίζεται και η χρονική διάρκεια ισχύος των ήδη χορηγηθεισών προσωρινών διαταγών. Θα προτείναμε την υποχρεωτική επικαιροποίηση του φακέλου της αίτησης μέχρι την ημερομηνία εκδικάσεως της υπόθεσης ή ένα σύστημα προκατάθεσης δικαιολογητικών εγγράφων δεκαπέντε (15) ημέρες έως ένα (1) μήνα πριν την εκδίκαση με τη διαδικασία της Εκουσίας Δικαιοδοσίας.
Ένα επίσης σημαντικό πρόβλημα, που ουσιαστικά καθιστά ανενεργή την αναθεώρηση του Νόμου Κατσέλη και καθυστερεί-διακόπτει την κατάθεση νέων αιτήσεων υπαγωγής στις διατάξεις του, είναι και η πλημμελής έως μηδενική ενημέρωση και η έλλειψη υλικής υποδομής και τεχνογνωσίας των αρμοδίων Δ.Ο.Υ. και των απανταχού υποκαταστημάτων των ασφαλιστικών ταμείων, περί της υποχρέωσης έκδοσης βεβαίωσης οφειλών, ως προαπαιτούμενου για την ένταξη των εν λόγω απαιτήσεων στις αιτήσεις υπαγωγής.
Άρθρο 5Α (Ν. 4336/2015) Διαδικασία Ταχείας Διευθέτησης Μικροδιαφορών
Η συγκεκριμένη διάταξη και η νέα διαδικασία που δημιουργεί, γέννησε προσδοκίες για την ταχεία επίλυση προβλημάτων μικρής συνολικής χρέωσης, από πολίτες που δεν έχουν περιουσιακά στοιχεία και εισόδημα και πληρούν τις προϋποθέσεις της παραγράφου 1 του εν λόγω άρθρου.
Ζήτημα γεννάται σχετικά με την περίπτωση μελλοντικής απόκτησης μηνιαίου εισοδήματος από οποιαδήποτε πηγή από πολίτη, που έχει καταθέσει αίτηση υπαγωγής στην εν λόγω διαδικασία, συγκεντρώνοντας, κατά το στάδιο της κατάθεσης, τις προϋποθέσεις της παραγράφου 1 του εν λόγω άρθρου, αφού, εν συνεχεία, δεν τις πληροί.
Η πρόβλεψη που υπάρχει εντός του άρθρου 5Α (παράγραφοι 3 και 4), αφορά την έκπτωσή του από την εν λόγω προσωρινή απαλλαγή και τη δυνατότητα κατάθεσης νέας αίτησης υπαγωγής στις “κλασσικές” διατάξεις του Νόμου Κατσέλη, όπως τροποποιήθηκαν και ισχύουν. Η συγκεκριμένη πρόβλεψη προϋποθέτει νέα έξοδα, νέα αίτηση, νέες επιδόσεις, νέα συγκέντρωση δικαιολογητικών εγγράφων και φυσικά νέες δικασίμους (προδικαστικός και Εκουσία). Αυτό που προτείνουμε για την δίκαιη και ορθή εφαρμογή της εν λόγω διαδικασίας είναι, σε περίπτωση απώλειας των προϋπαρχόντων κατά την ημερομηνία κατάθεσης της αιτήσεως, προϋποθέσεων υπαγωγής στη διαδικασία της ταχείας ρύθμισης μικροοφειλών, να ακολουθηθείαπευθείας η διαδικασία του άρθρου 8 του ανωτέρω Νόμου, που θα ρυθμίζει τις οφειλές του με καταβολές (8 παρ. 2) για συνολικό χρονικό διάστημα τριών (3) ετών, διαφορετικά η εν λόγω διαδικασία ουσιαστικά αυτοακυρώνεται καθώς απαιτεί «υποχρέωση» παντελούς έλλειψης εισοδήματος από τον αιτούντα-δανειολήπτη, ενώ στην αίτηση του άρθρου 4, υπάρχει ούτως ή άλλως η δυνατότητα καθορισμού μικρών ή μηδενικών μηνιαίων δόσεων, κατά το άρθρο 8 παρ. 5 του ανωτέρου Νόμου.
ΛΗΞΗ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΗΣ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΒΕΒΑΙΟΤΗΤΑ ΓΙΑ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 9 του ανωτέρω Νόμου
Στο άρθρο 9 παρ. 2 του ανωτέρω Νόμου αναφέρεται: «Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας, Υποδομών, Ναυτιλίας και Τουρισμού, και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων που εκδίδεται σε ένα μήνα από τη δημοσίευση του παρόντος, καθορίζονται τα κριτήρια που πρέπει να πληρούνται προκειμένου να εξαιρεθεί η κυρία κατοικία του από τις διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου, ιδίως ως προς την αντικειμενική αξία του ακινήτου το ύψος του συνόλου των οφειλών κατά το χρόνο ολοκλήρωσης της κατάθεσης της αίτησης και το μικτό ετήσιο οικογενειακό εισόδημα του οφειλέτη…».
Το καθεστώς ρύθμισης του άρθρου 9 συνεχίζει να κινείται στο πλαίσιο του Ν. 3869/2010 για τα Υπερχρεωμένα Νοικοκυριά, ως τροποποιήθηκε δυνάμει του Ν. 4161/2013, πλην όμως η μη έκδοση Κ.Υ.Α. εντός του προβλεπομένου διαστήματος – μέχρι τις 14-09-2015 – δημιουργεί ένα αίσθημα μεγάλης αβεβαιότητας σχετικά με τα κριτήρια προστασίας που θα θέσει η ανωτέρω υπό έκδοση Κ.Υ.Α., ενώ υπάρχει κίνδυνος να τεθούν στο αρχείο αιτήσεις που έχουν ήδη κατατεθεί με το ισχύον μέχρι σήμερα κριτήριο –αφορολόγητο όριο απόκτησης πρώτης κατοικίας προσαυξημένο κατά 50%-. Μάλιστα, η μη αναφορά του τρόπου ρύθμισης του άρθρου 9 – μέχρι σήμερα 80% της αντικειμενικής αξίας της κύριας ή μοναδικής κατοικίας – προδήλως δημιουργεί ασάφεια και αβεβαιότητα ως προς το ύψος των συνολικών καταβολών, στις οποίες θα υποχρεωθεί να προβεί ο αιτών μετά την έκδοση αποφάσεως, σε περίπτωση αιτήματος διάσωσης της κύριας ή μοναδικής του κατοικίας. Προτείνουμε τη διατήρηση της δικαστικής ρύθμισης του άρθρου 9 σε ποσοστό 80% της αντικειμενικής αξίας της κύριας ή της μοναδικής κατοικίας και την παράλληλη εξάρτησή του από εισοδηματικά κριτήρια, τουλάχιστον για την πρώτη πενταετία της συνολικής εικοσαετούς ή δυνάμενης να επεκταθεί έως και τριάντα πέντε (35) έτη, εφόσον η αρχική διάρκεια των συμβάσεων ήταν μεγαλύτερη των είκοσι (20) ετών, δικαστικής ρύθμισης. Αναφορικά με τα κριτήρια προστασίας της κύριας και μοναδικής κατοικίας, για τα οποία, ήδη, μας έχετε προϊδεάσει για τη θέσπιση ανωτάτου ορίου ύψους οφειλών, ατομικού και οικογενειακού εισοδήματος και αντικειμενικής αξίας κύριας κατοικίας, σας προτρέπουμε να είναι σαφή και ανταποκρινόμενα στις συνθήκες της εποχής και να μην αποκλείουν μία μεγάλη μερίδα δανειοληπτών.
ΚΛΗΣΕΙΣ ΕΠΙΣΠΕΥΣΗΣ δυνάμει του ανωτέρω Νόμου
Σας ενημερώνουμε ότι σε κανένα Ειρηνοδικείο της ευρύτερης περιφέρειας της Αττικής, πλην του Ειρηνοδικείου Αθηνών, δεν είναι δυνατή, μέχρι και σήμερα η κατάθεση κλήσεων επίσπευσης δικασίμου για ευνόητους λόγους (έλλειψη προσωπικού, αιθουσών εκδίκασης και επαρκούς αριθμού Ειρηνοδικών). Αναφορικά με το ζήτημα της επίσπευσης, σας γνωρίζουμε ότι, με την εξαίρεση του Ειρηνοδικείου Αθηνών, όπου υπάρχει επαρκής αριθμός δικαστικών αιθουσών και Ειρηνοδικών, η παράλληλη εκδίκαση του συνόλου των εκκρεμών και προσδιορισμένων μετά το τέλος του έτους 2018 υποθέσεων και του συνόλου των εκκρεμών και προσδιορισμένων μέχρι το τέλος του έτους 2018 υποθέσεων, είναι αδύνατη. Σας προτείνουμε είτε την παρέκταση της αρμοδιότητας με τη δημιουργία Υπερειρηνοδικείων ανά τομέα (Κεντρικής, Δυτικής και Νότιας Αττικής, Βόρειας Αττικής και Ανατολικής Αττικής) και την εκκίνηση της διαδικασίας επίσπευσης από τον μήνα Σεπτέμβριο 2016, προκειμένου να καταστεί δυνατή η εν λόγω μεταβολή, είτε την μεταβολή του καταληκτικού έτους 2018 με το έτος 2020 και παράλληλα την επίσπευση της πρόσληψης Ειρηνοδικών που εκκρεμούν βάσει των επιτυχόντων του διαγωνισμού 2014.
ΟΦΕΙΛΕΣ ΠΡΟΣ Δ.Ο.Υ., ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΑ ΤΑΜΕΙΑ, ΔΗΜΟΣΙΟ και Ο.Τ.Α.
Σύμφωνα με το άρθρο 1 του ανωτέρω Νόμου «…3. Στην διαδικασία ρύθμισης του νόμου δύνανται να υπαχθούν οφειλές του εδαφίου β’ της παραγράφου 2 οι οποίες: α) έχουν γεννηθεί ένα έτος πριν από την κατάθεση της αίτησης… και 4. Δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος νόμου οι οφειλές, οι οποίες: είτε α) έχουν αναληφθεί ή βεβαιωθεί το τελευταίο έτος πριν την κατάθεση της αίτησης της παραγράφου 1 του άρθρου 4, είτε β) δημιουργήθηκαν από αδίκημα που τελέσθηκε από τον οφειλέτη με δόλο ή βαρεία αμέλεια, είτε γ) συνίστανται σε διοικητικά πρόστιμα ή χρηματικές ποινές, είτε δ) αφορούν στην υποχρέωση διατροφής συζύγου ή ανηλίκου τέκνου. Ο περιορισμός του εδαφίου α΄ στοιχείο α΄ δεν ισχύει όσον αφορά τις οφειλές του εδαφίου β’ της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου…»
Σας ζητούμε μία ερμηνεία της διάταξης που είναι εν ισχύ. Το ένα έτος, που έχει τεθεί ως όριο, μιλώντας αποκλειστικά για τις οφειλές προς Δ.Ο.Υ., Ο.Τ.Α., Ασφαλιστικά Ταμεία, αφορά την ημερομηνία “γέννησης” ή “ανάληψης” ή “βεβαίωσης” της οφειλής αυτής. Είναι δυνατή η επιλογή μη συμπερίληψης των εν λόγω οφειλών, εφόσον έχουν τεθεί ήδη σε διαδικασία ρύθμισης (100 δόσεις) ή προσκρούει στην ισχύουσα αρχή της καθολικότητας πιστωτών; Στις περιπτώσεις μη ύπαρξης οφειλών προς τους ανωτέρω φορείς, απαιτείται φορολογική ή ασφαλιστική ενημερότητα; Τι μέλλει γενέσθαι με τις οφειλές προς Ασφαλιστικά Ταμεία, που εξυπηρετούνται με μηνιαία κράτηση από τις συνταξιοδοτικές καταβολές; Πώς θα είναι εφικτή η συνταξιοδότηση φυσικών προσώπων, τα οποία διατηρούν οφειλές ανώτερες από τα ανώτατα όρια οφειλών, που θέτουν ως προϋπόθεση τα Ασφαλιστικά τους Ταμεία;
“ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΜΟΣ ΔΑΝΕΙΟΛΗΠΤΗΣ”
Σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 10, προβλέπεται ότι «…4. Ο οφειλέτης υποχρεούται καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας του παρόντος νόμου να επιδεικνύει τη συμπεριφοράσυνεργάσιμου δανειολήπτη υπό την έννοια της Απόφασης της Τράπεζας της Ελλάδος – Ευρωσύστημα Επιτροπή Πιστωτικών και Ασφαλιστικών Θεμάτων (ΦΕΚ 2287/27.8.2014) σε σχέση με τους συνεργάσιμους δανειολήπτες…»
Ο ορισμός του «συνεργάσιμου δανειολήπτη», όπως αποφασίστηκε στο Κυβερνητικό Συμβούλιο Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους του Ν. 4224/2013, σύμφωνα με τον οποίο:
«Ένας δανειολήπτης είναι συνεργάσιμος έναντι των δανειστών του όταν:
α) παρέχει πλήρη και επικαιροποιημένα στοιχεία επικοινωνίας στους δανειστές ή όποιον ενεργεί νομίμως για λογαριασμό τους (π.χ. αριθμούς σταθερού, κινητού τηλεφώνου και τηλεομοιοτυπίας, ηλεκτρονική διεύθυνση, διεύθυνση κατοικίας και εργασίας) και προβαίνει σε ορισμό συγγενικού ή φιλικού προσώπου, ως αντικλήτου επικοινωνίας για κάθε περίπτωση που ο ίδιος δεν είναι διαθέσιμος,
β) είναι διαθέσιμος σε επικοινωνία με τον δανειστή ή με όποιον ενεργεί νομίμως για λογαριασμό αυτού και ανταποκρίνεται με ειλικρίνεια και σαφήνεια, σε κλήσεις και επιστολές του δανειστή ή όποιου ενεργεί νομίμως για λογαριασμό του, αυτοπροσώπως είτε δια του αντικλήτου του, με κάθε πρόσφορο τρόπο, εντός 15 εργάσιμων ημερών,
γ) προβαίνει αυτοπροσώπως, είτε δια του αντικλήτου του σε πλήρη και ειλικρινή γνωστοποίηση πληροφοριών προς το δανειστή ή όποιον ενεργεί νομίμως για λογαριασμό του, αναφορικά με την τρέχουσα οικονομική του κατάσταση, εντός 15 εργασίμων ημερών από την ημέρα μεταβολής της ή εντός 15 εργάσιμων ημερών από την ημέρα που θα ζητηθούν ανάλογες πληροφορίες από το δανειστή ή όποιον ενεργεί νομίμως για λογαριασμό του,
δ) προβαίνει αυτοπροσώπως είτε δια του αντικλήτου του, σε πλήρη και ειλικρινή γνωστοποίηση πληροφοριών, προς το δανειστή ή όποιον ενεργεί για λογαριασμό του, οι οποίες θα έχουν σημαντικές επιπτώσεις στην μελλοντική οικονομική του κατάσταση, εντός 15 εργάσιμων ημερών από την ημέρα που θα περιέλθουν σε γνώση του (π.χ. πλήρωση προϋποθέσεων λήψης επιδόματος, εμφάνιση νέων περιουσιακών στοιχείων που θα περιέλθουν στην κυριότητα του [κληρονομιά κ.λπ.], απώλεια κυριότητας περιουσιακών στοιχείων, ανακοινώσεις απόλυσης, καταγγελίες μισθώσεων, εξαγορά ασφαλιστικών προϊόντων, κέρδη οποιασδήποτε μορφής κ.λπ.) και
ε) συναινεί σε διερεύνηση εναλλακτικής πρότασης αναδιάρθρωσης με το δανειστή ή όποιον ενεργεί νομίμως για λογαριασμό του, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στον Κώδικα Δεοντολογίας του Ν. 4224/2013».
Με το παρόν καθεστώς και την παρούσα κατάσταση που επικρατεί στα τραπεζικά ιδρύματα της χώρας, καθώς και στα υποκαταστήματά τους, σας γνωστοποιούμε ότι είναι αδύνατη όχι μόνο η πλήρωση, αλλά και η διερεύνηση της πλήρωσης των ανωτέρω κριτηρίων για το διαχωρισμό των συνεργάσιμων και των μη συνεργάσιμων δανειοληπτών. Εξάλλου, είναι σημαντικό να ληφθεί υπόψη, ότι οι αστοχίες των τροποποιήσεων που επιφέρει ο Ν. 4336/2015, σε συνδυασμό με τον ανενεργό Κώδικα Δεοντολογίας των τραπεζών του Ν. 4224/2013 και την έλλειψη νομοθετικής πρωτοβουλίας για την αναστολή πλειστηριασμών πρώτης κατοικίας – μέχρι σήμερα παρατείνεται μηνιαίως – έχει προκαλέσει τεράστιο αναβρασμό και ανεπίλυτο – έως τώρα – αδιέξοδο σε μεγάλο αριθμό δανειοληπτών.
Σας καλούμε όπως λάβετε υπόψη τα ανωτέρω, προκειμένου να εξομαλυνθεί η δυσμενής κατάσταση που έχει προκαλέσει αβεβαιότητα, τόσο στους χιλιάδες πολίτες που έχουν ήδη καταφύγει στο Νόμο 3869/2010, όσο και σε αυτούς που επιθυμούν, αλλά αδυνατούν να καταφύγουν σήμερα, εξαιτίας της λογικής αδυναμίας εφαρμογής των, εν μέρει παράλογων, διατάξεων του Νόμου 4336/2015, από τα Ειρηνοδικεία της χώρας.
Αθήνα, 1/10/2015
Ο Πρόεδρος της Ένωσης Καταναλωτών και Δανειοληπτών
Ιωάννης Σ. Βασαριώτης
Ο Νομικός Σύμβουλος της Ένωσης Καταναλωτών και Δανειοληπτών,
Δικηγόρος και Διαπιστευμένος Διαμεσολαβητής
Μιχαήλ Ι. Κούβαρης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου